×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΝΣΚ/405/2004

Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Κωλύματα και ασυμβίβαστα Δημάρχων, Προέδρων Κοινοτήτων, Δημοτικών ή Κοινοτικών Συμβούλων.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Ως οικονομικό αντικείμενο της σύμβασης, για την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 47 παρ.2 και 8 και 50 του ΠΔ 410/1995, νοείται το συμφωνηθέν, για την εκτέλεση αυτής, αντάλλαγμα, ανεξαρτήτως του ποσού που τελικώς θα εισπραχθεί από τον αντισυμβαλλόμενο του Δήμου ή της Κοινότητας Δημοτικό ή Κοινοτικό Σύμβουλο. Εκδόθηκε η υπ'αριθ. 621/2004 Γνωμ.Ολομ.ΝΣΚ.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΝΣΚ/72/2002

ΟΤΑ. Κωλύματα εκλογιμότητας και ασυμβίβαστα για τους ειδικούς συμβούλους και ειδικούς συνεργάτες δημάρχων, καθώς και για τους γενικούς γραμματείς δήμων.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Δεν συντρέχει, κατά τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 47 του ΔΚΚ, κώλυμα εκλογιμότητας και ασυμβίβαστο για τους ειδικούς συμβούλους και ειδικούς συνεργάτες δημάρχων, καθώς και για τους γενικούς γραμματείς δήμων.


ΝΣΚ/155/2006

Δήμαρχοι, Πρόεδροι Κοινοτήτων. Δυνατότητα τέλεσης κηδείας διατελεσάντων Δημάρχων ή Προέδρων Κοινοτήτων με δημοτική ή κοινοτική δαπάνη.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Δεν είναι δυνατή, κατ’ άρθρο 175 παρ.4 του Δ.Κ.Κ., η τέλεση της κηδείας με δημοτική ή κοινοτική δαπάνη διατελεσάντων Δημάρχων ή Προέδρων Κοινοτήτων.


ΝΣΚ/116/2014

Κωλύματα και ασυμβίβαστα αιρετών οργάνων Ο.Τ.Α. – Υπάλληλοι δημοτικών νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου. Τα προβλεπόμενα στην παρ.1 περ.γ’ του άρθρου 14 του ν. 3852/2010 κωλύματα εκλογιμότητας και ασυμβίβαστα θέσεως αιρετών οργάνων Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού, καταλαμβάνουν τους υπαλλήλους των δημοτικών νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου (πάσης φύσεως δημοτικών επιχειρήσεων), με τα οποία αυτοί συνδέονται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου ή με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου. (ομοφ.)


ΝΣΚ/79/2000

Φροντιστήρια. Ισχύς των περιορισμών της παρ.4 του άρθρου 68 του ΑΝ 2545/1940 για τους διευθυντές των κέντρων (φροντιστηρίων) ξένων γλωσσών.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Πέραν από το ασυμβίβαστο της ιδιότητας του Διευθυντή με την ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου, οι λοιπές διατάξεις του ΑΝ 2545/1940 δεν θεσπίζουν ιδιαίτερα κωλύματα ή ασυμβίβαστα στο πρόσωπο του Δ/ντή. Ως εκ τούτου τα λοιπά κωλύματα, ασυμβίβαστα και περιορισμοί, που τίθενται για τον ιδιοκτήτη και ιδρυτή ιδιωτικού σχολείου ή φροντιστηρίου, δεν ισχύουν στο πρόσωπο του Διευθυντή αυτού.


ΝΣΚ/66/2002

ΟΤΑ. Ιατροί. Κωλύματα και ασυμβίβαστα.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Υφίσταται κώλυμα εκλογιμότητας στις εκλογές προς ανάδειξη των αρχών Τοπικής Αυτοδιοίκησης β΄ βαθμού και για τους γιατρούς που έχουν υπηρετήσει στην οικεία Περιφέρεια, κατά το έτος της διενέργειας των εκλογών, ως Γενικοί Διευθυντές ή Διευθυντές οργανικής μονάδος, όπως αυτή ορίζεται από τον οργανισμό ή κανονισμό του Νοσοκομείου, κατά περίπτωση. (ομοφ.)


ΙΚΑ/Α20/251/97/2013

ΙΚΑ/ΕΓΚ.47/2013 (ΑΔΑ: ΒΛΩΨ4691ΩΓ-ΝΓΓ): «Αναγνώριση στην ασφάλιση του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ / ή και του ΕΤΕΑ ( τ .ETEAM ) χρόνου που αντιστοιχεί στην θητεία Βουλευτών, Υπουργών, Υφυπουργών και των Αιρετών Προέδρων    Κοινοτήτων    ,    Δημάρχων    και   Νομαρχών ,σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 παρ.8 περ. β' του Ν.3863/2010 , όπως αυτές συμπληρώθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 138 παρ.Ζ' του Ν.4052/2012»

ΙΚΑ/Α 20/251/13/2014

Κοινοποίηση διατάξεων του άρθρου 90 του ν. 4182/13 που αφορούν Α.Κατάργηση των διατάξεων του άρθρου 5 παρ. 8 περ. β΄ του Ν.3863/2010, όπως αυτές συμπληρώθηκαν από το άρθρο 138 παρ. Ζ΄ του Ν.4052/2012, σχετικά με τη δυνατότητα αναγνώρισης στην ασφάλιση του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ / ή και του Ε.Τ.Ε.Α. (τ. ΕΤΕΑΜ) χρόνου που αντιστοιχεί στην θητεία  Βουλευτών, Υπουργών, Υφυπουργών και των Αιρετών,  Προέδρων Κοινοτήτων, Δημάρχων και Νομαρχών. Β.Υπαγωγή στην ασφάλιση του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ των προσώπων που απασχολούνται σε Ανεξάρτητες Αρχές.  (ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 16)(ΑΔΑ: ΒΙΕ94691ΩΓ-Χ60)

ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)267/2014

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ:Μη νόμιμη η καταβολη που αφορουσε  στη δαπάνη πληρωμής, στο "……" (…..), της πρώτης δόσης της προγραμματικής σύμβασης, που έχει συνάψει ο Δήμος          με το ανωτέρω νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, με αντικείμενο την "Επιστημονική υποστήριξη Δήμου …. στο πλαίσιο του Συμφώνου           των Δημάρχων και της Βιώσιμης Ανάπτυξης".(....)Υπό τα ανωτέρω δεδομένα και σύμφωνα με τις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, πρέπει να γίνουν δεκτά τα ακόλουθα: α) Κατ’ αρχάς, το Ε.Π.Ι.Σ.Ε.Υ. - το οποίο, σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ. 1 του ν.3685/2008, ΦΕΚ 148 Α΄, και το ιδρυτικό του π.δ/μα 271/1989, ΦΕΚ 129 Α΄, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το π.δ/μα 13/1998, ΦΕΚ 24 Α΄, αποτελεί Ε.Π.Ι., ήτοι αυτοτελές ν.π.ι.δ. εκτός δημοσίου τομέα, λειτουργούντος στο πλαίσιο του Τμήματος Ηλεκτρολόγων Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου - δεν μπορούσε, όπως προεκτέθηκε (ανωτέρω σκέψη 3β΄) να συμμετέχει στην ελεγχόμενη σύμβαση ως μοναδικός αντισυμβαλλόμενος του Δήμου, καθόσον δεν του αναγνωρίζεται από το νόμο    η δυνατότητα συμμετοχής του στις προγραμματικές συμβάσεις ως συνάπτοντα φορέα αλλά μόνο ως εκ τρίτου συμβαλλόμενο. Εξάλλου, δεν μπορεί να αποτελέσει νόμιμο έρεισμα για την σύναψη της ελεγχόμενης σύμβασης το άρθρο 11 παρ. 4 περ. δ΄ εδ. α΄ του μνημονευθέντος ν.3685/2008 (βλ. Ελ. Συν., Τμ. VII πράξη 181/2009), καθόσον η εν λόγω ειδική διάταξη, ισχύουσα παράλληλα με τις γενικές διατάξεις του εφαρμοζόμενου εν προκειμένω    άρθρου 100 του ν.3852/2010, παρέχει, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή       της με το άρθρο 32 παρ. 1 του ν.3794/2009 (ΦΕΚ 156 Α΄), στα Ε.Π.Ι.               τη δυνατότητα σύναψης προγραμματικών συμβάσεων μόνο όταν αυτές αφορούν στη «βασική έρευνα στο γνωστικό αντικείμενό τους» ή στην «έρευνα που εξυπηρετεί την ανάπτυξη τομέων του Δημοσίου και του ευρύτερου δημοσίου τομέα», περίπτωση που δεν συντρέχει στην προκειμένη περίπτωση                 (βλ. κατωτέρω στοιχείο γ΄ παρούσας σκέψης). Επομένως, η εντελλόμενη           με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα δαπάνη είναι μη νόμιμη και για τον ως       άνω λόγο, ο οποίος, αφού αφορά στο νόμω βάσιμο της δαπάνης και προκύπτει ευθέως από τα στοιχεία του φακέλου, μπορεί να εξετασθεί και αυπεπαγγέλτως από το Κλιμάκιο τούτο (βλ. 198/2009, 83, 75/2007 πράξεις Ι Τμ. Ελ. Συν.).β) Από το παρατεθέν περιεχόμενο της ελεγχόμενης σύμβασης προκύπτει, κατά ορθό νομικό χαρακτηρισμό αυτής, ότι, αν και φέρεται ως προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν.3852/2010 αυτή συνιστά       κατ’ ουσίαν απευθείας ανάθεση συνήθους εξ επαχθούς αιτίας δημόσιας σύμβασης υπηρεσιών από το Δήμο στο Ε.Π.Ι.Σ.Ε.Υ. Συγκεκριμένα, από το αντικείμενο της ελεγχόμενης σύμβασης και κυρίως από τη διαμόρφωση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλόμενων μερών προκύπτει ότι        δεν αφορά σε πραγματική συνεργασία για την, από κοινού, εκτέλεση δημόσιας αποστολής των συμβαλλόμενων φορέων στον τομέα σχετικά με την ανάπτυξη της περιοχής του Δήμου, που, όπως προεκτέθηκε (ανωτέρω σκέψη 3α΄, β΄), απαιτείται να αφορά η προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν.3852/2010. Αντίθετα, το Ε.Π.Ι.Σ.Ε.Υ. υποχρεούται, έναντι καταβολής ανταλλάγματος από το Δήμο (50.000,00 ευρώ πλέον Φ.Π.Α., βλ. ανωτέρω σκέψη 4), στη παροχή προς αυτόν, απλώς, συγκεκριμένων υπηρεσιών συμβούλου για την εκπόνηση του ΣΔΑΕ του Δήμου, υπηρεσίες που είναι ανοικτές στον ανταγωνισμό και παρέχονται ελεύθερα στον ιδιωτικό τομέα από οποιονδήποτε δραστηριοποιούμενο στο σχετικό τομέα πάροχο. Περαιτέρω, από τη μνημονευθείσα στην προηγούμενη σκέψη σχετική 123/10.3.2013 πράξη ανάθεσης του Δ.Σ. ….προκύπτει ότι η σύναψη της ελεγχόμενης σύμβασης συνιστά πρωτοβουλία του Δήμου, κατά την άσκηση της δραστηριότητάς του,     ο οποίος απέβλεψε στην υλοποίηση των ανατιθέμενων μ' αυτή υπηρεσιών        με την ανάθεσή τους στο ανάδοχο Ε.Π.Ι.Σ.Ε.Υ., ενώ από το περιεχόμενο της σύμβασης αυτής προκύπτει ότι η συμβολή του περιορίζεται αποκλειστικά     στην κάλυψη του κόστους για την παροχή των ανατεθεισών υπηρεσιών, βαρυνόμενος μόνο αυτός με το οικονομικό αντικείμενό της. Συνεπώς, τα μέρη δεν εκκινούν από την ίδια αφετηρία συμφερόντων με σκοπό την από κοινού εκπλήρωση μίας δημόσιας υπηρεσίας, αλλά ο Δήμος λειτουργεί ως αναθέτουσα αρχή που επιδιώκει την εκτέλεση υπηρεσίας εκ μέρους του αναδόχου Ε.Π.Ι.Σ.Ε.Υ., το οποίο επέχει θέση, απλώς, παρόχου υπηρεσιών, ελεγχόμενο    ως προς την προσήκουσα υλοποίηση του συμβατικού αντικειμένου, προκειμένου να λάβει το συμβατικό αντάλλαγμα, που συνιστά και το αποκλειστικό οικονομικό αντικείμενο της σύμβασης. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η ελεγχόμενη σύμβαση συνιστά πράγματι σύμβαση παροχής υπηρεσιών, μεταξύ ενός δήμου και ενός οικονομικού φορέα, συναπτόμενη        εξ επαχθούς αιτίας, αφού η παροχή του παρέχοντος την υπηρεσία Ε.Π.Ι.Σ.Ε.Υ. αντιστοιχεί στην υποχρέωση του Δήμου να καταβάλει αμοιβή. γ) Εφόσον, όπως έγινε δεκτό, η ελεγχόμενη σύμβαση συνιστά στην πραγματικότητα σύμβαση παροχής υπηρεσιών προς το Δήμο, η αξία της οποίας, χωρίς Φ.Π.Α., ανέρχεται στο ποσό των 50.000,00 ευρώ, η προσήκουσα διαδικασία ανάθεσής της ρυθμίζεται με τις μνημονευθείσες (ανωτέρω σκέψη 3.γ΄) διατάξεις των άρθρων 209 παρ. 2, 9 και 10, όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το άρθρο 20 παρ. 13 του ν.3731/2008, και 273 του Κ.Δ.Κ.. Στο πλαίσιο αυτό, κατ' αρχάς, σύμφωνα με την αρχή της οικονομικότητας, ως μερικότερης εκδήλωσης της γενικής αρχής της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, η οποία διέπει τη διαχείριση των δημόσιων οικονομικών και η οποία επιβάλλει την εκπλήρωση των σκοπών των δήμων      με την κατά το δυνατόν ελάχιστη επιβάρυνση του προϋπολογισμού τους         (βλ. και άρθρο 1 του ν.3871/2010 "Δημοσιονομική Διαχείριση και Ευθύνη", ΦΕΚ 141 Α΄, που καθιερώνει και νομοθετικά την ανωτέρω γενική αρχή),        δεν αποδεικνύεται από τον, έχοντα το σχετικό βάρος απόδειξης, Δήμο ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις ανάθεσης των υπηρεσιών, που αποτελούν αντικείμενο των ως άνω συμβάσεων, σε τρίτους ιδιώτες (εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία, που δεν διαθέτουν οι δημοτικοί υπάλληλοι ή απόδειξη αντικειμενικής έλλειψης επαρκούς προσωπικού). Περαιτέρω, σε κάθε περίπτωση, η απευθείας ανάθεση της ελεγχόμενης σύμβασης αντιβαίνει στο μνημονευθέν άρθρο 209 παρ. 9 του Κ.Δ.Κ., αφού η δαπάνη της υπερβαίνει       το ανώτατο όριο των 20.000,00 ευρώ, μέχρι του οποίου είναι επιτρεπτή βάσει ποσού η απευθείας