Α2/1145/2012
Τύπος: Αποφάσεις
ΦΕΚ: 3313/Β/12.12.2012
Νέα Αγορανομική Διάταξη σχετικά με τη λιανική πώληση καυσόξυλων και το δικαίωμα του καταναλωτή να μην καταβάλει αντίτιμο αν δεν λάβει το νόμιμο παραστατικό στοιχείο της συναλλαγής του. (ΑΔ.4)
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/ΚΛ.Ζ/119/2014
Πώληση ακινήτων δημοσίου...Τέλος, συντάχθηκαν τα ελεγχόμενα σχέδια συμβάσεων μεταξύ του Ταμείου και των ως άνω πλειοδοτών, που περιλαμβάνουν τους προαναφερόμενους υπό στοιχείο γ) όρους της επιστολής διαδικασίας περί ολοκλήρωσης της πωλήσεων, εκ των οποίων οι πλειοδότες έχουν ήδη εκπληρώσει τον όρο περί κατάθεσης «προκαταβολής συναλλαγής» (από 7.3.2014 αποδεικτικό κατάθεσης του ποσού των 75.220,00 ευρώ σε τραπεζικό λογαριασμό του .... από την εταιρία «....» και τραπεζική επιταγή πληρωμής του ποσού των 800.000,00 ευρώ στο .... από την ένωση εταιριών «...»). Σύμφωνα δε με το 14002/1.4.2014 έγγραφο του Προέδρου του ΔΣ του ...., κατά της ως άνω διαδικασίας δεν εκκρεμούν ενστάσεις ούτε ένδικα βοηθήματα.Με δεδομένα αυτά, δεν συντρέχει λόγος που να κωλύει την υπογραφή των υποβληθέντων σχεδίων συμβάσεων
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/12/2023
Προμήθεια φρέσκου γάλακτος: ζητείται η ανάκληση της 33/2022 Πράξης της Αναπληρώτριας Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου (...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω (βλ. σκ. 4-5), το Δικαστήριο κρίνει ότι η αιτιολογία της 269/22.9.2022 απόφασης της Οικονομικής Επιτροπής του προσφεύγοντος Δήμου για την τροποποίηση των 12661/9.9.2022 και 1257/13.9.2022 αρχικών συμβάσεων των προσφευγόντων με τη «.....» δεν είναι νόμιμη. Τούτο διότι τόσο τα στοιχεία που έλαβε υπόψη της η ανωτέρω απόφαση, όσο και από αυτά που μεταγενέστερα υποβλήθηκαν ενώπιον της Αναπληρώτριας Επιτρόπου και του παρόντος Τμήματος δεν αρκούν για να τεκμηριώσουν την ανάγκη τροποποίησης των συμβατικών τιμών για το προϊόν «φρέσκο γάλα» στο προαναφερόμενο ποσοστό, καθόσον, όπως ορθώς επισημαίνει η προσβαλλομένη, ναι μεν οι περιστάσεις τις οποίες επικαλείται ο προσφεύγων Δήμος, ήτοι η αύξηση τιμών στην ενέργεια και τις πρώτες ύλες σε παγκόσμια κλίμακα, συντρέχουν και μπορούν να χαρακτηριστούν ως απρόβλεπτες υπό την έννοια ότι δεν μπορούσαν να προβλεφθούν από μία επιμελή αναθέτουσα αρχή, πλην οι προσφεύγοντες έχουν το βάρος να αποδείξουν ότι εξαιτίας αυτών έχει ανατραπεί η οικονομική ισορροπία της αρχικής σύμβασης, στην οποία απέβλεψαν τα μέρη, και μάλιστα υπέρμετρα σε βάρος της προμηθεύτριας εταιρείας. Εξάλλου, ως προς τα έγγραφα που ελήφθησαν υπόψη για τη λήψη της απόφασης της ανωτέρω Οικονομικής Επιτροπής περί τροποποίησης των συμβατικών τιμών, δεν διαλαμβάνεται ειδική αξιολόγηση ούτε κρίση, δεδομένου δε ότι οι προσφεύγοντες διατείνονται ότι με αυτά τεκμηριώνεται η εν λόγω αύξηση, το Δικαστήριο κρίνει ότι τα στοιχεία αυτά δεν επαρκούν για την τεκμηρίωση του ποσοστού της αύξησης. Τούτο προεχόντως διότι από τα προσκομισθέντα τιμολόγια ναι μεν προκύπτει αυξητική τάση των τιμών πώλησης του προϊόντος από τον παραγωγό, πλην δεν προκύπτει η ακριβής και συγκεκριμένη διαμορφωθείσα συνολικώς τιμή στην αγορά, αλλά απεικονίζεται μία όλως μερική και αποσπασματική κατάσταση, αφού προσκομίζονται μόνο παραστατικά του εκάστοτε αντισυμβαλλόμενου παραγωγού/προμηθευτή της αναδόχου εταιρείας. Πέραν τούτων, και τα προσκομιζόμενα «επίσημα» στοιχεία δεν αρκούν για την τεκμηρίωση της αυξητικής αναπροσαρμογής, δεδομένου ότι αφενός μεν τα δελτία τιμών της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας δεν αναφέρονται στον χρόνο υποβολής των προσφορών του προηγηθέντος διαγωνισμού (Ιανουάριος του έτους 2022), ενώ από τα δελτία τύπου σχετικά με τον δείκτη τιμών καταναλωτή που προσκομίστηκαν κατόπιν της συζήτησης της υπόθεσης στο ακροατήριο, δεν προκύπτει με σαφήνεια το ποσοστό αύξησης της τιμής του προς προμήθεια προϊόντος. Τούτο προεχόντως διότι στον Πίνακα 5 του από 10.10.2022 δελτίου τύπου της ΕΛΣΤΑΤ σχετικά με τον δείκτη τιμών καταναλωτή Σεπτεμβρίου 2022, η μεταβολή τιμών στο είδος «Γαλακτοκομικά και αυγά» ανέρχεται σε 23,3%, ήτοι χαμηλότερα από το ποσοστό της χορηγηθείσας αύξησης. Πέραν αυτού, ενόψει της, εν τω μεταξύ, εκδοθείσας 95210/5.10.2022 (ΑΔΑ: 9Γ9446ΜΤΛΡ-ΧΕΘ) εγκυκλίου του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, με την οποία προσδιορίζεται επακριβώς το ποσοστό αύξησης του ΔΤΚ για πληθώρα υπό προμήθεια ειδών, μεταξύ των οποίων και του φρέσκου γάλακτος, το οποίο ανέρχεται, για τον Σεπτέμβριο 2022 σε ποσοστό 17,93%, ήτοι κατά πολύ χαμηλότερο από το αιτηθέν και χορηγηθέν, παρίσταται εμφανής η ανάγκη για εμπεριστατωμένη αιτιολόγηση του ποσοστού της αύξησης από την αναθέτουσα αρχή. Δοθέντος δε ότι κατά τον χρόνο λήψης της απόφασης περί αναπροσαρμογής των συμβατικών τιμών είχε τεθεί σε ισχύ το άρθρο 7 του ν. 4965/2022 με το οποίο απαριθμούνται οι ήδη προδιαληφθείσες (σκ. 5) προϋποθέσεις για την αναπροσαρμογή τιμών σε εκτελούμενες κατά την έναρξη ισχύος του συμβάσεις, όπως εν προκειμένω οι συναφθείσες στις 9.9.2022 και 13.9.2022 συμβάσεις μεταξύ των προσφευγόντων και της «…..», έπρεπε να ληφθεί υπόψη από τα αρμόδια όργανα των προσφευγόντων για την κρίση επί της επιτρεπόμενης ή μη αναπροσαρμογής του συμβατικού τιμήματος και του ποσοστού αυτής. Ειδικότερα, όφειλε η αναθέτουσα αρχή να εξετάσει τη συνδρομή των προϋποθέσεων του ως άνω άρθρου, ανεξαρτήτως των συγκριτικών στοιχείων που κατατέθηκαν από τους προσφεύγοντες, ενόψει και του γεγονότος ότι απαραίτητο στοιχείο κατά τις εισαχθείσες τον Σεπτέμβριο του έτους 2022 και ισχύουσες από τις 2.9.2022 διατάξεις είναι η εφαρμογή από την αναθέτουσα αρχή του μαθηματικού τύπου που να λαμβάνει υπόψη τα στοιχεία που αναφέρονται στις εν λόγω διατάξεις, όπως ερμηνεύονται με την παρούσα απόφαση (σκ. 5), συνεκτιμώντας τυχόν εκδοθείσες κανονιστικές διατάξεις και εγκυκλίους του ως άνω Υπουργείου (βλ. ενδεικτ. την 95213/5.10.2022 με ΑΔΑ 6Μ8Ο46ΜΤΛΡ-ΔΛΓ εγκύκλιο), με τις οποίες δίδονται οδηγίες προς τις αναθέτουσες αρχές ως προς τον τρόπο εφαρμογής των κρίσιμων διατάξεων. Επιπροσθέτως, πρέπει να κριθεί η αναγκαιότητα και το ύψος της αναπροσαρμογής με βάση και τις λοιπές προεκτεθείσες προϋποθέσεις, μεταξύ των οποίων είναι και η παρέλευση δώδεκα μηνών από την καταληκτική ημερομηνία υποβολής προσφορών, η οποία εν προκειμένω, ήταν η 30η Ιανουαρίου 2022. Κατόπιν τούτων, πρέπει να απορριφθούν συνολικά ως αβάσιμοι οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί των προσφευγόντων, τυχόν δε νέα απόφαση περί αναπροσαρμογής του συμβατικού τιμήματος πρέπει να λάβει υπόψη τις ως άνω διατάξεις.Δεν ανακαλεί την 33/2022 Πράξη της Αναπληρώτριας Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στην ΠΕ Χαλκιδικής
ΕΣ/ΤΜ.ΜΕΙΖ-ΕΠΤΑΜ.ΣΥΝΘ/1350/2018
Κατασκευή δικτύου τηλεθέρμανσης:.επιδιώκεται η αναθεώρηση της 849/2018 απόφασης του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στη σκέψη 6 της παρούσας, ορθώς, έστω και με εν μέρει διαφορετική αιτιολογία, κρίθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση ότι υφίσταται διακωλυτικός λόγος υπογραφής της ελεγχόμενης σύμβασης εκ της συνομολόγησης τιμήματος το οποίο δεν προβλέπεται από καμιά διάταξη είτε της κείμενης νομοθεσίας, είτε της σύμβασης, όπως τροποποιήθηκε, που συνήφθη μεταξύ ... και Δημοσίου. Και τούτο διότι, πράγματι, σύμφωνα με τη σύμβαση αυτή (βλ. ιδίως άρθρο 2 παρ. 2 εδ. α΄ αρχικής και 9 παρ. 2 τροποποιητικής), το περιεχόμενο της οποίας εναρμονίζεται τόσο με τα άρθρα 26 και 28 του ν. 947/1979, όσο και με το αντικείμενο και τους καταστατικούς σκοπούς της ..., δεν προβλέπεται η καταβολή οιουδήποτε ανταλλάγματος για την παράδοση/παραχώρηση των έργων υποδομής, στα οποία ρητώς συγκαταλέγεται το δίκτυο τηλεθέρμανσης, μετά την ολοκλήρωσή τους, στο Δήμο ..., ώστε να περιέλθουν αυτά, ακολούθως, κατά χρήση, στον εκ του νόμου αρμόδιο φορέα και, συγκεκριμένα εν προκειμένω, στη ..., στην περιουσία της οποίας ανήκουν από το 1995 και εφεξής όλα τα παρελθόντα και μελλοντικά έργα τηλεθέρμανσης της περιοχής. Ενόψει δε της μη προβλέψεως τέτοιου ανταλλάγματος, η ελεγχόμενη «μεταβίβαση», αφενός δεν μπορεί να έχει ως αιτία την πώληση, χαρακτηριστικό στοιχείο της οποίας αποτελεί, κατ’ άρθρο 513 ΑΚ, η συνομολόγηση τιμήματος, αφετέρου εσφαλμένως υπολαμβάνεται και χαρακτηρίζεται από τα συμβαλλόμενα μέρη ως «μεταβίβαση κυριότητας», στο μέτρο που το αντικείμενο της μεταβίβασης (δίκτυο τηλεθέρμανσης) ανήκει, ανεξαρτήτως του χρόνου ολοκλήρωσής του, ήδη στην κυριότητα της φερόμενης ως «λήπτριας» ... από έτους 1995, απορριπτομένων, συνεπώς, ως αβασίμων όλων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών των αιτουσών και δη περί κυριότητας του δικτύου ή έστω του ακινήτου του αντλιοστασίου από τη .... ή περί επιτρεπτού της συγκεκριμένης σύμβασης από το άρθρο 26 παρ. 1 εδ. ζ΄ του ν. 947/1979, το οποίο δεν κατοχυρώνει τέτοια δυνατότητα του αναδόχου φορέα, ή το άρθρο 13 παρ. 3 εδ. β΄ της από 16.4.1989 σύμβασης, που δεν αφορά στα έργα που κατασκευάζει η ....., όπως το επίμαχο, αλλά σε εκείνα που έχουν αναλάβει να εκτελέσουν τρίτοι φορείς. Απορριπτέοι, επίσης, είναι και οι ισχυρισμοί περί χαρακτηρισμού της σύμβασης ως προγραμματικής, χωρίς, ωστόσο, να περιλαμβάνεται σ’ αυτήν το ελάχιστο αναγκαίο περιεχόμενο του άρθρου 100 του ν. 3852/2010, ή περί συνδρομής στο πρόσωπο των συμβαλλομένων συγγνωστής πλάνης, η οποία δεν συνιστά νόμιμο λόγο αναθεώρησης στη διαδικασία ενώπιον του παρόντος Τμήματος, κατ’ άρθρο 37 του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 4129/2013 (ΦΕΚ Α΄ 52), ενώ αορίστως και, σε κάθε περίπτωση, αλυσιτελώς προβάλλονται τα σχετικά περί δυνατότητας «πωλήσεως» της κοινωφελούς εμπορικής δραστηριότητας του δικτύου, δραστηριότητα για την οποία είναι ούτως ή άλλως εκ του νόμου αρμόδια η .... Συνακόλουθα, με την ελεγχόμενη σύμβαση, η οποία έχει χαρακτήρα αποκαταστατικό, όπως συνομολογείται και από τις αιτούσες, τα μέρη δεν απέβλεψαν στη μεταβίβαση της κυριότητας του δικτύου, αλλά στη μετακύλιση του κόστους κατασκευής αυτού από τη .. στην ήδη από έτους 2013 διαχειρίστρια αυτού ...., με την καταβολή από τη δεύτερη στην πρώτη – εν είδει αποζημίωσης – όλων των, μέσω δανεισμού δαπανών, που κατέστησαν αναγκαίες και επιβάρυναν από το έτος 2007 τη .... Δεδομένου, όμως, ότι η εκπλήρωση του σκοπού αυτού, δεν μπορεί, όπως προεκτέθηκε, να λάβει τη μορφή της «αιτία πωλήσεως μεταβίβασης της κυριότητας του δικτύου» η οποία και μόνο φέρεται για έλεγχο ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ούτε μπορεί το πρώτον το παρόν Τμήμα να προβεί σε μεταβολή του περιεχομένου των συμβατικών όρων, η διαμόρφωση των οποίων απόκειται στα συμβαλλόμενα μέρη, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της. Μειοψήφησαν τα μέλη Σταμάτιος Πουλής και Ευαγγελία Σεραφή, κατά τη γνώμη των οποίων η ελεγχόμενη σύμβαση, αντικείμενο της οποίας αποτελεί η μεταφορά κονδυλίων από τη δεύτερη αιτούσα στην πρώτη προς το σκοπό αποκατάστασης των δαπανών κατασκευής του έργου της τηλεθέρμανσης, δεν έχει χαρακτήρα δημόσιας σύμβασης έργου, προμηθειών ή υπηρεσιών και, ως εκ τούτου, εκφεύγει του προσυμβατικού ελέγχου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ζήτημα που δύναται να εξεταστεί αυτεπαγγέλτως και κατά το στάδιο εκδίκασης της αίτησης αναθεώρησης. Ως εκ τούτου, η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να αναθεωρηθεί και, γενομένης δεκτής της αίτησης ανάκλησης κατά της 95/2018 Πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου, η τελευταία αυτή να ανακληθεί και να αποφανθεί το παρόν Τμήμα ότι απέχει του ελέγχου του υποβληθέντος σχεδίου σύμβασης. Η γνώμη, όμως, αυτή δεν εκράτησε.
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/454/2023
Προμήθεια ελαστικών επισώτρων και παροχή – τοποθέτηση :ζητείται η ανάκληση της 626/2022 Πράξης του ΣΤ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω (βλ. σκέψεις 4 και 5), το Δικαστήριο κρίνει, κατ’ αρχάς, ότι η αιτιολογία του προσφεύγοντος Δήμου για την τροποποίηση της 39051/4.8.2022 συμφωνίας – πλαίσιο με την ανάδοχο εταιρεία δεν είναι νόμιμη, οι δε περί του αντιθέτου ισχυρισμοί του προσφεύγοντος πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Τούτο διότι τα στοιχεία, που υποβλήθηκαν στο Κλιμάκιο μετά την έκδοση της 554/2022 αναβλητικής Πράξης του και τα οποία έλαβε υπόψη της η προσβαλλομένη, δεν αρκούν για να τεκμηριώσουν την ανάγκη τροποποίησης των συμβατικών τιμών για τα επίμαχα είδη στο προαναφερόμενο ποσοστό, καθόσον, όπως ορθώς έγινε δεκτό, ναι μεν οι περιστάσεις τις οποίες επικαλείται το προσφεύγον νομικό πρόσωπο, ήτοι οι σημαντικές ανατιμήσεις προϊόντων εξαιτίας της ενεργειακής κρίσης, της κρίσης στην Ουκρανία και των συνεχιζόμενων συνεπειών της πανδημίας του COVID-19, φέρουν απρόβλεπτο χαρακτήρα, υπό την έννοια ότι δεν μπορούσαν να προβλεφθούν από μία επιμελή αναθέτουσα Αρχή, πλην ο προσφεύγων έχει το βάρος να αποδείξει ότι εξαιτίας των απροβλέπτων αυτών περιστάσεων έχει ανατραπεί η οικονομική ισορροπία της αρχικής σύμβασης, στην οποία απέβλεψαν τα αρχικώς συμβληθέντα μέρη, και μάλιστα υπέρμετρα σε βάρος της προμηθεύτριας αναδόχου εταιρείας (ΕλΣυν Έβδ. Τμ. 12/2023, 2057/2022). Ομοίως, κατά την ορθή κρίση του Κλιμακίου, η επίκληση της αύξησης του γενικού ετήσιου πληθωρισμού σε ποσοστό 12%, ανεξαρτήτως του ότι αποκλίνει σημαντικά από το ποσοστό αναπροσαρμογής των τιμών μονάδας που ενέκρινε η αναθέτουσα Αρχή και μάλιστα χωρίς να παρατίθεται επαρκής νόμιμη αιτιολογία στην 199/20.9.2022 απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής της, σε κάθε περίπτωση το εν λόγω στοιχείο λόγω της γενικότητάς του δεν αρκεί για να τεκμηριώσει την ανάγκη τροποποίησης των συμβατικών τιμών των προς προμήθεια αγαθών και μάλιστα στο συγκεκριμένο ποσοστό. Περαιτέρω, από τα εν γένει στοιχεία του φακέλου, όπως αυτά συμπληρώθηκαν ενώπιον του Κλιμακίου, καθόσον ενώπιον του Δικαστηρίου δεν προσκομίστηκαν νέα έγγραφα, δεν προκύπτει με αντικειμενικό και αξιόπιστο τρόπο η αναγκαιότητα αναπροσαρμογής του αρχικού συμβατικού τιμήματος στο ύψος της εγκριθείσας αναπροσαρμογής. Ειδικότερα: α) τα προσκομιζόμενα τιμολόγια που αφορούν επτά είδη ελαστικών επισώτρων, εκδοθέντα από τον κατά περίπτωση προμηθευτή, δεν είναι ικανά να αναδείξουν την πράγματι επικρατούσα στην αγορά κατάσταση, επομένως δεν παρέχουν τα εχέγγυα αξιοπιστίας και αντικειμενικότητας και είναι απρόσφορα για την τεκμηρίωση του τρόπου υπολογισμού της αιτούμενης από τον αντισυμβαλλόμενο οικονομικό φορέα αναπροσαρμογής και του ύψους αυτής (ΕλΣυν Ολ. 303/2023), β) ο ισχυρισμός ότι διενεργήθηκε έρευνα αγοράς που αφορά στην επικαιροποίηση της τιμής των υπό προμήθεια προϊόντων για την περίπτωση της απευθείας ανάθεσης τυγχάνει απορριπτέος ως αλυσιτελής, αφού και αληθής υποτιθέμενος δεν θα αρκούσε για την απόδειξη της αναγκαιότητας αυξητικής αναπροσαρμογής του συμβατικού τιμήματος. Σε κάθε περίπτωση, αναποδείκτως προβάλλεται, δοθέντος ότι δεν προσκομίστηκε κανένα απολύτως έγγραφο ή οποιοδήποτε άλλο αποδεικτικό μέσο που να στηρίζει τον ισχυρισμό περί διενέργειας «απλής έρευνας», γ) συναφώς, οι επικαλούμενες με την προσφυγή νέες υψηλότερες τιμές, σε περίπτωση που διενεργηθεί προμήθεια με απευθείας ανάθεση, ουδέν δύνανται να εισφέρουν στην παρούσα υπόθεση, καθόσον διαμορφώθηκαν, κατά τους ισχυρισμούς του προσφεύγοντος, από την κατά τα ανωτέρω «απλή έρευνα αγοράς» και όχι βάσει επίσημων στοιχείων προερχομένων από αρμόδιους κρατικούς φορείς που είναι, όπως έχει παγίως κριθεί (ΕλΣυν Έβδ. Τμ. 12/2023, 2057/2022), πρόσφορα να απεικονίσουν αντικειμενικά τις διαμορφωθείσες τιμές της αγοράς κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα. Εξάλλου το ενδεχόμενο μη εκτέλεσης της συμφωνίας – πλαίσιο από τον ανάδοχο, παρά την απειλή κυρώσεων που προβλέπονται στον νόμο και τη σύμβαση, αποτελεί μελλοντικό και αβέβαιο γεγονός, μη δυνάμενο να ασκήσει επιρροή στην κρίση περί της νομιμότητας της επίμαχης σύμβασης. Περαιτέρω, όπως ορθώς έγινε δεκτό και από το Κλιμάκιο, από την, εν τω μεταξύ, εκδοθείσα 95210/5.10.2022 εγκύκλιο του Υπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων απευθυνόμενη προς όλες τις αναθέτουσες αρχές της Επικράτειας (ΑΔΑ: 9Γ9446ΜΤΛΡ-ΧΕΘ) προκύπτει ότι ως προς τα ελαστικά, ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή (ΔΤΚ) από το έτος 2021 [ήτοι το έτος έκδοσης της διακήρυξης (15.5.2021) και διενέργειας του διαγωνισμού (30.6.2021)] έως τον χρόνο λήψης της απόφασης των οργάνων του προσφεύγοντος περί αναπροσαρμογής του τιμήματος της συμφωνίας – πλαίσιο, αυξήθηκε σε καταφανώς χαμηλότερο ποσοστό από αυτό της εγκριθείσας αναπροσαρμογής, γεγονός που δεν αμφισβητείται με την κρινόμενη προσφυγή και που καθιστά επιτακτικότερη την ανάγκη για εμπεριστατωμένη αιτιολόγηση εκ μέρους της αναθέτουσας αρχής του ποσοστού των αυξήσεων αυτών. Δοθέντος δε ότι κατά τον χρόνο λήψης της απόφασης περί αναπροσαρμογής των συμβατικών τιμών είχε τεθεί σε ισχύ το άρθρο 7 του ν. 4965/2022 με το οποίο απαριθμούνται οι ήδη προδιαληφθείσες (σκ. 5) προϋποθέσεις για την αναπροσαρμογή τιμών σε εκτελούμενες κατά την έναρξη ισχύος του συμβάσεις, όπως εν προκειμένω η συναφθείσα στις 4.8.2022 σύμβαση μεταξύ του προσφεύγοντος και της «.....», έπρεπε να ληφθεί υπόψη από τα αρμόδια όργανα του προσφεύγοντος για την κρίση επί της επιτρεπόμενης ή μη αναπροσαρμογής του συμβατικού τιμήματος και του ποσοστού αυτής. Ειδικότερα, όφειλε η αναθέτουσα αρχή να εξετάσει τη συνδρομή των προϋποθέσεων εφαρμογής του ως άνω άρθρου, ανεξαρτήτως των συγκριτικών στοιχείων που κατατέθηκαν από τον προσφεύγοντα ενώπιον του Κλιμακίου, ενόψει και του γεγονότος ότι απαραίτητο στοιχείο κατά τις ισχύουσες από τις 2.9.2022 προαναφερόμενες διατάξεις είναι η εφαρμογή από την αναθέτουσα αρχή του μαθηματικού τύπου κατά την οποία λαμβάνονται υπόψη τα στοιχεία που αναφέρονται στις εν λόγω διατάξεις, όπως ερμηνεύονται με την παρούσα απόφαση (σκ. 5), αφού συνεκτιμηθούν και τυχόν εντωμεταξύ εκδοθείσες κανονιστικές διατάξεις και εγκύκλιοι του ως άνω Υπουργείου (βλ. ενδεικτ. την προμνησθείσα 95213/5.10.2022 εγκύκλιοι και την 95210/5.10.2022 όμοια), με τις οποίες δίδονται αναλυτικές οδηγίες προς τις αναθέτουσες αρχές ως προς τον τρόπο εφαρμογής των κρίσιμων διατάξεων. Επιπροσθέτως, πρέπει να κριθεί η αναγκαιότητα και το ύψος της αναπροσαρμογής με βάση και τις λοιπές προεκτεθείσες προϋποθέσεις, μεταξύ των οποίων είναι και η παρέλευση δώδεκα μηνών από την καταληκτική ημερομηνία υποβολής προσφορών, η οποία εν προκειμένω, ήταν η 30η Ιουνίου 2021. Κατόπιν τούτων, πρέπει να απορριφθούν συνολικά ως αβάσιμοι οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί του προσφεύγοντος, τυχόν δε νέα απόφαση του αρμοδίου του οργάνου περί αναπροσαρμογής του συμβατικού τιμήματος πρέπει να λάβει υπόψη τις ως άνω διατάξεις, αφού προηγηθεί γνωμοδότηση της αρμόδιας Επιτροπής.Δεν ανακαλεί την 626/2022 Πράξη του ΣΤ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)267/2014
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ:Μη νόμιμη η καταβολη που αφορουσε στη δαπάνη πληρωμής, στο "……" (…..), της πρώτης δόσης της προγραμματικής σύμβασης, που έχει συνάψει ο Δήμος με το ανωτέρω νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, με αντικείμενο την "Επιστημονική υποστήριξη Δήμου …. στο πλαίσιο του Συμφώνου των Δημάρχων και της Βιώσιμης Ανάπτυξης".(....)Υπό τα ανωτέρω δεδομένα και σύμφωνα με τις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, πρέπει να γίνουν δεκτά τα ακόλουθα: α) Κατ’ αρχάς, το Ε.Π.Ι.Σ.Ε.Υ. - το οποίο, σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ. 1 του ν.3685/2008, ΦΕΚ 148 Α΄, και το ιδρυτικό του π.δ/μα 271/1989, ΦΕΚ 129 Α΄, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το π.δ/μα 13/1998, ΦΕΚ 24 Α΄, αποτελεί Ε.Π.Ι., ήτοι αυτοτελές ν.π.ι.δ. εκτός δημοσίου τομέα, λειτουργούντος στο πλαίσιο του Τμήματος Ηλεκτρολόγων Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου - δεν μπορούσε, όπως προεκτέθηκε (ανωτέρω σκέψη 3β΄) να συμμετέχει στην ελεγχόμενη σύμβαση ως μοναδικός αντισυμβαλλόμενος του Δήμου, καθόσον δεν του αναγνωρίζεται από το νόμο η δυνατότητα συμμετοχής του στις προγραμματικές συμβάσεις ως συνάπτοντα φορέα αλλά μόνο ως εκ τρίτου συμβαλλόμενο. Εξάλλου, δεν μπορεί να αποτελέσει νόμιμο έρεισμα για την σύναψη της ελεγχόμενης σύμβασης το άρθρο 11 παρ. 4 περ. δ΄ εδ. α΄ του μνημονευθέντος ν.3685/2008 (βλ. Ελ. Συν., Τμ. VII πράξη 181/2009), καθόσον η εν λόγω ειδική διάταξη, ισχύουσα παράλληλα με τις γενικές διατάξεις του εφαρμοζόμενου εν προκειμένω άρθρου 100 του ν.3852/2010, παρέχει, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή της με το άρθρο 32 παρ. 1 του ν.3794/2009 (ΦΕΚ 156 Α΄), στα Ε.Π.Ι. τη δυνατότητα σύναψης προγραμματικών συμβάσεων μόνο όταν αυτές αφορούν στη «βασική έρευνα στο γνωστικό αντικείμενό τους» ή στην «έρευνα που εξυπηρετεί την ανάπτυξη τομέων του Δημοσίου και του ευρύτερου δημοσίου τομέα», περίπτωση που δεν συντρέχει στην προκειμένη περίπτωση (βλ. κατωτέρω στοιχείο γ΄ παρούσας σκέψης). Επομένως, η εντελλόμενη με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα δαπάνη είναι μη νόμιμη και για τον ως άνω λόγο, ο οποίος, αφού αφορά στο νόμω βάσιμο της δαπάνης και προκύπτει ευθέως από τα στοιχεία του φακέλου, μπορεί να εξετασθεί και αυπεπαγγέλτως από το Κλιμάκιο τούτο (βλ. 198/2009, 83, 75/2007 πράξεις Ι Τμ. Ελ. Συν.).β) Από το παρατεθέν περιεχόμενο της ελεγχόμενης σύμβασης προκύπτει, κατά ορθό νομικό χαρακτηρισμό αυτής, ότι, αν και φέρεται ως προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν.3852/2010 αυτή συνιστά κατ’ ουσίαν απευθείας ανάθεση συνήθους εξ επαχθούς αιτίας δημόσιας σύμβασης υπηρεσιών από το Δήμο στο Ε.Π.Ι.Σ.Ε.Υ. Συγκεκριμένα, από το αντικείμενο της ελεγχόμενης σύμβασης και κυρίως από τη διαμόρφωση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλόμενων μερών προκύπτει ότι δεν αφορά σε πραγματική συνεργασία για την, από κοινού, εκτέλεση δημόσιας αποστολής των συμβαλλόμενων φορέων στον τομέα σχετικά με την ανάπτυξη της περιοχής του Δήμου, που, όπως προεκτέθηκε (ανωτέρω σκέψη 3α΄, β΄), απαιτείται να αφορά η προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν.3852/2010. Αντίθετα, το Ε.Π.Ι.Σ.Ε.Υ. υποχρεούται, έναντι καταβολής ανταλλάγματος από το Δήμο (50.000,00 ευρώ πλέον Φ.Π.Α., βλ. ανωτέρω σκέψη 4), στη παροχή προς αυτόν, απλώς, συγκεκριμένων υπηρεσιών συμβούλου για την εκπόνηση του ΣΔΑΕ του Δήμου, υπηρεσίες που είναι ανοικτές στον ανταγωνισμό και παρέχονται ελεύθερα στον ιδιωτικό τομέα από οποιονδήποτε δραστηριοποιούμενο στο σχετικό τομέα πάροχο. Περαιτέρω, από τη μνημονευθείσα στην προηγούμενη σκέψη σχετική 123/10.3.2013 πράξη ανάθεσης του Δ.Σ. ….προκύπτει ότι η σύναψη της ελεγχόμενης σύμβασης συνιστά πρωτοβουλία του Δήμου, κατά την άσκηση της δραστηριότητάς του, ο οποίος απέβλεψε στην υλοποίηση των ανατιθέμενων μ' αυτή υπηρεσιών με την ανάθεσή τους στο ανάδοχο Ε.Π.Ι.Σ.Ε.Υ., ενώ από το περιεχόμενο της σύμβασης αυτής προκύπτει ότι η συμβολή του περιορίζεται αποκλειστικά στην κάλυψη του κόστους για την παροχή των ανατεθεισών υπηρεσιών, βαρυνόμενος μόνο αυτός με το οικονομικό αντικείμενό της. Συνεπώς, τα μέρη δεν εκκινούν από την ίδια αφετηρία συμφερόντων με σκοπό την από κοινού εκπλήρωση μίας δημόσιας υπηρεσίας, αλλά ο Δήμος λειτουργεί ως αναθέτουσα αρχή που επιδιώκει την εκτέλεση υπηρεσίας εκ μέρους του αναδόχου Ε.Π.Ι.Σ.Ε.Υ., το οποίο επέχει θέση, απλώς, παρόχου υπηρεσιών, ελεγχόμενο ως προς την προσήκουσα υλοποίηση του συμβατικού αντικειμένου, προκειμένου να λάβει το συμβατικό αντάλλαγμα, που συνιστά και το αποκλειστικό οικονομικό αντικείμενο της σύμβασης. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η ελεγχόμενη σύμβαση συνιστά πράγματι σύμβαση παροχής υπηρεσιών, μεταξύ ενός δήμου και ενός οικονομικού φορέα, συναπτόμενη εξ επαχθούς αιτίας, αφού η παροχή του παρέχοντος την υπηρεσία Ε.Π.Ι.Σ.Ε.Υ. αντιστοιχεί στην υποχρέωση του Δήμου να καταβάλει αμοιβή. γ) Εφόσον, όπως έγινε δεκτό, η ελεγχόμενη σύμβαση συνιστά στην πραγματικότητα σύμβαση παροχής υπηρεσιών προς το Δήμο, η αξία της οποίας, χωρίς Φ.Π.Α., ανέρχεται στο ποσό των 50.000,00 ευρώ, η προσήκουσα διαδικασία ανάθεσής της ρυθμίζεται με τις μνημονευθείσες (ανωτέρω σκέψη 3.γ΄) διατάξεις των άρθρων 209 παρ. 2, 9 και 10, όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το άρθρο 20 παρ. 13 του ν.3731/2008, και 273 του Κ.Δ.Κ.. Στο πλαίσιο αυτό, κατ' αρχάς, σύμφωνα με την αρχή της οικονομικότητας, ως μερικότερης εκδήλωσης της γενικής αρχής της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, η οποία διέπει τη διαχείριση των δημόσιων οικονομικών και η οποία επιβάλλει την εκπλήρωση των σκοπών των δήμων με την κατά το δυνατόν ελάχιστη επιβάρυνση του προϋπολογισμού τους (βλ. και άρθρο 1 του ν.3871/2010 "Δημοσιονομική Διαχείριση και Ευθύνη", ΦΕΚ 141 Α΄, που καθιερώνει και νομοθετικά την ανωτέρω γενική αρχή), δεν αποδεικνύεται από τον, έχοντα το σχετικό βάρος απόδειξης, Δήμο ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις ανάθεσης των υπηρεσιών, που αποτελούν αντικείμενο των ως άνω συμβάσεων, σε τρίτους ιδιώτες (εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία, που δεν διαθέτουν οι δημοτικοί υπάλληλοι ή απόδειξη αντικειμενικής έλλειψης επαρκούς προσωπικού). Περαιτέρω, σε κάθε περίπτωση, η απευθείας ανάθεση της ελεγχόμενης σύμβασης αντιβαίνει στο μνημονευθέν άρθρο 209 παρ. 9 του Κ.Δ.Κ., αφού η δαπάνη της υπερβαίνει το ανώτατο όριο των 20.000,00 ευρώ, μέχρι του οποίου είναι επιτρεπτή βάσει ποσού η απευθείας