Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΝΣΚ/57/2010

Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 2690/1999
Επίσπευση αναγκαστικής εκτελέσεως βάσει αντιγράφου εξ απογράφου επικυρωμένου από δικηγόρο. Με βάση τα προεκτεθέντα, η δυνατότητα των δικηγόρων να επικυρώνουν αντίγραφα προερχόμενα και από άλλες, πλην των διοικητικών, αρχές, σύμφωνα με το άρθρο 52 του Κώδικα Δικηγόρων, το οποίο δεν εθίγη από τη θέση σε ισχύ της διατάξεως του άρθρου 16 του Ν. 3345/2005, εξακολουθεί υφισταμένη και ως εκ τούτου στην εξεταζόμενη περίπτωση συννόμως μπορεί να κινηθεί η διαδικασία της αναγκαστικής εκτελέσεως,με βάση αντίγραφο απογράφου επικυρωμένο από δικηγόρο, χωρίς η ενέργεια του αυτή καθεαυτήν να μπορεί να θεμελιώσει βάσιμο λόγο ανακοπής κατ'άρθρο 933 Κ. Πολ. Δ.

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΝΣΚ/19/2017

Υποχρέωση της Διοίκησης να χορηγήσει στον αιτούντα πολίτη επικυρωμένο αντίγραφο σχεδίου απόφασης του Πρωθυπουργού και του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών.(...)Η υπηρεσία οφείλει να επιτρέψει στον αιτούντα να λάβει γνώση ή και να χορηγήσει επικυρωμένο φωτοαντίγραφο σχεδίου απόφασης του Πρωθυπουργού και του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, που φυλάσσεται στον οικείο υπηρεσιακό φάκελο (πλειοψ.) Παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια με την 169/2016 γνωμ. του Α΄ Τμήματος.


ΣτΕ/122/2008

Προμήθεια "αντιδραστηρίων ανοσολογικών εξετάσεων".(...)Επειδή, εξάλλου, το ν.δ. 3026/1954 ("Περί του Κώδικος των Δικηγόρων", Α΄ 235), ορίζει στο άρθρο 52 ότι "1. Ο Δικηγόρος έχει το δικαίωμα να εκδίδη επικυρωμένα υπ'αυτού αντίγραφα των παρ' αυτώ υπαρχόντων παντός είδους εγγράφων, ως υπεύθυνος περί της ακριβείας αυτών. 2. Τα τοιαύτα αντίγραφα έχουσι πλήρη ισχύν αντιπεφωνημένου αντιγράφου. 3. Δημόσιος υπάλληλος... αρνούμενος να δεχθή και σεβασθή τοιούτον αντίγραφον τιμωρείται α) επί παραβάσει καθήκοντος αυτεπαγγέλτως ή τη εγκλήσει του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου και β) πειθαρχικώς τουλάχιστον δια προσωρινής παύσεως". Περαιτέρω, ο κυρωθείς με το άρθρο πρώτο του ν. 2690/1999 Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας (ΚΔΔ, Α΄ 45) όριζε στο άρθρο 11 ότι "1...2. Την επικύρωση αντιγράφου από το πρωτότυπο, ή από το ακριβές αντίγραφο της αρχής που εξέδωσε το πρωτότυπο, μπορεί να ζητήσει ο ενδιαφερόμενος από οποιαδήποτε διοικητική αρχή, δικηγόρο ή συμβολαιογράφο...3. Οι διοικητικές αρχές οφείλουν να δέχονται επικυρωμένα αντίγραφα πιστοποιητικών, βεβαιώσεων ή άλλων δικαιολογητικών στοιχείων...", σύμφωνα δε με το άρθρο 33 αυτού "1. Από την έναρξη ισχύος του Κώδικα, αν σε αυτόν ορίζεται διαφορετικά, καταργείται κάθε γενική διάταξη, η οποία αναφέρεται σε θέμα ρυθμιζόμενο από αυτόν. 2...". Οι ως άνω, όμως, διατάξεις του άρθρου 11 του ΚΔΔ τροποποιήθηκαν με το άρθρο 16 του ν. 3345/2005 (Α΄ 138), που διέπει, ως εκ του χρόνου ισχύος του, τον επίδικο διαγωνισμό ως εξής: "1...2. Την επικύρωση αντιγράφου από το πρωτότυπο ή από το ακριβές αντίγραφο της διοικητικής αρχής που το εξέδωσε μπορεί να ζητήσει κάθε ενδιαφερόμενος από όλες τις διοικητικές αρχές και τα ΚΕΠ. Αντίγραφα των ανωτέρω επικυρώνονται και από δικηγόρους...σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν την άσκηση των λειτουργημάτων τους...3. Τα επικυρωμένα κατά τα ανωτέρω αντίγραφα εγγράφων που εξέδωσε διοικητική αρχή... γίνονται υποχρεωτικά αποδεκτά από τη Διοίκηση, όπως τα πρωτότυπα". Επομένως, η ανωτέρω γενική διάταξη του άρθρου 52 του Κώδικα περί Δικηγόρων, η οποία αναφέρεται σε δυνατότητα επικυρώσεως από δικηγόρο αντιγράφου εγγράφου "παντός είδους" και συνέχισε να ισχύει υπό την αρχική μορφή του ΚΔΔ, πρέπει να θεωρηθεί ότι καταργήθηκε, ειδικώς ως προς τα μη προερχόμενα από "διοικητική αρχή" έγγραφα, από τη μεταγενέστερη και ειδικότερη από την εξεταζομένη άποψη, διάταξη του άρθρου 16 του ν. 3345/2005, με συνέπεια το ανεπίτρεπτο, υπό το καθεστώς της τελευταίας αυτής διατάξεως, της επικυρώσεως από δικηγόρο αντιγράφων εγγράφων μη προερχομένων από διοικητική αρχή.7. Επειδή, η προσφορά της αιτούσας, με την οποία αυτή προσκόμισε επικυρωμένα από δικηγόρο αντίγραφα των απαιτουμένων από τη διακήρυξη βεβαιώσεων του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Αθηνών περί μη πτωχεύσεως, εκκαθαρίσεως ή συνδρομής άλλης ανάλογης καταστάσεως, ήτοι εγγράφων μη προερχομένων από "διοικητική αρχή" κατά την έννοια της προαναφερθείσας διατάξεως του ν. 3345/2005, ήταν, κατά τα εκτεθέντα στην προηγουμένη σκέψη, απαράδεκτη. Επομένως, η εν λόγω προσφορά ορθώς απερρίφθη με την ως άνω αιτιολογία, οι δε περί του αντιθέτου λόγοι δεν πιθανολογούνται σοβαρώς ως βάσιμοι.


ΝΣΚ/233/2000

Χορήγηση αντιγράφων εγγράφων. Επικύρωση αντιγράφων σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ.2 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας.Τα διοικητικά όργανα δεν έχουν την δυνατότητα να επικυρώνουν αντίγραφα από επικυρωμένο αντίγραφο το οποίο δεν έχει επικυρωθεί από την αρχή που εξέδωσε το πρωτότυπο. Επίσης δεν έχουν την δυνατότητα να επικυρώνουν αντίγραφα από έγγραφα που έχουν εκδοθεί υπό αλλοδαπό νομοθετικό καθεστώς.


ΝΣΚ/135/2019

Ποιος είναι ο αρμόδιος φορέας ο οποίος νομιμοποιείται να προβεί σε καταγγελία της σύμβασης έμμισθης εντολής που έχει καταρτιστεί με δικηγόρο, δεδομένου ότι αυτός συμμετείχε με επιτυχία σε διαγωνιστική διαδικασία πρόσληψης δικηγόρων με έμμισθη εντολή που διενεργήθηκε από το τέως ΙΚΑ-ΕΤΑΜ υποβάλλοντας, όμως, τίτλο σπουδών του οποίου η γνησιότητα δεν επιβεβαιώθηκε. (...) Αρμόδιος φορέας ο οποίος νομιμοποιείται να προβεί σε καταγγελία της σύμβασης έμμισθης εντολής που έχει καταρτιστεί με δικηγόρο, ο οποίος συμμετείχε με επιτυχία σε διαγωνιστική διαδικασία πρόσληψης δικηγόρων με έμμισθη εντολή που διενεργήθηκε από το τέως ΙΚΑ-ΕΤΑΜ υποβάλλοντας, όμως, τίτλο σπουδών του οποίου η γνησιότητα δεν επιβεβαιώθηκε, είναι ο ΕΟΠΥΥ (ομόφ.).


ΕΣ/Τ1/160/2007

Τα έξοδα εκτελέσεως βαρύνουν τον οφειλέτη ευθέως εκ του νόμου, χωρίς να απαιτείται για το λόγο αυτό η δικαστική εκκαθάριση και επιδίκασή τους. Ούτε άλλωστε μπορούσαν να εκκαθαριστούν με την τελεσίδικη απόφαση του Εφετείου Θεσσαλονίκης, ως τμήμα των δικαστικών εξόδων, αφού αυτή αφορά δαπάνες της διαγνωστικής δίκης και εξορισμού δεν μπορούν να περιλάβει και έξοδα που εντάσσονται στην ακολουθούσα διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης.


ΕλΣυν/Τμ.1/148/2012

Δημόσια έργα...Με αιτιολογημένη απόφαση της δημαρχιακής επιτροπής (και ήδη της Οικονομικής Επιτροπής, βλ. άρθρο 72 του ν. 3852/2010) επιτρέπεται η ανάθεση σε δικηγόρο του χειρισμού μεμονωμένων εξώδικων ή δικαστικών υποθέσεων του Δήμου, μόνον όταν δεν έχει προσληφθεί δικηγόρος με μηνιαία αντιμισθία ή αυτός που έχει προσληφθεί δεν έχει δικαίωμα να παρίσταται σε ανώτατα δικαστήρια ή πρόκειται για υποθέσεις που έχουν ιδιαίτερη σημασία ή σπουδαιότητα για τα συμφέροντα του Δήμου και απαιτούν εξειδικευμένη γνώση ή εμπειρία, ώστε να διασφαλιστεί η αποτελεσματική προστασία των συμφερόντων του. Στην τελευταία περίπτωση, η δικηγορική αμοιβή καθορίζεται με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου και δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τα εύλογα κατά περίπτωση όρια. Περαιτέρω, συνάγεται ότι προϋπόθεση για την καταβολή της ανωτέρω αμοιβής αποτελεί η προηγούμενη εκτέλεση από τον εντολοδόχο δικηγόρο όλων των αναγκαίων ή ενδεδειγμένων εργασιών (πρβλ. Πράξεις Ι Τμήμ. 17/2002, 119/2003, 126/2005, 235/2006, 162/2009), γεγονός που αποδεικνύεται με την προσκόμιση των νόμιμων κατά περίπτωση δικαιολογητικών εκκαθάρισης της δαπάνης (άρθρα 21 και 25 του β.δ. της 17.5/15.6.1959). Στο πλαίσιο αυτό, είναι επιτρεπτή η καταβολή προκαταβολής της δικηγορικής αμοιβής, κατά το άρθρο 91 παρ. 2 του Κώδικα περί Δικηγόρων, ανάλογης με το συνολικό ύψος της δικαιούμενης από τον δικηγόρο αμοιβής, δηλαδή προκαταβολής που δεν θα υπερβαίνει αυτοτελώς το εύλογο κατά περίπτωση μέτρο. Αντίθετα, επιβάλλεται η προκαταβολή της αμοιβής του δικηγόρου στις λοιπές περιπτώσεις των άρθρων 96, 157 Α και 161 αυτού. Συνεπώς, η δικηγορική αμοιβή που καθορίζεται με την απόφαση του δημοτικού συμβουλίου μπορεί να προσδιορίζει και την καταβολή ανάλογης προκαταβολής, αφού τέτοιου είδους συμφωνία προβλέπεται από τον Κώδικα περί Δικηγόρων (άρθρο 91 παρ.2), από τις διατάξεις δε του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων ούτε ορίζεται ευθέως το αντίθετο, ούτε συνάγεται έμμεσα βούληση του νομοθέτη να μην ισχύει τέτοια συμφωνία μεταξύ των δήμων και των δικηγόρων τους. (βλ. Πράξεις Ι Τμημ. 236, 159 και 101/2011).


ΕΣ/Τ1/113/2009

Οι προεισπράξεις δικηγορικής αμοιβής των οικείων δικηγορικών συλλόγων, οι οποίες κατατίθενται υποχρεωτικά από το δικηγόρο κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο (παρ.2 και 6 άρθρου 96 του Κώδικα περί Δικηγόρων), επαρκούν για να αποδείξουν την πραγματοποίηση των δικαστικών ενεργειών, για τις οποίες ζητείται η αμοιβή. Μη νόμιμη η καταβολή των εξόδων για τα οποία δεν επισυνάπτεται κανένα δικαιολογητικό, από το οποίο να προκύπτει ότι πράγματι υποβλήθηκε σ΄ αυτά.


ΝΣΚ/169/2020

Αν το άρθρο 60 παρ. 1 του Κώδικα Δικηγόρων κατισχύει του άρθρου 40 παρ.3 του α.ν. 1846/1951 και αν ο Ηλεκτρονικός (e)-ΕΦΚΑ υποχρεούται να παρακρατήσει, από τα καταβαλλόμενα στους συνταξιούχους του ερωτήματος χρηματικά ποσά, το συμφωνημένο ποσοστό αμοιβής των δικηγόρων τους, για να το αποδώσει τελικά σε αυτούς.(...)Δεν είναι νόμιμη η καταβολή της αμοιβής των δικηγόρων με εκχώρηση των χρηματικών παροχών του ερωτήματος και για το λόγο αυτό ο Ηλεκτρονικός (e)-EΦΚΑ δεν μπορεί να παρακρατήσει οποιοδήποτε ποσοστό από τα χρηματικά ποσά που δικαιούνται οι εντολείς των δικηγόρων συνταξιούχοι του, για να το αποδώσει, ως δικηγορική αμοιβή, στους δικηγόρους, αλλά οφείλει να καταβάλει και τα ποσοστά αυτά στους δικαιούχους συνταξιούχους του (ομόφωνα).


ΣτΕ/1860/2008

Οι διατάξεις του άρθρου 52 παρ.2 και 3 του Κώδικα των Δικηγόρων (ν.δ.3026/54), που προβλέπουν τη δυνατότητα των δικηγόρων να επικυρώνουν αντίγραφα από κάθε είδους έγγραφα (π.χ. έγγραφα δικαστικών αρχών εν γένει και αντιγράφων ποινικών μητρώων ειδικότερα) που κατέχουν, δεν έχουν καταργηθεί από τις διατάξεις του άρθρου 11 παρ.2 και 3 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν.2690/1999, τροπ. με το άρθρο 16 παρ.5 και 6 του ν.3345/2005).Επομένως, οι δικηγόροι μπορούν να επικυρώνουν αντίγραφα τέτοιων εγγράφων, εφ' όσον αυτό δεν αποκλείεται από ειδικές διατάξεις.(Σημείωση .Ειδικές διατάξεις για δικηγόρους το άρθρο 2 του ν.δ.3342/1955 και η αριθμ.2048300/0016/1990 όπως ισχύει για επικυρώσεις δικαιολογητικών εξόφλησης τίτλων πληρωμής και επικυρώσεις φωτοαντιγράφων η αντιγράφων αποδεικτικών φορολογικής ενημερότητας)


ΕΣ/Τ1/116/2007

Σε περίπτωση, που έχουν συσταθεί με τον οργανισμό εσωτερικής υπηρεσίας ορισμένου δήμου θέσεις δικηγόρων με πάγια αντιμισθία, λόγω ύπαρξης παγίων και διαρκών αναγκών σε νομικές υπηρεσίες, τότε οι ανάγκες του δήμου αυτού πρέπει να καλύπτονται από τους προσλαμβανόμενους με πάγια αντιμισθία και κατά την προβλεπόμενη νόμιμη διαδικασία δικηγόρους. Κατ’ ακολουθία, δεν είναι νόμιμη η παροχή εντολής σε δικηγόρο για το χειρισμό «όλων» γενικά των νομικών υποθέσεων ορισμένου δήμου για «αόριστο» χρονικό διάστημα, εφόσον υφίστανται θέσεις δικηγόρων με πάγια αντιμισθία, παρά μόνο η ανάθεση σ’ αυτόν συγκεκριμένων υποθέσεων μέχρι την ολοκλήρωση της σχετικής διαδικασίας πρόσληψης δικηγόρων με πάγια αντιμισθία (βλ. σχετ. Πράξεις Ι Τμήματος Ελ. Συν. 122/2005 και 204/2005).Περαιτέρω οι γνωμοδοτήσεις που ανατίθενται σε δικηγόρους πρέπει αφορούν σε θέματα «ιδιάζουσας φύσης» που δεν υπάγονται στα συνήθη καθήκοντα των υπαλλήλων .