Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

80705/Z1/2020

Τύπος: Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 4653/2020, 4753/2020
ΦΕΚ: 466/ΥΟΔΔ/26.06.2020

Καθορισμός ύψους πρόσθετης μηνιαίας αποζημίωσης της παρ. 2 του άρθρου 57 του ν. 4653/2020, όροι και προϋποθέσεις καταβολής της για τον Πρόεδρο της ΕΘ.Α.Α.Ε. και τον Πρόεδρο και τους Αντιπροέδρους του Δ.Ο.Α.Τ.Α.Π. (Α΄ 12).


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΝΣΚ/114/2021

Εάν οι καθηγητές του Τμήματος Πολιτικών Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής (ΠΑΔΑ), του οποίου η εκπαιδευτική λειτουργία, δυνάμει της διάταξης του άρθρου 33 παρ.1στ΄ και 2 του ν. 4653/2020, όπως ισχύει, έχει ανασταλεί ως προς τον προπτυχιακό κύκλο σπουδών και συνεχίζεται μόνο για την οργάνωση και προσφορά προγραμμάτων σπουδών δεύτερου και τρίτου κύκλου, δικαιούνται, ενόψει της διάταξης του άρθρου 2 παρ.2β΄ και γ΄ του ν. 2530/1997, να αμείβονται επιπλέον του μισθού τους για τη συμμετοχή τους σε προγράμματα μεταπτυχιακών σπουδών και με ποιες προϋποθέσεις.(...)Τα μέλη ΔΕΠ του Τμήματος Πολιτικών Δημόσιας Υγείας δικαιούνται, επιπλέον του μισθού τους, αμοιβή για διδασκαλία σε Προγράμματα Μεταπτυχιακών Σπουδών (ΠΜΣ) για πέραν των υποχρεωτικών ωρών εβδομαδιαίας διδακτικής απασχόλησης, όπως αυτές καθορίζονται στο άρθρο 2 παρ.2β΄και γ΄ του ν. 2530/1997 (έξι έως οχτώ ώρες αναλόγως με τις αποφάσεις του αρμοδίου οργάνου), ανεξαρτήτως εάν αυτή παρέχεται μόνο με διδασκαλία σε ΠΜΣ ή τόσο με διδασκαλία σε ΠΜΣ όσο και με διδασκαλία σε προπτυχιακά μαθήματα άλλων Τμημάτων του ΠΑΔΑ, γεγονός το οποίο θα βεβαιώνεται από τον Πρόεδρο του Τμήματος Πολιτικών Δημόσιας Υγείας κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2 παρ.2 του ν. 2530/1997, σε συνδυασμό με τα οριζόμενα στο άρθρο 37 παρ.4 περ.α΄ του ν. 4485/2017. Για όσα από τα μέλη ΔΕΠ του Τμήματος ασκούν διδακτικό έργο σε προπτυχιακά μαθήματα άλλων Τμημάτων του ΠΑΔΑ οι ώρες διδασκαλίας των θα συνυπολογιστούν στον ελάχιστο αριθμό των ωρών υποχρεωτικής εβδομαδιαίας διδακτικής απασχόλησης (ομόφωνα).


ΝΣΚ/209/2018

Αυτεπάγγελτη ή κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου αναγνώριση προϋπηρεσίας στρατιωτικών προέλευσης Εθελοντών Πενταετούς Υπηρεσίας - Εθελοντών Μακράς Θητείας (ΕΠΥ - ΕΜΘ), ως χρόνου μετοχικής σχέσης με τους Ειδικούς Λογαριασμούς Αλληλοβοήθειας (Ε.ΛΟ.Α.).(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Η Διοικούσα Επιτροπή των Ειδικών Λογαριασμών Αλληλοβοήθειας (Ε.ΛΟ.Α.) οφείλει να προβαίνει αυτεπάγγελτα σε αναγνώριση της προϋπηρεσίας των στρατιωτικών προέλευσης Εθελοντών Πενταετούς Υπηρεσίας - Εθελοντών Μακράς Θητείας (ΕΠΥ - ΕΜΘ), ήτοι από την κατάταξή τους έως την ημερομηνία δημοσίευσης του ν. 2936/2001 (25-7-2001), ως μετοχικής σχέσης με τους Ε.ΛΟ.Α., όσο αυτοί βρίσκονται στην ενέργεια και έχουν τη μετοχική ιδιότητα και με καταβολή πρόσθετης μηνιαίας κράτησης, που υπολογίζεται επί των, κατά τον χρόνο καταβολής της πρόσθετης κράτησης, λαμβανομένων αποδοχών επί τόσο χρονικό διάστημα όσο ο αναγνωριζόμενος χρόνος υπηρεσίας. (πλειοψ.)


ΝΣΚ/20/2011

Μ.Τ.Π.Υ. – Δικηγόροι με έμμισθη εντολή – Καταβολή ή μη της ειδικής αποζημίωσης ΔΙΒΕΕΤ.Η κατ’ εξουσιοδότηση των διατάξεων περί δυνατότητας παροχής ειδικών αποζημιώσεων (Δ.Ι.Β.Ε.Ε.Τ.) σε εκ του νόμου προσδιορισμένο κύκλο δικαιούχων , στον οποίο ως εν δυνάμει δικαιούχοι περιλαμβάνονται και οι υπάλληλοι του Μ.Τ.Π.Υ., απαιτούμενη και εκδοθείσα υπ’ αριθμ. 2/35082/0022/1-6-2007 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, με την οποία ρυθμίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις καταβολής, από τους πόρους του ενοποιημένου λογαριασμού ΔΙΒΕΕΤ, μηνιαίας αποζημίωσης πρόσθετης απασχόλησης, ως κανονιστικού περιεχομένου πράξη που, κατά παράβαση του Ν 3469/2006, δεν δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, είναι ανυπόστατη. Κατά συνέπεια ανεξάρτητα από τον χαρακτήρα της, προσδιοριζόμενης από την ως άνω ανυπόστατη υπουργική απόφαση, παροχής ως μισθολογικής αμοιβής ή υπερωριακής αποζημίωσης, η εφαρμογή των σχετικών ανίσχυρων διατάξεων για την καταβολή της αποζημίωσης ΔΙΒΕΕΤ στους δικηγόρους του Μ.Τ.Π.Υ., εκ προοιμίου, δεν είναι νομίμως δυνατή.


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/242/2013

ΑΝΤΙΜΙΣΘΙΑ:(...)Δεδομένου δε, ότι ο φερόμενος ως δικαιούχος κατά το διάστημα απουσίας του από την υπηρεσία εκ των πραγμάτων δεν συμμετείχε στο πρόγραμμα νυχτερινής υπηρεσίας και εργασίας πέραν του πενθημέρου του Αστυνομικού Τμήματος στο οποίο υπηρετεί, δεν είναι δυνατός ο συνυπολογισμός στις πάσης φύσεως αποδοχές των ως άνω παροχών που προϋποθέτουν πραγματική παροχή υπηρεσίας. Άλλωστε,  δεν παρίσταται συμβατή  με το σύστημα των διατάξεων των άρθρων 92 παρ. 5, 93 παρ. 3 και 4 του ν. 3852/2010 και της ΚΥΑ 19165/15.4.2011, η εκτίμηση του ύψους των παροχών αυτών, με βάση τον μέσο όρο των ωρών νυχτερινής και πρόσθετης εργασίας που πραγματοποιήθηκε κατά το προ της λήψεως της αδείας διάστημα, ως έγινε εν προκειμένω, αφού, κατά τα ανωτέρω, το χρονικό πεδίο συγκρίσεως της αντιμισθίας και των πάσης φύσεως αποδοχών της κυρίας θέσεως εκτείνεται κατά την διάρκεια της θητείας του αιρετού, διάστημα κατά το οποίο πρέπει να εκτιμώνται τα υπηρεσιακά και μισθολογικά δεδομένα αυτού και οι τυχόν μεταβολές τους και όχι κατά το προηγούμενο αυτής διάστημα. Περαιτέρω, αβασίμως προβάλλεται με το συνημμένο στο έγγραφο επανυποβολής του οικείου τίτλου πληρωμής, 17995/21.10.2012 υπόμνημα του φερομένου ως δικαιούχου και κατ’ εκτίμηση του περιεχομένου του, ότι οι επίμαχες παροχές φέρουν πάγιο και τακτικό χαρακτήρα για τους αστυνομικούς και ότι, ως εκ τούτου, πρέπει να συνυπολογισθούν στις «πάσης φύσεως αποδοχές» της κυρίας θέσεώς του και να προσαυξηθεί κατά το μέτρο αυτών η αντιμισθία τους. Και τούτο, διότι, κατά τα ανωτέρω, η συμπερίληψη των παροχών αυτών στις τακτικώς καταβαλλόμενες αποδοχές των αστυνομικών προϋποθέτει είτε την ενεργό άσκηση νυχτερινής ή πλέον του πενθημέρου εργασίας, είτε την εκ της Υπηρεσίας παράνομη παρεμπόδισή της, όροι που δεν συντρέχουν όταν ο μισθωτός απουσιάζει από την εργασία του, τελών στο καθεστώς της κατ’ άρθρο 93 παρ.1 του ν. 3852/2010 αδείας. Επίσης, αβασίμως προβάλλεται από τον φερόμενο ως δικαιούχο ότι με την μη καταβολή της επίμαχης προσωπικής διαφοράς συντελείται απώλεια του εισοδήματός του, κατά παρέκκλιση των οριζομένων στο άρθρο 92 παρ. 5 του ν. 3852/2010 και αντίθετη προς την εύλογη προσδοκία του ιδίου κατά την ανάληψη των σχετικών αιρετών καθηκόντων (βλ. σχετικώς και τα διαλαμβανόμενα στην 10707/22.6.2012 αίτησή του για την απόληψη της προσαυξήσεως). Τούτο δε, διότι, ως εξετέθη σε προηγούμενη νομική σκέψη, με την ως άνω διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 92 του ν. 3852/2010 εσκοπήθη η διατήρηση του βασικού μισθολογικού και ασφαλιστικού πυρήνα των μισθωτών που ανεδείχθησαν σε τοπικά αιρετά αξιώματα, μέσω της ανταποκρινόμενης στο είδος και την έκταση των σχετικών καθηκόντων αντιμισθίας η οποία, στον βαθμό που υπολείπεται των πάσης φύσεως αποδοχών  της κυρίας θέσεως δύναται να προσαυξάνεται κατά το ποσό της διαφοράς, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι εξακολουθούν  να καταβάλλονται ειδικές παροχές που προϋποθέτουν πραγματική συμμετοχή του μισθωτού στον τρέχοντα προγραμματισμό της υπηρεσίας και εκτέλεση καθηκόντων ιδιάζουσας ποιοτικής ή χρονικής φύσεως, που εξαρτάται από τις εκάστοτε υπηρεσιακές ανάγκες. Δεδομένου δε, ότι υφίσταται ευρεία ευχέρεια του νομοθέτη να διαμορφώνει το επίπεδο των αποδοχών κατά τρόπο ανάλογο των καθηκόντων, ότι δεν κατοχυρώνεται δικαίωμα σε αποδοχές ορισμένου ύψους και δη όταν μεταβάλλεται η φύση των καθηκόντων, ότι δεν υφίστανται περαιτέρω δυσμενείς συνέπειες συνταξιοδοτικού χαρακτήρα καθώς  και ότι οι σχετικές διατάξεις ίσχυαν ήδη προ των εκλογών, με την μη καταβολή της επίμαχης προσαυξήσεως δεν προσβάλλονται τα περιουσιακά δικαιώματα και οι νόμιμες προσδοκίες ή η δικαιολογημένη εμπιστοσύνη του φερομένου ως δικαιούχου. Σε κάθε δε περίπτωση, λόγω πρόδηλης ετερότητος των εργασιακών συνθηκών, δεν υφίσταται αδικαιολόγητη διάκριση σε σχέση με αιρετούς ανήκοντες σε άλλες επαγγελματικές κατηγορίες ή σε σχέση με τους εκτελούντες ενεργό υπηρεσία αστυνομικούς.


ΕλΣυν/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/3η/2015

Αίτηση για την ανάκληση της 57/2014 πράξης του Κλιμακίου Προληπτικού Ελέγχου Δαπανών του ως άνω Τμήματος των …… και ……, υπαλλήλων με σχέση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου του ….., στο οποίο μεταφέρθηκαν από την εταιρεία ….. - παραπέμπεται στην Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου το ζήτημα σχετικά με το εάν πρέπει να συνυπολογιστεί για την καταβολή στους ως άνω αιτούντες αποζημίωσης λόγω συνταξιοδότησης, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 55 του π.δ. 410/1988 (ΦΕΚ Α΄ 191), ο χρόνος υπηρεσίας τους στην εταιρεία (...)Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι οι με σχέση ΙΔΑΧ υπάλληλοι του Δημοσίου, που δεν έχουν υπαχθεί για τη χορήγηση σύνταξης στην ασφάλισή του και συγχρόνως τυγχάνουν επικουρικά ασφαλισμένοι, λαμβάνουν από το Δημόσιο, κατά την αποχώρησή τους λόγω συνταξιοδότησης, αποζημίωση μειωμένη κατά 60% του ποσού της αποζημίωσης που κατά νόμο δικαιούνται σε περίπτωση απόλυσης ή καταγγελίας της σύμβασης εργασίας τους. Η καταβολή της αποζημίωσης αυτής προϋποθέτει τουλάχιστον ενός έτους συνεχή υπηρεσία του οικείου υπαλλήλου με σχέση ΙΔΑΧ στο Δημόσιο και ο καθορισμός του ποσού της συναρτάται προς το χρόνο της συνεχούς αυτής υπηρεσίας. Περαιτέρω, στην περίπτωση που υπάλληλοι έχουν μεταφερθεί με την ίδια σχέση εργασίας και στην ίδια εκπαιδευτική βαθμίδα στο Δημόσιο από την …..ή τις θυγατρικές αυτής εταιρείες (…..) ή την εταιρεία ….. ως πλεονάζον τακτικό προσωπικό αυτών, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 15 και 16 του           ν. 3891/2010, η υπηρεσία που παρείχαν στις εταιρείες αυτές πριν από την κατά τα ανωτέρω μεταφορά τους στο Δημόσιο λαμβάνεται υπόψη, σύμφωνα με ρητή διάταξη του άρθρου 16 παρ. 9 εδ. β΄ του ν. 3891/2010, μόνο για τη βαθμολογική και μισθολογική κατάταξή τους στις αντίστοιχες με σχέση ΙΔΑΧ θέσεις του Δημοσίου στην οποία μεταφέρονται και δεν συνυπολογίζεται στην υπηρεσία που παρείχαν στο Δημόσιο μετά την ανωτέρω μεταφορά  για την καταβολή της αποζημίωσης του άρθρου 55 του π.δ. 410/1988.(...)Η Ολομέλεια, μετά από μακρά διαλογική συζήτηση, κατά πλειοψηφία, που αποτελέστηκε από είκοσι (20) μέλη, ήτοι τους Αντιπροέδρους Φλωρεντία Καλδή, Ανδρονίκη Θεοτοκάτου, Σωτηρία Ντούνη, Γαρυφαλλιά Καλαμπαλίκη, Χρυσούλα Καραμαδούκη και Μαρία Βλαχάκη  και τους Συμβούλους Μαρία Αθανασοπούλου, Ασημίνα Σαντοριναίου, Ελένη Λυκεσά, Ευαγγελία - Ελισάβετ Koυλουμπίνη, Σταμάτιο Πουλή, Δημήτριο Πέππα, Γεωργία Τζομάκα, Αργυρώ Λεβέντη, Στυλιανό Λεντιδάκη, Χριστίνα Ρασσιά, Θεολογία Γναρδέλλη, Κωνσταντίνο Εφεντάκη, Βασιλική Σοφιανού και Αγγελική Πανουτσακοπούλου, δεν αποδέχθηκε την ως άνω εισήγηση και διατύπωσε την ακόλουθη γνώμη, με την οποία συντάχθηκε και ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας Μιχαήλ Ζυμής : Με τις διατάξεις του άρθρου 16 του ν. 3891/2010 ο νομοθέτης, στο πλαίσιο της επιδιωκόμενης αναδιάρθρωσης, εξυγίανσης και ανάπτυξης από δημοσιονομική και επιχειρηματική άποψη του ομίλου του ….και της εταιρείας ….Α.Ε., καθόρισε τους όρους και τις προϋποθέσεις της υποχρεωτικής μεταφοράς σε οργανισμούς και υπηρεσίες του Δημοσίου του προσωπικού των ανωτέρω υπό εξυγίανση επιχειρήσεων, που κρίθηκε ότι πλεονάζει, και μεταξύ αυτών τα απορρέοντα από τη διακοπτόμενη εργασιακή σχέση του δικαιώματα που διατηρούνται και μεταφέρονται στον εκάστοτε Φορέα Υποδοχής. Από το όλο σύστημα των ρυθμίσεων που εισάγουν οι εν λόγω διατάξεις ως προς το ως άνω μεταφερόμενο πλεονάζον προσωπικό συνάγεται ότι σκοπός του νομοθέτη ήταν το εν λόγω προσωπικό να μεταφερθεί με την ίδια σχέση εργασίας στο νέο εργοδότη και με πλήρη διασφάλιση των εργασιακών του σχέσεων και ασφαλιστικών-συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων του. Μεταξύ δε των ουσιωδών στοιχείων της με τον ανωτέρω τρόπο μεταφερόμενης εργασιακής σχέσης που διασφαλίζονται κατά την ως άνω μεταφορά του εν λόγω προσωπικού περιλαμβάνεται και η προϋπηρεσία του, δηλαδή το σύνολο του χρόνου εργασίας του στον ….. και στις άλλες επιχειρήσεις που αναφέρει το άρθρο 2 του νόμου αυτού, η οποία συνάπτεται με τη διαμόρφωση του ύψους των αποδοχών και με τη θεμελίωση των ασφαλιστικών και των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων του. Επομένως κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων, η εργασιακή σχέση του πλεονάζοντος προσωπικού του ……. και των άλλων επιχειρήσεων που αφορούν οι ρυθμίσεις του παραπάνω νόμου μεταφέρεται στον Φορέα Υποδοχής ως υφίσταται κατά το χρόνο της μεταφοράς και ο χρόνος υπηρεσίας του στις ανωτέρω επιχειρήσεις αποτελεί πραγματική υπηρεσία και λαμβάνεται υπόψη για όλες τις απορρέουσες απ’ αυτή συνέπειες μεταξύ των οποίων και για τον υπολογισμό της αποζημίωσης απόλυσης λόγω συνταξιοδότησης. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω για τη θεμελίωση του δικαιώματος αποζημίωσης λόγω συνταξιοδότησης και τον προσδιορισμό του ύψους της, υπαλλήλων του Δημοσίου με σχέση εργασίας ΙΔΑΧ, που μεταφέρθηκαν σε αυτό από την …… δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 16 του ν. 3891/2010, θα ληφθεί υπόψη πέραν του χρόνου υπηρεσίας του στο Δημόσιο και ο χρόνος υπηρεσίας του στην ……


ΕΣ/ΚΛ.Ε/793/2018

Έλεγχος νομιμότητας σχεδίου σύμβασης:..Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω (σκ. 2 και 3), το Κλιμάκιο κρίνει τα ακόλουθα ως προς τη νομιμότητα των διαλαμβανόμενων όρων της ελεγχόμενης τροποποιητικής σύμβασης: Α) Η επαύξηση του πλήθους των οπτικών ινών από 24 σε 48 έναντι πρόσθετου τιμήματος 402.250,80 ευρώ (πλέον Φ.Π.Α.) βρίσκει νόμιμο έρεισμα στις διατάξεις των παρ. 2 και 4 του άρθρου 337 του ν.4412/2016. Και τούτο, διότι η αξία της τροποποίησης αυτής υπολείπεται του ποσού των 5.250.000 ευρώ και ανέρχεται σε ποσοστό μόλις 1,09% επί του αρχικού συμβατικού τιμήματος, ήτοι κατώτερου από το προβλεπόμενο στο νόμο όριο του 15%, χωρίς να μεταβάλλεται η συνολική φύση της σύμβασης. Κατά παράβαση όμως του άρθρου 302 παρ. 1 περ. β΄ του ν.4412/2106, συνδυαστικά ερμηνευόμενου με το άρθρο 7 του τεύχους 1 της διακήρυξης, δεν προβλέπεται στο ελεγχόμενο σχέδιο η υποχρέωση της αναδόχου εταιρείας να προσκομίσει, πριν την τροποποίηση, συμπληρωματική εγγύηση καλής εκτέλεσης σε ποσοστό 5% επί του ανωτέρω ποσού. Τούτο ισχύει, καθόσον η υποχρέωση προσκόμισης πρόσθετης εγγύησης καλής εκτέλεσης δεν καταλείπεται στην ευχέρεια της αναθέτουσας αρχής, αλλά προβλέπεται ευθέως στο νόμο και αφορά, του νόμου μη διακρίνοντος, κάθε περίπτωση τροποποίησης του άρθρου 337 που επιφέρει αύξηση της συμβατικής αξίας. Ως εκ τούτου, η συμβατική επαύξηση των οπτικών ινών από 24 σε 48 είναι επιτρεπτή, μόνο υπό τον όρο ότι θα αναμορφωθεί αναλόγως το υποβληθέν σχέδιο σύμβασης και θα προβλεφθεί υποχρέωση του αναδόχου να προσκομίσει, πριν την υπογραφή του συμφωνητικού, συμπληρωματική εγγύηση καλής εκτέλεσης ύψους 5% επί του ποσού των 402.250,80 ευρώ. Β) Η μείωση του περιθωρίου του επιτοκίου EURIBOR από 6 ποσοστιαίες μονάδες σε 3,5 αφορά επουσιώδη τροποποίηση παρεπόμενου οικονομικού όρου, σχετιζόμενου αποκλειστικά με τη χορηγούμενη στον ανάδοχο προκαταβολή, δεν επιφέρει ουσιώδη μεταβολή του οικονομικού αντικειμένου της σύμβασης και δικαιολογείται, κατά την κρίση της αναθέτουσας αρχής, από τη γενικότερη μείωση των επιτοκίων της αγοράς και το γεγονός ότι το μέσο περιθώριο επί του κόστους του επιτοκίου κυμαίνεται στις 3 μονάδες. Κατά το μέρος, συνεπώς, αυτό, δεν κωλύεται η υπογραφή του ελεγχόμενου σχεδίου σύμβασης. Γ) Η μείωση της προθεσμίας καταβολής του συνόλου των πληρωμών του αναδόχου, από την 24η ημέρα του μεθεπόμενου μήνα υποβολής των απαιτούμενων δικαιολογητικών πληρωμής, στην 20ή ημέρα από την ημερομηνία υποβολής αυτών, υποδηλώνει βούληση επαναδιαπραγμάτευσης ουσιώδους όρους της διακήρυξης υπέρ της αναδόχου κατά την εκτέλεση της σύμβασης και αντιβαίνει στις παρ. 2 και 4 του άρθρου 377 του ν.4412/2016. Ειδικότερα, η επίμαχη σύμβαση χαρακτηρίζεται από ιδιαιτέρως υψηλό οικονομικό και εξειδικευμένο τεχνικό αντικείμενο και απαιτεί τη διάθεση σημαντικών πόρων εκ μέρους της αναδόχου, η οποία θα πρέπει να διασφαλίσει ότι διαθέτει τη δυνατότητα προσήκουσας εκτέλεσης των συμβατικών υποχρεώσεών της και στο μεσοδιάστημα, μεταξύ των πληρωμών, και πάντοτε στο πλαίσιο του χρονοδιαγράμματος, το οποίο πρέπει να υποβληθεί στην αναθέτουσα αρχή και αποτελεί το πρόγραμμα εκτέλεσης του έργου (βλ. άρθρο 5 τεύχους 1 Συμφωνητικού). Ενόψει αυτών, ο χρόνος καταβολής του τιμήματος αποτελεί, στην προκείμενη υπόθεση, ουσιώδες στοιχείο των συμβατικών υποχρεώσεων και επηρεάζει την εκδήλωση ενδιαφέροντος συμμετοχής στο διαγωνισμό, αλλά και τη διαμόρφωση του ύψους των οικονομικών προσφορών (πρβλ. C-496/99, σκ. 117, σχετικά με τον ουσιώδη χαρακτήρα των τρόπων πληρωμής της σύμβασης). Η σύντμηση των προθεσμιών καταβολής του τιμήματος και μάλιστα στην ανωτέρω έκταση (έως 2 μήνες νωρίτερα), χωρίς βεβαίως αντίστοιχη σύντμηση των συμβατικών προθεσμιών εκτέλεσης του έργου, επιτρέπει οικονομικό και τεχνικό προγραμματισμό εκ μέρους της αναδόχου ουσιωδώς διαφορετικό, από εκείνον που η ίδια έκανε κατά την υποβολή της προσφοράς της, της δυνατότητας δε αυτής στερήθηκε η άλλη διαγωνιζόμενη, της οποίας η προσφορά είναι μεγαλύτερη σε ποσοστό 5% (βλ. και 359/2015 Πράξη του παρόντος Κλιμακίου και εκεί μνημονευόμενο έγγραφο αξιολόγησης ως προς το συμφέρον της προσφοράς της αναδόχου), αλλά και οι λοιποί δυνητικοί ενδιαφερόμενοι. Ενόψει αυτών, και δεδομένου ότι η δυνατότητα σύντμησης των προθεσμιών πληρωμής δεν προβλεπόταν ρητά και συγκεκριμένα στα συμβατικά τεύχη του διαγωνισμού, κωλύεται κατά το μέρος αυτό η υπογραφή του ελεγχόμενου σχεδίου σύμβασης. Δ) Μη νομίμως προβλέπεται στο ελεγχόμενο σχέδιο η απαλοιφή συλλήβδην της αρχικώς προβλεπόμενης υποχρέωσης της αναδόχου εταιρείας να προσκομίσει εγγύηση προκαταβολής, ενώ διατηρείται ακέραιο το δικαίωμά της να αιτηθεί τη χορήγηση προκαταβολής σε ποσοστό έως 10% επί του συμβατικού αντικειμένου, ήτοι και κατά το μέρος που το ποσό της προκαταβολής υπερβαίνει το ποσό της εγγύησης καλής εκτέλεσης (5% επί της συμβατικής αξίας). Και τούτο, διότι η υποχρέωση προσκόμισης από τον ανάδοχο εγγύησης προκαταβολής, που θα καλύπτει τη διαφορά μεταξύ του ποσού της εγγύησης καλής εκτέλεσης και του ποσού της καταβαλλόμενης προκαταβολής και θα είναι ισόποση με τη διαφορά αυτή, δεν καταλείπεται στην ευχέρεια της αναθέτουσας αρχής, αλλά προβλέπεται ευθέως στο νόμο, για λόγους διασφάλισης της τελευταίας έναντι της αναδόχου του έργου, ως προς την εκπλήρωση των συμβατικών υποχρεώσεων που σχετίζονται με τη χορήγηση της προκαταβολής. Συνεπώς, η επίμαχη τροποποίηση επιφέρει κατάργηση συμβατικού όρου επιβαλλόμενου ευθέως από διάταξη νόμου και ως εκ τούτου είναι μη νόμιμη.


ΕΣ/ΤΜ.6/2704/2010

Υπηρεσίες συντήρησης και επισκευής εργοστασίου...ζητείται η ανάκληση της 207/2010 πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙΙ, το Τμήμα κρίνει η επίμαχη σύμβαση, ο χαρακτηρισμός της οποίας διέπεται αποκλειστικά, δεδομένου του ύψους της προϋπολογιζόμενης δαπάνης της (59.940.900,00 ευρώ), από τις διατάξεις του π.δ. 60/2007 αποτελεί σύμβαση παροχής υπηρεσιών και όχι δημοσίου έργου, καθώς αντικείμενό της είναι η παροχή υπηρεσιών αποκομιδής και ανακύκλωσης απορριμμάτων αλλά και η παροχή υπηρεσιών συντήρησης και επισκευών, ακόμα δε κι αν θεωρηθεί ότι περιλαμβάνει και την εκτέλεση εργασιών δημοσίου έργου, κατά την έννοια του άρθρου 1 του ν. 3669/2008 (εξασφάλιση και διατήρηση της στεγανότητας των υαλοστασίων όλων των θαλάμων ελέγχου, εξασφάλιση της άρτιας λειτουργίας όλων των μέσων ελέγχου και περιορισμού των οσμών, του θορύβου και της σκόνης, συντήρηση της κτιριακής υποδομής του εργοστασίου και των δομικών κατασκευών του), αυτές αποτελούν μικρό μόνο μέρος του συνολικού της αντικειμένου, στο οποίο προέχουν οι υπόλοιπες προαναφερόμενες υπηρεσίες (βλ. ΕλΣ VI Tμ. απόφαση 3732/2009 και πράξη 10/2009). Επομένως, ορθώς κρίθηκε με την προσβαλλόμενη πράξη ότι τόσο ως προς την ανάθεση όσο και ως προς την εκτέλεσή της η επίμαχη σύμβαση αποτελεί δημόσια σύμβαση υπηρεσιών και όχι έργου, ο υπό στοιχείο δε α λόγος ανάκλησης πρέπει να απορριφθεί ως νόμω αβάσιμος. Περαιτέρω όμως, το Τμήμα κρίνει ότι το Κλιμάκιο έκρινε ορθώς, ότι η πρόβλεψη, στην οικεία διακήρυξη, στα τεύχη δημοπράτησης και στην επίμαχη σύμβαση, των επίμαχων περί αναλογικής εφαρμογής διατάξεων της νομοθεσίας περί δημοσίων έργων όρων δεν είναι νόμιμη κατά το μέρος που αφορά τον όρο περί αναλογικής εφαρμογής των περί αναθεώρησης τιμών στα δημόσια έργα διατάξεων καθώς, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙV, οι διατάξεις περί αναθεώρησης τιμών στα έργα των Ο.Τ.Α. Α΄ Βαθμού (άρθρο 54 του ν. 3669/2008), προσιδιάζουν μόνο σε συμβάσεις εκτέλεσης έργων και όχι σε συμβάσεις παροχής υπηρεσιών. Εσφαλμένα δε το Κλιμάκιο έκρινε κατά τα λοιπά, διότι ούτε στη διακήρυξη ούτε στο τιμολόγιο μελέτης ούτε στην προσφορά του αναδόχου της σύμβασης έχει υπολογιστεί επί των επιμέρους τιμών της σύμβασης προσαύξηση υπέρ του αναδόχου με τη μορφή σταθερού ποσοστού, ενώ στον όρο 2 μστ΄ του τιμολογίου μελέτης αναφέρεται ότι «οι δαπάνες, που δεν κατονομάζονται στην παρούσα ρητά … έχουν ενσωματωθεί στις μνημονευθείσες ως άνω δαπάνες και συνεπώς καταβάλλονται στον ανάδοχο μέσω της καταβολής του εργολαβικού ανταλλάγματος.», κι επομένως το Τμήμα κρίνει ότι δεν έχει προβλεφθεί η καταβολή στον ανάδοχο ποσού για γενικά έξοδα και εργολαβικό όφελος ποσοστού 18% ή 28% επί του τιμήματος της σύμβασης, σύμφωνα με τα άρθρα 3 παρ. 7 του π.δ/τος 28/1980 και 17 παρ. 7 του ν. 3669/2008, όπου δε στην οικεία διακήρυξη, στα τεύχη δημοπράττησης αλλά και στην επίμαχη σύμβαση αναφέρονται οι όροι «εργολαβικό» ή «οικονομικό» αντάλλαγμα ή όφελος νοείται η αμοιβή του αναδόχου (το τίμημα) για την εκτέλεση της σύμβασης. Και αυτή όμως η μη νόμιμη πρόβλεψη στην οικεία διακήρυξη, στα τεύχη δημοπράτησης και στην επίμαχη σύμβαση της αναλογικής εφαρμογής των περί αναθεώρησης τιμών στα δημόσια έργα διατάξεων καθώς και των διατάξεων που αναφέρονται στον καθορισμό νέων τιμών μονάδος και τις πληρωμές του αναδόχου οφείλεται, κατά την κρίση του Τμήματος σε συγγνωστή πλάνη των αρμοδίων οργάνων του ..., η οποία οφείλεται στο γεγονός ότι το Ζ΄ Κλιμάκιο έκρινε σιωπηρώς ως νόμιμο, με την 281/2009 πράξη του, ακριβώς ίδιο όρο που είχε περιληφθεί στη διακήρυξη και το σχέδιο σύμβασης του .... για τις «Επείγουσες Υπηρεσίες υποστήριξης, λειτουργίας, συντήρησης και επισκευής του ΕΜΑ» αλλά και στο γεγονός ότι τόσο η Μονάδα Παρακολούθησης Διαγωνισμών και Συμβάσεων του Κέντρου Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Οικονομικού Δικαίου όσο και το Συμβούλιο Δημοτικών και Κοινοτικών Έργων και Θεώρησης Μελετών γνωμοδότησαν θετικά υπέρ του επίμαχου όρου, κατά τον εκ μέρους τους έλεγχο της διακήρυξης και των τευχών δημοπράτησης της επίμαχης σύμβασης, καθώς καμία παρατήρηση ή επιφύλαξη επ’ αυτού δεν διατύπωσαν.Ανακαλεί τη 207/2010 πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.


ΕΣ/ΤΜ.6/603/2012

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Αίτηση ανάκλησης της 610/2011 Πράξεως του Ε΄ Κλιμακίου, με την οποία κρίθηκε ότι δεν κωλύεται η υπογραφή του σχεδίου της 1ης συμπληρωματικής συμβάσεως του έργου «Μελέτη, Κατασκευή και Θέση σε λειτουργία του Μετρό….», Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας αποφάσεως, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι :  Α) η συμπληρωματική σύμβαση παρουσιάζει αυτοτέλεια έναντι της αρχικής τοιαύτης και διέπεται όχι από τους όρους αυτής, αλλά από το ειδικό νομοθετικό καθεστώς που διέπει κάθε συμπληρωματική σύμβαση.  Επίσης, οι αρχαιολογικές εργασίες, οι οποίες περιλαμβάνονται στην κρινόμενη συμπληρωματική σύμβαση, το χαρακτήρα της οποίας δεν αμφισβητεί η αιτούσα, είναι εργασίες που κρίθηκαν αναγκαίες για την ολοκλήρωση της αρχικής σύμβασης και προέκυψαν από απρόβλεπτες περιστάσεις (το εύρος των αρχαιολογικών ευρημάτων κατά τις εκσκαφές που πραγματοποιήθηκαν για την κατασκευή του Μετρό ......).  Ως εκ τούτου η δαπάνη για την εκτέλεσή τους δεν μπορεί να διέπεται από το αυτό με  το κονδύλιο των απολογιστικών εργασιών, το οποίο, στο πλαίσιο της αρχικής συμβάσεως, δεν είχε υπολογισθεί για την εξεύρεση του ύψους της εγγυητικής επιστολής, νομοθετικό πλαίσιο παρόλο που αφορούν στην ίδια κατηγορία εργασιών, δηλαδή αρχαιολογικές εργασίες καθόσον για τις επίμαχες αρχαιολογικές εργασίες ως συμπληρωματικές εργασίες, αναγκαίες για την ολοκλήρωση του αρχικού έργου, οφείλεται εκ του νόμου η κατάθεση, κατά την υπογραφή του συμβατικού κειμένου, εγγυητικής επιστολής καλής εκτελέσεως.   Β)  Η προσφορά της αναδόχου κοινοπραξίας πράγματι βασίσθηκε στους όρους της διακηρύξεως, οι οποίοι δεν υπέστησαν καμία μεταβολή διότι στην καταρτισθείσα αρχική σύμβαση η δαπάνη για την εκτέλεση αρχαιολογικών εργασιών είχε ενταχθεί στο κονδύλιο των απολογιστικών εργασιών και με τη διαδικασία αυτή, δηλαδή απολογιστικά καταβλήθηκε. Όμως, τόσο στη διακήρυξη όσο και στην αρχική σύμβαση δεν προβλεπόταν (ούτε θα μπορούσε άλλωστε να προβλεφθεί) όρος, σύμφωνα με τον οποίο, οι τυχόν πρόσθετες δαπάνες για την εκτέλεση αρχαιολογικών εργασιών, πέραν του κονδυλίου των απολογιστικών εργασιών, κατόπιν καταρτίσεως συμπληρωματικής συμβάσεως θα καταβάλλονταν απολογιστικά όπως οι περιλαμβανόμενες στο κονδύλι των απολογιστικών εργασιών της αρχικής συμβάσεως αρχαιολογικές εργασίες, χωρίς να απαιτείται και για αυτές η καταβολή εγγυητικής επιστολής καλής εκτελέσεως, καθόσον τούτο θα αντέβαινε στη ρητή νομοθετική πρόβλεψη περί καταβολής εγγυητικής επιστολής σε κάθε περίπτωση καταρτίσεως συμπληρωματικής συμβάσεως. Άλλωστε το αρχικό σχετικό συμβατικό κείμενο ποιεί γενική αναφορά στις ρητές προβλέψεις του Ν. 1418/1984 (και ήδη του Ν. 3669/2008) και ως εκ τούτου ρητώς παραπέμπει στην οικεία διάταξη, η οποία ορίζει ότι σε κάθε περίπτωση καταρτίσεως συμπληρωματικής συμβάσεως υπάρχει υποχρέωση του αναδόχου να καταθέσει κατά την υπογραφή της, εγγυητική επιστολή καλής εκτελέσεως.  Κατά συνέπεια δεν υφίσταται μεταβολή στους όρους της αρχικής συμβάσεως όπως λανθασμένα υπολαμβάνει η αιτούσα, ενώ περαιτέρω δεν μεταβλήθηκαν τα στοιχεία στα οποία στήριξε την προσφορά της, διότι η άδηλη κατά την υπογραφή της αρχικής συμβάσεως ανάγκη περί συνάψεως συμπληρωματικής συμβάσεως, εφόσον προέκυπτε, θα μπορούσε να λειτουργήσει μόνον σύμφωνα με τις οικείες νομοθετικές προβλέψεις, στις οποίες ρητώς παρέπεμπε τόσο η διακήρυξη όσο και η οικεία αρχική σύμβαση.   Γ)  Ο ισχυρισμός ότι η προσβαλλόμενη πράξη θίγει, με την αποδοχή ως νόμιμου του επίμαχου όρου στο σχέδιο της ελεγχόμενης συμπληρωματικής συμβάσεως, την ισότιμη μεταχείριση των οικονομικών φορέων που συμμετείχαν στον αρχικό διαγωνισμό και υπέβαλαν προσφορά σύμφωνα με τους υφιστάμενους όρους της διακηρύξεως, ερείδεται επί της εσφαλμένης προϋποθέσεως ότι με την κρινόμενη σύμβαση τροποποιούνται οι όροι της αρχικής τοιαύτης, ενώ, ως έγινε δεκτό ανωτέρω, η συμπληρωματική σύμβαση παρουσιάζει αυτοτέλεια και διέπεται από τις οικείες νομοθετικές προβλέψεις που ισχύουν για κάθε συμπληρωματική σύμβαση  και   Δ) Η διάταξη του άρθρου 35  παρ.6 του Ν. 3669/2008 δεν διακρίνει μεταξύ περισσότερων της μιας κατηγοριών  συμπληρωματικών συμβάσεων, αλλά αντιθέτως προβλέπει ότι σε κάθε περίπτωση καταρτίσεως τοιαύτης συμβάσεως πρέπει, κατά την υπογραφή της, να κατατίθεται από τον ανάδοχο, εγγυητική επιστολή καλής εκτελέσεως, ορίζοντας περαιτέρω το ποσοστό επί της αξίας του αντικειμένου της.  Ως εκ τούτου, ως ήδη αναφέρθηκε, οι αρχαιολογικές εργασίες που περιλαμβάνονται στην κρινόμενη συμπληρωματική σύμβαση, δεν προσδίδουν σ’  αυτήν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και κατά συνέπεια ιδιαίτερη νομική μεταχείριση επειδή στην αρχική σύμβαση είχε προβλεφθεί ότι δαπάνη για την εκτέλεση αντίστοιχων εργασιών περιλαμβανόταν σ’  αυτή ως κονδύλιο απολογιστικών εργασιών, εφόσον τέτοια διάκριση δεν προβλέπεται. Τέλος, λόγος περί συγγνωστής πλάνης της αναθέτουσας αρχής κατά την αναγραφή στο οικείο σχέδιο του όρου αυτού, απαραδέκτως προβάλλεται από την αιτούσα, διότι δεν αφορά την ίδια την αιτούσα αλλά ανάγεται στη βούληση της αναθέτουσας αρχής και από την οποία μπορεί και να προβληθεί ενώ περαιτέρω, κατ’ ουσίαν, τυγχάνει απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι ο όρος ευρίσκει έρεισμα στις νομοθετικές διατάξεις που προαναφέρθηκαν και ορθώς κρίθηκε από το Κλιμάκιο, έστω και χωρίς ρητή μνεία, ως νόμιμος.(...)Απορρίπτει την αίτηση ανακλήσεως