Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

C-6/2015

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Υπόθεση C-6/15: Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 14ης Ιουλίου 2016 [αίτηση του Raad van State (Βέλγιο) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — TNS Dimarso NV κατά Vlaams Gewest (Προδικαστική παραπομπή — Δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών — Οδηγία 2004/18/ΕΚ — Άρθρο 53, παράγραφος 2 — Κριτήρια αναθέσεως — Πλέον συμφέρουσα από οικονομικής απόψεως προσφορά — Μέθοδος αξιολογήσεως — Κανόνες σχετικοί με τη στάθμιση — Υποχρέωση της αναθέτουσας αρχής να προσδιορίσει στα τεύχη του διαγωνισμού τη στάθμιση των κριτηρίων αναθέσεως — Περιεχόμενο της σχετικής υποχρεώσεως)

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

Υπόθεση C-203/08

Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 3ης Ιουνίου 2010. Sporting Exchange Ltd κατά Minister van Justitie. Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Raad van State - Κάτω Χώρες. Άρθρο 49 ΕΚ - Περιορισμοί της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών - Τυχερά παίγνια - Εκμετάλλευση τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου - Ρύθμιση η οποία προβλέπει την αδειοδότηση μόνον ενός επιχειρηματία - Ανανέωση της άδειας χωρίς προκήρυξη διαγωνισμού - Αρχή της ίσης μεταχειρίσεως και υποχρέωση διαφάνειας - Εφαρμογή στον τομέα των τυχερών παιγνίων.


Υπόθεση C-221/2012

Απόφαση του Δικαστηρίου (δέκατο τμήμα) της 14ης Νοεμβρίου 2013. Belgacom NV κατά Interkommunale voor Teledistributie van het Gewest Antwerpen (INTEGAN) κ.λπ.Αίτηση του Raad van State (Βέλγιο) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως. Προδικαστική παραπομπή — Άρθρο 49 ΣΛΕΕ — Ελευθερία εγκαταστάσεως — Άρθρο 56 ΣΛΕΕ — Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών — Αρχές της ίσης μεταχειρίσεως και της απαγορεύσεως των δυσμενών διακρίσεων — Υποχρέωση διαφάνειας — Πεδίο εφαρμογής — Σύμβαση συναφθείσα μεταξύ δημοσίων οντοτήτων κράτους μέλους και επιχειρήσεως αυτού του κράτους μέλους — Μεταβίβαση, από τις οντότητες αυτές, της δραστηριότητάς τους παροχής τηλεοπτικών υπηρεσιών καθώς και, για καθορισμένη διάρκεια, του αποκλειστικού δικαιώματος χρήσεως των καλωδιακών δικτύων τους σε επιχείρηση του εν λόγω κράτους μέλους — Δυνατότητα επιχειρηματία του ίδιου κράτους μέλους να επικαλεστεί τα άρθρα 49 ΣΛΕΕ και 56 ΣΛΕΕ ενώπιον των δικαστηρίων αυτού του κράτους μέλους — Μη προκήρυξη διαγωνισμού — Δικαιολογία — Ύπαρξη προηγούμενης συμβάσεως — Οικονομική πράξη προοριζόμενη να δώσει τέλος σε ένδικη διαφορά σχετικά με την ερμηνεία της συμβάσεως αυτής — Κίνδυνος υποβαθμίσεως της μεταβιβαζόμενης δραστηριότηταςΥπόθεση C‑221/12


ΔΕΚ/C-226/2009

«Παράβαση κράτους μέλους – Οδηγία 2004/18/ΕΚ – Διαδικασίες συνάψεως δημοσίων συμβάσεων – Σύναψη συμβάσεως παροχής υπηρεσιών διερμηνείας και μεταφράσεως – Υπηρεσίες εμπίπτουσες στο παράρτημα II B της εν λόγω οδηγίας – Υπηρεσίες μη υποκείμενες σε όλες τις επιταγές της οδηγίας – Στάθμιση των κριτηρίων αναθέσεως μετά την υποβολή των προσφορών – Tροποποίηση της σταθμίσεως των κριτηρίων αναθέσεως κατόπιν της πρώτης εξετάσεως των προσφορών – Τήρηση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως και της υποχρεώσεως διαφάνειας» 1. Οι αναθέτουσες αρχές που συνάπτουν συμβάσεις οι οποίες εμπίπτουν στο παράρτημα II B της οδηγίας 2004/18 περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, ακόμη και αν δεν υπόκεινται στους κανόνες της οδηγίας περί των υποχρεώσεων εισόδου σε ανταγωνισμό με προηγούμενη δημοσιότητα, εξακολουθούν να υπόκεινται στους θεμελιώδεις κανόνες του δικαίου της Ένωσης και ιδίως στις αρχές που θέτει η Συνθήκη ΛΕΕ όσον αφορά το δικαίωμα εγκαταστάσεως και την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών. Το καθεστώς που καθιερώνει ο νομοθέτης της Ένωσης για τις αγορές που συνδέονται με τις προβλεπόμενες στο εν λόγω παράρτημα II B υπηρεσίες δεν μπορεί, συνεπώς, να ερμηνευθεί ως εμπόδιο στην εφαρμογή των απορρεουσών από τα άρθρα 49 ΣΛΕΕ και 56 ΣΛΕΕ αρχών και, ως εκ τούτου, των υποχρεώσεων που σκοπούν στην εξασφάλιση της διαφάνειας των διαδικασιών και της ίσης μεταχειρίσεως των διαγωνιζομένων, στην περίπτωση κατά την οποία οι αγορές αυτές παρουσιάζουν κάποιο διασυνοριακό ενδιαφέρον. (βλ. σκέψεις 29, 31) (...)3. Οι αρχές της ίσης μεταχειρίσεως και της διαφάνειας των διαδικασιών συνάψεως συμβάσεων συνεπάγονται για τις αναθέτουσες αρχές την υποχρέωση να ακολουθούν την ίδια ερμηνεία των κριτηρίων αναθέσεως καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας. Όσον αφορά καθαυτά τα κριτήρια αναθέσεως, δεν πρέπει κατά μείζονα λόγο να τροποποιούνται κατά οποιονδήποτε τρόπο κατά τη διάρκεια της διαδικασίας συνάψεως της συμβάσεως. Κατά συνέπεια, κράτος μέλος που τροποποιεί τη στάθμιση των κριτηρίων αναθέσεως του αντικειμένου συμβάσεως παροχής υπηρεσιών διερμηνείας και μεταφράσεως εμπίπτουσας στο παράρτημα II B της οδηγίας 2004/18 περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, κατόπιν μιας πρώτης εξετάσεως των υποβληθεισών προσφορών, παραβαίνει τις υποχρεώσεις που υπέχει από την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως και την παρεπόμενη υποχρέωση διαφάνειας. (βλ. σκέψεις 59-60, 66)


ΣτΕ ΕΑ 573/2009

ΣΤΕ –αίτηση ασφαλιστικών μέτρων -τεχνικές προδιαγραφές.(...) Επειδή εκ των ανωτέρω προβλέψεων του ειδικού όρου 2 της διακηρύξεως και εκ της συμπεριλήψεως του πελατολογίου μεταξύ των βαθμολογουμένων κριτηρίων αξιολογήσεως προκύπτει, ότι, κατά την έννοιαν της επιδίκου διακηρύξεως, απαιτείται επί ποινή αποκλεισμού η υποβολή από τον ενδιαφερόμενον, ειδικώς δια τον προσφερόμενον από αυτόν αναλυτήν, του κατά τον ανωτέρω ειδικόν όρον πελατολογίου –υπό το προεκτεθέν, κατά την διακήρυξιν, περιεχόμενον του, ήτοι της «ξηράς» παραθέσεως καταλόγου των προηγουμένων πελατών του διαγωνιζομένου. Το ανωτέρω δε πελατολόγιον βαθμολογείται κατά το στάδιον αξιολογήσεως των τεχνικών προσφορών, προκειμένου να ευρεθή η συμφερωτέρα προσφορά. Ούτως, όμως, έχων ο ανωτέρω όρος της διακηρύξεως, πιθανολογείται σοβαρώς, ότι αντίκειται προς τας προαναφερθείσας διατάξεις των άρθρων 51 και 53 παρ. 2, 3 και 8 του πδ 60/07, δια των οποίων μετεφέρθησαν εις το εσωτερικόν δίκαιον αντίστοιχοι διατάξεις της Οδηγίας 2004/18, καθώς και προς τας διατάξεις του άρθρου 3 παρ. 2, 3 και 4 του πδ 118/07, ως εκ του ότι αφ’ ενός μεν περιορίζει τον ανταγωνισμόν, αποκλείοντας την συμμετοχήν εις τον διαγωνισμόν διαγωνιζομένων, οι οποίοι προσφέρουν νέον προϊόν, δια το οποίον δεν υπάρχει εισέτι πελατολόγιον (πρβλ ΕΑ 739/08 a contrario), αφ΄ ετέρου δε προβλέπει περαιτέρω, ως κριτήριον αναθέσεως, το ανωτέρω πελατολόγιον, το οποίον, όμως, δεν πιθανολογείται σοβαρώς ότι -υπό το κατά την διακήρυξιν περιεχόμενον του- αποτελεί πρόσφορον κριτήριον δια την αξιολόγησιν της ποιότητος του προσφερομένου αναλυτού, αφού, εφ΄ όσον ζητούμενον δια την αναθέτουσαν αρχήν είναι, ως συνάγεται εκ της ανωτέρω γνώμης των εμπειρογνωμόνων, η αξιοπιστία και σταθερότης του αναλυτού, ηδύνατο αυτή, εν πάση περιπτώσει, να επιτύχη τούτο δια της προβλέψεως αυστηρών προδιαγραφών δια το προς προμήθειαν μηχάνημα και δια της προβλέψεως δια της διακηρύξεως όλων των χαρακτηριστικών εκείνων, τα οποία απαιτούνται, ώστε τούτο να είναι κατάλληλο δια τον σκοπόν, δια τον οποίον προορίζεται. Εν όψει τούτων δε, πιθανολογούνται σοβαρώς ως βάσιμοι οι σχετικοί ισχυρισμοί της αιτούσης.(…) Δια ταύτα  Δέχεται την αίτησιν.  Αναστέλλει: 1) την διακήρυξιν του επιδίκου διαγωνισμού κατά το μέρος που προβλέπει την υποβολήν επί ποινή αποκλεισμού του κατά τον ειδικόν όρον 2 πελατολογίου και 2) την πρόοδον του βάσει της προσβαλλομένης διακηρύξεως διενεργουμένου διαγωνισμού


ΠΕΚ/Τ-160/2003

Περίληψη της αποφάσεως 1. Εξωσυμβατική ευθύνη — Προϋποθέσεις — Παρανομία — Ζημία — Αιτιώδης συνάφεια (Άρθρο 288, εδ. 2, ΕΚ) 2. Δημόσιες συμβάσεις των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων — Σύναψη συμβάσεως κατόπιν προσκλήσεως προς υποβολή προσφορών — Εξουσία των θεσμικών οργάνων στο πλαίσιο της διαδικασίας συνάψεως της συμβάσεως — Σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ ενός υποβαλόντος προσφορά και ενός μέλους της επιτροπής αξιολογήσεως των προσφορών — Περιθώριο εκτιμήσεως της Επιτροπής — Όρια — Παραβίαση των αρχών της χρηστής διοικήσεως και της ίσης μεταχειρίσεως — Στοιχειοθέτηση της ευθύνης της Κοινότητας (Άρθρο 288 ΕΚ) 3.Δημόσιες συμβάσεις των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων — Διαδικασία προσκλήσεως προς υποβολή προσφορών — Δαπάνες που καταβάλλει ένας υποβαλών προσφορά — Δικαίωμα αποζημιώσεως — Δεν υφίσταται — Εξαίρεση — Παράβαση του κοινοτικού δικαίου 1.Το κοινοτικό δίκαιο αναγνωρίζει δικαίωμα αποζημιώσεως αν συντρέχουν τρεις προϋποθέσεις, ότι δηλαδή ο παραβιασθείς κανόνας δικαίου αποσκοπεί στην απονομή δικαιωμάτων στους ιδιώτες, ότι η παράβαση είναι κατάφωρη και ότι υφίσταται άμεσος αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παραβάσεως της υποχρεώσεως που υπέχει το όργανο που εξέδωσε την πράξη και της ζημίας που υπέστησαν τα βλαβέντα πρόσωπα. (βλ. σκέψη 31) 2. Δυνάμει των αρχών της χρηστής διοικήσεως και της ίσης μεταχειρίσεως, εναπόκειται στην Επιτροπή, στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων, μετά την ανακάλυψη της υπάρξεως συγκρούσεως συμφερόντων μεταξύ ενός μέλους της επιτροπής αξιολογήσεως και ενός εκ των υποβαλόντων προσφορά, να καταρτίσει και να λάβει, με όλη την απαιτούμενη επιμέλεια και βάσει όλων των δυναμένων να ασκήσουν επιρροή στοιχείων, την απόφασή της σχετικά με τη συνέχεια της διαδικασίας συνάψεως της επίμαχης συμβάσεως. Συγκεκριμένα, η Επιτροπή οφείλει να μεριμνά, σε κάθε στάδιο της διαδικασίας υποβολής προσφορών, για την τήρηση της ίσης μεταχειρίσεως και, κατά συνέπεια, τη διασφάλιση ίσων ευκαιριών για όλους τους υποψηφίους. Συναφώς, η Επιτροπή διαθέτει περιθώριο εκτιμήσεως όσον αφορά τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν ως προς τη διεξαγωγή της διαδικασίας. Ωστόσο, όταν η Επιτροπή δεν διεξάγει έρευνα σχετικά με τον ενδεχόμενο συντονισμό μεταξύ ενός εκ των υποβαλόντων προσφορά και ενός μέλους της επιτροπής αξιολογήσεως, υπερβαίνει το ως άνω περιθώριο εκτιμήσεως και παραβιάζει, κατά τρόπο πρόδηλο και σοβαρό, τα όρια που επιβάλλονται στην εν λόγω εξουσία εκτιμήσεως. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή διαπράττει παρανομία που είναι ικανή να στοιχειοθετήσει ευθύνη της Κοινότητας. (βλ. σκέψεις 75, 77, 79, 93) 3. Οι επιχειρηματίες οφείλουν να αναλαμβάνουν τους οικονομικούς κινδύνους που είναι συμφυείς με τις δραστηριότητές τους και οι οποίοι, στο πλαίσιο μιας διαδικασίας μειοδοτικού διαγωνισμού, περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τα έξοδα που συνδέονται με την προετοιμασία της προσφοράς. Επομένως, τα σχετικά έξοδα βαρύνουν την επιχείρηση που επέλεξε να συμμετάσχει στη διαδικασία, δεδομένου ότι η δυνατότητα συμμετοχής σε διαγωνισμό για την ανάθεση συμβάσεως δεν συνεπάγεται τη βεβαιότητα ότι η εν λόγω σύμβαση θα κατακυρωθεί στον συμμετέχοντα. Επομένως, κατ’ αρχήν, τα έξοδα και οι δαπάνες που καταβάλλει ένας υποβαλών προσφορά για τη συμμετοχή του σε διαδικασία υποβολής προσφορών δεν αποτελούν ζημία που μπορεί να αποκατασταθεί με την επιδίκαση αποζημιώσεως. Ωστόσο, το άρθρο 24 των γενικών κανόνων περί προσκλήσεων προς υποβολή προσφορών και περί αναθέσεως συμβάσεων που χρηματοδοτούνται από τα κεφάλαια των προγραμμάτων Phare και Tacis δεν μπορεί να έχει εφαρμογή, χωρίς να υπάρχει κίνδυνος προσβολής των αρχών της ασφαλείας δικαίου και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, σε περιπτώσεις που η παράβαση του κοινοτικού δικαίου κατά τη διεξαγωγή της διαδικασίας υποβολής προσφορών έθιξε τις πιθανότητες ενός υποβαλόντος προσφορά να του κατακυρωθεί η σύμβαση. Οσάκις θίγονται οι πιθανότητες του υποβαλόντος προσφορά, πρέπει να επιδικάζεται αποζημίωση στον τελευταίο για τη ζημία που αφορά τα έξοδα στα οποία αυτός υποβλήθηκε για τη συμμετοχή του στη διαδικασία. (βλ. σκέψεις 98, 102)


ΣτΕ/396/2011

6. Επειδή, από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι το σύστημα της χαμηλότερης προσφοράς προϋποθέτει, λογικώς, προσφερόμενα είδη τα οποία είναι από άποψη τεχνικών χαρακτηριστικών, ιδιοτήτων και ποιότητας κατ’ αρχήν ισοδύναμα και τα οποία, ως εκ τούτου, διαφοροποιούνται ουσιαστικά μόνον ως προς την προσφερόμενη τιμή. Στην περίπτωση αυτή, η χρησιμοποίηση από τη Διοίκηση ως κριτηρίου επιλογής μόνο της χαμηλότερης τιμής έχει την έννοια της επιλογής του φθηνότερου μεταξύ των προσφερόμενων παρεμφερών προϊόντων, ευνοεί τον ανταγωνισμό, λόγω του ότι επιτρέπει την συμμετοχή περισσότερων προμηθευτών, αποβαίνει δε επωφελής για τη Διοίκηση, εφ’ όσον οδηγεί αναγκαίως σε συμπίεση των τιμών εκ μέρους των υποψήφιων προμηθευτών, αφού κριτήριο κατακυρώσεως είναι η χαμηλότερη τιμή προσφοράς. Αντιθέτως, το σύστημα της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς προσιδιάζει σε διαγωνισμούς όπου τα προσφερόμενα είδη διαφοροποιούνται κατά το μάλλον ή ήττον ουσιωδώς από απόψεως ποιότητας και τιμής, για το λόγο δε αυτόν, προκειμένου να ευρεθεί η πλέον συμφέρουσα προσφορά, δικαιολογείται η στάθμιση κατά την αξιολόγηση των τεχνικών προσφορών και ποιοτικών κριτηρίων (βλ. ΣτΕ 2183/2004 επταμ., ΕΑ 114/2008-βλ. και απόφ. ΔΕΚ της 17.9.2002, C-513/99, Concordia Bus Finland , Συλλογή 2002, σ. I-7213,σκ.59, 61-63). Στην περίπτωση αυτή, οι τεχνικές προδιαγραφές των ιατροτεχνολογικών προϊόντων πρέπει να προσδιορίζουν με σαφήνεια το υπό προμήθεια προϊόν, η δε διοίκηση έχει ευρεία ευχέρεια να επιλέξει είτε προϊόν τεχνικώς αποδεκτό σε χαμηλή τιμή, είτε προϊόν τεχνικώς εξελιγμένο σε λογική τιμή, αφού ο προσφέρων το τελευταίο, για να έχει πιθανότητες να αναδειχθεί προμηθευτής, θα υποχρεωθεί να συμπιέσει την τιμή της προσφοράς. (...)8. Επειδή, οι ανωτέρω όροι της διακηρύξεως, στο βαθμό που προβλέπουν ως κριτήριο κατακυρώσεως τη χαμηλότερη τιμή ανά κατηγορία προϊόντων, η οποία μπορεί να καλύπτει μία ή και περισσότερες υποκατηγορίες, υπό την έννοια ότι αρκεί, για το παραδεκτό της προσφοράς, η πλήρωση έστω και ενός από τα «Τεχνικά Χαρακτηριστικά» που ταυτίζονται με τις εν λόγω υποκατηγορίες, θα προκρίνεται δε, μεταξύ ισοτίμων ανά κατηγορία οικονομικών προσφορών, εκείνη που θα καλύπτει μεγαλύτερο αριθμό υποκατηγοριών, δεν θεσπίζουν κατά τρόπο σαφή και συγκεκριμένο ένα κριτήριο αξιολογήσεως των προσφορών. Και τούτο, διότι, σε περιπτώσεις ταυτιζομένων σε σχέση με την προσφερομένη τιμή οικονομικών προσφορών, οι οποίες καλύπτουν τις αυτές μεν κατηγορίες αλλά διαφορετικές, από άποψη ποιοτική ή και ποσοτική, υποκατηγορίες, όπως επιτρέπεται από τη διακήρυξη, οι ανωτέρω όροι είναι δυνατόν να καταλήγουν, για την ανάδειξη μειοδότη, σε σύγκριση ανόμοιων και, συνακολούθως, εξ ορισμού μη συγκρίσιμων ως προς τα καλυπτόμενα τεχνικά χαρακτηριστικά προσφορών και να καθιστούν, ως εκ τούτου, αδύνατη την επί ίσοις όροις αξιολόγησή τους (πρβλ. ΕΑ 76/2011). Επομένως, ο σχετικός λόγος, με τον οποίο επαναλαμβάνεται αντίστοιχη αιτίαση προβληθείσα με την προδικαστική προσφυγή και μη απαντηθείσα, άλλωστε, από την αναθέτουσα αρχή, πιθανολογείται σοβαρώς ως βάσιμος.


ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/1209/2023

ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ:ζητείται η ανάκληση της 11/2023 Πράξης της Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στη 2η Υπηρεσία Επιτρόπου Τομέα Υγείας Ενόψει αυτών και λαμβάνοντας υπ’ όψιν το σύνολο των στοιχείων που προσκόμισε η προσφεύγουσα σε εκτέλεση των διαταχθέντωνμε την 1083/2023 απόφαση του παρόντος Τμήματος (βλ. αναλυτικά σκέψεις 8, 9 και 10 της παρούσας) η κρίση της (βλ. το από 26.5.2023 πρακτικό της Επιτροπής του Διαγωνισμού και την εγκριτική αυτού 11/29.5.2023 απόφαση του Δ.Σ., όπως συμπληρώθηκαν με το από 4.8.2023 πρακτικό της Επιτροπής Αξιολόγησης του Διαγωνισμού, εγκριθέν με το 19/23.8.2023 απόσπασμα πρακτικών του Διοικητικού Συμβουλίου (Δ.Σ.) του Νοσοκομείου, αναλυτικά σε σκέψεις 7 και 9 της παρούσας) ότι οι δηλωθείσες παρατυπίες δεν στοιχειοθετούν σοβαρή ή επαναλαμβανόμενη παρατυπία τέτοια που να θεμελιώνει κατ’ αρχήν τον λόγο αποκλεισμού του άρθρου 57 παρ. 4 περ. ζ της Οδηγίας 2014/24και 73 παρ. 4 περ. ζ του ν. 4412/2016, με συνέπεια να μην επιβάλλεται η ενεργοποίηση του μηχανισμού αξιολογήσεως των διορθωτικών μέτρων αυτοκάθαρσης εκ μέρους του οικείου οικονομικού φορέα (άρθρα  57 παρ. 6 της Οδηγίας 2014/24 και 73 παρ. 7 και 8 του ν. 4412/2016) δεν παρίσταται επαρκώς αιτιολογημένη και δεν πληροί τις απαιτήσεις του σχετικού ελεγκτικού τύπου στο πλαίσιο του προσυμβατικού ελέγχου ενόψει των αρχών της διαφάνειας και της λογοδοσίας που τον διέπουν (βλ. σημείο 13.1. της παρούσας γνώμης). Ειδικότεραα) ενόψει του προδήλως επαναλαμβανόμενου χαρακτήρα των παρατυπιών του οικείου οικονομικού φορέα που οδήγησαν σε συρροή μεγάλου αριθμού προστίμων και λοιπών κυρώσεων λόγω αθετήσεως των συμβατικών του υποχρεώσεων (συνολικώς άνω των 20 κατά την τριετή περίοδο αναφοράς), η προσφεύγουσα όφειλενα προβεί σε αναλυτική παράθεση και συνολική, συγκεκριμένη, αντικειμενική και εξατομικευμένη εκτίμηση της φύσης των παρατυπιών καθ’ εαυτές και της ευθύνης του οικείου οικονομικού φορέα (βλ. ανωτέρω σημείο 13.2 στοιχ. στ της παρούσας), μόνη δε η εκτίμηση της μικρής τους εκτάσεως σε σχέση με κάθε μία επιμέρους σύμβαση και του γεγονότος ότι πάντως δεν οδήγησαν σε καταγγελία των συμβάσεων δεν αρκεί για την πληρότητα της αιτιολογήσεως, καθόσον η πολλαπλότητα έστω και ελασσόνων παρατυπιών που οδήγησαν σε μικρές κυρώσεις και μάλιστα σε πλείονες αναθέτουσες αρχές, ως εν προκειμένω, μπορεί να στοιχειοθετήσει λόγο αποκλεισμού, συμβατό με την αρχή της αναλογικότητας (βλ. ανωτέρω σημείο 13.2. στοιχ. ε της παρούσας γνώμης), ενώ το γεγονός ότι η πλειονότητα των κυρώσεων αυτών αφορούσε σε άλλο είδος υπηρεσιών (καθαριότητα) δεν συνιστά κατά νόμο λόγο μη εφαρμογής των διατάξεων των άρθρων 57 παρ. 4 ζ και 6 και 73 παρ. 4  ζ, 7 και 8 του ν. 4412/2016 στον βαθμό που υφίσταται ταυτότητα του οικονομικού φορέα, του οποίου αξιολογείται η επαγγελματική ακεραιότητα και αξιοπιστία,θα μπορούσε δε να αποτελεί κατ’ αρχήν ένδειξη αλλά από μόνη της όχι επαρκή για την μη στοιχειοθέτηση του λόγου αποκλεισμού, λόγω της αξιοσημείωτης επαναληπτικότητας της αντισυμβατικής συμπεριφοράς της αναδόχου, β) όφειλε επίσης η προσφεύγουσα να αναδείξει την αυτοτέλεια και να προχωρήσει σε ορισμένη, ειδική και εξατομικευμένη κρίση ως προς την δηλωθείσα ποινική ρήτρα ποσού 21.329,66 ευρώ, που επιβλήθηκε σε βάρος του οικείου οικονομικού φορέα,  με την 23/3.6.2022 (Θέμα 1ο) απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Γενικού Νοσοκομείου Ελευσίνας «..........», στο πλαίσιο παροχής ομοίων με τις υπό ανάθεση υπηρεσιών εστίασης (Υπηρεσίες Εστιατορίου και Παροχής Φαγητού) και συγκεκριμένα να διατυπώσει αιτιολογημένη κρίση εάν εκτός του επαναλαμβανόμενου χαρακτήρα της η αθέτηση της εν λόγω συμβατικής υποχρέωσης, ως εκ της φύσεως και του ύψους της, παρίσταται και αντικειμενικά σοβαρή και ικανή να κλονίσει την αξιοπιστία και την ακεραιότητα της αναδόχου, στον βαθμό δε που δεν εμπεριέχεται τέτοια κρίση δεν αρκεί για την πληρότητα της σχετικής αιτιολογίας η απλή αναφορά στην δικαστική προσβολή της εν λόγω κυρώσεως από τον οικείο οικονομικό φορέα (βλ. σημείο 13.2. στοιχ. δ της παρούσας γνώμης), ούτε δε και η εκ μέρους της προσφεύγουσας αόριστη κρίση περί της βασιμότητας των προβαλλόμενων τυπικών λόγων προσφυγής εκ μέρους του ίδιου φορέα, γ) η αναθέτουσα αρχή νομίμως κατ’ αρχήν συνεκτίμησε τις βεβαιώσεις καλής εκτελέσεως των υπηρεσιών εστιάσεως που είχαν εκδοθεί από τα αρμόδια όργανα της ίδιας στο πλαίσιο προηγούμενης συνεργασίας, πλην η σχετική αξιολόγηση δεν δύναται να έχει την βαρύτητα που της απέδωσε η προσφεύγουσα, κατά τρόπο ώστε να υποβαθμίζεται κατά τη σχετική στάθμιση η συρροή μεγάλου αριθμού πλημμελειών της αναδόχου, αφενός διότι τούτο δεν προβλέπεται στις εφαρμοστέες διατάξεις οι οποίες αρκούνται στην διάπραξη σοβαρής ή επαναλαμβανόμενης παρατυπίας σε προηγούμενες συμβάσεις σε οποιαδήποτε αναθέτουσα αρχή και αφετέρου διότι μία τέτοια βαρύνουσα αξιολογική σημασία θα έθετε ζητήματα παραβιάσεως των αρχών της διαφάνειας, της ίσης μεταχειρίσεως και της αμεροληψίας της αναθέτουσας αρχής (άρθρο 18 παρ. 1 Οδηγίας 2014/24 και 18 παρ. 1 του ν. 4412/2016), αφού η εφαρμογή του οικείου λόγου αποκλεισμού θα διαφοροποιείτο ουσιωδώς μεταξύ  οικονομικών φορέων με τις αυτές παρατυπίες παρέχοντας αθέμιτο πλεονέκτημα στον φορέα εκείνο που αν και εμφανίζει τις ίδιες σοβαρές ή επαναλαμβανόμενες παρατυπίες είχε προηγούμενη συνεργασία με την αρχή που προτίθεται να αναθέσει την σύμβασηκαι δ) η επίκληση των διορθωτικών μέτρων που δηλώθηκαν από τον οικονομικό φορέα στο ΕΕΕΣ παρίσταται αλυσιτελής στον βαθμό που δεν τηρήθηκε η προβλεπόμενη στις παρ. 7 και 8 του άρθρου 73 του ν. 4412/2016 διαδικασία παροχής σύμφωνης γνώμης από την Επιτροπή της παρ. 9 του ίδιου άρθρου (βλ. Δοικ. Εφ. Αθ. 1795/2022 για την ίδια εταιρεία και την επικύρωση κρίσεων της οικείας Επιτροπής περί  ανεπάρκειας συναφών διορθωτικών μέτρων στο πλαίσιο άλλης αναθέσεως).Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω πρέπει η κρινόμενη προσφυγή να γίνει δεκτή, να ανακληθεί η προσβαλλόμενη 11/2023 Πράξη της Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στη 2η Υπηρεσία Τομέα Υγείας και, εφόσον δεν συντρέχει πλέον άλλος διακωλυτικός λόγος, να επιτραπεί η υπογραφή του οικείου σχεδίου σύμβασης. Η υπό κρίση προσφυγή ανάκλησης νομίμως επανεισάγεται για συζήτηση, μετά τη συμπλήρωση των στοιχείων του φακέλου της υπόθεσης σε συμμόρφωση με όσα διατάχθηκαν με την 1085/2023 μη οριστική απόφαση του παρόντος Τμήματος  Ανακαλεί την 11/2023 Πράξη της Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στη 2η Υπηρεσία Επιτρόπου Τομέα Υγείας.