ΣΤΕ/2998/1998
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Χαρακτηρισμός διατηρητέου μνημείου- γνωμοδότηση Υπουργείου:..Επειδή, όμως, οι προσβαλλόμενες πράξεις εξεδόθησαν επί τη βάσει του άρθρου 5 του Ν. 1469/1950, έπρεπε δε εν προκειμένω να τηρηθή ο προβλεπόμενος από το άρθρο 2 του Π.Δ/τος 161/1984 ουσώδης τύπος, έπρεπε, δηλαδή, να προηγηθή της εκδόσεως της προσβαλλομένης πράξεως, σχετική γνωμοδότηση του Υπουργείου ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. Από τα στοιχεία, όμως, του φακέλλου δεν προκύπτει η τήρηση του τύπου αυτού, αφού, ούτε γνωμοδότηση του Υπουργείου ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. υπάρχει ή μνημονεύεται στο προοίμιο της προσβαλλομένης πράξεως ούτε σχετικό ερώτημα απευθύνθηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού προς το Υπουργείο ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., εν όψει της εκδόσεως των προσβαλλομένων πράξεων. Γιά τον λόγο, συνεπώς, αυτόν, αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενον, ως αναγόμενο σε παράλειψη τηρήσεως ουσιώδους τύπου, πρέπει η κρινομένη αίτηση να γίνη εν μέρει δεκτή και να ακυρωθούν οι προσβαλλόμενες πράξεις κατά το μέρος που προβαίνουν στον χαρακτηρισμό, ως "ιστορικού διατηρητέου μνημείου της αμφισβητηθείσης ως προς τον χαρακτηρισμόν προαναφερομένης οικίας, αποβαινούσης αλυσιτελούς της ερεύνης των προβαλλομένων λόγων ακυρώσεως (βλ. και ΣτΕ 3282/1996 κ.α.).Επειδή, εν όψει της εν μέρει νίκης και εν μέρει ήττης των αιτουσών, η επιβλητέα στο Ελληνικό Δημόσιο δικαστική δαπάνη πρέπει να ανέλθει στο ποσό των δέκα τεσσάρων χιλιάδων (14.000) δραχμών.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΣΤΕ/2103/2006
Οικοδομική άδεια- δημοσίευση διοικητικής πράξεως:..Επειδή, υπό τα δεδομένα αυτά, η προσβαλλόμενη ρύθμιση είναι πλημμελώς αιτιολογημένη. Και τούτο διότι α) γίνεται αορίστως επίκληση κυκλοφοριακών προβλημάτων που θα προκύψουν από την έξοδο της καταργουμένης οδού προς την οδό ....., χωρίς να ερευνάται αν και πως είναι δυνατόν αυτά να αντιμετωπισθούν, αλλά ούτε και ποία είναι τα οφέλη από τη διάνοιξη της οδού, η οποία μάλιστα, όπως προαναφέρθηκε, καταλήγει σε εκκλησία, σε κτήριο, δηλαδή, βασικής κοινωνικής λειτουργίας και β) δεν ερευνώνται οι πολεοδομικές επιπτώσεις, από την κατάργηση της οδού, σε αυτό τούτο το ενιαίο και μεγάλο Ο.Τ. 26 - 27 και στη λειτουργία του στην ευρύτερη περιοχή, εν όψει μάλιστα της ήδη έχουσας επέλθη μειώσεως κοινοχρήστων χώρων με την κατάργηση της οδού ...... Για το λόγο επομένως αυτό, που βασίμως προβάλλεται, πρέπει να γίνη εν μέρει δεκτή η κρινόμενη αίτηση, να ακυρωθή η πρώτη προσβαλλόμενη νομαρχιακή απόφαση και να απορριφθούν οι παρεμβάσεις. Κατά τη γνώμη όμως της Συμβούλου Αικ. .... και του Παρέδρου Κ. Κουσούλη, η αιτιολογία της προσβαλλομένης νομαρχιακής αποφάσεως δεν είναι πλημμελής, διότι στηρίζεται σε νόμιμα πολεοδομικά κριτήρια, συνιστάμενα στην κυκλοφοριακή επιβάρυνση της ήδη βεβαρυμένης κυκλοφοριακώς και μικρού πλάτους, οδού ....., η οποία θα επέλθη από την διοχέτευση σε αυτήν της κυκλοφορίας που θα προκύψη από τη διάνοιξη της επίδικης οδού, ενώ εξ άλλου νομίμως ελήφθησαν υπόψιν συμπληρωματικώς και ιδιωτικά συμφέροντα, συνιστάμενα στη μη κατεδάφιση υφισταμένων οικιών.
ΣΤΕ/2502/2004
Νομιμότητα διοικητικής πράξης:... Και υπό την εκδοχή συνεπώς, κατά τους αιτούντες, της μη υπάρξεως συνταγματικού προβλήματος, υπό την προεκτεθείσα έννοια, κατά τον χρόνο εκδόσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως, εν τούτοις, μετά την επιγενόμενη μεταβολή του νομοθετικού και πραγματικού πλαισίου και την εισαγωγή, κατά τα ανωτέρω, πλήρους μηχανογραφικού συστήματος παρακολούθησης των χρηματιστηριακών συναλλαγών, ο επίδικος περιορισμός δεν είναι, πλέον, δυνατόν να θεωρηθεί ως αναγκαίος για την επίτευξη του σκοπού αυτού και συνεπώς προσκρούει, ήδη, στην αρχή της οικονομικής ελευθερίας, άλλως στην αρχή της αναλογικότητας και πρέπει να ακυρωθεί. Οι ισχυρισμοί όμως αυτοί είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι, δοθέντος ότι, κατά γενική αρχή του διοικητικού δικαίου, η νομιμότητα κάθε διοικητικής πράξεως, εφόσον δεν ορίζεται ή δεν συνάγεται από τον νόμο κάτι το διάφορο, κρίνεται σύμφωνα με το νομοθετικό καθεστώς που ισχύει κατά το χρόνο εκδόσεώς της (βλ. ΣτΕ 1944/2001, 870/1994 κ.ά., πρβλ. 3288/2002). Είναι δε διαφορετικό το ζήτημα του κατά πόσον και υπό ποίους όρους η Διοίκηση, αν διαπιστωθεί μεταβολή του νομοθετικού ή και του πραγματικού καθεστώτος που ίσχυαν κατά την έκδοση νόμιμης πράξεως, με συνέπεια η εν λόγω πράξη να καθίσταται πλέον μη νόμιμη, υποβληθεί δε σχετικό αίτημα, είναι υποχρεωμένη να τροποποιήσει ή και να καταργήσει την πράξη αυτή, το οποίο όμως δεν τίθεται στα πλαίσια της παρούσας δίκης.
ΣΤΕ/ΕΑ/424/2014
Προμήθεια καλωδίων....Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, η Επιτροπή Αναστολών, σταθμίζοντας τα εκατέρωθεν συμφέροντα, κρίνει ότι πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η κρινόμενη αίτηση, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στη σκέψη 18 και να απορριφθεί κατά τα λοιπά, αντιστοίχως δε πρέπει να απορριφθεί εν μέρει και να γίνει δεκτή κατά τα λοιπά η ασκηθείσα παρέμβαση. Ως μέτρο δε κατάλληλο για τη διασφάλιση των εννόμων συμφερόντων της αιτούσης, πρέπει να διαταχθεί η απαγόρευση εκδόσεως πράξεως κατακυρώσεως του αποτελέσματος του διαγωνισμού στην παρεμβαίνουσα ως προς το είδος 13 με κωδικό 432008794, αν συντρέξει τέτοια περίπτωση, και η μη υπογραφή και εκτέλεση της συμβάσεως μέχρις εκδόσεως οριστικής αποφάσεως του Συμβουλίου της Επικρατείας επί της αιτήσεως ακυρώσεως, την οποία οφείλει να ασκήσει η αιτούσα εταιρεία, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 5 παρ. 7 του ν. 3885/2010, προκειμένου να μην αρθεί η ισχύς του διατασσομένου ασφαλιστικού μέτρου. Επειδή, περαιτέρω, πρέπει να διαταχθεί η απόδοση στην αιτούσα του νομίμου παραβόλου, το οποίο κατέβαλε, σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. 1 του ν. 3886/2010. Τέλος, εν όψει της εν μέρει νίκης και ήττας των διαδίκων, η Επιτροπή κρίνει ότι πρέπει να συμψηφισθεί η μεταξύ τους δικαστική δαπάνη.
ΣτΕ ΕΑ 491/2009
ΣΤΕ –αίτηση ασφαλιστικών μέτρων –τεχνικές προδιαγραφές.(...) Επειδή, εν όψει των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή, αφ’ ενός μεν, καθ’ όσον αφορά την υπ’ αριθμ. 7 τεχνική προδιαγραφή για τους μεσαίους βιοχημικούς αναλυτές, ως προς την οποία, κατά τα προεκτιθέμενα, απαιτείται εξέταση κατ’ ουσίαν του προβληθέντος τεχνικής φύσεως ισχυρισμού, αφ’ ετέρου δε, καθ’ όσον αφορά τον υπ’ αριθμ. 2 ειδικό όρο της ένδικης διακηρύξεως, με τον οποίο απαιτείται κατάλογος πελατολογίου για όλους τους προσφερόμενους βιοχημικούς αναλυτές σε συνδυασμό με τη μνεία του εν λόγω πελατολογίου στον πίνακα με τα βαθμολογούμενα κριτήρια. Δια ταύτα Δέχεται εν μέρει την κρινόμενη αίτηση. Αναστέλλει την εκτέλεση α) της υπ’ αριθμ. ….διακηρύξεως
ΣΤΕ/4707/1996
Εκπρόθεσμο αίτησης ακυρώσεως:..Επειδή, σύμφωνα με όσα εκτίθενται σε προηγούμενη σκέψη, μετά την από 24.6.1991 παραίτηση του αιτούντος από την υποψηφιότητά του προς κατάληψη της προκηρυχθείσης θέσεως, η διαδικασία εκλογής στη θέση αυτή ματαιώθηκε οριστικά ως προς αυτόν, ενώ, εξ άλλου, η από 27.11.1991 ανάκληση της παραιτήσεώς του δεν δύναται να θεωρηθεί ως έγκυρη υποβολή νέας υποψηφιότητας, διότι η προθεσμία υποβολής υποψηφιοτήτων για την επίδικη θέση, που προκηρύχθηκε στις 13.7.1987 είχε λήξει από τις 14.9.1987 (άρθρο 15 παρ. 1 περίπτ. δΆτου ν. 1268/1982, ΦΕΚ ΑΆ87, όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 70 παρ. 7 του ν. 1566/1985, ΦΕΚ ΑΆ167). Εν όψει των ανωτέρω, ο αιτών, ήδη από του χρόνου εκδόσεως της προσβαλλομένης 13/10.6.1992 αποφάσεως της Γενικής Συνελεύσεως και του Εκλεκτορικού Σώματος, με την οποία εξελέγη η παρεμβαίνουσα στην προκηρυχθείσα θέση, είχε απωλέσει την ιδιότητα του υποψηφίου προς κατάληψη της θέσεως αυτής και, συνεπώς, στερείται του κατά το άρθρο 47 παρ. 1 π.δ/τος 18/1989 (ΦΕΚ ΑΆ8) απαιτουμένου εννόμου συμφέροντος για την προσβολή της εκλογής της παρεμβαινούσης στην ανωτέρω θέση. Για τον λόγο αυτό, που προβάλλεται βάσιμα με το δικόγραφο της παρεμβάσεως και ο οποίος, άλλωστε, εξετάζεται και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, η υπό κρίση αίτηση ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη.
ΣτΕ/ΕΑ/30/2006
«Μελέτη – κατασκευή» του έργου «Μέγαρο Χορού ...» (...)Επειδή, κατά τα εκτεθέντα στην έκτη και έβδομη σκέψη, πιθανολογείται σοβαρώς ότι μη νομίμως εχώρησε ο αποκλεισμός της αιτούσης από την διαδικασία του επίμαχου διαγωνισμού. Αντιθέτως, δεν πιθανολογείται σοβαρώς, κατά τα εκτιθέμενα στην όγδοη και ένατη σκέψη, ότι μη νομίμως θεωρήθηκε ως παραδεκτώς υποβληθείσα η προσφορά της παρεμβαινούσης κοινοπραξίας. Πρέπει, επομένως, να γίνει εν μέρει δεκτή η κρινομένη αίτηση και να ανασταλεί, μέχρις εκδόσεως αποφάσεως επί της αιτήσεως ακυρώσεως, την οποία οφείλει να ασκήσει η αιτούσα προς διατήρηση του χορηγουμένου ήδη ασφαλιστικού μέτρου (βλ. άρθρο 3 παράγραφος 7 του Ν. 2522/1997), η εκτέλεση της προσβαλλομένης, ... πράξεως της Δημαρχιακής Επιτροπής του Δήμου …, με την οποία αποκλείσθηκε τελικώς η αιτούσα από τη διαγωνιστική διαδικασία, ώστε η τελευταία να δυνηθεί να μετάσχει στα επόμενα στάδια του διαγωνισμού, αποκλειομένης μόνον της εκδόσεως πράξεως κατακυρώσεως στην αιτούσα του αποτελέσματος του διαγωνισμού. Οίκοθεν νοείται ότι, εφ’ όσον, κατά τα εκτεθέντα, πιθανολογείται σοβαρώς ότι ο αποκλεισμός της αιτούσης από τη διαγωνιστική διαδικασία δεν εχώρησε νομίμως, η αναθέτουσα αρχή έχει την ευχέρεια, εφ’ όσον κρίνει τούτο ενδεδειγμένο, να επανεξετάσει το ζήτημα και να εκδώσει, προ της ασκήσεως και εκδικάσεως της προμνησθείσης αιτήσεως ακυρώσεως, νέα επί του ζητήματος τούτου εκτελεστή πράξη (...), προβαίνοντας νομίμως, από του σημείου εκείνου και εφεξής, σε πρόοδο της διαδικασίας του διαγωνισμού. Διά ταύτα Δέχεται εν μέρει την υπό κρίση αίτηση, ήτοι κατά το μέρος που αφορά στον αποκλεισμό της αιτούσης από τη διαγωνιστική διαδικασία. Διατάσσει τα διαλαμβανόμενα στο αιτιολογικό της παρούσης ασφαλιστικά μέτρα. Απορρίπτει την υπό κρίση αίτηση κατά το μέρος που αμφισβητείται η νομιμότητα της συμμετοχής της παρεμβαινούσης κοινοπραξίας στη διαγωνιστική διαδικασία.
ΝΣΚ/80/2009
Δυνατότητα εκδόσεως αποφάσεως Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., κατά την διαδικασία του άρθρου 27 παρ.2 ΓΟΚ, ατομικής μόνον ισχύος, χωρίς υποχρεωτική γενική εφαρμογή από τα πολεοδομικά όργανα.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Η κατ εφαρμογήν των διατάξεων του άρθρου 27 παρ.2 ΓΟΚ απόφαση του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., ως απόφαση εκδιδομένη στο πλαίσιο του ιεραρχικού ελέγχου νομιμότητας μιας ατομικής πράξεως πολεοδομικού οργάνου, αφ ενός μεν δεν έχει χαρακτήρα γενικής ισχύος και εφαρμογής και η προβλεπόμενη από το νόμο υποχρεωτική εφαρμογή της, αφορά μόνον την συγκεκριμένη περίπτωση για την οποία έχει προηγουμένως εκδοθεί εκτελεστή πράξη από το πολεοδομικό όργανο στο πλαίσιο εφαρμογής της πολεοδομικής νομοθεσίας, αφ ετέρου δε στην σχετική εξατομικευμένη κρίση του Υπουργού εντός του πλαισίου των εφαρμοστέων πολεοδομικών διατάξεων, πρέπει ιδιαιτέρως να συνεκτιμώνται οι ειδικές συνθήκες και χαρακτηριστικά γνωρίσματα κάθε περιπτώσεως.
ΝΣΚ/28/2004
Συμμόρφωση της Διοικήσεως σε απόφαση ακυρωτικού δικαστηρίου (ακύρωση της πράξεως για πλημμελή αιτιολογία – περιεχόμενο της υποχρέωσης συμμόρφωσης – προσωρινή διαταγή).(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Σε περιπτώσεις απομακρύνσεως από την υπηρεσία δημοσίων υπαλλήλων, ακυρωθείσης της σχετικής αποφάσεως λόγω πλημμελούς αιτιολογίας, η Διοίκηση υποχρεούται, συμμορφούμενη προς την ακυρωτική απόφαση, να προβεί σε νέα νόμιμη κρίση, ανατρέχουσα στο χρόνο της αρχικής κρίσεως. Εάν κατά τη νέα κρίση η Διοίκηση εκδώσει πράξη με το αυτό περιεχόμενο με εκείνη που ακυρώθηκε, αιτιολογώντας όμως νομίμως και επαρκώς τη νέα κρίση της, τα αποτελέσματα της νέας αυτής πράξεως ανατρέχουν αναγκαστικά στο χρόνο εκδόσεως της ακυρωθείσης πράξεως, λόγω του αναδρομικού αποτελέσματος της ακυρώσεως, και επομένως η απομάκρυνση του απολυθέντος υπαλλήλου, ανατρέχει στον χρόνο της αρχικής κρίσεως και, συνεπώς, ο χρόνος που μεσολάβησε μεταξύ της αρχικής πράξεως και εκείνης που εκδόθηκε σε συμμόρφωση προς την ακυρωτική απόφαση, να θεωρείται χρόνος εκτός υπηρεσίας. Σε περίπτωση, όμως, εκδόσεως (από το δικαστήριο) προσωρινής διαταγής, με την οποία διετάχθη η αναστολή εκτελέσεως της προσβληθείσης αποφάσεως μέχρι εκδόσεως αποφάσεως επί της αιτήσεως αναστολής, η Διοίκηση υποχρεούται να συμμορφωθεί προς το περιεχόμενο της πιο πάνω προσωρινής διαταγής μέχρι εκδόσεως απορριπτικής αποφάσεως επί της ασκηθείσης αιτήσεως αναστολής και, επομένως, για το χρονικό διάστημα, που μεσολάβησε μεταξύ της εκδόσεως της προσωρινής διαταγής και της δημοσιεύσεως της αποφάσεως του δικαστηρίου επί της αιτήσεως αναστολής, ο απολυθείς υπάλληλος (εν προκειμένω αποταχθείς λιμενοφύλακας) θεωρείται αυτοδίκαια για τη Διοίκηση ως παραμείνας στο Λιμενικό Σώμα και ως μηδέποτε αποταχθείς από τις τάξεις τούτου.
ΣΤΕ/3055/2000
Κανονιστικές διοικητικές πράξεις- εκπρόθεσμο αίτησης ακυρώσεως:..Επειδή, κατά το άρθρο 46 παρ. 1 του Π.Δ. 18/1989 (φ. 8) η 60νθήμερη προθεσμία ασκήσεως της αιτήσεως ακυρώσεως αρχίζει για μεν τις κανονιστικές διοικητικές πράξεις από την επομένη της δημοσιεύσεώς τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Για δε τις ατομικές διοικητικές πράξεις, η προθεσμία αρχίζει, για μεν τους ενδιαφερομένους στους οποίους αφορά η πράξη από την επομένη της κοινοποιήσεως τους προς αυτούς ή της πλήρους γνώσεως από αυτούς. Ειδικότερα, ως προς τις ατομικές διοικ. πράξεις, τις δημοσιευτέες κατά νόμον, η προθεσμία αρχίζει για τους τρίτους από την επομένη της δημοσίευσεώς τους.Επειδή, εν προκειμένω, η προσβαλλόμενη απόφαση κατά το μέρος που καθορίζει πολεοδομικούς όρους, κατά παρέκκλιση πάσης αντιθέτου διατάξεως, έχει κανονιστικό χαρακτήρα, ενώ κατά το μέρος που επέχει θέση οικοδομικής αδείας έχει ατομικό χαρακτήρα. Είναι όμως, κατά τα ανωτέρω, δημοσιευτέα εκ του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Συνεπώς, η 60νθήμερη προθεσμία ασκήσεως της αιτήσεως ακυρώσεως, για το σύνολο της προσβαλλομένης πράξεως, άρχισε για τους αιτούντες, τρίτους, την επομένη της 12/11/98, όταν η προσβαλλομένη πράξη δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, είχε δε λήξει πριν ασκηθή η κρινομένη αίτηση την 26/2/1999. Συνεπώς, η αίτηση πρέπει να απορριφθή ως εκπρόθεσμη και εκ τούτου απαράδεκτη.
ΣΤΕ ΕΑ /242/2002
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ: Υπό τα δεδομένα, όμως, αυτά, η Επιτροπή Αναστολών πιθανολογεί σοβαρώς ότι στοιχειοθετείται εν προκειμένω παράβαση των κανόνων που διέπουν τον επίμαχο διαγωνισμό ..., λαμβάνουσα, επίσης, υπ’ όψη: α) Ότι τα έγγραφα, με τα οποία η Διοίκηση διατύπωσε τις απόψεις της επί της κρινομένης αιτήσεως, δεν παραπέμπουν σε συγκεκριμένα στοιχεία του φακέλου, τα οποία θα ήταν, ενδεχομένως, ικανά να παράσχουν νόμιμο και επαρκές έρεισμα στην απόρριψη των ανωτέρω, αφορώντων στις εταιρείες … και …, πραγματικών ισχυρισμών, τους οποίους προέβαλαν οι αιτούσες με την εν λόγω προσφυγή τους, β) Ότι τα έγγραφα (πιστοποιητικά, μεταφράσεις κ.λπ.), τα οποία επικαλούνται και προσκομίζουν οι παρεμβαίνουσες κοινοπραξίες «….» και «…», προκειμένου να αποκρούσουν τους ως άνω ισχυρισμούς των αιτουσών, δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη από την Επιτροπή Αναστολών, προεχόντως διότι από κανένα στοιχείο του φακέλου δεν μπορεί να συναχθεί, κατά τρόπο ασφαλή, ότι τα προσκομιζόμενα έγγραφα ταυτίζονται προς εκείνα, τα οποία συνόδευαν την υποβληθείσα από μια εκάστη των ανωτέρω κοινοπραξιών «αίτηση εκδηλώσεως ενδιαφέροντος » και γ) Ότι, εν όψει της θεσπίσεως, με το άρθρο 3 παράγραφος 2 του Ν. 2522/1997, προσφυγής ..., η έλλειψη ειδικής και συγκεκριμένης απαντήσεως των ως άνω ουσιωδών ισχυρισμών που προβλήθηκαν με την προδικαστική προσφυγή των αιτουσών δεν είναι δυνατόν να θεραπευθεί με την αναζήτηση, το πρώτον από την Επιτροπή Αναστολών, σχετικών με τους ανωτέρω ισχυρισμούς στοιχείων στον ογκώδη φάκελο της υποθέσεως, συγκείμενο, μεταξύ άλλων, και από δύο υπερμεγέθη κιβώτια με τα υποβληθέντα από τους διαγωνιζομένους στοιχεία. Εν όψει όλων των ανωτέρω και δεδομένου, επί πλέον, ότι τα προβαλλόμενα, κατά τρόπο όλως γενικό, από τη Διοίκηση περί της ανάγκης ταχείας ολοκληρώσεως της επίμαχης διαδικασίας δεν αρκούν για να θεωρηθεί ότι συντρέχουν συγκεκριμένοι, επιτακτικού χαρακτήρα, λόγοι δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι, παρά τη βασιμότητα των λόγων που προβάλλονται με την κρινομένη αίτηση εν σχέσει με τη συμμετοχή των ως άνω δύο κοινοπραξιών στη διαδικασία, θα επέβαλλαν την απόρριψή της, η Επιτροπή Αναστολών, σταθμίζουσα τα συμφέροντα του Δημοσίου και τα συμφέροντα των ιδιωτών διαδίκων, κρίνει ότι πρέπει να διαταχθεί, κατά μερική αποδοχή της κρινομένης αιτήσεως, η αναστολή εκτελέσεως της υπ΄ αριθμ. 145/28.1.2002 αποφάσεως του Υφυπουργού ΠΕΧΩΔΕ, κατά το μέρος που με την απόφαση αυτή κρίθηκε τελικώς ότι οι κοινοπραξίες «… » και «….» πληρούν τις τασσόμενες από τη διακήρυξη προϋποθέσεις συμμετοχής στην επίμαχη διαδικασία..