ΝΣΚ/33/2010
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Ενδεχόμενη πρόκληση αθέμιτου ανταγωνισμού εκ της επωνυμίας Κολλεγίου.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Η επωνυμία και προσωνυμία του συγκεκριμένου Κολλεγίου δεν προκαλεί σύγχυση ως προς το είδος της παρεχόμενης από αυτό μη τυπικής εκπαίδευσης. Μη ανακλητέα εξ αυτού του λόγου η άδεια λειτουργίας του Κολλεγίου.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΑΕΠΠ/321/2018
Ο προσφεύγων ζητά την μερική ακύρωση και τροποποίηση της διακήρυξης της αναθέτουσας αρχής σχετικά με την προμήθεια οξυγόνου, με εκτιμώμενη αξία 336.067,74 ευρώ. Ειδικότερα, αντιτίθεται στον όρο που αφορά την υποχρέωση των προμηθευτών να κατέχουν άδεια κυκλοφορίας από τον ΕΟΦ μετά τις 30/6/2018, ισχυριζόμενος ότι ο όρος αυτός προκαλεί σύγχυση και παραβιάζει τις διατάξεις του νόμου 4412/2016. Ο προσφεύγων υποστηρίζει ότι η μη απαίτηση κατοχής άδειας κυκλοφορίας κατά τη διάρκεια της υποβολής της προσφοράς δημιουργεί κίνδυνο για τη δημόσια υγεία και οδηγεί σε άνιση μεταχείριση των υποψηφίων.
ΝΣΚ/350/2011
Α.Ε.Ι. – Προγράμματα Μεταπτυχιακών Σπουδών – Ανάκληση πράξης αποδοχής φοιτητή στο Π.Μ.Σ.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Η διοικητική πράξη αποδοχής στο Π.Μ.Σ. «Οργάνωση και Διοίκηση Επιχειρήσεων Τροφίμων & Γεωργίας», του υποψήφιου κ. Λ.Σ., είναι ανακλητέα, ως μη νόμιμη, διότι η Επιτροπή είχε υποχρέωση εκ του σχετικού ρητού όρου της προκήρυξης να ζητήσει προσκόμιση πιστοποιητικού γνώσης της αγγλικής γλώσσας πριν από τη διαδικασία της συνέντευξης, η οποία προβλεπόταν κατά το στάδιο της αξιολόγησης των ήδη επιτυχόντων στη γραπτή εξέταση υποψηφίων, διαδικασία που δεν τηρήθηκε στην προκειμένη περίπτωση με ευθύνη, προεχόντως, της Επιτροπής στη σχετική παράλειψη της οποίας συνέβαλε, πάντως, και η όλη συμπεριφορά του συγκεκριμένου υποψηφίου μεταπτυχιακού φοιτητή. (ομοφ.)
ΕΣ/ΤΜ.6/1890/2010
Έργο- έλεγχος σχεδίου συμβάσεως:.Με τα δεδομένα αυτά, και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά με την προεκτεθείσα νομική σκέψη, το Τμήμα κρίνει ότι η αναγραφή στην εγγυητική επιστολή του διακριτικού τίτλου («...») της εταιρείας «...» δεν προκαλεί σύγχυση ως προς την ταυτότητά της, δεδομένου ότι αναγράφεται και η διεύθυνση στην οποία στεγάζεται η έδρα αυτής, στοιχεία τα οποία είναι ίδια με τα αναγραφόμενα στο ιδιωτικό συμφωνητικό συστάσεως της ομόρρυθμης εταιρείας «....», και, συνεπώς, δεν καταλείπεται αμφιβολία ότι η προσκομισθείσα εγγυητική επιστολή εξεδόθη υπέρ αυτής. Επίσης, η θέση στις σχετικές υπεύθυνες δηλώσεις σφραγίδας με το διακριτικό τίτλο της εταιρίας, η οποία περιλαμβάνει και στοιχεία όπως τη διεύθυνση, τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου και τα τηλέφωνα αυτής δεν δύναται να προκαλέσει σύγχυση αναφορικά με την εταιρία που αφορούν, ενώ το ονοματεπώνυμο του διαχειριστή αυτής ..., ο οποίος υπογράφει τις υπεύθυνες δηλώσεις, προκύπτει από το περιεχόμενο της κάθε υπεύθυνης δήλωσης. Ως εκ τούτου, μη νομίμως έγινε δεκτή η ως άνω ένσταση και αποκλείστηκε η πρώτη μειοδότρια «...», κατά τα ορθώς κριθέντα με την προσβαλλόμενη πράξη του Κλιμακίου, απορριπτομένων των περί αντιθέτου προβαλλομένων με τις υπό κρίση αιτήσεις ως αβασίμων.Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, το Τμήμα κρίνει ότι δεν συντρέχει λόγος ανάκλησης της 142/2010 πράξης του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου και μη νόμιμα με την 101/2010 απόφαση της Δημαρχιακής Επιτροπής αποκλείσθηκε η πρώτη μειοδότρια «...», συνακόλουθα δε οι υπό κρίση αιτήσεις, με τις οποίες υποστηρίζονται τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμες και να διαταχθεί η κατάπτωση υπέρ του Δημοσίου του κατατεθέντος παραβόλου από την αιτούσα κοινοπραξία (άρθρο 56 παρ. 4 π.δ.774/1980, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 57 παρ. 3 ν.3659/2008).
ΑΕΠΠ/572/2019
Η προσφεύγουσα εταιρεία ζητά την ακύρωση συγκεκριμένων όρων της υπ' αριθμ. 572/2019 Διακήρυξης, με την οποία προκηρύχθηκε Ηλεκτρονική Ανοικτή Διαδικασία Σύναψης Δημόσιας Σύμβασης για την Προμήθεια Τροφίμων και Ειδών Βασικής Υλικής Συνδρομής στο πλαίσιο του επιχειρησιακού προγράμματος επισιτιστικής και βασικής υλικής συνδρομής του Κ.Τ.Α. (ΤΕ.Β.Α.) για τις ανάγκες της αποκεντρωμένης προμήθειας τροφίμων και ειδών βασικής υλικής συνδρομής 2018-2019. Οι προσβαλλόμενοι όροι αφορούν κυρίως τα κριτήρια επιλογής του αναδόχου, όπως η απαίτηση προηγούμενης εμπειρίας σε διανομή απευθείας σε ωφελούμενους, η υποχρέωση διάθεσης συγκεκριμένου τεχνικού προσωπικού και τεχνικών υπηρεσιών, η αδυναμία στήριξης στις ικανότητες τρίτων για την υπηρεσία διανομής, η απαίτηση ύπαρξης Κέντρου Αποθήκευσης και Διανομής σε συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή με συγκεκριμένες προδιαγραφές και πιστοποιήσεις, καθώς και ο μη επιτρεπτός περιορισμός υποβολής προσφοράς για το σύνολο της προμήθειας και όχι για μέρος αυτής (τρόφιμα ή είδη βασικής υλικής συνδρομής). Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι οι όροι αυτοί παραβιάζουν κανόνες του εσωτερικού και κοινοτικού δικαίου, δεν επιτρέπουν υγιή ανταγωνισμό, καθιστούν εξαιρετικά δυσχερή ή ανέφικτη τη συμμετοχή της και δημιουργούν συνθήκες νόθευσης του ανταγωνισμού και αθέμιτου ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος.
ΕλΣυν/Τμ.6/294/2010
Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι η ύπαρξη στην εγγυητική επιστολή συμμετοχής σφαλμάτων ή ελλείψεων που σχετίζονται με τον υπέρ ου η εγγύηση διαγωνιζόμενο, δεν οδηγούν σε αποκλεισμό του, όταν από τα εν λόγω σφάλματα ή τις ελλείψεις αυτές δεν γεννάται σύγχυση, η μη προσήκουσα δε αναγραφή κάποιου στοιχείου της εγγυητικής επιστολής συμμετοχής δεν επάγεται ακυρότητα αυτής όταν δεν είναι ουσιώδης, εφόσον δηλαδή από τα υπόλοιπα στοιχεία και γενικά από το περιεχόμενο της επιστολής δεν καταλείπεται αμφιβολία ως προς τη δέσμευση του εγγυητή (ΣτΕ 1072/1993). Ειδικότερα, σε περίπτωση κατά την οποία δεν ελλείπει παντελώς η μνεία ενός από τα απαραίτητα για το κύρος της εγγυητικής επιστολής στοιχεία, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται η πλήρης επωνυμία της επιχείρησης υπέρ της οποίας δίδεται η εγγύηση, αλλά το στοιχείο αυτό παρατίθεται κατά τρόπο μερικώς ανακριβή, η πλημμέλεια αυτή δεν καθιστά απαράδεκτη την προσφορά, όταν από τα υπόλοιπα στοιχεία της αναγραφόμενης επωνυμίας της επιχείρησης, σε συνδυασμό και με τα λοιπά μνημονευόμενα στην εγγυητική επιστολή στοιχεία, προκύπτει χωρίς αμφιβολία ότι η εν λόγω εγγυητική επιστολή αφορά πράγματι στην εταιρεία που την κατέθεσε για να συμμετάσχει στο διαγωνισμό (ΣτΕ 2405/2008, ΕΑ ΣτΕ 77/2006).
ΕΣ/ΤΜ.6/1787/2016
Αποκατάσταση αναχώματος...ζητείται η ανάκληση της 15/2016 πράξης του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου...Τέλος, κρίνεται κατά πλειοψηφία ότι η προσβαλλόμενη Πράξη είναι ανακλητέα και κατά το μέρος αυτής, με το οποίο κρίθηκε ότι η αναθέτουσα αρχή όφειλε να διερευνήσει επί της ουσίας αν η παρεμβαίνουσα ήταν ασφαλιστικώς ενήμερη για το προαναφερόμενο έργο, μόνο δε σε αρνητική περίπτωση να προβεί στον αποκλεισμό αυτής. Και τούτο διότι το Κλιμάκιο δεν θεμελιώνει την κρίση του περί της υποχρέωσης της αναθέτουσας αρχής να προβεί σε ουσιαστικό έλεγχο της εκπλήρωσης των ασφαλιστικών υποχρεώσεων της παρεμβαίνουσας είτε σε διάταξη του Κ.Δ.Ε. ή είτε σε διάταξη της διακήρυξης είτε σε γενική αρχή του δικαίου των δημοσίων συμβάσεων. Ούτε, άλλωστε, μπορεί να γίνει δεκτό, ενόψει και της αυστηρά τυπικής διαδικασίας των δημοσίων διαγωνισμών, ότι με την Υ.Α. Φ. 11321/25754/1695/15.12.2011, στις διατάξεις της οποίας πάντως δεν παραπέμπει η οικεία διακήρυξη και η οποία ρυθμίζει αποκλειστικά τον τρόπο λειτουργίας του Ο.Π.Σ. του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., παρέχεται διακριτική ευχέρεια στις αναθέτουσες αρχές να ζητούν από τους διαγωνιζόμενους και να δέχονται, μετά το πέρας διεξαγωγής του διαγωνισμού, την προσκόμιση απαραιτήτων κατά τη διακήρυξη δικαιολογητικών, τα οποία δεν είχαν προσκομισθεί εγκαίρως. Πολλώ δε μάλλον στην προκειμένη περίπτωση που η παρεμβαίνουσα ουδέποτε επικαλέστηκε ιδιαίτερο σοβαρό λόγο για την μη έγκαιρη προσκόμιση του ως άνω ελλείποντος δικαιολογητικού συμμετοχής. Κατόπιν αυτών, το Τμήμα κρίνει κατά πλειοψηφία ότι δεν έσφαλε η Οικονομική Επιτροπή της Περιφέρειας, η οποία, κατ’ αποδοχή της οικείας ενστάσεως της νυν αιτούσας εταιρείας και με σύμφωνη εισήγηση της Επιτροπής του Διαγωνισμού, απέκλεισε την παρεμβαίνουσα εταιρεία από την ελεγχθείσα διαγωνιστική διαδικασία, με την αιτιολογία ότι δεν προσκόμισε ασφαλιστική ενημερότητα για ένα από τα εκτελούμενα από αυτήν έργα, και ως εκ τούτου η προσβαλλόμενη Πράξη του Κλιμακίου, που έκρινε τα αντίθετα, είναι ανακλητέα στο σύνολό της. Μειοψήφησε η Σύμβουλος Μαρία Αθανασοπούλου, με την άποψη της οποίας συντάχθηκε και ο Πάρεδρος Γρηγόριος Βαλληνδράς. Κατά τη μειοψηφούσα γνώμη στην προκειμένη περίπτωση πρέπει να γίνει δεκτό ότι η βεβαίωση ασφαλιστικής ενημερότητας για το συγκεκριμένο έργο συνιστά δικαιολογητικό δυνάμενο να συμπληρωθεί εκ των υστέρων και ως εκ τούτου μη νομίμως δεν κατακυρώθηκε το αποτέλεσμα του διαγωνισμού στην παρεμβαίνουσα, δεδομένου ότι τα προσκομισθέντα εκ μέρους της, ως πρώτης κατά σειράς μειοδοσίας εργοληπτικής επιχείρησης, είχαν εκδοθεί ηλεκτρονικά μέσω του Ο.Π.Σ. του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., το οποίο δεν επιτρέπει την έκδοση βεβαιώσεων εάν ο αιτών δεν είναι ασφαλιστικά ενήμερος, ενώ δεν αμφισβητείται ότι το επίμαχο έργο ήταν απογεγραμμένο στο Ο.Π.Σ. του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ....να ανακληθεί η 15/2016 πράξη του Ε΄ Κλιμακίου
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/1162/2023
ΣΥΜΦΩΝΙΑ-ΠΛΑΙΣΙΟ-ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΉΣ ΙΣΤΟΡΊΑΣ ΤΟΥ e-ΕΦΚΑ ΚΑΙ ΥΠΟΣΤΉΡΙΞΗΣ ΤΟΥ ΣΥΣΤΉΜΑΤΟΣ ΑΠΟΝΟΜΉΣ ΣΎΝΤΑΞΗΣ.(...)Ζητειται η ανάκληση της 311/2023 πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου (...) Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά ανωτέρω στις σκέψεις 4-7, το Δικαστήριο κρίνει, κατά παραδοχή ως βάσιμων των προβαλλόμενων λόγων, ότι κατά πλάνη περί το νόμο και τα πράγματα το Κλιμάκιο εξέφερε τις διαλαμβανόμενες ανωτέρω στη σκέψη 22 κρίσεις του. Και τούτο, διότι τόσο η επιλογή του συγκεκριμένου τρόπου ανάθεσης των εκτελεστικών συμβάσεων της ελεγχόμενης συμφωνίας-πλαίσιο όσο και η επιλογή της αναθέτουσας αρχής να μην υποδιαιρεθεί το αντικείμενο αυτής σε περισσότερα τμήματα παρίσταται σύννομη, καθόσον κείται εντός των ορίων της διακριτικής της ευχέρειας, αιτιολογείται δε επαρκώς, τόσο στη Διακήρυξη όσο και στο προαναφερθέν απαντητικό έγγραφο, ενόψει των ιδιαιτεροτήτων του αντικειμένου της ως ενιαίου λειτουργικού συνόλου που χρήζει ταχείας διεκπεραίωσης, η προσήκουσα εκτέλεση της οποίας διασφαλίζεται με την ταυτόχρονη παροχή αυτής από τους πλείονες επιλεγέντες φορείς, κατά σειρά προτεραιότητας αναλόγως της κατάταξης αυτών ενόψει της υποβληθείσας από έκαστο αυτών προσφοράς, αποσοβώντας τον κίνδυνο αποτυχίας λόγω τυχόν υπερφόρτωσης ενός μεμονωμένου φορέα και εξάντλησης των πόρων του, ενόψει μάλιστα και της πρόβλεψης με τη διακήρυξη ως ασφαλιστικής δικλείδας συγκεκριμένου ανώτατου ορίου επιτρεπτής απόκλισης από την χαμηλότερη τιμή, ούτως ώστε η δημοσιονομική επιβάρυνση να είναι απολύτως ελεγχόμενη. Περαιτέρω, ως εκ του είδους και της συμπληρωματικότητας των ζητούμενων υπηρεσιών, όμοιων για όλο το εύρος του αντικειμένου της σύμβασης που προορίζεται να αποτελέσει ένα ενιαίο λειτουργικό σύνολο, αυτές ενέχουν διαλειτουργικό χαρακτήρα και σε επίπεδο συντονισμού της άρτιας και προσήκουσας εκτέλεσης της σύμβασης, ενδεχόμενη δε υποδιαίρεση των ανωτέρω και ανάθεση των αντιστοίχων επιμέρους τμημάτων σε περισσότερους αναδόχους θα μπορούσε να θέσει σε διακινδύνευση την απρόσκοπτη υλοποίηση και έγκαιρη ολοκλήρωση του έργου. Επιπροσθέτως, η μη υποδιαίρεση του αντικειμένου δεν συνιστά εν προκειμένω παράβαση της αρχής της οικονομικότητας, καθόσον η υποβολή προσφορών για το σύνολο του αντικειμένου εξαλείφει τον κίνδυνο τμηματικώς άγονου διαγωνισμού, εξασφαλίζει την υποβολή πραγματικά ανταγωνιστικών προσφορών και επιτυγχάνει οικονομία κλίμακας, αφού οι υποψήφιοι αποβλέπουν στην παροχή του συνόλου των υπηρεσιών. Εξάλλου, η επιδίωξη της ενίσχυσης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων δεν είναι δυνατόν να υπέρκειται του σκοπού δημοσίου συμφέροντος του υπό ανάθεση έργου (ΕλΣυν Ολ. 1646/2020), που εξυπηρετείται ορθολογικότερα και οικονομικότερα με την ταχεία, ενιαία και με κεντρικό συντονισμό εκτέλεση των υπό ανάθεση υπηρεσιών, όπως κατ΄ορθή χρήση της διακριτικής της ευχέρειας και με σαφή και επαρκή αιτιολογία έκρινε η αναθέτουσα αρχή.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, το Δικαστήριο συνεκδικάζει τις υπό κρίση προσφυγές ανάκλησης και κρίνει ότι αυτές, καθώς και οι υπέρ αυτών ασκηθείσες παρεμβάσεις, πρέπει να γίνουν δεκτές, να ανακληθεί η 311/2023 πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου
ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/2679/2016
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ (...) Στην προκειμένη περίπτωση με την .../7.2.2006 απόφαση της Οικονομικής Επιθεώρησης Αθηνών του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών διενεργήθηκε καταλογισμός σε βάρος των αναιρεσειόντων και υπέρ του Ειδικού Λογαριασμού Κονδυλίων Έρευνας του Πανεπιστημίου Κρήτης και με την προσβαλλόμενη 3753/2013 απόφαση του ΙV Τμήματος του Δικαστηρίου αυτού απορρίφθηκε η έφεση των ανωτέρω κατά της εν λόγω πράξης. Το Πανεπιστήμιο Κρήτης, στην προκειμένη δίκη, ζητά την παραδοχή της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης που ασκήθηκε κατά της ως άνω απόφασης και συνακόλουθα σε βάρος του. Δεδομένου όμως ότι το Ελληνικό Δημόσιο, που αποτελεί αναγκαστικό ομόδικό του, ζητά την απόρριψη της κρινόμενης αίτησης το Δικαστήριο προχωρεί στην εκδίκασή της.(...)Με την 3753/2013 απόφαση του ανωτέρω Τμήματος απορρίφθηκε εντέλει η έφεση των ανωτέρω, με την αιτιολογία ότι ο βαθμός υπαιτιότητάς τους στην πρόκληση του ελλείμματος εξικνείται σε βαθμό βαρείας αμέλειας και ως εκ τούτου δεν καταλείπεται πεδίο εφαρμογής των απαλλακτικών διατάξεων του άρθρου 36 παρ. 3 του ν. 3848/2010.(...)Ειδικότερα, όπως ρητά ορίζεται στο άρθρο 7 της ΚΑ/679/22.8.1996 κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και ως εκ τούτου ευθέως μπορούσαν να αντιληφθούν και οι αναιρεσείοντες, από το Λογαριασμό χρηματοδοτούνται λειτουργικές δαπάνες του Πανεπιστημίου για τη χρήση του προσωπικού του και των εγκαταστάσεών του, μόνον όμως όταν το προσωπικό και οι εγκαταστάσεις χρησιμοποιούνται για την εκτέλεση συγκεκριμένου χρηματοδοτούμενου από το Λογαριασμό έργου. Σε κάθε δε περίπτωση, ακόμα και αν η ΚΑ/679/22.8.1996 κοινή υπουργική απόφαση ήθελε κριθεί ότι βρίσκεται εντός εξουσιοδότησης, η προαιρετική πρόσθετη ιατροφαρμακευτική ασφάλιση του συνόλου του προσωπικού του Πανεπιστημίου κατά καμία έννοια δεν σχετίζεται με εκπαιδευτικές, επιμορφωτικές, αναπτυξιακές ή άλλες ανάγκες του Πανεπιστημίου και ως εκ τούτου δεν μπορούσε να καλυφθεί με δαπάνες του Ειδικού Λογαριασμού του.(...)Κατά συνέπεια γνώριζαν ότι η αποφασιστική αρμοδιότητα διάθεσης χρηματικών ποσών από το Λογαριασμό ανήκε σε αυτούς τους ίδιους και όχι στη Σύγκλητο που είναι όργανο του Πανεπιστημίου. Συναφώς, ενόψει ακριβώς της ιδιότητάς τους, το γεγονός ότι το συγκεκριμένο πρόγραμμα ασφάλισης του προσωπικού είχε ήδη εφαρμοστεί και κατά το παρελθόν δεν αίρει την υπαιτιότητά τους, καθόσον μπορούσαν να αντιληφθούν αφενός ότι ως διαχειριστές του Λογαριασμού έφεραν αυτοτελή ευθύνη και αφετέρου τη μη νομιμότητα της κάλυψης της δαπάνης του προγράμματος από τα έξοδα του Λογαριασμού, αφού είναι προφανές ότι η πρόσθετη ιατροφαρμακευτική ασφάλιση του προσωπικού σε ιδιωτική ασφαλιστική εταιρεία δεν συνιστά υποχρέωση του Λογαριασμού ή έστω του Πανεπιστημίου, αλλά αντίθετα αποτελεί δαπάνη που καλύπτεται ιδιωτικά από τους ασφαλιζόμενους. Διά ταύτα Απορρίπτει την αίτηση αναίρεσης.
ΕΣ/ΤΜ.6/279/2011
ΔΑΝΕΙΑΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ:Αίτηση ανάκλησης της 288/2010 πράξης του Ζ Κλιμακίου (...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη το Τμήμα κρίνει ότι ο όρος που περιέχεται στο άρθρο 3 του σχεδίου σύμβασης , με τον οποίο προβλέπεται η δυνατότητα επιβολής του Βασικού Επιτοκίου (ύψους 8,30%), αντί του Euribor,δεν είναι νόμιμος γιατί δεν εγκρίθηκε από το αρμόδιο Νομαρχιακό Συμβούλιο, κατά παράβαση του άρθρου 96 του Κώδικα Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης. Η δε προβλεπόμενη στο άρθρο 8 του σχεδίου σύμβασης μετακύλιση του φόρων και των τελών που συνδέονται με την παρούσα σύμβαση σε βάρος της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης ........, λόγω της αοριστίας του όρου, καταλείπει περιθώριο για την έμμεση καταστρατήγηση διατάξεων του φορολογικού δικαίου και, ο σχετικός όρος είναι και καταχρηστικός διότι προκαλεί σύγχυση για το τί καλύπτει ο τόκος και τι η μετακύλιση των φόρων και τελών. Περαιτέρω, η προβλεπόμενη στην παράγραφο 3.04 υποχρέωση της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης να καταβάλει την εισφορά του ν. 128/1975 αντίκειται στη διάταξη του άρθρου 177 του ν. 3463/2006, η οριζόμενη στο άρθρο 6 του σχεδίου σύμβασης ρήτρα έκπτωσης, δηλαδή η δυνατότητα της δανείστρια τράπεζας να καταγγείλει τη σύμβαση και να επιδιώξει την είσπραξη του συνόλου της οφειλής στην περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής οποιασδήποτε δόσης ή μέρους αυτής, αντίκειται στις διατάξεις του ν. 2251/1994, και η προβλεπόμενη στο ίδιο άρθρο δυνατότητα που αναγνωρίζεται στην τράπεζα να καταγγείλει μονομερώς και αζημίως τη σύμβαση σε περίπτωση που ο οφειλέτης καταστεί μειωμένης φερεγγυότητας, χωρίς μάλιστα να προσδιορίζονται ο μηχανισμός και τα κριτήρια που θα εφαρμοστούν για τη διάγνωση της οικονομικής κατάστασης της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, συνιστά καταχρηστικό όρο. Επίσης ο προβλεπόμενος στην παράγραφο 10.02 όρος, σε συνδυασμό με το άρθρο 11 του σχεδίου σύμβασης, που ισοδυναμεί με παραίτηση της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης από το δικαίωμα συμψηφισμού ή επίσχεσης έναντι της δανείστριας τράπεζας, είναι μη νόμιμος, διότι αντίκειται στις γενικές αρχές του δημοσιονομικού δικαίου και στις αρχές της χρηστής διοίκησης καθώς και ο όρος στο άρθρο 17 της σύμβασης, περί ελέγχου της οικονομικής κατάστασης της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης από όργανα της Τράπεζας ή από ορκωτούς ελεγκτές της επιλογής της, είναι επίσης μη νόμιμος, διότι η διαδικασία άσκησης ελέγχου επί της οικονομικής διαχείρισης του Δημοσίου, των ΟΤΑ και των ΝΠΔΔ διέπεται από το ειδικές διατάξεις και δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο συμβατικής διαπραγμάτευσης. Για όλους τους παραπάνω όρους η αιτούσα επικαλείται ως λόγο ανάκλησης τη συγγνωστή πλάνη η οποία όμως κατά τη κρίση του Τμήματος δεν στοιχειοθετείται ενόψει της πάγιας νομολογίας του Δικαστηρίου στα ζητήματα αυτά. Εξάλλου όπως προκύπτει από το Πρακτικό 8/12.8.2010 του Νομαρχιακού Συμβουλίου και την από 10.12.2010 έγγραφη προσφορά της δανείστριας Τράπεζας ως προϋπόθεση για την υπογραφή της δανειακής σύμβασης ετέθη η ανάθεση στη Τράπεζα της Ταμειακής διαχείρισης της Ν.Α. και της μισθοδοσίας του προσωπικού για χρονικό διάστημα τουλάχιστον πέντε ετών. Το γεγονός αυτό καθιστά κατά την κρίση του Τμήματος, την προσφορά της δανείστριας Τράπεζας απαράδεκτη διότι μετά τη ψήφιση του ν. 3852/2010 είναι αντίθετη, όπως ορθά έκρινε το Κλιμάκιο, προς τις διατάξεις αυτού, ή με οποιοδήποτε τρόπο δέσμευση της νέας Περιφέρειας ως προς την οργάνωση και διεξαγωγή της Ταμειακής της Υπηρεσίας δεδομένου ότι τα χρηματικά διαθέσιμα που αντιστοιχούσαν στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση ........ δε συνιστούν σε κάθε περίπτωση αυτοτελώς προσδιορίσιμα διαθέσιμα της νέας Περιφέρειας. Επομένως ο σχετικός όρος δεν συνάδει με τη δομή και την οργάνωση αυτής και δύναται να δημιουργήσει πρόσκομμα στη λειτουργία της. Ούτε άλλωστε είναι νόμιμη η ανάθεση της μισθοδοσίας των υπαλλήλων στη δανείστρια Τράπεζα χωρίς την συναίνεσή τους αφού σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη η επιλογή Τραπέζης για τη καταβολή των αποδοχών είναι δικαίωμα του υπαλλήλου. Εξάλλου οι λόγοι ανάκλησης περί μη νόθευσης του ανταγωνισμού και περί εξυπηρέτησης του δημοσίου συμφέροντος από τη σύναψη της δανειακής σύμβασης πρέπει να απορριφθούν ως αλυσιτελώς προβαλλόμενοι γιατί δεν αναιρούν τη μη νομιμότητά της. Κατά συνέπεια, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις η κρινόμενη αίτηση ανάκλησης πρέπει να απορριφθεί. Απορρίπτει την αίτηση ανάκλησης.ΔΕΝ ΑΝΑΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕλΣυν.Τμ.Μείζ.-Επταμελούς Σύνθεσης/1284/2011
ΕΣ/ΤΜ.6/2201/2011
ΔΑΝΕΙΑ Αίτηση Ανάκλησης της 62/2011 πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου(..)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις σκέψεις ΙΙ και ΙΙΙ, το Τμήμα κρίνει, ότι οι υπό στοιχεία α και β ουσιώδεις, κατά την κρίση του Κλιμακίου, νομικές πλημμέλειες της επίμαχης σύμβασης (μη έκδοση προηγούμενης γνωμοδότησης της Οικονομικής Επιτροπής του Δήμου για τη συνομολόγηση του δανείου, μη απεικόνιση κατά τη διαδικασία λήψης των σχετικών αποφάσεων του Δημοτικού Συμβουλίου της οικονομικής κατάστασης του Δήμου και της δυνατότητάς του να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του δανείου, σύμφωνα με όσα στο νόμο ορίζονται) δεν υφίστανται πλέον μετά την έκδοση της 265/9.5.2011 απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου, αφού, αφενός μεν αυτή εκδόθηκε επί τη βάσει σχετικής θετικής γνωμοδότησης της Οικονομικής Επιτροπής του Δήμου, αφετέρου δε κάνει πλήρη αναφορά στις απαιτούμενες εκ του νόμου (άρθρο 264 του ν. 3852/2010 και 43093/30.7.2010 υπουργική απόφαση) οικονομικές προϋποθέσεις που ο Δήμος πρέπει να πληροί, προκειμένου να προχωρήσει στη συνομολόγηση του επίμαχου δανείου (ετήσιο κόστος τοκοχρεωλυσίων που δεν υπερβαίνει το 20% του συνόλου των τακτικών εσόδων, μέσος όρος χρεών κάτω του 60% του μέσου όρου εσόδων για τα τρία προηγούμενα έτη).(…). Ο προβαλλόμενος δε με την αίτηση ισχυρισμός, ότι η επίμαχη ρήτρα έκπτωσης έχει κριθεί καταχρηστική με την Ζ1-798/25.6.2008 απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, μόνο στα πλαίσια των συμβάσεων στεγαστικών δανείων και ότι αποτελεί παγιωμένη τραπεζική πρακτική να επαναλαμβάνεται αυτή σε κάθε δανειακή σύμβαση, χωρίς ο δανειολήπτης -ο Δήμος εν προκειμένω- να δύναται να την διαπραγματευτεί, ενώ σε κάθε περίπτωση η ενδεχόμενη καταχρηστικότητα (ακυρότητα) του συγκεκριμένου όρου δεν καθιστά, σύμφωνα με τη νομολογία περί γενικών όρων συναλλαγών, άκυρη όλη τη δανειακή σύμβαση, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Τούτο δε, διότι πράγματι η Ζ1-798/25.6.2008 απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης (Β΄ 1353), που ορίζει ότι η δυνατότητα του πιστωτικού ιδρύματος να καταγγείλει τη σύμβαση και να επιδιώξει την είσπραξη του συνόλου της οφειλής στην περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής οποιασδήποτε ετήσιας δόσης είναι μη νόμιμη, ως καταχρηστική, αφορά μόνο στις συμβάσεις στεγαστικών δανείων. Ανεξαρτήτως όμως αυτού, το δικαίωμα που επιφυλάσσει η επίμαχη ρήτρα στο Τ.Π.Δ. σύμφωνα με τα ανωτέρω, να καταγγείλει μονομερώς τη σύμβαση και να ζητεί το υπόλοιπο ανεξόφλητο ποσό του δανείου, και μάλιστα με τόκους υπερημερίας μέχρι την ολοσχερή εξόφλησή του, σε περίπτωση καθυστέρησης μίας και μόνο ετήσιας δόσης του δανείου ή κάθε είδους τόκων και εξόδων, σαφώς επιβάλλει στο Δήμο σημαντική, χωρίς εύλογο λόγο και κατά τρόπο αντικείμενο στην καλή πίστη, υπέρμετρη οικονομική επιβάρυνση, λαμβανομένης υπόψη και της μακροχρόνιας διάρκειας του δανείου (10 έτη) αλλά και των συνθηκών της παρούσας εθνικής και παγκόσμιας οικονομικής συγκυρίας. (..)Οι ως άνω δε νομικές πλημμέλειες, που τόσο το Κλιμάκιο, όσο και το Τμήμα κρίνουν ότι κωλύουν την υπογραφή της επίμαχης δανειακής σύμβασης, είναι ουσιώδεις, γιατί αφορούν σε παραβίαση ακόμα και αναγκαστικού δικαίου διατάξεων, που εφαρμόζονται στη συνομολόγηση δανείων είτε ειδικά από τους Δήμους είτε γενικά. Τέλος, το Τμήμα, κρίνει, ότι ο προβαλλόμενος με την αίτηση ισχυρισμός ότι η περίληψη στο σχέδιο της σύμβασης όλων των επίμαχων κριθέντων από το Κλιμάκιο ως μη νόμιμων όρων οφείλεται σε συγγνωστή πλάνη των αρμοδίων οργάνων του Δήμου, η οποία με τη σειρά της οφείλεται στο γεγονός ότι οι επίμαχοι όροι περιλαμβάνονται κατά παγία τραπεζική πρακτική στις περισσότερες δανειακές συμβάσεις, περιλαμβάνονταν δε και σε προηγούμενες συμβάσεις δανείων μεταξύ του Δήμου και του Τ.Π.Δ. και παρότι ελέγχθηκαν προσυμβατικώς από το Ζ΄ Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν κρίθηκαν ως μη νόμιμοι, είναι αβάσιμος και πρέπει ν’ απορριφθεί. Τούτο, διότι το γεγονός ότι η αναφορά συγκεκριμένων αόριστων ή καταχρηστικών όρων στο επίμαχο σχέδιο σύμβασης ήταν ενδεχομένως αποτέλεσμα παγίως τηρούμενης τραπεζικής πρακτικής δεν αναιρεί τη μη νομιμότητά τους ούτε τη δυνατότητα του Δήμου να ζητήσει την αναδιατύπωση ή την απάλειψή τους, ενώ οι 204/2009, 49/2010 και 144/2010 πράξεις του Ζ΄ Κλιμακίου, με τις οποίες κρίθηκε η νομιμότητα σχεδίων αντίστοιχων δανειακών συμβάσεων μεταξύ του Δήμου .....ς και του Τ.Π.Δ., αφενός αφορούν σε άλλα δάνεια και δεν αποτελούσαν κώλυμα για το Κλιμάκιο να κρίνει διαφορετικά στην προκειμένη περίπτωση, αφετέρου δε έκριναν ως αόριστο και απαλειπτέο τον όρο των αντίστοιχων σχεδίων, που προέβλεπε, όπως και στο επίμαχο σχέδιο σύμβασης, την υποχρέωση του Δήμου να καταβάλει «εξ ιδίων χρημάτων» στο Τ.Π.Δ. τις οφειλόμενες δόσεις του δανείου, στην περίπτωση που για οποιοδήποτε λόγο, κατά τη διάρκεια αποπληρωμής του, τα εκχωρηθέντα έσοδά του δεν επαρκούσαν για την εξυπηρέτησή του. Απορρίπτει την αίτηση.
ΔΕΝ ΑΝΑΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΤΜ.Μ.Ε.Σ/3207/2011