Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΣΤΕ/3283/2012

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 28366/2098/2006

Οδική ασφάλεια-εναρμόνιση της νομοθεσίας με κοινοτικές οδηγίες:Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν να ακυρωθεί η υπ’ αριθμ. 28366/2098/1.3.2006 απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών (ΦΕΚ Β’ 441/11.4.2006) και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.(....)Η επέμβαση, όμως, αυτή δεν συνιστά «στέρηση ιδιοκτησίας», κατά την παρ. 1 του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α., διότι, όπως ήδη έχει εκτεθεί, με την προσβαλλόμενη απόφαση παρέχεται η δυνατότητα στους ιδιοκτήτες μεταχειρισμένων οχημάτων, που δεν είναι εφοδιασμένα με το ανωτέρω σύστημα, να το εγκαταστήσουν σε αυτά, με συνέπεια να δύνανται, μετά την εγκατάσταση αυτή, να μεταβιβάζουν και να κυκλοφορούν ελευθέρως τα οχήματά τους. Προς το σκοπό δε αυτόν παρεσχέθη στους ιδιοκτήτες τέτοιων οχημάτων ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα για να προβούν στην εγκατάσταση του συστήματος (από την δημοσίευση της προσβαλλομένης αποφάσεως έως την έναρξη της απαγορεύσεως). Το χρονικό δε αυτό διάστημα είναι, κατά κοινή πείρα, επαρκές για τον σκοπό αυτό ακόμη και αν θεωρηθεί ότι, για να εγκατασταθεί το ανωτέρω σύστημα στα μεταχειρισμένα οχήματα, έπρεπε να εκδοθούν οι προβλεπόμενες από την παράγραφο 4 της προσβαλλομένης αποφάσεως οδηγίες του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών(....)Με τα δεδομένα αυτά οι επίμαχες απαγορεύσεις συνιστούν «ρύθμιση της χρήσεως αγαθών», η οποία, εξεταζόμενη υπό το πρίσμα της παρ. 2 του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α., δεν αντίκειται στη διάταξη αυτή, εφ’ όσον προβλέπεται από την προσβαλλόμενη κανονιστική πράξη, δικαιολογείται από τον εκτεθέντα ανωτέρω στην όγδοη σκέψη λόγο δημοσίου συμφέροντος και δεν αντίκειται στην αρχή της αναλογικότητας, όπως έχει ήδη εκτεθεί. Συνεπώς, ο λόγος ακυρώσεως ότι η προσβαλλόμενη απόφαση αντίκειται στις διατάξεις του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Εξ άλλου, με τα ανωτέρω δεδομένα είναι απορριπτέος ως αβάσιμος και ο λόγος περί παραβάσεως του συνταγματικού δικαιώματος της ιδιοκτησίας των μελών των αιτούντων σωματείων, δεδομένου ότι τα επιβαλλόμενα μέτρα συνιστούν περιορισμό και όχι στέρηση του δικαιώματος αυτού, που δικαιολογείται από λόγο δημοσίου συμφέροντος και δεν αντίκεινται στην αρχή της αναλογικότητας.Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση.

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΣτΕ/1663/2009/ΟΛΟΜ

H διάταξη του άρθρου 21 του Κώδικα Νόμων περί δικών του Δημοσίου, με την οποία θεσπίζεται, για τις οφειλές του Δημοσίου, επιτόκιο νόμιμο και υπερημερίας σε ποσοστό 6%, που είναι μικρότερο από το ποσοστό του γενικώς ισχύοντος αντίστοιχου επιτοκίου, αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 1 του Συντάγματος και 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α.


ΣΤΕ/1439/2020

Περικοπές συντάξεων...Ενόψει δε των ανωτέρω απαντήσεων, πρέπει να απορριφθούν οι ασκηθείσες παρεμβάσεις των φυσικών και νομικών προσώπων, κατά το μέρος που με αυτές υποστηρίζεται ότι η διάταξη του άρθρου 14 παρ. 2 περ. α του ν. 4387/2016 αντίκειται στο Σύνταγμα και την Ε.Σ.Δ.Α. και ότι ο χρονικός περιορισμός της ισχύος των αποτελεσμάτων που έθεσαν οι 2287-2288/2015 αποφάσεις της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας αφορά μόνον τη διαπίστωση της αντίθεσης προς το Σύνταγμα των διατάξεων των ν. 4051/2012 και 4093/2012 και δεν καταλαμβάνει και τη διαπιστωθείσα αντίθεση αυτών προς το άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α., και να γίνουν δεκτές, κατά το μέρος που με αυτές υποστηρίζεται ότι η ίδια ανωτέρω διάταξη του άρθρου 14 παρ. 2 περ. α του ν. 4387/2016 δεν καταλαμβάνει ρυθμιστικά και το διάστημα από 1.1.2013 έως την 11.5.2016 και ότι δεν είναι δυνατό να κριθούν σύμφωνες με το Σύνταγμα και την Ε.Σ.Δ.Α. οι παραπάνω μειώσεις των συντάξεων βάσει των νόμων 4051/2012 και 4093/2012 για το χρονικό διάστημα από της θεσπίσεώς τους έως 11.5.2016 ενόψει των διαπιστώσεων που περιέχονται σε μελέτες, μεταγενέστερες των αποφάσεων 2287-2288/2015 της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας. Αντιστοίχως δε, πρέπει να γίνει δεκτή η παρέμβαση του Ελληνικού Δημοσίου, κατά το μέρος που με αυτήν υποστηρίζεται ότι η ανωτέρω διάταξη του άρθρου 14 παρ. 2 περ. α΄ του ν. 4387/2016 είναι σύμφωνη με το Σύνταγμα και την Ε.Σ.Δ.Α. και ότι ο χρονικός περιορισμός της ισχύος των αποτελεσμάτων της αντισυνταγματικότητας που έθεσαν οι 2287-2288/2015 αποφάσεις της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας δεν αφορά μόνον τη διαπίστωση της αντίθεσης προς το Σύνταγμα των διατάξεων των ν. 4051/2012 και 4093/2012 αλλά καταλαμβάνει και τη διαπιστωθείσα αντίθεση αυτών προς το άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου, και να απορριφθεί κατά το μέρος που με αυτήν υποστηρίζεται ότι η ίδια ανωτέρω διάταξη του άρθρου 14 παρ. 2 περ. α του ν. 4387/2016 καταλαμβάνει ρυθμιστικά και το διάστημα από 1.1.2013 έως την 11.5.2016 και ότι οι παραπάνω μειώσεις των συντάξεων βάσει των νόμων 4051/2012 και 4093/2012 είναι σύμφωνες με το Σύνταγμα και την Ε.Σ.Δ.Α. για το χρονικό διάστημα από της θεσπίσεώς των έως 11.5.2016 εφόσον από εμπεριστατωμένη επιστημονική μελέτη, μεταγενέστερη των αποφάσεων 2287-2288/2015 της Ολομελείας, προκύπτει ή θα προκύψει ότι οι μειώσεις των συντάξεων από την έναρξη επιβολής τους ήταν κατ’ ουσίαν σύμφωνες με το Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ.Επειδή, μετά την επίλυση των ζητημάτων για τα οποία εισήχθη στο Συμβούλιο της Επικρατείας, η κρινόμενη αγωγή πρέπει, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 1 του ν. 3900/2010, να παραπεμφθεί προς εκδίκαση, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο αυτής, στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών ως προς όλους τους ενάγοντες, πλην των με αριθμό δικογράφου 15 και 33, ως προς τους οποίους πρέπει να απορριφθεί (σκέψη 6) και, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων, να μην επιβληθεί δικαστική δαπάνη.


ΕλΣυν.Τμ.1/1125/2016

Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο, με την προσβαλλόμενη Πράξη του, εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τις περί παραγραφής διατάξεις του άρθρου 90 του ν. 2362/1995. Τούτο δε, καθόσον έπρεπε να κάνει δεκτό ότι οι αξιώσεις του εφεσίβλητου για την επιστροφή των εισφορών, που παρακρατήθηκαν κατά την καταβολή της σύνταξής του, κατ’ εφαρμογή των κατά τα ανωτέρω ανίσχυρων, ως αντίθετων προς το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α., διατάξεων των άρθρων 20 παρ. 3 του ν. 2084/1992 και 26 του ν. 2592/1998, υπόκεινται, ως εκ της φύσεώς τους ως αξιώσεων από καθυστερούμενες συντάξεις, στην προβλεπόμενη στην παρ. 5 του άρθρου 90 του ως άνω νόμου διετή παραγραφή, η θέσπιση της οποίας δεν αντίκειται σε συνταγματικές ή άλλες υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με την ένδικη έφεση...


ΕΣ/ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/541/2023

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:επιδιώκεται η αναίρεση της 585/2016  απόφασης του IV Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.Σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψεις 17 έως  25 της παρούσας, το Τμήμα με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφασή του εσφαλμένως εφάρμοσε το άρθρο 25 παρ. 1δ του Συντάγματος και την απορρέουσα από αυτό αρχή της αναλογικότητας και το άρθρο 1 του (πρώτου) Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Και τούτο, διότι, όπως προεκτέθηκε, όφειλε στο πλαίσιο εξέτασης του σχετικού προβαλλομένου λόγου έφεσης, να ερευνήσει με βάση την αρχή της αναλογικότητας και της δίκαιης ισορροπίας, αν με τον επιβληθέντα καταλογισμό, ο οποίος συνιστά επέμβαση σε περιουσιακό δικαίωμα του αναιρεσείοντος (σκέψη 25), επιτεύχθηκε δίκαιη ισορροπία μεταξύ του υπηρετούμενου δημοσίου σκοπού και της συνταγματικώς επιβεβλημένης προστασίας της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και των διακυβευόμενων περιουσιακών δικαιωμάτων του καταλογιζομένου υπαλλήλου που εθίγησαν από αυτόν και είτε να διαλάβει ειδική κρίση περί τον σεβασμό της αρχής αυτής, κατά την επιβολή του επίδικου καταλογισμού, είτε, στην αντίθετη περίπτωση, να προβεί σε επιμέτρηση του καταλογισθέντος ποσού στο αναγκαίο κατά την κρίση του μέτρο, λαμβάνοντας υπόψη τα κριτήρια που αναφέρονται στη σκέψη 26 της παρούσας. Επομένως, η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση πρέπει να αναιρεθεί  για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας (άρθρο 25 παρ. 1 δ Συντάγματος) και του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, κατ’ αποδοχή του οικείου λόγου αναίρεσης .Αναιρεί την 585/2016 απόφαση του ΙV Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.


ΑρΠ/1/2011

ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ αξιώσεων υπαλλήλων ν.πδ.δ. Η διάταξη του άρθ. 48 § 3 ν.δ. 496/1974, που θεσπίζει διετή παραγραφή για τις αξιώσεις των υπαλλήλων των ΝΠΔΔ δεν αντίκειται στην αρχή της ισότητας, ούτε στο άρθ. 6 § 1 ΕΣΔΑ, ούτε στο άρθ. 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Αντίθετη μειοψηφία.


Ν.1786/1988

Κύρωση προσθέτου Πρωτοκόλλου Ι στις Συμβάσεις της Γενεύης της 12ης Αυγ. 1949 που αναφέρονται στην προστασία των θυμάτων ενόπλων συγκρούσεων


Ν.Δ.53/1974

Περί κυρώσεως της εν Ρώμη την 4ην Νοεμβρίου 1950 υπογραφείσης Συμβάσεως «δια την προάσπισιν των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθερίων ως και του προσθέτου εις αυτήν Πρωτοκόλλου των παρισίων της 20ης Μαρτίου 1952


ΕΣ/ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/543/2023

ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΑ:επιδιώκεται η αναίρεση της 43/2019 απόφασης του ΙΙ Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Ενόψει όσων έγιναν δεκτά ανωτέρω και όσων έγιναν ανελέγκτως δεκτά με την πληττόμενη απόφαση, όπως αυτά εκτέθηκαν στη σκέψη 6, το Δικαστήριο κρίνει ότι ορθώς το δικάσαν Τμήμα έκρινε ότι η στέρηση της σύνταξης σε υπάλληλο της οποίας ανακλήθηκε ο διορισμός μετά πάροδο μακρότατου χρόνου από αυτόν, όπως εν προκειμένω, και ανεξαρτήτως της υπαιτιότητάς της στην πρόκληση ή υποβοήθηση του παράνομου διορισμού, αντίκειται στα άρθρα  2 παρ. 1 και 25 παρ. 1 α΄ και δ΄ του Συντάγματος, καθώς και στο άρθρο 1 του (πρώτου) Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Περαιτέρω, ορθώς, κατ’ αποτέλεσμα, έκρινε ότι  στην αναιρεσίβλητη πρέπει, εφόσον, με βάση τον χρόνο υπηρεσίας της στο Γενικό Νοσοκομείο Αμαλιάδας, συμπληρώνει τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης, να κανονιστεί  σύνταξη με βάση τις συνταξιοδοτικές αποδοχές κατηγορίας Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης. Τούτο δε διότι το απολυτήριο δημοτικού δεν παραπέμπει σε κάποια ιδιαίτερη γνώση ή δεξιότητα για την άσκηση των συγκεκριμένων υπηρεσιακών καθηκόντων της αναιρεσίβλητης (τραπεζοκόμος) μισθολογικής κατηγορίας Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης,  ενώ άλλωστε δεν αμφισβητήθηκε η εν γένει φοίτηση αυτής στη δημοτική εκπαίδευση.Το Δικαστήριο επισημαίνει στο σημείο αυτό ότι η Διοίκηση οφείλει, κατά την εξέταση των προϋποθέσεων συνταξιοδότησης της αναιρεσίβλητης, να λάβει υπόψη της, σύμφωνα με το άρθρο 65 του π.δ/τος 169/2007 «Κώδικας Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων» (Α΄ 210), την τυχόν εκδοθείσα τελεσίδικη απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πατρών επί της με αριθ. κατάθ. 27/7.3.2016 αίτησης ακύρωσης της αναιρεσίβλητης κατά της 318/2014/20.11.2014 απόφασης του Αναπληρωτή Διοικητή του Γενικού Νοσοκομείου Ηλείας.Απορρίπτει την αίτηση του Ελληνικού Δημοσίου για αναίρεση της 43/2019 απόφασης του ΙΙ Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.


ΣΤΕ ΟΛΟΜ/2307/2014

Επειδή, τέλος, προβάλλεται ότι οι ρυθμίσεις της προσβαλλόμενης ΠΥΣ είναι αντίθετες στο άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, διότι, κατά τους αιτούντες, «τα δικαιώματα που συνδέονται με τη σχέση εξαρτημένης εργασίας (προσδιορισμός μισθού, ρύθμιση όρων εργασία με συλλογικές συμβάσεις ...)» θίγονται με την πράξη αυτή «στο βαθμό που αυτές [οι ρυθμίσεις] ισοδυναμούν με απαλλοτρίωση δικαιωμάτων που απορρέουν από τη σχέση εργασίας». Ο λόγος αυτός ακυρώσεως είναι απορριπτέος. Τούτο, διότι ναι μεν, όπως έχει κριθεί (ΣτΕ 668/2012 Ολομ), η αξίωση για καταβολή προβλεπόμενων από την νομοθεσία του συμβαλλόμενου κράτους αποδοχών αποτελεί περιουσία, κατά την έννοια του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, εφ’ όσον συντρέχουν οι προβλεπόμενες για την καταβολή τους προϋποθέσεις, όμως με το τελευταίο αυτό άρθρο δεν κατοχυρώνεται δικαίωμα σε μισθό ορισμένου ύψους. Δεν αποκλείεται, επομένως, κατ’ αρχήν, η διαφοροποίηση του ύψους του μισθού ανάλογα με τις επικρατούσες εκάστοτε συνθήκες. Κάθε δε επέμβαση σε περιουσιακής φύσεως αγαθό, υπό την ανωτέρω έννοια, πρέπει να προβλέπεται από νομοθετικές ή άλλου είδους κανονιστικές διατάξεις και να δικαιολογείται από λόγους γενικού συμφέροντος, στους οποίους περιλαμβάνονται, κατ’ αρχήν, και λόγοι συναπτόμενοι προς την αντιμετώπιση ενός ιδιαιτέρως σοβαρού, κατά την εκτίμηση του εθνικού νομοθέτη, δημοσιονομικού προβλήματος. Η εκτίμηση δε του νομοθέτη ως προς την ύπαρξη λόγου δημοσίου συμφέροντος επιβάλλοντος τον περιορισμό περιουσιακού δικαιώματος και ως προς την επιλογή της ακολουθητέας πολιτικής για την εξυπηρέτηση του δημοσίου αυτού συμφέροντος υπόκειται σε οριακό δικαστικό έλεγχο. Περαιτέρω, η επέμβαση στα περιουσιακά δικαιώματα πρέπει να είναι πρόσφορη και αναγκαία για την επίτευξη του επιδιωκόμενου από τον νομοθέτη σκοπού γενικού συμφέροντος και να μην είναι δυσανάλογη σε σχέση με αυτόν ... Συνεπώς, εν προκειμένω, εφ’ όσον, όπως κρίθηκε ανωτέρω στην σκέψη 23, οι ρυθμίσεις της προσβαλλόμενης ΠΥΣ 6/2012, θεωρούμενες στο σύνολό τους, δεν θίγουν τον πυρήνα των συνταγματικών δικαιωμάτων, που απορρέουν ιδίως από τα άρθρα 22 και 23 του Συντάγματος, ούτε παραβιάζουν την αρχή της αναλογικότητας, οι ρυθμίσεις αυτές δεν παραβιάζουν ούτε το άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ και, άρα, είναι απορριπτέοι οι περί του αντιθέτου προβαλλόμενοι λόγοι ακυρώσεως.. Επειδή, σύμφωνα με τις προηγούμενες σκέψεις, οι κρινόμενες αιτήσεις πρέπει να γίνουν δεκτές, κατά το μέρος που πλήττουν τις διατάξεις του άρθρου 3 παρ. 1, 2 και 4 της προσβαλλόμενης ΠΥΣ 6/2012 και να απορριφθούν κατά τα λοιπά. Αντιστοίχως, πρέπει η παρέμβαση του ... να απορριφθεί, κατά το μέρος που αφορά τις διατάξεις αυτές της προσβαλλόμενης ΠΥΣ, και να γίνει δεκτή κατά τα λοιπά.


ΕΣ/ΤΜ.2/1176/2018

ΑΝΑΚΛΗΣΗ ΔΙΟΡΙΣΜΟΥ ΥΠΑΛΛΗΛΟΥ- Δικάιωμα συνταξιοδότησης:..Υπό τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα αναλυτικώς εκτέθηκαν στις σκέψεις ΙΙ, ΙΙΙ, Vκαι VII της παρούσας, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι μη νομίμως απορρίφθηκε με την προσβαλλόμενη πράξη η αίτηση του εκκαλούντος για τον κανονισμό σύνταξης από το Δημόσιο, με την αιτιολογία ότι η περί τα 17 έτη υπηρεσία του στο Δημόσιο δεν δύναται να αναγνωρισθεί ως συντάξιμη λόγω της ανάκλησης της πράξης διορισμού του. Και τούτο, διότι, όπως εκτέθηκε στη σκέψη VII Η, η στέρηση της σύνταξης σε υπάλληλο του οποίου ανακλήθηκε ο διορισμός μετά πάροδο μακρότατου χρόνου από αυτό, όπως εν προκειμένω, και ανεξαρτήτως της υπαιτιότητάς του κατά την πρόκληση ή υποβοήθηση του παράνομου διορισμού, αντίκειται στα άρθρα 2 παρ.1, 17 παρ.1, 25 παρ.1 α΄ του Συντάγματος, στις συνταγματικές αρχές της ασφάλειας δικαίου, της σαφήνειας, της προβλεψιμότητας και της αναλογικότητας, καθώς και στο άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, όπως βασίμως προβάλλει ο εκκαλών με τους πρώτο, δεύτερο και τρίτο λόγους έφεσής του και κατ’ εκτίμηση αυτών, παρελκούσης ως αλυσιτελούς της εξέτασης των λοιπών λόγων έφεσης. Οφείλει δε η Διοίκηση να εξετάσει εάν με τα έτη αυτά υπηρεσίας, λαμβανομένων υπόψιν και των αιτημάτων του εκκαλούντος για αναγνώριση ως συντάξιμου του χρόνου της στρατιωτικής του θητείας, αλλά και του χρόνου απασχόλησής του στον ιδιωτικό τομέα και ασφάλισής του στο ΙΚΑ κατά τα άρθρα 1 έως 6 του ν. 1405/1983, συμπληρώνει αυτός τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης από το Δημόσιο και σε καταφατική περίπτωση να του καταβάλει τη σύνταξη που θα δικαιούτο εάν δεν είχε χωρήσει η ανάκληση του διορισμού του....Κατ’ ακολουθίαν αυτών, η έφεση πρέπει να γίνει δεκτή, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη και να αναπεμφθεί η υπόθεση στη Διοίκηση προκειμένου να εξετάσει εάν ο εκκαλών πληροί τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησής του από το Δημόσιο, συνυπολογίζοντας τον χρόνο υπηρεσίας του σ’ αυτό, ήτοι από 22.10.1997, ημερομηνία δημοσίευσης της πράξης διορισμού του, έως 18.6.2014, ημερομηνία δημοσίευσης της πράξης ανάκλησής της