ΣτΕ/1208/2012
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Επειδή, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, ερμηνευόμενων σε συνδυασμό με τον γενικό κανόνα του άρθρου 63 παρ. 1, 2 και 6 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας και ενόψει της παρατιθέμενης στη σκέψη 10 πάγιας συναφούς νομολογίας του Δικαστηρίου, αν η τασσόμενη στη Διευθύνουσα Υπηρεσία μηνιαία από την υποβολή του λογαριασμού προθεσμία παρέλθει άπρακτη, ο λογαριασμός δεν θεωρείται ότι έγινε αποδεκτός, δηλαδή ότι έχει αυτοδικαίως εγκριθεί, αλλά ότι η Διευθύνουσα Υπηρεσία έχει σιωπηρώς αρνηθεί την έγκρισή του. Και τούτο διότι στη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 104 του π.δ. 696/1974 ορίζεται μεν προθεσμία ενός μηνός για τον έλεγχο και την έγκριση του λογαριασμού, δεν προβλέπεται όμως ότι, με την άπρακτη πάροδο αυτής, ο λογαριασμός θεωρείται αυτοδικαίως εγκεκριμένος. Ούτε βεβαίως θα μπορούσε να γίνει δεκτό ότι, μολονότι δεν ορίζεται τούτο ρητώς, η βούληση του νομοθέτη ήταν μόνη η άπρακτη πάροδος της μηνιαίας προθεσμίας, οφειλόμενη σε αδράνεια, για οποιονδήποτε λόγο, των αρμόδιων υπαλλήλων, να έχει ως συνέπεια την αμετάκλητη αυτοδίκαιη έγκριση του λογαριασμού και ακολούθως την υποχρέωση του Δημοσίου και των ν.π.δ.δ. να καταβάλλουν δημόσιο χρήμα, ανεξάρτητα από τις τυχόν πλημμέλειες που αυτός έχει, δηλαδή ανεξάρτητα από το εάν το ποσό του λογαριασμού διεκδικείται παρανόμως ή αχρεωστήτως. Και μάλιστα χωρίς να παρέχεται καμία δυνατότητα πλέον στη Διοίκηση να προβεί, μετά την άπρακτη πάροδο της μηνιαίας προθεσμίας, στην έκδοση πράξης με την οποία ρητώς θα αρνείται την έγκριση του λογαριασμού ή θα τροποποιεί αυτόν για λόγους νομιμότητας, είτε διότι ο λογαριασμός είναι αντίθετος προς διατάξεις νόμου ή τη σύμβαση είτε διότι στηρίζεται σε στοιχεία ανύπαρκτα ή ανακριβή [πρβλ. και την Α.Π. 1127/2006, με την οποία ο Άρειος Πάγος, ερμηνεύοντας τις αντίστοιχες διατάξεις του άρθρου 5 παρ. 8 (ήδη παρ. 10) του ν. 1418/1984 και του άρθρου 40 παρ. 7 του π.δ. 609/1985 (223Α’), έκρινε ότι η, λόγω της άπρακτης παρόδου της μηνιαίας προθεσμίας, σιωπηρή έγκριση του λογαριασμού ισχύει «μόνον επί λογαριασμών που, άσχετα από την ουσιαστική βασιμότητα των καθέκαστα στοιχείων τους, πληρούν τους όρους νομιμότητάς τους», ενώ δεν αφορά λογαριασμούς που δεν έχουν όλα τα απαιτούμενα για τη νομιμότητά τους στοιχεία]. Όπου άλλωστε ο νομοθέτης θέλησε η άπρακτη πάροδος της τασσόμενης με τη νομοθεσία για την εκπόνηση των μελετών στα διοικητικά όργανα προθεσμίας προς ενέργεια, να μην συνιστά σιωπηρή απόρριψη, αλλά να ισοδυναμεί με πράξη θετικού περιεχομένου για το μελετητή, δηλαδή με αποδοχή υποβαλλομένου αιτήματος, όρισε τούτο ρητώς. Συγκεκριμένα, πρόκειται για το άρθρο 22 παρ. 1 και 2 του ν. 716/1977, όπου ρητώς ορίζεται ότι η παραλαβή της μελέτης, η οποία πραγματοποιείται με την έκδοση αφενός βεβαίωσης της Διευθύνουσας Υπηρεσίας για συμμόρφωση του μελετητή προς τις συμβατικές του υποχρεώσεις και αφετέρου της εγκριτικής της μελέτης απόφασης του εργοδότη, συντελείται εντός προθεσμίας (που καθορίστηκε στη συνέχεια με το άρθρο 19 παρ. 1 του εκτελεστικού του νόμου αυτού π.δ. 194/1979) (παρ. 1), και ότι, αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αυτή, «η παραλαβή της μελέτης θεωρείται ως αυτοδικαίως συντελεσθείσα» μετά την πάροδο διμήνου από την υποβολή, μετά την εκπνοή της ανωτέρω προθεσμίας, ειδικής αίτησης του μελετητή για τη διενέργεια της παραλαβής (παρ. 2).(...) Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω γενομένων δεκτών στις σκέψεις 12 έως 14, θα έπρεπε να γίνει δεκτή η αίτηση αναιρέσεως της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Μαγνησίας και να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, καθό μέρος έκρινε ότι ο υποβληθείς λογαριασμός είχε αυτοδικαίως εγκριθεί και ότι ανακύπτει υποχρέωση της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης να καταβάλει στην ανάδοχο το ποσό αυτού των 228.401,81 ευρώ. Λόγω όμως της μείζονος σπουδαιότητας του ανωτέρω ζητήματος, εάν δηλαδή, κατά την έννοια των εφαρμοστέων εν προκειμένω διατάξεων του άρθρου 104 παρ. 1 του π.δ. 696/1974 και του άρθρου 63 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, η άπρακτη πάροδος της μηνιαίας προθεσμίας από την υποβολή του λογαριασμού του μελετητή συνεπάγεται τη σιωπηρή έγκριση αυτού και η Διοίκηση υποχρεούται να καταβάλει τα αναφερόμενα στον λογαριασμό χρηματικά ποσά, χωρίς να έχει καμία δυνατότητα επανόδου, ως αναρμόδια πλέον κατά χρόνον, ανεξαρτήτως των νομικών πλημμελειών του λογαριασμού, δηλαδή έστω και αν τα ανωτέρω ποσά ζητούνται παρανόμως ή αχρεωστήτως ή εάν, αντιθέτως, σύμφωνα με τα ομοφώνως γενόμενα δεκτά στις σκέψεις 12 έως 14, η άπρακτη πάροδος της μηνιαίας προθεσμίας συνεπάγεται την άρνηση έγκρισης του λογαριασμού και μάλιστα όταν ο λογαριασμός είναι μη νόμιμος, πρέπει το ζήτημα αυτό να παραπεμφθεί προς επίλυση στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 14 παρ. 2 περ. α’ του π.δ. 18/1989.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/313/2012
Ολυμπιακά Έργα – Θέμα αυτοδίκαιης έγκρισης λογαριασμού που περιλαμβάνει τόκους υπερημερίας, για τη μη εμπρόθεσμη εξόφληση προηγούμενου λογαριασμού.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Ο 7ος λογαριασμός του έργου «Ολυμπιακά Προπονητήρια Βελτίωση – Αναβάθμιση Κατασκευή Ομάδας 4», ο οποίος περιλαμβάνει τόκους υπερημερίας για τη μη εμπρόθεσμη εξόφληση του 6ου λογαριασμού, δεν έχει αυτοδικαίως εγκριθεί, λόγω παρέλευσης της μηνιαίας προθεσμίας από την υποβολή του, χωρίς η Διευθύνουσα Υπηρεσία να προβεί στον έλεγχό του. Αντίθετα, η Διευθύνουσα Υπηρεσία έχει σιωπηρώς αρνηθεί την έγκρισή του. (πλειοψ.)
ΣτΕ/1153/2006
Κατόπιν τούτου το διοικητικό εφετείο έκρινε ότι ο επίμαχος 6ος λογαριασμός είχε αυτοδικαίως εγκριθεί με την πάροδο άπρακτης της κατά το άρθρο 5 παρ. 8 του ν. 1418/1984 μηνιαίας προθεσμίας, ως εκ τούτου δε αναγνώρισε το δικαίωμα της αναιρεσίβλητης να λάβει το ποσό των 7.845.184 δρχ. (ή 23.023 ευρώ), που περιείχετο μεν στον υποβληθέντα 6ο λογαριασμό, αλλά είχε περικοπεί από την Διευθύνουσα Υπηρεσία με την διόρθωση του εν λόγω λογαριασμό μετά την πάροδο της ανωτέρω προθεσμίας. Περαιτέρω, όμως, το διοικητικό εφετείο απέρριψε το αίτημα της αναιρεσίβλητης να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του Δημοσίου να της καταβάλει ποσό πέραν του ανωτέρω ως αντάλλαγμα για εργασίες που, κατ’ αυτήν, είχαν εκτελεσθεί και είχαν περιληφθεί σε επιμετρήσεις αυτοδικαίως εγκεκριμένες, με την αιτιολογία ότι οποιαδήποτε αμφισβήτηση του αναδόχου που αφορά το εργολαβικό αντάλλαγμα μπορεί να προβληθεί μόνον κατά του σχετικού λογαριασμού – πιστοποιήσεως, με την κρινόμενη δε προσφυγή προσβάλλεται μόνον ο συγκεκριμένος 6ος λογαριασμός, με τον οποίο η αναιρεσίβλητη είχε ζητήσει την πληρωμή μόνον του ανωτέρω ποσού των 14.297.355 δρχ..
ΣτΕ/419/2008
ΠΕΡΙΛΗΨΗ:Μελέτες κτιριακών έργων. Εφαρμογή των διατάξεων του ν. 1418/1984 που αφορούν την τήρηση ενδικοφανούς διαδικασίας κατά την επίλυση των σχετικών διαφορών. Κάθε εκπονούμενο στάδιο της μελέτης αποτελεί εξειδίκευση του ενιαίου σχηματισμού. Αν η ανάθεση αφορά στην εκπόνηση της προμελέτης του κτιριακού έργου, το ποσό της αμοιβής του μελετητή προσαυξάνεται κατά το προβλεπόμενο ποσοστό. Η πρόσθετη αμοιβή δεν αποτελεί αποζημίωση του μελετητή λόγω μη ανάθεσης και των λοιπών σταδίων της μελέτης. Παραγραφή χρηματικών αξιώσεων κατά νπδδ και έναρξη ή διακοπή αυτής.
ΕΣ/Τ7/183/2009
Ειδικά δε στην περίπτωση, κατά την οποία πρόκειται για μελέτη που ανατίθεται σ’ ένα και τελικό στάδιο, χωρίς τη μεσολάβηση ενδιάμεσου σταδίου (π.χ προμελέτης), ως συμβατική αμοιβή, που αποτελεί τη βάση προϋπολογισμού της τελικώς καταβληθησόμενης αμοιβής του μελετητή, νοείται εκείνη που προκύπτει από τον προϋπολογισμό που υποβάλλεται για πρώτη φορά στην αρμόδια υπηρεσία του εργοδότη και που αφορά τον ακριβή προσδιορισμό του συμβατικού αντικειμένου (βλ. και την ΔΕ6678/1.9.1981 γνωμοδότηση της αρμόδιας Γνωμοδοτικής Επιτροπής Μελετών άρθρ. 5 ν. 716/1977 και Πρακτικά VII Τμ. 1ης Συν./8.1.2008, Πρ. 279/2008). Τέλος, από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι συγκριτικός πίνακας συντάσσεται και για κάθε αναπροσαρμογή της αμοιβής της μελέτης, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 11 παράγραφος 7 του ν. 716/1977 (ΦΕΚ Α΄ 295), στον οποίο εμφανίζονται οι αυξομοιώσεις των ποσοτήτων των εργασιών και προσδιορίζεται η αξία αυτών, χωρίς να απαιτείται να συμπεριληφθούν σε συμπληρωματική σύμβαση. Η υποβολή του εν λόγω συγκριτικού πίνακα στην αρμόδια υπηρεσία του εργοδότη το πρώτον, στα πλαίσια σύμβασης με αντικείμενο την εκπόνηση πολεοδομικής μελέτης σε ένα και τελικό στάδιο, χωρίς την υποβολή προμελέτης, και η έγκρισή του από αυτήν προσδιορίζει τη συμβατική αμοιβή, η οποία δύναται να διαφέρει από την προεκτιμώμενη και επί της οποίας θα υπολογιστεί και η τελικώς καταβληθησόμενη στο μελετητή αμοιβή, κατά τα προαναφερθέντα.
ΣτΕ/619/2003
Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι ο χρόνος εγκρίσεως από την προϊσταμένη αρχή του πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδας νέων εργασιών και του οικείου συγκριτικού πίνακα, έχει, κατά το νόμο, ιδιαίτερη σημασία, διότι η άπρακτη πάροδος της προθεσμίας προς πληρωμή του αναδόχου που γίνεται βάσει της πιστοποιήσεως των εργασιών που εκτελέσθηκαν επιφέρει υπέρ του αναδόχου τις συνέπειες του άρθρου 5 παρ. 10 του Ν. 1418/84. Και είναι μεν αληθές ότι από τις προπαρατεθείσες διατάξεις δεν τάσσεται στην προϊσταμένη αρχή προθεσμία προς έγκριση του πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδας νέων εργασιών και του οικείου συγκριτικού πίνακα, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η έγκριση ή η άρνηση εγκρίσεως είναι απρόθεσμη, αλλά αντιθέτως, η έγκριση των πράξεων που προαναφέρθηκαν (ΠΚΤΜΝΕ και ΣΠ) πρέπει να ενεργείται μέσα σε εύλογο χρόνο, τέτοιος δε χρόνος θεωρείται το τρίμηνο από της υποβολής τους στην προϊσταμένη αρχή. Κατά συνέπεια, με την άπρακτη πάροδο τριμήνου από της υποβολής τους, το ΠΚΤΜΝΕ και ο ΣΠ θεωρούνται αυτοδικαίως εγκεκριμένα, τυχόν δε μεταγενέστερη έγκρισή τους είναι τυπική και επιβεβαιώνει απλώς την έγκριση που έγινε με την πάροδο του τριμήνου, δεν μπορεί δε πλέον η προϊσταμένη αρχή να τροποποιήσει τα ήδη αυτοδικαίως με την πάροδο του τριμήνου εγκριθέντα εν λόγω στοιχεία (ΠΚΤΜΝΕ και ΣΠ) (πρβλ. ΣΕ 1674/97, 1921/93, 472/92).
ΣτΕ/3615/2008
Επειδή, κατά την έννοια των μνημονευθεισών διατάξεων, οι οποίες εφαρμόζονται εν προκειμένω ως εκ του χρόνου υπογραφής της συμβάσεως και κατά ρητή πρόβλεψή της, σε περίπτωση υποβολής λογαριασμού εκ μέρους του αναδόχου του έργου, η Διευθύνουσα Υπηρεσία υποχρεούται εντός μηνός από την υποβολή του να προβεί στον έλεγχο αυτού και ή να εγκρίνει αυτόν όπως υποβλήθηκε ή να αρνηθεί παντελώς την έγκρισή του ή να προβεί σε διόρθωση και στη συνέχεια έγκρισή του ή, αν είναι δυσχερής η διόρθωση, να τον επιστρέψει στον ανάδοχο προς ανασύνταξη και επανυποβολή. Αν η ανωτέρω μηνιαία προθεσμία παρέλθει άπρακτη, δηλαδή η Διευθύνουσα Υπηρεσία δεν προβεί σε καμία από τις ανωτέρω ενέργειες, ο υποβληθείς λογαριασμός θεωρείται, ανεξαρτήτως τυχόν πλημμελειών του, αυτοδικαίως εγκεκριμένος, η δε Διευθύνουσα Υπηρεσία δεν μπορεί πλέον να τροποποιήσει το λογαριασμό αυτό (ΣτΕ 1153/2006, πρβλ. ΑΕΔ 8/2004). Σύμφωνα, όμως, με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, σε περίπτωση αυτοδίκαιης εγκρίσεως λογαριασμού, δεν δύναται πλέον να εξετασθεί η νομιμότητα του περιεχομένου του ή της διαδικασίας υποβολής του. Τυχόν πλημμέλειες του υποβληθέντος λογαριασμού δεν αναιρούσαν την υποχρέωση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας να προβεί στον έλεγχο αυτού εντός μηνός από την υποβολή του και ή να τον εγκρίνει όπως υποβλήθηκε ή να αρνηθεί παντελώς την έγκρισή του ή να προβεί σε διόρθωση και στη συνέχεια έγκρισή του ή, αν έκρινε ότι είναι δυσχερής η διόρθωση, να τον επιστρέψει στην αναιρεσίβλητη προς ανασύνταξη και επανυποβολή (ΣτΕ 1153/2006).
ΕΣ/Τ7/142/2009
Μελέτες.Συμπληρωματικές συμβάσεις.Η εντελλόμενη με το υπό κρίση χρηματικό ένταλμα πληρωμής δαπάνη δεν είναι νόμιμη, καθόσον αφορά σε καταβολή αμοιβής για εργασίες που εκτελέστηκαν δυνάμει συμπληρωματικής σύμβασης μελέτης, με την οποία ανατέθηκαν στον ανάδοχο εργασίες αξίας μεγαλύτερης του 50% του προβλεπόμενου αρχικώς συμβατικού ανταλλάγματος, κατά παράβαση των προαναφερόμενων διατάξεων του άρθρου 17 παρ. 1 του ν. 716/1977, δεδομένου ότι το ποσό των 70.000.000 δραχμών της 2ης συμπληρωματικής σύμβασης ξεπερνά το 50% του αρχικού προϋπολογισμού της μελέτης, που συνιστά και τη συμβατική αμοιβή του μελετητή, η οποίο προσδιορίστηκε με την από 29.6.1989 (δεύτερη συναφθείσα) σύμβαση στο ποσό των 15.000.000 δραχμών,
ΣτΕ/1480/2008
ΠΕΡΙΛΗΨΗ:Δημόσια έργα. Προϋποθέσεις κήρυξης έκπτωτου του αναδόχου. Τεκμήριο ματαίωσης της κήρυξης της έκπτωσης αν παρέλθει άπρακτη η δίμηνη ανατρεπτική προθεσμία μέσα στην οποία η προϊσταμένη αρχή οφείλει να αποφανθεί επί της ένστασης του αναδόχου κατά της απόφασης που κηρύσσει την έκπτωση. Για να οριστικοποιηθεί η έκπτωση δεν αρκεί η έκδοση της απόφασης επί της ένστασης εντός της δίμηνης προθεσμίας, αλλά και η κοινοποίησή της στον ανάδοχο εντός της προθεσμίας αυτής.
ΕΣ/Τ7/107/2009
Μόνο δε σε περίπτωση λύσης της σύμβασης κατά τις ανωτέρω διατάξεις, ο εργοδότης Δήμος έχει τη δυνατότητα να αναθέσει τυχόν τμήμα της μελέτης που δεν εκπονήθηκε σε άλλο μελετητή ακολουθώντας τη νόμιμη διαδικασία, διαφορετικά, δηλαδή εφόσον η σύμβαση δεν έχει καθ΄ οιονδήποτε τρόπο λυθεί, εξακολουθεί και δεσμεύει τα συμβαλλόμενα μέρη ως προς το σύνολο των δικαιωμάτων υποχρεώσεων που απορρέουν από αυτήν.Σε περίπτωση δε καταβολής αμοιβής για την εκπόνηση μελέτης κατά τις διατάξεις του ν. 3316/2005, απαραίτητα κατά νόμο δικαιολογητικά εκκαθάρισης και εξόφλησης της σχετικής δαπάνης αποτελούν, μεταξύ άλλων, η έκδοση βεβαίωσης από τη διευθύνουσα υπηρεσία για την περαίωση των εργασιών της σύμβασης, μετά από σχετική εισήγηση του επιβλέποντα καθώς και η εγκριτική της μελέτης απόφαση του αρμόδιου κατά νόμο οργάνου που είναι το οικείο Δημοτικό Συμβούλιο (βλ. άρθρο 93 παρ. 4 ν. 3463/2006 και απόφαση 40700/2006 των Υπουργών Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., ΦΕΚ Β΄ 1196), ώστε να αποδεικνύεται η εκπλήρωση της παροχής από τον ανάδοχο και μάλιστα η εκπλήρωση σύμφωνα με τους όρους της επισυναπτόμενης στο οικείο χρηματικό ένταλμα σύμβασης (βλ. Πράξεις VII Τμ. 7/2005, 165/2007). Συνεπώς, η μη έκδοση ή μη νόμιμη έκδοση των ως άνω δικαιολογητικών καθιστά την εντελλόμενη δαπάνη μη κανονική (πρβλ. Πράξεις VII Τμ.165/2007, 93, 261/2006 και IV Τμ.172/2006).
ΣτΕ/1059/2022
ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΔΙΚΤΥΩΝ ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΗΣ ΑΚΑΘΑΡΤΩΝ (...)Επειδή, περαιτέρω, από τις ίδιες ως άνω διατάξεις προκύπτει ότι οι βεβαιώσεις περί ασφαλιστικής και φορολογικής ενημερότητας και περί καταβολής από τον ανάδοχο των προβλεπομένων φόρων, ασφαλιστικών κρατήσεων και λοιπών νομίμων επιβαρύνσεων πρέπει, κατ’ αρχήν, να συνυποβάλλονται με τον υποβαλλόμενο προς έγκριση στη διευθύνουσα υπηρεσία λογαριασμό. Σε αντίθετη περίπτωση, οι ως άνω βεβαιώσεις πρέπει να υποβληθούν εντός ενός μηνός από της λήξεως της μηνιαίας προθεσμίας εντός της οποίας η διευθύνουσα υπηρεσία υποχρεούται να εγκρίνει τον υποβληθέντα από τον ανάδοχο λογαριασμό. Στην περίπτωση δε που ο λογαριασμός εγκριθεί πριν από την πάροδο της ανωτέρω μηνιαίας προθεσμίας, οι προαναφερθείσες βεβαιώσεις πρέπει να υποβληθούν εντός μηνός από της ημερομηνίας εγκρίσεως του λογαριασμού. Κατ’ ακολουθίαν τούτων, εφόσον δεν χωρήσει η πληρωμή του λογαριασμού εντός των κατά τα ανωτέρω προθεσμιών, ο κύριος του έργου καθίσταται υπερήμερος και ο ανάδοχος δικαιούται να προβεί σε διακοπή των εργασιών με την υποβολή της σχετικής ειδικής δηλώσεως. Τέλος, στην περίπτωση κατά την οποία οι ως άνω βεβαιώσεις υποβληθούν σε μεταγενέστερο των ανωτέρω χρονικό σημείο, η υπερημερία του κυρίου του έργου άρχεται με την πάροδο ενός μηνός από της ημερομηνίας υποβολής των εν λόγω βεβαιώσεων. Επειδή, η νομιμότητα της κρίσεως της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως ήρτηται από την επίλυση του ανωτέρω ζητήματος, το οποίο αφορά την ερμηνεία των διατάξεων που ανεφέρθησαν στις σκέψεις 9 και 10. Λόγω, όμως, της σπουδαιότητας του ζητήματος αυτού, το Τμήμα, υπό την παρούσα πενταμελή σύνθεση, κρίνει ότι η υπόθεση πρέπει, κατ’ άρθρο 14 παρ. 5 του π.δ. 18/1989, να παραπεμφθεί στην επταμελή σύνθεσή του