×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΝΣΚ/45/2021

Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 4387/2016

Αν, όταν συνταξιούχοι γήρατος του Δημοσίου (συμπεριλαμβανομένου και του Α.Π.) ζητούν να απαλλαγούν από τον φόρο εισοδήματος, την εισφορά κοινωνικής αλληλεγγύης κ.λπ. λόγω αναπηρίας και εξετάζονται για πρώτη φορά από την Ανωτάτη Υγειονομική Επιτροπή (Α.Υ.Ε.), η οποία διαπιστώνει την ανικανότητά των και καθορίζει το ποσοστό αναπηρίας των και συνεπώς πληρούνται οι ιατρικές προϋποθέσεις εξαιρέσεώς των από παρακρατήσεις/μειώσεις επί των συντάξεων των, τα οικονομικά αποτελέσματα της αναπηρίας άρχονται : α) από της χρονοημερομηνίας υποβολής της αιτήσεως των συνταξιούχων προς την Υπηρεσία, ή β) από της χρονοημερομηνίας εκδόσεως της αποφάσεως της Α.Υ.Ε., ή γ) από της πρώτης του μηνός της χρονολογίας εκδόσεως της αποφάσεως της Α.Υ.Ε., ή δ) από της χρονοημερομηνίας ενάρξεως της αναπηρίας του συνταξιούχου.(...)Το χρονικό σημείο ενάρξεως παραγωγής των οικονομικών αποτελεσμάτων στην περίπτωση του συνταξιούχου Α.Π. ανάγεται στο Φεβρουάριο του 2018 (χρόνο επελεύσεως της ιατρικής αναπηρίας).


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΝΣΚ/42/2021

Αρμοδιότητα ή μη της Ανωτάτης του Ναυτικού Υγειονομικής Επιτροπής (ΑΝΥΕ) ως δευτεροβάθμιας υγειονομικής επιτροπής να προβαίνει σε προσδιορισμό του ποσοστού ιατρικής-υγειονομικής αναπηρίας των ασφαλισμένων προσώπων στο τέως Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο (τ. ΝΑΤ) και ήδη e-ΕΦΚΑ.(...)Κατά την άσκηση της αρμοδιότητάς της ως δευτεροβάθμιας υγειονομικής επιτροπής στο πλαίσιο εξέτασης προσφυγής ή ένστασης κατά της γνωμάτευσης της πρωτοβάθμιας υγειονομικής επιτροπής του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕΠΑ), η Ανωτάτη του Ναυτικού Υγειονομική Επιτροπή νομίμως προβαίνει, πέραν της εκφοράς κρίσης περί της απόλυτης ή της σχετικής ανικανότητας των ασφαλισμένων προσώπων στο τέως «Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο» και ήδη «e-Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης», επιπροσθέτως και σε προσδιορισμό του ποσοστού της ιατρικής-υγειονομικής-σωματικής αναπηρίας των προσώπων αυτών σύμφωνα με τον Ενιαίο Πίνακα Προσδιορισμού Ποσοστού Αναπηρίας (ΕΠΠΠΑ), δυνάμενη κατά νόμο να τροποποιεί επί το ορθό και σύννομο το αναγνωρισθέν από την πρωτοβάθμια υγειονομική επιτροπή του ΚΕΠΑ ποσοστό ιατρικής αναπηρίας και δεσμευόμενη κατά τον σχηματισμό της κρίσης της από τα ποσοστά αναπηρίας, όπως αυτά διαγράφονται στον ΕΠΠΠΑ (ομόφωνα).


ΝΣΚ/81/2013

Διατήρηση αναστολής ή μη άδειας- εγκρίσεως, που χορηγήθηκε σε μισθωτή ακινήτου, που βρίσκεται σε προστατευόμενη από τη Γενική Γραμματεία Πολιτισμού περιοχή, για την εκτέλεση εργασιών αποκαταστάσεως του ακινήτου αυτού.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Η Διοίκηση θα πρέπει να εμμείνει στην αναστολή της χορηγηθείσας στον Α.Π. άδειας- εγκρίσεως εκτελέσεως εργασιών αποκαταστάσεως ακινήτου, που βρίσκεται στον προστατευόμενο από την Γενική Γραμματεία Πολιτισμού οικισμό της Μεσαιωνικής Πόλεως της Ρόδου, μέχρις ότου επιλυθεί δικαστικώς (με την έκδοση οριστικής αποφάσεως επί της από 10-8-2011 και με αριθμό καταθέσεως 232/23-8-2011 αναγνωριστικής αγωγής) το ζήτημα σχετικά με το ποιος έχει τη χρήση του ακινήτου αυτού. Περαιτέρω, για τον ίδιο λόγο, δεν θα πρέπει να χορηγήσει άδεια- έγκριση εκτελέσεως εργασιών αποκαταστάσεως και στους συνιδιοκτήτες- εκμισθωτές του ακινήτου αυτού και δη μέχρι εκδόσεως αποφάσεως επί της άνω αγωγής των. (ομοφ.)


ΝΣΚ/367/2001

Κοινοτικό Δίκαιο. Ελαιοτριβεία. Διοικητική διαδικασία αιτήσεως θεραπείας εταιρίας. Επιρροή δεδικασμένου ποινικής αποφάσεως.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
(Τριμελούς Επιτροπής) Σε περίπτωση εκδόσεως απορριπτικής αποφάσεως ΣτΕ επί αιτήσεως ακυρώσεως κατά διοικητικής πράξεως, το κύρος και η νομιμότητα της τελευταίας καλύπτονται από το δεδικασμένο. Ανεξάρτητα από αυτό η Διοίκηση, στα πλαίσια της αρχής της χρηστής διοικήσεως λαμβάνοντας γνώση νέων πραγματικών περιστατικών τα οποία αναγόμενα στο χρόνο εκδόσεως της δυσμενούς διοικητικής πράξεως θα ηδύναντο να διαφοροποιήσουν την ουσιαστική κρίση της, δύναται να τροποποιήσει ή να ανακαλέσει τη διοικητική πράξη. Στην έννοια του νέου πραγματικού περιστατικού συγκαταλέγεται και το των εκ των υστέρων προκύπτον δεδικασμένο εκ ποινικής αποφάσεως.


ΝΣΚ/101/2005

Ενέργειες Διοικήσεως για εκτέλεση ακυρωτικής αποφάσεως Διοικητικού Εφετείου. Προϋποθέσεις παραπομπής αξιωματικών σε Ανωτάτη Υγειονομική Επιτροπή από τον ΥΕΘΑ ή Α/ΓΕΣ.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
α) Η Διοίκηση οφείλει σε εκτέλεση της σχετικής ακυρωτικής αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών να αναπέμψει την υπόθεση του υπόψη Αξ/κού στην ΑΥΕΣ προκειμένου αυτή να απαντήσει επί των τεθέντων διευκρινιστικών ερωτημάτων από το Α.Σ.Σ., το οποίο στη συνέχεια -αναλόγως των απαντήσεων αυτής- είναι αρμόδιο να αποφανθεί: ι) εάν ο υπόψη αξιωματικός πρέπει να εξακολουθήσει να παραμείνει στο στράτευμα και να εκτελεί υπηρεσία γραφείου ή ιι) υπέρ της μη παραμονής του στο στράτευμα με ειδική αναφορά στις υπηρεσιακές ανάγκες, οι οποίες δεν επιτρέπουν την παραμονή και την ένταξη τούτου στην υπηρεσία γραφείου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 14 παρ.6 και 7 του ΝΔ 1400/1973. β) Δεν δύνανται ο ΥΕΘΑ ή ο Α/ΓΕΣ να παραπέμψουν νομίμως εκ νέου τον υπόψη αξιωματικό στην Ανωτάτη Υγειονομική Επιτροπή Στρατού. (ομοφ.)


ΣΤΕ/1890/2019

Συντάξεις- αντισυνταγματικότητα:..Επειδή, στο άρθρο 95 του Συντάγματος ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας ανήκουν η μετά από αίτηση ακύρωση των εκτελεστών πράξεων των διοικητικών αρχών (παρ. 1 εδ. α΄) και ότι οι αρμοδιότητες του Συμβουλίου της Επικρατείας ρυθμίζονται και ασκούνται όπως νόμος ειδικότερα ορίζει (παρ. 4). Ειδικώς δε ως προς το ζήτημα των συνεπειών της ακυρωτικής αποφάσεως, η ισχύουσα διάταξη του άρθρου 50 του π.δ. 18/1989, ακολουθώντας προηγούμενες όμοιες νομοθετικές ρυθμίσεις [βλ. ταυτάριθμα άρθρα του αρχικού νόμου περί Συμβουλίου της Επικρατείας 3713/1928 (Α΄ 273)και του ν.δ. 170/1973 (Α΄ 229)], ορίζει στην παρ. 1 ότι: «Η απόφαση που δέχεται την αίτηση ακυρώσεως απαγγέλλει την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης και συνεπάγεται νόμιμη κατάργησή της έναντι όλων, είτε πρόκειται για κανονιστική είτε πρόκειται για ατομική πράξη». Την ανωτέρω διάταξη, την οποία (όπως και τις προγενέστερες) το Συμβούλιο της Επικρατείας παγίως εφάρμοζε με την έννοια ότι η ακύρωση της διοικητικής πράξεως ανατρέχει στον χρόνο εκδόσεώς της, τροποποίησε το άρθρο 22 παρ. 1 του ν. 4274/2014 (Α΄ 147), το οποίο προσέθεσε παρ. 3β έχουσα ως εξής: «Σε περίπτωση αιτήσεως ακυρώσεως που στρέφεται κατά διοικητικής πράξεως, το δικαστήριο, σταθμίζοντας τις πραγματικές καταστάσεις που έχουν δημιουργηθεί κατά το χρόνο εφαρμογής της, ιδίως δε υπέρ των καλόπιστων διοικουμένων, καθώς και το δημόσιο συμφέρον, μπορεί να ορίσει ότι τα αποτελέσματα της ακυρώσεως ανατρέχουν σε χρονικό σημείο μεταγενέστερο του χρόνου έναρξης της ισχύος της και σε κάθε περίπτωση προγενέστερο του χρόνου δημοσίευσης της απόφασης...». Με τη νέα διάταξη δόθηκε η δυνατότητα στο Συμβούλιο της Επικρατείας, υπό προϋποθέσεις τις οποίες το ίδιο σταθμίζει, να αποκλίνει, σε εξαιρετικές πάντως περιπτώσεις, από τον κανόνα της αναδρομικής ακυρώσεως και να καθορίσει μεταγενέστερο χρόνο επελεύσεως των συνεπειών της ακυρώσεως. (ΣτΕ 851/2018 Ολομ., 481/2018 Ολομ., 2287-2288/2015 Ολομ. κ.α.). Στην προκειμένη περίπτωση, το Δικαστήριο, συνεκτιμώντας τους λόγους για τους οποίους εχώρησε η ακύρωση της προσβαλλομένης κανονιστικής αποφάσεως και τον μεγάλο αριθμό των καταβαλλομένων επικουρικών συντάξεων, των οποίων ο επανυπολογισμός θα τεθεί εν αμφιβόλω με την αναδρομική ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως, και των εκκρεμοτήτων που θα ανακύψουν, κρίνει ότι εν προκειμένω συντρέχουν λόγοι δημοσίου συμφέροντος που επιβάλλουν, κατʼ εφαρμογή της ανωτέρω διατάξεως (άρθρου 50 παρ. 3β του π.δ. 18/1989), τα αποτελέσματα της ακυρώσεως να επέλθουν από την δημοσίευση της παρούσας αποφάσεως. Τούτο δε, κατʼ εξάντληση του απώτατου χρονικού ορίου περιορισμού του ακυρωτικού αποτελέσματος που επιτρέπει ο νόμος (χρόνος προγενέστερος εκείνου της δημοσιεύσεως της δικαστικής αποφάσεως), πέραν του οποίου τίθεται ζήτημα παραβιάσεως του άρθρου 93 παρ. 4 του Συντάγματος, διότι, ορίζοντας το εν λόγω άρθρο ότι: «Τα δικαστήρια υποχρεούνται να μην εφαρμόζουν νόμο που το περιεχόμενό του είναι αντίθετο προς το Σύνταγμα», απαγορεύει την - σε συμμόρφωση μάλιστα με δικαστική απόφαση - εφαρμογή νόμου μετά την κρίση αυτού ως αντίθετου προς το Σύνταγμα..Κατά τη γνώμη, όμως, των Συμβούλων Μ. Παπαδοπούλου, Ο. Ζύγουρα, Κ. Κουσούλη, Δ. Μακρή, Μ. Πικραμένου, Β. Αναγνωστοπούλου-Σαρρή και Αγ. Γαλενιανού-Χαλκιαδάκη, όπως έχει ήδη κριθεί (ΣτΕ Ολομ. 4003/2014, σκέψη 14), oι ρυθμίσεις των διατάξεων των παρ. 3 α, β και γ του άρθρου 50 του π.δ. 18/1989 αποδίδουν, σε επίπεδο νόμου, δυνατότητες που έχει το Δικαστήριο, κατʼ ορθή ερμηνεία, απευθείας από τις διατάξεις του άρθρου 95 παρ. 1 του Συντάγματος. Ως εκ τούτου, σύμφωνα με την ίδια νομολογία, το Δικαστήριο έχει τη συνταγματική ευχέρεια να αποκλίνει, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, από τις ειδικότερες ρυθμίσεις των ως άνω δικονομικών διατάξεων. Ειδικότερα το Δικαστήριο έχει την ευχέρεια, αφού εκτιμήσει τις συνθήκες της υπόθεσης και σταθμίσει, αφενός, τα έννομα συμφέροντα των λοιπών πλην της Διοίκησης διαδίκων και, αφετέρου, το δημόσιο συμφέρον, να καθορίσει, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, χρόνο επελεύσεως των συνεπειών της ακυρώσεως μεταγενέστερο και από την ημερομηνία δημοσιεύσεως της ακυρωτικής αποφάσεως, κατʼ απόκλιση των οριζομένων στην περίπτωση 3 β του άρθρου 50 του π.δ. 18/1989. Στην προκειμένη περίπτωση, εν όψει του επιτακτικού δημοσίου συμφέροντος να υφίσταται νόμιμο καθεστώς κοινωνικής ασφάλισης, οι συνέπειες της αντισυνταγματικότητας των διατάξεων του ν. 4387/2016 πρέπει να επέλθουν έξι μήνες μετά την δημοσίευση της παρούσας απόφασης, προκειμένου να παρασχεθεί η δυνατότητα στο νομοθέτη, αφού λάβει γνώση του σκεπτικού της ακυρωτικής απόφασης, να προβεί σε νέα, σύμφωνη με το Σύνταγμα, ρύθμιση του ζητήματος που αφορούν οι κριθείσες ως αντισυνταγματικές διατάξεις.


ΝΣΚ/28/2004

Συμμόρφωση της Διοικήσεως σε απόφαση ακυρωτικού δικαστηρίου (ακύρωση της πράξεως για πλημμελή αιτιολογία – περιεχόμενο της υποχρέωσης συμμόρφωσης – προσωρινή διαταγή).(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Σε περιπτώσεις απομακρύνσεως από την υπηρεσία δημοσίων υπαλλήλων, ακυρωθείσης της σχετικής αποφάσεως λόγω πλημμελούς αιτιολογίας, η Διοίκηση υποχρεούται, συμμορφούμενη προς την ακυρωτική απόφαση, να προβεί σε νέα νόμιμη κρίση, ανατρέχουσα στο χρόνο της αρχικής κρίσεως. Εάν κατά τη νέα κρίση η Διοίκηση εκδώσει πράξη με το αυτό περιεχόμενο με εκείνη που ακυρώθηκε, αιτιολογώντας όμως νομίμως και επαρκώς τη νέα κρίση της, τα αποτελέσματα της νέας αυτής πράξεως ανατρέχουν αναγκαστικά στο χρόνο εκδόσεως της ακυρωθείσης πράξεως, λόγω του αναδρομικού αποτελέσματος της ακυρώσεως, και επομένως η απομάκρυνση του απολυθέντος υπαλλήλου, ανατρέχει στον χρόνο της αρχικής κρίσεως και, συνεπώς, ο χρόνος που μεσολάβησε μεταξύ της αρχικής πράξεως και εκείνης που εκδόθηκε σε συμμόρφωση προς την ακυρωτική απόφαση, να θεωρείται χρόνος εκτός υπηρεσίας. Σε περίπτωση, όμως, εκδόσεως (από το δικαστήριο) προσωρινής διαταγής, με την οποία διετάχθη η αναστολή εκτελέσεως της προσβληθείσης αποφάσεως μέχρι εκδόσεως αποφάσεως επί της αιτήσεως αναστολής, η Διοίκηση υποχρεούται να συμμορφωθεί προς το περιεχόμενο της πιο πάνω προσωρινής διαταγής μέχρι εκδόσεως απορριπτικής αποφάσεως επί της ασκηθείσης αιτήσεως αναστολής και, επομένως, για το χρονικό διάστημα, που μεσολάβησε μεταξύ της εκδόσεως της προσωρινής διαταγής και της δημοσιεύσεως της αποφάσεως του δικαστηρίου επί της αιτήσεως αναστολής, ο απολυθείς υπάλληλος (εν προκειμένω αποταχθείς λιμενοφύλακας) θεωρείται αυτοδίκαια για τη Διοίκηση ως παραμείνας στο Λιμενικό Σώμα και ως μηδέποτε αποταχθείς από τις τάξεις τούτου.


375639/2023

Μεταφορά αρμοδιότητας χορήγησης των επιδομάτων απολύτου αναπηρίας (επίδομα συμπαράστασης) στους ασφαλισμένους του ΤΑΠ-ΕΤΕ και ΤΑΑΠΤΠΓΑΕ από τις Τοπικές Διευθύνσεις του Φορέα. 


ΔΕΚ/C-263/2013

«Αίτηση αναιρέσεως — Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Αναπτύξεως (ΕΤΠΑ) — Μείωση της χρηματοδοτικής συνδρομής — Μέθοδος κατά προβολήν υπολογισμού — Διαδικασία εκδόσεως της αποφάσεως από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή — Μη τήρηση της ταχθείσας προθεσμίας — Συνέπειες»(....)


Φ80000/91133/2023

«Οδηγίες για τη χορήγηση σύνταξης αναπηρίας από κοινή νόσο»ΑΔΑ: ΨΡ7946ΝΛΔΓ-ΖΥ1


ΝΣΚ/253/2012

Τελωνειακή Αρχή – Διασφαλιστικά μέτρα κατ’ άρθρο 153 του Ν. 2960/2001 κατά της διαφυγής δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων – Λαθρεμπορία και απάτη εις βάρος του Δημοσίου και της Ε.Ε. – Χρονική διάρκεια της ισχύος των μέτρων – Έκδοση διοικητικής πράξης ή μη για την άρση αυτών.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Τα διασφαλιστικά μέτρα ισχύουν ενόσω παραμένουν αλώβητες οι πράξεις επιβολής των μέτρων και της κύριας κυρώσεως και επομένως, παύουν να ισχύουν στις εξής περιπτώσεις: α) από και δια της εκδόσεως της κατ’ άρθρο 153 παρ. 4 του Ν. 2960/2001 αποφάσεως του Υπουργού, β) από και δια της εκδόσεως προσωρινής διαταγής του δικαστηρίου ή δικαστικής αποφάσεως περί προσωρινής αναστολής της πράξεως επιβολής των μέτρων ή και της ρητής ή σιωπηρής απορρίψεως από τον Υπουργό της αιτήσεως για άρση των μέτρων, χωρίς ανάγκη εκδόσεως σχετικής διοικητικής πράξεως, γ) από και δια της εκδόσεως δικαστικής αποφάσεως με την οποία ακυρώνεται η πράξη επιβολής των μέτρων ή και κατ’ άρθρο 153 παρ. 4 του Ν. 2960/2001 ρητή ή σιωπηρή απόρριψη από τον Υπουργό της αιτήσεως για άρση των μέτρων, χωρίς να απαιτείται η έκδοση ρητής πράξεως οργάνου της διοικήσεως, δ) από και δια της εκδόσεως δικαστικής αποφάσεως με την οποία ακυρώνεται στο σύνολό της, για λόγους ουσιαστικούς, η καταλογιστική πράξη επιβολής της κύριας κυρώσεως, η δε διοίκηση οφείλει να προβεί στην άρση των μέτρων με την έκδοση σχετικής πράξεως, ε) όταν ο παραβάτης καταβάλει ποσόν μεγαλύτερο ή ίσο του 70% των διαφυγόντων δασμών και φόρων, αίρονται με σχετική αίτησή του προς τον Προϊστάμενο της αρμόδιας τελωνειακής υπηρεσίας, άλλως αίρονται αυτοδικαίως μετά την πάροδο δύο μηνών, στ) σε περίπτωση ολοσχερούς εξοφλήσεως του οφειλομένου ποσού, με την έκδοση σχετικής πράξεως της αρμόδιας αρχής περί άρσεως των μέτρων, ζ) από και δια της εκδόσεως πράξεως της αρμόδιας αρχής περί άρσεως των μέτρων, είτε διότι εκδόθηκε απαλλακτική πράξη, είτε διότι δεν κρίνονται πλέον αναγκαία. Περαιτέρω, τα διασφαλιστικά μέτρα είναι προφανές ότι έχουν ένα ακρότατο χρονικό σημείο ισχύος, το οποίο, εφόσον δεν προκύπτει από τις διατάξεις του άρθρου 153 του Ν. 2960/2001, αποτελεί η πάροδος ενός ευλόγου χρόνου, που εκτιμάται με βάση τις ειδικές συνθήκες της συγκεκριμένης περιπτώσεως. (πλειοψ.)