ΝΣΚ/444/2012
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Πειθαρχική αρμοδιότητα Πρύτανη – Δυνατότητα ή μη διενέργειας Ε.Δ.Ε. – Παραπομπή ή μη υπόθεσης στο Πειθαρχικό Συμβούλιο – Διαδικασία.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
α) Ο Πρύτανης του Ε.Μ.Π., υπό την ιδιότητά του ως πειθαρχικός προϊστάμενος, και εφόσον κρίνει ότι η υπόθεση χρήζει περαιτέρω διερεύνηση, δεν δύναται κατά νόμο ούτε α) να ζητήσει τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης και να καλέσει τον υπάλληλο σε απολογία ούτε β) να διατάξει Ένορκή Διοικητική Εξέταση (Ε.Δ.Ε.). (ομοφ.) β) Ο Πρύτανης υποχρεούται να παραπέμψει την πειθαρχική υπόθεση στο Υπηρεσιακό Συμβούλιο υπό τις προϋποθέσεις της παρ. 6 του άρθρου 118 του Υ.Κ. και συγκεκριμένα εφόσον, ως πειθαρχικός προϊστάμενος, που έχει επιληφθεί της πειθαρχικής υπόθεσης του ανωτέρω υπαλλήλου, κατόπιν της ως άνω παραπομπής, κρίνει ότι το αποδιδόμενο πειθαρχικό παράπτωμα επισύρει ποινή ανώτερη της αρμοδιότητάς του. Για την παραπομπή αυτή πρέπει να εισαχθεί η πειθαρχική υπόθεση στη Σύγκλητο του Ιδρύματος προκειμένου η τελευταία να προβεί στην παραπομπή της στο οικείο πειθαρχικό συμβούλιο. (ομοφ.)
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/93/2023
Eρωτάται: α) Yπό ποιες προϋποθέσεις υποχρεούται ο Πρύτανης του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, ως πειθαρχικώς Προϊστάμενος των υπαλλήλων του, να παραπέμψει πειθαρχική υπόθεση στο αρμόδιο όργανο του Ιδρύματος και β) ποιο από τα αναφερόμενα στο άρθρο 7 του ν. 4957/2022 (Α΄ 141) συλλογικά όργανα Διοίκησης των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (Α.Ε.Ι.) επέχει θέση Διοικητικού Συμβουλίου, κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 118 παρ. 6 και 123 παρ. 1 του ν. 3528/2007 (Α΄ 26), όπως αντικαταστάθηκαν με το άρθρο δεύτερο του ν. 4057/2012 (Α΄ 54).(...)α) Ο Πρύτανης του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, ως πειθαρχικώς Προϊστάμενος των υπαλλήλων του, υποχρεούται να παραπέμψει την πειθαρχική υπόθεση στο Συμβούλιο Διοίκησης του Ιδρύματος, ως συλλογικό αρμόδιο όργανο, υπό την προϋπόθεση ότι έχει κρίνει ότι το πειθαρχικό παράπτωμα επισύρει ποινή ανώτερη της αρμοδιότητάς του (ομόφωνα). β) Το Συμβούλιο Διοίκησης του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών επέχει θέση Διοικητικού Συμβουλίου, κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 118 παρ. 6 και 123 παρ. 1 του ν. 3528/2007 (Α΄ 26), όπως αντικαταστάθηκαν με το άρθρο δεύτερο του ν. 4057/2012 (Α΄ 54) (ομόφωνα).
ΝΣΚ/351/2011
ΑΕΙ-ΔΕΠ – Πειθαρχική δίωξη μελών ΔΕΠ – Σχέση πειθαρχικής και ποινικής δίκης – Παραγραφή – Αναστολή παραγραφής.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
1.α) Μετά την έκδοση της 7612/2009 απόφασης, δεν έχει τη νομική δυνατότητα η Διοίκηση του Ιδρύματος (Πρύτανης ή επέχων θέση Πρύτανη) να παραπέμψει τον κ. Ι.Β. στο Πειθαρχικό Συμβούλιο μελών ΔΕΠ, αφού κρίθηκε αμετάκλητα ότι δεν έχει διαπράξει τις πράξεις που του αποδόθηκαν. β) Μετά την έκδοση της 7078/2010 αθωωτικής για αυτόν τελεσίδικης απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αθηνών, παρέχεται μεν η νομική δυνατότητα στο Πρύτανη να ασκήσει πειθαρχική δίωξη κατά του κ. Ι.Β., πλην η άσκηση αυτή προϋποθέτει και τη συνδρομή των ουσιαστικών προϋποθέσεων, ήτοι την ύπαρξη σοβαρών υπονοιών ή σαφών ενδείξεων και επαρκών στοιχείων για τη, σε βάρος του κ. Ι.Β., στοιχειοθέτηση πειθαρχικού παραπτώματος και κυρίως ότι δεν συντρέχει περίπτωση παραγραφής. Σε αντίθετη περίπτωση πρέπει ο Πρύτανης να απόσχει από κάθε σχετική ενέργεια και να θέσει την υπόθεση στο αρχείο. ια) Υπό την εκδοχή της αιτιολογημένης κρίσης του Πρύτανη για άσκηση πειθαρχικής δίωξης κατά του κ. Ι.Β., στοιχειοθετείται το πειθαρχικό παράπτωμα του άρθρου 326 του Ν 5343/1932, ότι «επιδεικνύει διαγωγή που απάδει στην αξιοπρέπεια του πανεπιστημιακού λειτουργού». ιβ) Η παραπομπή θα γίνει απ’ ευθείας από τον Πρύτανη, εφόσον τα στοιχεία είναι επαρκή για τη στοιχειοθέτηση πειθαρχικού παραπτώματος. Εναπόκειται στην κυρίαρχη κρίση του Πρύτανη να διατάξει ή όχι τη διενέργεια νομότυπης διοικητικής έρευνας (προκαταρκτικής εξέτασης ή ΕΔΕ), κατά τα άρθρα 125 και 126 του νέου Υ.Κ., που έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τα μέλη ΔΕΠ. (ομοφ.) 2. Μετά την 49523/2008 απόφαση δεν έχει τη νομική δυνατότητα η Διοίκηση του Ιδρύματος να παραπέμψει τον κ. Ι.Ε. στο Πειθαρχικό Συμβούλιο μελών ΔΕΠ, αφού κρίθηκε αμετάκλητα ότι δεν έχει διαπράξει τις πράξεις που του αποδόθηκαν. Η πενταετής παραγραφή συμπληρώθηκε στις 27-5-2009. (πλειοψ.)
ΝΣΚ/228/2016
Αν ο Περιφερειακός Διευθυντής Εκπαίδευσης και οι Πειθαρχικοί Προϊστάμενοί του (η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου) είναι αρμόδιοι μόνο να παραπέμπουν στο Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο τους εκπαιδευτικούς υπαλλήλους της παρ. 7 του άρθρου έκτου του ν. 4057/2012 ή και να επιβάλλουν, ως μονομελή πειθαρχικά όργανα, τις ποινές της έγγραφης επίπληξης και του προστίμου.(...) Κάθε πειθαρχικός προϊστάμενος οφείλει, μετά την ισχύ του ν. 4057/2012, να παραπέμπει προς κρίση, απευθείας στο Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο και ανεξάρτητα από το είδος του πειθαρχικού παραπτώματος, τους οριζόμενους στη διάταξη της παρ. 7 του άρθρου έκτου του ν. 4057/2012 υπαλλήλους (περιφερειακούς διευθυντές εκπαίδευσης, σχολικούς συμβούλους, διευθυντές εκπαίδευσης, γραμματείς Α.Ε.Ι. και συντονιστές εκπαίδευσης του εξωτερικού) χωρίς να μπορεί να επιληφθεί ως μονομελές πειθαρχικό όργανο.
ΝΣΚ/115/2005
Δεύτερη πειθαρχική δίωξη κατά ιατρού Ε.Σ.Υ. μετά την έκδοση αποφάσεως από αναρμόδιο πειθαρχικό όργανο.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Επιτρέπεται η εκ νέου πειθαρχική δίωξη ιατρού Ε.Σ.Υ. στην περίπτωση, κατά την οποία το Δ.Σ. του αρμοδίου Πε.Σ.Υ.Π. δεν παρέπεμψε, όπως είχε υποχρέωση, την πειθαρχική υπόθεση στο αρμόδιο όργανο, δηλαδή στο Κ.Π.Σ. ιατρών Ε.Σ.Υ., το οποίο έχει επομένως αρμοδιότητα να επιληφθεί της υποθέσεως, παρά το ότι για το ίδιο πειθαρχικό αδίκημα έχει ήδη εκδοθεί οριστική απόφαση από το ανωτέρω Δ.Σ. (ομοφ.)
ΝΣΚ/139/2014
Υποβολή παραίτησης υπαλλήλου Υπουργείου Τουρισμού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, παραπομπή στο Πρωτοβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο με το ερώτημα της οριστικής παύσης.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Η υποβληθείσα αίτηση παραίτησης από υπάλληλο ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου εκτιμάται ως μονομερή καταγγελία, που επέφερε τη λύση της σύμβασης εργασίας της, έστω και αν ασκήθηκε εμπρόθεσμα σε βάρος της πειθαρχική δίωξη στο Πρωτοβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο με το ερώτημα της οριστικής παύσης.
ΝΣΚ/594/2006
Ο υπάλληλος στον οποίο επιβλήθηκε από το δευτεροβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο η ποινή της προσωρινής παύσης, δεν κωλύεται για υποβολή αίτησης παραίτησης από την υπηρεσία και για αποδοχή αυτής, ανεξαρτήτως αν του κοινοποιήθηκε η πειθαρχική απόφαση, αν υφίσταται προθεσμία προσφυγής ή αν άσκησε προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Σε περίπτωση δε αποδοχής της παραίτησης του υπαλλήλου, η πειθαρχική ποινή της προσωρινής παύσης παραμένει ανεκτέλεστη. (ομοφ.) Ο υπάλληλος στον οποίο επιβλήθηκε από το δευτεροβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο η ποινή της οριστικής παύσης, δεν δικαιούται να υποβάλει αίτηση παραίτησης από την υπηρεσία και συνεπώς δεν μπορεί να γίνει λόγος ούτε για αυτοδίκαιη αποδοχή της αίτησης παραίτησης λόγω επανάληψης αυτής, ανεξαρτήτως αν του κοινοποιήθηκε ή όχι η απόφαση αυτή και ανεξαρτήτως αν άσκησε ή όχι προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας, εκτός αν το Συμβούλιο της Επικρατείας ακυρώσει την πειθαρχική απόφαση ή επιβάλλει άλλη ποινή εκτός της οριστικής παύσης. (πλειοψ.) Ο υπάλληλος κατά του οποίου εκκρεμεί ερώτημα στο υπηρεσιακό συμβούλιο για να τεθεί σε αργία για βάσιμη υπόνοια άτακτης διαχείρισης ή που τέθηκε σε αργία για βάσιμη υπόνοια άτακτης διαχείρισης, δεν κωλύεται να υποβάλει αίτηση για παραίτηση από την υπηρεσία και δεν εμποδίζεται, από μόνο το λόγο αυτό, η αποδοχή αυτής. (ομοφ.)
ΝΣΚ/299/2014
Δυνατότητα ή μη παραιτήσεως υπαλλήλου σε περίπτωση πειθαρχικής δίωξης εις βάρος του – Εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 148 παρ.2 του Υ.Κ.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Α) Δύναται, μετά την έκδοση απόφασης από το Πρωτοβάθμιο Πειθαρχικό- Υπηρεσιακό Συμβούλιο του οικείου φορέα, με την οποία επιβλήθηκε στον πειθαρχικώς διωκόμενο υπάλληλο η πειθαρχική ποινή της προσωρινής παύσης τριών μηνών με πλήρη στέρηση των αποδοχών, λόγω αδικαιολόγητης αποχής από την εκτέλεση των υπηρεσιακών καθηκόντων και την, κατόπιν υποβολής της προβλεπόμενης από το νόμο ένστασης εκ μέρους του ανωτέρω υπαλλήλου, ακύρωση της ως άνω απόφασης από το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο για παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας και αναπομπή της υπόθεσης στο προαναφερθέν Πρωτοβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο, να επιβληθεί στον εν λόγω υπάλληλο, κατά την εκ νέου εκδίκασή της στο Συμβούλιο αυτό, η πειθαρχική ποινή της οριστικής παύσης, χωρίς να επέρχεται η κατά τις διατάξεις της παρ.5 του άρθρου 141 του Ν. 3528/2007 ανεπίτρεπτη χειροτέρευση της θέσης του. (πλειοψ.) Β) Η Διοίκηση επιβάλλεται να προβαίνει και σε ουσιαστική εκτίμηση κάθε συγκεκριμένης περίπτωσης, σύμφωνα με όσα αναπτύσσονται στο σκεπτικό της παρούσας, προκειμένου να αποφανθεί για την αποδοχή ή μη των εκάστοτε υποβαλλομένων, κατά τη διάρκεια της πειθαρχικής εκκρεμοδικίας ενώπιον του αρμοδίου Πειθαρχικού- Υπηρεσιακού Συμβουλίου, για παράπτωμα που μπορεί να επισύρει την ποινή της οριστικής παύσης, αιτήσεων παραίτησης. (ομοφ.)
ΝΣΚ/109/2004
Ένορκη Διοικητική Εξέταση (Ε.Δ.Ε.). Χορήγηση αντιγράφων εγγράφων του φακέλου τιμωρηθέντος υπαλλήλου.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Επιβολή ποινής από τον πειθαρχικώς Προϊστάμενο, μετά την ολοκλήρωση της Ε.Δ.Ε. Χορήγηση αντιγράφων εγγράφων του φακέλου της Ε.Δ.Ε. στον τιμωρηθέντα υπάλληλο, κατά το στάδιο άσκησης εκ μέρους του ενστάσεως στο Πειθαρχικό Συμβούλιο.
ΝΣΚ/38/2019
Πειθαρχική δικαιοδοσία και πειθαρχικά όργανα των ιατρών ΕΣΥ του ΕΚΑΒ.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Ο Πρόεδρος του Δ.Σ. του ΕΚΑΒ είναι πειθαρχικός προϊστάμενος των ειδικευμένων ιατρών ΕΣΥ, οι οποίοι υπηρετούν στο ΕΚΑΒ, αρμόδιος να καλέσει αυτούς σε απολογία και να επιβάλλει τις ποινές της έγγραφης επίπληξης και του προστίμου μέχρι το ήμισυ των αποδοχών ενός μηνός. Το Διοικητικό Συμβούλιο του ΕΚΑΒ, ως συλλογικό πειθαρχικό όργανο με αρμοδιότητα πρωτοβαθμίου πειθαρχικού συμβουλίου, είναι αρμόδιο για τους ιατρούς ΕΣΥ, οι οποίοι υπηρετούν στο ΕΚΑΒ, και δύναται να επιβάλλει τις ποινές που προβλέπονται υπό τα στοιχεία α’ έως και γ’ στην παρ. 1 του άρθρου 39 του ν.2519/1997 και σε δεύτερο βαθμό να κρίνει τις ενστάσεις κατά πειθαρχικών αποφάσεων του Προέδρου του Δ.Σ. του ΕΚΑΒ. Το Κεντρικό Πειθαρχικό Συμβούλιο Ιατρών ΕΣΥ, είναι αρμόδιο να κρίνει σε πρώτο βαθμό τα πειθαρχικά παραπτώματα, τα οποία μπορούν να επισύρουν μέχρι και την ποινή της αφαίρεσης της άδειας άσκησης επαγγέλματος και σε δεύτερο βαθμό τις εφέσεις κατά των πειθαρχικών αποφάσεων του πρωτοβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου, οι οποίες επιβάλλουν από την ποινή προστίμου ισόποσου με τις αποδοχές τεσσάρων μηνών έως και την ποινή της διακοπής του δικαιώματος για την υποβολή υποψηφιότητας κατάληψης θέσης ανώτερου βαθμού (ομόφ.).
ΝΣΚ/404/2011
ΑΕΙ – Μέλη ΔΕΠ – Πειθαρχική διαδικασία – Ένορκη Διοικητική Εξέταση – Αναστολή.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Η διενέργεια Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης (Ε.Δ.Ε.) διατάσσεται κάθε φορά που η Υπηρεσία έχει σοβαρές υπόνοιες ή σαφείς ενδείξεις για τη διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος. Η Ε.Δ.Ε. ολοκληρώνεται διαδικαστικά με τη σύνταξη και υποβολή αιτιολογημένης έκθεσης στο όργανο που διέταξε τη διενέργεια αυτής και συνοδεύεται υποχρεωτικά από όλα τα στοιχεία (καταθέσεις μαρτύρων, έγγραφα κ.λπ.), τα οποία θεμελιώνουν το περιεχόμενό της. Με το άρθρο 114 του Υ.Κ. όπως υποδηλώνει και ο τίτλος του, ρυθμίζονται οι σχέσεις μεταξύ της πειθαρχικής διαδικασίας και της ποινικής δίκης. Ειδικότερα στην παράγραφο 1 αυτού θεσπίζεται, ως κανόνας, η αυτοτέλεια και ανεξαρτησία της πειθαρχικής διαδικασίας από την ποινική δίκη, υπό την έννοια ότι δεν ταυτίζεται με αυτή ούτε και επηρεάζεται κατ’ αρχήν από τις συνέπειες αυτής. Αυτοτελής και ανεξάρτητη επίσης είναι η πειθαρχική διαδικασία και από «άλλη δίκη», ήτοι από την αστική ή τη διοικητική δίκη. Δεν επιτρέπεται η αναστολή της πειθαρχικής διαδικασίας, στην οποία εντάσσεται συστηματικά και η Ένορκη Διοικητική Εξέταση (Ε.Δ.Ε.) (Τμήμα Β’ – ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ – Κεφάλαιο Β’ – Άρθρο 126 Υ.Κ.), με αφορμή την εκκρεμοδικία προς επίλυση των αυτών πραγματικών περιστατικών ή συναφούς υπόθεσης ενώπιον των πολιτικών (αστικών) ή των διοικητικών δικαστηρίων, αφού το ζήτημα της αναστολής ρυθμίζεται κατά τρόπο ειδικό και εξαντλητικό από τις διατάξεις αυτές, που επιτρέπουν την αναστολή μόνον ένεκα ποινικής δίκης. Ο Πρύτανης του Ε.Μ.Π., υπό την ιδιότητά του ως πειθαρχικώς προϊστάμενος, δεν δύναται κατά νόμο να διατάξει την αναστολή της διαταχθείσας Ε.Δ.Ε., το μεν διότι τα εκτιθέμενα αορίστως στο έγγραφο του κ. Ι.Γ., ως περιεχόμενο της αγωγής, και αληθή υποτιθέμενα, δεν συνιστούν τους «εξαιρετικούς λόγους» της παραγράφου 2 του άρθρου 114 Υ.Κ., το δε διότι, ελλείψει οιασδήποτε διαφορετικής ειδικότερης ρύθμισης για το συγκεκριμένο ζήτημα, η πολιτική δίκη δεν αναστέλλει την πειθαρχική διαδικασία.