Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΠΟΛ 1053/2010
Προσδιορισμός φορολογητέων καθαρών κερδών για την επιβολή της έκτακτης εισφοράς των επιχειρήσεων.
ΠΟΛ 1014/2010
Μη επιβολή έκτακτης εφάπαξ εισφοράς σε εισοδήματα που εμπίπτουν σε απαλλακτικές διατάξεις διεθνών συμβάσεων που έχει υπογράψει η Ελλάδα.
ΠΟΛ 1018/2007
Κοινοποίηση διοικητικής κωδικοποίησης των πινάκων των μοναδικών συντελεστών καθαρού κέρδους, που εφαρμόζονται κατά τον εξωλογιστικό προσδιορισμό των καθαρών κερδών των εμπορικών και βιομηχανικών επιχειρήσεων.
ΠΟΛ 1075/2009
Κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 18 του ν. 3758/2009 «Εταιρείες Ενημέρωσης οφειλετών για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α'/68) σχετικά με την επιβολή έκτακτης εφάπαξ εισφοράς.
ΠΟΛ 1043/2004
Προσδιορισμός των κερδών των οικοδομικών επιχειρήσεων σε περίπτωση πώλησης των ανεγειρόμενων οικοδομών πριν από την αποπεράτωσή τους.
ΠΟΛ 1179/2011
Τύπος και περιεχόμενο του εκκαθαριστικού σημειώματος για την επιβολή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης στα εισοδήματα των φυσικών προσώπων και της έκτακτης εισφοράς σε αντικειμενικές δαπάνες οικονομικού έτους 2011 και του τέλους επιτηδεύματος σε φυσικά και νομικά πρόσωπα.
ΝΣΚ/118/2003
Φορολογία εισοδήματος. Δικηγορικές εταιρείες. Φορολογική μεταχείριση α) ειδικής αμοιβής εταίρου και β) μεταβίβασης εταιρικού μεριδίου δικηγορικής εταιρείας κατά την είσοδο εταίρου.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
α) Η έκτακτη αμοιβή της παρ.2 του άρθρου 27 του ΠΔ 518/1989, που λαμβάνει δικηγόρος – μέλος δικηγορικής εταιρείας, δεν εκπίπτει ως δαπάνη από τα ακαθάριστα έσοδα της εταιρείας κατά το λογιστικό προσδιορισμό των καθαρών και φορολογητέων κερδών της. (πλειοψ.) β) Κατά την είσοδο νέου εταίρου σε δικηγορική εταιρεία, αν και υπάρχει κατ’ ανάγκην μεταβίβαση ποσοστού της δικηγορικής εταιρείας, δεν τίθεται θέμα επιβολής φόρου υπεραξίας σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης α’ της παρ.1 του άρθρου 13 του Ν. 2238/94, λόγω της ιδιαζούσης φύσεως της εταιρείας αυτής (μη εμπορική επιχείρηση). (ομοφ.) γ) Η ειδική αμοιβή εταίρου της δικηγορικής εταιρείας, εφόσον έχει περιληφθεί στα φορολογητέα κέρδη της δικηγορικής εταιρείας με εξάντληση της φορολογικής υποχρεώσεως των μελών της, μπορεί να αναγνωρισθεί φορολογικά και να χρησιμοποιηθεί για την κάλυψη της ετήσιας τεκμαρτής δαπάνης αγοράς ή διαβίωσης του λαβόντος αυτήν, διότι συνδέεται με την ελεύθερη, κατά το καταστατικό της εταιρείας, διανομή κερδών μεταξύ των μελών της, όντος αδιαφόρου αν αυτή υπερβαίνει αριθμητικά το ποσό που δικαιούται ο εταίρος με βάση το ποσοστό συμμετοχής του στην εταιρεία. (πλειοψ.)
ΣΤΕ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/3409/2013
Έκτακτη εισφορά..Επειδή, όπως προελέχθη, (σκέψη 12), σύμφωνα με το άρθρο 18 παρ. 1 περ. β και γ του ν. 3758/2009, αντικείμενο της επίδικης εισφοράς αποτελεί το «συνολικό καθαρό εισόδημα» των δηλώσεων οικονομικού έτους 2008, «φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο», εξαιρέσει των εισοδημάτων της παραγράφου 1 του άρθρου 14 και της περίπτωσης γ της παραγράφου 4 του άρθρου 45 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος. (Πρόκειται, αντιστοίχως, για την αυτοτελή φορολόγηση αποζημιώσεων στο πλαίσιο μισθωτών υπηρεσιών και την απαλλαγή ορισμένων εφάπαξ ασφαλιστικών παροχών). Όπως συνάγεται από τις διατάξεις αυτές, στην επίδικη εισφορά, πλην των συγκεκριμένων ως άνω εξαιρέσεων, υπόκειται κάθε έσοδο που εμπίπτει, κατ’ αρχήν, στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, άρα και οι «αυτοτελώς φορολογούμενες ειδικές περιπτώσεις» των άρθρων 11 κ.επ. αυτού. Συνεπώς, ισχυρισμός που είχε προβληθεί εν προκειμένω ενώπιον των δικαστηρίων της ουσίας ότι δεν έπρεπε να υπαχθεί στην επίδικη εισφορά ορισμένο κονδύλιο «που αφορά αυτοτελώς φορολ. ποσά», χωρίς να διευκρινίζεται ειδικότερα η φύση των εν λόγω ποσών, δεν ήταν ουσιώδης και ορθώς κατ’ αποτέλεσμα δεν ελήφθη υπ’ όψη από το διοικητικό εφετείο, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την κρινόμενη αίτηση είναι απορριπτέα. (Βλ. την ως άνω επί της αιτήσεως του κυρίως διαδίκου ΣτΕ, Ολομ., 1685/2013). Ομοίως, παράπονα της κρινόμενης αίτησης σχετικά με τον ενιαίο τρόπο εμφανίσεως στις οικείες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, αφ’ ενός μεν των αυτοτελώς φορολογουμένων εσόδων των υπαγομένων στην εισφορά, αφ’ ετέρου δε των κατά τ’ ανωτέρω εξαιρουμένων από αυτήν, έτσι ώστε τα τελευταία να μη διακρίνονται και να υπόκεινται, ως μη έδει, σε εισφορά, προβάλλονται άνευ εννόμου συμφέροντος, καθώς το αναιρεσείον δεν ισχυρίζεται ούτε προκύπτει ότι στα ένδικα εισοδήματα περιλαμβάνονται και τέτοια εξαιρούμενα της εισφοράς έσοδα. Εξ άλλου, το ότι τα υποκείμενα στην εισφορά ως άνω αυτοτελώς φορολογούμενα έσοδα δηλώνονταν, όπως ισχυρίζεται το αιτούν σωματείο, προαιρετικώς στις αντίστοιχες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, δεν άγει, από πλευράς επιβολής της επίδικης εισφοράς, σε άνιση ευνοϊκή μεταχείριση όσων δεν προέβησαν σε σχετική δήλωση, αφού και στους τελευταίους, πάντως, «βεβαιώνεται οίκοθεν» η εισφορά κατόπιν ελέγχου (παρ. 3 περ. α, β και δ ανωτ. άρθρου 18 ν. 3758). Συνεπώς, και οι περί του αντιθέτου λόγοι αναιρέσεως είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι. (Βλ. την ως άνω ΣτΕ, Ολομ., 1685/2013).
ΠΟΛ 1074/2010
Κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 5 του ν. 3833/15.3.2010 «Προστασία της εθνικής οικονομίας-Επείγοντα μέτρα για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης (ΦΕΚ Α’/40) σχετικά με την επιβολή έκτακτης οικονομικής εισφοράς στα φυσικά πρόσωπα με μεγάλο εισόδημα (100.000 ευρώ και άνω).
ΝΣΚ/166/2012
Επιβολή εισφοράς του άρθρου 10 του Ν. 27/1975, σε πλοία, τα οποία, κατά την πράξη νηολογήσεώς τους ως κεφαλαίων εξωτερικού, φορολογούνται κατά το άρθρο 6 του ίδιου νόμου – Έλεγχος νομιμότητας τροποποιητικών πράξεων και ανάκληση αυτών.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
1) Δεν είναι σύννομη η επιβολή εισφοράς του άρθρου 10 του Ν. 27/1975, σε πλοία, τα οποία, σύμφωνα με τον νέο όρο 12 των σχετικών τροποποιητικών πράξεων νηολογήσεώς τους ως κεφαλαίων εξωτερικού, φορολογούνται κατά το άρθρο 6 του ίδιου νόμου. 2) και 3) Ο έλεγχος της νομιμότητας των υπ’ αριθμ. Φ.Υ.3113.1.422/1/2002 και Φ.Υ.3113.1.564/1/2002 (ΦΕΚ 124/ΤΑΠΣ/15.7.2002) τροποποιητικών αποφάσεων για τα φορτηγά πλοία Μ.Μ. και Μ., αντίστοιχα και, συνακόλουθα, ο έλεγχος της συνδρομής των προϋποθέσεων ανακλήσεώς τους ανήκει στην αποκλειστική αρμοδιότητα του (μη ερωτώντος) οργάνου που τις εξέδωσε και, επομένως, η πραγμάτευση των ανωτέρω ζητημάτων εκφεύγει των ορίων της παρούσης γνωμοδοτήσεως, αφού η αποδοχή της ή μη από το αρμόδιο προς τούτο όργανο του Υπουργείου Οικονομικών, δεν δεσμεύει το αρμόδιο για τον έλεγχο των ανωτέρω επίμαχων ζητημάτων όργανο και συνιστά μη επιτρεπτό έλεγχο της νομιμότητας των τροποποιητικών πράξεων, που εκδόθηκαν από το τελευταίο, το οποίο ανήκει σε άλλη αρχή. Συνεπώς, παρέλκει η απάντηση επί του δευτέρου και τρίτου ερωτήματος, με την παρατήρηση ότι η Διοίκηση μπορεί να απευθυνθεί στις καθύλην αρμόδιες υπηρεσίες των Υπουργείων που εξέδωσαν τις τροποποιητικές πράξεις και να ζητήσει να προβούν στον έλεγχο της νομιμότητάς τους και να εξετάσουν το ζήτημα της ανακλήσεώς τους. (ομοφ.)