ΝΣΚ/210/2012
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Δημόσιο – Υποχρέωση ή μη καταβολής μισθωμάτων και συναφών δαπανών στέγασης, κτιρίων μισθωμένων για την Ελληνική Αγροφυλακή, μετά την κατάργησή της με το Ν. 3938/2011 – Πρωτόκολλα παράδοσης παραλαβής μισθίων.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Για τις μισθώσεις κτιρίων που είχαν καταρτισθεί για τη στέγαση των υπηρεσιών της καταργηθείσης Ελληνικής Αγροφυλακής, οι οποίες, από λόγους αναγόμενους στις αρμόδιες υπηρεσίες του Δημοσίου, δεν λύθηκαν και τα μίσθια δεν παραδόθηκαν με πρωτόκολλο παράδοσης – παραλαβής στους εκμισθωτές εντός της ορισθείσας από τον Υφυπουργό Οικονομικών προθεσμίας, ήτοι μέχρι 31-7-2011, εξακολουθεί να υφίσταται και μετά την ως άνω ημερομηνία και μέχρι την παράδοση των μισθίων με πρωτόκολλο παράδοσης – παραλαβής στους εκμισθωτές, η υποχρέωση του Δημοσίου να καταβάλει μισθώματα και να εξοφλήσει δαπάνες κοινοχρήστων, τηλεφωνικών συνδέσεων, Δ.Ε.Η. κ.λπ., παρά το γεγογός ότι οι υπηρεσίες της Ελληνικής Αγροφυλακής καταργήθηκαν από την δημοσίευση του Ν. 3938/2011. Αντίθετα, δεν υφίσταται υποχρέωση του Δημοσίου να καταβάλει μισθώματα και να εξοφλήσει δαπάνες κοινοχρήστων, τηλεφωνικών συνδέσεων, Δ.Ε.Η. κ.λπ., που ανάγονται σε χρόνο μεταγενέστερο της λύσεως των μισθώσεων και την απόδοση των μισθίων στους εκμισθωτές με σχετικά πρωτόκολλα παράδοσης. (ομοφ.)
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕλΣυν.Τμ.7/439/2010
Προμήθεια τσουρεκιών στο πλαίσιο διοργάνωσης εκδήλωσης: Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας, το Δικαστήριο κρίνει ότι οι εντελλόμενες δαπάνες είναι μη κανονικές, καθόσον τα συνημμένα στα ως άνω χρηματικά εντάλματα δικαιολογητικά των δαπανών και κυρίως τα πρωτόκολλα παραλαβής προμηθειών καθώς και τα τιμολόγια – δελτία αποστολής των φερόμενων ως δικαιούχων έχουν εκδοθεί μη νομίμως.Τούτο διότι, ως προς τα τρία πρωτόκολλα παραλαβής, η ημερομηνία που φέρουν (14.1.2010) είναι προγενέστερη τόσο της παραλαβής των αγαθών, που – όπως συνομολογεί ο Πρόεδρος του Κ.Α.Π.Η. – έλαβε χώρα την 1.4.2010 (Μεγάλη Πέμπτη), όσο και της πραγματοποίησης της εκδήλωσης (4.4.2010, Κυριακή του Πάσχα), συμπίπτει δε και με την ημερομηνία λήψεως των αποφάσεων απευθείας ανάθεσης των προμηθειών. Περαιτέρω, τα Τιμολόγια – Δελτία Αποστολής (για την πώληση αγαθών) των φερόμενων ως δικαιούχων έχουν εκδοθεί σε χρόνο μεταγενέστερο (12.5.2010 το πρώτο και 15.5.2010 το δεύτερο και τρίτο) της διακίνησης και παράδοσης των αγαθών, ανεξαρτήτως εάν αυτή πραγματοποιήθηκε είτε κατά την ημερομηνία που φέρουν τα σχετικά πρωτόκολλα (14.1.2010) είτε κατά το χρόνο που συνομολογεί ο Πρόεδρος του Κ.Α.Π.Η. (1.4.2010), ενώ θα έπρεπε, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, να είχαν εκδοθεί κατά την έναρξη της αποστολής ή το χρόνο παράδοσης. Η χρονική δε αυτή αναντιστοιχία μεταξύ της εκδήλωσης και της έκδοσης των ως άνω δικαιολογητικών έχει ως αποτέλεσμα να μην αποδεικνύεται κατά τρόπο σαφή και αναμφίβολο η πραγματοποίηση της προμήθειας και, κατά συνέπεια, η απαίτηση των φερόμενων ως δικαιούχων. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, τα υπό κρίση χρηματικά εντάλματα δεν πρέπει να θεωρηθούν.
ΝΣΚ/138/2020
1) Δυνατότητα ανάκλησης των Πρωτοκόλλων Επιβολής Ειδικής Αποζημίωσης (ΠΕΕΑ), τα οποία κρίθηκαν δικαστικά με απορριπτικές ως προς την ακύρωσή τους αποφάσεις και εν συνεχεία βεβαιώθηκαν στην οικεία ΔΟΥ, μετά την οικειοθελή παράδοση κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 67Α του ν. 998/1979. 2) Διαδικασία που ακολουθείται προκειμένου να ανακληθούν τα με δικαστική απόφαση επιβληθέντα πρόστιμα.(...)1.α) Κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 5 του άρθρου 67Α του ν. 998/1979, μετά την οικειοθελή παράδοση που επέρχεται με τη σύνταξη από το δασάρχη πρωτοκόλλου παράδοσης και παραλαβής ή την κατεδάφιση από τον κύριο, νομέα ή κάτοχο, των αυθαίρετων κτισμάτων, που βρίσκονται εντός των εκτάσεων της παραγράφου 1 του ιδίου άρθρου, εφόσον η, ως άνω, παράδοση ή κατεδάφιση πραγματοποιηθεί μετά τη λήξη της εξάμηνης ανατρεπτικής προθεσμίας, που θέτει η μεταβατική διάταξη της παραγράφου 6 του ιδίου άρθρου, ο δασάρχης, δύναται να ανακαλεί το Πρωτόκολλο Επιβολής Ειδικής Αποζημίωσης (ΠΕΕΑ) που αφορά στο αμέσως προηγούμενο της οικειοθελούς παράδοσης ή της κατεδάφισης, χρονικό διάστημα. Στην περίπτωση δε που έχουν εκδοθεί περισσότερα ΠΕΕΑ και κάποιο από αυτά έχει ακυρωθεί με δικαστική απόφαση, η Διοίκηση μπορεί να ανακαλεί και τα ΠΕΕΑ που αφορούν σε χρονικά διαστήματα μεταγενέστερα του ΠΕΕΑ που ακυρώθηκε δικαστικά, β) κατ’ εφαρμογή της μεταβατικής διάταξης της παραγράφου 6 του άρθρου 67Α του ν. 998/1979, ο δασάρχης υποχρεούται σε ανάκληση όλων ανεξαιρέτως των Πρωτοκόλλων ΕΕΑ που εκδόθηκαν, μέχρις ότου, ο κύριος, νομέας ή ο κάτοχος των ως άνω αυθαίρετων κτισμάτων προέβη στην κατεδάφιση ή στην ως άνω οικειοθελή παράδοση αυτών στο Δημόσιο, με την προϋπόθεση ότι η κατεδάφιση ή η οικειοθελής παράδοση έχει ήδη, λάβει χώρα, μέσα στην εξάμηνη ανατρεπτική προθεσμία που ορίζει η διάταξη (ομόφωνα). 2. Η, κατά τα ως άνω, ανάκληση των Πρωτοκόλλων ΕΕΑ ενεργείται είτε οίκοθεν από το δασάρχη είτε κατόπιν αίτησης του διοικούμενου ενώπιον της δασικής αρχής. Στην περίπτωση δε που τα Πρωτόκολλα ΕΕΑ έχουν βεβαιωθεί ταμειακά από τη ΔΟΥ, μετά την (εν ευρεία εννοία) βεβαίωσή τους από το δασάρχη με τη σύνταξη και αποστολή στη ΔΟΥ χρηματικού καταλόγου, τότε ο ίδιος δασάρχης εκδίδει τα ατομικά φύλλα έκπτωσης (ΑΦΕΚ) των βεβαιωθέντων εσόδων, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις διατάξεις των άρθρων 98 και 99 του π.δ./τος 16/1989 (ομόφωνα).
ΕΣ/Τμ.1(ΚΠΕ)/173/2014
ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΜΙΣΘΩΣΗΣ ΕΡΓΟΥ.Μη νόμιμη η καταβολή μηνιαίας αμοιβής σε πολιτικό μηχανικό, ο οποίος προσελήφθη στο Δήμο με σύμβαση μίσθωσης έργου, διάρκειας ενός έτους, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 6 του ν. 2527/1997, με αντικείμενο την παρακολούθηση όλων των έργων του Δήμου που έχουν ενταχθεί ή είναι προς ένταξη σε επιδοτούμενα προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθόσον η ελεγχόμενη σύμβαση συνιστά ανανέωση προηγούμενης σύμβασης και είχε ουσιαστικό σκοπό της συνέχιση της απασχόλησης του ως άνω μηχανικού στη θέση στην οποία εργαζόταν, δεδομένου ότι η εν λόγω σύμβαση συνήφθη μία μέρα μετά τη λήξη προηγούμενης όμοιας, με αντικείμενο ταυτόσημο με αυτής, κατά παράβαση της παρ.6 του ως άνω άρθρου. Περαιτέρω, α) δεν αποδεικνύεται ότι το αντικείμενο της νέας σύμβασης συνδέεται πράγματι με την υλοποίηση συγκεκριμένου και χρονικά προσδιορισμένου έργου ενταχθέντος σε χρηματοδοτούμενο πρόγραμμα από ευρωπαϊκά κονδύλια, ώστε να δύναται να ενταχθεί στο πεδίο εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 21 παρ. 3 του ν.2190/1994, και τούτο διότι δεν περιλαμβάνονται οι σχετικές αποφάσεις ένταξης, ώστε να προσδιορισθεί επακριβώς η χρονική διάρκεια των έργων, τα τεχνικά δελτία αυτών, οι υποβληθείσες στο Α.Σ.Ε.Π. βεβαιώσεις των αρμοδίων φορέων σχετικά με τη χρηματοδότηση της σύμβασης έργου από πιστώσεις των κοινοτικών προγραμμάτων (άρθρο 6 παρ. 5 ν.2527/1995), τα μηνιαία πρωτόκολλα παράδοσης – παραλαβής των αρμοδίων Επιτροπών, από τα οποία να προκύπτει πράγματι η ενασχόληση του ανωτέρω με τα συγκεκριμένα έργα και η πρόοδος εκτέλεσης των σχετικών εργασιών που ανέλαβε να εκτελέσει και β) το αντικείμενο της επίμαχης σύμβασης είναι παντελώς αόριστο και ασαφές, κατά παράβαση του άρθρου 6 παρ. 1 και 9 του ν.2527/1997, ενώ εν κατακλείδι,. ανάγεται πράγματι στα καθήκοντα του προσωπικού του Αυτοτελούς Τμήματος Τεχνικών Υπηρεσιών του Δήμου.
ΕλΣυνΚλ.Τμ.7/36/2012
ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΣΙΤΙΣΗΣ-ΕΚΠΡΟΘΕΣΜΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΙΜΟΛΟΓΙΟΥ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει ότι εφόσον η εφαρμογή του προγράμματος σίτισης των άπορων δημοτών του Δήμου ... ανήκει στην αρμοδιότητα της Κοινωφελούς Επιχείρησης του Δήμου, σύμφωνα με τους καταστατικούς της σκοπούς, δεν καθίσταται αρμόδιο το Δημοτικό Συμβούλιο να αποφανθεί για τους τρόπους υλοποίησης αυτού, απορριπτομένου ως αβασίμου του πρώτου λόγους διαφωνίας του Επιτρόπου. Ωστόσο, η κρινόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη, δεδομένου ότι για την εφαρμογή του κοινωνικού αυτού προγράμματος δεν προηγήθηκε από το αρμόδιο όργανο της Κοινωφελούς Επιχείρησης καθορισμός των κριτηρίων και των προϋποθέσεων επιλογής των δικαιούχων, η δε οικονομική τους αδυναμία δεν τεκμηριώνεται ειδικά και δεν προκύπτει σαφώς από τα στοιχεία του φακέλου, καθόσον οι προσκομιζόμενες εκθέσεις των κοινωνικών λειτουργών, πέραν του ότι φέρουν ημερομηνία μεταγενέστερη της κρινόμενης περιόδου παροχής σίτισης, βεβαιώνουν αορίστως και γενικώς ότι οι επιλεγέντες ανήκουν σε ευπαθείς κοινωνικές ομάδες. Τέλος, νομίμως αναγνωρίζεται η ως άνω αξίωση του φερόμενου ως δικαιούχου, καθώς προσκομίζονται τα οικεία τιμολόγια, τα οποία παρά την έκδοσής τους σε χρόνο μεταγενέστερο της παράδοσης των αγαθών, αποτελούν νόμιμο δικαιολογητικό της εντελλόμενης δαπάνης. Και αυτό, διότι η έκδοσής τους σε χρόνο μεταγενέστερο του προβλεπόμενου, κατά παράβαση της διάταξης της παραγράφου 15 του άρθρου 12 του π.δ/τος 186/1992, δύναται να επισύρει την επιβολή φορολογικών κυρώσεων από μέρους των οργάνων της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., διότι αποσκοπεί στην σύλληψη της φορολογητέας ύλης, πλην όμως δεν επάγεται δημοσιονομικές συνέπειες, ως εκ τούτου δεν θίγεται το κύρος του συγκεκριμένου δικαιολογητικού και κατ’ επέκταση η κανονικότητα της ελεγχόμενης δαπάνης ...Επιπλέον, εφόσον έχουν εκδοθεί εν προκειμένω τιμολόγια δεν απαιτείται, για την εκκαθάριση και την πληρωμή των εν λόγω δαπανών η ύπαρξη δελτίου αποστολής, το οποίο συνιστά, όπως προαναφέρθηκε, αποκλειστικά και μόνο φορολογικό στοιχείο, δεδομένου ότι η απαίτηση του πιστωτή αποδεικνύεται από το τιμολόγιο, μη απαιτουμένου, για την εκκαθάριση της οικείας δαπάνης, του αντιστοίχου δελτίου αποστολής, ούτε είναι, συνεπώς, ελεγκτέα από το Ελεγκτικό Συνέδριο η μη νόμιμη έκδοση αυτού, αφού το τελευταίο, κατά τον προληπτικό έλεγχο των δαπανών, δεν υποκαθίσταται στις αρμοδιότητες των φορολογικών αρχών (βλ. Πράξη VII Τμ. 426/2010). Ο δε ετεροχρονισμός στη σύνταξη των πρωτοκόλλων παραλαβής των γευμάτων δεν καθιστά τις δαπάνες μη κανονικές, δεδομένου ότι από το σύνολο των δικαιολογητικών των εντελλόμενων δαπανών (πρωτόκολλα παραλαβής, τιμολόγια και δελτία αποστολής) αποδεικνύεται κατά τρόπο σαφή και αναμφίβολο η πραγματοποίηση της προμήθειας και, κατά συνέπεια, η απαίτηση του φερόμενου ως δικαιούχου. Επομένως, οι τρίτος και τέταρτος λόγοι διαφωνίας του Επιτρόπου είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, τα υπό κρίση χρηματικά εντάλματα, με τα οποία εντέλλεται δαπάνη μη νόμιμη, δεν πρέπει να θεωρηθούν.