ΣΤΕ ΤΜΗΜΑ ΣΤ 142/2005
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ-ΓΡΑΠΤΗ ΕΝΤΟΛΗ:Επειδή, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην 6η σκέψη της παρούσης αποφάσεως, ο ανάδοχος, επικαλούμενος την ασφάλεια, την αρτιότητα ή τη λειτουργικότητα του έργου, δικαιούται να ζητήσει τροποποιήσεις στη μορφή του έργου, την ποιότητα, το είδος ή την ποσότητα των εργασιών, εάν δε ο κύριος του έργου απορρίψει το αίτημα αυτό, η σχετική άρνηση συνιστά πράξη βλαπτική για τα έννομα συμφέροντα του αναδόχου, ο οποίος νομιμοποιείται, αφού τηρήσει την ενδικοφανή διαδικασία του άρθρου 12 του ν. 1418/1984, να την προσβάλει με προσφυγή, προκειμένου να κριθεί από το αρμόδιο διοικητικό εφετείο αν οι ζητούμενες τροποποιήσεις είναι αναγκαίες για την ασφάλεια, την αρτιότητα ή τη λειτουργικότητα του έργου, περαιτέρω δε, αναλόγως της κρίσεως στο προηγούμενο ζήτημα, να κριθεί ποίος (ο κύριος του έργου ή ο ανάδοχος) βαρύνεται με το κόστος των εργασιών, οι οποίες έχουν τυχόν ήδη εκτελεσθεί από τον ανάδοχο, χωρίς προηγούμενη έγκριση των τροποποιήσεων αυτών από τον κύριο του έργου. Εν όψει των ανωτέρω, οι κρίσεις του δικάσαντος δικαστηρίου ότι η απόρριψη από την Διευθύνουσα Υπηρεσία, με το υπ’ αριθμ. .. έγγραφο, των τροποποιήσεων στη σύμβαση, τις οποίες είχε προτείνει η αναιρεσείουσα με τις από 9, 17 και 24.5.1994 επιστολές της, δεν συνιστά πράξη βλαπτική για τα έννομα συμφέροντα της αναιρεσειούσης και, περαιτέρω, ότι για τις εργασίες που εξετέλεσε η αναιρεσείουσα δεν οφείλεται αποζημίωση, απλώς και μόνον διότι αυτές εκτελέσθηκαν κατά τροποποίηση της συμβάσεως και παρά την ρητή άρνηση του ... να εγκρίνει τις τροποποιήσεις, στηρίζονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων που παρατίθενται στην 5η σκέψη της παρούσης αποφάσεως.Για τον λόγο αυτό, ο οποίος προβάλλεται βάσιμα, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή..
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΣτΕ/1454/2013
ΕΓΓΡΑΦΗ ΕΝΤΟΛΗ (...) από τις διατάξεις των άρθρων 7 παρ. 1 και 6 και 8 παρ. 1 του ν. 1418/84 (Α’ 23) και 34 παρ. 1, 43 παρ. 1, 2, 3, 5 και 7 του π.δ. 609/1985 (Α’ 223) συνάγεται ότι ο ανάδοχος δεν δύναται, κατ’ αρχήν, να προβεί σε τροποποιήσεις ως προς την μορφή του έργου, την ποιότητα, το είδος ή την ποσότητα των εργασιών, όπως αυτά ορίζονται στη σύμβαση, χωρίς προηγούμενη έγγραφη εντολή του κυρίου του έργου και προηγούμενη σύνταξη και έγκριση συγκριτικού πίνακα και, εφόσον απαιτείται, πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδος νέων εργασιών, καθώς και ότι ο ανάδοχος δεν δικαιούται αποζημιώσεως για μεταβολές στο έργο, οι οποίες έγιναν χωρίς προηγούμενη έγγραφη εντολή, έστω και αν αυτές βελτιώνουν το έργο. Από τις ίδιες διατάξεις, όμως, δεν αποκλείεται στον ανάδοχο να ζητήσει κι αυτός τροποποιήσεις, επικαλούμενος την ασφάλεια, την αρτιότητα ή τη λειτουργικότητα του έργου. Και εάν μεν οι τροποποιήσεις αυτές κριθούν αναγκαίες από τα αρμόδια όργανα του κυρίου του έργου, ακολουθούν η σύνταξη και έγκριση συγκριτικού πίνακα και πρωτοκόλλου και η εκτέλεση των σχετικών εργασιών, στην περίπτωση δε κατά την οποία οι σχετικές εργασίες έχουν ήδη εκτελεσθεί, δια της εκ των υστέρων εγκρίσεώς των από τον κύριο του έργου και της συντάξεως συγκριτικού πίνακα και πρωτοκόλλου, αυτές νομιμοποιούνται (βλ. Σ.τ.Ε. 767/2011, 106/2011, 181/2010), εάν δε οι προταθείσες από τον ανάδοχο τροποποιήσεις κριθούν από το δικαστήριο αναγκαίες, τα αρμόδια όργανα του κυρίου του έργου οφείλουν να συντάξουν και να εγκρίνουν συγκριτικό πίνακα και πρωτόκολλο κανονισμού τιμών για τις απαιτούμενες εργασίες, η διαδικασία δε αυτή πρέπει να ακολουθηθεί και όταν οι εργασίες αυτές έχουν ήδη εκτελεσθεί από τον ανάδοχο, χωρίς έγγραφη εντολή του κυρίου του έργου, διότι και στην περίπτωση αυτή, για τον καθορισμό του ανταλλάγματος για τις εργασίες αυτές, απαιτείται η τήρηση της ως άνω διαδικασίας καταρτίσεως συγκριτικού πίνακα και πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδας νέων εργασιών, ενώ για την πληρωμή απαιτείται η διενέργεια επιμετρήσεως και η έγκριση του σχετικού λογαριασμού, ο οποίος αποτελεί την προς τούτο απαιτούμενη πιστοποίηση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 5 παρ. 7 επ. και 8 του ν. 1418/1984 και 38, 40, 43 και 44 του π.δ/τος 609/1985, δεν επιτρέπεται δε στο διοικητικό εφετείο να προβεί αυτό, για πρώτη φορά, σε κρίση περί του ποσού το οποίο οφείλεται στον προσφεύγοντα ανάδοχο για τις εκτελεσθείσες εργασίες (βλ. Σ.τ.Ε 767/2011, 106/2011, 142/2005, 4162/1977 7μ.).(...) Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, το δικάσαν δικαστήριο έκανε δεκτό ότι στην προκειμένη περίπτωση μόνη η επίκληση της γεωτεχνικής μελέτης, προκειμένου να αιτιολογηθεί η αναγκαιότητα του προταθέντος από την ανάδοχο τρόπου θεμελίωσης του έργου και επιχώσεως του εσωτερικού και εξωτερικού χώρου, δεν αποδεικνύει ότι οι αρμόδιοι μελετητές του ... δεν γνώριζαν και, επομένως, δεν έλαβαν υπόψη τα πορίσματα της μελέτης αυτής σχετικά με την σύσταση του εδάφους θεμελίωσης και του προϊόντος εκσκαφής, ενόψει τούτου δε κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αναιρεσείουσα δεν απέδειξε την αναγκαιότητα για την αρτιότητα και την ασφάλεια του έργου των προταθεισών απ’ αυτή πρόσθετων (πέραν των προκυπτουσών από τα συμβατικά στοιχεία της μελέτης) εργασιών και απέρριψε ως αναπόδεικτο το σχετικό λόγο της προσφυγής...Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση.
ΕΣ/Τ4/185/2003
Η ανάθεση της εκτέλεσης συμπληρωματικών εργασιών στον αρχικό ανάδοχο του έργου δεν είναι νόμιμη, κατά παραδοχή , αφού δεν προκύπτει ότι αυτές κατέστησαν αναγκαίες λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων, μόνη δε η αρτιότητα και λειτουργικότητα του έργου δε δύνανται άνευ ετέρου να στηρίξουν νομιμότητα της εν λόγω σύμβασης.
ΝΣΚ/498/2001
Δημόσια έργα. Προϋποθέσεις ανάθεσης συμπληρωματικών εργασιών, ύστερα από εργολαβική σύμβαση.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Εφόσον μετά την ανάθεση δημοσίου έργου σε εργολάβο, κατέστη αναγκαίο για την αρτιότητα και τη λειτουργικότητα του αντικειμένου της σύμβασης να γίνουν αναγκαίες συμπληρωματικές εργασίες που ήταν απρόβλεπτες, αυτές μπορούν να ανατεθούν στον εργολήπτη που εκτελεί το αρχικό έργο με την διαδικασία της διαπραγμάτευσης, δεν μπορούν όμως να υπερβούν το 50% του ποσού της κύριας σύμβασης.
ΣΤΕ/1284/2020
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Ζητείται η αναίρεση της Α131/2017 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά, με την οποία απορρίφθηκε η από 8.9.2010 προσφυγή - αγωγή της αναιρεσειούσης, αναδόχου του έργου «Παράκαμψη ...», επί διαφοράς που ανέκυψε κατά την εκτέλεση του έργου αυτού.(....)ο ανάδοχος δεν μπορεί, καταρχήν, να προβεί σε τροποποιήσεις ως προς τη μορφή του έργου, την ποιότητα και το είδος ή την ποσότητα των εργασιών, όπως αυτά ορίζονται στη σύμβαση, χωρίς προηγούμενη σύναψη νέας σύμβασης, κατόπιν διαπραγματεύσεων και προηγούμενη σύνταξη και έγκριση Ανακεφαλαιωτικού Πίνακα Εργασιών (Α.Π.Ε.), καθώς και ότι ο ανάδοχος δεν δικαιούται αποζημίωσης για μεταβολές στο έργο, οι οποίες έγιναν χωρίς προηγούμενη έγγραφη εντολή, έστω και αν αυτές βελτιώνουν το έργο. Από τις ίδιες, όμως, διατάξεις δεν αποκλείεται εργασίες, οι οποίες παρεκκλίνουν από τη σύμβαση και εκτελέσθηκαν χωρίς να τηρηθεί η προαναφερθείσα διαδικασία, να κριθούν στη συνέχεια από τα αρμόδια όργανα του κυρίου του έργου ή, σε περίπτωση διαφωνίας και άσκησης εκ μέρους του αναδόχου προσφυγής, από το αρμόδιο διοικητικό εφετείο, ως αναγκαίες, δηλαδή ως εργασίες οι οποίες επιβάλλονται για την ασφάλεια, την αρτιότητα ή τη λειτουργικότητα του έργου, οπότε οι εργασίες αυτές νομιμοποιούνται εκ των υστέρων με τη σύνταξη Α.Π.Ε. και τη σύναψη νέας, συμπληρωματικής σύμβασης(....)Τέλος, απαραδέκτως προβάλλεται ότι το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο δεν έλαβε υπόψη ουσιώδεις ισχυρισμούς που προέβαλε η αναιρεσείουσα ενώπιόν του, ότι εκτίμησε εσφαλμένα τα προσκομισθέντα από αυτήν έγγραφα και ότι αιτιολόγησε πλημμελώς την κρίση του. Και τούτο, διότι με τους λόγους αυτούς πλήσσονται ζητήματα αιτιολογίας και υπαγωγής των πραγματικών περιστατικών της συγκεκριμένης υποθέσεως στον κανόνα δικαίου και όχι κρίσεις της προσβαλλομένης αποφάσεως επί νομικών ζητημάτων, ήτοι ζητημάτων ερμηνείας νόμων, δυναμένων να αχθούν κατ’ αναίρεση, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 12 του ν. 3900/2010.Απορρίπτει την υπό κρίση αίτηση.
ΕλΣυν/Τμ.VII/334/2009
Διάθεση απροβλέπτων.Με δεδομένα αυτά, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι η νέα εργασία που αφορά στο σανίδωμα της στέγης δεν ανάγεται σε απρόβλεπτες περιστάσεις, αλλά στην πλημμελή και χωρίς την τήρηση των οικείων προδιαγραφών εκπόνηση της μελέτης, δοθέντος ότι παραλείφθηκε από αυτήν σημαντική για την αρτιότητα του έργου εργασία, όπως εξάλλου ομολογεί και ο μελετητής. Τούτο δε ανάγεται αποκλειστικά στη σφαίρα ευθύνης της αναθέτουσας αρχής, η οποία δεν επέδειξε την ενδεδειγμένη επιμέλεια και προσοχή για την σύνταξη μιας πλήρους μελέτης για την αποκατάσταση της ξύλινης στέγης του σχολικού κτιρίου, μετά δε την εξασφάλιση πρόσθετων κονδυλίων και ενόψει των αναδειχθεισών κατά την εκτέλεση του έργου παραλείψεων, αποφάσισε να προβεί στη συμπλήρωση αυτής. Αντίθετα, οι επιπλέον ποσότητες εργασιών που είχαν προβλεφθεί κατ’ είδος στην αρχική μελέτη, δύνανται να αποδοθούν στη συνδρομή απρόβλεπτων περιστάσεων που δεν θα μπορούσαν αντικειμενικά να προβλεφθούν σύμφωνα με τους κανόνες επιμέλειας του μέσου μελετητή του οικείου κλάδου, ακόμα και αν η οικεία μελέτη ήταν πλήρης και ακριβής, αφού κατέστησαν αναγκαίες μετά την καθαίρεση τμημάτων της οροφής του κτιρίου, οπότε αποκαλύφθηκαν το πρώτο εκτεταμένες διαβρώσεις των ξύλων και της οροφής, η εκτέλεση δε αυτών είναι απαραίτητη για την αρτιότητα και λειτουργικότητα του έργου.
ΣτΕ/3106/2013
Αποζημίωση βλαβών από ανωτέρα βία. (..) ζητείται η αναίρεση της υπ’ αριθμ. 70/2007 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Ιωαννίνων, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή προσφυγή της αναιρεσείουσας κοινοπραξίας, αναδόχου του έργου «Αρδευτικά έργα πεδιάδας ...», επί διαφοράς που ανέκυψε κατά την εκτέλεση του έργου τούτου(..)Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση αμφισβητείται η νομιμότητα της ανωτέρω κρίσεως του δικάσαντος δικαστηρίου. Και τούτο διότι, κατά την αναιρεσείουσα, είχε προβληθεί από αυτήν ισχυρισμός ότι στον μεν όρο 38.4.1.3 της Ε.Σ.Υ. προβλέπεται ότι ο ανάδοχος εκχωρεί στην αρμόδια Υπηρεσία του Δημοσίου τις απαιτήσεις της από το ασφαλιστήριο συμβόλαιο, στη δε παρ. 5 του ιδίου όρου της Ε.Σ.Υ., προβλέπεται ότι το Δημόσιο είναι συνασφαλιζόμενος και, άρα, υποχρεούται να αποζημιώσει τον ανάδοχο κατά το νόμο σε περίπτωση βλάβης από ανωτέρα βία και, στη συνέχεια να στραφεί κατά της ασφαλιστικής εταιρείας είτε ως συνασφαλιζόμενος είτε ως εκδοχέας της σχετικής απαίτησης, ο ισχυρισμός δε αυτός κατελείφθη αναπάντητος. Ο λόγος προβάλλεται βασίμως και η προσβαλλόμενη απόφαση είναι, κατά τούτο, αναιτιολόγητη, δεδομένου ότι το δικάσαν Εφετείο δεν εξέτασε, όπως όφειλε, εν όψει του ως άνω σχετικού ισχυρισμού της προσφυγής, αν κατά τους σχετικούς όρους της σύμβασης μεταξύ της αναδόχου και της ασφαλιστικής εταιρείας, η τελευταία υποχρεούτο να καταβάλει την αποζημίωση αναγωγικώς στο Δημόσιο ή ευθέως στην εργολήπτρια εταιρεία.(..)Αναιρεί την υπ’ αριθμ. 70/2007 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Ιωαννίνων, στο οποίο παραπέμπει την υπόθεση προς νέα κρίση σύμφωνα με το αιτιολογικό.
ΣτΕ/767/2011
ΕΓΓΡΑΦΗ ΕΝΤΟΛΗ (...)Εκ των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι σε περίπτωση κατά την οποία ο ανάδοχος εκτελέσει εργασίες μη προβλεπόμενες από τη σύμβαση, κατά ποσότητα ή είδος, η δαπάνη των οποίων υπερβαίνει το 50% του συνολικού συμβατικού ποσού, δεν δικαιούται αμοιβής ή αποζημιώσεως για τις εργασίες αυτές, ούτε αποδόσεως της ωφελείας του λήπτου βάσει των διατάξεων περί αδικαιολογήτου πλουτισμού (άρθρα 904 επ. Α.Κ. – βλ. ΣτΕ 578/2004, 1170/2003, 3218-9/2002, 619/2002). Κατ’ εξαίρεση, όμως, από τον κανόνα αυτό, ο ανάδοχος δικαιούται αμοιβής ή αποζημιώσεως για τις ως άνω εργασίες, στην περίπτωση κατά την οποία προέβη στην εκτέλεσή τους κατόπιν εγγράφου εντολής της Υπηρεσίας ή, σε επείγουσες περιπτώσεις, κατόπιν προφορικής εντολής της Υπηρεσίας, στον τόπο εκτελέσεως του έργου, καταχωρισθείσης στο ημερολόγιο αυτού (βλ. ΣτΕ 2626/2004, 3039/2003, 2029/2003, 1170/2003). (διότι, όπως γίνεται παγίως δεκτό, δεν είναι δυνατή η εφαρμογή των διατάξεων του Αστικού Κώδικος και των γενικών αρχών του δικαίου, εν όψει της ρητής απαγορεύσεως των άρθρων 8 παρ. 1 του ν. 1418/1984 και 34 παρ. 2 του π.δ/τος 609/1985 (βλ. ΣτΕ 86/2005 και πρβλ. ΣτΕ 3219/2002, 2710/2002, 619/2002, 1170/2003)]. Περαιτέρω, γίνεται μεν δεκτό ότι από τον συνδυασμό των άρθρων 34 και 43 του π. δ/τος 609/1985 συνάγεται ότι ο ανάδοχος δεν δύναται κατ’ αρχήν να προβεί σε τροποποιήσεις ως προς την ποιότητα, το είδος ή την ποσότητα των εργασιών, όπως αυτά ορίζονται στη σύμβαση, χωρίς προηγουμένη έγγραφο εντολή του κυρίου του έργου και χωρίς προηγουμένη σύνταξη και έγκριση συγκριτικού πίνακος ή και πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδος νέων εργασιών, όπως επίσης και ότι ο ανάδοχος δεν δικαιούται αποζημιώσεως για μεταβολές στο έργο, οι οποίες έγιναν χωρίς προηγουμένη έγγραφο εντολή (ή σε επείγουσες περιπτώσεις, χωρίς προφορική εντολή της Υπηρεσίας στον τόπο εκτελέσεως του έργου, καταχωρηθείσης στο ημερολόγιο αυτού (βλ. ΣτΕ 2017/2006, 578/2004, 3039/2003, 1170/2003 κ.α.). Καθ’ ερμηνείαν όμως των αυτών ως άνω διατάξεων δεν αποκλείεται εργασίες, οι οποίες παρεκκλίνουν της συμβάσεως και εξετελέσθησαν χωρίς έγγραφο ή προφορική, κατά τα ανωτέρω, εντολή να κριθούν, εν συνεχεία, από τα αρμόδια όργανα του κυρίου του έργου ή, σε περίπτωση διαφωνίας και ασκήσεως εκ μέρους του αναδόχου προσφυγής, από το αρμόδιο διοικητικό εφετείο, ως αναγκαίες, οπότε οι εργασίες αυτές νομιμοποιούνται εκ των υστέρων με τη σύνταξη συγκριτικού πίνακος και πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδος νέων εργασιών (βλ. ΣτΕ 2250/2009, 1930/2009, 1418/2009, 1214/2007, 3237/2006, 595/2005, 4162/1997). Προκειμένου δε οι ζητούμενες τροποποιήσεις να κριθούν ως αναγκαίες και να νομιμοποιηθούν εκ των υστέρων, κατά τα προαναφερθέντα, πρέπει ο ανάδοχος να επικαλεσθεί την ασφάλεια, την αρτιότητα ή τη λειτουργικότητα του έργου. Επομένως, ο ανάδοχος έχει έννομο συμφέρον, αφού τηρήσει την ενδικοφανή διαδικασία, η οποία διαγράφεται στο άρθρο 12 του ν. 1418/1984, και εφ’ όσον αυτή αποβεί άκαρπος, να ασκήσει προσφυγή κατά της αρνήσεως του κυρίου του έργου, προκειμένου να κριθεί από το αρμόδιο διοικητικό εφετείο αν οι προτεινόμενες τροποποιήσεις είναι αναγκαίες για την αρτιότητα και τη λειτουργικότητα του έργου, εάν δε οι προπαρατεθείσες από τον ανάδοχο τροποποιήσεις κριθούν από το δικαστήριο αναγκαίες, τα αρμόδια όργανα του κυρίου του έργου οφείλουν να συντάξουν και να εγκρίνουν συγκριτικό πίνακα και πρωτόκολλο κανονισμού τιμών για τις απαιτούμενες εργασίες. Η διαδικασία δε αυτή πρέπει να ακολουθηθεί και όταν οι εργασίες αυτές έχουν ήδη εκτελεσθεί από τον ανάδοχο, χωρίς έγγραφο εντολή του κυρίου του έργου, διότι και στην περίπτωση αυτή, για τον καθορισμό του ανταλλάγματος για τις εργασίες αυτές, απαιτείται η τήρηση της ως άνω διαδικασίας καταρτίσεως συγκριτικού πίνακος και πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδος νέων εργασιών, ενώ για την πληρωμή απαιτείται η διενέργεια επιμετρήσεως και η έγκριση του σχετικού λογαριασμού, ο οποίος αποτελεί την προς τούτο απαιτουμένη πιστοποίηση, συμφώνως προς τα οριζόμενα στα άρθρα 5 παρ. 7 επ. και 8 του ν. 1418/1984 και 38, 40, 43, 44 του π. δ/τος 609/1985, δεν επιτρέπεται δε στο διοικητικό εφετείο να προβεί αυτό, για πρώτη φορά σε κρίση ως προς το ποσό, το οποίο οφείλεται στον προσφεύγοντα ανάδοχο για τις εκτελεσθείσες εργασίες(...)
ΣτΕ/3399/2005
Δημόσια έργα. Πότε ακυρώνεται το αποτέλεσμα των δημοπρασιών. Ο σχετικά μικρός και περιορισμένος αριθμός των διαγωνιζομένων δεν ισοδυναμεί άνευ ετέρου με ανεπαρκή συναγωνισμό. Ποσοστό έκπτωσης που κρίνεται ως μικρό δεν αρκεί από μόνο του για να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι υπάρχουν ενδείξεις προσυνεννόησης των συναγωνιζομένων. Ανεπαρκώς αιτιολογείται η κρίση της Διοίκησης ότι το ποσοστό έκπτωσης κρίνεται οικονομικά μή ικανοποιητικό για τα συμφέροντα του Δημοσίου. Δεκτή η αίτηση ακύρωσης.
ΣΤΕ/1230/2013
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ-ΕΓΓΡΑΦΗ ΕΝΤΟΛΗ-:Επειδή, η αναιρεσιβαλλομένη εδέχθη ότι κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 8 του ν. 1418/84 ο περιορισμός στην αύξηση της δαπάνης του έργου μέχρι 50% του αρχικού προϋπολογισμού αναφέρεται στον κύριο του έργου, ο οποίος αποκλειστικώς εντός του ορίου αυτού δύναται να εγκρίνει ή να υποδεικνύει νέες πρόσθετες εργασίες στην δημοπρατηθείσα εργολαβία. Για τον ανάδοχο του έργου, ο οποίος θα κληθεί να εκτελέσει τις νέες ή πρόσθετες εργασίες, καθιερώνεται αντίστοιχος υποχρέωση εκτελέσεως των εργασιών αυτών, μόνο αν ευρίσκονται μέσα στο επιτρεπόμενο όριο αυξήσεως του αρχικού προϋπολογισμού. Συνεπώς, αν ο ανάδοχος του έργου εκτελέσει αναιτίως μετά από έγκριση η υπόδειξη του κυρίου του έργου, νέες ή πρόσθετες εργασίες καθ’ υπέρβαση του επιτρεπομένου ορίου της αρχικής δαπάνης του έργου, δικαιούται να εισπράξει το αντίστοιχο αντάλλαγμα βάσει των διατάξεων περί αδικαιολόγητου πλουτισμού.
ΕλΣυνΤμ.Μειζ-Επταμ.Συνθ/3211/2011
Εκτέλεση έργου-συμπληρωματική σύμβαση:..ζητείται η αναθεώρηση της 2435/2011 απόφασης του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου..Περαιτέρω, ως προς τις εργασίες νέων φωτιστικών σημείων (φωτισμού και φωτισμού ασφαλείας), το Τμήμα τούτο άγεται στην κρίση ότι αφενός η συμμόρφωση με νέους κανονισμούς που προκύπτουν κατά τη διάρκεια εκτέλεσης του έργου καλύπτονται υποχρεωτικά, σύμφωνα με τις προμνησθείσες διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 57 του ν. 3669/2008, από το κονδύλιο των απροβλέπτων που περιλαμβάνεται στην αρχική σύμβαση και αφετέρου ότι η απόκλιση από το πρότυπο ΕΛΟΤ – ΕΝ 50171/20.9.2001 συνιστά σφάλμα της αρχικής μελέτης και επομένως δεν αποτελεί απρόβλεπτη περίσταση που να δικαιολογεί κατά νόμο τη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης, όπως ορθώς κρίθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση. Ομοίως και αναφορικά με την εγκατάσταση καλωδίου DATA υψηλής ταχύτητας και ασφάλειας θωρακισμένου με πλέγμα κατηγορίας 7, προκειμένου να αναπροσαρμοσθεί η ταχύτητα των δικτύων, χωρίς να επηρεάζεται από παρεμβολές, η εξέλιξη της τεχνολογίας μεταφοράς δεδομένων, όπως προβάλλεται από την αιτούσα, καθώς και ο στόχος της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης των δημόσιων υπηρεσιών δεν συνιστούν νόμιμο λόγο σύναψης συμπληρωματικής σύμβασης, αλλά αποσκοπούν κατ’ ουσίαν στην αρτιότητα και βελτίωση της ποιότητας του έργου, κατά παράβαση των σχετικώς οριζομένων στη διάταξη του άρθρου 57 του ν.3669/2008, συνεπώς, κατά το μέρος τούτο συντρέχει λόγος διακωλυτικός της υπογραφής της ελεγχόμενης συμπληρωματικής σύμβασης, κατά τα ορθώς γενόμενα δεκτά με την προσβαλλόμενη απόφαση.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση αναθεώρησης της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «...» και η υπέρ αυτής ασκηθείσα παρέμβαση της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «.....» πρέπει να γίνουν εν μέρει δεκτές, να αναθεωρηθεί εν μέρει η προσβαλλόμενη με αυτές 2435/2011 απόφαση του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου στα οικεία κεφάλαια και να γίνει δεκτό ότι δεν κωλύεται η υπογραφή της 1ης Συμπληρωματικής Σύμβασης, κατά το μέρος που αφορά στην εκτέλεση των εργασιών τοποθέτησης νέων μετακινούμενων χωρισμάτων, χωρισμάτων ξηρής δόμησης, μεταλλικών θυρών πυρασφάλειας και τροποποίησης του κλιματισμού, καθώς και στην εκπόνηση των αντίστοιχων μελετών, όπως αναλυτικώς αναφέρονται στην προηγούμενη σκέψη της παρούσας.