Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

2/71582/Α0024/2002

Τύπος: Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 2362/1995, 2034121/3843/Α0024/1996
ΦΕΚ: 164/Β/14.02.2002

Καθορισμός, από 1.1.2002, των ανά τρίμηνο υποβαλλόμενων, από τους υπόλογους διαχειριστές ισοζύγια κίνησης των παγίων προκαταβολών στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους δ/νση 24η Λογαριασμών του Δημοσίου.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/Τμ.4(ΚΠΕ)109/2013)

Μη νομίμως εντέλλεται πληρωμένη δαπάνη προμήθειας υλικών από Υπουργείο που αφορά αποκατάσταση πάγιας προκαταβολής, από την οποία έχει εξοφληθεί η προμηθεύτρια εταιρεία, κατά καταστρατήγηση του σκοπού σύστασης των παγίων προκαταβολών, καθώς δεν προκύπτει ότι αυτή πληρώθηκε σε βάρος της πάγιας προκαταβολής, εξαιτίας άμεσων και επιτακτικών αναγκών, που λόγω της φύσης τους δεν ηδύναντο να αναβληθούν μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας δικαιολογήσεώς τους. Χρόνος αποκατάστασης πάγιας προκαταβολής (άρθ.47 παρ.2 ν.2362/1995). Μη νόμιμη  και η απευθείας ανάθεση των προμηθειών αντί της διενέργειας τακτικού διαγωνισμού, (άρθ.2 παρ.12 περ.γ’ και παρ.13 περ.1 ν.2286/1995 και Υ.Α. Π1/3305/2010). Μη απόδειξη της μοναδικότητας του προμηθευτή. 

ΣΤΕ/4108/1999

Διοικητική κανονιστική πράξη:..Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα υπ' αριθμ. 2008204/763/0022/7-2-1994 και 2025343/4017/0022/ /26-4-1996 έγγραφα του Υπουργείου Οικονομικών (Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, Δ/νση 22η), η προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση κοινοποιήθηκε μεν στο σύνολο των ενδιαφερομένων υπηρεσιών (Υπουργεία, Υπηρεσίες Ελεγκτικού Συνεδρίου κ.λπ.), δεν βεβαιώνεται όμως ότι έγινε και τοιχοκόλλησή της σε εμφανές μέρος του κεντρικού καταστήματος των υπηρεσιών αυτών. Με τα δεδομένα όμως αυτά και ενόψει της δοθείσης κατά τ' ανωτέρω λύσεως στο παραπεμφθέν ζήτημα του τρόπου κατά τον οποίο αποκτούν νόμιμη υπόσταση οι περί καθιερώσεως υπερωριακής επ' αμοιβή εργασίας διοικητικές πράξεις, η προσβαλλόμενη απόφαση δεν απέκτησε νόμιμη υπόσταση και είναι ως εκ τούτου ακυρωτέα, εφόσον, παρά το ανυπόστατο αυτής, η κοινοποίησή της στους αποδέκτες της προς συμμόρφωση των ενδιαφερομένων επέχει θέση εφαρμογής της.Επειδή, συνεπώς πρέπει, διακρατουμένης της υποθέσεως, να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση για τον πιο πάνω λόγο, αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο, παρελκούσης της έρευνας των προβαλλομένων λόγων ακυρώσεως.


ΕλΣυν.Ελασσ.Ολομ/6470/2015

Μη καταβληθείσες διαφορές συντάξεων-Παραγραφή:Αυτά δεχθέν το Τμήμα με την προσβαλλόμενη απόφασή του εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τις περί παραγραφής διατάξεις του άρθρου 90 του ν. 2362/1995, καθόσον έπρεπε να κάνει δεκτό ότι η διάταξη του άρθρου 90 παρ. 5 του ως άνω νόμου, που έχει κωδικοποιηθεί στο άρθρο 61 παρ. 1 του συνταξιοδοτικού κώδικα (π.δ. 169/2007), με την οποία θεσπίζεται διετής παραγραφή για τις κατά του Δημοσίου αξιώσεις των συνταξιούχων αυτού, δεν αντίκειται, κατά τα δεκτά γενόμενα στις σκέψεις ΙΙ και IΙΙ της παρούσας, στις προαναφερθείσες συνταγματικές και υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις, κατά το βάσιμο σχετικό λόγο αναιρέσεως.Κατ’ ακολουθίαν αυτών, που προηγουμένως κρίθηκαν, πρέπει να γίνει δεκτή η ένδικη αίτηση και να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση. Περαιτέρω, εν όψει του γεγονότος ότι η υπόθεση δεν χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό, πρέπει να διακρατηθεί και να δικασθεί η αγωγή της ήδη αναιρεσίβλητης. Δεδομένου ότι η ίδια υπέβαλε στις 10.2.2006 την αίτησή της με την οποία ζητούσε από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους να της καταβάλει τις διαφορές συντάξεώς της, η αξίωσή της για το πριν της 1.1.2004 χρονικό διάστημα έχει υποπέσει στη διετή παραγραφή της διατάξεως της παραγράφου 5 του άρθρου 90 του ν. 2362/1995 (61 παρ. 1 του Συνταξιοδοτικού Κώδικα) και ως εκ τούτου η υπό κρίση αγωγή της για την καταβολή διαφοράς συντάξεώς της από 1.1.2001 έως 31.12.2003 είναι αβάσιμη και πρέπει να απορριφθεί.


ΕΣ/Ολομ/15/2013

Με τις διατάξεις του άρθρου 82 του ν.4055/2012 φορείς (νπδδ ή νπιδ) που επιχορηγούνται ή χρηματοδοτούνται από τους Φορείς της Γενικής Κυβέρνησης (άρθρο 1Β παρ.2 του ν.3871/2010) υποχρεούνται να υποβάλουν τόσο στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, όσο και στο Ελεγκτικό Συνέδριο, μετά από δίμηνο από τη λήξη του οικονομικού έτους, απολογισμό της συνολικής οικονομικής τους δραστηριότητας (της χρηματικής διαχείρισης του έτους που έληξε), καθώς και ξεχωριστό απολογισμό της επιχορήγησης ή της χρηματοδότησης που έλαβαν, με την προϋπόθεση ότι αυτή ήταν μικρότερη του 100% του συνολικού ποσού που διαχειρίστηκαν για την λειτουργία τους, τους απολογισμούς δε αυτούς θα πρέπει να συνοδεύει και προϋπολογισμός του επόμενου οικονομικού έτους. Η διττή αυτή υποχρέωση των νομικών προσώπων που επιχορηγούνται απευθύνεται στην αρμόδια Διεύθυνση του ΓΛΚ στην οποία θα υποβληθούν, μέσω των εποπτευόντων Υπουργείων, όλα τα οικονομικά στοιχεία που κρίνονται απαραίτητα σύμφωνα με το ν.2166/1993 και την κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθείσα απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (ΥΑ 2014380/377/0026/27-2-1988, ΦΕΚ Β΄ 284 και ήδη ΥΑ 2/22717/0094/9-3-2011, ΦΕΚ Β΄ 474), ώστε τα επιχορηγούμενα νομικά πρόσωπα να συμπεριληφθούν σε αναρτώμενη στο διαδίκτυο κατάσταση ότι είναι ενήμεροι της υποχρέωσης τους αυτής, η οποία επέχει θέση «βεβαίωσης» για την καταβολή της επιχορήγησή τους. Περαιτέρω, όσον αφορά το Ελεγκτικό Συνέδριο, η υποβολή των απολογισμών τόσο του συνόλου της χρηματικής διαχείρισης του απερχόμενου οικονομικού έτους, όσο και της επιχορήγησης που έλαβαν κατά το έτος αυτό, αφορά στον διενεργούμενο από αυτό κατασταλτικό έλεγχο των λογαριασμών των φορέων που δέχονται επιχορήγηση ή χρηματοδότηση από τους Φορείς Γενικής Κυβέρνησης και διαχειρίστηκαν εκ του λόγου τούτου «δημόσιο χρήμα». Για τον έλεγχο αυτό του μέρους της διαχείρισης των ως άνω φορέων (ήτοι της επιχορήγησης ή της χρηματοδότησης που έλαβαν) τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα θα εφαρμόσουν ενιαία, σε όλα τα νομικά πρόσωπα, την αριθμ. 8506/1976 κανονιστική απόφαση της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου (Β΄ 687/24-5-1976) «Περί του τύπου των λογαριασμών και των επισυναπτέων σ’ αυτούς δικαιολογητικών των ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου λογοδοτούντων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου» την οποία θα προσαρμόσουν στην φύση της ελεγχόμενης χρηματικής απεικόνισης. Η σχετική έκθεση ελέγχου, που θα συνταχθεί μετά την υποβολή και τον έλεγχο των απαιτούμενων δικαιολογητικών και παραστατικών, θα αφορά στην νομιμότητα και κανονικότητα των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν σε εκτέλεση της επιχορήγησης αυτής, συνεπώς εφόσον αυτές (οι δαπάνες) δεν συνοδεύονται από τα απαιτούμενα δικαιολογητικά και κρίνονται ως μη νομίμως καταβληθείσες, τότε το αρμόδιο ελεγκτικό όργανο θα καταλογίζει σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν την αρμοδιότητα του αυτή, που είναι σε κάθε περίπτωση αυτοτελής σε σχέση με την τυχόν κρίση του εποπτεύοντος φορέα για το μη επιλέξιμο των δαπανών αυτών για επιχορήγησή το επόμενο οικονομικό έτος. Εξάλλου, ο έλεγχος της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης που στοχεύει στη διασφάλιση ότι οι ελεγχόμενες επιχορηγήσεις διατέθηκαν σύμφωνα με τις αρχές της οικονομικότητας, αποδοτικότητας και αποτελεσματικότητας, απαιτεί σημαντικές αλλαγές στο δημοσιονομικό περιβάλλον με κατεύθυνση την μέτρηση της οικονομικότητας και της αποδοτικότητας των επιλογών του ελεγχόμενου φορέα, ήτοι, από απόψεως ορθής διαχειρίσεως, αν επελέγη πράγματι το οικονομικότερο μέσο και αν μετρήθηκε επαρκώς η σχέση κόστους – οφέλους και προϋποθέτει τη στοχοθεσία του ελεγχόμενου φορέα καθώς και την ανάλογη εκπαίδευση του ελεγκτικού προσωπικού.