×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΝΣΚ/484/2008

Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Δυνατότητα άσκησης προσφυγής κατά τα άρθρα 150 και 151 του Κ.Δ.Κ. από επικεφαλείς δημοτικών παρατάξεων και δημοτικούς συμβούλους.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Μόνη η επίκληση της ιδιότητας του επικεφαλής δημοτικής παράταξης ή εκείνης του δημοτικού συμβούλου δεν καθιδρύει, αυτοτελώς, έννομο συμφέρον προς άσκηση των ειδικών διοικητικών προσφυγών, που προβλέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 150 και 151 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων. Είναι προφανές, ότι οι ανωτέρω δεν κωλύονται προς άσκηση των κρίσιμων προσφυγών, εφόσον αποδείξουν τη συνδρομή προσωπικού, άμεσου και ενεστώτος, εννόμου συμφέροντος, απεξαρτημένου από τις προειρημένες ιδιότητες.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΣΤΕ/1627/2010

Δημοσίευση κανονιστικών αποφάσεων δημοτικών συμβουλίων:..Επειδή, περαιτέρω, εφόσον η προσβαλλόμενη απόφαση 320/7.11.2007 του Δημοτικού Συμβουλίου ... δεν έλαβε νόμιμη υπόσταση, δεν δύναται να θεωρηθεί ότι κινήθηκε καθ’ οιονδήποτε τρόπο για την αιτούσα η προθεσμία για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά της αποφάσεως αυτής (πρβλ. ΣτΕ 2103/2006, 2759/2003, 859/1997, 3327/1991 κ.ά.). Επομένως, εμπροθέσμως προσβάλλεται η εν λόγω απόφαση, η οποία, για τον αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο λόγο ότι δεν δημοσιεύθηκε προσηκόντως και συνεπώς δεν έλαβε νόμιμη υπόσταση, πρέπει για λόγους ασφαλείας δικαίου να ακυρωθεί, κατά το μέρος που αφορά την παραχώρηση του ως άνω τάφου, αφού, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου (υπ’ αριθμ. πρωτ. 11889/30.4.2009 έγγραφο του Δήμου ... προς το Δικαστήριο), έτυχε εφαρμογής, και ειδικότερα στη συνέχεια της πράξεως αυτής επελέγη, με κλήρωση, νέος δικαιούχος της χρήσεως του τάφου (πρβλ. ΣτΕ 859/1997, 3008/1996, 82/1987). Περαιτέρω, όπως έχει κριθεί, οι αποφάσεις με τις οποίες ασκείται έλεγχος νομιμότητας σε ανυπόστατες πράξεις στερούνται εκτελεστότητας (βλ. ΣτΕ 2800/2008, 2569/2002, 129/1999, πρβλ. και ΣτΕ 2353/2009, Ολομ. 1925/2002). Κατά συνέπεια, οι εκδοθείσες επί προσφυγών της αιτούσης (σύμφωνα με τα άρθρα 150, 151 και 152 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα) αποφάσεις 43134 + 42243/13.12.2007 του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας ... και 1/18.1.2008 (θέμα 4ο) της Ειδικής Επιτροπής του άρθρου 152 του ν. 3463/2006 του Νομαρχιακού Διαμερίσματος Αθηνών, με τις οποίες ασκήθηκε έλεγχος νομιμότητας στην προσβαλλόμενη απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου ..., δεν είναι εκτελεστές πράξεις, και, ως εκ τούτου, η υπό κρίση αίτηση, καθ’ όσον στρέφεται κατ’ αυτών, είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη.


ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1101/2023

ΠΡΟΜΗΘΕΙΑ «Αξιοποίηση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ) για βελτίωση ενεργειακής αυτονομίας στις υποδομές της ΔΕΥΑ …»: ζητείται η αναθεώρηση της 534/2023 απόφασης του Εβδόμου Τμήματος(...)Τούτο διότι η διαδικασία προσυμβατικού ελέγχου νομιμότητας των δημοσίων συμβάσεων μεγάλης οικονομικής αξίας αφορά προεχόντως στην αναθέτουσα αρχή και αποβλέπει στην εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος και όχι στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων των ιδιωτών διαγωνιζομένων, αφού κατά την άσκηση του ελέγχου αυτού, ο αρμόδιος σχηματισμός του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν επιλύει διαφορές, υποκαθιστώντας τα αρμόδια δικαστήρια στον δικαστικό έλεγχο που ασκούν επί της νομιμότητας της διοικητικής διαδικασίας που απολήγει στη σύναψη δημοσίων συμβάσεων, μετά την άσκηση ενδίκου βοηθήματος ενώπιον αυτών. Επομένως, οι συμμετέχοντες στη διαγωνιστική διαδικασία υποψήφιοι ή οι ανακηρυχθέντες ανάδοχοι δύνανται αυτοτελώς να προσφύγουν στις αρμόδιες δικαστικές αρχές και να ζητήσουν την ικανοποίηση των εννόμων συμφερόντων τους, που απορρέουν είτε κατά τη διαγωνιστική διαδικασία είτε κατά το στάδιο εκτέλεσης της σύμβασης(...)Και τούτο διότι «σπουδαίο έννομο συμφέρον» έχουν μόνο οι αντισυμβαλλόμενοι της ελεγχόμενης σύμβασης, η σύναψη της οποίας κωλύεται κατά την κρίση του Κλιμακίου ή του Τμήματος, καθόσον μόνον αυτοί πλήττονται από την πράξη ή απόφαση αυτή του Ελεγκτικού Συνεδρίου, τις οποίες δεν έχουν δυνατότητα να προσβάλουν ενώπιον άλλων δικαστηρίων, και όχι ο τυχόν ανεπιτυχώς ή εν τέλει μη συμμετάσχων στη διαδικασία ανάθεσης σύμβασης οικονομικός φορέας, τα συμφέροντα του οποίου ενδεχομένως θίγονται από τις πράξεις της αναθέτουσας αρχής ή των αντισυμβαλλομένων μερών και όχι από την πράξη του Κλιμακίου ή την απόφαση του Τμήματος, με την οποία κρίθηκε ότι δεν κωλύεται η σύναψη της ελεγχόμενης σύμβασης(...)Όμως η προσφεύγουσα δεν είχε έννομο συμφέρον για την προσβολή του σχεδίου σύμβασης, καθόσον μεταξύ των διακωλυτικών λόγων υπογραφής της σύμβασης που ανέδειξε το Κλιμάκιο με την 650/2022 Πράξη του ήταν, εκτός της μη νομιμότητας της υποβληθείσας από την ως άνω ανάδοχο τεχνικής προσφοράς, και λόγοι που ανάγονται στη μη νομιμότητα των δύο επιμέρους κριτηρίων ποιοτικής επιλογής του άρθρου 2.2.6 περ. α΄ της διακήρυξης  και συνεπώς εφόσον, κατά την κρίση του Κλιμακίου, έπασχε η διακήρυξη δεν μπορούσε να προχωρήσει η διαγωνιστική διαδικασία. Επομένως, ορθώς δεν της κοινοποιήθηκαν οι προσφυγές ανάκλησης, ... εφόσον δεν είχε έννομο συμφέρον. Το μόνο που θα μπορούσε να προσδοκά στην περίπτωση αυτή ήταν η επανάληψη του διαγωνισμού. Η μελλοντική όμως και αβέβαιη αυτή προσδοκία δεν αρκεί προς θεμελίωση εννόμου συμφέροντος προσωπικού, άμεσου και ενεστώτος για την άσκηση παρέμβασης ή και προσφυγής κατά του κύρους της προσβαλλόμενης πράξης του Κλιμακίου.Απορρίπτει την προσφυγή ως απαράδεκτη.


ΕλΣυν/Τμ.6/746/2013

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Αιτηση ανάκλησης της 580/2012 πράξης του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.(...)Σύμφωνα όμως με όσα αναφέρθηκαν στην σκέψη V της παρούσας και δεδομένου ότι, όπως προεκτέθηκε, η αιτούσα κοινοπραξία «.....…..» είχε αποκλειστεί από την περαιτέρω διαγωνιστική διαδικασία κατά το πρώτο στάδιο αξιολόγησης των τεχνικών προσφορών, λόγω ελλείψεων της προσφοράς της, συνάγεται ότι δεν θεμελιώνει σπουδαίο έννομο συμφέρον για την ανάκληση της προσβαλλόμενης πράξης, όπως βασίμως προβάλλεται από τους ως άνω παρεμβαίνοντες υπέρ του κύρους της προσβαλλόμενης πράξης, καθόσον από την ευδοκίμηση της αίτησης αυτής δεν αποκομίζει καμιά ωφέλεια. Τούτο δε, διότι η, κατά παραδοχή των ανωτέρω λόγων της κρινόμενης αίτησης, ανάκληση της προσβαλλόμενης πράξης θα οδηγούσε στη ματαίωση του διαγωνισμού, δεδομένου ότι έχουν αποσφραγισθεί οι οικονομικές προσφορές, χωρίς να έχει αξιολογηθεί η τεχνική προσφορά της ανωτέρω αιτούσας κοινοπραξίας. Συνεπώς, η μόνη ωφέλεια που μπορεί να αποκομίσει η αιτούσα από την ευδοκίμηση της αίτησής της συνίσταται στο ενδεχόμενο, υπό την προϋπόθεση της επαναπροκήρυξης του διαγωνισμού και συμμετοχής της στη σχετική διαδικασία, να ανακηρυχθεί ανάδοχος. Η μελλοντική, όμως, και αβέβαιη αυτή προσδοκία δεν αρκεί προς θεμελίωση εννόμου συμφέροντος αυτής προσωπικού, άμεσου και ενεστώτος για την ανάκληση της προσβαλλόμενης πράξης. Σε κάθε περίπτωση,, οι λόγοι της υπό κρίση αίτησης, με τους οποίους αυτή αμφισβητεί τη νομιμότητα της μίας από τις επάλληλες αιτιολογίες της 1319/2.12.2011 απόφασης της Οικονομικής Επιτροπής της Περιφέρειας ..... περί αποκλεισμού της (μη τήρηση της ελάχιστης απόστασης θωράκισης του υποθαλάσσιου αγωγού μεταφοράς από την στάθμη του πυθμένα της θαλάσσης), έχουν ήδη κριθεί και απορριφθεί με την 258/2012 απόφαση της Επιτροπής Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείας, από την οποία απορρέει προσωρινό δεδικασμένο ως προς τα ζητήματα που κρίθηκαν από αυτή, το οποίο δεσμεύει τόσο την αναθέτουσα αρχή όσο και το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά την άσκηση προσυμβατικού ελέγχου (βλ. Πρακτικά Ολομ. Ελ.Συν. της 16ης Γ.Σ. της 19.9.2012 – Θέματα Γ΄ και Δ΄), ενώ, εξάλλου, η εξέταση των λόγων, με τους οποίους αμφισβητείται η νομιμότητα των λοιπών επάλληλων αιτιολογικών ερεισμάτων της ως άνω απόφασης περί αποκλεισμού της, παρέλκει ως αλυσιτελής. Τέλος, η άσκηση από την αιτούσα αίτησης ακύρωσης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας κατά της ως άνω απόφασης αποκλεισμού της δεν μπορεί να οδηγήσει σε αντίθετη κρίση, όσον αφορά αφενός στο έννομο συμφέρον αυτής για την άσκηση της υπό κρίση αίτησης, και αφετέρου στη δέσμευση του παρόντος Τμήματος από το απορρέον από την ως άνω απόφαση της Ε.Α. του Συμβουλίου της Επικρατείας προσωρινό δεδικασμένο ως προς τη νομιμότητα του αποκλεισμού της. Επιπλέον, πρέπει να απορριφθούν ως ασκούμενες χωρίς έννομο συμφέρον οι παρεμβάσεις των κοινοπραξιών «….», καθώς και των εταιρειών-μελών της τελευταίας, υπέρ της αίτησης της ως άνω αιτούσας κοινοπραξίας, τόσο για τους προεκτεθέντες λόγους, δεδομένου ότι και αυτές αποκλείστηκαν από την περαιτέρω διαγωνιστική διαδικασία κατά το πρώτο στάδιο αξιολόγησης των τεχνικών προσφορών, όσο και για τον πρόσθετο λόγο ότι δε νοείται η άσκηση παρέμβασης συμμετέχοντος σε διαγωνισμό υπέρ αίτησης ανάκλησης άλλου συμμετέχοντος, λόγω σύγκρουσης των εννόμων συμφερόντων τους, δεδομένου ότι το έννομο συμφέρον για την άσκηση αίτησης ανάκλησης ή παρέμβασης μπορεί να συνίσταται μόνο στην επιδίωξη της ανάθεσης της εκτέλεσης της σύμβασης στον ίδιο τον αιτούντα ή παρεμβαίνοντα. (...) VII. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, οι υπό κρίση αιτήσεις ανάκλησης και οι κατά του κύρους της προσβαλλόμενης πράξης ασκηθείσες παρεμβάσεις πρέπει να απορριφθούν και να γίνουν δεκτές οι υπέρ του κύρους αυτής ασκηθείσες παρεμβάσεις.

ΔΕΝ ΑΝΑΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΜΕΙΖ.ΕΠΤΑΜΕΛΟΥΣ/1793/2013


ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1205/2024

Για να αποφανθεί επί του ερωτήματος που υποβλήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 328 παρ. 6 του ν. 4700/2020, κατόπιν της 1079/2024 απόφασης του Εβδόμου Τμήματος.(...)Κατ’ ακολουθία αυτών, το έννομο συμφέρον του προσφεύγοντος εκλείπει, μεταξύ άλλων, και όταν ανακληθεί, πριν από τη δημόσια συνεδρίαση, η απόφαση με την οποία η αναθέτουσα αρχή είχε κατακυρώσει το αποτέλεσμα της διαγωνιστικής διαδικασίας στον ίδιο τον προσφεύγοντα. Και τούτο, διότι στην περίπτωση αυτή, αφού δεν διατηρείται η ιδιότητά του ως αντισυμβαλλομένου της αναθέτουσας αρχής, στερείται πλέον άμεσου και ενεστώτος εννόμου συμφέροντος που απαιτείται για την άσκηση προσφυγής ανάκλησης, καθώς τα επιδιωκόμενα από τον ίδιο αποτελέσματα της κατακυρωτικής απόφασης δεν δύνανται πλέον να επέλθουν, λόγω ακριβώς της εξαφάνισης αυτής από την έννομη τάξη (ΕλΣυν Ολ. 2136/2020, Τμ. Μείζ.-Επταμ. Σύνθ. 1644/2020, 3034/2014, 1435/2012, 3373/2011). Κατόπιν τούτων στο υποβληθέν ερώτημα του Εβδόμου Τμήματος προσήκει η απάντηση ότι η ανάκληση από την Αναθέτουσα Αρχή της απόφασης κατακύρωσης του διαγωνισμού και η ανάδειξη ως προσωρινού αναδόχου έτερου διαγωνιζόμενου οικονομικού φορέα, σε σύννομη συμμόρφωση με αρνητική πράξη του Επιτρόπου ή του Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, στερεί τον αρχικώς αναδειχθέντα ανάδοχο από το έννομο συμφέρον να επιδιώξει την ανάκληση της αρνητικής πράξης του Επιτρόπου ή του Κλιμακίου και για τον λόγο αυτό η ασκηθείσα από αυτόν προσφυγή ανάκλησης αυτής είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη. Περαιτέρω, με βάση τη θεμελιώδη αρχή της ταχείας διεκπεραίωσης του προσυμβατικού ελέγχου, το Δικαστήριο κρίνει ότι επιβάλλεται, για να μην απολεσθεί περαιτέρω χρόνος εκ της αναπομπής της υπόθεσης στο Έβδομο Τμήμα, να λάβει η Ολομέλεια, στηριζόμενη στα ανωτέρω, την τελειωτική απόφαση (πρβλ. ΕλΣυν Ολ. 520, 1885/2022), αποφαινόμενη ότι η προσφυγή που άσκησε η εταιρεία με την επωνυμία «..Α.Ε.» για την ανάκληση της 270/2024 πράξης του Ε΄ Κλιμακίου πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη λόγω ελλείψεως εννόμου συμφέροντος, να καταπέσει το καταβληθέν παράβολο υπέρ του Δημοσίου και να γίνουν δεκτές οι παρεμβάσεις των εταιρειών «Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου Α.Ε.» (ΤΑΙΠΕΔ) και «..με δ.τ. "… Α.Ε."».




ΣτΕ/380/2024

Ημερομηνίες άσκησης προσφυγών κατά αποφάσεων οργάνων ΟΤΑ (...) η αιτούσα ζητεί να ακυρωθεί η …/10.10.2018 απόφαση του Δημάρχου …, με την οποία απορρίφθηκε αίτησή της για την αλλαγή του επωνύμου της (...) Επειδή, κατά τα ανωτέρω, η μεταβολή νομολογίας επί ζητήματος που συνδέεται με προϋπόθεση παραδεκτού της αιτήσεως ακυρώσεως δεν δύναται να αντιταχθεί στον διάδικο εκείνον, ο οποίος το άσκησε παραδεκτώς σύμφωνα με τη νομολογία που κρατούσε κατά το κρίσιμο, εκάστοτε, χρονικό διάστημα, συνυπολογιζομένου, πάντως, και ενός ευλόγου χρονικού διαστήματος από τη δημοσίευση της δικαστικής αποφάσεως που εισάγει την εν λόγω μεταβολή. Εν προκειμένω, σύμφωνα με τη μέχρι τούδε νομολογία του Δικαστηρίου, ο υπολογισμός του χρόνου διακοπής της προθεσμίας ασκήσεως αιτήσεως ακυρώσεως, λόγω ασκήσεως διοικητικής προσφυγής κατά τα άρθρα 227 του ν. 3852/2010 και 151 του ν. 3463/2006, συνέπιπτε με τη διαδρομή του χρονικού διαστήματος αποφάνσεως του αρμοδίου οργάνου επί της προσφυγής. Και για μεν την προσφυγή ενώπιον του Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης (άρθ. 227 ν. 3852/2010) γινόταν δεκτό ότι η δίμηνη προθεσμία εκκινούσε από την άσκηση της προσφυγής, για δε την τριακονθήμερη προθεσμία του άρθρου 152 του ν. 3463/2006, κατά πάγια νομολογία, ο χρόνος εκκινούσε από την περιέλευση στην Ειδική Επιτροπή της προσβαλλόμενης πράξης και των κρίσιμων στοιχείων. Ενόψει αυτών, με την παρούσα απόφαση δεν μεταβάλλεται η νομολογία που κρατούσε κατά τον κρίσιμο, εν προκειμένω, χρόνο της ασκήσεως από την αιτούσα της διοικητικής προσφυγής ενώπιον του Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης, αναφορικά με τη διακοπή της προθεσμίας λόγω ασκήσεως της εν λόγω κατά το άρθρο 227 του ν. 3852/2010 προσφυγής. Και υπό την εκδοχή, όμως, του υπολογισμού του χρόνου διακοπής της προθεσμίας της κρινόμενης αιτήσεως ακυρώσεως με βάση την περιέλευση στον Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης του φακέλου της υποθέσεως, η υπό κρίση αίτηση θα ήταν και πάλι απορριπτέα ως εκπρόθεσμη. Διά ταύτα Απορρίπτει την αίτηση.