Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

1014087/10094/Β0012/ΠΟΛ.1045/2000

Τύπος: ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ-ΕΓΚΥΚΛΙΟΙ-ΠΟΛ

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Οι δωρεές και οι χορηγίες χρηματικών ποσών προς την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους πρόσφυγες, εκπίπτουν από το συνολικό εισόδημα του φορολογούμενου φυσικού προσώπου ή από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων.

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΠΟΛ 1107/2007

Έκπτωση από το εισόδημα των φορολογουμένων των χρηματικών ποσών που καταβάλλουν ως δωρεές υπέρ των πυρόπληκτων.

ΠΟΛ.1142/1997

Κοινοποίηση των διατάξεων του Ν. 2459/1997, οι οποίες αναφέρονται στην φορολογία εισοδήματος νομικών προσώπων, την έκπτωση δαπανών από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων κλπ.


Ν.4588/2019

Κύρωση της Τελικής Συμφωνίας για την Επίλυση των Διαφορών οι οποίες περιγράφονται στις Αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών 817 (1993) και 845 (1993), τη Λήξη της Ενδιάμεσης Συμφωνίας του 1995 και την Εδραίωση Στρατηγικής Εταιρικής Σχέσης μεταξύ των Μερών .


ΠΟΛ 1006/2013

Έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα επιχείρησης της ζημίας που αυτή υπέστη, λόγω ληστείας ή κλοπής.Η ζημία που υφίσταται επιχείρηση, λόγω απώλειας περιουσιακού της στοιχείου από ληστεία ή κλοπή, εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της διαχειριστικής περιόδου (χρήσης) κατά την οποία έλαβε χώρα το ζημιογόνο γεγονός, εφόσον, κατά την κρίση της φορολογικής αρχής, η ζημία είναι οριστική, τουτέστιν βέβαιη ως προς την ύπαρξη και εκκαθαρισμένη κατά ποσόν, είναι δε άλλο το ζήτημα αν σε χρόνο μεταγενέστερο της διαχειριστικής περιόδου (χρήσης) κατά την οποία έλαβε χώρα το ζημιογόνο γεγονός, εντοπισθούν οι δράστες της κλοπής ή της ληστείας, οπότε υφίσταται αποζημιωτική αξίωση της επιχείρησης κατ’ αυτών. Το ζήτημα αυτό δεν αντιμετωπίζεται από τις κείμενες διατάξεις και χρήζει νομοθετικής ρυθμίσεως. (Συνημμένα ΝΣΚ 524/2012


ΣΤΕ/1995/2019

Φορολογία εισοδήματος. Η παράλειψη δήλωσης φορολογητέου εισοδήματος και η ύπαρξη αντίστοιχης φορολογητέας ύλης μπορεί να προκύπτει, κατά την αιτιολογημένη κρίση της φορολογικής αρχής, και από έμμεσες αποδείξεις. Τέτοιες αποτελούν τα μεγάλα ποσά που περιέχονται σε τραπεζικό λογαριασμό του φορολογούμενου, μέσω του οποίου πραγματοποιείται έμβασμα στο εξωτερικό, που δεν καλύπτονται από τα νομίμως φορολογηθέντα ή απαλλαχθέντα του φόρου εισοδήματα. Το εμμέσως αποδεικνυόμενο εισόδημα λογίζεται και φορολογείται ως εισόδημα από ελευθέριο επάγγελμα, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 48 παρ. 3 του ΚΦΕ, που εφαρμόζεται και όταν η κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό προκύπτει σε χρόνο προγενέστερο της 30.9.2010, χωρίς αυτό να αντίκειται στην παρ. 2 του άρθρου 78 του Συντάγματος. Κρίσιμος ο χρόνος της κατάθεσης του επίμαχου ποσού στον τραπεζικό λογαριασμό του δικαιούχου ή τυχόν προγενέστερος κατά τον οποίο επήλθε η αντίστοιχη προσαύξηση της περιουσίας του φορολογούμενου. Εξουσίες του δικαστηρίου αν κρίνει ότι η περιουσιακή προσαύξηση δεν επήλθε κατά τη διαχειριστική περίοδο εντός της οποίας πραγματοποιήθηκε το οικείο έμβασμα. Πότε ο φορολογούμενος δύναται να επικαλεσθεί ότι το ποσό που βρέθηκε σε τραπεζικό λογαριασμό του προέρχεται από δάνειο που του χορήγησε άλλο πρόσωπο. Αν το διοικητικό δικαστήριο αδυνατεί να σχηματίσει πλήρη δικανική πεποίθηση περί του χρόνου της επέλευσης της περιουσιακής προσαύξησης άγνωστης πηγής ή αιτίας, επιρρίπτει το βάρος απόδειξης στη φορολογική διοίκηση και όχι στον φορολογούμενο. Εφόσον οι αναιρεσείοντες είχαν αμφισβητήσει ότι οι επίμαχες προσαυξήσεις της περιουσίας τους έλαβαν χώρα το 2010, το 2011 και το 2012, το βάρος απόδειξης του χρόνου επέλευσης αυτών έφερε η φορολογική αρχή. Η ανωτέρω κρίση του ΔΕΑ, σχετικά με τον κρίσιμο χρόνο επέλευσης των επίδικων προσαυξήσεων περιουσίας και, περαιτέρω, το οικονομικό έτος φορολόγησης των αντίστοιχων ποσών εμβασμάτων, ενέχει εσφαλμένη ερμηνεία και πλημμελή εφαρμογή του άρθρου 48 παρ. 3 του ΚΦΕ. Ο σχετικός λόγος αναίρεσης προβάλλεται παραδεκτά κατά το άρθρο 12 παρ. 1 του ν.3900/2010. Μερικά δεκτή η αναίρεση (αναιρεί εν μέρει την αριθμ. 805/2018 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών).


ΕλΣυν/Β Κλ/200/2011

Με βάση τα πραγματικά αυτά περιστατικά και όσα έγιναν ανωτέρω ερμηνευτικώς δεκτά (βλ. ΙΙ και III), το Κλιμάκιο κρίνει ότι υφίσταται εν προκειμένω αδυναμία απόδοσης λογαριασμού των υπολόγων των ως άνω Χ.Ε.Π., δεδομένου ότι οι εκδοθείσες και αποσταλείσες από τα ΕΛ.ΤΑ. στη Νομαρχία καταστάσεις με τα ως άνω συγκεντρωτικά στοιχεία (αριθμό εκδοθεισών επιταγών, συνολικό ποσό, συνολικό αριθμό επιταγών και ποσών που πληρώθηκαν καθώς και αδιάθετο υπόλοιπο), δεν μπορούν να αποτελέσουν δικαιολογητικά απόδοσης λογαριασμού, αφού διαφέρουν των προβλεπομένων στο άρθρο 7 της 193/1979 Κ.Υ.Α. νομίμων δικαιολογητικών (βλ. ΙΙ). Περαιτέρω, η ως άνω αδυναμία απόδοσης λογαριασμού δεν οφείλεται σε πταίσμα των υπολόγων, αφού δεν συνέπραξαν με κανένα τρόπο στη σύναψη της ως άνω από 2.5.1996 σύμβασης, σε εκτέλεση της οποίας εκδόθηκαν οι ως άνω συγκεντρωτικές καταστάσεις αντί των προβλεπομένων στο άρθρο 7 της 193/1979 Κ.Υ.Α. νομίμων δικαιολογητικών. Επομένως, οι προαναφερθείσες απαλλακτικές εκθέσεις των οικονομικών επιθεωρητών αποτελούν, πληρουμένων των σχετικών προϋποθέσεων του άρθρου 41 παρ.7 του Κ.Δ.Λ. (βλ. III), παραστατικά δικαιολόγησης των δαπανών για την τακτοποίηση των εν λόγω χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμής, θα πρέπει δε, με βάση τα ανωτέρω, να απαλλαγούν οι ως άνω υπόλογοι της ευθύνης τους από τη μη απόδοση λογαριασμού.


ΣΤΕ/1685/2013

Φορολογία εισοδήματος..Επειδή, όπως προελέχθη, (σκέψη 10), σύμφωνα με το άρθρο 18 παρ. 1 περ. β και γ του ν. 3758/2009, αντικείμενο της επίδικης εισφοράς αποτελεί το «συνολικό καθαρό εισόδημα» των δηλώσεων οικονομικού έτους 2008, «φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο», εξαιρέσει των εισοδημάτων της παραγράφου 1 του άρθρου 14 και της περίπτωσης γ της παραγράφου 4 του άρθρου 45 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος. (Πρόκειται, αντιστοίχως, για την αυτοτελή φορολόγηση αποζημιώσεων στο πλαίσιο μισθωτών υπηρεσιών και την απαλλαγή ορισμένων εφάπαξ ασφαλιστικών παροχών). Όπως συνάγεται από τις διατάξεις αυτές, στην επίδικη εισφορά, πλην των συγκεκριμένων ως άνω εξαιρέσεων, υπόκειται κάθε έσοδο που εμπίπτει, κατ’ αρχήν, στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, άρα και οι «αυτοτελώς φορολογούμενες ειδικές περιπτώσεις» των άρθρων 11 κ.επ. αυτού. Συνεπώς, ισχυρισμός που είχε προβάλει ο αιτών με την προσφυγή του ότι δεν έπρεπε να υπαχθεί στην εισφορά «ποσό 55.720,13 ευρώ που αφορά αυτοτελώς φορολ. ποσά», χωρίς να διευκρινίζει ειδικότερα τη φύση των εν λόγω ποσών, δεν ήταν ουσιώδης και ορθώς κατ’ αποτέλεσμα δεν ελήφθη υπ’ όψη από το διοικητικό εφετείο, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την κρινόμενη αίτηση είναι αβάσιμα και απορριπτέα. Ομοίως, παράπονα της κρινόμενης αίτησης σχετικά με τον ενιαίο τρόπο εμφανίσεως στις οικείες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, αφ’ ενός μεν των αυτοτελώς φορολογουμένων εσόδων των υπαγομένων στην εισφορά, αφ’ ετέρου δε των κατά τ’ ανωτέρω εξαιρουμένων από αυτήν, έτσι ώστε τα τελευταία να μη διακρίνονται και να υπόκεινται, ως μη έδει, σε εισφορά, προβάλλονται άνευ εννόμου συμφέροντος, καθώς ο αναιρεσείων δεν ισχυρίζεται ούτε προκύπτει ότι στα ένδικα εισοδήματά του περιλαμβάνονται και τέτοια εξαιρούμενα της εισφοράς έσοδα. Εξ άλλου, το ότι τα υποκείμενα στην εισφορά ως άνω αυτοτελώς φορολογούμενα έσοδα δηλώνονταν, όπως ισχυρίζεται ο αιτών, προαιρετικώς στις αντίστοιχες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, δεν άγει, από πλευράς επιβολής της επίδικης εισφοράς, σε άνιση ευνοϊκή μεταχείριση όσων δεν προέβησαν σε σχετική δήλωση, αφού και στους τελευταίους, πάντως, «βεβαιώνεται οίκοθεν» η εισφορά κατόπιν ελέγχου (παρ. 3 περ. α, β και δ ανωτ. άρθρου 18 ν. 3758). Συνεπώς, και ο περί του αντιθέτου λόγος αναιρέσεως είναι αβάσιμος και απορριπτέος.


ΣΤΕ/3409/2013

Έκτακτη εισφορά..Επειδή, όπως προελέχθη, (σκέψη 12), σύμφωνα με το άρθρο 18 παρ. 1 περ. β και γ του ν. 3758/2009, αντικείμενο της επίδικης εισφοράς αποτελεί το «συνολικό καθαρό εισόδημα» των δηλώσεων οικονομικού έτους 2008, «φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο», εξαιρέσει των εισοδημάτων της παραγράφου 1 του άρθρου 14 και της περίπτωσης γ της παραγράφου 4 του άρθρου 45 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος. (Πρόκειται, αντιστοίχως, για την αυτοτελή φορολόγηση αποζημιώσεων στο πλαίσιο μισθωτών υπηρεσιών και την απαλλαγή ορισμένων εφάπαξ ασφαλιστικών παροχών). Όπως συνάγεται από τις διατάξεις αυτές, στην επίδικη εισφορά, πλην των συγκεκριμένων ως άνω εξαιρέσεων, υπόκειται κάθε έσοδο που εμπίπτει, κατ’ αρχήν, στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, άρα και οι «αυτοτελώς φορολογούμενες ειδικές περιπτώσεις» των άρθρων 11 κ.επ. αυτού. Συνεπώς, ισχυρισμός που είχε προβληθεί εν προκειμένω ενώπιον των δικαστηρίων της ουσίας ότι δεν έπρεπε να υπαχθεί στην επίδικη εισφορά ορισμένο κονδύλιο «που αφορά αυτοτελώς φορολ. ποσά», χωρίς να διευκρινίζεται ειδικότερα η φύση των εν λόγω ποσών, δεν ήταν ουσιώδης και ορθώς κατ’ αποτέλεσμα δεν ελήφθη υπ’ όψη από το διοικητικό εφετείο, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την κρινόμενη αίτηση είναι απορριπτέα. (Βλ. την ως άνω επί της αιτήσεως του κυρίως διαδίκου ΣτΕ, Ολομ., 1685/2013). Ομοίως, παράπονα της κρινόμενης αίτησης σχετικά με τον ενιαίο τρόπο εμφανίσεως στις οικείες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, αφ’ ενός μεν των αυτοτελώς φορολογουμένων εσόδων των υπαγομένων στην εισφορά, αφ’ ετέρου δε των κατά τ’ ανωτέρω εξαιρουμένων από αυτήν, έτσι ώστε τα τελευταία να μη διακρίνονται και να υπόκεινται, ως μη έδει, σε εισφορά, προβάλλονται άνευ εννόμου συμφέροντος, καθώς το αναιρεσείον δεν ισχυρίζεται ούτε προκύπτει ότι στα ένδικα εισοδήματα περιλαμβάνονται και τέτοια εξαιρούμενα της εισφοράς έσοδα. Εξ άλλου, το ότι τα υποκείμενα στην εισφορά ως άνω αυτοτελώς φορολογούμενα έσοδα δηλώνονταν, όπως ισχυρίζεται το αιτούν σωματείο, προαιρετικώς στις αντίστοιχες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, δεν άγει, από πλευράς επιβολής της επίδικης εισφοράς, σε άνιση ευνοϊκή μεταχείριση όσων δεν προέβησαν σε σχετική δήλωση, αφού και στους τελευταίους, πάντως, «βεβαιώνεται οίκοθεν» η εισφορά κατόπιν ελέγχου (παρ. 3 περ. α, β και δ ανωτ. άρθρου 18 ν. 3758). Συνεπώς, και οι περί του αντιθέτου λόγοι αναιρέσεως είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι. (Βλ. την ως άνω ΣτΕ, Ολομ., 1685/2013).


ΕλΣυν.ΕλάσσοναΟλομ/476/2016

Επίδομα κοινωνικής αλληλεγγύης συνταξιούχων:Κατά την κρίση του Δικαστηρίου, δεχθέν τα ανωτέρω το δικάσαν Τμήμα ορθώς τις επίμαχες διατάξεις ερμήνευσε και εφήρμοσε, οι δε περί του αντιθέτου, καθ' ερμηνεία του δικογράφου, ισχυρισμοί της αναιρεσείουσας ότι από το συνολικό εισόδημά της πρέπει να αφαιρεθεί φόρος εισοδήματος ΄΄περίπου 20%΄΄ και ότι δεν πρέπει να συνυπολογισθεί, καθώς γράφεται σε χωριστό κωδικό στην φορολογική δήλωση, το εισόδημά της από την πολεμική σύνταξη είναι απορριπτέοι ο πρώτος ως αόριστος, άλλως και σε κάθε περίπτωση αμφότεροι ως νόμω αβάσιμοι. Τούτο διότι, όπως αναπτύχθηκε σε προηγούμενη σκέψη, για τον προσδιορισμό του συνολικού ετήσιου καθαρού εισοδήματος λαμβάνεται υπόψιν το εισόδημα που προέρχεται από κάθε πηγή και υποβάλλεται σε φόρο εισοδήματος, μη συνυπολογιζομένων αποκλειστικώς και μόνο των τυχόν αναδρομικών από προηγούμενα έτη που εισέπραξε ο συνταξιούχος καθώς και του ποσού του ίδιου του ΕΚΑΣ...Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω και μη προβαλλομένου άλλου λόγου αναιρέσεως, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί.


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.7/145/2008

Επιχορήγηση Γυμναστικού Συλλόγου...:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Τμήμα κρίνει ότι η εντελλόμενη δαπάνη (επιχορήγηση του φερόμενου ως δικαιούχου του εντάλματος συλλόγου) είναι δεν είναι νόμιμη, καθόσον οι εγγεγραμμένες στον προϋπολογισμό του Δήμου ... πιστώσεις για επιχορηγήσεις για το έτος 2008, ανέρχονται σε ποσοστό μεγαλύτερο από το επιτρεπόμενο εκ του νόμου ποσοστό του 1,5%. Ειδικότερα, τα τακτικά έσοδα του Δήμου ..., κατά το οικονομικό έτος 2008, ανέρχονται στο ποσό των 22.289.658,38 ευρώ, το σύνολο δε των επιχορηγήσεων του Δήμου αυτού σε αθλητικούς και πολιτιστικούς συλλόγους και σωματεία για το ίδιο έτος ανέρχεται στο ποσό των 477.549,88 ευρώ (461.549,88 + 25.000,00). Συνεπώς, το συνολικό ποσό των εγγεγραμμένων στον προϋπολογισμό του Δήμου έτους 2008 πιστώσεων για επιχορηγήσεις σε πολιτιστικούς και αθλητικούς συλλόγους και σωματεία υπερβαίνει το 1,5% των τακτικών εσόδων του (22.289.658,38 Χ 1,5% = 334.344,87 ευρώ), τούτο δε ανεξαρτήτως του εάν στο ανωτέρω ποσό των επιχορηγήσεων πρέπει να συνυπολογισθεί το ποσό των 620.000,00 ευρώ, για το οποίο έχει εγγραφεί σχετική πίστωση (Κ.Α.Ε. 006715-010), ως επιχορήγηση στον Αθλητικό Οργανισμό του Δήμου. Ο ισχυρισμός του Δήμου ότι στα τακτικά έσοδα αυτού περιλαμβάνονται και τα υπό κωδικούς αριθμούς (21) και (32) έσοδα Π.Ο.Ε. που βεβαιώνονται για πρώτη φορά και εισπρακτέα υπόλοιπα από βεβαιωθέντα έσοδα Π.Ο.Ε. είναι αβάσιμος, καθόσον τα εν λόγω έσοδα αποτελούν διακριτές σε σχέση με τα τακτικά έσοδα κατηγορίες εσόδων και δεν συνυπολογίζονται για την εξεύρεση του 1,5% του άρθρου 202 παρ. 1 του ν. 3463/2006. Ομοίως, ως αβάσιμος πρέπει να απορριφθεί και ο ισχυρισμός του Δήμου σύμφωνα με τον οποίο το κρινόμενο χρηματικό ένταλμα αφορά σε καταβολή μέρους της επιχορήγησης προς τον ανωτέρω σύλλογο, ύψους 50.000,00 ευρώ, η δε καταβολή του υπολοίπου αυτής, όπως και των επιχορηγήσεων προς τους λοιπούς συλλόγους και σωματεία θα γίνει ανάλογα με τις οικονομικές δυνατότητες του Δήμου, καθόσον, κατά την έννοια της προαναφερόμενης διάταξης του άρθρου 202 παρ. 1 του ν.3463/2006, για την εξεύρεση του 1,5% λαμβάνονται υπόψη οι εγγεγραμμένες στον προϋπολογισμό του Δήμου πιστώσεις για επιχορηγήσεις και όχι αυτές που τελικά καταβάλλονται. Περαιτέρω, από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει ότι είχε υποβληθεί προς το Δημοτικό Συμβούλιο, πριν από την έγκριση της επιχορήγησης από αυτό, αίτηση του Γυμναστικού Συλλόγου ..., με την οποία να προσδιορίζονται οι συγκεκριμένες εκδηλώσεις, για την πραγματοποίηση των οποίων προτίθεται να διαθέσει την αιτούμενη επιχορήγηση, καθώς και προϋπολογισμός εξόδων των εκδηλώσεων αυτών. Η υποβληθείσα από τον ανωτέρω Σύλλογο αίτηση με Α.Π.6861/22.4.2008 είναι μεταγενέστερη της 41/20.2.2008 απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου ..., το δε επισυναπτόμενο στην ανωτέρω αίτηση έγγραφο με τίτλο «Πρόγραμμα δράσης Γυμναστικού Συλλόγου ...» παραθέτει απλώς τα τμήματα (αγωνιστικά, εφηβικά, παιδικά κλπ.) που λειτουργούν στο Σύλλογο και δεν συνιστά προϋπολογισμό εξόδων των προγραμματιζόμενων για το έτος 2008 αθλητικών εκδηλώσεων, ενώ εξάλλου, το έγγραφο του συλλόγου με τίτλο «Προϋπολογισμός εξόδων από 1.1.2008 έως 31.12.2008» και ημερομηνία 18.12.2007 δεν προκύπτει ότι υποβλήθηκε και πότε στο Δημοτικό Συμβούλιο. Τέλος, δεδομένου του ύψους της επίμαχης επιχορήγησης, δεν αιτιολογείται επαρκώς από το Δήμο ο λόγος για τον οποίο αποφασίστηκε η καταβολή αυτού του ύψους της επιχορήγησης στο Γυμναστικό Σύλλογο ...Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η εντελλόμενη με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα δεν είναι νόμιμη και συνεπώς, το ένταλμα αυτό δεν πρέπει να θεωρηθεί.