×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΝΣΚ/327/2000

Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Μίσθωση ακινήτου. Αποκατάσταση φθορών ακινήτου, εκμισθωθέντος προς το Ελλ.Δημόσιο.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Οι ιδιοκτήτες ακινήτου, εκμισθωθέντος προς το Δημόσιο, υποχρεούνται σε αποκατάσταση των προξενηθεισών σ αυτό από το σεισμό της 7-9-99 φθορών, ασχέτως από τυχόν υποχρέωση του Δημοσίου καταβολής αποζημιώσεως για προγενέστερη της συμβάσεως μισθώσεως εξωσυμβατική χρήση του ακινήτου.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.7/150/2019

Αγορά ακινήτου:Με δεδομένα αυτά, η απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, αναφερόμενη σε συγκριτικά στοιχεία που προέκυψαν από σχετική έρευνα αγοράς και εφαρμόζοντας συντελεστές που προσιδιάζουν στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του επίμαχου ακινήτου παρίσταται νομίμως αιτιολογημένη και δεν παραβιάζει την αρχή της οικονομικότητας, συνεκτιμωμένου και του γεγονότος ότι με την εν λόγω αγορά οι ιδιοκτήτες παραιτήθηκαν από δικαστικές απαιτήσεις τους σχετικά με την μη συντελεσθείσα ρυμοτομική απαλλοτρίωση και την προγενέστερη κατάληψη του ακινήτου εκ μέρους του Δήμου.  


ΝΣΚ/246/2000

Σεισμόπληκτοι. Προϋποθέσεις καταβολής στεγαστικής συνδρομής σε ιδιοκτήτες ακινήτων που πλήγηκαν από το σεισμό που συνέβη σε περιοχές του Ν.Αττικής, στις 7-9-99.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Οι ιδιοκτήτες κτιρίων τα οποία κατέρρευσαν ή κρίθηκαν κατεδαφιστέα ως επικινδύνως ετοιμόρροπα, λόγω ζημιών, από το σεισμό που έπληξε στις 7-9-99, περιοχές του Ν.Αττικής, που είχαν κατασκευασθεί με δάνειο, το οποίο τους είχε χορηγηθεί από Τράπεζα και για την εξασφάλισή του, το είχαν ασφαλίσει για ζημιές που ήθελαν προκληθεί από σεισμό, η δε ασφαλιστική εταιρία κατέβαλλε το συμφωνηθέν ασφάλισμα στη δανείστρια Τράπεζα, χωρίς όμως να καλύψει ολόκληρο το ποσό του δανείου, υποχρεούνται στην καταβολή του μη καλυφθέντος ποσού στην Τράπεζα και δικαιούνται στεγαστικής συνδρομής, μόνο στην περίπτωση που το καταβληθέν ασφάλισμα, ήταν μικρότερο από το προκύπτον, κατ εφαρμογή της υπ αριθμ. Οικ/5140/Τ.Π.32/15-10-99 κοινής αποφάσεως του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και των Υφυπουργών Οικονομικών και ΠΕΧΩΔΕ και το ύψος του ανέρχεται στη διαφορά, μεταξύ του καταβληθέντος ασφαλίσματος και αυτού της προβλεπόμενης στεγαστικής συνδρομής.


ΝΣΚ/190/2000

Σεισμόπληκτοι. Προϋποθέσεις και τρόπος αποκατάστασης των ζημιών σε κοινόκτητα και φέροντα στοιχεία πολυόροφων οικοδομών.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Προεδρεύων: Κ.Βολτής, Αντιπρόεδρος Εισηγητής: Θ.Ρεντζεπέρης, Νομικός Σύμβουλος α) Σε περίπτωση πολυόροφων οικοδομών, οι οποίες έπαθαν ζημιές από το σεισμό που έπληξε στις 7.9.99 περιοχές του Ν.Αττικής, η αποκατάσταση του φέροντος οργανισμού και των κοινόκτητων στοιχείων της οικοδομής, θα γίνει με ενιαία εργολαβία και μέριμνα του ειδικού διαχειριστή ή της Υπηρεσίας Αποκατάστασης Σεισμοπλήκτων (Υ.Α.Σ.). Αν, οι ιδιοκτήτες ή κάτοχοι αυτοτελών διαμερισμάτων, αρνούνται την είσοδο για τη διαπίστωση και αποκατάσταση των ζημιών, στα παραπάνω στοιχεία της οικοδομής, πρέπει να ζητηθεί άδεια από το Μον/λές Πρωτ/κείο. β) Σε κτίρια που χρησιμοποιούνται ως επαγγελματική στέγη στα οποία προκλήθηκαν ζημιές, συνεπεία των οποίων κατέστησαν προσωρινά μη χρησιμοποιήσιμα, (μέχρι την αποκατάσταση των ζημιών) η Υ.Α.Σ. πρέπει να κοινοποιήσει το σχετικό πρωτόκολλο με τις επιβαλλόμενες εργασίες στον ιδιοκτήτη ή (και) στον εκμεταλλευόμενο την επιχείρηση και στις αρμόδιες για τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας Υπηρεσίες, οι οποίες οφείλουν να την ανακαλέσουν, μέχρι την αποκατάσταση των ζημιών. γ) Σε περίπτωση πρόκλησης εκτεταμένων ζημιών σε κτιριακές εγκαταστάσεις από σεισμό, η αρμόδια Υπηρεσία (Υ.Α.Σ.) προβαίνει αυτεπάγγελτα στην κατεδάφισή τους, προς αποτροπή προκλήσεως κοινού κινδύνου και χωρίς να κοινοποιήσει το σχετικό πρωτόκολλο στους άγνωστης διαμονής ή κατοικίας, ιδιοκτήτες των πληγέντων ακινήτων.


ΝΣΚ/40/2006

Μίσθωση και δικαστική διανομή επικοίνου ακινήτου του ΤΕΘΑ.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Το ΤΕΘΑ, κύριο ακινήτου σε ποσοστό 25% εξ αδιαιρέτου, έχει την δυνατότητα: α) να ζητήσει από το δικαστήριο την διανομή του επικοίνου, β) να επιδιώξει την είσπραξη οφειλομένων μισθωμάτων από τον μισθωτή του κατά τις διατάξεις του ΚΕΔΕ, γ) να ζητήσει από υπομισθωτές του τελευταίου, προς αποκατάσταση της ζημίας του, την καταβολή αποζημιώσεως χρήσεως. δ) Η, εξ αδιαιρέτου σε ποσοστό 50%, συγκυρία εταιρεία δύναται να ορισθεί κατά την διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων ως προσωρινή διαχειρίστρια του ακινήτου. ε) Ο περαιτέρω χειρισμός του θέματος από το ΤΕΘΑ για την εξασφάλιση των συμφερόντων του ανήκει στην αρμοδιότητα της Διοικήσεώς του.


ΝΣΚ/192/2015

Περιπτώσεις μεταφοράς πιστώσεων, προς τον σκοπό πληρωμής αναδόχων, σε εκτέλεση συμβάσεων προμηθειών, παροχής υπηρεσιών και μισθώσεων ακινήτων – Προληπτικός έλεγχος των προϋποθέσεων της παρ.3 του άρθρου 41 του ν. 4129/2013, τόσο των επιχορηγήσεων όσο και των χρηματοδοτήσεων των παρ.1 και 2 του εν λόγω άρθρου.Προς τον σκοπό της σύννομης ασκήσεως των αρμοδιοτήτων της ερωτώσας υπηρεσίας και μόνο και ασχέτως των αρμοδιοτήτων, απόψεων και ενεργειών α) του Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, β) της Υπηρεσίας Δημοσιονομικού Ελέγχου και γ) της Διεύθυνσης Οικονομικής και Αναπτυξιακής Πολιτικής Τοπικής Αυτοδιοίκησης, στο Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, κατά την έννοια των παρ.1 και 2 του άρθρου 41 του ν. 4129/2013 και στις δύο περιπτώσεις επιστροφής δικαιολογητικών με το με αριθμ.πρωτ. 10510/25-5-2015 έγγραφο της Διεύθυνσης Οικονομικής και Αναπτυξιακής Πολιτικής Τοπικής Αυτοδιοίκησης του ιδίου Υπουργείου, είτε πρόκειται περί επιχορηγήσεως, είτε περί χρηματοδοτήσεως, ενεργείται, πάντως, μεταφορά πιστώσεως, προς τον σκοπό πληρωμής του δικαιούχου φορέα. Επομένως, προ της υποβολής στοιχείων στη Διεύθυνση Οικονομικής και Αναπτυξιακής Πολιτικής Τοπικής Αυτοδιοίκησης, προς εκκαθάριση, έλεγχο και πληρωμή, στις περιπτώσεις αυτές, α) της μισθώσεως ακινήτου για στέγαση Συμβουλευτικού Κέντρου στα πλαίσια της Πράξης: «Δράσεις της Δημόσιας Διοίκησης για την Πρόληψη και την Καταπολέμηση της Βίας κατά των Γυναικών στον Άξονα Προτεραιότητας 07» με ανάδοχο εταιρεία την «ΑΕΕΑΑΤΓΔΚ» και β) της εκτελέσεως του έργου: «Εξειδίκευση Πρότυπου Συστήματος Ένταξης της Ισότητας των Φύλων στις Περιφέρειες και τους Δήμους» με ανάδοχο εταιρεία την «ΑΗΑΕ-ΑΑΕΟ», συντρέχει νόμιμη περίπτωση προληπτικού ελέγχου των προϋποθέσεων της παρ.3 του άρθρου 41 του ν. 4129/2013, εκ μέρους της ερωτώσας υπηρεσίας


ΝΣΚ/134/2023

Εάν, επί εκμίσθωσης ακινήτου ιδιοκτησίας e-ΕΦΚΑ με μισθωτή το Ελληνικό Δημόσιο, της οποίας ο συμβατικός χρόνος έληξε και το ΕΔ εξακολουθεί να κάνει χρήση του μισθίου: 1) η μίσθωση έχει παραταθεί και εξακολουθούν να είναι σε ισχύ οι όροι της μισθωτικής σύμβασης 2) η αποζημίωση χρήσης που καταβάλει το Ελληνικό Δημόσιο δύναται να αναπροσαρμοστεί σύμφωνα με τους όρους του μισθωτηρίου 3) η εναντίωση του e-ΕΦΚΑ στην μίσθωση, οφείλει να περιβληθεί συγκεκριμένο τύπο και 4) υποχρεούται ο e-ΕΦΚΑ, ως εκμισθωτής, στην αποκατάσταση των φθορών του κτηρίου, και εάν οι αναφερόμενες στο ιστορικό του ερωτήματος φθορές θεωρούνται φθορές από συνήθη χρήση.(...)1) Οι διατάξεις περί στεγάσεως των δημοσίων υπηρεσιών, όσο και αυτές των εμπορικών μισθώσεων, στις οποίες παραπέμπει η παρ. 17α του άρθρου 41 του ν. 2648/1998, ως προς τη διάρκεια της μίσθωσης, είναι αναγκαστικής φύσεως και εφαρμόζονται υποχρεωτικά, ανεξάρτητα από το πρόσωπο του εκμισθωτή και την ύπαρξη άλλων ομοίως αναγκαστικού χαρακτήρα διατάξεων, που αφορούν στο πρόσωπο αυτού. Επί εκμίσθωσης ακινήτου, που ανήκει στον e-ΕΦΚΑ, με μισθωτή το Δημόσιο για τη στέγαση υπηρεσίας αυτού, δεν τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του π.δ. 715/1979 «Περί τρόπου ενεργείας υπό των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (νπδδ), προμηθειών, μισθώσεων και εκμισθώσεων εν γένει κ.λ.π.»), που διέπουν τις εκμισθώσεις των νπδδ, αλλά έχουν εφαρμογή οι διατάξεις για τη στέγαση δημοσίων υπηρεσιών και οι ειδικοί όροι του συμφωνητικού μίσθωσης. Η επίδικη μίσθωση, υπαγόμενη στις ρυθμίσεις του π.δ. 19/19-11-1932 «περί στεγάσεως δημοσίων υπηρεσιών» και στις διατάξεις του π.δ. 34/95 σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 41 παρ. 17 του ν. 2648/1998, μετά τη λήξη του συμβατικού της χρόνου, παρατάθηκε σιωπηρά για το χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο μισθωτής (Ελληνικό Δημόσιο) χρησιμοποιούσε το μίσθιο και ο εκμισθωτής (e-ΕΦΚΑ) αν και το γνώριζε δεν εναντιώθηκε. Κατά τη διάρκεια της σιωπηρής παράτασης η μίσθωση συνεχίστηκε βάσει των συμφωνημένων όρων της. Η μίσθωση έληξε με την εναντίωση του εκμισθωτή και οι όροι του μισθωτηρίου έπαψαν να είναι σε ισχύ. 2) Η οφειλόμενη, μετά την λήξη της μίσθωσης, αποζημίωση, λόγω παράνομης παρακράτησης του μισθίου από το Ελληνικό Δημόσιο, φέρει τον χαρακτήρα γνήσιας αποζημίωσης και συνεπώς δεν αναπροσαρμόζεται σύμφωνα με τους όρους της ληγμένης συμβατικής μίσθωσης. Δύναται ωστόσο ο e-ΕΦΚΑ, για την παρά τω νόμω παρακράτηση του μισθίου, να απαιτήσει πέραν της κατά τα ανωτέρω αποζημίωσης χρήσης και το διαφυγόν κέρδος του, είτε με άσκηση σχετικής αγωγής ή με αίτηση για εξώδικη αναγνώριση απαίτησης μέσα στα πλαίσια αρμοδιότητας του ΝΣΚ. 3) Η εναντίωση του εκμισθωτή στη συνέχιση της μίσθωσης, δεν οφείλει να περιβληθεί συγκεκριμένο τύπο, μπορεί δε να είναι ρητή ή σιωπηρή, αρκεί να προκύπτει η βούληση του εκμισθωτή ότι δεν δέχεται την εξακολούθηση της μίσθωσης, είτε γενικώς είτε με τους ίδιους όρους. Τέτοια σιωπηρή εναντίωση αποτελεί και η δήλωση του εκμισθωτή ότι απαιτεί μίσθωμα μεγαλύτερο από εκείνο που καταβάλλεται κατά τη διάρκεια της σιωπηρής παράτασης της μίσθωσης. 4) Ο e-ΕΦΚΑ, ως εκμισθωτής, βαρύνεται με την αποκατάσταση φθορών ή μεταβολών του μισθίου που οφείλονται στη συμφωνημένη (συνήθη) χρήση καθ’ όλη τη διάρκεια της μίσθωσης, συμβατικής και σιωπηρώς παραταθείσας, όχι όμως και κατά τον χρόνο μετά τη λήξη της μίσθωσης και τη μετά ταύτα παράνομη παρακράτηση του μισθίου από το Δημόσιο, διότι με τη λήξη της σύμβασης, επέρχεται απόσβεση της ενοχικής σχέσης και λήξη της προστασίας του μισθωτή. Στο μέτρο που για τη συγκρότηση της έννοιας «φθορών εκ της συνήθους χρήσεως» απαιτείται η αξιολόγηση και η εκτίμηση πραγματικών περιστατικών, δεν επιτρέπεται από τον νόμο, στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους να κρίνει επί θεμάτων ουσιαστικής αξιολόγησης πραγματικών περιστατικών, αρμοδιότητα που ανήκει αποκλειστικά στα αρμόδια όργανα του e-ΕΦΚΑ (ομόφωνα).


ΔΕΚ/C-46/1993,C-48/1993

Περίληψη 1. Η αρχή ότι τα κράτη μέλη υποχρεούνται να αποκαθιστούν τις ζημίες που προκαλούνται στους ιδιώτες από τις παραβάσεις του κοινοτικού δικαίου που τους καταλογίζονται δεν καθίσταται ανεφάρμοστη όταν η παράβαση αφορά απευθείας εφαρμοστέα διάταξη του κοινοτικού δικαίου. Πράγματι, η παρεχομένη στους διοικουμένους ευχέρεια να επικαλούνται ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων απευθείας εφαρμοστέες διατάξεις της Συνθήκης συνιστά ελαχίστη απλώς κατοχύρωση και δεν αρκεί από μόνη της για να εξασφαλίσει την πλήρη και ολοκληρωτική εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου. Η ευχέρεια αυτή, αποσκοπούσα στο να διευκολύνει την κατίσχυση της εφαρμογής των διατάξεων του κοινοτικού δικαίου έναντι των εθνικών διατάξεων, δεν αρκεί για να κατοχυρώσει, σε όλες τις περιπτώσεις, υπέρ του ιδιώτη τα δικαιώματα που του απονέμει το κοινοτικό δίκαιο, ούτε να αποτρέψει τη ζημία που ενδέχεται να υποστεί αυτός λόγω παραβάσεως του εν λόγω δικαίου καταλογιζομένης σε κράτος μέλος. 2. Επειδή η Συνθήκη δεν περιέχει διατάξεις ρυθμίζουσες κατά τρόπο ρητό και ακριβή τις συνέπειες των παραβάσεων του κοινοτικού δικαίου από τα κράτη μέλη, εναπόκειται στο Δικαστήριο * στο πλαίσιο της ασκήσεως της αποστολής που του αναθέτει το άρθρο 164 της Συνθήκης να εξασφαλίζει την τήρηση του δικαίου κατά την ερμηνεία και την εφαρμογή της Συνθήκης * να αποφανθεί επ' αυτού του ζητήματος σύμφωνα με τις γενικώς δεκτές ερμηνευτικές μεθόδους, καταφεύγοντας ιδίως στις θεμελιώδεις αρχές του κοινοτικού νομικού συστήματος, ενδεχομένως δε και σε γενικές αρχές που είναι κοινές στα νομικά συστήματα των κρατών μελών. 3. Η αρχή ότι τα κράτη μέλη υποχρεούνται να αποκαθιστούν τη ζημία που προξενείται σε ιδιώτες από παραβάσεις του κοινοτικού δικαίου καταλογιζόμενες σ' αυτά ισχύει και όταν οι παραβάσεις απορρέουν από τη δράση του εθνικού νομοθέτη. Η αρχή αυτή, που είναι σύμφυτη προς το σύστημα της Συνθήκης, ισχύει για κάθε περίπτωση παραβάσεως του κοινοτικού δικαίου από κράτος μέλος, όποιο και αν είναι το όργανο του κράτους μέλους του οποίου η πράξη ή η παράλειψη την προκάλεσε. Εν όψει δε της θεμελιώδους για την κοινοτική έννομη τάξη επιταγής της ενιαίας εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου, η επιβαλλόμενη από την αρχή αυτή υποχρέωση αποκαταστάσεως των ζημιών δεν μπορεί να εξαρτάται από εσωτερικούς κανόνες περί κατανομής των αρμοδιοτήτων μεταξύ των συνταγματικών πολιτειακών οργάνων. 4. Για να προσδιοριστούν οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες η εκ μέρους κράτους μέλους παράβαση του κοινοτικού δικαίου παρέχει στους πληττομένους ιδιώτες δικαίωμα αποζημιώσεως, πρέπει κατ' αρχάς να ληφθούν υπόψη οι αρχές του κοινοτικού δικαίου επί των οποίων θεμελιώνεται η ευθύνη του κράτους, ήτοι αφενός μεν η πλήρης αποτελεσματικότητα των κοινοτικών διατάξεων και η αποτελεσματική προστασία των δικαιωμάτων που αυτές αναγνωρίζουν, αφετέρου δε η υποχρέωση συνεργασίας την οποία υπέχουν τα κράτη μέλη από το άρθρο 5 της Συνθήκης. Πρέπει να γίνει επίσης παραπομπή στην οργάνωση του καθεστώτος της εξωσυμβατικής ευθύνης της Κοινότητας, πρώτον, διότι το καθεστώς αυτό, σύμφωνα με το άρθρο 215, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης, έχει οικοδομηθεί με βάση τις γενικές αρχές που είναι κοινές στα δίκαια των κρατών μελών και, δεύτερον, διότι δεν συντρέχει λόγος, χωρίς ιδιαίτερη δικαιολογία, να υπαχθούν σε διαφορετικές ρυθμίσεις η ευθύνη της Κοινότητας και η ευθύνη των κρατών μελών υπό ανάλογες συνθήκες και τούτο διότι η προστασία των δικαιωμάτων τα οποία αντλούν οι ιδιώτες από το κοινοτικό δίκαιο δεν μπορεί να ποικίλλει αναλόγως του αν η πρόξενος της ζημίας αρχή είναι εθνική ή κοινοτική. Γι' αυτό, όταν παράβαση του κοινοτικού δικαίου από κράτος μέλος καταλογίζεται στον εθνικό νομοθέτη ενεργούντα σε τομέα στον οποίο διαθέτει ευρέα περιθώρια εκτιμήσεως κατά την πραγματοποίηση νομοθετικών επιλογών, οι ζημιούμενοι ιδιώτες δικαιούνται αποζημιώσεως, εφόσον ο παραβιαζόμενος κανόνας κοινοτικού δικαίου τους απονέμει δικαιώματα, η παράβαση είναι κατάφωρη και υφίσταται άμεση αιτιώδης συνάφεια μεταξύ αυτής της παραβάσεως και της βλάβης που υπέστησαν οι ιδιώτες. Με την επιφύλαξη αυτή, το κράτος υποχρεούται, μέσα στο πλαίσιο του εθνικού δικαίου περί ευθύνης, να αποκαθιστά τις συνέπειες της ζημίας που έχει προκληθεί από την καταλογιζόμενη σ' αυτό παράβαση του κοινοτικού δικαίου εξυπακούεται δε ότι οι οριζόμενες από την εφαρμοστέα εθνική νομοθεσία προϋποθέσεις δεν μπορεί να είναι λιγότερο ευνοϊκές από εκείνες που αφορούν παρόμοιες απαιτήσεις στηριζόμενες στο εσωτερικό δίκαιο, ούτε μπορούν να είναι τέτοιες ώστε να καθιστούν πρακτικώς αδύνατη ή εξαιρετικώς δυσχερή την επίτευξη αποζημιώσεως. Ειδικότερα, ο εθνικός δικαστής δεν δύναται, στο πλαίσιο της εθνικής νομοθεσίας την οποία εφαρμόζει, να εξαρτά την αποκατάσταση της ζημίας από την ύπαρξη πταίσματος, εκ προθέσεως ή εξ αμελείας, του πολιτειακού οργάνου στο οποίο καταλογίζεται η παράβαση, βαίνοντας πέραν της κατάφωρης παραβάσεως του κοινοτικού δικαίου. Όσον αφορά το κατάφωρον της παραβάσεως του κοινοτικού δικαίου, αποφασιστικό κριτήριο για να θεωρηθεί μια παράβαση του κοινοτικού δικαίου κατάφωρη είν