Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΣΤΕ/70/2019

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 53/1974, 1165/1918, 2127/1993

Λαθρεμπορία. Προϋποθέσεις στοιχειοθέτησης της αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης της λαθρεμπορίας. Το διοικητικό δικαστήριο, όταν κρίνει επί υποθέσεως επιβολής πολλαπλού τέλους, δεν δεσμεύεται από την αμετάκλητη αθωωτική απόφαση ποινικού δικαστηρίου, αλλά υποχρεούται να τη συνεκτιμήσει, ενώ δεν οφείλει να εξετάσει αυτεπαγγέλτως αν αυτή έχει καταστεί αμετάκλητη. Μαρτυρικές καταθέσεις που έχουν ληφθεί στο πλαίσιο ποινικής δίκης δεν αποτελούν νόμιμα αποδεικτικά μέσα ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων. Πότε επιτρέπεται η επίκληση και προσαγωγή το πρώτον κατ’ έφεση νέων αποδεικτικών μέσων. Ο ειδικότερος νομικός χαρακτηρισμός από τα δικαστήρια της ουσίας της πράξης ως απόπειρας τελέσεως λαθρεμπορίας, δεν συνιστά ανεπίτρεπτη μεταβολή της νομικής βάσης της. Αιτιολογημένη η επιβολή του πολλαπλού τέλους για λαθρεμπορία καυσίμων και απόπειρα λαθρεμπορίας. Απορρίπτεται η αναίρεση (επικυρώνει την αριθμ. 1878/2006 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς).

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΣΤΕ/2970/2019

Φορολογία καταναλώσεως. Ατελής εισαγωγή αυτοκινήτων. Μετά την κατάργηση των άρθρων 25 και 26 της ΥΑ Δ.245/11/1988, οι Έλληνες δημόσιοι υπάλληλοι, αξιωματικοί κ.λπ. που παραμένουν στο εξωτερικό με αποστολή για περισσότερα από δύο συνεχή χρόνια, εξακολουθούν να τυγχάνουν των αυτών ατελειών δυνάμει του άρθρου 3, εφόσον απέκτησαν συνήθη κατοικία σε άλλη χώρα και απαλλάσσονται από τους ειδικούς φόρους καταναλώσεως, οι οποίοι επιβάλλονται κατά την εισαγωγή, σε αντιδιαστολή με το εφάπαξ πρόσθετο ειδικό τέλος ταξινόμησης. Επιστροφή των φόρων που εισπράχθηκαν από 15 κράτος μέλος κατά παράβαση των κανόνων του δικαίου της Ενώσεως, καθώς και των τόκων. Τόκοι οφείλονται από την άσκηση της προσφυγής, με την οποία υποβάλλεται το περί επιστροφής αίτημα. Δεν έχει εφαρμογή το άρθρο 38 παρ. 2 του ν. 1473/1984, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3 του ν. 2120/1993, διότι αντίκειται στα άρθρα 4 παρ. 5 και 17 παρ. 1 του Συντάγματος και 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ. Απορρίπτεται η αναίρεση (επικυρώνει την αριθμ. 1995/2007 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς)


ΝΣΚ/99/2020

Αν θα πρέπει να γίνει δεκτή η γνωμοδότηση συνεργαζόμενου με Τοπικό Υποκατάστημα ΙΚΑ-ΕΤΑΜ δικηγόρου, ή θα πρέπει να εφαρμοσθεί αναλογικά η με αριθμ.212/2017 γνωμοδότηση του ΝΣΚ, ειδικότερα δε, εάν θα πρέπει να διενεργηθεί επαναφορά της ασφάλισης σε όλους τους ασφαλισμένους, των οποίων η ασφάλιση ακυρώθηκε ως εικονική με απόφαση Διευθυντή Τοπικού Υποκαταστήματος Μισθωτών, ή θα πρέπει κατ’ εφαρμογή της με αριθμ.212/2017 γνωμοδότησης του ΝΣΚ να μη δεσμευθεί η Διοίκηση από την αμετάκλητη αθωωτική ποινική κρίση που αφορά μέρος ή το σύνολο των ασφαλισμένων της ως άνω διοικητικής πράξης.(...)Η Διοίκηση δεν δεσμεύεται από την αμετάκλητη αθωωτική ποινική κρίση που αφορά τους ασφαλισμένους, των οποίων ακυρώθηκε η ασφάλιση ως εικονική με απόφαση Διευθυντή Τοπικού Υποκαταστήματος Μισθωτών, και δεν παρίσταται επιβεβλημένη η ανάκληση της ανωτέρω πράξης, ούτε υποχρεούται η Διοίκηση προς τούτο (κατά πλειοψηφία).


ΝΣΚ/188/2020

Ζητήματα σχετικά με επιβολή διοικητικής κύρωσης για λαθρεμπορία και τελωνειακής οφειλής σε βάρος ανηλίκων παραβατών και τρόπος είσπραξης αυτών.(...)α) Σε βάρος ανήλικου, που δεν έχει συμπληρώσει το 15ο έτος της ηλικίας του και ο οποίος κατά την κρίση της Τελωνειακής Αρχής διέπραξε λαθρεμπορία, η αρχή αυτή μπορεί να επιβάλλει, με καταλογιστική πράξη τους διαφυγόντες δασμούς και φόρους κλπ επιβαρύνσεις (τελωνειακή οφειλή). Δεν μπορεί να επιβάλλει πολλαπλά τέλη, διότι ο ανήλικος, όταν δεν έχει συμπληρώσει το 15ο έτος της ηλικίας του, στερείται ικανότητας καταλογισμού. Δεν προβλέπεται από τις οικείες διατάξεις και επομένως δεν μπορεί να επιβάλλει τους διαφυγόντες δασμούς, φόρους κλπ επιβαρύνσεις, ούτε τα πολλαπλά τέλη, σε βάρος των ασκούντων τη γονική μέριμνα γονέων, εάν δεν μετείχαν και οι ίδιοι στην τέλεση της λαθρεμπορίας. β) Σε βάρος ανήλικου παραβάτη, ο οποίος διέπραξε λαθρεμπορία, ενώ έχει συμπληρώσει το 15ο έτος της ηλικίας του, η Τελωνειακή Αρχή, μπορεί να επιβάλλει με καταλογιστική πράξη, τόσο τους διαφυγόντες δασμούς, φόρους κλπ επιβαρύνσεις, όσο και τα πολλαπλά τέλη, όχι όμως σε βάρος των ασκούντων τη γονική μέριμνα γονέων του, εάν δεν μετείχαν και οι ίδιοι στην τέλεση της λαθρεμπορίας. γ) Αναγκαστικά μέτρα, για την είσπραξη των καταλογισθέντων χρηματικών ποσών μπορούν να ληφθούν μόνο σε βάρος της περιουσίας του ανήλικου παραβάτη, φερόμενου ως οφειλέτη στην καταλογιστική πράξη, εφόσον διαθέτει ατομική περιουσία, ακόμη και μετά την ενηλικίωσή του, μέχρι τη συμπλήρωση της παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου για είσπραξη (κατά πλειοψηφία).


ΣΤΕ/260/2019

Λαθρεμπορία. Προϋποθέσεις για την κήρυξη του κυρίου ή του παραλήπτη του λαθρεμπορεύματος «αλληλεγγύως συνυπεύθυνου αστικώς» με τον υπαίτιο καθώς και για την απαλλαγή του από την ευθύνη. Η κήρυξη νομικού προσώπου ως αστικώς συνυπεύθυνου πρέπει να συνάδει προς τις αρχές της αναλογικότητας και της ασφάλειας δικαίου. Νόμιμη η κήρυξη εταιρείας πετρελαιοειδών ως συνυπεύθυνης για την καταβολή των δασμοφορολικών επιβαρύνσεων και των πολλαπλών τελών, εφόσον καταλογίζεται στο νόμιμο εκπρόσωπο δόλια συμμετοχή στη λαθρεμπορία. Οι εταιρείες πετρελαιοειδών έχουν δικαίωμα συμψηφιστικής αποκατάστασης μόνο για τις ποσότητες ελεύθερων αποθεμάτων που διέθεσαν οι ίδιες σε κάθε πρατηριούχο και οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν πράγματι για ατελή εφοδιασμό πλοίων. Εικονικός εφοδιασμός πλοίων με ατελή καύσιμα. Η εταιρεία γίνεται κυρία και παραλήπτης λαθρεμπορικού εμπορεύματος και κηρύσσεται αστικώς συνυπεύθυνη. Απαλλαγή της από την ευθύνη αν αποδείξει ότι έλαβε τα απαραίτητα μέτρα για την αποτροπή της λαθρεμπορίας. Η επίρριψη σε αυτήν του βάρους απόδειξης δεν παραβιάζει το άρθρο 6 παρ. 2 της ΕΣΔΑ. Για το παραδεκτό της αναίρεσης, όταν καταλογίζονται δασμοί ή/και φόροι, καθώς και πολλαπλά τέλη, συναθροίζονται τα δύο ποσά για την εξεύρεση του ποσού της διαφοράς. Απορρίπτεται η αναίρεση ως απαράδεκτη κατά το άρθρο 12 παρ. 1 του ν.3900/2010 (επικυρώνει την 386/2015 απόφαση του ΔΕφΛαρ).


ΣΤΕ/730/2019

Λαθρεμπορία. Προϋποθέσεις για την επιβολή πολλαπλών τελών. Από της τελωνειακής ενώσεως, οι δασμοί και οι λοιπές εισαγωγικές επιβαρύνσεις εισπράττονται από τα κράτη μέλη. Ο τόπος γένεσης της τελωνειακής οφειλής προσδιορίζει το αρμόδιο για την είσπραξη των τελωνειακών δασμών κράτος μέλος. Σε περίπτωση μεταφοράς βάσει δελτίων ΤΙR, αρμόδιο για την είσπραξη των δασμών είναι το κράτος μέλος στο οποίο διεπράχθη η πρώτη παράβαση ή παρατυπία που δύναται να χαρακτηρισθεί ως διαφυγή των εμπορευμάτων από την τελωνειακή επιτήρηση. Πότε ανατρέπεται το τεκμήριο αρμοδιότητας υπέρ του κράτους στο έδαφος του οποίου διαπιστώθηκε η παράβαση ή παρατυπία. Πότε οι ελληνικές αρχές είναι αρμόδιες προς είσπραξη του ειδικού φόρου κατανάλωσης. Παράνομες διακινήσεις καπνικών προϊόντων εντός της ΕΕ, τα οποία μεταφέρθηκαν με το Carnet TIR, που εκδόθηκε από την ... Η αρμοδιότητα καταλογισμού πολλαπλών τελών και των συναφών κυρώσεων προϋποθέτει αρμοδιότητα του ελληνικού κράτους προς είσπραξη των δασμών και λοιπών φορολογικών επιβαρύνσεων, όπως είναι ο ειδικός φόρος καταναλώσεως, τέτοια δε αρμοδιότητα δεν προέκυπτε εν προκειμένω. Μη νόμιμα ο αναιρεσείων είχε χαρακτηριστεί συνυπαίτιος λαθρεμπορίας και είχαν επιβληθεί εις βάρος του πολλαπλά τέλη, χρηματική ποινή και πρόστιμο. Δεκτές η αναίρεση, η έφεση και η προσφυγή (αναιρεί την αριθμ. 774/2007 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης).


ΣΤΕ/351/2019

Φορολογία εισοδήματος. Ο «πρόσθετος φόρος» του άρθρου 1 του ν. 2523/1997 έχει το χαρακτήρα διοικητικής κύρωσης. Δεν έχει εφαρμογή η ενωσιακή αρχή της αναδρομικής εφαρμογής της ελαφρύτερης διοικητικής κύρωσης διότι η κύρωση δεν παρουσιάζει επαρκή σύνδεσμο με το δίκαιο της Ένωσης. Η αρχή της αναδρομικής εφαρμογής της ελαφρύτερης διοικητικής κύρωσης για παράβαση της φορολογικής νομοθεσίας αποτελεί γενική αρχή του ημεδαπού φορολογικού δικαίου. Πότε η αρχή αυτή δεν έχει πεδίο εφαρμογής. Η παρ. 1 του άρθρου 26 του ν. 3943/2011 είναι ευμενέστερη για τους φορολογούμενους σε σχέση με τις προϊσχύσασες διατάξεις, διότι μειώθηκε σε 120% το ανώτατο όριο του ποσοστού του πρόσθετου φόρου για ανακριβή δήλωση. Εφαρμογή της διάταξης αυτής και για φύλλα ελέγχου που είχαν ήδη εκδοθεί και αφορούν σε ανακριβείς δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος των χρήσεων 2003 και 2004. Αν λόγος προσφυγής ερείδεται σε γενική αρχή του ενωσιακού δικαίου, μη δυνάμενη να εφαρμοσθεί, το διοικητικό δικαστήριο εξετάζει το λόγο και με βάση τον αντίστοιχο κανόνα του ημεδαπού δικαίου ή/και της ΕΣΔΑ. Η αναίρεση ασκήθηκε παραδεκτά κατά το άρθρο 12 παρ. 1 του ν.3900/2010. Απορρίπτεται η αναίρεση (επικυρώνει την αριθμ. 2230/2015 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης). 


ΕλΣυν/Τμ.1(ΚΠΕ)/20/2013

Πρόσληψη συμβασιούχων έργου.Με τις διατάξεις του άρθρου 46 του ν. 3996/2011, όπως προκύπτει και από την οικεία αιτιολογική έκθεση, αποσαφηνίζεται νομοθετικά ο φορέας ασφάλισης των απασχολούμενων με σύμβαση μίσθωσης έργου σε φορείς του δημοσίου τομέα καθώς και στους ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμού. Ειδικότερα, ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι α) όσοι απασχολούνται στους ανωτέρω φορείς με σύμβαση μίσθωσης έργου που έχει καταρτισθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 2527/1997, δηλαδή με βάση γνωμοδότηση ότι δεν υποκρύπτεται εξαρτημένη εργασία, ασφαλίζονται υποχρεωτικά στον ΟΑΕΕ, β) η ασφάλιση που έχει χωρήσει μέχρι την έναρξη ισχύος της νέας αυτής διάταξης στο ΙΚΑ ή στον ΟΑΕΕ για τους απασχοληθέντες στους φορείς αυτούς παραμένει ισχυρή και γ) ότι οι ανωτέρω ρυθμίσεις εφαρμόζονται σε εκκρεμείς υποθέσεις σε οποιοδήποτε στάδιο της διοικητικής και δικαστικής διαδικασίας. Παρέπεται δε εκ των ανωτέρω ότι οι διατάξεις της παρ. 2 του προρρηθέντος άρθρου τυγχάνουν εφαρμογής στις περιπτώσεις εκείνες που έχει συναφθεί και είναι ισχυρή γνήσια σύμβαση έργου, αλλά υπάρχει διοικητική ή δικαστική αμφισβήτηση ως προς τον ασφαλιστικό οργανισμό στον οποίο υπάγονται οι απασχολούμενοι. Συνακόλουθα, στην περίπτωση που με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, δημοσιευθείσα πριν τον χρόνο έναρξης ισχύος του ως άνω νόμου, έχει κριθεί το είδος της εργασιακής σχέσης εργαζόμενου σε ΟΤΑ α΄ βαθμού και δη ότι ο ορθός νομικός χαρακτηρισμός της σύμβασης που έχει καταρτισθεί είναι εκείνος της εξαρτημένης εργασίας, οι διατάξεις του άρθρου 46 του ν. 3996/2011 δεν δύναται να οδηγήσουν σε ανατροπή του κανόνα του άρθρου 2 παρ. 1 περ. α του α.ν. 1846/1951, περί υποχρεωτικής και αυτοδίκαιης ασφάλισης στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ εργαζομένων, που συνδέονται με τον εργοδότη τους με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας. 


ΕΣ/ΤΜ.6/1483/2019

Καταλογισμός...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην σκέψη ΙΙΙ, κατά την πλειοψηφήσασα στο Τμήμα γνώμη, η άρνηση του Γενικού Επιθεωρητή του Σώματος Επιθεωρητών Υγείας, που εκδηλώθηκε με την προσβαλλόμενη πράξη να εξετάσει κατ’ ουσίαν το αίτημα του εκκαλούντος για επανεξέταση του γενομένου σε βάρος του καταλογισμού, κατόπιν λήψης υπ’ όψιν της 4961/2009 αθωωτικής απόφασης του Β΄ Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη, παραδεκτώς προσβαλλόμενη με έφεση ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Τούτο δε, διότι το τεκμήριο αθωότητας που κατοχυρώνεται με τις προδιαληφθείσες διατάξεις του άρθρου 6 παράγραφος 2 της Ε.Σ.Δ.Α. και το οποίο εκτείνεται και στις διαδικασίες ενώπιον των διοικητικών αρχών, που έπονται της αθώωσης του κατηγορουμένου, επέτασσε την επανεξέταση της υπόθεσης του εκκαλούντος, ο δε Γενικός Επιθεωρητής όφειλε, κατόπιν συνεκτίμησης της εν λόγω αθωωτικής απόφασης, να εκφέρει αιτιολογημένη κρίση σχετικώς με το εάν συνέτρεχε ή όχι λόγος ανάκλησης της .../.../12.9.2002 καταλογιστικής απόφασης των Επιθεωρητών της Διεύθυνσης Επιθεώρησης του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας. Εξάλλου, σύμφωνα με τα γενόμενα δεκτά στην σκέψη ΙΙ της παρούσας, η κατ’ ουσίαν εξέταση από τη Διοίκηση του αιτήματος του εκκαλούντος για ανάκληση του σε βάρος του καταλογισμού δεν κωλυόταν από την ύπαρξη δεδικασμένου από σχετική απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Τούτο διότι, με την 1862/2009 απόφαση του IV Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η από 29.12.2002 έφεση του εκκαλούντος απερρίφθη ως απαράδεκτη για τυπικό λόγο και συγκεκριμένα ελλείψει του απαιτουμένου για την εξέτασή της παραβόλου, με συνέπεια το εκ της απόφασης αυτής απορρέον δεδικασμένο να καλύπτει μόνο το κριθέν δικονομικό ζήτημα και όχι την ουσία της υπόθεσης. Πρέπει, συνεπώς, για τον λόγο αυτόν που προβάλλεται βασίμως, να γίνει δεκτή η έφεση, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη και να αναπεμφθεί η υπόθεση στη Διοίκηση, προκειμένου αυτή, ασκώντας τη διακριτική της ευχέρεια, υπό το φως των αναφερομένων στη σκέψη ΙΙΙ της παρούσας, να συνεκτιμήσει την ανωτέρω αθωωτική απόφαση και να προβεί με νόμιμη αιτιολογία είτε στην ανάκληση της .../.../12.9.2002 καταλογιστικής απόφασης των Επιθεωρητών της Διεύθυνσης Επιθεώρησης του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας, είτε στην απόρριψη του σχετικού αιτήματος. Περαιτέρω, γενομένης δεκτής της έφεσης του εκκαλούντος πρέπει να απορριφθεί το επικουρικώς προβαλλόμενο αίτημά του να εκτιμηθεί το ασκηθέν από αυτόν ένδικο βοήθημα ως αίτηση για αναθεώρηση της 1862/2009 απόφασης του IV Τμήματος. Εξάλλου, και υπό την εκδοχή ότι το κρινόμενο ένδικο βοήθημα ερμηνευόταν, ως εκ του περιεχομένου του οικείου δικογράφου, ως αίτηση για αναθεώρηση της ανωτέρω απόφασης του Τμήματος, η αίτηση αυτή, σύμφωνα με τα γενόμενα δεκτά στη σκέψη ΙΙ, θα ήταν, σε κάθε περίπτωση, απορριπτέα ως απαράδεκτη, καθώς με την 1862/2009 απόφαση του Τμήματος απερρίφθη η από 29.12.2002 έφεση του εκκαλούντος ως απαράδεκτη για τυπικό λόγο (λόγω μη καταβολής παραβόλου), με συνέπεια οι προβαλλόμενοι με το εξεταζόμενο δικόγραφο λόγοι, με τους οποίους πλήττεται η νομιμότητα του γενόμενου καταλογισμού, να είναι απορριπτέοι ως απαράδεκτοι.