Α3/1813,1814/2010
Τύπος: Αποφάσεις
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΥΠΕΣ/61067/2011
ΘΕΜΑ: Διαφημιστικές πινακίδες και επιγραφές στα πρατήρια υγρών καυσίμων και στους σταθμούς αυτοκινήτων με αντλίες υγρών καυσίμων ΣΧΕΤ.: α) Η υπ΄αριθμ. 32/2006 εγκύκλιός μας β) Η Αγορανομική Διάταξη 7/2009 (ΦΕΚ 1388 Β), όπως τροποποιήθηκε με την υπ΄αριθμ. 1813/2010 (ΦΕΚ 975 Β) Απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας γ) Ο ν. 3710/2008 (ΦΕΚ 216 Α)
2/1601/0022/2008
Καταβολή έκτακτης παροχής στους δικαστικούς λειτουργούς, στα μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (NΣΚ), εν ενεργεία και συνταξιούχους όλων των βαθμίδων.( Τροποποιήθηκε με τις αριθ. 2/57417/0022/4?5?2009 (Β΄ 866), 2/38031/0022/7?6?2010 (Β΄ 898), 2/29841/0022/ 18?6?2013 (Β΄ 1493) και 2/25534/0026/2014- ΦΕΚ Β 928/14.04.2014 όμοιες )
ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)55/2014
Προγραμματικές συμβάσεις.Μη νόμιμη η καταβολη που αφορουσε στη δαπάνη πληρωμής, στο "Κέντρο Ερευνών Πανεπιστημίου ….", της «πρώτης δόσης χρηματοδότησης της προγραμματικής σύμβασης» για την "Παροχή εξειδικευμένων υπηρεσιών για την υποστήριξη του Δήμου στην αξιολόγηση και βελτίωση της οικονομικής του λειτουργίας με κατάρτιση και παρακολούθηση του Ολοκληρωμένου Πλαισίου Δράσης".(...)Υπό τα ανωτέρω δεδομένα και σύμφωνα με τις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, πρέπει να γίνουν δεκτά τα ακόλουθα: Από το παρατεθέν περιεχόμενο της ελεγχόμενης σύμβασης προκύπτει, κατά ορθό νομικό χαρακτηρισμό αυτής (βλ. ΑΠ. Ολ. 123/2012, 7/2011), ότι, αν και φέρεται ως προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν.3852/2010, αυτή συνιστά κατ' ουσία απευθείας ανάθεση υπηρεσιών από το Δήμο στο Πανεπιστήμιο ….. (κι όχι ως εσφαλμένως υπολαμβάνει, στο δεύτερο λόγο διαφωνίας της, η διαφωνούσα Επίτροπος στο "Κέντρο Ερευνών Πανεπιστημίου …..", το οποίο αποτελεί υπηρεσιακή μονάδα του που δεν διαθέτει ιδία νομική οντότητα, και στο οποίο σύμφωνα, σε κάθε περίπτωση, με το άρθρο 3 παρ. 5 της ελεγχόμενης σύμβασης τα «ποσά της χρηματοδότησης της σύμβασης θα κατατίθενται από το Δήμο σ' αυτό», βλ. 219/2010, 377, 117/2009, 131/2006 πράξεις VII Τμ. Ελ.Συν., ΣτΕ 1128/2009, Ε.Α. ΣτΕ 405/2007). Η ως άνω δε απευθείας ανάθεση αντιβαίνει στις μνημονευθείσες (ανωτέρω σκέψη 3) διατάξεις των άρθρων 209 παρ. 9 και 10 του Κ.Δ.Κ., καθόσον δεν συντρέχουν οι περιοριστικά αναφερόμενες στις εν λόγω διατάξεις περιπτώσεις που δικαιολογούν την προσφυγή στην εξαιρετική αυτή διαδικασία ανάθεσης, από τους δήμους, συμβάσεων παροχής υπηρεσιών. Συγκεκριμένα, από το αντικείμενο της ελεγχόμενης σύμβασης προεχόντως δε, από τον προσδιορισμό των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλόμενων μερών προκύπτει ότι δεν αφορά σε αλληλοσυμπλήρωση αρμοδιοτήτων ή οικονομικοτεχνικών μέσων δημοσίων νομικών προσώπων στο πλαίσιο κοινά εξυπηρετούμενου δημόσιου σκοπού, που όπως προεκτέθηκε (ανωτέρω σκέψη 3) απαιτείται να αφορά η προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν.3852/2010. Αντίθετα, όπως προκύπτει, το Πανεπιστήμιο ….. υποχρεούται, έναντι καταβολής ανταλλάγματος από το Δήμο (30.000,00 ευρώ), στη παροχή προς αυτόν, απλώς, συγκεκριμένων υπηρεσιών συμβουλευτικής υποστήριξής του σε θέματα που αφορούν στην αξιολόγηση της υφιστάμενης οικονομικής κατάστασής του και εκπόνηση σχεδίου βελτίωσης αυτής, υπηρεσίες που είναι ανοικτές στον ανταγωνισμό και παρέχονται ελεύθερα στον ιδιωτικό τομέα από οποιονδήποτε δραστηριοποιούμενο στο σχετικό τομέα πάροχο.
Π.Δ 104/2010
Εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2008/57/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2008, σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του κοινοτικού σιδηροδρομικού συστήματος (EE L 191/1 της 18.7.2008), και της Οδηγίας 2009/131/ΕΚ της Επιτροπής, της 16ης Οκτωβρίου 2009, περί τροποποιήσεως του παραρτήματος VII της Οδηγίας 2008/57/ΕΚ (EE L 273/12 της 17.10.2009).
Ν.4632/2019- ΦΕΚ: 159/Α/14.10.2019 μέρος τέταρτο άρθρο 88 παρ. 4 Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1 του άρθρου 51, το π.δ. 104/2010 (Α΄ 181) καταργείται από την έναρξη ισχύος του Πρώτου Μέρους. Η υπ’ αριθμ. απόφαση ΑΣ16.4/οικ.24863/2723/12 (Β΄ 1812) διατηρείται σε ισχύ, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 3 του άρθρου 18 του Πρώτου Μέρους.
Ν.4632/2019- ΦΕΚ: 159/Α/14.10.2019 άρθρο 89 1. Η ισχύς του Πρώτου και του Δεύτερου Μέρους του παρόντος νόμου αρχίζει από 16.6.2019, εξαιρουμένων των διατάξεων του άρθρου 79 που ισχύουν από τη δημοσίευσή τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 2. Η ισχύς του Τρίτου Μέρους του παρόντος νόμου αρχίζει από 25.12.2018. 3. Η ισχύς του Τέταρτου Μέρους του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
-Ν.4632/2019- ΦΕΚ: 159/Α/14.10.2019 άρθρο 51 παρ. 1: 1. Τα παραρτήματα IV, V, VII και IX του π.δ. 104/2010, όπως έχουν τροποποιηθεί, το μεν παράρτημα V με το παράρτημα Ι του άρθρου 1 της ΑΣ4.1/75307/5740/3.12.2015 κοινής αποφάσεως των Υπουργών Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Υποδομών Μεταφορών και Δικτύων (Β΄ 2755) το δε παράρτημα ΙΧ με την παράγραφο 2 του άρθρου 43 του ν. 4313/2014 (Α΄ 261), ισχύουν μέχρι την ημερομηνία εφαρμογής των αντίστοιχων εκτελεστικών πράξεων που αναφέρονται στην παράγραφο 5 του άρθρου 7, στην παράγραφο 4 του άρθρου 9, στην παράγραφο 10 του άρθρου 14 και στην παράγραφο 9 του άρθρου 15 της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/797.
ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)106/2013
Εξόφληση του 3ου και 4ου λογαριασμού της μελέτης με τίτλο «Σχέδιο Χωρικής Οικιστικής Οργάνωσης Ανοικτής Πόλης (ΣΧΟΟΑΠ)/Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο (ΓΠΣ) Δήμου ......».(...)Ειδικότερα, για τη νόμιμη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης μελέτης με τον ανάδοχο της αρχικής σύμβασης πρέπει να υπάρχουν επιπρόσθετες εργασίες που κατέστησαν αναγκαίες κατά την εκτέλεση της σύμβασης και είτε δεν ήταν δυνατόν να διαχωριστούν από τεχνική και οικονομική άποψη από την κύρια σύμβαση είτε ήταν αναγκαίες για την ολοκλήρωση και την τελειοποίησή της, ενώ περαιτέρω οι εργασίες αυτές πρέπει να οφείλονται σε περιστάσεις, που δεν μπορούσαν να προβλεφθούν κατά την σύναψη της αρχικής σύμβασης. Κατά την πάγια νομολογία δε του Δικαστηρίου τούτου (βλ. αποφάσεις Τμ. Μείζονος-Επταμελούς Σύνθεσης 3210, 2489/2011, πράξεις VII Τμ. Ελ.Συν. 412, 296/2010, 279, 277/2008) ως απρόβλεπτες περιστάσεις θεωρούνται τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία δεν ανάγονται στο χρόνο κατάρτισης της αρχικής σύμβασης και αντικειμενικά δεν μπορούσαν να προβλεφθούν σύμφωνα με τους κανόνες επιμέλειας του μέσου συνετού ανθρώπου του οικείου κλάδου. Η αλλαγή στον τρόπο υπολογισμού του αρχικού συμβατικού αντικειμένου ή η διαφορά στην αμοιβή της αναδόχου που προκαλείται συνεπεία αυτού, δεν αφορά σε μελέτες πρόσθετες ή νέες που δύνανται να περιληφθούν σε συμπληρωματική σύμβαση. Με αυτόν τον τρόπο επιδιώκεται απλώς η αύξηση του προϋπολογισμού του αρχικού αντικειμένου ώστε να καλυφθούν οι διαφορές στην κοστολόγηση, οι οποίες προέκυψαν κατά την εκτέλεσή του και, ως εκ τούτου, δεν μπορούν να ενταχθούν σε συμπληρωματική σύμβαση (απόφαση VI Τμήματος 2503/2009). Εξάλλου, η συνολική αμοιβή των συμπληρωματικών εργασιών δεν πρέπει να υπερβαίνει το 50% της αρχικής συμβατικής αμοιβής, σε κάθε περίπτωση δε οι συμπληρωματικές αυτές εργασίες εκτελούνται μόνο μετά την σύνταξη συγκριτικού πίνακα που τις περιλαμβάνει, ο οποίος εγκρίνεται πριν εξαντληθεί η συνολική προθεσμία για την περαίωση του μελετητικού έργου (βλ. πράξεις VII Τμήματος 182/2009, 279/2008). (Κρίθηκε μη ανακλητέα (Πράξη Ελ. Συν. 58/2013 Τμ. 7)
ΣΤΕ/ΕΑ/456/2013
Ανάδειξη αναδόχου καθαρισμού χώρων...Επειδή, όπως έχει ήδη εκτεθεί, μεταξύ των δραστηριοτήτων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 2004/17 είναι και οι δραστηριότητες εκμετάλλευσης γεωγραφικής περιοχής, με σκοπό την «διάθεση» αερολιμένος σε αεροπορικούς μεταφορείς (άρθρο 7 περ. β΄). Εν προκειμένω όμως, η υπό ανάθεση σύμβαση με αντικείμενο, όπως προκύπτει από τα οριζόμενα στη διακήρυξη ( βλ. άρθρο 4 και 5 της Ειδικής Συγγραφής Υποχρεώσεων), συνήθεις εργασίες καθαρισμού χώρων κοινών κτιριακών εγκαταστάσεων (επιφανειών, υαλοπινάκων, χώρων υγιεινής, επίπλων γραφείων, αιθουσών επιβατών κ.λ.π.) του Αεροσταθμού Κρατικού Αερολιμένα ..., δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι εξυπηρετεί αμέσως την ανωτέρω δραστηριότητα, κατά την ήδη εκτεθείσα έννοια της Οδηγίας 2004/17. Συνεπώς, εν όψει και της επιβαλλόμενης, σύμφωνα με τα γενόμενα δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, στενής ερμηνείας των διατάξεων της Οδηγίας 2004/17, ο επίδικος διαγωνισμός εκφεύγει του πεδίου εφαρμογής της Οδηγίας αυτής και εμπίπτει, ως εκ του αντικειμένου του και του ύψους της προϋπολογισθείσης δαπάνης, στο πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 2004/18 [(πρβλ. ΕΑ 82/2013, 499/2012, με τις οποίες κρίθηκε ότι, διαγωνισμοί για την ανάθεση υπηρεσιών καθαριότητας σε χώρους λιμένων, ενέπιπταν στο πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 2004/17, διότι, λόγω του ειδικού αντικειμένου τους (εκτέλεση εργασιών καθαρισμού και ειδικών λιμενικών χώρων και εγκαταστάσεων), τελούσαν σε άμεση σχέση με την εκπλήρωση της δραστηριότητας «διάθεσης» λιμένος σε θαλασσίους μεταφορείς, πρβλ. επίσης ΕΑ 433/2011, 986/2010, 872/2007, 785/2007, 769/2007)]. Επομένως, αρμόδιο, κατά τις διατάξεις του ν. 3886/2010, για την εκδίκαση της υπό κρίση αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων είναι, ενόψει του ύψους του προϋπολογισμού της υπό ανάθεση σύμβασης, το Διοικητικό Εφετείο της έδρας της αναθέτουσας αρχής, ήτοι το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών, στο οποίο πρέπει να παραπεμφθεί.
ΕΣ/ΤΜ.4/24/2019
Προμήθεια τροφίμων:..ζητείται παραδεκτώς η ανάκληση της 62/2019 πράξης του Κλιμακίου Προληπτικού Ελέγχου Δαπανών στο IV Τμήμα, Με δεδομένα τα ανωτέρω, το Τμήμα κρίνει ότι όσον αφορά τη μη νόμιμη χορήγηση της άδειας καταλληλότητας του οχήματος της αναδόχου εταιρείας με την επωνυμία «....», αυτή, κατά παραδοχή του σχετικού λόγου ανακλήσεως, νομίμως εχώρησε από τη Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της Περιφερειακής Ενότητας ...., εφόσον, σύμφωνα με τα αναφερθέντα ανωτέρω (παρ. ΙΙΙ) αρμόδιες για τη χορήγηση αυτού του είδους της βεβαίωσης είναι, όταν πρόκειται για μεταφορά τροφίμων ζωικής προελεύσεως, οι κατά τόπους αρμόδιες Περιφερειακές Υπηρεσίες Κτηνιατρικής (ανάλογα με το πού έλαβε χώρα η ταξινόμηση ή έκδοση άδειας κυκλοφορίας του οχήματος) και, εν προκειμένω, η Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της Περιφερειακής Ενότητας .... (άρθρα 14 και 18 του π.δ. 145/2010 «Οργανισμός της Περιφέρειας ....» εκδοθέν κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 241 παρ. 1 και 7 του ν. 3852/2010). Όσον αφορά δε τον ισχυρισμό του αιτούντος την ανάκληση νομικού προσώπου ότι δεν ήταν απαραίτητη από πλευράς της αναδόχου …. η υποχρέωση προσκόμισης πιστοποιητικού HACCP, αλλά απλώς υποχρέωση δήλωσης ότι εφαρμόζει τις αρχές HACCP, η οποία (υποχρέωση) καλύφθηκε από σχετική δήλωση στην προσφορά της, ορθώς κρίθηκε από το Κλιμάκιο ότι η προσκόμιση πιστοποιητικού HACCP ήταν υποχρεωτική, προεχόντως, διότι προβλεπόταν στη διακήρυξη επί ποινή αποκλεισμού, όπως ρητά και με σαφήνεια αναγράφεται στη σελ. 50 αυτής (…είναι απαραίτητο το πιστοποιητικό εφαρμογής του συστήματος Ανάλυσης Κινδύνων & Κρίσιμων Σημείων Ελέγχου HACCP των προμηθευτών …), ενώ η διατήρηση από το Νοσοκομείο της δυνατότητας μη παραλαβής όσων προϊόντων δεν ανταποκρίνονταν στις απαιτούμενες ποιοτικές προδιαγραφές σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υποκαταστήσει την πιστοποιημένη εφαρμογή των αρχών του ως άνω συστήματος. Λαμβανομένου, όμως, υπ’ όψιν του γεγονότος ότι η εν λόγω ανάδοχος υπέβαλε δήλωση ότι τηρεί τον Οδηγό Υγιεινής 2 του ΕΦΕΤ (ο οποίος βασίζεται στις αρχές HACCP), γεγονός που οδήγησε τα αρμόδια όργανα του Νοσοκομείου να θεωρήσουν συγγνωστώς ότι καλύπτεται η σχετική απαίτηση της διακήρυξης, ότι η σύμβαση έχει κατά το μεγαλύτερο μέρος της εκτελεσθεί, χωρίς να ανακύψουν προβλήματα ως προς την ποιότητα των παρεχομένων προϊόντων, καθώς και ότι τυχόν διακοπή της τροφοδοσίας θα δημιουργήσει στο Νοσοκομείο μεγάλες δυσχέρειες στη λειτουργία του, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή και η προσβαλλόμενη πράξη πρέπει να ανακληθεί. Κατά τη γνώμη, όμως, του Συμβούλου Κωνσταντίνου Παραθύρα και του Παρέδρου Ιωάννη Νταλαχάνη η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί, διότι ο σχετικός όρος της διακήρυξης περί πιστοποίησης εφαρμογής αρχών HACCP από τους αναδόχους ήταν σαφής και η σχετική έλλειψη δεν μπορεί να καλυφθεί κατ’ άλλο τρόπο, λαμβανομένου υπ’ όψιν και του γεγονότος ότι αφορά τον ευαίσθητο τομέα της τροφοδοσίας ασθενών.
Δ.ΠΡΩΤ.ΑΘ/5492/2020
Αστική ευθύνη δημοσίου...Επειδή, με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τις προπαρατεθείσες διατάξεις, το Δικαστήριο λαμβάνει κατ αρχάς υπόψη του ότι την κύρια βάση των αξιώσεων του ενάγοντος συγκροτούν πράξεις σχηματισμών (Κλιμάκιου και Τμήματος) του Ελεγκτικού Συνεδρίου, που αποτελούνται από δικαστικούς λειτουργούς, εκδοθείσες κατά τη διενέργεια του προληπτικού ελέγχου των χρηματικών ενταλμάτων πληρωμής του. Εξάλλου, οι πράξεις, που εκδίδονται κατά τον προληπτικό έλεγχο δαπανών δεν είναι αποφάσεις δικαιοδοτούντος οργάνου, αλλά εντάσσονται στις ελεγκτικές αρμοδιότητες του Ελεγκτικού Συνεδρίου (βλ. ΑΕΔ 22/2009 σκ. 5, 15/1979, ΣτΕ 1364/2016, 2256/2016, 4116/2015, ΟλΕλΣυν 437/2018, 1248/2014, πρακτικά της 16ης Γενικής Συνεδρίασης της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου της 19ης Σεπτεμβρίου 2012 και πρακτικά της 11ης Γενικής Συνεδρίασης της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου της 9ης Ιουνίου 2010). Πλην όμως, η ανάθεση του ελεγκτικού αυτού έργου στους ανωτέρω σχηματισμούς του Ελεγκτικού Συνεδρίου (Κλιμάκιο, Τμήμα) δεν αλλοιώνει τον δικαστικό τους χαρακτήρα, αλλά αντιθέτως γίνεται ακριβώς λόγω του χαρακτήρα τους αυτού και των συνδεόμενων με αυτόν εγγυήσεων ανεξαρτησίας (βλ. ΣτΕ 322/2011, 3773/2011, 2909/1986 Ολ. ΟλΕλΣυν 2237/2014, 2822/2011, πρακτικά της 16ης Γενικής Συνεδρίασης της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου της 19ης Σεπτεμβρίου 2012, πρβλ. και την διάταξη του άρθρου 89 παρ. 2 του Συντάγματος, που διακρίνει πάντως τις ελεγκτικές αρμοδιότητες από το σύνολο της διοικητικής ύλης και επιτρέπει κατ εξαίρεση τη συμμετοχή δικαστικών λειτουργών στα συλλογικά όργανα, που τις ασκούν). Άλλωστε, σύμφωνα με τα γινόμενα ερμηνευτικώς δεκτά στην σκέψη τέσσερα της παρούσας απόφασης, για την ταυτότητα του νομικού λόγου, και μέχρις ότου ρυθμισθεί νομοθετικά ειδικώς η ευθύνη του Δημοσίου από πράξεις οργάνων της δικαστικής λειτουργίας, το άρθρο 105 ΕισΝΑΚ είναι αναλόγως εφαρμοστέο και στην περίπτωση, που οι πράξεις των οργάνων αυτών, από τις οποίες προκαλείται ζημία δυνάμενη να αποδοθεί σε πρόδηλο σφάλμα τους, είναι κατά περιεχόμενο διοικητικής και δη ελεγκτικής φύσης (πρβλ. ΣτΕ 48/2016). Συνεπώς, εν προκειμένω, ανακύπτει το ίδιο ζήτημα με αυτό, που ήχθη ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας με τις .../2.10. 2019 πράξεις της Επιτροπής του άρθρου 1 του ν. 3900/2010, ήτοι το ζήτημα των ουσιαστικών προϋποθέσεων θεμελίωσης της αστικής ευθύνης του Δημοσίου από ζημιογόνες πράξεις και παραλείψεις οργάνων του ενταγμένων στη δικαστική λειτουργία. Ενόψει των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει, κατ άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 3900/ 2010, να ανασταλεί η πρόοδος της παρούσας δίκης μέχρι να δημοσιευθούν οι αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας επί των σχετικών με τις ως άνω πράξεις της Επιτροπής του άρθρου 1 παρ. 1 του ν. 3900/2010 με αριθμούς εισαγωγής ΑΓ 51.../27.10.2015, 34.../8.7.2016, 18.../13.10.2015 και 66.../10.10.2016 αγωγών.
Δ.ΠΡΩΤ.ΑΘ/15755/2019
Φορολογία εισοδήματος..Επειδή, το δικαίωμα του Δημοσίου για την έκδοση και κοινοποίηση των επίδικων πράξεων, οικονομικών ετών 2002 έως 2006, έχει υποπέσει στην προβλεπόμενη από το άρθρο 84 του ΚΦΕ (γενική) πενταετή παραγραφή, η οποία άρχισε στις 31.12.2002, 31.12.2003, 31.12.2004, 31.12.2005 και 31.12.2006 και συμπληρώθηκε στις 31.12.2007, 31.12.2008, 31.12.2009, 31.12. 2010 κ α ι 31.12.2011 αντιστοίχως, δοθέντος ότι : α. εν προκειμένω, δεν τυγχάνει εφαρμογής η δεκαπενταετής παραγραφή που επικαλείται η φορολογική αρχή. Και τούτο, διότι προϋπόθεση εφαρμογής της εν λόγω παραγραφής αποτελεί η μη υποβολή, παρά την ύπαρξη σχετικής υποχρέωσης, φορολογικής δηλώσεως, ενώ στην προκειμένη περίπτωση, ακόμη και αν ήθελε υποτεθεί ότι μεταξύ των προσφευγόντων συστήθηκε πράγματι αφανής εταιρεία, η εταιρεία αυτή δεν είχε υποχρέωση, σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικά ανωτέρω, για την υποβολή Φορολογικής δηλώσεως. Β οι διατάξεις των άρθρων 11 ν. 3513/2006, 29 ν. 3697/2008, 10 ν. 3790/2009, 82 ν. 3842/2010, όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 92 παρ. 3 περ. β του ν. 3862/2010, 18 παρ. 2 τ ου ν. 4002/2011 και δεύτερου παρ. 1 ν. 4098/2012, 22 ν. 4203/2013, 87 ν. 4316/2014 και 22 ν. 4337/2015, με τις οποίες παρατάθηκε διαδοχικά ο χρόνος παραγραφής φορολογικών αξιώσεων του Δημοσίου αναγόμενων σε χρήσεις προγενέστερες του προηγούμενου της δημοσιεύσεως των εν λόγω νόμων ημερολογιακού έτους, όπως είναι οι ένδικες, πέραν του ότι δεν τυγχάνουν εφαρμογής επί επιβολής κυρώσεων, επιπροσθέτως είναι ανίσχυρες και μη εφαρμοστέες, ως αντιβαίνουσες, σύμφωνα με τα ήδη εκτεθέντα στο άρθρο 78 παρ. 1 και 2 του Συντάγματος, γ. εν προκειμένω, δεν τυγχάνει εφαρμογής η δεκαετής παραγραφή. Κ α ι τούτο διότι τα στοιχεία στα οποία βασίσθηκε η φορολογική αρχή, και δη οι δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, στις οποίες, ανεξάρτητα από τον κωδικό στον οποίο δηλώθηκαν, συμπεριελήφθησαν, πάντως, τα τιμήματα από τις μεταβιβάσεις των ακινήτων που θεωρήθηκαν από τη φορολογική αρχή ως άσκηση εμπορικής δραστηριότητας, δεν αποτελούν συμπληρωματικά στοιχεία κατά την έννοια του άρθρου 68 παρ. 2 περ. α του ΚΦΕ ικανά να δικαιολογήσουν την επιμήκυνση της κατ άρθρο 84 παρ. 1 του ΚΦΕ πενταετούς προθεσμίας παραγραφής, διότι οι δηλώσεις αυτές, είχαν περιέλθει σε γνώση της φορολογικής αρχής, εντός της ως άνω πενταετούς προθεσμίας. (...)Επειδή, κατ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση προσφυγή και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη με την οποία απερρίφθη η κατά των καταλογιστικών πράξεων ασκηθείσα ενδικοφανής προσφυγή. Περαιτέρω, πρέπει να διαταχθεί η απόδοση του καταβληθέντος παραβόλου στους προσφεύγοντες (άρθρο 277 παρ. 9 Κ.Δ.Δ.), ενώ, κατ εκτίμηση των περιστάσεων, πρέπει να μην καταλογισθούν δικαστικά έξοδα σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου (άρθρο 275 παρ. 1 Κ.Δ.Δ).
ΕΣ/ΤΜ.ΜΕΙΖ/ΕΠΤΑΜ/1747/2016
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ:Αίτηση αναθεώρηση της 1114/2016 απόφασης του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες νομικές σκέψεις, ορθώς το VI Τμήμα έκρινε ότι η ελεγχόμενη σύμβαση δεν αποτελεί γνήσια προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν. 38520/2010, τουναντίον αυτή υποκρύπτει εξ επαχθούς αιτίας σύμβαση παροχής υπηρεσιών, αφού συνάπτεται μεταξύ δύο μερών που δεν εκκινούν από κοινή αφετηρία για την επίτευξη δημόσιου σκοπού, αλλά επιδιώκουν, ο μεν Δήμος τη δημιουργία και την εύρυθμη λειτουργία του Γραφείου Πληροφόρησης και Προώθησης της Απασχόλησης, για την εκπλήρωση της αποστολής που έχει αναλάβει, δυνάμει του άρθρου 75 του Κ.Δ.Κ., η δε «Ε.ΚΕ.ΠΕ.Ε. ΕΠΕ» το αντάλλαγμα για την παροχή των υπηρεσιών που αποτελεί το αντικείμενο των αναλαμβανόμενων από αυτή δράσεων. Για την επίτευξη του σκοπού της σύμβασης, προβλέπεται μονομερής περιουσιακή μετακίνηση από το Δήμο στην «Ε.ΚΕ.ΠΕ.Ε. ΕΠΕ», με τη μορφή ανταλλάγματος έναντι των παρεχόμενων, μέσω της σύμβασης, υπηρεσιών, ενώ ο επιδιωκόμενος από τα αντισυμβαλλόμενα μέρη σκοπός επιτυγχάνεται αποκλειστικά μέσω της σύμβασης αυτής και κατ’ ουσία εξαντλείται με την εκτέλεσή της, χωρίς να απαιτείται η σύναψη εκτελεστικών συμβάσεων. Επομένως, στη συγκεκριμένη περίπτωση, η σύμβαση συνάπτεται από επαχθή αιτία μεταξύ μίας αναθέτουσας Αρχής, κατά την έννοια του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ενός ιδιώτη, η οποία υπάγεται στην έννοια της δημόσιας σύμβασης του π.δ. 60/2007 και έχει ως αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών κατάρτισης και επαγγελματικής εκπαίδευσης που εντάσσονται στο Παράρτημα ΙΙ Β της Οδηγίας 2004/18, έναντι αντιπαροχής ύψους 390.660,00 ευρώ (συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ). Ειδικότερα, οι ανωτέρω υπηρεσίες που παρέχονται από την «Ε.ΚΕ.ΠΕ.Ε. ΕΠΕ» στο Δήμο και προσιδιάζουν σε : α) «Υπηρεσίες επαγγελματικής κατάρτισης» (CPV 80530000-8), β)«Υπηρεσίες εκπαίδευσης και επιμόρφωσης» (CPV 80000000-4 ) και γ) «Υπηρεσίες εκπαίδευσης ενηλίκων και άλλες εκπαιδευτικές υπηρεσίες» (CPV 80400000-8), είναι ανοικτές στον ανταγωνισμό και δύνανται να παρασχεθούν από πλήθος δραστηριοποιούμενων επιχειρήσεων, είτε με την μορφή του Κέντρου Επαγγελματικής Κατάρτισης, είτε με άλλη μορφή. Τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από τον αιτούντα Δήμο, ήτοι ότι, εν προκειμένω, πρόκειται για γνήσια προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν. 3852/2010, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα. Στο ως άνω νομικό χαρακτηρισμό της ελεγχόμενης σύμβασης, ως εξ επαχθούς αιτίας, συνηγορεί και η πρόβλεψη επιβολής ΦΠΑ 23%, ο οποίος επιβάλλεται μόνο σε αυτής της κατηγορίας συμβάσεις παροχής υπηρεσιών. Κατόπιν αυτών, για την ανάθεση των εν λόγω υπηρεσιών έπρεπε να προηγηθεί διαγωνιστική διαδικασία, ώστε να αναπτυχθεί ανταγωνισμός, ενώ σε κάθε περίπτωση δεν προέκυψε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του άρθρου 25 του π.δ 60/2007 για την προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία της ανάθεσης, με διαπραγμάτευση, χωρίς την δημοσίευση προκήρυξης. Με την κρινόμενη αίτηση, προβάλλεται επίσης ότι παραβιάζονται οι αρχές της ισότητας και της ασφάλειας δικαίου, καθόσον με την 7/2015 Πράξη του Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο Νομό Κυκλάδων κρίθηκε νόμιμη προγραμματική σύμβαση μεταξύ της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου της Περιφερειακής Ένωσης Δήμων Ν. Αιγαίου και της εταιρείας «.....», με αντικείμενο «Προγράμματα και δράσεις κατάρτισης», η οποία είχε όμοιο περιεχόμενο με την κρινόμενη σύμβαση. Συναφώς, στο από 24.6.2016 υπόμνημα αναφέρονται και άλλες ελεγχόμενες περιπτώσεις προγραμματικών συμβάσεων, οι οποίες κρίθηκαν νόμιμες από το Ελεγκτικό Συνέδριο. Τα ανωτέρω, όμως, προβάλλονται αλυσιτελώς, αφού πρόκειται για συμβάσεις με διαφορετικό αντικείμενο από την ελεγχόμενη, συνεπώς οι κρίσεις επ’ αυτών δεν δεσμεύουν το Δικαστήριο στην ένδικη περίπτωση. Τέλος, απορριπτέοι είναι οι ισχυρισμοί περί συγγνωστής πλάνης του αναθέτοντος Δήμου και συνδρομής λόγων δημοσίου συμφέροντος για τη σύναψη της ελεγχόμενης σύμβασης. Και τούτο διότι, οι διατάξεις που διέπουν τη σύναψη προγραμματικών συμβάσεων είναι σαφείς και η σχετική νομολογία του Δικαστηρίου πάγια, το δε δημόσιο συμφέρον εξυπηρετείται, προεχόντως, με την τήρηση των αρχών της νομιμότητας στις διαδικασίες σύναψης των συμβάσεων αυτών.
Απορρίπτει την από 15.6.2016 αίτηση αναθεώρησης