ΣΤΕ/31/2022
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Επειδή, ενόψει των ανωτέρω, η Διοίκηση όφειλε, μετά και την αποδοχή της από 17.11.2009 γνωμοδοτήσεως του Ν.Σ.Κ., καθώς και την επανασύσταση στις 27.4.2010 του Κ.Ο.Ε. για επανέλεγχο της επενδύσεως, να αποσαφηνίσει τη δημιουργηθείσα νομική κατάσταση και να άρει την υφιστάμενη εκκρεμότητα με την έκδοση ρητής αποφάσεως (πρβλ. ΣτΕ 92/2016), κρίνοντας αν συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις, κατά τις διατάξεις που παρατίθενται στη σκέψη 3, για την πιστοποίηση της ολοκληρώσεως και παραγωγικής λειτουργίας της επενδύσεως, καθώς και για τον καθορισμό του ύψους και την καταβολή της επίμαχης επιχορηγήσεως, όπως αυτή θα είχε διαμορφωθεί, κατά τα προβλεπόμενα στάδια και στο σύνολό της, από την έναρξη υλοποιήσεως της επενδύσεως έως την ολοκλήρωση και την έναρξη της παραγωγικής της λειτουργίας. Ως εκ τούτου, η σιωπηρή απόρριψη της από 19.4.2011 αιτήσεως της αιτούσης εταιρείας συνιστά, κατά το άρθρο 45 παρ. 4 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8), παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας της Διοικήσεως να αποφανθεί επί της εν λόγω αιτήσεως. Για τον λόγο αυτόν, βασίμως προβαλλόμενο, η αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή, να ακυρωθεί η ανωτέρω σιωπηρή απόρριψη και η υπόθεση να αναπεμφθεί στη Διοίκηση, προκειμένου να επιληφθεί της ανωτέρω αιτήσεως και να αποφανθεί επ' αυτής με την έκδοση ρητής πράξεως, παρέλκει δε κατόπιν αυτού ως αλυσιτελής η έρευνα των λοιπών λόγων ακυρώσεως.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΣΤΕ ΕΑ 968/2008
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ: Επειδή, ενόψει των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή και να απορριφθεί, κατά το αντίστοιχο μέρος, η παρέμβαση. Δεδομένου δε ότι ο κίνδυνος απώλειας της χρηματοδότησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση, σε περίπτωση καθυστέρησης της έναρξης και υλοποίησης του επίδικου έργου, δεν αποτελεί λόγο υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος, ο οποίος, σταθμιζόμενος προς τη βλάβη της αιτούσας, θα εκώλυε την αποδοχή της παρούσης ..., η Επιτροπή Αναστολών κρίνει ότι πρέπει να ανασταλεί η περαιτέρω πρόοδος του επίδικου διαγωνισμού, μη επιτρεπομένης της αποσφράγισης των οικονομικών προσφορών των διαγωνιζομένων μέχρι την έκδοση απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας επί της αιτήσεως ακυρώσεως που οφείλει να ασκήσει η αιτούσα, προκειμένου να διατηρηθεί σε ισχύ το ανωτέρω διατασσόμενο ασφαλιστικό μέτρο. Σε κάθε, δε, περίπτωση, η αναθέτουσα αρχή διατηρεί την ευχέρεια να επιληφθεί, και πριν από την άσκηση ή την εκδίκαση της ανωτέρω αιτήσεως ακυρώσεως, της προδικαστικής προσφυγής της αιτούσας και να αποφανθεί σχετικά με την βασιμότητα των προβαλλομένων με αυτήν ισχυρισμών ως προς τη βαθμολογία του κριτηρίου που αφορά τις "Υπηρεσίες εκπαίδευσης και μεταφοράς τεχνογνωσίας" (ως προς το οποίο πιθανολογήθηκε σοβαρώς ότι η αιτιολογία απόρριψης των αιτιάσεών της ήταν πλημμελής), αιτιολογώντας νομίμως την κρίση της, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη, ακολούθως δε να συνεχίσει και να περατώσει τη διαδικασία του διαγωνισμού....
ΣΤΕ/4043/2014
Επειδή, η κρινόμενη αίτηση υπογράφεται από δικηγόρο, ως πληρεξούσιο των αιτουσών. Κατά την επ’ ακροατηρίου όμως συζήτηση της υποθέσεως δεν εμφανίσθηκαν ο νόμιμος εκπρόσωπος της πρώτης αιτούσης και η δεύτερη αιτούσα για να εγκρίνουν την άσκηση της αιτήσεως ούτε προσκομίσθηκε μέχρι την εν λόγω συζήτηση συμβολαιογραφική πράξη παροχής πληρεξουσιότητος προς τον ως άνω δικηγόρο. Και ναι μεν, κατά την ως άνω συζήτηση, εμφανίσθηκε δικηγόρος, άλλος από τον υπογράφοντα το δικόγραφο, ως εκπρόσωπος των αιτούντων, ο οποίος ζήτησε και έλαβε προθεσμία μέχρι 6.11.2014, προκειμένου να προσκομίσει συμβολαιογραφική πράξη παροχής δικαστικής πληρεξουσιότητος για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως. Δεδομένου, όμως, ότι η ως άνω προθεσμία παρήλθε άπρακτη, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, σύμφωνα με το άρθρο 27 του π.δ. 18/1989, όπως ισχύειΚατά την επ’ ακροατηρίου όμως συζήτηση της υποθέσεως δεν εμφανίσθηκαν ο νόμιμος εκπρόσωπος της πρώτης αιτούσης και η δεύτερη αιτούσα για να εγκρίνουν την άσκηση της αιτήσεως ούτε προσκομίσθηκε μέχρι την εν λόγω συζήτηση συμβολαιογραφική πράξη παροχής πληρεξουσιότητος προς τον ως άνω δικηγόρο. Και ναι μεν, κατά την ως άνω συζήτηση, εμφανίσθηκε δικηγόρος, άλλος από τον υπογράφοντα το δικόγραφο, ως εκπρόσωπος των αιτούντων, ο οποίος ζήτησε και έλαβε προθεσμία μέχρι 6.11.2014, προκειμένου να προσκομίσει συμβολαιογραφική πράξη παροχής δικαστικής πληρεξουσιότητος για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως. Δεδομένου, όμως, ότι η ως άνω προθεσμία παρήλθε άπρακτη, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, σύμφωνα με το άρθρο 27 του π.δ. 18/1989, όπως ισχύει.
ΝΣΚ/448/2003
Κατάργηση απόφασης του Πρωθυπουργού για σύσταση Διυπουργικής Επιτροπής.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Σιωπηρή κατάργηση απόφασης του Πρωθυπουργού, με την οποία συνιστάται Διυπουργική Επιτροπή, λόγω ρητής κατάργησης μεταγενέστερης που ρυθμίζει το ίδιο θέμα.
ΣΤΕ/2527/2003
Ατομική διοικητική πράξη- δημοσίευση:...Με την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση έγινε δεκτό, κατ' απόρριψη της αιτήσεως, ότι η απαλλοτρίωση εγκύρως συντελέσθηκε με την δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως την 1.11.1999, ημέρα Δευτέρα, της ειδοποιήσεως για την γενομένη παρακατάθεση, εν όψει του ότι η τελευταία ημέρα του δεκαοκταμήνου από την δημοσίευση της δικαστικής αποφάσεως για τον προσδιορισμό της αποζημιώσεως, δηλαδή η 30.10.1999, ήταν Σάββατο. Τον ισχυρισμό δε του αναιρεσείοντος για την πραγματική κυκλοφορία του φύλλου της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως σε μεταγενέστερη ημερομηνία απέρριψε το δικαστήριο ως μη ουσιώδη, με την σκέψη ότι κρίσιμη, κατά την έννοια των διατάξεων του ν.δ/τος 797/1971 και του ν. 301/1976, είναι, εν προκειμένω, μόνον η ημερομηνία την οποία φέρει το φύλλο και κατά την οποία τεκμαίρεται αμαχήτως ότι αυτό εκυκλοφόρησε, και ότι η ημέρα της πραγματικής κυκλοφορίας του, όταν δεν συμπίπτει με την ημερομηνία που φέρει το φύλλο, λαμβάνεται υπ' όψιν μόνον ως αφετηρία της προθεσμίας για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά κανονιστικών πράξεων. Η κρίση όμως αυτή του δικαστηρίου που εξέδωσε την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση δεν είναι, κατά τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη, νόμιμη, δεδομένου ότι, στην ως άνω περίπτωση, κρίσιμη είναι η ημέρα πραγματικής κυκλοφορίας του φύλλου της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και όχι η ημερομηνία την οποία αυτό φέρει, όταν αυτές δεν συμπίπτουν, επομένως δε ο προβληθείς από τον αναιρεσείοντα σχετικός ισχυρισμός ήταν ουσιώδης. Για τον λόγο, συνεπώς, αυτόν, ο οποίος βασίμως προβάλλεται με την κρινομένη αίτηση, πρέπει αυτή να γίνει δεκτή και να αναιρεθή η προσβαλλομένη απόφαση, η δε υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό μέρος, πρέπει να παραπεμφθή στο ίδιο δικαστήριο για νέα κρίση.
ΣΤΕ/3055/2000
Κανονιστικές διοικητικές πράξεις- εκπρόθεσμο αίτησης ακυρώσεως:..Επειδή, κατά το άρθρο 46 παρ. 1 του Π.Δ. 18/1989 (φ. 8) η 60νθήμερη προθεσμία ασκήσεως της αιτήσεως ακυρώσεως αρχίζει για μεν τις κανονιστικές διοικητικές πράξεις από την επομένη της δημοσιεύσεώς τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Για δε τις ατομικές διοικητικές πράξεις, η προθεσμία αρχίζει, για μεν τους ενδιαφερομένους στους οποίους αφορά η πράξη από την επομένη της κοινοποιήσεως τους προς αυτούς ή της πλήρους γνώσεως από αυτούς. Ειδικότερα, ως προς τις ατομικές διοικ. πράξεις, τις δημοσιευτέες κατά νόμον, η προθεσμία αρχίζει για τους τρίτους από την επομένη της δημοσίευσεώς τους.Επειδή, εν προκειμένω, η προσβαλλόμενη απόφαση κατά το μέρος που καθορίζει πολεοδομικούς όρους, κατά παρέκκλιση πάσης αντιθέτου διατάξεως, έχει κανονιστικό χαρακτήρα, ενώ κατά το μέρος που επέχει θέση οικοδομικής αδείας έχει ατομικό χαρακτήρα. Είναι όμως, κατά τα ανωτέρω, δημοσιευτέα εκ του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Συνεπώς, η 60νθήμερη προθεσμία ασκήσεως της αιτήσεως ακυρώσεως, για το σύνολο της προσβαλλομένης πράξεως, άρχισε για τους αιτούντες, τρίτους, την επομένη της 12/11/98, όταν η προσβαλλομένη πράξη δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, είχε δε λήξει πριν ασκηθή η κρινομένη αίτηση την 26/2/1999. Συνεπώς, η αίτηση πρέπει να απορριφθή ως εκπρόθεσμη και εκ τούτου απαράδεκτη.
ΣΤΕ/1909/1997
Εκπρόθεσμο αίτησης ακυρώσεως:..Επειδή, στο άρθρο 6 παρ. ΣΤ 9 του ν. 2083/1992 (ΦΕΚ 159) ορίζεται ότι : "Ο διορισμός και η μονιμοποίηση του μέλους ΔΕΠ γίνεται με πράξη του πρύτανη που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η σχετική πράξη με τα πρακτικά εκλογής ή μονιμοποίησης διαβιβάζονται χωρίς καθυστέρηση από το ΑΕΙ στο Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και κοινοποιούνται σε όλους τους υποψηφίους. Η δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και η εκτέλεση της πράξης αυτής αναστέλλεται επί ένα μήνα από την περιέλευσή της στο Υπουργείο για έλεγχο νομιμότητας. Αν μέσα στην προθεσμία αυτή διαπιτωθεί έλλειψη νομιμότητας στην πράξη του πρύτανη, η υπόθεση αναπέμπεται στο ΑΕΙ". Κατά την έννοια της πιο πάνω διατάξεως επιβάλλεται μεν η κοινοποίηση της πράξεως διορισμού μέλους ΔΕΠ και των πρακτικών εκλογής σε όλους τους υποψηφίους, αλλά η κοινοποίηση αυτή δεν αποτελεί την αφετηρία της προθεσμίας για την άσκηση της αιτήσεως ακυρώσεως. Η προθεσμία της αιτήσεως ακυρώσεως για τους τρίτους, μεταξύ των οποίων είναι και οι λοιποί υποψήφιοι για κατάληψη της θέσεως ΔΕΠ, κινείται και στην περίπτωση αυτή από τη δημοσίευση της πρυτανικής πράξεως στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δεδομένου ότι δεν προβλέπεται από το νόμο κοινοποίησή της στους λοιπούς, πλην του διοριζομένου, υποψηφίους (βλ. Σ.τ.Ε. 311/1989).Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, η κρινόμενη αίτηση ακυρώσεως που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Συμβουλίου της Επικρατείας στις 22.7.1993, δηλαδή μετά την πάροδο εξήντα ημερών από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της προσβαλλόμενης πρυτανικής πράξεως (27.4.1993), πρέπει να απορριφθεί ως εκπρόθεσμη.
ΝΣΚ/79/2008
Συνέπειες ενστάσεως υποψηφίου αναδόχου μελέτης έργου Ο.Τ.Α., ενώπιον της προϊσταμένης αρχής.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Επί της ενστάσεως υποψηφίου αναδόχου μελέτης έργου Ο.Τ.Α. αποφαίνεται το Δημοτικό ή Κοινοτικό Συμβούλιο του Ο.Τ.Α. είτε εκδίδον ρητή πράξη είτε σιωπηρή, μη εκδίδον απόφαση επί της ενστάσεως. Σε κάθε περίπτωση, εάν κατά των παραπάνω πράξεων ασκηθεί προσφυγή ενώπιον του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας, οφείλει αυτός να αποφανθεί επί της προσφυγής.
ΣΤΕ ΕΑ /242/2002
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ: Υπό τα δεδομένα, όμως, αυτά, η Επιτροπή Αναστολών πιθανολογεί σοβαρώς ότι στοιχειοθετείται εν προκειμένω παράβαση των κανόνων που διέπουν τον επίμαχο διαγωνισμό ..., λαμβάνουσα, επίσης, υπ’ όψη: α) Ότι τα έγγραφα, με τα οποία η Διοίκηση διατύπωσε τις απόψεις της επί της κρινομένης αιτήσεως, δεν παραπέμπουν σε συγκεκριμένα στοιχεία του φακέλου, τα οποία θα ήταν, ενδεχομένως, ικανά να παράσχουν νόμιμο και επαρκές έρεισμα στην απόρριψη των ανωτέρω, αφορώντων στις εταιρείες … και …, πραγματικών ισχυρισμών, τους οποίους προέβαλαν οι αιτούσες με την εν λόγω προσφυγή τους, β) Ότι τα έγγραφα (πιστοποιητικά, μεταφράσεις κ.λπ.), τα οποία επικαλούνται και προσκομίζουν οι παρεμβαίνουσες κοινοπραξίες «….» και «…», προκειμένου να αποκρούσουν τους ως άνω ισχυρισμούς των αιτουσών, δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη από την Επιτροπή Αναστολών, προεχόντως διότι από κανένα στοιχείο του φακέλου δεν μπορεί να συναχθεί, κατά τρόπο ασφαλή, ότι τα προσκομιζόμενα έγγραφα ταυτίζονται προς εκείνα, τα οποία συνόδευαν την υποβληθείσα από μια εκάστη των ανωτέρω κοινοπραξιών «αίτηση εκδηλώσεως ενδιαφέροντος » και γ) Ότι, εν όψει της θεσπίσεως, με το άρθρο 3 παράγραφος 2 του Ν. 2522/1997, προσφυγής ..., η έλλειψη ειδικής και συγκεκριμένης απαντήσεως των ως άνω ουσιωδών ισχυρισμών που προβλήθηκαν με την προδικαστική προσφυγή των αιτουσών δεν είναι δυνατόν να θεραπευθεί με την αναζήτηση, το πρώτον από την Επιτροπή Αναστολών, σχετικών με τους ανωτέρω ισχυρισμούς στοιχείων στον ογκώδη φάκελο της υποθέσεως, συγκείμενο, μεταξύ άλλων, και από δύο υπερμεγέθη κιβώτια με τα υποβληθέντα από τους διαγωνιζομένους στοιχεία. Εν όψει όλων των ανωτέρω και δεδομένου, επί πλέον, ότι τα προβαλλόμενα, κατά τρόπο όλως γενικό, από τη Διοίκηση περί της ανάγκης ταχείας ολοκληρώσεως της επίμαχης διαδικασίας δεν αρκούν για να θεωρηθεί ότι συντρέχουν συγκεκριμένοι, επιτακτικού χαρακτήρα, λόγοι δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι, παρά τη βασιμότητα των λόγων που προβάλλονται με την κρινομένη αίτηση εν σχέσει με τη συμμετοχή των ως άνω δύο κοινοπραξιών στη διαδικασία, θα επέβαλλαν την απόρριψή της, η Επιτροπή Αναστολών, σταθμίζουσα τα συμφέροντα του Δημοσίου και τα συμφέροντα των ιδιωτών διαδίκων, κρίνει ότι πρέπει να διαταχθεί, κατά μερική αποδοχή της κρινομένης αιτήσεως, η αναστολή εκτελέσεως της υπ΄ αριθμ. 145/28.1.2002 αποφάσεως του Υφυπουργού ΠΕΧΩΔΕ, κατά το μέρος που με την απόφαση αυτή κρίθηκε τελικώς ότι οι κοινοπραξίες «… » και «….» πληρούν τις τασσόμενες από τη διακήρυξη προϋποθέσεις συμμετοχής στην επίμαχη διαδικασία..
ΝΣΚ/201/2014
Συνέπειες παρόδου απράκτου του προβλεπόμενου από τη διάταξη του άρθρου 95 του ν. 3079/2002 τριμήνου για την αποδοχή της αιτήσεως αποστρατείας αξιωματικού Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. και συναφή ζητήματα πειθαρχικού ελέγχου του αξιωματικού.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Η πάροδος απράκτου του προβλεπόμενου από τη διάταξη του άρθρου 95 του ν. 3079/2002 τριμήνου για την αποδοχή της αιτήσεως αποστρατείας του αξιωματικού του ερωτήματος έχει ως συνέπεια την τεκμαιρόμενη σιωπηρή απόρριψη της αιτήσεώς του και, επομένως, συντρέχει περίπτωση εφαρμογής σε βάρος αυτού, ως τελούντος εν ενεργεία, των προβλεπομένων κατά νόμο διαδικασιών άσκησης πειθαρχικού ελέγχου. (ομοφ.) ΑΠΟΔΕΚΤΗ
ΝΣΚ/390/2009
Όρια του ελέγχου νομιμότητας, που ασκείται από το δημόσιο φορέα εφαρμογής των επενδυτικών νόμων για κρατικές ενισχύσεις, όσον αφορά τα υποβαλλόμενα από το φορέα της ιδιωτικής επένδυσης δικαιολογητικά και στοιχεία, δημόσια και ιδιωτικά έγγραφα.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Για την έκδοση απόφασης υπαγωγής επενδυτικού σχεδίου στο Ν 3299/2004 ή απόφασης ολοκλήρωσης και ένταξης της παραγωγικής λειτουργίας της επένδυσης, η αρμόδια υπηρεσία στηρίζεται στα έγγραφα δικαιολογητικά που επικαλείται και προσκομίζει ο φορέας της επένδυσης και δη τα μεν αποτελούντα δημόσια έγγραφα, εφόσον ελέγξει την εξωτερική νομιμότητα αυτών, τα δε ιδιωτικά, εφόσον έχουν αποδεικτική δύναμη, μη δικαιούμενη να ερευνήσει την εγκυρότητά τους, ειμή μόνον αν έχει αναγνωριστεί η ακυρότητά τους δικαστικώς. Τούτο ισχύει ειδικώς και για την απαιτούμενη, προκειμένης επενδύσεως υπαγόμενης στο Ν 3299/2004 για την ίδρυση σταθμού επιβατηγών αυτοκινήτων, σύμβαση πολυετούς μισθώσεως του ακινήτου, στο οποίο θα ιδρυθεί ο σταθμός, την εγκυρότητα της οποίας δεν δικαιούται να ερευνήσει, ειμή μόνον στην περίπτωση που ήθελε αναγνωριστεί δικαστικώς η ακυρότητά της.