Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)55/2014

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3852/2010

Προγραμματικές συμβάσεις.Μη νόμιμη η καταβολη που αφορουσε  στη δαπάνη πληρωμής, στο "Κέντρο Ερευνών Πανεπιστημίου ….", της «πρώτης δόσης χρηματοδότησης της προγραμματικής σύμβασης» για την "Παροχή εξειδικευμένων υπηρεσιών για την υποστήριξη του Δήμου στην αξιολόγηση και βελτίωση της οικονομικής του λειτουργίας με κατάρτιση και παρακολούθηση του Ολοκληρωμένου Πλαισίου Δράσης".(...)Υπό τα ανωτέρω δεδομένα και σύμφωνα με τις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, πρέπει να γίνουν δεκτά τα ακόλουθα: Από το παρατεθέν περιεχόμενο της ελεγχόμενης σύμβασης προκύπτει, κατά ορθό νομικό χαρακτηρισμό αυτής (βλ. ΑΠ. Ολ. 123/2012, 7/2011), ότι, αν και φέρεται ως προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν.3852/2010, αυτή συνιστά κατ' ουσία απευθείας ανάθεση υπηρεσιών από το Δήμο στο Πανεπιστήμιο ….. (κι όχι ως εσφαλμένως υπολαμβάνει, στο δεύτερο λόγο διαφωνίας της, η διαφωνούσα Επίτροπος στο "Κέντρο Ερευνών Πανεπιστημίου …..", το οποίο αποτελεί υπηρεσιακή μονάδα του που δεν διαθέτει ιδία νομική οντότητα, και στο οποίο σύμφωνα, σε κάθε περίπτωση, με το άρθρο 3 παρ. 5 της ελεγχόμενης σύμβασης τα «ποσά της χρηματοδότησης της σύμβασης θα κατατίθενται από το Δήμο σ' αυτό», βλ. 219/2010, 377, 117/2009, 131/2006 πράξεις VII Τμ. Ελ.Συν., ΣτΕ 1128/2009, Ε.Α. ΣτΕ 405/2007). Η ως άνω δε απευθείας ανάθεση αντιβαίνει στις μνημονευθείσες (ανωτέρω σκέψη 3) διατάξεις των άρθρων 209 παρ. 9 και 10 του Κ.Δ.Κ., καθόσον δεν συντρέχουν οι περιοριστικά αναφερόμενες στις εν λόγω διατάξεις περιπτώσεις που δικαιολογούν την προσφυγή στην εξαιρετική αυτή διαδικασία ανάθεσης, από τους δήμους, συμβάσεων παροχής υπηρεσιών. Συγκεκριμένα, από το αντικείμενο της ελεγχόμενης σύμβασης προεχόντως δε, από τον προσδιορισμό των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλόμενων μερών προκύπτει ότι δεν αφορά σε αλληλοσυμπλήρωση αρμοδιοτήτων ή οικονομικοτεχνικών μέσων δημοσίων νομικών προσώπων στο πλαίσιο κοινά εξυπηρετούμενου δημόσιου σκοπού, που όπως προεκτέθηκε (ανωτέρω σκέψη 3) απαιτείται να αφορά η προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν.3852/2010. Αντίθετα, όπως προκύπτει, το Πανεπιστήμιο ….. υποχρεούται, έναντι καταβολής ανταλλάγματος από το Δήμο (30.000,00 ευρώ), στη παροχή προς αυτόν, απλώς, συγκεκριμένων υπηρεσιών συμβουλευτικής υποστήριξής του σε θέματα που αφορούν στην αξιολόγηση της υφιστάμενης οικονομικής κατάστασής του και εκπόνηση σχεδίου βελτίωσης αυτής, υπηρεσίες που είναι ανοικτές στον ανταγωνισμό και παρέχονται ελεύθερα στον ιδιωτικό τομέα από οποιονδήποτε δραστηριοποιούμενο στο σχετικό τομέα πάροχο.

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕλΣυν.Κλ.Τμ.7/12/2016

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ:Με τα δεδομένα αυτά, από το προπαρατεθέν περιεχόμενο της ελεγχόμενης σύμβασης προκύπτει ότι αυτή δεν φέρει τα χαρακτηριστικά της προγραμματικής συμφωνίας του άρθρου 100 του ν. 3852/2010, αλλά συνιστά κατ’ ουσίαν απευθείας ανάθεση εξ επαχθούς αιτίας δημόσιας σύμβασης υπηρεσιών από το Δήμο στο Κέντρο Ερευνών Πανεπιστημίου …. Και τούτο διότι τα συμβαλλόμενα μέρη δεν συμπράττουν ισόρροπα, εκκινώντας από κοινή αφετηρία, με σκοπό την εκτέλεση κοινά εξυπηρετούμενου δημόσιου σκοπού, αλλά επιδιώκουν την ικανοποίηση όλως διακριτών και αντιθέτων συμφερόντων, καθόσον ο Δήμος ..., λειτουργώντας ως Αναθέτουσα Αρχή (η οποία ασκεί εποπτεία κατά την εκτέλεση των υπηρεσιών) αποσκοπεί στην αναβάθμιση της πληροφοριακής υποδομής και στον έλεγχο των δεδομένων του υφιστάμενου Γεωγραφικού Πληροφοριακού Συστήματος (GIS), προκειμένου αφενός το σύστημα αυτό να καταστεί πιο ελκυστικό προς τις υπηρεσίες του που το χρησιμοποιούν και αφετέρου να εξασφαλισθεί η έγκυρη πληροφόρηση και η βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών προς τον πολίτη, το δε Κέντρο Ερευνών Πανεπιστημίου … επέχει θέση κοινού αντισυμβαλλομένου (στην από 15/2013 σχετική μελέτη αναφέρεται ως «ανάδοχος») που ελέγχεται ως προς την προσήκουσα εκπλήρωση της σύμβασης και σκοπεί στη λήψη του καθορισμένου συμβατικού ανταλλάγματος.


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/25/2018

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ.(..) αμοιβή του Πανεπιστημίου ... - Ειδικού Λογαριασμού Κονδυλίων Έρευνας, ενόψει εκτέλεσης της προγραμματικής σύμβασης για την υλοποίηση του έργου.....Ενόψει αυτών, από το περιεχόμενο της σύμβασης προκύπτει ότι αυτή δεν φέρει τα χαρακτηριστικά προγραμματικής σύμβασης του άρθρου 100 του   ν.3852/2010, αλλά συνιστά, κατ’ ουσία, απευθείας ανάθεση παροχής υπηρεσιών από το Δήμο ... στο Πανεπιστήμιο ... - Ειδικό Λογαριασμό Κονδυλίων Έρευνας, αφού ο μεν Δήμος αποβλέπει στη λήψη των προαναφερόμενων υπηρεσιών, προκειμένου να τις αξιοποιήσει για τη ρύθμιση της κυκλοφορίας εντός των εδαφικών του ορίων, και το Πανεπιστήμιο στη λήψη της συμφωνηθείσας για τις άνω υπηρεσίες αμοιβής του. Συνεπώς, οι άνω υπηρεσίες, ανεξαρτήτως της φύσης τους ως απλών υπηρεσιών ή ως υπηρεσιών που αφορούν στην εκπόνηση μελέτης, μη νομίμως ανατέθηκαν απευθείας, υπό το μανδύα της προγραμματικής σύμβασης, στο άνω ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, αφού η απαιτούμενη γι’ αυτές δαπάνη υπερβαίνει το ανώτατο όριο των 20.000 ευρώ, μέχρι το οποίο είναι επιτρεπτή άνευ ετέρου, βάσει του άρθρου 118 του ν. 4412/ 2016, η προσφυγή στην εν λόγω εξαιρετική διαδικασία..Αποφαίνεται ότι το 370, οικονομικού έτους 2017, χρηματικό ένταλμα πληρωμής του Δήμου ...,  ποσού 14.880 ευρώ, δεν πρέπει να θεωρηθεί


ΕλΣυν/Τμ.7(ΚΠΕ)/11/2017

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ:(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω,            το Κλιμάκιο κρίνει ότι από το περιεχόμενο της ελεγχόμενης σύμβασης συνάγεται, κατά ορθό νομικό χαρακτηρισμό αυτής, ότι, αν και φέρεται ως προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν. 3852/2010, αυτή συνιστά,  κατ’ ουσίαν,  απευθείας ανάθεση από το Δήμο στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο …./Ε.Λ.Κ.Ε. … μελετών του άρθρου 2 παρ. 2 του ν. 3316/2005, όπως βασίμως υποστηρίζει η Επίτροπος. Συγκεκριμένα, από το αντικείμενο της ελεγχόμενης σύμβασης προεχόντως δε, από τον προαναφερόμενο προσδιορισμό των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλόμενων μερών προκύπτει  ότι δεν αφορά σε αλληλοσυμπλήρωση αρμοδιοτήτων ή οικονομικοτεχνικών μέσων φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης στο πλαίσιο κοινά εξυπηρετούμενου δημόσιου σκοπού, που όπως προεκτέθηκε απαιτείται να αφορά η προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν.3852/2010. Αντίθετα, προκύπτει ότι το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο ….Ε.Λ.Κ.Ε. …. υποχρεούται, έναντι καταβολής ανταλλάγματος από το Δήμο ...... (33.480,00 ευρώ), στην εκπόνηση, προς αυτόν, συγκοινωνιακής - κυκλοφο-ριακής μελέτης για την ανάπτυξη και τη λειτουργία συγκοινωνιακών υποδομών και διαχείριση του περιβάλλοντος σε σχέση με τα χαρακτηριστικά των μετακινήσεων και τη βιώσιμη αστική κινητικότητα. Μελέτης, που είναι  ανοικτή στον ανταγωνισμό και παρέχεται ελεύθερα στον ιδιωτικό τομέα από οποιονδήποτε δραστηριοποιούμενο στο σχετικό τομέα μελετητή και πάροχο, που κατέχει τα απαιτούμενα προσόντα. Η συμβολή δε του Δήμου ......, που περιορίζεται στην κυρίως παροχή υποστήριξης, δια του προσωπικού του προς το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο …./Ε.Λ.Κ.Ε. …. αποτελεί δευτερεύον σκέλος της συμφωνίας και δεν αναιρεί το  γεγονός ότι η σύμβαση εμπεριέχει απευθείας ανάθεση υπηρεσιών στο ανωτέρω ν.π.δ.δ., καθόσον η συμμετοχή του Δήμου δεν αποτιμάται οικονομικά  ούτε προσαυξάνει, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, το οικονομικό αντικείμενο της συμφωνίας, το οποίο έχει μονόδρομη κατεύθυνση προς το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο …../Ε.Λ.Κ.Ε. ….., ως τίμημα έναντι των υπηρεσιών που θα παρέχουν τα στελέχη του. Προς τούτο, προβλέπεται μονομερής περιουσιακή μετακίνηση από τις πιστώσεις του Δήμου προς τον ανωτέρω φορέα του συνόλου του ποσού των 33.480,00 ευρώ (συμπεριλαμβα-νομένου Φ.Π.Α.), που κατ’ ορθό νομικό χαρακτηρισμό αποτελεί το αντάλλαγμα για την προς το Δήμο παροχή των ως άνω υπηρεσιών. Περαιτέρω, από τα στοιχεία του φακέλου δεν αποδεικνύεται ότι η περιουσιακή αυτή μετακίνηση περιορίζεται πράγματι αποκλειστικά στην κάλυψη των απαραίτητων δαπανών για την υλοποίηση του συμβατικού αντικειμένου.


ΕΣ/Κλ.Τμ.7/138/2017

Καταβολή αμοιβής ποσού  για υπηρεσίες που παρασχέθηκαν σε εκτέλεση συναφθείσας προγραμματικής σύμβασης με σκοπό την επιμόρφωση υπαλλήλων του Δήμου.(...)Με τα δεδομένα αυτά, από το προπαρατεθέν περιεχόμενο της ελεγχόμενης σύμβασης προκύπτει ότι αυτή δεν φέρει τα χαρακτηριστικά της προγραμματικής συμφωνίας του άρθρου 100 του ν. 3852/2010, αλλά συνιστά κατ’ ουσία απευθείας ανάθεση δημόσιας σύμβασης υπηρεσιών από το Δήμο ... στο Κέντρο Ερευνών Πανεπιστημίου Πειραιώς. Και τούτο διότι τα συμβαλλόμενα μέρη δεν συμπράττουν ισόρροπα, εκκινώντας από κοινή αφετηρία, με σκοπό την εκτέλεση κοινά εξυπηρετούμενου δημόσιου σκοπού, αλλά επιδιώκουν την ικανοποίηση όλως διακριτών και αντιθέτων συμφερόντων, καθόσον ο Δήμος ..., λειτουργώντας ως Αναθέτουσα Αρχή η οποία ασκεί εποπτεία κατά την εκτέλεση των υπηρεσιών, αποσκοπεί στην επιμόρφωση των υπαλλήλων του, το δε Κέντρο Ερευνών Πανεπιστημίου Πειραιώς επέχει θέση κοινού αντισυμβαλλομένου, που ελέγχεται ως προς την προσήκουσα εκπλήρωση της σύμβασης και αποβλέπει στη λήψη του καθορισμένου συμβατικού ανταλλάγματος (πρβλ. Ε.Σ. Πράξ. Κ.Π.Ε.Δ στο VII Τμ. 12/2016).(...)Σημειώνεται δε ότι η ως άνω απευθείας ανάθεση της ελεγχόμενης σύμβασης αντιβαίνει στο άρθρο 118 του ν. 4412/2016, αφού η δαπάνη της υπερβαίνει το ανώτατο όριο των 20.000 ευρώ, μέχρι του οποίου είναι επιτρεπτή, βάσει του άρθρου αυτού, η απευθείας ανάθεση από τους δήμους των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών, περαιτέρω, δεν αποδεικνύεται, από τον έχοντα το σχετικό βάρος απόδειξης Δήμο, ότι συντρέχουν, οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 32 του ν. 4412/2016 για την προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία της ανάθεσης με διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση σχετικής προκήρυξης.(...)Τέλος, βάσιμος καθίσταται και ο τρίτος λόγος διαφωνίας της Επιτρόπου, καθόσον από τα στοιχεία του φακέλου δεν αποδεικνύεται η συνδρομή υπηρεσιακών αναγκών επιμόρφωσης των υπαλλήλων του ανωτέρω Δήμου, που για λόγους αντικειμενικούς δεν μπορούσαν να καλυφθούν στο πλαίσιο των εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων είτε του Ινστιτούτου Επιμόρφωσης του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης, είτε του οικείου δημόσιου φορέα (βλ. Πρ. VII Τμ. 256/2010).


ΕλΣυν.Τμ.7(ΚΠΕ)/139/2017

Προμήθεια και υποστήριξη λογισµικού γεωγραφικών πληροφοριών  (...)Με τα δεδομένα αυτά, από το προπαρατεθέν περιεχόμενο της ελεγχόμενης σύμβασης προκύπτει ότι αυτή δεν φέρει τα χαρακτηριστικά της προγραμματικής συμφωνίας του άρθρου 100 του ν. 3852/2010, αλλά συνιστά κατ’ ουσία απευθείας ανάθεση από το Δήμο ... στο Κέντρο Ερευνών Πανεπιστημίου … δημόσιας σύμβασης προμηθειών. Και τούτο, διότι τα συμβαλλόμενα μέρη δεν συμπράττουν ισόρροπα, εκκινώντας από κοινή αφετηρία, με σκοπό την εκτέλεση κοινά εξυπηρετούμενου δημόσιου σκοπού, αλλά επιδιώκουν την ικανοποίηση όλως διακριτών και αντιθέτων συμφερόντων, καθόσον ο Δήμος ..., λειτουργώντας ως Αναθέτουσα Αρχή (η οποία ασκεί εποπτεία κατά την εκτέλεση των υπηρεσιών), αποσκοπεί στην απόκτηση του ως άνω λογισμικού, το δε Κέντρο Ερευνών Πανεπιστημίου … επέχει θέση κοινού αντισυμβαλλομένου που ελέγχεται ως προς την προσήκουσα εκπλήρωση της σύμβασης και σκοπεί στη λήψη του καθορισμένου συμβατικού ανταλλάγματος. Ειδικότερα, η συμβολή του Δήμου περιορίζεται στην καταβολή της δαπάνης για την εκτέλεση του συμβατικού αντικειμένου, ενώ το Κέντρο Ερευνών Πανεπιστημίου … υποχρεούται στην εκτέλεση, μέσω του Εργαστηρίου Τοπικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης που διαθέτει, του συμβατικού αντικειμένου έναντι καταβολής ανταλλάγματος (πρβλ. Ε.Σ. Πράξ. Κ.Π.Ε.Δ στο VII Τμ. 12/2016). Στην ερμηνευτική αυτή εκδοχή συνηγορεί αφενός μεν η επιβάρυνση του ποσού του προϋπολογισμού της σύμβασης με Φ.Π.Α., ο οποίος επιβάλλεται στις δημόσιες συμβάσεις παροχής προμηθειών, όχι όμως και στις προγραμματικές συμβάσεις, αφετέρου δε το γεγονός ότι η υλοποίηση της σύμβασης δεν προϋποθέτει την περαιτέρω σύναψη εκτελεστικών συμβάσεων, αλλά εξαντλείται στην εκτέλεση του συμβατικού αντικειμένου από το Πανεπιστήμιο …(βλ. Ε.Σ. Πράξ. VII Τμ. 29/2015, Κ.Π.Ε.Δ. στο VII Τμ. 305/2015). Εξάλλου, απορριπτέος καθίσταται και ο προβαλλόμενος με το έγγραφο επιστροφής του Δήμο ... ισχυρισμός ότι αντικείμενο της επίμαχης σύμβασης είναι η παροχή υπηρεσιών αναπτυξιακού χαρακτήρα, καθόσον η ελεγχόμενη «προγραμματική σύμβαση» αφορά προμήθεια. Συνεπώς, η ελεγχόμενη σύμβαση, όπως βασίμως προβάλλεται από τη διαφωνούσα Επίτροπο, συνιστά στην πραγματικότητα σύμβαση παροχής προμηθειών προς το Δήμο, οι οποίες είναι ανοικτές στον ανταγωνισμό και παρέχονται ελεύθερα στον ιδιωτικό τομέα από οποιονδήποτε δραστηριοποιούμενο στο σχετικό τομέα πάροχο (πρβλ. Ε.Σ. Πράξ. VII Τμ. 240/2011). Σημειώνεται δε ότι η ως άνω απευθείας ανάθεση της ελεγχόμενης σύμβασης αντιβαίνει στο άρθρο 118 του ν. 4412/2016, αφού η δαπάνη της υπερβαίνει το ανώτατο όριο των 20.000 ευρώ, μέχρι του οποίου είναι επιτρεπτή, βάσει του άρθρου αυτού, η απευθείας ανάθεση από τους δήμους των συμβάσεων παροχής προμηθειών, ενώ, περαιτέρω, δεν αποδεικνύεται, από τον έχοντα το σχετικό βάρος απόδειξης Δήμο, ότι συντρέχουν, οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 32 του ν. 4412/2016 για την προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία της ανάθεσης με διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση σχετικής προκήρυξης. Εξάλλου, το ότι η εταιρεία του λογισµικού Lucy έχει αποκλειστικό σύµφωνο συνεργασίας µε το Πανεπιστήµιο …, «και ως εκ τούτου η µοναδικότητα της διάθεσης γίνεται από το Πανεπιστήµιο» δεν ασκεί επιρροή, καθώς, πέραν του ότι αφορά 1 από τα 7 παρεχόμενα είδη, δεν προκύπτει στην υπό κρίση περίπτωση ότι δεν υπάρχει εύλογη εναλλακτική λύση ή υποκατάστατο (βλ. άρθρο 32 παρ. 2 β, περ. γγ δεύτερο εδάφιο του ν. 4412/2016). Εξάλλου, επισημαίνεται ότι τα προμηθευόμενα είδη δεν κατασκευάζονται αποκλειστικά για σκοπούς έρευνας, πειραματισμού, μελέτης ή ανάπτυξης (βλ. αρ. 32 παρ. 4 α του ν. 4412/2016 ). Τέλος, το γεγονός ότι το προσωπικό του Δήμου θα καταχωρεί γεωγραφικές πληροφορίες «στη λογισμική εφαρμογή», όπως προβάλλεται από τον Δήμο ..., πέραν του ότι δεν αποδεικνύεται από τα στοιχεία του φακέλου και δεν διευκρινίζεται ποια λογισμική εφαρμογή αφορά, δεν επηρεάζει την προδιαληφθεισα κρίση του Κλιμακίου, καθώς η διαχείριση και η λειτουργία του λογισμικού που προμηθεύεται ο Δήμος, δεν αποτελεί αντικείμενο της ελεγχόμενης σύμβασης. Κατόπιν αυτών και δοθέντος ότι η επίμαχη σύμβαση δεν αποτελεί γνήσια προγραμματική σύμβαση, καθίσταται αλυσιτελής η εξέταση του δεύτερου λόγου διαφωνίας της Επιτρόπου, σύμφωνα με τον οποίο η σύμβαση αυτή δεν περιλαμβάνει συγκεκριμένες ρήτρες, κατά παράβαση του άρθρου 100 του ν. 3852/2010 (Ε.Σ. Πράξη Κ.Π.Ε.Δ. στο VII Τμ. 139/2016).


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/54/2018

ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ. Μη νόμιμη σύναψη προγραμματικής σύμβασης.Με δεδομένα όσα εκτέθηκαν γίνονται δεκτά τα ακόλουθα: Από το περιεχόμενο της ελεγχόμενης σύμβασης, επί της οποίας ερείδεται η εντελλόμενη με το κρινόμενο χρηματικό ένταλμα δαπάνη, προκύπτει ότι, μολονότι αυτή επιγράφεται ως προγραμματική, δεν εμπίπτει στην έννοια αυτής. Συγκεκριμένα, από το αντικείμενό της και κυρίως από τη διαμόρφωση των υποχρεώσεων των συμβαλλόμενων μερών, προκύπτει ότι δεν πρόκειται για περίπτωση συνεργασίας φορέων που εκκινούν από την ίδια αφετηρία συμφερόντων με σκοπό, με την αλληλοσυμπλήρωση αρμοδιοτήτων ή οικονομικοτεχνικών μέσων, την από κοινού εκτέλεση δημόσιας αποστολής τους. Αντίθετα, προκύπτει ότι ο Δήμος ... λειτουργεί ως αναθέτουσα αρχή που επιδιώκει, έναντι καταβολής ανταλλάγματος (60.000,00 ευρώ πλέον Φ.Π.Α.), την εκτέλεση εκ μέρους του αντισυμβαλλομένου ...., που επέχει απλώς θέση παρόχου υπηρεσιών ελεγχόμενου από τον Δήμο ως προς  την προσήκουσα υλοποίηση του συμβατικού αντικειμένου, των περιγραφόμενων στη σύμβαση επιμέρους εργασιών σύνταξης τευχών (τεχνικών προδιαγραφών και χρονοδιαγράμματος) και εκπόνησης της μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων για τη δρομολογούμενη κατασκευή μονάδας βιοαερίου ("πακέτα εργασίας"). Η ουσιαστική συμβολή, μάλιστα, του Δήμου εξαντλείται στη χρηματοδότηση της σύμβασης, καθώς η παροχή των απαραίτητων εγγράφων και πληροφοριών από τις διάφορες Διευθύνσεις του, που αναγράφεται μεταξύ των υποχρεώσεών του, συνιστά προαπαιτούμενη ενέργεια για την εκπόνηση οποιασδήποτε μελέτης και των συναφών με αυτή υπηρεσιών (κάθε εργοδότης παραδίδει στον ανάδοχο τα ήδη υπάρχοντα στοιχεία που σχετίζονται με την παρεχόμενη υπηρεσία) και δεν αποτελεί ισόρροπη, αλλά όλως συμπληρωματική συμβολή στην εκτέλεση του συμβατικού αντικειμένου.(..)Από τα παραπάνω συνάγεται ότι η συναφθείσα από 23.10.2017 σύμβαση εμπίπτει κατ’ ορθό νομικό χαρακτηρισμό στην έννοια της δημόσιας σύμβασης παροχής υπηρεσιών του άρθρου 2 παρ. 1 περ. 9 του ν. 4412/2016, καθόσον συνιστά ανάθεση από τον Δήμο ..., έναντι συμβατικού αντιτίμου ύψους 60.000,00 ευρώ πλέον Φ.Π.Α....Κατ’ ακολουθία όσων ανωτέρω εκτέθηκαν, η σύναψη της ελεγχόμενης σύμβασης δεν είναι νόμιμη και το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δεν πρέπει να θεωρηθεί


ΕλΣυν/Κλ.Τμ.7/141/2017

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, από το περιεχόμενο της επίμαχης σύμβασης προκύπτει ότι, αν και η ελεγχόμενη σύμβαση φέρεται ως προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν. 3852/2010, αυτή συνιστά κατ’ ουσία απευθείας ανάθεση υπηρεσιών από το Δήμο ... στην «... Α.Ε.». Ειδικότερα, από το αντικείμενό της και, κυρίως, από τον προσδιορισμό των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των μερών προκύπτει ότι η εταιρεία υποχρεούται, έναντι ανταλλάγματος, σε παροχή συγκεκριμένων υπηρεσιών προς το Δήμο, που συνίστανται στη σύνταξη του ΣΔΑΕΚ, καθώς και στην οργάνωση και πραγματοποίηση Ενημερωτικής Ημερίδας, προκειμένου να ενημερωθεί η τοπική κοινωνία για το Σύμφωνο των Δημάρχων και τα οφέλη που προκύπτουν για το Δήμο από αυτό. Η συμβολή του Δήμου ..., που περιορίζεται στην αποτύπωση ενεργειακών δεδομένων, στη συλλογή στοιχείων, καθώς και στην καταγραφή των προγραμματισθέντων ή υλοποιηθέντων δράσεων του Δήμου, αποτελεί δευτερεύον σκέλος της συμφωνίας και δεν αναιρεί το γεγονός ότι η σύμβαση εμπεριέχει απευθείας ανάθεση υπηρεσιών στην ως άνω ανώνυμη εταιρία..


ΕΣ/ΚΛ.Ζ/102/2019

Παροχή υπηρεσιών ενεργειακής αναβάθμισης συστήματος...Ενόψει των ανωτέρω και δεδομένου ότι δεν έχουν τηρηθεί οι όροι που τέθηκαν για την έγκριση του σχεδίου της ελεγχόμενης προγραμματικής σύμβασης, καθόσον αφενός δεν υπάρχει (και εάν τυχόν υφίσταται, δεν έχει ληφθεί υπόψη) η χρηματοοικονομική ανάλυση που έθεσαν ως προαπαιτούμενο για την υπογραφή αυτής τα Δημοτικά Συμβούλια των αντισυμβαλλόμενων Δήμων .... και .... και αφετέρου στο ελεγχόμενο σχέδιο (στο άρθρο 2 αυτού) δεν γίνεται ρητή αναφορά περί έγκρισης των τευχών δημοπράτησης από τα Δημοτικά Συμβούλια αυτών, το Κλιμάκιο κρίνει ότι πρέπει να αναβάλει την οριστική του κρίση προκειμένου να προσκομισθούν στο Κλιμάκιο οι –άνευ όρων- εγκριτικές του σχεδίου της προγραμματικής σύμβασης αποφάσεις των αρμοδίων οργάνων των αντισυμβαλλομένων (Περιφέρειας και Δήμων), αφού υποβληθούν σε αυτά η ζητηθείσα ως άνω χρηματοοικονομική ανάλυση και νέο επικαιροποιημένο σχέδιο της ελεγχόμενης προγραμματικής σύμβασης με βάση τα ανωτέρω προαπαιτούμενα.Ενόψει των ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι πρέπει να αναβάλει την οριστική του κρίση προκειμένου να προσκομιστούν τα ανωτέρω στοιχεία.


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/120/2018

Προγραμματική σύμβαση. Με τα ανωτέρω δεδομένα δεν προκύπτει ότι οι επίμαχες εξειδικευμένης φύσης εργασίες ανήκουν στα καθήκοντα των υπαλλήλων του Δήμου, ούτε άλλωστε προβάλλεται ότι εμπίπτουν στην αρμοδιότητα ορισμένης Διεύθυνσής του. Περαιτέρω, από το περιεχόμενο της ελεγχόμενης σύμβασης προκύπτει ότι αυτή, αν και φέρεται ως προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν. 3852/2010, συνιστά απευθείας ανάθεση παροχής υπηρεσιών από τον Δήμο ... στη «...Α.Ε.», η οποία διενεργήθηκε κατά παράβαση των διατάξεων του ν. 4412/2016. Ειδικότερα, από τη διαμόρφωση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλόμενων, προκύπτει ότι δεν πρόκειται για περίπτωση συνεργασίας φορέων που εκκινούν από την ίδια αφετηρία συμφερόντων με σκοπό, με την αλληλοσυμπλήρωση αρμοδιοτήτων ή οικονομικοτεχνικών μέσων, την από κοινού εκτέλεση της δημόσιας αποστολής τους. Το γεγονός δε ότι η συμμετοχή της συγκεκριμένης αναπτυξιακής εταιρείας γίνεται σε εκπλήρωση του καταστατικού της σκοπού δεν αρκεί για την παραδοχή ότι τα συμβαλλόμενα μέρη εκκινούν από κοινή αφετηρία (Ε.Σ. VII Τμ. Πράξη 29/2016). Αντίθετα, προκύπτει ότι ο Δήμος ... λειτουργεί ως αναθέτουσα αρχή που επιδιώκει, έναντι καταβολής ανταλλάγματος (198.400 ευρώ συμπεριλαμβα-νομένου Φ.Π.Α.), την εκτέλεση εκ μέρους της αντισυμβαλλόμενης εταιρείας που επέχει απλώς θέση παρόχου υπηρεσιών, των εργασιών που περιγράφονται ανωτέρω. Η ουσιαστική συμβολή, μάλιστα, του Δήμου εξαντλείται στη χρηματοδότηση της σύμβασης, καθώς η παροχή διευκολύνσεων και η συμμετοχή σε ομάδες παρακολούθησης που αναγράφεται μεταξύ των υποχρεώσεών του, συνιστά όλως τυπική συνεισφορά (ΚΠΕΔ VII Τμ. 10/2018 ). Στην ερμηνευτική εκδοχή περί του αληθούς χαρακτήρα της επίμαχης σύμβασης συνηγορούν, άλλωστε, αφενός μεν η επιβάρυνση του ποσού του προϋπο-λογισμού αυτής με Φ.Π.Α., ο οποίος επιβάλλεται στις δημόσιες συμβάσεις παροχής υπηρεσιών, όχι όμως και στις προγραμματικές συμβάσεις, αφετέρου δε το γεγονός ότι η υλοποίηση του συμβατικού αντικειμένου δεν προϋποθέτει την περαιτέρω σύναψη εκτελεστικών συμβάσεων, αλλά εξαντλείται στην εκτέλεση αυτής (Ε.Σ. VII Τμ. Πράξη 29/2015, ΚΠΕΔ VII Τμ. 17/2017, 248, 12/2016, 350/2015). (..) Ενόψει των προαναφερομένων, η εν λόγω σύμβαση έχει το χαρακτήρα δημόσιας σύμβασης παροχής υπηρεσιών, η οποία ανατέθηκε απευθείας στην ως άνω αναπτυξιακή ανώνυμη εταιρεία, χωρίς να συντρέχουν οι προς τούτο προβλεπόμενες στο ν. 4412/2016 προϋποθέσεις για την απευθείας ανάθεσή της…. Κατ’ ακολουθία, η σύναψη της ελεγχόμενης σύμβασης δεν είναι νόμιμη και το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δεν πρέπει να θεωρηθεί.


ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)267/2014

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ:Μη νόμιμη η καταβολη που αφορουσε  στη δαπάνη πληρωμής, στο "……" (…..), της πρώτης δόσης της προγραμματικής σύμβασης, που έχει συνάψει ο Δήμος          με το ανωτέρω νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, με αντικείμενο την "Επιστημονική υποστήριξη Δήμου …. στο πλαίσιο του Συμφώνου           των Δημάρχων και της Βιώσιμης Ανάπτυξης".(....)Υπό τα ανωτέρω δεδομένα και σύμφωνα με τις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, πρέπει να γίνουν δεκτά τα ακόλουθα: α) Κατ’ αρχάς, το Ε.Π.Ι.Σ.Ε.Υ. - το οποίο, σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ. 1 του ν.3685/2008, ΦΕΚ 148 Α΄, και το ιδρυτικό του π.δ/μα 271/1989, ΦΕΚ 129 Α΄, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το π.δ/μα 13/1998, ΦΕΚ 24 Α΄, αποτελεί Ε.Π.Ι., ήτοι αυτοτελές ν.π.ι.δ. εκτός δημοσίου τομέα, λειτουργούντος στο πλαίσιο του Τμήματος Ηλεκτρολόγων Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου - δεν μπορούσε, όπως προεκτέθηκε (ανωτέρω σκέψη 3β΄) να συμμετέχει στην ελεγχόμενη σύμβαση ως μοναδικός αντισυμβαλλόμενος του Δήμου, καθόσον δεν του αναγνωρίζεται από το νόμο    η δυνατότητα συμμετοχής του στις προγραμματικές συμβάσεις ως συνάπτοντα φορέα αλλά μόνο ως εκ τρίτου συμβαλλόμενο. Εξάλλου, δεν μπορεί να αποτελέσει νόμιμο έρεισμα για την σύναψη της ελεγχόμενης σύμβασης το άρθρο 11 παρ. 4 περ. δ΄ εδ. α΄ του μνημονευθέντος ν.3685/2008 (βλ. Ελ. Συν., Τμ. VII πράξη 181/2009), καθόσον η εν λόγω ειδική διάταξη, ισχύουσα παράλληλα με τις γενικές διατάξεις του εφαρμοζόμενου εν προκειμένω    άρθρου 100 του ν.3852/2010, παρέχει, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή       της με το άρθρο 32 παρ. 1 του ν.3794/2009 (ΦΕΚ 156 Α΄), στα Ε.Π.Ι.               τη δυνατότητα σύναψης προγραμματικών συμβάσεων μόνο όταν αυτές αφορούν στη «βασική έρευνα στο γνωστικό αντικείμενό τους» ή στην «έρευνα που εξυπηρετεί την ανάπτυξη τομέων του Δημοσίου και του ευρύτερου δημοσίου τομέα», περίπτωση που δεν συντρέχει στην προκειμένη περίπτωση                 (βλ. κατωτέρω στοιχείο γ΄ παρούσας σκέψης). Επομένως, η εντελλόμενη           με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα δαπάνη είναι μη νόμιμη και για τον ως       άνω λόγο, ο οποίος, αφού αφορά στο νόμω βάσιμο της δαπάνης και προκύπτει ευθέως από τα στοιχεία του φακέλου, μπορεί να εξετασθεί και αυπεπαγγέλτως από το Κλιμάκιο τούτο (βλ. 198/2009, 83, 75/2007 πράξεις Ι Τμ. Ελ. Συν.).β) Από το παρατεθέν περιεχόμενο της ελεγχόμενης σύμβασης προκύπτει, κατά ορθό νομικό χαρακτηρισμό αυτής, ότι, αν και φέρεται ως προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν.3852/2010 αυτή συνιστά       κατ’ ουσίαν απευθείας ανάθεση συνήθους εξ επαχθούς αιτίας δημόσιας σύμβασης υπηρεσιών από το Δήμο στο Ε.Π.Ι.Σ.Ε.Υ. Συγκεκριμένα, από το αντικείμενο της ελεγχόμενης σύμβασης και κυρίως από τη διαμόρφωση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλόμενων μερών προκύπτει ότι        δεν αφορά σε πραγματική συνεργασία για την, από κοινού, εκτέλεση δημόσιας αποστολής των συμβαλλόμενων φορέων στον τομέα σχετικά με την ανάπτυξη της περιοχής του Δήμου, που, όπως προεκτέθηκε (ανωτέρω σκέψη 3α΄, β΄), απαιτείται να αφορά η προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν.3852/2010. Αντίθετα, το Ε.Π.Ι.Σ.Ε.Υ. υποχρεούται, έναντι καταβολής ανταλλάγματος από το Δήμο (50.000,00 ευρώ πλέον Φ.Π.Α., βλ. ανωτέρω σκέψη 4), στη παροχή προς αυτόν, απλώς, συγκεκριμένων υπηρεσιών συμβούλου για την εκπόνηση του ΣΔΑΕ του Δήμου, υπηρεσίες που είναι ανοικτές στον ανταγωνισμό και παρέχονται ελεύθερα στον ιδιωτικό τομέα από οποιονδήποτε δραστηριοποιούμενο στο σχετικό τομέα πάροχο. Περαιτέρω, από τη μνημονευθείσα στην προηγούμενη σκέψη σχετική 123/10.3.2013 πράξη ανάθεσης του Δ.Σ. ….προκύπτει ότι η σύναψη της ελεγχόμενης σύμβασης συνιστά πρωτοβουλία του Δήμου, κατά την άσκηση της δραστηριότητάς του,     ο οποίος απέβλεψε στην υλοποίηση των ανατιθέμενων μ' αυτή υπηρεσιών        με την ανάθεσή τους στο ανάδοχο Ε.Π.Ι.Σ.Ε.Υ., ενώ από το περιεχόμενο της σύμβασης αυτής προκύπτει ότι η συμβολή του περιορίζεται αποκλειστικά     στην κάλυψη του κόστους για την παροχή των ανατεθεισών υπηρεσιών, βαρυνόμενος μόνο αυτός με το οικονομικό αντικείμενό της. Συνεπώς, τα μέρη δεν εκκινούν από την ίδια αφετηρία συμφερόντων με σκοπό την από κοινού εκπλήρωση μίας δημόσιας υπηρεσίας, αλλά ο Δήμος λειτουργεί ως αναθέτουσα αρχή που επιδιώκει την εκτέλεση υπηρεσίας εκ μέρους του αναδόχου Ε.Π.Ι.Σ.Ε.Υ., το οποίο επέχει θέση, απλώς, παρόχου υπηρεσιών, ελεγχόμενο    ως προς την προσήκουσα υλοποίηση του συμβατικού αντικειμένου, προκειμένου να λάβει το συμβατικό αντάλλαγμα, που συνιστά και το αποκλειστικό οικονομικό αντικείμενο της σύμβασης. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η ελεγχόμενη σύμβαση συνιστά πράγματι σύμβαση παροχής υπηρεσιών, μεταξύ ενός δήμου και ενός οικονομικού φορέα, συναπτόμενη        εξ επαχθούς αιτίας, αφού η παροχή του παρέχοντος την υπηρεσία Ε.Π.Ι.Σ.Ε.Υ. αντιστοιχεί στην υποχρέωση του Δήμου να καταβάλει αμοιβή. γ) Εφόσον, όπως έγινε δεκτό, η ελεγχόμενη σύμβαση συνιστά στην πραγματικότητα σύμβαση παροχής υπηρεσιών προς το Δήμο, η αξία της οποίας, χωρίς Φ.Π.Α., ανέρχεται στο ποσό των 50.000,00 ευρώ, η προσήκουσα διαδικασία ανάθεσής της ρυθμίζεται με τις μνημονευθείσες (ανωτέρω σκέψη 3.γ΄) διατάξεις των άρθρων 209 παρ. 2, 9 και 10, όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το άρθρο 20 παρ. 13 του ν.3731/2008, και 273 του Κ.Δ.Κ.. Στο πλαίσιο αυτό, κατ' αρχάς, σύμφωνα με την αρχή της οικονομικότητας, ως μερικότερης εκδήλωσης της γενικής αρχής της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, η οποία διέπει τη διαχείριση των δημόσιων οικονομικών και η οποία επιβάλλει την εκπλήρωση των σκοπών των δήμων      με την κατά το δυνατόν ελάχιστη επιβάρυνση του προϋπολογισμού τους         (βλ. και άρθρο 1 του ν.3871/2010 "Δημοσιονομική Διαχείριση και Ευθύνη", ΦΕΚ 141 Α΄, που καθιερώνει και νομοθετικά την ανωτέρω γενική αρχή),        δεν αποδεικνύεται από τον, έχοντα το σχετικό βάρος απόδειξης, Δήμο ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις ανάθεσης των υπηρεσιών, που αποτελούν αντικείμενο των ως άνω συμβάσεων, σε τρίτους ιδιώτες (εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία, που δεν διαθέτουν οι δημοτικοί υπάλληλοι ή απόδειξη αντικειμενικής έλλειψης επαρκούς προσωπικού). Περαιτέρω, σε κάθε περίπτωση, η απευθείας ανάθεση της ελεγχόμενης σύμβασης αντιβαίνει στο μνημονευθέν άρθρο 209 παρ. 9 του Κ.Δ.Κ., αφού η δαπάνη της υπερβαίνει       το ανώτατο όριο των 20.000,00 ευρώ, μέχρι του οποίου είναι επιτρεπτή βάσει ποσού η απευθείας