×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΝΣΚ/334/2004

Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Ένταξη υπαλλήλων της Πλοηγικής Υπηρεσίας του ΥΕΝ στις διατάξεις του άρθρου 14 του Ν 3142/55 για χορήγηση επικουρικής συντάξεως από το Κ.Π.Υ.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Οι αιτούντες υπάλληλοι της Πλοηγικής Υπηρεσίας από της μονιμοποιήσεώς τους και μετά, ηδύνατο να υπαχθούν στο ειδικό επικουρικό ασφαλιστικό καθεστώς, που προβλέπεται για το λοιπό πολιτικό προσωπικό της Π.Υ. Ο χρόνος δε απασχολήσεώς τους, αποτελεί χρόνο που επιτρέπεται να αναγνωρισθεί ως προϋπηρεσία, εφόσον συντρέχουν και οι λοιπές σχετικές νόμιμες προϋποθέσεις. Ο υπολογισμός των οφειλομένων εισφορών πρέπει να γίνει με βάση τις αποδοχές τις οποίες λαμβάνουν οι εν λόγω μισθωτοί κατά τον χρόνο υποβολής της σχετικής αιτήσεως.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΝΣΚ/181/2007

Διαδοχική ασφάλιση των υπαγομένων στο Κεφάλαιο Πλοηγικής Υπηρεσίας (Κ.Π.Υ.) δημοσίων διοικητικών υπαλλήλων.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Υπό το νομοθετικό καθεστώς το οποίο διέπει το Κεφάλαιο Πλοηγικής Υπηρεσίας (ΚΠΥ) και το τακτικό μόνιμο υπαλληλικό προσωπικό (διοικητικούς δημοσίους υπαλλήλους) της Πλοηγικής Υπηρεσίας (ΠΥ) του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας (ΥΕΝ), που υπάγεται στην ασφάλιση του ΚΠΥ για τη χορήγηση επικουρικής συντάξεως, έχουν εφαρμογή επί του εν λόγω προσωπικού οι περί διαδοχικής ασφαλίσεως διατάξεις του ΝΔ 4202/1961, όπως ισχύουν, υπό την προϋπόθεση ότι τα έσοδα του ΚΠΥ από εργοδοτικές εισφορές, κοινωνικούς πόρους ή άλλη επιχορήγηση υπερβαίνουν τα έσοδά του από εισφορές των ασφαλισμένων σε αυτό. Η συνδρομή ή μη της εν λόγω προϋποθέσεως αποτελεί ζήτημα πραγματικό, η δε διαπίστωσή της ανήκει στην αρμοδιότητα του ΚΠΥ.


ΕλΣυν/Ε Κλιμ/431/2010

Συμπληρωματική σύμβαση. Η σύμβαση αυτή αφορά σε εργασίες, οι οποίες είχαν αρχίσει να εκτελούνται σε χρόνο προγενέστερο της υποβολής της σε προσυμβατικό έλεγχο. Το Κλιμάκιο στερείται αρμοδιότητας ελέγχου της νομιμότητας της σύμβασης αυτής. Με την 3142/2010 απόφαση του VI Τμήματος ανακλήθηκε η προμνησθείσα Πράξη του Κλιμακίου λόγω συγγνωστής πλάνης, αφού έκρινε ότι οι εκτελεσθείσες εργασίες αφορούν σε ένα μικρό ποσοστό 10% και ότι αυτές απαιτήθηκε να εκτελεστούν για την αποτροπή επικείμενου κινδύνου για τη δημόσια υγεία( κατασκευή παροχών και αγωγών λυμάτων σε δήμο).


ΕλΣυν.Κλ.Τμ.1/57/2013

Καταβολή αμοιβής σε εργαζόμενος νοσηλευτές..:Από τα ανωτέρω και με γνώμονα το αναφερόμενο στη μείζονα σκέψη της παρούσας ποιοτικό στοιχείο της υποκείμενης εργασιακής σχέσης, προκύπτει ότι η παροχή υπηρεσιών εκ μέρους των φερόμενων ως δικαιούχων των ενταλμάτων, που δεν έχουν επιλέξει οι ίδιοι τους βασικούς όρους της απασχολήσεώς τους και ελέγχονται από τον θεράποντα ιατρό ή τον Επικεφαλής Νοσηλευτή, ως προς τον τρόπο και το χρόνο παροχής των υπηρεσιών στον καθορισμένο από τη σύμβαση και τη φύση των υπηρεσιών τόπο, δεν έχει νομικό θεμέλιο σύμβαση ανεξάρτητων υπηρεσιών. Ειδικότερα, από τη φύση των παρεχόμενων εργασιών, αλλά και από τους δεσμευτικούς όρους της σύμβασης, προκύπτει ότι δεν καταλείπεται στους εργαζόμενους κανένα περιθώριο να αναπτύξουν πρωτοβουλία για τον τρόπο και τον τόπο εκτέλεσης των υπηρεσιών. Αντίθετα, από το γεγονός ότι οι Βοηθοί Νοσηλευτές και οι Τραυματιοφορείς είναι υποχρεωμένοι να εκτελέσουν μόνο τις εργασίες που θα υποδείξει ο θεράπων Ιατρός ή ο Επικεφαλής Νοσηλευτής και εντός του ωραρίου που θα υποδείξει το Νοσοκομείο, παράλληλα δε από το γεγονός ότι αμοίβονται ως μισθωτοί με βάση τα ελάχιστα όρια του ν. 4024/2011, προκύπτει ότι οι εργαζόμενοι τελούν υπό τις δεσμευτικές εντολές των ανωτέρω και ότι οι καταρτισθείσες μεταξύ του Νοσοκομείου και των φερόμενων ως δικαιούχων των ενταλμάτων συμβάσεις έχουν τον χαρακτήρα και τη λειτουργία συμβάσεων εξηρτημένης εργασίας, που δεν έχουν καταρτισθεί νόμιμα. Επομένως, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας, οι επίμαχες συμβάσεις μη νόμιμα καταρτίστηκαν κατ’ επίκληση του άρθρου 41 του ν. 4058/2012, αφού όπως προελέχθη το ρυμθιστικό πεδίο της διάταξης αυτής καταλαμβάνει μόνο συμβάσεις παροχής ανεξάρτητων υπηρεσιών. 


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/15/2019

Καταβολή αμοιβών εφημεριών σε επικουρικό ιατρικό και λοιπό προσωπικό (πλην ιατρών):Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, το Κλιμάκιο, λαμβάνοντας υπόψη ότι: α) τα χρηματικά εντάλματα πληρωμής, που αφορούσαν στην πρώτη μισθοδοσία των φερόμενων ως δικαιούχων, μετά την τελευταία παράταση της διάρκειας της σύμβασης εργασίας τους δυνάμει του άρθρου 95 παρ. 1 του ν. 4486/2017, έχουν ήδη εξοφληθεί, β) δεν μεσολάβησε κάποια απόφαση αρμοδίου οργάνου, που να ανακαλεί ή ακυρώνει την παράταση της διάρκειας της σύμβασης εργασίας των ανωτέρω φερόμενων ως δικαιούχων και γ) με την υπό κρίση έκθεση διαφωνίας επιδιώκεται, εξ αφορμής του ελέγχου των εφημεριών του ως άνω προσωπικού, η αμφισβήτηση της νομιμότητας της έννομης σχέσης απασχολήσής του στο Νοσοκομείο, βάσει της οποίας παρείχαν τις εφημερίες, με την προβολή λόγων διαφωνίας που αφορούν, πλην άλλων, στη νομιμότητα της παραταθείσας σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου εκάστου, κρίνει ότι ο έλεγχος νομιμότητας της δαπάνης για την καταβολή αποζημίωσης εφημεριών δεν μπορεί, με βάση τα ανωτέρω δεδομένα, να οδηγήσει σε παρεμπίπτοντα έλεγχο προηγούμενων υπηρεσιακών μεταβολών (παράταση της διάρκειας της σύμβασης εργασίας), δημιουργικών άλλων δαπανών, οι οποίες έχουν ήδη εξοφληθεί. 


ΕλΣυν.Κλ.1/107/2016

ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, η παροχή υπηρεσιών εκ μέρους των φερόμενων ως δικαιούχων των ενταλμάτων, που δεν έχουν επιλέξει οι ίδιοι τους βασικούς όρους της απασχόλησής τους και υπόκεινται στον κανονισμό λειτουργίας του οικείου νοσοκομείου και στο δεσμευτικό γι’ αυτούς νομικό πλαίσιο που διέπει την εκτέλεση εφημεριών, ως προς τον τρόπο, τον τόπο και το χρόνο παροχής των υπηρεσιών και σε συνθήκες προκαθορισμένες από τη διοίκηση του νοσοκομείου, δεν έχει νομικό θεμέλιο σύμβαση ανεξάρτητων υπηρεσιών. Ειδικότερα, από τη φύση των παρεχόμενων εργασιών, προκύπτει ότι δεν καταλείπεται στους φερόμενους ως δικαιούχους κανένα περιθώριο να αναπτύξουν πρωτοβουλία για τον τρόπο και τον τόπο εκτέλεσης των υπηρεσιών.Αντίθετα, από το γεγονός ότι είναι υποχρεωμένοι να εκτελέσουν τις υπηρεσίες τους στο πλαίσιο λειτουργίας του Νοσοκομείου .. εντός του ωραρίου που θα υποδείξει το Νοσοκομείο, παράλληλα δε από το γεγονός ότι αμείβονται ως μισθωτοί με βάση την αμοιβή που προβλέπεται για τους ιατρούς κλάδου ΕΣΥ με βαθμό επιμελητή Β’, προκύπτει ότι οι εργαζόμενοι τελούν υπό τις δεσμευτικές εντολές της διοίκησης του Νοσοκομείου και ότι οι καταρτισθείσες ατύπως μεταξύ του Νοσοκομείου και των φερόμενων ως δικαιούχων των ενταλμάτων συμβάσεις έχουν τον χαρακτήρα και τη λειτουργία συμβάσεων εξαρτημένης εργασίας, που δεν έχουν καταρτισθεί νόμιμα..ΑΝΑΚΛΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΤΜ.1/22/2016


ΝΣΚ/48/2007

Αναγνώριση χρόνου προϋπηρεσίας για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος από φορέα επικουρικής ασφάλισης με βάση τις διατάξεις των παρ.3 και 4 του άρθρου 20 του Ν 3232/2004. Αναγνώριση χρόνου ασφάλισης στον ΕΛΕΑ ΤΑΠ-ΟΤΕ κατ εφαρμογή του ΠΔ 297/1987.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Ο αναγνωριζόμενος χρόνος σε φορέα επικουρικής ασφάλισης, με βάση τις διατάξεις των παρ.3 και 4 του άρθρου 20 του Ν 3232/2004, που έχει πραγματοποιηθεί σε φορέα κύριας ασφάλισης, δεν ανάγεται στο χρόνο που πραγματοποιήθηκε η εργασία, διότι στο χρονικό αυτό σημείο, ο ασφαλισμένος δεν είχε το δικαίωμα αναγνώρισης του χρόνου αυτού και επιπλέον, δεν είχαν καταβληθεί οι σχετικές εισφορές. Προκειμένου να θεμελιώσει ο ασφαλισμένος συνταξιοδοτικό δικαίωμα και στον επικουρικό φορέα, απαιτείται η εξαγορά και ολοσχερής εξόφληση της οφειλής του χρόνου προϋπηρεσίας σε φορέα κύριας ασφάλισης. Μόνο από τότε, ο ασφαλισμένος πληροί τις προϋποθέσεις θεμελίωσης του δικαιώματός του για λήψη της επικουρικής σύνταξης. Τα ανωτέρω δε ισχύουν και στην περίπτωση του Ειδικού Λογαριασμού Επικουρικής Ασφάλισης (Ε.Λ.Ε.Α.). Κατά συνέπεια, ο συγκεκριμένος χρόνος που έχει πραγματοποιηθεί σε φορέα κύριας ασφάλισης και εξαγοράζεται από τον ασφαλισμένο, αναγνωρίζεται ως συντάξιμος κατά τρόπο που να πληρούνται οι προϋποθέσεις λήψης επικουρικής σύνταξης μόνο μετά την εξαγορά και ολοσχερή εξόφληση της οφειλής του χρόνου αυτού και όχι με αναγωγή στο χρόνο πραγματοποίησης της εργασίας. Τέλος, η αναγνώριση χρόνου ασφάλισης στον Ε.Λ.Ε.Α. πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν 3232/2004, ο οποίος κατισχύει του Π.Δ/τος 297/1987 ως νόμος ανώτερης τυπικής ισχύος και ρυθμίζει το ίδιο θέμα με το εν λόγω προεδρικό διάταγμα με ειδικότερη διάταξη.


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/6/2018

Υπερωρίες επικουρικού προσωπικού.(παράταση θητείας) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις σκέψεις που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη, με τα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα πληρωμής δαπάνη, δεν είναι νόμιμη. Τούτο δε, διότι οι από 1.10.2016 συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, οι οποίες συνιστούν το νόμιμο έρεισμα της εντελλόμενης δαπάνης, διάρκειας, όλες, από 1.10.2016 έως 30.9.2017, έχουν συναφθεί σε συνέχεια διαδοχικών συμβάσεων, συνιστούν δε και αυτές διαδοχικές συμβάσεις, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 5 παρ. 1 του π.δ/τος 164/2004, καθόσον έχουν συναφθεί σε αδιάλειπτη αλληλουχία. Επομένως, σε κάθε περίπτωση, το συνολικό χρονικό διάστημα απασχόλησης των ως άνω εργαζομένων με διαδοχικές συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου στους ίδιους φορείς και με τις ίδιες ειδικότητες, έχει υπερβεί την εικοσιτετράμηνη κατά απώτατο χρονικό όριο επιτρεπόμενη συνολική διάρκεια απασχόλησής τους, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 6 παρ. 1 του ίδιου ως άνω π.δ/τος, οι περιορισμοί του οποίου ισχύουν, ως επιβαλλόμενοι από τις διατάξεις του άρθρου 103 παράγραφος 8 του Συντάγματος. Ως εκ τούτου, οι από 1.10.2016 συμβάσεις δεν παράγουν έννομα αποτελέσματα. Το αντίθετο θα είχε ως πρόσθετο αποτέλεσμα λοιποί συνυποψήφιοι, ως επικουρικό προσωπικό, είτε να διαγραφούν από τους οικείους πίνακες λόγω συμπλήρωσης του ανώτερου χρονικού διαστήματος διατήρησης της εγγραφής τους στους κρίσιμους καταλόγους επικουρικού προσωπικού, είτε να στερηθούν τη δυνατότητα της κατά προτεραιότητα πρόσληψης με την ιδιότητα του επιδοτούμενου ανέργου, λόγω παρέλευσης του χρόνου επιδότησης της ανεργίας και, τέλος, να αποκτήσουν ειδικά οι προσληφθείσες πρόσθετο προσόν αυξημένου χρόνου προϋπηρεσίας σε βάρος λοιπών συνυποψηφίων τους που μπορούσαν να προσληφθούν κατά τον ως άνω χρόνο. Ωστόσο, το Κλιμάκιο, λαμβάνοντας υπόψη το δυσερμήνευτο των υπό κρίση διατάξεων κρίνει ότι τα όργανα του τελευταίου δεν ενήργησαν, στην προκειμένη περίπτωση, με πρόθεση καταστρατήγησης των κείμενων διατάξεων, αλλά από συγγνωστή πλάνη υπέλαβαν ότι μπορούσαν να προβούν στην ανανέωση των υφιστάμενων συμβάσεων εργασίας του προαναφερθέντος επικουρικού προσωπικού μέχρι τις 30.9.2017.(συγγνωστή πλάνη) 


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.4/43/2019

Παροχή υπηρεσιών οικονομικής – διοικητικής διαχειρίσεως:..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει ότι, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από την Επίτροπο με τον προμνησθέντα λόγο διαφωνίας, οι επίμαχες συμβάσεις συνιστούν συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας και όχι συμβάσεις παροχής ανεξαρτήτων υπηρεσιών ή συμβάσεις έργου. Ειδικότερα, όσον αφορά τη σύμβαση του …, από τα προπαρατεθέντα άρθρα της συμβάσεως που συνήφθη μεταξύ αυτού και του Πράσινου Ταμείου συνάγεται ότι αυτός, ενεργώντας ως Οικονομικός Διαχειριστής και μέλος της ομάδας του έργου που είχε αναλάβει το Ταμείο ως Συνδικαιούχος του Προγράμματος LIFE RE-WEEE, ασκούσε τα καθήκοντά του υπό τις οδηγίες και εντολές του Συντονιστή του έργου, ο οποίος είχε την εξουσία να θέτει τις γενικές και ειδικές παραμέτρους για την ποιοτική και ποσοτική εκτέλεση του έργου αυτού, ενώ παράλληλα υπέκειτο στον έλεγχο και την εποπτεία αυτού σχετικώς με την προσήκουσα και εμπρόθεσμη εκπλήρωση των υποχρεώσεών του. Εξάλλου, από κανένα στοιχείο δεν μπορεί να συναχθεί ότι η επίμαχη σύμβαση ήταν σύμβαση παροχής ανεξαρτήτων υπηρεσιών και όχι εξαρτημένης εργασίας. Ειδικότερα, δεν αναφέρεται σε αυτήν ότι ο φερόμενος ως δικαιούχος μπορούσε να προσέρχεται στον χώρο εργασίας του και να αναχωρεί από αυτόν στον κατά την κρίση του αναγκαίο χρόνο για τη διεκπεραίωση των ανατεθέντων καθηκόντων του, ούτε επίσης προκύπτει ότι αυτός, κατά τη διάρκεια της επίμαχης συμβάσεως, μπορούσε να εργάζεται ως ελεύθερος επαγγελματίας, παρέχοντας υπηρεσίες και σε άλλους εργοδότες. Επιπλέον, δεν προκύπτει ότι είχε τη δυνατότητα να επιλέγει ο ίδιος τους βασικούς όρους της απασχολήσεώς του, χωρίς να ελέγχεται από τον εργοδότη του ως προς τον τόπο, τον τρόπο και ακόμη και εν μέρει τον χρόνο παροχής των υπηρεσιών του. Αντιθέτως, από το γεγονός ότι υπήρχε καθοδήγηση, έλεγχος και εποπτεία του Ταμείου στον φερόμενο ως δικαιούχο, μέσω ιεραρχικά ανωτέρων οργάνων του (Συντονιστή του Έργου), καθώς επίσης και από τη φύση και την πολλαπλότητα των καθηκόντων που του είχαν ανατεθεί, όπως αυτά εκτίθενται αναλυτικώς ανωτέρω (σκ. IV.B), τα οποία προϋποθέτουν πλήρη απασχόληση και συνεχή παρουσία στον τόπο εργασίας του, προκύπτει ότι τα μέρη με τη συναφθείσα σύμβαση απέβλεψαν στην αποκλειστική και συνεχή απασχόληση του φερόμενου ως δικαιούχου, υπό την καθοδήγηση και την εποπτεία του Συντονιστή του Έργου. Εξάλλου, σύμφωνα τα γενόμενα δεκτά ανωτέρω (σκέψη II.B), ουδεμία επιρροή ασκεί ο τρόπος πληρωμής του φερόμενου ως δικαιούχου, ότι δηλαδή δεν πληρωνόταν με μηνιαίο μισθό, ούτε η μη ασφάλισή της στο ΙΚΑ και η παράλειψη χορήγησης σ’ αυτήν βεβαιώσεων μισθωτών υπηρεσιών, καθόσον τα ανωτέρω δεν αποτελούν αποφασιστικά κριτήρια χαρακτηρισμού της απασχολήσεώς του ως συμβάσεως παροχής ανεξαρτήτων υπηρεσιών. Κατόπιν τούτων, η σχέση που συνέδεε τον φερόμενο ως δικαιούχο με το Ταμείο ήταν αυτή της συμβάσεως εξαρτημένης εργασίας και όχι της συμβάσεως παροχής ανεξαρτήτων υπηρεσιών. Τα ανωτέρω, δε, ισχύουν και όσον αφορά την σύμβαση της …, καθώς, οι προδιαληφθέντες όροι της συμβάσεως που συνήφθη μεταξύ αυτής και του Ταμείου είναι ταυτόσημοι με αυτούς που περιλαμβάνονται στην σύμβαση του ... Επιπροσθέτως, ανεξαρτήτως του ότι η σύμβαση της φερόμενης ως δικαιούχου φέρει τον τίτλο «Σύμβαση ανάθεσης έργου», δοθέντος ότι, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην σκέψη II.B., ο χαρακτηρισμός αυτός δεν είναι δεσμευτικός για το Κλιμάκιο, το Κλιμάκιο επισημαίνει ότι η σύμβαση αυτή δεν φέρει τα χαρακτηριστικά της συμβάσεως έργου. Τούτο δε, διότι από τους προπαρατεθέντες όρους της εν λόγω συμβάσεως προκύπτει ότι τα συμβαλλόμενα μέρη απέβλεψαν στην εργασία της φερόμενης ως δικαιούχου και όχι στην επίτευξη ενός συγκεκριμένου αποτελέσματος και επιπλέον διότι στην προκειμένη περίπτωση υπάρχει το στοιχείο της εξαρτήσεως από το Ταμείο, χωρίς να καταλείπεται στην φερόμενη ως δικαιούχο ελευθερία επιλογής ως προς τον τρόπο και το χρόνο εκπληρώσεως των συμβατικών της υποχρεώσεων. Κατόπιν των ανωτέρω και δοθέντος ότι οι συναφθείσες μεταξύ των φερομένων ως δικαιούχων και του .. Ταμείου συμβάσεις συνιστούν συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου, με δυνατότητα ανανεώσεως αυτών (όπως οι εν λόγω συμβάσεις όριζαν κατά τον χρόνο συνάψεώς τους και πριν την τροποποίησή τους τον Οκτώβριο του 2018), βασίμως προβάλλεται από την Επίτροπο ότι πριν από τη  σύναψή τους έπρεπε να έχουν τηρηθεί οι διατυπώσεις που προβλέπονται στις προμνησθείσες διατάξεις των άρθρων 21 του ν. 2190/1994, 1 παρ. 9 του ν. 4038/2012 και 4 παρ. 2 της ΠΥΣ 33/2006 (βλ. σκ. ΙΙΙ.A, B, Γ), ήτοι κοινοποίηση των  ανακοινώσεων για πρόσληψη στο Α.Σ.Ε.Π. για έγκριση, ανάρτηση αυτών και δημοσίευση περιλήψεώς τους στον τύπο, αποστολή των πινάκων κατατάξεως στο Α.Σ.Ε.Π. για τη διενέργεια ελέγχου νομιμότητας και την παροχή δυνατότητας υποβολής ενστάσεων ενώπιον του Α.Σ.Ε.Π. από τους υποψηφίους, δημοσίευση των πράξεων προσλήψεων στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δοθέντος ότι κατά τη σύναψή τους προβλεπόταν η δυνατότητα ανανεώσεως αυτών και ενημέρωση της Επιτροπής του άρθρου 2 παρ. 1 της ΠΥΣ και της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Διοίκησης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης. Επομένως, τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από το .. Ταμείο είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Τέλος, αβασίμως το Ταμείο επικαλείται τη διάταξη του άρθρου 30 του ν.4314/2014, η οποία φορά συμβάσεις μισθώσεως έργου σε συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα, καθώς, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, εν προκειμένω δεν πρόκειται για συμβάσεις έργου. 


ΕλΣυν/Τμ.1/57/2014

Αποζημίωση άρθρου 55 πδ.410/1988.Οι με σχέση ΙΔΑΧ υπάλληλοι του Δημοσίου που δεν έχουν υπαχθεί για τη χορήγηση σύνταξης στην ασφάλιση του Δημοσίου, λαμβάνουν από το Δημόσιο, κατά την αποχώρησή τους λόγω συνταξιοδότησης αποζημίωση, μειωμένη κατά 60% στην περίπτωση που είναι και επικουρικά ασφαλισμένοι, ακόμα κι αν αυτοί δεν αποτελούν ειδικό επιστημονικό ή τεχνικό ή βοηθητικό προσωπικό του Δημοσίου με σχέση ΙΔΑΧ ή λοιπό προσωπικό με την ίδια σχέση που υπηρετούσε στο Δημόσιο κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του ν. 993/1979 (21.12.1979). Η καταβολή της αποζημίωσης αυτής προϋποθέτει τουλάχιστον ενός έτους συνεχή υπηρεσία του οικείου υπαλλήλου με σχέση ΙΔΑΧ στο Δημόσιο και ο καθορισμός του ποσού της συναρτάται προς τον χρόνο της συνεχούς αυτής υπηρεσίας. Στο χρόνο όμως αυτό δεν συνυπολογίζεται, στην περίπτωση που ο οικείος υπάλληλος έχει μεταταχθεί στο Δημόσιο από την ... Α.Ε., ως πλεονάζον τακτικό προσωπικό της, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 15 και 16 του ν. 3891/2010, ο χρόνος της υπό το ίδιο ως άνω ασφαλιστικό καθεστώς προγενέστερης της μετάταξης του υπαλλήλου στο Δημόσιο προϋπηρεσίας του, είτε στην εταιρία αυτή είτε στην ... Α.Ε., έστω κι αν αυτή έχει αναγνωριστεί για τη μισθολογική και βαθμολογική, ενόψει της μετάταξής του, κατάταξή του στην αντίστοιχη με σχέση ΙΔΑΧ θέση του Δημοσίου. Τούτο δε, διότι αφενός καμία διάταξη δεν προβλέπει ρητώς τον συνυπολογισμό της άνω προϋπηρεσίας για την εκπλήρωση των προϋποθέσεων καταβολής και τον καθορισμό του ποσού της ως άνω αποζημίωσης (πρβλ. τις διατάξεις του άρθρου 56 του 3518/2006, Α΄ 272, όπως ισχύει, και της κατ’ εξουσιοδότησή του εκδοθείσας ΚΥΑ Φ.80000/26268/1488/19.2.2008, Β΄ 326, σύμφωνα με τις οποίες χορηγείται αναλογία αποζημίωσης λόγω συνταξιοδότησης από τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης στους υπαλλήλους του καταργηθέντος Εθνικού Οργανισμού Κοινωνικής Φροντίδας, οι οποίοι έχουν μεταταχθεί ή μεταφερθεί σε άλλους φορείς του δημοσίου κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του ν. 3106/2003, Α΄ 30), αφετέρου δε η εν λόγω αποζημίωση έχει προνοιακό μη σχετιζόμενο με το ασφαλιστικό καθεστώς του οικείου υπαλλήλου χαρακτήρα και παρέχεται σ’ αυτόν αποκλειστικά εξαιτίας του δεσμού του με το Δημόσιο, προκειμένου, μεταξύ άλλων, να διευκολυνθεί η ανανέωση του εργατικού δυναμικού του τελευταίου, ενώ δεν σχετίζεται με την υπηρεσιακή του κατάσταση στο Δημόσιο αλλά αντιθέτως με την λόγω συνταξιοδότησης λύση κάθε υπηρεσιακής σχέσης του μ’ αυτό, κι επομένως δεν συνυπολογίζεται για την εκπλήρωση των προϋποθέσεων καταβολής και τον καθορισμό του ποσού της ως άνω αποζημίωσης (πρβλ. Ε.Σ. Ι Τμ. πράξη 177/2012, Κλ. Ι Τμ. πράξεις 247, 145, 143, 60/2013).

ΕλΣυνΤμ.6/1330/2018

Ανάδειξη αναδόχου για τη «Λειτουργία Μονάδας Διαχείρισης – Ανακύκλωσης – Κομποστοποίησης και Προσωρινής Διαχείρισης Στερεών Αστικών Αποβλήτων:..ζητείται η ανάκληση της 242/2018 Πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου..ορθώς κρίθηκε από το Κλιμάκιο ότι η αναγραφή στην εγγυητική επιστολή της εταιρείας ... της καταληκτικής ημερομηνίας υποβολής προσφορών δεν συνιστά ουσιώδη πλημμέλεια, αφού προκύπτει από το λοιπό ως άνω περιεχόμενο της εγγυητικής επιστολής, κατά τρόπο μη επιδεχόμενο εύλογη αμφιβολία, ότι η παρασχεθείσα εγγυητική επιστολή αφορά πράγματι στην προκηρυχθείσα υπηρεσία. Ως εκ τούτου ο σχετικός λόγος είναι απορριπτέος. Περαιτέρω, οι αιτούσες προσάπτουν στην προσβαλλόμενη ότι εσφαλμένα κρίθηκε ότι η υπό σύσταση Κοινοπραξία τους έπρεπε να αποκλειστεί εκ του λόγου ότι το υποβληθέν ΕΕΕΠ ήταν υπογεγραμμένο μόνο από το νόμιμο εκπρόσωπο κάθε μίας εταιρείας και όχι από όλα τα μέλη του Διοικητικού τους Συμβουλίου. Και τούτο διότι, πέραν του ότι η οικεία διακήρυξη δεν προσδιόριζε ειδικώς τα πρόσωπα εκείνα τα οποία οφείλουν ψηφιακώς να το υπογράψουν, με τις διατάξεις της παρ. 13 του άρθρου 107 του ν. 4497/2017, με τις οποίες προστέθηκε το άρθρο 79Α, διευκρινίστηκε ότι κατά την υποβολή του ΕΕΕΣ του άρθρου 79 είναι δυνατή, με μόνη την υπογραφή του κατά περίπτωση εκπροσώπου του οικονομικού φορέα η προκαταρκτική απόδειξη των λόγων αποκλεισμού που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 73 για το σύνολο των φυσικών προσώπων που είναι μέλη του διοικητικού, διευθυντικού ή εποπτικού οργάνου του ή έχουν εξουσία εκπροσώπησης, λήψης αποφάσεων ή ελέγχουν σε αυτόν. Όμως, ο λόγος αυτός, σύμφωνα με όσα έγιναν κατά πλειοψηφία δεκτά στη σκέψη ΙΙΑ της παρούσας, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, αφού, σύμφωνα με το ισχύον κατά το χρόνο δημοσίευσης της οικείας διακήρυξης και της έκδοσης της 330/9.11.2017 απόφασης της Οικονομικής Επιτροπής του Δήμου .. νομοθετικό καθεστώς, προϋπόθεση για την έγκυρη υποβολή του ΕΕΕΣ του άρθρου 79 συνιστά η υπογραφή αυτού από όλα τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου εκάστης εταιρείας της υπό σύσταση Κοινοπραξίας. Συναφώς, απορριπτέος είναι και ο προβαλλόμενος, κατ’ επίκληση της αρχής της επεκτατικής ισότητας, λόγος περί εφαρμογής στην προκειμένη περίπτωση του διατάξεων του νεοπαγούς άρθρου 79Α. Και τούτο διότι, ως προεκτέθη, ο νομοθέτης, εντός της ευχέρειας που διαθέτει να ορίζει το χρόνο έναρξης ισχύος των θεσπιζόμενων κανόνων δικαίου, όρισε ρητά, εφαρμόζοντας ένα κριτήριο σταθερό και αντικειμενικό, ότι η δυνατότητα, με μόνη την υπογραφή του κατά περίπτωση εκπροσώπου του οικονομικού φορέα, να αποδεικνύονται προκαταρκτικά οι λόγοι αποκλεισμού που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 73 για το σύνολο των φυσικών προσώπων που είναι μέλη του διοικητικού, διευθυντικού ή εποπτικού οργάνου του ή έχουν εξουσία εκπροσώπησης, λήψης αποφάσεων ή ελέγχουν σε αυτόν, ισχύει μόνο για τις διαδικασίες εκείνες που «είναι στο στάδιο πριν την κατακύρωση», προϋπόθεση που δεν συντρέχει εν προκειμένω, όπως ορθώς κρίθηκε με την προσβαλλόμενη Πράξη του Κλιμακίου. Στο ίδιο πλαίσιο, άλλωστε, αβασίμως ισχυρίζονται οι αιτούσες ότι η παρασχεθείσα με τις νέες διατάξεις του άρθρου 79Α δυνατότητα υπογραφής του ΕΕΕΣ μόνο από το νόμιμο εκπρόσωπο εκάστης εταιρείας, ισχύει και στις περιπτώσεις εκείνες που δεν έχουν παραχθεί, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις της παρ. 3 του άρθρου 105 του ν. 4412/2016, τα έννομα αποτελέσματα της απόφασης κατακύρωσης, καθόσον, η ερμηνευτική εκ μέρους των αιτουσών προσέγγιση δεν ευρίσκει έρεισμα στο γράμμα της παρ. 13 του άρθρου 107 του ν. 4497/2017, μεταβάλλει δε το σταθερό και αντικειμενικό χαρακτήρα του κριτηρίου που επέλεξε ο νομοθέτης για τον προσδιορισμό της διαδικασίας που είναι σε εξέλιξη, ήτοι την έκδοση της απόφασης κατακύρωσης, η εφαρμογή του οποίου δεν δημιουργεί θέμα ανισότητας..Δεν ανακαλεί την 242/2018 Πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.​

ΑΝΑΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕλΣυν.Τμ.Μείζονος-Επταμ.Σύνθ./1837/2018