Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΝΣΚ/214/2017

Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3528/2007, 69/2016

Αναγνώριση προϋπηρεσίας στον ιδιωτικό τομέα γεωτεχνικών υπαλλήλων, στην περίπτωση που αυτοί δεν ήταν εγγεγραμμένοι στο Γεωτεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος (ΓΕΩΤ.Ε.Ε.). H παρασχεθείσα εργασία από γεωτεχνικούς υπαλλήλους στον ιδιωτικό τομέα, πριν από το έτος 2000, μπορεί να υπολογισθεί, νομίμως, βάσει του άρθρου 6 του π.δ. 69/2016, και να προσμετρηθεί στο χρόνο υπηρεσίας των υπαλλήλων, στην περίπτωση που αυτοί δεν ήταν εγγεγραμμένοι ως μέλη στο Γεωτεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος (ΓΕΩΤ.Ε.Ε.), τηρουμένων των λοιπών νομίμων προϋποθέσεων (ομόφ.).Κατάσταση : Αποδεκτή

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΝΣΚ/8/2018

Μη αναγνώριση χρόνου προϋπηρεσίας στον ιδιωτικό τομέα σε υπαλλήλους της Γ.Γ.Α. βάσει του άρθρου 6 π.δ. 69/2016.Εφόσον το αρμόδιο υπηρεσιακό συμβούλιο επιλήφθηκε των αιτημάτων και με σχετική απόφασή του έκρινε ότι δεν υπάρχει συνάφεια του αντικειμένου απασχόλησης των αιτούντων υπαλλήλων στο δημόσιο με εκείνα της προϋπηρεσίας τους στον ιδιωτικό τομέα, είτε ως καθηγητές κλάδου ΠΕ11 (Φυσικής Αγωγής) ασκώντας εκπαιδευτικό έργο σε ιδιωτικά σχολεία με σύμβαση εργασίας είτε ως ΠΕ Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού, ασκώντας προπονητικό έργο σε ιδιωτικούς φορείς, η κρίση του αυτή είναι ουσιαστική, υπαγόμενη στην αποκλειστική του αρμοδιότητα και δεν τίθεται θέμα ελέγχου αυτής από άλλο όργανο του Δημοσίου (ομόφ.).


ΝΣΚ/23/2018

Μισθολογική και βαθμολογική κατάταξη των με σχέση εργασίας ι.δ.α.χ. υπαλλήλων της τέως ΤΕΟ Α.Ε., που επανήλθαν, δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 14 και 17 του ν 4325/2015, στο Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών. Είναι νόμιμη η μισθολογική και βαθμολογική κατάταξη των επανελθόντων στο Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών υπαλλήλων της εταιρείας ΤΕΟ Α.Ε. χωρίς την προσμέτρηση του χρόνου απασχόλησής τους, που διανύθηκε στον ιδιωτικό τομέα πριν από την πρόσληψή τους στην εταιρεία.


ΣΤΕ/ΕΑ/72/2015

Παροχή υπηρεσιών διεκπεραίωσης βοηθητικών εργασιών...Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση η αιτούσα επαναφέρει τους ως άνω ισχυρισμούς της προδικαστικής προσφυγής και προβάλλει ότι μη νομίμως απερρίφθη η προσφορά της. Οι ισχυρισμοί όμως αυτοί δεν πιθανολογούνται σοβαρώς ως βάσιμοι. Και τούτο για τους εξής λόγους: α. η - προσκομισθείσα προς απόδειξη της εμπειρίας της αιτούσας - βεβαίωση καλής εκτέλεσης 5321/10.7.2014 του Γενικού Διευθυντή της … αναφερόταν στην εκτέλεση, κατά το χρονικό διάστημα από 1.7.2007 έως και 18.3.2013, υπηρεσιών καθαριότητας και μόνον, β. η από 26.11.2012 σύμβαση μεταξύ της αιτούσας και της … αφορούσε, όπως η ίδια προβάλλει, εκτός από τον καθαρισμό, που αποτελούσε το κύριο αντικείμενο της σύμβασης, το συναφές πλύσιμο μηχανημάτων της …, καθώς και τη μεταφορά επίπλωσης γραφείων και την περιστασιακή παροχή άλλων, μη προσδιοριζομένων, “βοηθητικών εργασιών εντός και εκτός …”, και, επομένως, δεν φαίνεται να σχετιζόταν προς το αντικείμενο του επίδικου διαγωνισμού και γ. το αντικείμενο των εργασιών που ισχυρίσθηκε ότι εκτέλεσε εν τοις πράγμασι η αιτούσα, για χρονικό διάστημα δύο ετών και οκτώ περίπου μηνών [από 18.11.2009 έως 29.6.2012] - το οποίο εμπίπτει, ενδεχομένως, εν μέρει στο ζητούμενο από τη διακήρυξη-, δεν της προσέδιδε, πάντως, πενταετή εμπειρία, ούτε μπορεί να προσμετρηθεί υπέρ της, προκειμένου να συμπληρώσει την ελάχιστη πενταετή εμπειρία, το γεγονός, και αληθές υποτιθέμενο, ότι το προσωπικό αυτό [που ισχυρίζεται ότι είχε χρησιμοποιήσει η αιτούσα για την εκτέλεση των εργασιών αυτών] συνεχίζει να εργάζεται για λογαριασμό άλλου αναδόχου (βλ. ανωτέρω, ισχυρισμό υπό στ. της προδικαστικής προσφυγής: «33 εργαζόμενοι μεταφερόμενοι από εργολάβο σε εργολάβο»). Υπό τα δεδομένα αυτά, οι ισχυρισμοί της προδικαστικής προσφυγής της αιτούσας δεν ήταν ουσιώδεις και, ως εκ τούτου, νομίμως απερρίφθησαν σιωπηρώς, οι δε περί του αντιθέτου λόγοι δεν πιθανολογούνται σοβαρώς ως βάσιμοι. Τέλος, το ειδικότερο επιχείρημα της αιτούσας περί αντιφατικότητας της κρίσης της …, λόγω του ότι η προσφορά της είχε κριθεί παραδεκτή κατά τον προγενέστερο διαγωνισμό που αφορούσε το ίδιο αντικείμενο και διενεργήθηκε βάσει της διακήρυξης 183/2012, δεν ευσταθεί, διότι, πέραν την αυτοτέλειας εκάστου διαγωνισμού, πάντως η διακήρυξη 183/2012 όριζε ως προϋπόθεση συμμετοχής την κατοχή πενταετούς εμπειρίας «στον τομέα παροχής υπηρεσιών πάσης φύσης δραστηριοτήτων» και όχι ειδικώς στην παροχή «υπηρεσιών υποστήριξης σε θέματα διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού σε ανάλογες δραστηριότητες σε λιμένες», όπως απαιτεί η διακήρυξη που διέπει τον επίδικο διαγωνισμό. Ενόψει των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση και να γίνει δεκτή η παρέμβαση.


ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ/248/2022

Η αγωγή με το περιεχόμενο που αναλύθηκε παραπάνω δεν είχε σύμφωνα με τις νομικές διατάξεις που αναλύθηκαν παραπάνω έρεισμα στο νόμο. Πρωτίστως οι εφεσίβλητοι δεν ανέφεραν στο δικόγραφο αυτής ότι το γεγονός ότι ο εκκαλών δήμος σταμάτησε να αποδέχεται τις υπηρεσίες τους από την στην πραγματικότητα ενιαία σύμβαση αόριστου χρόνου, συνιστούσε απόλυση άκυρη αφού δεν έγινε εγγράφως και δεν καταβλήθηκε η νόμιμη αποζημίωση. Για το λόγο αυτό εξάλλου, όπως προκύπτει από την επισκόπηση της προσκομιζόμενης με αριθμό 4057/2015 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ήδη τελεσίδικη μετά τη με αριθμό 129/2017 απόφαση του δικαστηρίου τούτου, απορρίφθηκε ως μη έχον έρεισμα σε νομική διάταξη το αίτημα των εδώ εφεσιβλήτων να αναγνωριστεί η υποχρέωση του εκκαλούντος δήμου να τους απασχολεί, καθόσον δεν αναφερόταν στο δικόγραφο ότι η άρνηση του δήμου να αποδεχθεί την προσφερόμενη εργασία των εδώ εφεσιβλήτων γινόταν από περιστάσεις που υπερέβαιναν τα κριτήρια του άρθρου 281 του ΑΚ ή συνιστούσαν παράνομη προσβολή της προσωπικότητας τους. Στη συγκεκριμένη περίπτωση που πράγματι έχει αναγνωριστεί τελεσιδίκως ότι οι εφεσίβλητοι συνδέονται με τον εκκαλούντα δήμο με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου από την ημερομηνία της αρχικής τους πρόσληψης, αυτοί δεν έχουν δικαίωμα σε μισθούς υπερημερίας για το διάστημα κατά το οποίο το εκκαλούν έπαυσε να αποδέχεται τις υπηρεσίες τους. Τούτο δε διότι έχει κριθεί νομολογιακά ότι το άρθρο 269 παρ. 4 του Ν. 3463/2006 έδωσε αναδρομικότητα ως προς τη μισθολογική εξέλιξη των κατατασσόμενων προκειμένου αυτοί να έχουν τα ίδια μισθολογικά δικαιώματα τόσο ως προς τις αποδοχές, όσο και τα λοιπά επιδόματα εορτών και αδείας στους εργαζόμενους που κατατάσσονται σε προσωποπαγείς θέσεις που συνιστώνται για το λόγο αυτό σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του πδ 164/2004. Διότι κρίθηκε ότι ακόμη και στην περίπτωση μίσθωσης έργου (ΟλΑΠ 16/2017), η κατάταξη τους λογίζεται για όλες συνέπειες και, κατά συνέπεια και για την ένταξη αυτών στο αντίστοιχο μισθολογικό κλιμάκιο της οργανικής θέσης κατάταξης αυτών, ότι έχει διανυθεί με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου και δεν πρέπει να στερηθούν λόγω του χαρακτηρισμού της σχέσης ως μίσθωσης έργου τα επιδόματα εορτών και αδείας, και ότι δικαιούνται των αποδοχών της θέσης στην οποία κατατάχθηκαν μόνο από την ημερομηνία κατάταξης και εφεξής (ΟλΑΠ 16/2017). Εδώ επομένως που εκτίθεται ότι σε συμμόρφωση με τις προαναφερόμενες δικαστικές αποφάσεις ο δήμος συνέστησε με τη με αριθμό .../2017 απόφαση του δημοτικού συμβουλίου του, προσωποπαγείς θέσεις ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου και κατέταξε με τις με αριθμό …../26.09.2017 και ……./26.10.2017 πράξεις του Γενικού Γραμματέα του, τους εφεσίβλητους με καθήκοντα αντίστοιχα με αυτά που ασκούσαν δυνάμει των αρχικών τους συμβάσεων σε αυτούς οφείλεται μισθοδοσία από τότε που ανέλαβαν υπηρεσία και δεν οφείλονται μισθοί υπερημερίας. Αντίθετη ερμηνεία θα παραβίαζε την αρχή της εργασιακής ισότητας καθώς οι εργαζόμενοι που απασχολούνται με άκυρη για οποιοδήποτε λόγω και άρα απλή σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου, δεν δικαιούνται να ζητήσουν μισθούς υπερημερίας κατά τα προαναφερόμενα στη νομική σκέψη της παρούσας, αλλά μόνο επιδόματα εορτών για διάστημα που απασχολήθηκαν και αποζημίωση απόλυσης, και από καμία διάταξη νόμου δεν προκύπτει ότι βούληση του νομοθέτη που εναρμονίστηκε με τη με αριθμό 1999/70/ΕΚ οδηγία του συμβουλίου της 28.6.1999 με τα πδ 81/2003 (για τον ιδιωτικό τομέα) και το πδ 164/2004 ήταν να δώσει σε αυτή την κατηγορία εργαζόμενων μισθούς υπερημερίας, όταν το αποκλείει σε άλλες περιπτώσεις και αναγνωρίζει σε αυτές μόνο αποζημίωση απόλυσης. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ότι το παραπάνω αγωγικό αίτημα έχει έρεισμα στο νόμο εσφαλμένα ερμήνευσε το νόμο και συνεπώς κατά παραδοχή του σχετικού πρώτου λόγου εφέσεως θα πρέπει να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση (και ως προς την περί δικαστικών εξόδων διάταξή της, αφού μετά την εξαφάνιση της εκκαλουμένης αποφάσεως τα δικαστικά έξοδα θα επιδικαστούν ενιαίως για αμφοτέρους τους βαθμούς δικαιοδοσίας – ΑΠ 192/1998, ΕφΑθ 407/2018, ΕφΠατρ 279/2018, ΕφΠειρ 326/2016, ΕφΠειρ 101/2016 δημοσιευμένες στη ΝΟΜΟΣ), να κρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο τούτο που δικάζοντας επί της από 29.11.2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../2019 αγωγής να την απορρίψει ως μη νόμιμη κατά την κύρια βάση της. Να σημειωθεί ότι το παρόν δικαστήριο δε δύναται να χωρίς έφεση των εφεσιβλήτων να εξετάσει τις επικουρικές βάσεις της αγωγής (ΑΠ 894/2020 δημ. νόμος). Επομένως παρέλκει η εξέταση του δεύτερου λόγω εφέσεως με τον οποίο υποβάλλεται παράπονο για το εν μέρει εκτελεστό της απόφασης χωρίς ειδική αιτιολογία και ο οποίος σε κάθε περίπτωση προβάλλεται αλυσιτελώς αφενός διότι δεν μπορεί να οδηγήσει, ακόμα κι αν είναι βάσιμος, σε εξαφάνιση της εκκαλούμενης απόφασης (βλ. Σ. Σαμουήλ «Η έφεση» έκδ. 2003, παρ. 542 αρ. 6 σελ. 222) αφετέρου διότι ουσιώδες μέρος της απόφασης είναι το διατακτικό της και όχι οι αιτιολογίες, γι` αυτό αν το διατακτικό είναι ορθό οι δε αιτιολογίες εσφαλμένες ή ανύπαρκτες, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δικαιούται στα πλαίσια του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της εφέσεως, να προβεί οίκοθεν, σύμφωνα με το άρθρο 534 ΚΠολΔ, σε αντικατάσταση των αιτιολογιών της απόφασης, αν είναι εσφαλμένες και απορρίπτει την έφεση (ΑΠ 922/1996 ΕλΔνη 38.830, Σαμουήλ, Η Εφεση, 2003, παρ.1136). Ακολούθως των ανωτέρω αφού γίνει δεκτή στην ουσία της η κρινόμενη έφεση θα πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων μερών τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας αφού κατ’εκτίμηση των περιστάσεων υπήρχε εύλογη αμφιβολία ως προς την έκβαση της δίκης (άρθρο 179 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά το άρθρο 65 παρ. 1 του ν. 4871/2021 φεκ α 246/10.12.2021)