2/71582/Α0024/2002
Τύπος: Αποφάσεις
Καθορισμός, από 1.1.2002, των ανά τρίμηνο υποβαλλόμενων, από τους υπόλογους διαχειριστές ισοζύγια κίνησης των παγίων προκαταβολών στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους δ/νση 24η Λογαριασμών του Δημοσίου.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/Τμ.4(ΚΠΕ)109/2013)
Μη νομίμως εντέλλεται πληρωμένη δαπάνη προμήθειας υλικών από Υπουργείο που αφορά αποκατάσταση πάγιας προκαταβολής, από την οποία έχει εξοφληθεί η προμηθεύτρια εταιρεία, κατά καταστρατήγηση του σκοπού σύστασης των παγίων προκαταβολών, καθώς δεν προκύπτει ότι αυτή πληρώθηκε σε βάρος της πάγιας προκαταβολής, εξαιτίας άμεσων και επιτακτικών αναγκών, που λόγω της φύσης τους δεν ηδύναντο να αναβληθούν μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας δικαιολογήσεώς τους. Χρόνος αποκατάστασης πάγιας προκαταβολής (άρθ.47 παρ.2 ν.2362/1995). Μη νόμιμη και η απευθείας ανάθεση των προμηθειών αντί της διενέργειας τακτικού διαγωνισμού, (άρθ.2 παρ.12 περ.γ’ και παρ.13 περ.1 ν.2286/1995 και Υ.Α. Π1/3305/2010). Μη απόδειξη της μοναδικότητας του προμηθευτή.
ΝΣΚ/159/2009
Συμβάσεις μισθώσεως έργου. Χορήγηση της κατά την παρ.2 του άρθρου 6 του Ν 2527/1997 βεβαιώσεως, υπό μορφή Γνωμοδοτήσεως του Ν.Σ.Κ.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Χορήγηση της κατ άρθρο 6 παρ.2 του Ν 2527/1997 βεβαιώσεως, υπό μορφή Γνωμοδοτήσεως του Ν.Σ.Κ., εφόσον, σύμφωνα με το αντικείμενο του έργου και τα στοιχεία ανάθεσής του, όπως αυτά δίνονται από την ερωτώσα υπηρεσία, η πλήρης καταγραφή όλων των καταργηθέντων με το άρθρο 2 του Ν 3697/2008 ειδικών λογαριασμών, η συλλογή των στοιχείων των λογαριασμών αυτών, η συστηματική παρακολούθηση των εσόδων τους και των υποχρεώσεών τους που ανέλαβε ο Κρατικός Προϋπολογισμός και των διαδικασιών πληρωμής των δαπανών της εν λόγω κατηγορίας δύναται να αποτελέσει αντικείμενο συμβάσεων μισθώσεως έργου με 100 φυσικά πρόσωπα, Πανεπιστημιακής (ΠΕ), Τεχνολογικής (ΤΕ) και Δευτεροβάθμιας (ΔΕ) Εκπαίδευσης, χωρίς να υποκρύπτεται σ αυτές σύμβαση εξαρτημένης εργασίας. (πλειοψ.) Μη συνδρομή των προϋποθέσεων του άρθρου 6 του Ν 2527/1997 ως το έργο της υποστήριξης από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους των φάσεων Γ΄-Υλοποίηση Συστήματος και Δ΄- Πιλοτική Λειτουργία του ανατεθέντος από την Κοινωνία της Πληροφορίας Α.Ε. έργου, με τον τίτλο «Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα Δημοσιονομικής Πολιτικής για το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους και μη χορήγηση της, υπό μορφή Γνωμοδοτήσεως του Ν.Σ.Κ., βεβαίωσης της παρ.2 του άρθρου αυτού. (πλειοψ.)
ΣΤΕ/4108/1999
Διοικητική κανονιστική πράξη:..Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα υπ' αριθμ. 2008204/763/0022/7-2-1994 και 2025343/4017/0022/ /26-4-1996 έγγραφα του Υπουργείου Οικονομικών (Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, Δ/νση 22η), η προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση κοινοποιήθηκε μεν στο σύνολο των ενδιαφερομένων υπηρεσιών (Υπουργεία, Υπηρεσίες Ελεγκτικού Συνεδρίου κ.λπ.), δεν βεβαιώνεται όμως ότι έγινε και τοιχοκόλλησή της σε εμφανές μέρος του κεντρικού καταστήματος των υπηρεσιών αυτών. Με τα δεδομένα όμως αυτά και ενόψει της δοθείσης κατά τ' ανωτέρω λύσεως στο παραπεμφθέν ζήτημα του τρόπου κατά τον οποίο αποκτούν νόμιμη υπόσταση οι περί καθιερώσεως υπερωριακής επ' αμοιβή εργασίας διοικητικές πράξεις, η προσβαλλόμενη απόφαση δεν απέκτησε νόμιμη υπόσταση και είναι ως εκ τούτου ακυρωτέα, εφόσον, παρά το ανυπόστατο αυτής, η κοινοποίησή της στους αποδέκτες της προς συμμόρφωση των ενδιαφερομένων επέχει θέση εφαρμογής της.Επειδή, συνεπώς πρέπει, διακρατουμένης της υποθέσεως, να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση για τον πιο πάνω λόγο, αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο, παρελκούσης της έρευνας των προβαλλομένων λόγων ακυρώσεως.
ΕλΣυν.Ελασσ.Ολομ/6470/2015
Μη καταβληθείσες διαφορές συντάξεων-Παραγραφή:Αυτά δεχθέν το Τμήμα με την προσβαλλόμενη απόφασή του εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τις περί παραγραφής διατάξεις του άρθρου 90 του ν. 2362/1995, καθόσον έπρεπε να κάνει δεκτό ότι η διάταξη του άρθρου 90 παρ. 5 του ως άνω νόμου, που έχει κωδικοποιηθεί στο άρθρο 61 παρ. 1 του συνταξιοδοτικού κώδικα (π.δ. 169/2007), με την οποία θεσπίζεται διετής παραγραφή για τις κατά του Δημοσίου αξιώσεις των συνταξιούχων αυτού, δεν αντίκειται, κατά τα δεκτά γενόμενα στις σκέψεις ΙΙ και IΙΙ της παρούσας, στις προαναφερθείσες συνταγματικές και υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις, κατά το βάσιμο σχετικό λόγο αναιρέσεως.Κατ’ ακολουθίαν αυτών, που προηγουμένως κρίθηκαν, πρέπει να γίνει δεκτή η ένδικη αίτηση και να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση. Περαιτέρω, εν όψει του γεγονότος ότι η υπόθεση δεν χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό, πρέπει να διακρατηθεί και να δικασθεί η αγωγή της ήδη αναιρεσίβλητης. Δεδομένου ότι η ίδια υπέβαλε στις 10.2.2006 την αίτησή της με την οποία ζητούσε από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους να της καταβάλει τις διαφορές συντάξεώς της, η αξίωσή της για το πριν της 1.1.2004 χρονικό διάστημα έχει υποπέσει στη διετή παραγραφή της διατάξεως της παραγράφου 5 του άρθρου 90 του ν. 2362/1995 (61 παρ. 1 του Συνταξιοδοτικού Κώδικα) και ως εκ τούτου η υπό κρίση αγωγή της για την καταβολή διαφοράς συντάξεώς της από 1.1.2001 έως 31.12.2003 είναι αβάσιμη και πρέπει να απορριφθεί.
ΕΣ/Ολομ/15/2013
Με τις διατάξεις του άρθρου 82 του ν.4055/2012 φορείς (νπδδ ή νπιδ) που επιχορηγούνται ή χρηματοδοτούνται από τους Φορείς της Γενικής Κυβέρνησης (άρθρο 1Β παρ.2 του ν.3871/2010) υποχρεούνται να υποβάλουν τόσο στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, όσο και στο Ελεγκτικό Συνέδριο, μετά από δίμηνο από τη λήξη του οικονομικού έτους, απολογισμό της συνολικής οικονομικής τους δραστηριότητας (της χρηματικής διαχείρισης του έτους που έληξε), καθώς και ξεχωριστό απολογισμό της επιχορήγησης ή της χρηματοδότησης που έλαβαν, με την προϋπόθεση ότι αυτή ήταν μικρότερη του 100% του συνολικού ποσού που διαχειρίστηκαν για την λειτουργία τους, τους απολογισμούς δε αυτούς θα πρέπει να συνοδεύει και προϋπολογισμός του επόμενου οικονομικού έτους. Η διττή αυτή υποχρέωση των νομικών προσώπων που επιχορηγούνται απευθύνεται στην αρμόδια Διεύθυνση του ΓΛΚ στην οποία θα υποβληθούν, μέσω των εποπτευόντων Υπουργείων, όλα τα οικονομικά στοιχεία που κρίνονται απαραίτητα σύμφωνα με το ν.2166/1993 και την κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθείσα απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (ΥΑ 2014380/377/0026/27-2-1988, ΦΕΚ Β΄ 284 και ήδη ΥΑ 2/22717/0094/9-3-2011, ΦΕΚ Β΄ 474), ώστε τα επιχορηγούμενα νομικά πρόσωπα να συμπεριληφθούν σε αναρτώμενη στο διαδίκτυο κατάσταση ότι είναι ενήμεροι της υποχρέωσης τους αυτής, η οποία επέχει θέση «βεβαίωσης» για την καταβολή της επιχορήγησή τους. Περαιτέρω, όσον αφορά το Ελεγκτικό Συνέδριο, η υποβολή των απολογισμών τόσο του συνόλου της χρηματικής διαχείρισης του απερχόμενου οικονομικού έτους, όσο και της επιχορήγησης που έλαβαν κατά το έτος αυτό, αφορά στον διενεργούμενο από αυτό κατασταλτικό έλεγχο των λογαριασμών των φορέων που δέχονται επιχορήγηση ή χρηματοδότηση από τους Φορείς Γενικής Κυβέρνησης και διαχειρίστηκαν εκ του λόγου τούτου «δημόσιο χρήμα». Για τον έλεγχο αυτό του μέρους της διαχείρισης των ως άνω φορέων (ήτοι της επιχορήγησης ή της χρηματοδότησης που έλαβαν) τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα θα εφαρμόσουν ενιαία, σε όλα τα νομικά πρόσωπα, την αριθμ. 8506/1976 κανονιστική απόφαση της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου (Β΄ 687/24-5-1976) «Περί του τύπου των λογαριασμών και των επισυναπτέων σ’ αυτούς δικαιολογητικών των ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου λογοδοτούντων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου» την οποία θα προσαρμόσουν στην φύση της ελεγχόμενης χρηματικής απεικόνισης. Η σχετική έκθεση ελέγχου, που θα συνταχθεί μετά την υποβολή και τον έλεγχο των απαιτούμενων δικαιολογητικών και παραστατικών, θα αφορά στην νομιμότητα και κανονικότητα των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν σε εκτέλεση της επιχορήγησης αυτής, συνεπώς εφόσον αυτές (οι δαπάνες) δεν συνοδεύονται από τα απαιτούμενα δικαιολογητικά και κρίνονται ως μη νομίμως καταβληθείσες, τότε το αρμόδιο ελεγκτικό όργανο θα καταλογίζει σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν την αρμοδιότητα του αυτή, που είναι σε κάθε περίπτωση αυτοτελής σε σχέση με την τυχόν κρίση του εποπτεύοντος φορέα για το μη επιλέξιμο των δαπανών αυτών για επιχορήγησή το επόμενο οικονομικό έτος. Εξάλλου, ο έλεγχος της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης που στοχεύει στη διασφάλιση ότι οι ελεγχόμενες επιχορηγήσεις διατέθηκαν σύμφωνα με τις αρχές της οικονομικότητας, αποδοτικότητας και αποτελεσματικότητας, απαιτεί σημαντικές αλλαγές στο δημοσιονομικό περιβάλλον με κατεύθυνση την μέτρηση της οικονομικότητας και της αποδοτικότητας των επιλογών του ελεγχόμενου φορέα, ήτοι, από απόψεως ορθής διαχειρίσεως, αν επελέγη πράγματι το οικονομικότερο μέσο και αν μετρήθηκε επαρκώς η σχέση κόστους – οφέλους και προϋποθέτει τη στοχοθεσία του ελεγχόμενου φορέα καθώς και την ανάλογη εκπαίδευση του ελεγκτικού προσωπικού.
ΝΣΚ/155/2021
1) Διαδικαστικά - προκριματικά ζητήματα για την αρμοδιότητα του ΝΣΚ για έκδοση Γνωμοδότησης. 2) Συνδρομή -ή μη- ανωτέρας βίας (περιπτωσιολογία γεγονότων) και δυνατότητα -ή μη- απαλλαγής ληξιπρόθεσμης οφειλής από τόκους και προσαυξήσεις κατά τις διατάξεις των άρθρων 6 του ΚΕΔΕ, και από τους τόκους και πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής κατά τις διατάξεις άρθρου 61 του ν.4174/2013 (ΚΦΔ). 3) Απόδοση στο Δημόσιο απαιτήσεών του από το Ταμείο Παρακαταθηκών & Δανείων μετά την έκδοση απόφασης ποινικού δικαστηρίου κατ’ εφαρμογή διατάξεων του ν. 4174/2013, σε ποινική δίκη κατηγορουμένων-οφειλετών (ν. 3691/2008). Περιπτώσεις εξόφλησης -ή μη- ...(..)
1) Εφόσον δεν υφίσταται ειδική διάταξη που αποκλείει την ανάκληση διοικητικών πράξεων καταλογισμού τόκων υπερημερίας και προστίμων εκπρόθεσμης καταβολής ληξιπρόθεσμων χρεών ή προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, ώστε να καμφθούν οι γενικές αρχές για την ανάκληση διοικητικών πράξεων για τις οποίες έχει παρέλθει η κατά νόμο προθεσμία προσβολής ή που έχουν προσβληθεί ανεπιτυχώς, ακόμη και όταν αυτές είναι παράνομες, και η Διοίκηση έχει a fortiori τη δυνατότητα επανόδου, εφόσον το επιθυμεί, να επανακρίνει τα επίμαχα ζητήματα, το ΝΣΚ, στο θεσμικό πλαίσιο συνδρομής του, έχει αρμοδιότητα να εξετάσει τα σχετιζόμενα με τη νομιμότητα των πράξεων αυτών ερωτήματα. Ανεξαρτήτως της άνω διαδικαστικής εξέλιξης, που αφορά αποκλειστικά και μόνο τις εκδοθείσες ατομικές πράξεις των Προϊσταμένων του Δ΄ Τελωνείου Επίβλεψης Συγκροτημάτων Πειραιά και του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΦΑΕ Αθηνών, το ερώτημα προς το ΝΣΚ υποβάλλεται, παραδεκτώς, κατ’ άρθρο 6 παρ.6 του ν.3086/2002, από την υπερκείμενη αρχή στην οποία υπάγονται οι άνω Υπηρεσίες οι οποίες επειδή ασκούν αποκλειστική αρμοδιότητα (ΣτΕ837/16) και, ως εκ τούτου, η κρίση τους δεν υπόκειται σε ιεραρχικό έλεγχο, δεν δεσμεύονται, στην περίπτωση που επιληφθούν εκ νέου των υποθέσεων αυτών από τη διατύπωση ερμηνευτικής γνώμης από το ΝΣΚ περί της συνδρομής ή μη ανωτέρας βίας (κατά πλειοψηφία). -Δεν συντρέχει περίπτωση απαραδέκτου των αιτημάτων απαλλαγής από τόκους και πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής ή από προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής. κατά το άρθρο 61 παρ. 1 εδ. 2 Κ.Φ.Δ., λόγω της μη προηγούμενης εξόφλησης της βασικής οφειλής (πριν από την υποβολή της αίτησης). Αίτηση υποβληθείσα πριν την, κατά τα ανωτέρω, εξόφληση μπορεί να εξεταστεί, αλλά η απαλλαγή θα χορηγηθεί, όταν και εφόσον εξοφληθεί η βασική οφειλή. Η μη καταβολή των φόρων δεν θεσπίζει μεν απαράδεκτο της αίτησης και ως εκ τούτου αδυναμίας εξέτασής της, όμως αίτηση υποβληθείσα πριν από την, κατά τα ανωτέρω, εξόφληση θα εξεταστεί και θα απορριφθεί μόνον εκ του λόγου ότι δεν προηγήθηκε η εξόφληση των φόρων, όπως σαφέστατα αξιώνει το άρθρο 61 του ΚΦΔ (κατά πλειοψηφία). 2) Για τους σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων αφενός μεν του άρθρου 61 ΚΦΔ αφετέρου δε του άρθρου 6 ΚΕΔΕ περί δυνατότητας απαλλαγής του οφειλέτη από τόκους και πρόστιμα σε περίπτωση που συντρέχει στο πρόσωπό του λόγος ανωτέρας βίας: -Δεν δύναται να θεωρηθεί ότι στοιχειοθετεί ανωτέρα βία η καθυστέρηση δημοσίευσης Απόφασης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών για τον καθορισμό διαδικασίας είσπραξης και απόδοσης του Έκτακτου Ειδικού Τέλους Ηλεκτροδοτούμενων Δομημένων Επιφανειών (ΕΕΤΗΔΕ) το πρώτον στις 6 Φεβρουαρίου 2012, ημερομηνία κατά την οποία είχε παρέλθει η προθεσμία για την απόδοση ΕΕΤΗΔΕ των μηνών Νοεμβρίου 2011 και Δεκεμβρίου 2011 η οποία ασκεί επιρροή μόνο στην επιβολή του οφειλόμενου τόκου υπερημερίας και δεν απαλλάσσει την ΔΕΗ ή τους εναλλακτικούς παρόχους από την υποχρέωσή τους να αποδώσουν στο Δημόσιο τα χρηματικά ποσά του ΕΕΤΗΔΕ που έχουν εισπράξει. Σε κάθε περίπτωση, το γεγονός της καθυστέρησης της έκδοσης της ως άνω απόφασης δεν στοιχειοθετεί κατ’ αντικειμενική κρίση, αιτιωδώς και βασίμως, τον δικαιολογητικό λόγο της μη εμπρόθεσμης καταβολής του επίμαχου τέλους, αφού αυτή δεν αποστέρησε τις οφειλέτριες της δυνατότητας να καταβάλουν το επίμαχο τέλος αμέσως μετά τη δημοσίευσή της, όπως όφειλαν (ομόφωνα). Η καθυστέρηση της έκδοσης της παραπάνω απόφασης και η συνεπεία αυτής καθυστέρηση του Ταμείου Παρακαταθηκών & Δανείων να προβεί στις δικές του ενέργειες, δεν δύναται να θεωρηθεί ότι συνιστά ανωτέρα βία, υπό την προεκτεθείσα έννοια, στα πλαίσια εφαρμογής των άρθρων 61 του ΚΦΔ και 6 ΚΕΔΕ, ικανή να οδηγήσει στην πλήρη απαλλαγή των οφειλετριών από τις σχετικές νόμιμες προσαυξήσεις, αφού, κυρίως, από μόνη της, δεν στοιχειοθετεί κατ' αντικειμενική κρίση, αιτιωδώς και βασίμως, τον δικαιολογητικό λόγο της μη εμπρόθεσμης καταβολής των χρεών (κατά πλειοψηφία). -Δεν δύναται να θεωρηθεί ότι συνιστά ανωτέρα βία η δέσμευση / απαγόρευση κίνησης λογαριασμών που επιβλήθηκε κατ’ άρθρο 48 ν. 3691/2008 με Διατάξεις του Προέδρου της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης η οποία επιβλήθηκε ακριβώς λόγω της ενδεχόμενης παράνομης συμπεριφοράς των οφειλέτιδων εταιρειών, διότι αποτελεί εξωγενή και αντικειμενικό παράγοντα, ο οποίος θα μπορούσε να προβλεφθεί ή να αποτραπεί (ΝΣΚ 89/2015). Ο Υπουργός και ο Υφυπουργός Οικονομικών καθώς και ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου στερούνται αρμοδιότητας να αποφανθούν επί επιστολών – αναφορών - αιτήσεων φορολογουμένων με τις οποίες δηλώνεται ότι εκχωρούνται- παραχωρούνται προσφέρονται πραγματικά και άμεσα τα οφειλόμενα ποσά για πλήρη και ολοσχερή κάλυψη των απαιτήσεων του Δημοσίου για απόδοση του εισπραχθέντος ΕΕΤΗΔΕ και του καταλογισθέντος Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (ομόφωνα). -Δεν υφίσταται έδαφος περαιτέρω κρίσης, εάν αποτελούν γεγονότα υπαγόμενα στην έννοια της ανωτέρας βίας, η υποβολή της Ανέκκλητης Έγγραφης Δήλωσης Τρίτου που προβλέπεται στη παράγραφο 2 του άρθρου 2 του ν. 4312/2014 προς το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών περί συναίνεσης σε οριστική και ολοσχερή απόδοση στο Δημόσιο και προς πλήρη ικανοποίηση αυτού για τις απαιτήσεις του Δημοσίου από τη συγκεκριμένη αιτία, όσο και η κατάθεση της ίδιας Δήλωσης ενώπιον του Α΄ Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, διότι έγιναν στα πλαίσια διαδικασίας προβλεπόμενης στις διατάξεις του ν. 4312/2014 και για τους σκοπούς του νόμου, μόνη δε η υποβολή τους είναι άνευ σημασίας δεδομένου ότι δεν επήλθαν οι επιδιωκόμενες έννομες συνέπειες για τις σχετικές οφειλές. Η επίδοση της παραπάνω Ανέκκλητης Έγγραφης Δήλωσης Τρίτου μεταξύ άλλων στην Αναπληρώτρια Υπουργό Οικονομικών, στη Γενική Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, στον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ Φ.Α.Ε. Αθηνών και στον Προϊστάμενο του Δ’ Τ.Ε.Σ. Πειραιά δεν προβλέπεται στις οικείες διατάξεις του ν. 4312/2014, ούτε άλλου νόμου, η όποια δε σχετική απόφαση αυτών θα συνιστούσε παρέμβαση της εκτελεστικής εξουσίας στην δικαστική εξουσία (ομόφωνα). -Ο χρόνος της διάρκειας της ποινικής διαδικασίας δεν εντάσσεται στα γεγονότα εκείνα τα οποία κατά τη νομολογία και θεωρία συνιστούν λόγο ανωτέρας βίας, το ζήτημα δε αυτό αφορά τη δικαστική λειτουργία και εκφεύγει της αρμοδιότητας της Διοίκησης και του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (ομόφωνα). 3) Η εκ του νόμου επερχόμενη, κατ’ άρθρο 30 παρ.3 ΚΕΔΕ, αναγκαστική εκχώρηση της κατασχεθείσας απαίτησης στο Δημόσιο δεν επάγεται τα αποτελέσματα της καταβολής, δηλαδή απόσβεση της ενοχής, δεδομένου ότι η δια της ως άνω εκχώρησης μεταβίβαση της απαίτησης δεν επιφέρει και απόσβεση της απαίτησης έναντι του καθ’ ού η κατάσχεση, αφού η εν λόγω εκχώρηση δεν γίνεται «αντί καταβολής» αλλά «χάριν» (επί σκοπώ) καταβολής», και συνεπώς δεν απαλλάσσει τον καθ’ ου η κατάσχεση οφειλέτη του Δημοσίου από την υποχρέωση να καταβάλει προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής (ομόφωνα). -Η κατ’ άρθρο 48 του ν. 3691/2008 απαγόρευση της κίνησης λογαριασμών, «επέχει θέση κατάσχεσης», με την έννοια, ότι ακριβώς όπως και η κατάσχεση, στοχεύει στην απαγόρευση οποιασδήποτε διάθεσης του εκάστοτε περιουσιακού στοιχείου, ισχύει δε μέχρι το πέρας της ποινικής δίκης, αποσκοπούσα στην μέχρι τότε διατήρηση των περιουσιακών στοιχείων του κατηγορουμένου (ομόφωνα). 4) Επί του ζητήματος ποιό είναι το χρονικό σημείο μέχρι το οποίο θα πρέπει να υπολογισθούν οι προσαυξήσεις εκπροθέσμου καταβολής ή άλλως ποιά είναι η ημερομηνία παύσεως των προσαυξήσεων διαμορφώθηκαν οι ακόλουθες 4 γνώμες: Η είσπραξη – απόδοση των χρημάτων που κατατέθηκαν στους λογαριασμούς του Δημοσίου ανατρέχει σύμφωνα με τις με τις ειδικές διατάξεις του ν.4312/2014, σε συνδυασμό με όσα διέταξε και η υπ.αριθμ.1115/2017 αμετάκλητη απόφαση του Α΄ Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών στον χρόνο που οι απαιτήσεις του έγιναν εισπρακτέες, από τον χρόνο δε αυτό δεν οφείλονται τόκοι ή προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής (ψήφοι 4). Δεν δύναται να υποστηριχθεί βασίμως ότι η παύση των προσαυξήσεων ανατρέχει στο χρόνο κατά τον οποίο οι απαιτήσεις του Ελληνικού Δημοσίου έγιναν εισπρακτέες, σύμφωνα με τις ειδικές διατάξεις του ν. 4312/2014, καθόσον είναι προφανές πως το γεγονός ότι οι απαιτήσεις του Δημοσίου γίνονται εισπρακτέες (εισπράξιμες), κατά την έννοια του ν. 4312/2014, δεν μπορεί να σημάνει και παύση αυτών, αλλά, απεναντίας την περαιτέρω παραγωγή προσαυξήσεων και τόκων, η οποία παύει μόνο με την εξόφληση των χρεών (ή με τη συνδρομή ανωτέρας βίας) (ψήφοι 4). Η κατάθεση στο λογαριασμό εκάστης αρμόδιας υπηρεσίας επέχει θέση «καταβολής», συνιστά δηλαδή οιονεί εξόφληση και άρα αποτελεί τον κρίσιμο χρόνο είσπραξης των επίμαχων χρεών από το Δημόσιο, ώστε μέχρι την ημερομηνία αυτή λειτουργούν οι προσαυξήσεις/τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής και εφαρμόζονται οι πάσης φύσεως διατάξεις που αφορούν σε ενεργό απαίτηση του Δημοσίου (πρβλ. ΝΣΚ 671/1993), καθόσον η εφαρμογή αυτών δεν δύναται να παρακαμφθεί, ελλείψει, σχετικής διάταξης νόμου (ψήφοι 2). Κατά το χρονικό διάστημα από την ημερομηνία δημοσίευσης της υπ’ αριθμόν 1115/2017 απόφασης του Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, έως την ημερομηνία που αποδόθηκαν στο Δημόσιο τα ποσά που ορίζονται στην απόφαση αυτή, δεν οφείλονται τόκοι (1 ψήφος). Παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του ΝΣΚ, κατόπιν της υπ’ αριθ. 94/2021 Γνωμοδότησης του Β΄ Τμήματος ΝΣΚ.