ΝΣΚ/370/2000
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Έδρα Δ.Ο.Υ. Ακράτας.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Μετά το ν.2539/1997 περί Συγκροτήσεως της Πρωτοβάθμιας Τοπικής Αυτοδιοικήσεως, η έδρα της Δ.Ο.Υ. Ακράτας εξακολουθεί να περιορίζεται στην εδαφική περιφέρεια της πρώην Κοινότητας Ακράτας, όπως είχε ορισθεί με το π.δ.645/1976 και ακολούθως με το π.δ.551/1988.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/339/2006
Δυνατότητα μεταφοράς της έδρας του Υποθηκοφυλακείου Ακράτας, το οποίο σύμφωνα με το νόμο πρέπει να εδρεύει στην έδρα του Ειρηνοδικείου Ακράτας, από την «Ακράτα» στην «Παραλία Ακράτας».(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Με το από 14.8.1951 Β.Δ/γμα ορίστηκε ως έδρα του Ειρηνοδικείου Ακράτας ο ομώνυμος οικισμός, με συνέπεια να οριοθετείται η έδρα του εν λόγω Ειρηνοδικείου στην εδαφική περιφέρεια του εν λόγω οικισμού και περαιτέρω να μην επιτρέπεται η εγκατάσταση της έδρας του σε έναν από τους οικισμούς που ενέπιπταν στην περιφέρεια της τοπικής αρμοδιότητάς του. Κατά ακολουθία και η έδρα του Υποθηκοφυλακείου Ακράτας είναι ο ομώνυμος οικισμός, η οποία άλλωστε ρητά ορίστηκε με το Π.Δ/γμα με το οποίο αυτό συστήθηκε. Περαιτέρω, και μετά τη σύσταση του Δήμου Ακράτας, δεν διευρύνθηκε εδαφικώς η έδρα των εν λόγω υπηρεσιών, και κατά συνέπεια η έδρα του Υποθηκοφυλακείου Ακράτας εξακολουθεί να περιορίζεται στον οικισμό Ακράτας.
ΝΣΚ/134/2001
Δήμοι - Κοινότητες. Ορια οικισμού, που έχει ορισθεί ως έδρα ΟΤΑ, κατ εφαρμογή του άρθρου 1 του Ν 2539/1997.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Σύμφωνα με την υπ αριθμ. 3362/2000 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, ως όρια του οικισμού, που έχει καθορισθεί, ως έδρα ΟΤΑ, κατ εφαρμογή του Ν 2539/1997, νοούνται εκείνα που έχουν διαμορφωθεί, σύμφωνα με την ισχύουσα πολεοδομική νομοθεσία. (Αντίθετη η υπ αριθμ. 613/2000 γνωμοδότηση ΝΣΚ, η οποία δέχεται την οριοθέτηση της έδρας, με βάση τα διοικητικά όρια της καταργηθείσης κοινότητος).
ΕΣ/ΚΠΕ ΤΜ.1/24/2014
Εξοδα κίνησης.Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: Στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης α΄ βαθμού, που συγκροτήθηκαν με το ν. 2539/1997 και προήλθαν από τη συνένωση περισσότερων υφιστάμενων δήμων και κοινοτήτων και την προσάρτηση συνοικισμών, συστήθηκαν στην εδαφική περιφέρεια κάθε καταργούμενου Ο.Τ.Α. και κάθε προσαρτώμενου συνοικισμού τοπικά διαμερίσματα, κατά τον Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, όπου λειτουργούν, ως όργανα δημοτικής αποκέντρωσης, τοπικά συμβούλια. Οι πρόεδροι των τοπικών συμβουλίων μετέχουν στις συνεδριάσεις του δημοτικού συμβουλίου ως μέλη με αποφασιστική ψήφο, όταν στην ημερήσια διάταξη περιλαμβάνονται θέματα που αφορούν στα αντίστοιχα τοπικά διαμερίσματα, για τη δε μετακίνησή τους στην έδρα του δημοτικού συμβουλίου προς το σκοπό αυτό, δικαιούνται εξόδων κίνησης, το ύψος των οποίων καθορίζεται, σύμφωνα με την προεκτεθείσα κοινή υπουργική απόφαση, όπως αυτή ισχύει, με βάση τη χιλιομετρική απόσταση των τοπικών συμβουλίων από την έδρα του κάθε δήμου, σε συνδυασμό με τον αριθμό των μελών των τοπικών συμβουλίων.
ΕΣ/ΚΠΕ ΤΜ.1/61/2014
Εξοδα κίνησης.Από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: Στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης α΄ βαθμού, που συγκροτήθηκαν με το ν. 2539/1997 και προήλθαν από τη συνένωση περισσοτέρων ήδη υφιστάμενων δήμων και κοινοτήτων και την προσάρτηση συνοικισμών, συνεστήθησαν στην εδαφική περιφέρεια εκάστου καταργούμενου Ο.Τ.Α. και προσαρτωμένου συνοικισμού δημοτικά διαμερίσματα -και ήδη τοπικά διαμερίσματα κατά το νέο Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων- όπου λειτουργούν τοπικά συμβούλια, ως όργανα δημοτικής απoκέντρωσης. Στο πλαίσιο αυτό, οι πρόεδροι των τοπικών συμβουλίων, οι οποίοι κατέχουν αιρετό αξίωμα τιμητικό και άμισθο, με μόνη απολαβή την καταβολή αποζημίωσης για τη συμμετοχή τους στις συνεδριάσεις των συμβουλίων αυτών, μετέχουν και στις συνεδριάσεις του οικείου δημοτικού συμβουλίου ως μέλη με αποφασιστική ψήφο, όταν στην ημερήσια διάταξη περιλαμβάνονται θέματα που αφορούν στα αντίστοιχα τοπικά διαμερίσματα. Για τη μετάβασή τους στον τόπο της συνεδρίασης, δικαιούνται εξόδων κίνησης, το ύψος των οποίων καθορίζεται, σύμφωνα με την προεκτεθείσα Κ.Υ.Α., όπως αυτή ισχύει, βάσει της χιλιομετρικής απόστασης των τοπικών συμβουλίων από την έδρα εκάστου δήμου, σε συνδυασμό προς τον αριθμό των μελών κάθε συμβουλίου. Εκ των ανωτέρω παρέπεται ότι η καταβολή στους ανωτέρω εξόδων κίνησης δεν συνδέεται με την κάλυψη των γενικών αναγκών μετακίνησής τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, αλλά με τη μετακίνησή τους προς την έδρα του Δήμου, η οποία πραγματοποιείται θεσμικά, μόνο προκειμένου αυτοί να μετάσχουν στις συνεδριάσεις του δημοτικού συμβουλίου, στις περιπτώσεις που προβλέπεται από το νόμο. Κατά συνέπεια, όταν δεν αποδεικνύεται η συμμετοχή σε τέτοιου είδους συνεδριάσεις, οι πρόεδροι των τοπικών συμβουλίων δεν δικαιούνται και των σχετικών εξόδων κίνησης.
ΕλΣυν/Τμ.4/201/2011
Από τις παραπάνω διατάξεις (άρθρο 53 του ν.δ/τος 496/1974) συνάγεται ότι απαραίτητη προϋπόθεση για την εγκυρότητα της σχετικής κατάσχεσης χρηματικής απαίτησης είναι το κατασχετήριο έγγραφο, επί ποινή ακυρότητας της κατάσχεσης, να κοινοποιείται σωρευτικώς ως εξής: α) στο Διοικητικό Συμβούλιο του Ε.Ο.Τ., ως μόνο αρμόδιο για την αναγνώριση της δαπάνης όργανο του Ε.Ο.Τ., όντας κύριος διατάκτης και αποφασίζον όργανο για τη διάθεση των πιστώσεων του προϋπολογισμού του Ε.Ο.Τ. (βλ. άρθρο 6 ν. 3878/2010 «Ρυθμίσεις θεμάτων Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού», Φ.Ε.Κ. Α΄ 161 και άρθρο 12 ν.δ/τος 496/1974), β) στην Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών του Ε.Ο.Τ. αρμόδια υπηρεσία αυτού για την πληρωμή και για την εκκαθάριση και εντολή πληρωμής της δαπάνης (βλ. άρθρο 12 π.δ/τος 343/2001 «Οργανισμός Διάρθρωσης Υπηρεσιών του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού (ΕΟΤ)» - Φ.Ε.Κ. Α΄ 231) και γ) στη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) που υπάγεται φορολογικά ο καθ’ ου η κατάσχεση (πρβλ. Πράξη IV Τμήματος 76/2008, Εφετείο Λαμίας 10, 56/2010, 212/2009, Εφετείο Αθηνών 5494/2008 και Α.Π. 480/2006). Β. Το π.δ. 503/85 «Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας και Εισαγωγικός του Νόμος» (Φ.Ε.Κ. Α΄ 182) ορίζει στο άρθρο 983 ότι: «1. Η κατάσχεση στα χέρια τρίτου γίνεται με επίδοση στον τρίτο και σε εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση εγγράφου που πρέπει να περιέχει, εκτός από τα στοιχεία του άρθρου 118, και α) ακριβή περιγραφή του εκτελεστού τίτλου και της απαίτησης βάσει των οποίων γίνεται η κατάσχεση, β) το ποσό για το οποίο επιβάλλεται η κατάσχεση, γ) επιταγή προς τον τρίτο να μην καταβάλει σε εκείνον κατά του οποίου γίνεται η εκτέλεση, δ) διορισμό αντικλήτου που κατοικεί στην περιφέρεια του ίδιου ειρηνοδικείου ή στην έδρα του πρωτοδικείου της κατοικίας του τρίτου, αν εκείνος υπέρ του οποίου γίνεται η εκτέλεση δεν κατοικεί στην περιφέρεια του ειρηνοδικείου της κατοικίας του τρίτου. (…)» και στο άρθρο 118 ότι: «Τα δικόγραφα που επιδίδονται από ένα διάδικο σε άλλον ή υποβάλλονται στο δικαστήριο πρέπει να αναφέρουν: 1) το δικαστήριο ή το δικαστή (…) και 5) τη χρονολογία (…)». Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι το κατασχετήριο έγγραφο πρέπει να φέρει το προβλεπόμενο από τις διατάξεις των άρθρων 118 και 983 παρ. 1 του ΚΠολΔ αναγκαίο περιεχόμενο. Η χρονολόγηση, όμως, του κατασχετηρίου εγγράφου δεν είναι ουσιώδες στοιχείο. Τούτο δε διότι κρίσιμος δεν είναι ο χρόνος της σύνταξης του κατασχετηρίου εγγράφου, αλλά εκείνος της επίδοσής του. Ως εκ τούτου, η έλλειψη χρονολογίας σύνταξης του κατασχετηρίου εγγράφου μπορεί να αναπληρωθεί από την χρονολογία της έκθεσης επίδοσης του αχρονολόγητου κατασχετηρίου εγγράφου, χωρίς αυτό να συνεπάγεται ακυρότητα ούτε οποιοδήποτε άλλο ελάττωμα της επιβληθείσας κατάσχεσης (πρβλ. ΑΠ 198/1994).