×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΝΣΚ/435/2008

Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Χορήγηση προθεσμίας εξόφλησης μισθώματος στο πλαίσιο της καλόπιστης εκτέλεσης σύμβασης μίσθωσης και βάσει των συναλλακτικών ηθών, εξαιτίας της συνδρομής τυχαίων γεγονότων και περιστατικών ανωτέρας βίας.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Το Ταμείο Εθνικού Στόλου δεν δύναται νομίμως, στο πλαίσιο της καλόπιστης εκτέλεσης της από 2-6-2005 σύμβασης μίσθωσης του Ιχθυοτροφείου του Ναυτικού Οχυρού Αράξου μεταξύ αυτού και του συνεταιρισμού «Ο ΑΓΙΟΣ ΠΕΤΡΟΣ», μετά την εκπνοή της χορηγηθείσας εισπρακτικής προθεσμίας και τη μερική καταβολή του μισθώματος, να χορηγήσει στο μισθωτή νέα προθεσμία προς ολική εξόφληση αυτού.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΝΣΚ/101/2008

Χορήγηση προθεσμίας εξόφλησης μισθώματος στο πλαίσιο της καλόπιστης εκτέλεσης σύμβασης μίσθωσης και βάσει των συναλλακτικών ηθών.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Το Ταμείο Εθνικού Στόλου δύναται νομίμως, στο πλαίσιο της καλόπιστης εκτέλεσης της από 2-6-2005 σύμβασης μίσθωσης του Ιχθυοτροφείου του Ναυτικού Οχυρού Αράξου μεταξύ αυτού και του συνεταιρισμού «Ο ΑΓΙΟΣ ΠΕΤΡΟΣ» να αποδεχθεί τη μερική καταβολή του μισθώματος και να χορηγήσει στο μισθωτή τρίμηνη προθεσμία προς πλήρη εξόφληση αυτού, προσαυξημένου κατά τους νόμιμους τόκους υπερημερίας.


ΕλΣυν/Τμ.7/29/2010

Από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται, μεταξύ άλλων, ότι συμπληρωματικές εργασίες δημόσιου έργου νομίμως εκτελούνται μετά την έγκριση και υπογραφή σχετικής συμπληρωματικής σύμβασης μόνο εφόσον δεν έχει ακόμη εξαντληθεί η συμβατική προθεσμία περάτωσης του έργου ή η νόμιμη παράταση αυτής. Εξάλλου, η σύνταξη Α.Π.Ε. και Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε. προηγείται της εκτέλεσης των υπερσυμβατικών ή νέων εργασιών, με εξαίρεση τις πρόσθετες εργασίες του άρθρου 44 του π.δ/τος 609/1985, που εκτελούνται πριν από τη σύνταξη Α.Π.Ε. κατόπιν έγγραφης εντολής της υπηρεσίας ή σε επείγουσες περιπτώσεις, κατόπιν προφορικής εντολής στον τόπο του έργου, που καταχωρείται στο ημερολόγιο του έργου. Παράταση της προθεσμίας χορηγηθείσα μετά τη λήξη της αρχικής ή της νόμιμα παραταθείσης προθεσμίας δεν αποτελεί όντως παράταση αυτής (εφόσον λαμβάνει χώρα μετά την εκπνοή της και πέραν από την καταληκτική ημερομηνία της), αλλά χορήγηση νέας προθεσμίας, η οποία όμως δεν προβλέπεται από τις προαναφερθείσες διατάξεις. Κατά συνέπεια, δαπάνες που αφορούν σε υπερσυμβατικές εργασίες δημόσιου έργου, δηλαδή αυξημένες ποσότητες ή νέες εργασίες σε σχέση με τις συμβατικές, που έχουν εκτελεστεί κατά παράβαση των ως άνω διατάξεων, δηλαδή πριν από την εμπρόθεσμη σύνταξη και έγκριση Α.Π.Ε. και μετά την εκπνοή της συμβατικής προθεσμίας εκτέλεσης του έργου ή των νόμιμα χορηγηθεισών παρατάσεων αυτής, δεν είναι νόμιμες. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα οδηγούσε σε αποδοχή της δυνατότητας καταστρατηγήσεων των σχετικών περί προθεσμιών διατάξεων, η τήρηση των οποίων, υπαγορεύεται από λόγους δημόσιας τάξεως, εφόσον συνδέονται άμεσα με το δημόσιο συμφέρον ολοκλήρωσης του έργου και παράδοσης του έγκαιρα προς θεραπεία δημόσιου σκοπού (βλ. Πράξεις VΙΙ Τμ. 19, 86, 168, 362/2006, 79, 252/2007, 75/2009).

ΔΕΔ/Θεσ/266/2025

Η απόφαση (266/2025) αφορά την αποδοχή ενδικοφανούς προσφυγής κατά πράξης επιβολής προστίμου ύψους 100,00€ για εκπρόθεσμη υποβολή τροποποιητικής δήλωσης πληροφοριακών στοιχείων μίσθωσης ακίνητης περιουσίας του 2019 (άρθρο 53 του ν. 5104/2024). Η δήλωση αφορούσε την παράταση της διάρκειας της μίσθωσης από 01/07/2018 έως 30/06/2020. Ο προσφεύγων ζήτησε ακύρωση, υποστηρίζοντας ότι δεν υπήρχε φορολογική υποχρέωση υποβολής, καθώς δεν μεταβλήθηκε το ποσό του μισθώματος. Η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών ακύρωσε το πρόστιμο, εφαρμόζοντας την αρχή της αναδρομικής εφαρμογής της ελαφρύτερης διοικητικής κύρωσης. Ειδικότερα, έκρινε ότι η υπόθεση εμπίπτει στις διατάξεις των αποφάσεων Α.1139/2020 και Α.1019/2021, οι οποίες προέβλεπαν απαλλαγή από κυρώσεις για εκπρόθεσμες τροποποιητικές δηλώσεις λόγω σιωπηρής παράτασης, εφόσον υποβλήθηκαν εντός συγκεκριμένης προθεσμίας.


ΝΣΚ/97/2008

Συμπλήρωση – Διευκρίνιση προσφοράς σε δημοπρασία δημοσίου έργου.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
α) Νομίμως απορρίπτεται προσφορά τεχνικής εταιρίας, η οποία συμμετείχε σε ανοικτό διαγωνισμό εκτελέσεως δημοσίου έργου, στα πλαίσια δε απαίτησης ειδικού όρου της διακήρυξης για υποβολή πιστοποιητικού εμπειρίας στην κατασκευή προκατασκευασμένων κτιρίων, κατέθεσε πιστοποιητικό καλής εκτέλεσης για έργα που δεν είχαν ολοκληρωθεί. β) Δεν επιτρέπεται, μετά την εκπνοή της προθεσμίας υποβολής των προσφορών, η κατάθεση από την ίδια εταιρία, προς συμπλήρωση της προσφοράς της, νέων πιστοποιητικών εμπειρίας για άλλα έργα που είχαν ολοκληρωθεί από αυτήν, καθόσον στην προκειμένη περίπτωση πρόκειται για αντικατάσταση μη νομίμου δικαιολογητικού.


ΕλΣυν/Κλιμ.7/300/2015

Παράταση προθεσμίας.Με τις διατάξεις του ν. 3669/2008,άρθρο 48,παρέχεται η δυνατότητα παράτασης της προθεσμίας αποπεράτωσης δημοσίου έργου, κατά τη διάρκεια της εκτέλεσής του και πριν από την εκπνοή αυτής, μετά από σχετική αίτηση του οικείου αναδόχου και έγκριση αυτής από την προϊσταμένη αρχή. Η αίτηση του αναδόχου για παράταση της συμβατικής προθεσμίας, που αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την έκδοση της σχετικής εγκριτικής απόφασης, πρέπει να υποβληθεί πριν από τη λήξη της αρχικής συμβατικής προθεσμίας εκτέλεσης του οικείου έργου ή της νόμιμης παράτασής της, ενώ για την έκδοση από την αρμόδια αρχή της σχετικής εγκριτικής απόφασης δεν τίθεται προθεσμία, ούτε καθορίζεται ο χρόνος έναρξης ισχύος της. Εν όψει δε της γενικής αρχής περί μη αναδρομικής ισχύος των συστατικών ατομικών διοικητικών πράξεων, η σχετική εγκριτική απόφαση δεν μπορεί να ανατρέξει σε χρόνο προγενέστερο της έκδοσής της, εκτός εάν αυτή εκδοθεί εντός ευλόγου χρόνου από τη λήξη της συνολικής προθεσμίας εκτέλεσης του έργου, οπότε ανατρέχει στο χρόνο αυτό. Και τούτο, διότι, σε αντίθετη περίπτωση, η καθυστέρηση έκδοσης της εγκριτικής απόφασης λόγω υπαιτιότητας του κυρίου του έργου θα απέβαινε σε βάρος του αναδόχου που υπέβαλε το σχετικό αίτημά του εντός της προθεσμίας για την ολοκλήρωση του έργου, λαμβανομένης υπόψη και της υποχρέωσης του τελευταίου για συνέχιση της κατασκευής  του εντός της οριακής προθεσμίας (βλ. Αποφ. VI Τμ. 3101/2012, 2753/2011, Πράξεις Κλιμ. VII Tμ. 158, 141/2014).


ΕλΣυν/Κλ.Τμ.7/31/2012

Παράταση της προθεσμίας χορηγηθείσα μετά τη λήξη της αρχικής δεν αποτελεί όντως παράταση αυτής (εφ’ όσον λαμβάνει χώρα μετά την εκπνοή της και πέραν της καταληκτικής ημερομηνίας της), αλλά χορήγηση νέας προθεσμίας, η οποία, όμως, δεν προβλέπεται από τις προαναφερθείσες διατάξεις. Κατά συνέπεια, δαπάνες που αφορούν σε εργασίες δημόσιου-δημοτικού έργου, οι οποίες έχουν εκτελεσθεί κατά παράβαση των ανωτέρω διατάξεων, δηλαδή μετά την εκπνοή της συμβατικής προθεσμίας εκτέλεσης του έργου ή των νόμιμα χορηγηθεισών παρατάσεων αυτής, δεν είναι νόμιμες. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα οδηγούσε σε αποδοχή της δυνατότητας καταστρατήγησης των σχετικών περί προθεσμιών διατάξεων, η τήρηση των οποίων, υπαγορεύεται από λόγους δημόσιας τάξης, εφόσον συνδέονται άμεσα με το δημόσιο συμφέρον ολοκλήρωσης και παράδοσης ενός δημόσιου έργου. Εξάλλου, με την εγκριτική της παράτασης απόφαση προσδιορίζεται πάντοτε και ο υπαίτιος της καθυστέρησης των εργασιών – κύριος του έργου ή ανάδοχος, διότι, εφόσον υπαίτιος για την υπέρβαση είναι ο ανάδοχος, αφενός η εγκρινόμενη παράταση της προθεσμίας είναι ειδική «χωρίς αναθεώρηση», που σημαίνει ότι η αναθεώρηση των συμβατικών τιμών παγιώνεται στο ύψος της αναθεωρητικής περιόδου, η οποία συμπίπτει με τη λήξη της αρχικής συμβατικής προθεσμίας, αφετέρου επιβάλλονται οι σχετικές ποινικές ρήτρες, ανεξάρτητα από την έγκριση της παράτασης αυτής. Επιπλέον δε, ο προϊστάμενος της διευθύνουσας υπηρεσίας, προ της εγκρίσεως της παράτασης και σε αντιπαράσταση με τον ανάδοχο, καταρτίζει πίνακα διαχωρισμού των εργασιών, σε εκείνες που μπορούσαν και έπρεπε να εκτελεσθούν σε προηγούμενη αναθεωρητική περίοδο και στις λοιπές εργασίες. Αντιθέτως, υπάρχει υποχρέωση της διευθύνουσας υπηρεσίας να εγκρίνει την προτεινόμενη αναμόρφωση του εγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος του έργου και την παράταση του χρόνου εκτέλεσής του «με αναθεώρηση», χωρίς να απαιτείται επιπλέον η σύνταξη του ανωτέρω πίνακα διαχωρισμού των αναγκαίων εργασιών, όταν σημειώνεται καθυστέρηση εκτέλεσης αυτών, μη οφειλόμενη σε υπαιτιότητα του αναδόχου ή η καθυστέρηση προήλθε από την εκτέλεση νέων εργασιών (πρβλ. Απόφ. Τμ. Μείζονος-Επταμελούς Σύνθεσης 3208, 3053/2011, VI Τμ. 2753/2011, Πρ. VII Τμ. 46, 2/2012, 280, 244/2010, 103, 92/2009, IV Τμ. 60/2011). Περαιτέρω, σε περίπτωση που στην εγκριτική απόφαση της προϊσταμένης αρχής για την παράταση της συμβάσεως δεν αναφέρεται αν γίνεται με αναθεώρηση ή χωρίς αναθεώρηση, θα πρέπει στην απόφαση αυτή να αναφέρεται ότι ο ανάδοχος δεν είναι υπαίτιος για την επιμήκυνση του χρόνου ολοκληρώσεως του έργου ή τουλάχιστον αυτό να προκύπτει από τα λοιπά στοιχεία του φακέλου, οπότε τεκμαίρεται ότι η προϊσταμένη αρχή σιωπηρά αποδέχθηκε ότι δεν υπάρχει υπαιτιότητα του αναδόχου (βλ. Πρ. IV Τμ. 111/2002, πρβλ. Πρ. VII Τμ. 46/2012).


ΝΣΚ/211/2013

Δημόσιες Συμβάσεις – Μερική ανυπαίτια αδυναμία παροχής – Μερική παραλαβή – Προϋποθέσεις.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Το Ελληνικό Δημόσιο δύναται να παραλάβει οριστικά το εκτελεσθέν από την ανάδοχο μέρος του έργου, να της καταβάλλει το συμβατικό τίμημα, που αντιστοιχεί στο μέρος αυτό (μετά του αναλογούντος Φ.Π.Α.) και, καθόσον αφορά το μη εκτελεσθέν μέρος του έργου, να συμφωνήσει με την ανάδοχο την οριστική λύση της συμβάσεως, αζημίως για αμφοτέρους τους συμβαλλομένους, εφόσον τα αρμόδια επί της συμβάσεως όργανα του Ελληνικού Δημοσίου βεβαιώσουν εγγράφως ότι συντρέχουν οι ακόλουθες ουσιαστικές προϋποθέσεις: 1. Η παροχή του μέρους του έργου, που δεν εκτελέσθηκε από την ανάδοχο είχε καταστεί αδύνατη πριν από τη λήξη του χρόνου, που προβλέπονταν από τη σύμβαση για την παράδοσή του, η αδυναμία δε αυτή δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα της αναδόχου (μερική ανυπαίτια αδυναμία παροχής). 2. Το μέρος του έργου, που έχει εκτελεσθεί από την ανάδοχο: α) παραδόθηκε στον εργοδότη εντός της προθεσμίας και σύμφωνα με τους όρους, που προβλέπονται από την σύμβαση, β) ανταποκρίνεται πλήρως στις προδιαγραφές (ποσοτικές, ποιοτικές, τεχνικές κ.λπ.), που προβλέπονται από τη σύμβαση και τα παραρτήματα αυτής και γ) σκοπούμενο αυτοτελώς και ανεξάρτητα από το μη εκτελεσθέν μέρος του έργου, είναι κατάλληλο, να εξυπηρετήσει, έστω και εν μέρει, τους σκοπούς για τους οποίους παραγγέλθηκε το όλο έργο. 3. Λαμβανομένων υπόψη των αρχών της καλής πίστεως και των συναλλακτικών ηθών, είναι προς το συμφέρον του Ελληνικού Δημοσίου η οριστική παραλαβή και χρησιμοποίηση του εκτελεσθέντος μέρους του έργου. (ομοφ.)


ΕΣ/ΤΜ.6/2267/2013

Κατασκευή τμήματος οδού...ζητείται η ανάκληση της 118/2013 Πράξης του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν ανωτέρω, το Τμήμα κρίνει ότι η εκτέλεση του συνόλου των εργασιών που αποτελούν το αντικείμενο του σχεδίου της 2ης συμπληρωματικής σύμβασης κατέστησαν το Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου κατά χρόνο αναρμόδιο για τον έλεγχο νομιμότητάς της, όπως ορθώς κρίθηκε και με την προσβαλλόμενη πράξη, και όσα αντίθετα σχετικά υποστηρίζονται με την κρινόμενη αίτηση είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Και τούτο διότι, άλλως, ο έλεγχος του Ελεγκτικού Συνεδρίου θα ήταν κατασταλτικός και ως εκ τούτου μη προβλεπόμενος από τις προπαρατεθείσες διατάξεις, οι οποίες θεσπίζουσες ως προσυμβατικό και προληπτικό τον έλεγχο αυτό, δεν αποσκοπούν στην εκ των υστέρων «νομιμοποίηση» εργασιών που έχουν ήδη εκτελεσθεί, αλλά αντιθέτως αποσκοπούν αφενός μεν στην εξασφάλιση της διαφάνειας και της αντικειμενικότητας στην ανάθεση των δημοσίων συμβάσεων, και αφετέρου στην πρόληψη τυχόν παραλείψεων ή παραβάσεων της κείμενης νομοθεσίας και, συνεπώς, στην αποφυγή κατάρτισης μη νόμιμων συμβάσεων. Απορριπτέοι δε πρωτίστως ως αλυσιτελείς είναι οι ισχυρισμοί του αιτούντος ότι: α) εν προκειμένω εκτελέστηκαν νόμιμα πριν την έγκρισή τους πρόσθετες εργασίες κατ' εντολή της αναθέτουσας αρχής, με σκοπό την αποτροπή άσκοπης παράτασης της προθεσμίας του έργου και περαιτέρω αδικαιολόγητης αναθεώρησης των τιμών που προσαυξάνουν ανεπίτρεπτα το κόστος κατασκευής του, ενόψει του πνεύματος της περί δημοσίων έργων νομοθεσίας, καθώς και των αρχών της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών που διέπουν τη συμβατική σχέση μεταξύ του αναδόχου και του κυρίου του έργου και ότι, ως εκ τούτου, ο 2ος Α.Π.Ε. που συνοδεύει την υπό κρίση 2η συμπληρωματική σύμβαση εγκρίθηκε τελικά κατά τα προαναφερόμενα προς τακτοποίηση των ποσοτήτων των εργασιών του έργου και προκειμένου ο ανάδοχος να λάβει την αμοιβή του, γεγονός που αποτελεί πάγια πρακτική στην εκτέλεση των δημοσίων έργων, καθόσον δεν είναι δυνατόν να διακόπτονται κάθε φορά εργασίες εκτέλεσης του έργου έως ότου συνταχθεί και εγκριθεί ο οικείος Α.Π.Ε. και β) συντρέχουν λόγοι υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος και συγγνωστής πλάνης των οργάνων αυτού, δοθέντος ότι και αληθείς υποτιθέμενοι δεν δύνανται να άρουν τη χρονική αναρμοδιότητα του Ελεγκτικού Συνεδρίου προς έλεγχο εκτελεσθείσας συμβάσεως.Απορρίπτει την αίτηση ανακλήσεως.


ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)230/2013

Εξόφληση του 1ου λογαριασμού του έργου «Ασφαλτόστρωση οδών ΔήλεσιII.(...) Ο ν. 3669/2008 «Κύρωση της κωδικοποίησης της νομοθεσίας κατασκευής δημόσιων έργων» (ΦΕΚ Α΄ 116) ορίζει, στο άρθρο 46, ότι: «1. Σε κάθε σύμβαση κατασκευής έργου ορίζεται προθεσμία για την περάτωσή του στο σύνολο και κατά τμήματα. Μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την υπογραφή της σύμβασης, ο ανάδοχος με βάση την ολική και τις τμηματικές προθεσμίες, συντάσσει και υποβάλλει στη διευθύνουσα υπηρεσία το χρονοδιάγραμμα κατασκευής του έργου. 2. Η διευθύνουσα υπηρεσία εγκρίνει μέσα σε δέκα (10) ημέρες το χρονοδιάγραμμα και μπορεί να τροποποιήσει τις προτάσεις του αναδόχου σχετικά με τη σειρά και τη διάρκεια κατασκευής των έργων, ανάλογα με τις δυνατότητες χρονικής κλιμάκωσης των πιστώσεων, μέσα στα όρια των συμβατικών προθεσμιών. Το εγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα αποτελεί συμβατικό στοιχείο του έργου. … Η έναρξη των εργασιών του έργου από μέρους του αναδόχου δεν μπορεί να καθυστερήσει πέραν των τριάντα (30) ημερών από την υπογραφή της σύμβασης», ενώ στο άρθρο 48 του ιδίου ως άνω νόμου ορίζεται ότι: «1.  Κάθε σύμβαση, εκτός από την προθεσμία για την περάτωση του συνόλου του έργου (συνολική προθεσμία), περιλαμβάνει και προθεσμίες για την ολοκλήρωση συγκεκριμένων τμημάτων αυτού (τμηματικές προθεσμίες). … 2. Όλες οι προθεσμίες (συνολική και τμηματικές) αρχίζουν από την υπογραφή της σύμβασης, εκτός αν στα συμβατικά τεύχη ορίζεται διαφορετικά. 3.  Μέσα στη συνολική προθεσμία πρέπει να έχουν τελειώσει όλες οι επί μέρους εργασίες του έργου και να έχουν ολοκληρωθεί οι τυχόν προβλεπόμενες από τη σύμβαση δοκιμές. Το ίδιο ισχύει αναλογικά και για τις τμηματικές προθεσμίες. … 7. Ο ανάδοχος είναι υποχρεωμένος να συνεχίσει την κατασκευή του έργου για επιπλέον της συνολικής προθεσμίας χρονικό διάστημα ίσο προς το ένα τρίτο (1/3) αυτής και πάντως όχι μικρότερο των τριών (3) μηνών (οριακή προθεσμία). … 8. Παράταση της συνολικής ή των τμηματικών προθεσμιών εγκρίνεται: α) Είτε «με αναθεώρηση», όταν η καθυστέρηση του συνόλου των εργασιών του έργου ή του αντίστοιχου τμήματος δεν οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα του αναδόχου ή προκύπτει από αύξηση του αρχικού συμβατικού αντικειμένου. β) Είτε «χωρίς αναθεώρηση», για το σύνολο ή μέρος των υπολειπόμενων εργασιών, όταν η παράταση κρίνεται σκόπιμη για το συμφέρον του έργου, έστω και αν η καθυστέρηση του συνόλου ή μέρους των υπολειπόμενων εργασιών οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα του αναδόχου. Σε περίπτωση έγκρισης παράτασης προθεσμίας «χωρίς αναθεώρηση» για το σύνολο των υπολειπόμενων εργασιών του έργου ή μιας τμηματικής προθεσμίας του, επιβάλλονται οι σχετικές ποινικές ρήτρες, ανεξάρτητα από την έγκριση της παράτασης αυτής. … 10.  Η έγκριση των παρατάσεων προθεσμιών γίνεται από την προϊσταμένη αρχή, ύστερα από αίτηση του αναδόχου. Παράταση μπορεί να εγκριθεί και χωρίς αίτηση του αναδόχου, αν αυτή δεν υπερβαίνει την οριακή προθεσμία.(…)». Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων του άρθρου 36 του ν.  3669/2008 «Κύρωση της κωδικοποίησης της νομοθεσίας κατασκευής δημοσίων έργων» (Α΄ 116)  και του π.δ. 171/1987 «Όργανα που αποφασίζουν ή γνωμοδοτούν και ειδικές ρυθμίσεις σε θέματα έργων που εκτελούνται από τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) και άλλες σχετικές διατάξεις» (Α΄ 84),  συνάγεται ότι για έργα που εκτελούνται από τους Δήμους διευθύνουσα ή επιβλέπουσα υπηρεσία που είναι αρμόδια για την παρακολούθηση, τον έλεγχο ή την διοίκηση των έργων αυτών, είναι η τεχνική τους υπηρεσία και σε περίπτωση που δεν υπάρχει, η τεχνική υπηρεσία Δήμων και Κοινοτήτων της Νομαρχίας (ΤΥΔΚ, Πράξη VII Τμ. 215/2011), ενώ μετά τη θέσπιση του  ν. 3852/2010 (από 1.1.2011) αρμόδια είναι η τεχνική υπηρεσία του δήμου της έδρας του νομού (άρθρα 258 και 280 παρ.VII ν. 3852/2010). Από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται, μεταξύ άλλων, ότι οι εργασίες δημόσιου έργου εκτελούνται νομίμως μετά την υπογραφή σχετικής σύμβασης, μόνο εφόσον δεν έχει ακόμη εξαντληθεί η συμβατική προθεσμία περάτωσης του έργου ή η νόμιμη παράταση αυτής από την προϊσταμένη αρχή. Παράταση της προθεσμίας χορηγηθείσα μετά τη λήξη της αρχικής ή της νόμιμα παραταθείσας προθεσμίας δεν είναι νόμιμη (εφόσον λαμβάνει χώρα μετά την εκπνοή της και πέραν από την καταληκτική ημερομηνία της), αλλά συνιστά χορήγηση νέας προθεσμίας, η οποία δεν προβλέπεται από τις προαναφερθείσες διατάξεις. Για τον ίδιο λόγο δεν είναι δυνατή ούτε η σύναψη νέας σύμβασης προκειμένου να χορηγηθεί νέα προθεσμία εκτέλεσης του έργου, διότι αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα οδηγούσε σε αποδοχή της δυνατότητας καταστρατηγήσεων των σχετικών περί προθεσμιών διατάξεων, η τήρηση των οποίων υπαγορεύεται από λόγους ασφάλειας δικαίου και δημόσιας τάξεως, εφόσον συνδέονται άμεσα με το δημόσιο συμφέρον ολοκληρώσεως του έργου και παραδόσεώς του έγκαιρα προς θεραπεία δημόσιου σκοπού.  Κατά συνέπεια, δαπάνες που αφορούν σε εργασίες δημόσιου έργου, οι οποίες έχουν εκτελεσθεί μετά την εκπνοή της προβλεπόμενης από τις προαναφερόμενες διατάξεις συμβατικής προθεσμίας εκτέλεσης του έργου ή των νόμιμα χ

ΕλΣυν/Τμ.4/206/2009

Δεν επιτρέπεται όμως σε καμμία περίπτωση ο επιμερισμός (κατάτμηση) εργασιών, που επί τη βάσει λειτουργικών κριτηρίων, όπως η οικονομική και η τεχνική λειτουργία του αποτελέσματος στο οποίο αυτές αποβλέπουν, σύμφωνα με στοιχεία, όπως η ταυτόχρονη έναρξη των διαδικασιών αναθέσεώς τους και η ενότητα του γεωγραφικού πλαισίου, εντός του οποίου πρόκειται αυτές να εκτελεστούν, αποτελούν τμήματα ενός ενιαίου έργου και για το οικονομοτεχνικώς άρτιο αυτού επιβάλλεται να ανατεθούν με έναν ενιαίο διαγωνισμό (βλ. ΕλΣ IV Τμ. πράξεις 88, 72, 13, 5/2008, 89, 21, 18/2007, 43, 44, 45/2006, 137/2004). Επίσης δεν επιτρέπεται ο επιμερισμός εργασιών που αποτελούν εργασίες συμπληρωματικές αυτών ενός ήδη ανατεθέντος και εκτελούμενου έργου του οικείου φορέα. Τέτοιες είναι εργασίες συναφείς με το οικείο έργο, οι οποίες δεν περιλαμβάνονται στην αρχική του σύμβαση, δεν μπορούν, τεχνικά ή οικονομικά, να διαχωρισθούν από αυτές της αρχικής συμβάσεως χωρίς να δημιουργήσουν μείζονα προβλήματα για την αναθέτουσα αρχή, είτε, παρά τη δυνατότητα διαχωρισμού τους, είναι απόλυτα αναγκαίες για την τελειοποίηση του έργου, κατέστησαν δε αναγκαίες κατά την εκτέλεσή του λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων, πραγματικών δηλαδή γεγονότων τα οποία δεν ανάγονται στο χρόνο καταρτίσεως της αρχικής συμβάσεως και τα οποία, παρότι η μελέτη (οριστική ή προμελέτη), με βάση την οποία προσδιορίσθηκε το τεχνικό αντικείμενο του έργου, υπήρξε κατά το δυνατόν πλήρης και ακριβής, αντικειμενικά δεν μπορούσαν να προβλεφθούν σύμφωνα με τους κανόνες επιμέλειας του μέσου συνετού ανθρώπου του οικείου κλάδου. Οι εργασίες αυτές (συμπληρωματικές) ανατίθενται στον ανάδοχο του οικείου αρχικού έργου με ειδικώς αιτιολογημένη απόφαση του αρμοδίου οργάνου, ώστε να καθίσταται εφικτός ο έλεγχος της συνδρομής ή των προϋποθέσεων χαρακτηρισμού των ανατιθέμενων εργασιών ως συμπληρωματικών. Δεν αποτελούν πάντως συμπληρωματικές εργασίες οι εργασίες που αφορούν στη διαφοροποίηση, στην επέκταση του τεχνικού αντικειμένου ή στη βελτίωση της ποιότητας του έργου (βλ. ΕλΣ ΙV Τμ. πράξεις 199, 120/2008, 122, 143, 63/2007, 91, 88, 56/2006).(...)Από το συνδυασμό των προεκτιθέμενων διατάξεων, συνάγεται ότι η σύναψη συμβάσεως εκτελέσεως συμπληρωματικών εργασιών δημόσιου έργου είναι νόμιμη μόνο όταν η απόφαση για την ανάθεση των οικείων εργασιών και η υπογραφή της συμβάσεως λαμβάνουν χώρα πριν από τη λήξη της συμβατικής συνολικής προθεσμίας εκτελέσεως του οικείου έργου ή της νόμιμης παρατάσεώς της, ήτοι παρατάσεως που εγκρίνεται με σχετική απόφαση της προϊσταμένης αρχής του έργου, η οποία όμως έχει εκδοθεί πριν από τη λήξη της αρχικής ή της νόμιμα παραταθείσας συνολικής προθεσμίας εκτελέσεώς του. Η έκδοση δε αποφάσεως για παράταση του χρόνου εκτελέσεως του έργου μετά την εκπνοή της αρχικής ή νομίμως παραταθείσας συμβατικής συνολικής προθεσμίας εκτελέσεώς του, δε συνεπάγεται την παράταση αλλά αποτελεί μη προβλεπόμενη από τις ως άνω διατάξεις χορήγηση νέας προθεσμίας εκτέλεσης του έργου (βλ. ΕλΣ VII Τμ. πράξη 92/2009).