ΣτΕ/396/2011
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
6. Επειδή, από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι το σύστημα της χαμηλότερης προσφοράς προϋποθέτει, λογικώς, προσφερόμενα είδη τα οποία είναι από άποψη τεχνικών χαρακτηριστικών, ιδιοτήτων και ποιότητας κατ’ αρχήν ισοδύναμα και τα οποία, ως εκ τούτου, διαφοροποιούνται ουσιαστικά μόνον ως προς την προσφερόμενη τιμή. Στην περίπτωση αυτή, η χρησιμοποίηση από τη Διοίκηση ως κριτηρίου επιλογής μόνο της χαμηλότερης τιμής έχει την έννοια της επιλογής του φθηνότερου μεταξύ των προσφερόμενων παρεμφερών προϊόντων, ευνοεί τον ανταγωνισμό, λόγω του ότι επιτρέπει την συμμετοχή περισσότερων προμηθευτών, αποβαίνει δε επωφελής για τη Διοίκηση, εφ’ όσον οδηγεί αναγκαίως σε συμπίεση των τιμών εκ μέρους των υποψήφιων προμηθευτών, αφού κριτήριο κατακυρώσεως είναι η χαμηλότερη τιμή προσφοράς. Αντιθέτως, το σύστημα της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς προσιδιάζει σε διαγωνισμούς όπου τα προσφερόμενα είδη διαφοροποιούνται κατά το μάλλον ή ήττον ουσιωδώς από απόψεως ποιότητας και τιμής, για το λόγο δε αυτόν, προκειμένου να ευρεθεί η πλέον συμφέρουσα προσφορά, δικαιολογείται η στάθμιση κατά την αξιολόγηση των τεχνικών προσφορών και ποιοτικών κριτηρίων (βλ. ΣτΕ 2183/2004 επταμ., ΕΑ 114/2008-βλ. και απόφ. ΔΕΚ της 17.9.2002, C-513/99, Concordia Bus Finland , Συλλογή 2002, σ. I-7213,σκ.59, 61-63). Στην περίπτωση αυτή, οι τεχνικές προδιαγραφές των ιατροτεχνολογικών προϊόντων πρέπει να προσδιορίζουν με σαφήνεια το υπό προμήθεια προϊόν, η δε διοίκηση έχει ευρεία ευχέρεια να επιλέξει είτε προϊόν τεχνικώς αποδεκτό σε χαμηλή τιμή, είτε προϊόν τεχνικώς εξελιγμένο σε λογική τιμή, αφού ο προσφέρων το τελευταίο, για να έχει πιθανότητες να αναδειχθεί προμηθευτής, θα υποχρεωθεί να συμπιέσει την τιμή της προσφοράς. (...)8. Επειδή, οι ανωτέρω όροι της διακηρύξεως, στο βαθμό που προβλέπουν ως κριτήριο κατακυρώσεως τη χαμηλότερη τιμή ανά κατηγορία προϊόντων, η οποία μπορεί να καλύπτει μία ή και περισσότερες υποκατηγορίες, υπό την έννοια ότι αρκεί, για το παραδεκτό της προσφοράς, η πλήρωση έστω και ενός από τα «Τεχνικά Χαρακτηριστικά» που ταυτίζονται με τις εν λόγω υποκατηγορίες, θα προκρίνεται δε, μεταξύ ισοτίμων ανά κατηγορία οικονομικών προσφορών, εκείνη που θα καλύπτει μεγαλύτερο αριθμό υποκατηγοριών, δεν θεσπίζουν κατά τρόπο σαφή και συγκεκριμένο ένα κριτήριο αξιολογήσεως των προσφορών. Και τούτο, διότι, σε περιπτώσεις ταυτιζομένων σε σχέση με την προσφερομένη τιμή οικονομικών προσφορών, οι οποίες καλύπτουν τις αυτές μεν κατηγορίες αλλά διαφορετικές, από άποψη ποιοτική ή και ποσοτική, υποκατηγορίες, όπως επιτρέπεται από τη διακήρυξη, οι ανωτέρω όροι είναι δυνατόν να καταλήγουν, για την ανάδειξη μειοδότη, σε σύγκριση ανόμοιων και, συνακολούθως, εξ ορισμού μη συγκρίσιμων ως προς τα καλυπτόμενα τεχνικά χαρακτηριστικά προσφορών και να καθιστούν, ως εκ τούτου, αδύνατη την επί ίσοις όροις αξιολόγησή τους (πρβλ. ΕΑ 76/2011). Επομένως, ο σχετικός λόγος, με τον οποίο επαναλαμβάνεται αντίστοιχη αιτίαση προβληθείσα με την προδικαστική προσφυγή και μη απαντηθείσα, άλλωστε, από την αναθέτουσα αρχή, πιθανολογείται σοβαρώς ως βάσιμος.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕλΣυν/ΣΤ Κλιμ/32/2010
Νόμιμη η απόρριψη προσφοράς ως απαράδεκτης διαγωνισμού ανάθεσης προμήθειας με κριτήριο κατακύρωσης τη χαμηλότερη τιμή, καθόσον η προσφορά αυτή έπασχε κατά το στάδιο της κατακύρωσης ως ερχόμενη σε αντίθεση με ουσιώδεις όρους της διακήρυξης, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να κατακυρωθούν τα αποτελέσματα του διαγωνισμού στην αναδειχθείσα ανάδοχο εταιρεία, διότι στην περίπτωση αυτή η κατακυρωτική απόφαση θα έπασχε ακυρότητας. Σε κάθε δε περίπτωση, από το γεγονός ότι δεν εκδόθηκε πρακτικό απόρριψης της προσφοράς προ του ανοίγματος των οικονομικών προσφορών και δεν επιστράφηκε σφραγισμένη η οικονομική προσφορά της εταιρείας αυτής, δεν επλήγησαν οι αρχές της διαφάνειας ούτε στερήθηκε η εταιρεία αυτή της δυνατότητας δικαστικής προστασίας.
ΕΣ/ΟΛΟΜ/32/2000
Η Διακήρυξη πρέπει οπωσδήποτε να περιλαμβάνει μεταξύ άλλων ως ελάχιστο ουσιώδες στοιχείο αυτής την ακριβή ποσότητα του προς προμήθεια αγαθού και αν το είδος αυτό αναλύεται σε περισσότερες κατηγορίες ή κάθε κατηγορία αναλύεται σε περισσότερες υποκατηγορίες διαφορετικών μεταξύ τους προϊόντων, που αποτελούν όμως το τελικό τιμολογήσιμο προϊόν, πρέπει να προσδιορίζεται η ποσότητα των αγαθών κάθε κατηγορίας ή υποκατηγορίας μέχρι το τελικό τιμολογήσιμο προϊόν.
ΔΕΚ/Τ-148/2004
Δημόσιες συμβάσεις των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων — Σύναψη συμβάσεως κατόπιν προσκλήσεως για την υποβολή προσφορών — Ανάθεση των συμβάσεων — Κριτήρια αναθέσεως — Επιλογή της αναθέτουσας αρχής — Όριο — Προσφυγή σε κριτήρια που καθιστούν δυνατό τον προσδιορισμό της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς — Επιτρέπεται η χρήση όχι αποκλειστικά οικονομικών κριτηρίων.Σχετ.ΣτΕ/100/2009
ΝΣΚ/234/2006/ΟΛΟΜ
Δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών. Διατυπώσεις δημοσιότητας. Αλλαγή όρων προκήρυξης. Αξιολόγηση τεχνικών προσφορών για την επιλογή αναδόχων του έργου «Κατάρτιση ανέργων στον τομέα του πολιτιστικού περιβάλλοντος».Η προκήρυξη δημόσιου διαγωνισμού έχει χαρακτήρα κανονιστικής πράξης, και δεσμεύει τόσο τους διοικούμενους όσο και την αρμόδια επί του διαγωνισμού δημόσια Αρχή. Επί των δημοσίων συμβάσεων παροχής υπηρεσιών που αριθμούνται στο Παράρτημα ΙΒ του ΠΔ 346/1998 δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 12 του εν λόγω Π.Δ/τος περί υποχρεωτικής δημοσιότητας, εκτός εάν η σχετική προκήρυξη παραπέμπει ρητά σε αυτές. Αλλαγές όρων που περιέχονται σε άρθρο της προκήρυξης βάσει του οποίου θα κριθεί η πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά, που αποτελεί το κριτήριο κατακύρωσης του διαγωνισμού, συνιστά τροποποίηση ουσιωδών όρων της προκήρυξης, η οποία πρέπει να υποβληθεί στις διατυπώσεις δημοσιότητας που προέβλεπε αυτή στην αρχική της μορφή. Διαφορετικά η τροποποίηση πρέπει να θεωρηθεί ανίσχυρη, ως μη εγκύρως και νομίμως γενόμενη. Ως εκ τούτου η Επιτροπή Διενέργειας/Αξιολόγησης του διαγωνισμού για την επιλογή αναδόχων του έργου «Κατάρτιση ανέργων στον τομέα του πολιτιστικού περιβάλλοντος» ορθά προέβη στην αξιολόγηση των τεχνικών προσφορών σύμφωνα με το περιεχόμενο της προκήρυξης στην αρχική της μορφή, η οποία υποβλήθηκε στις διατυπώσεις δημοσιότητας, που αυτή προέβλεπε, και όχι σύμφωνα με το περιεχόμενό της, στην νεότερη μορφή της, που δεν υποβλήθηκε στις ίδιες διατυπώσεις δημοσιότητας. (πλειοψ.)
ΕλΣυν/ΣΤ Κλιμ/8/2010
Μη νόμιμη η διαδικασία διενέργειας προμήθειας υλικών από νοσοκομείο, με ανοικτό διαγωνισμό και κριτήριο κατακύρωσης τη χαμηλότερη τιμή, καθόσον: α) μη νομίμως κατακυρώθηκαν είδη στη δεύτερη κατά σειρά μειοδοσίας προμηθεύτρια εταιρεία διότι αφενός η προμηθεύτρια εταιρεία που αναδείχθηκε πρώτη μειοδότρια για τα είδη αυτά αρνήθηκε να παρατείνει εκ νέου την ισχύ της προσφοράς της, ζητώντας ματαίωση του διαγωνισμού και αφετέρου ο ελεγχόμενος διαγωνισμός έπρεπε να ματαιωθεί ως προς τα είδη αυτά, αφού κατά το χρόνο έκδοσης της κατακυρωτικής απόφασης είχε παρέλθει ο κατ' ανώτατο νόμιμο όριο χρόνος παράτασης της ισχύος των υποβαλλόμενων στο διαγωνισμό προσφορών και β) μη νομίμως και κατά παράβαση των άρθρων 20 παρ.2 και 21 περ. β'του π.δ.394/1996, κατανεμήθηκε είδος της διακήρυξης τόσο στον πρώτο όσο και στον δεύτερο κατά σειρά μειοδοσίας προμηθευτή, καθόσον δεν προέκυπτε η υποβολή ισότιμης προσφοράς από αυτούς.
ΕΣ/Κλ.Ζ/327/2007
Από τις ανωτέρω διατάξεις της διακήρυξης, σε συνδυασμό με την αρχή της διαφάνειας, που διέπει τις διαδικασίες ανάθεσης δημόσιων συμβάσεων και επιβάλλει, σε κάθε περίπτωση, αιτιολόγηση της επιλογής του αναδόχου, προκύπτει ότι η Αναθέτουσα Αρχή, κατά το στάδιο αξιολόγησης και βαθμολόγησης των τεχνικών προσφορών των συμμετεχόντων, οφείλει, επί ποινή ακυρότητας της κρίσης της, να αιτιολογεί ειδικά, με αναφορά σε συγκεκριμένα στοιχεία των τεχνικών προσφορών των διαγωνιζομένων, την δοθείσα σε αυτούς βαθμολογία στα αναφερόμενα στο άρθρο 22 επιμέρους δύο (2) κριτήρια (Πληρότητα και αρτιότητα της εκτίμησης του γενικού και ειδικού αντικειμένου της ζητούμενης υπηρεσίας - Οργανωτική αποτελεσματικότητα της ομάδας παροχής της Υπηρεσίας). Η εν λόγω ειδική κρίση της Αναθέτουσας Αρχής δεν δύναται να αναπληρωθεί από την παρεχόμενη βαθμολογία στα παραπάνω κριτήρια αξιολόγησης, δηλαδή από την απλή παράθεση βαθμών και μόνο, καθόσον η αναφορά συγκεκριμένων στοιχείων αιτιολόγησης της σχετικής βαθμολογίας, πέραν του ότι επιβάλλεται ρητά από τη διακήρυξη, καθώς και για λόγους διαφάνειας, είναι αναγκαία για το δικαστικό έλεγχο της σχετικής κρίσης.Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγονται τα ακόλουθα: Η διάταξη του άρθρου 55 της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ προβλέπει ότι η αναθέτουσα αρχή προτού προχωρήσει στην απόρριψη μιας προσφοράς ως ασυνήθιστα χαμηλής, οφείλει να παράσχει στο διαγωνιζόμενο, ο οποίος υπέβαλε την εν λόγω προσφορά, τη δυνατότητα να εκθέσει τις απόψεις του και να δικαιολογήσει τις προτεινόμενες από αυτόν τιμές με την παροχή των απαραίτητων διευκρινήσεων. Κατά συνέπεια, δεν επιτρέπεται εθνική ρύθμιση με την οποία να προβλέπεται ο αυτόματος αποκλεισμός προσφοράς που παραβιάζει κατώτατη τιμή που καθορίζεται από νομοθετική, κανονιστική ή διοικητική διάταξη χωρίς να παρέχεται προηγουμένως στον προσφέροντα, κατόπιν ακρόασής του, η δυνατότητα διευκρίνησης και αιτιολόγησης των επιμέρους στοιχείων της προσφοράς του. Οποιοσδήποτε περιορισμός της ως άνω δυνατότητας θα ερχόταν σε αντίθεση με τον σκοπό της Οδηγίας, δεδομένου ότι οδηγεί στον αποκλεισμό άνευ ετέρου των προσφορών, οι αιτιολογήσεις των οποίων στηρίζονται σε εκτιμήσεις διαφορετικές από αυτές που δέχεται η ισχύουσα εθνική ρύθμιση και τούτο παρά το γεγονός ότι οι προσφορές αυτές είναι, ενδεχομένως, περισσότερο συμφέρουσες για την αναθέτουσα αρχή (πρβλ. Σ.τ.Ε.2184/2004).
ΕλΣυν/Τμ.6/2045/2010
Το π.δ. 118/2007 «Κανονισμός Προμηθειών Δημοσίου» (ΦΕΚ 150 Α΄) ορίζει στο άρθρο 16 ότι : «1. Με την προσφορά, η τιμή του προς προμήθεια υλικού δίνεται ανά μονάδα, όπως καθορίζεται στη διακήρυξη. Στην τιμή περιλαμβάνονται οι τυχόν υπέρ τρίτων κρατήσεις, ως και κάθε άλλη επιβάρυνση, εκτός από το Φ.Π.Α., για παράδοση του υλικού στον τόπο και με τον τρόπο που προβλέπεται στη διακήρυξη. 2 (…)». Περαιτέρω, κατά πάγια νομολογία του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η διακήρυξη του διαγωνισμού αποτελεί κανονιστική διοικητική πράξη και ως εκ τούτου οι όροι της έχουν δεσμευτική ισχύ τόσο για την αναθέτουσα αρχή που διεξάγει το διαγωνισμό όσο και για τους υποψηφίους (πρβλ. απόφ. Δ.Ε.Κ. C-496/99 P Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά CAS Succhi di Fruta SpA, σκέψεις 108 επ. και ενδεικτ. αποφ. 2779/2009 VI Τμ., πράξεις 63/2008, 105/2009 IV Τμ., 88, 169/2009 Στ΄ Κλιμ. Ελ. Συν.). Η διακήρυξη που διέπει τον ελεγχόμενο διαγωνισμό ορίζει, μεταξύ άλλων, στο άρθρο 2 «Οικονομική Προσφορά»(..) 4. Το κόστος των υπό προμήθεια προϊόντων θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει όλες τις νόμιμες κρατήσεις, έξοδα και επιβαρύνσεις του υποψηφίου αναδόχου. Από τις παρατεθείσες διατάξεις συνάγεται ότι η υποχρέωση με όρο της διακήρυξης να συμπεριλαμβάνονται στην προσφερόμενη τιμή όλες οι νόμιμες κρατήσεις και επιβαρύνσεις αποσκοπεί στη διασφάλιση με αδιαμφισβήτητο και αδιάβλητο τρόπο της αντικειμενικότητας στην ανάθεση της προμήθειας και υπαγορεύεται από την ανάγκη εξάλειψης κάθε ενδεχόμενης ασάφειας κατά την σύνταξη των οικονομικών προσφορών, τυχόν ύπαρξη της οποίας οδηγεί σε απόρριψη της προσφοράς ως απαράδεκτης (βλ. ΣτΕ 563/2008, ΣτΕ ΕΑ 482/2006, Γνωμ Ν.Σ.Κ. 334/2008).
ΣτΕ/2644/2001
Κατ' ακολουθίαν, στα πλαίσια ενός τέτοιου διαγωνισμού, η επιτροπή εμπειρογνωμόνων, άπαξ και διατυπώσει, σύμφωνα με το άρθρο 20 παρ. 3, την γνωμοδότησή της ως προς την αξιολόγηση και την βαθμολογία των τεχνικών προσφορών, μπορεί να την ανακαλέσει (πριν βεβαίως, από την έκδοση της αντίστοιχης εκτελεστής πράξεως του αποφασίζοντος οργάνου) μόνον για λόγους νομιμότητας, δηλαδή για παράβαση νόμου ή πλάνη περί τα πράγματα. Ανάκληση κατόπιν ουσιαστικής επανεκτιμήσεως των πραγματικών δεδομένων της υποθέσεως και διατύπωση νέας, διαφορετικής κατά περιεχόμενο, γνωμοδοτήσεως δεν είναι επιτρεπτή και καθιστά παράνομη και ακυρωτέα την βάσει αυτής εκδιδομένη κατακυρωτική πράξη. Κατά την γνώμη, όμως, του συμβούλου Σ. Χαραλαμπίδη, στην οποία προσχώρησε και ο πάρεδρος Δ. Μακρής, κατά την έννοια των διατάξεων του π.δ. 284/1989 σε συνδυασμό και με την προαναφερθείσα γενική αρχή του διοικητικού δικαίου, η διατύπωση εκ μέρους του γνωμοδοτούντος οργάνου νέας γνωμοδοτήσεως, κατόπιν ουσιαστικής επανεκτιμήσεως των πραγματικών δεδομένου της υποθέσεως, δεν αποκλείεται, εφ' όσον γίνεται πριν από την αποσφράγιση των οικονομικών προσφορών και αιτιολογείται ειδικώς.
ΕλΣυν/ΣΤ Κλιμ/60/2010
Σε ανοικτό διαγωνισμό προμήθειας με κριτήριο κατακύρωσης τη χαμηλότερη τιμή, παρέχεται το δικαίωμα στους υποψήφιους προμηθευτές να υποβάλουν προσφορά για ολόκληρη τη ζητού-μενη ποσότητα ή για μέρος αυτής. Έπιπλέον, η μη υποβολή από συμμετέχοντα στο διαγωνισμό προμηθευτή, εγγυητικής επιστολής συμμετοχής, οδηγεί σε αποκλεισμό του από τη διαγωνιστική διαδικασία. Τελικά, όμως, κρίθηκε μη νόμιμη εν μέρει η διαδικασία του εν λόγω διαγωνισμού, καθόσον είχε λήξει η ισχύς των προσφορών πέντε (5) συμμετεχουσών εταιρειών, με αποτέλεσμα να μη μπορούν να υπογράψουν τα σχετικά σχέδια συμβάσεων. Με την 2047/2010 Απόφασή του το VI Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου ανακάλεσε εν μέρει την Πράξη αυτή και έκρινε ότι η αναθέτουσα αρχή νομίμως προέβη στην κατακύρωση είδους στην συμμετέχουσα στο διαγωνισμό εταιρεία και μετά την υπέρβαση του ανώτατου χρονικού ορίου ισχύος της προσφοράς της ατομικής επιχείρησης, δεδομένου ότι η εν λόγω μειοδότρια ατομική επιχείρηση όχι μόνο δεν προέβαλλε αντιρρήσεις για τη συνέχιση και ολοκλήρωση της διαγωνιστικής διαδικασίας, αλλά αποδέχθηκε την παράταση της ισχύος της προσφοράς της και η ίδια είχε έννομο συμφέρον για την κατάρτιση της επίμαχης σύμβασης. Κρίθηκε επιπλέον ότι τα χρονικά όρια της ισχύος των προσφορών έχουν τεθεί υπέρ των διαγωνιζομένων, πράγμα που σημαίνει ότι ο μειοδότης υποχρεούται να αποδεχτεί το αποτέλεσμα του διαγωνισμού και να συνάψει τη σχετική σύμβαση, με τις τιμές και τους όρους της προσφοράς του, μόνον εάν δεν έχει ακόμη παρέλθει ο χρόνος ισχύος των προσφορών που ορίστηκε με τη διακήρυξη ή ο χρόνος μέχρι του οποίου μπορεί νομίμως να παραταθεί η προσφορά του, ήτοι χρονικό διάστημα ίσο, κατ' ανώτατο όριο, με το προβλεπόμενο από τη διακήρυξη. Ο διαγωνισμός ματαιώνεται αυτοδικαίως, μόνον στην περίπτωση που όχι απλώς έχει παρέλθει ο χρόνος ισχύος της προσφοράς και της νόμιμης παράτασής της, αλλά και ο μειοδότης, κατά τη διακριτική του ευχέρεια, δεν δέχεται πλέον την κατακύρωση. Μετά δε την εξάντληση των παραπάνω χρονικών ορίων η τυχόν εκδιδόμενη κατακυρωτική απόφαση, δεν πάσχει εξ' αυτού του λόγου ακυρότητας, εφόσον οι υποψήφιοι δεν προβάλλουν αντιρρήσεις και το συμφέρον της αναθέτουσας αρχής επιβάλλει τη συνέχιση του διαγωνισμού.
ΣΤΕ/150/2011
Μετακινήσεις ερευνητών...Επειδή, σύμφωνα με όσα έχουν εκτεθεί στην 7η σκέψη, η ημερομηνία υπογραφής της υπεύθυνης δήλωσης πρέπει, κατ’ αρχήν, να συμπίπτει με την ημερομηνία υποβολής της προσφοράς. Αν όμως από τα στοιχεία του φακέλου μπορεί να συναχθεί ότι από προφανή παραδρομή οι υπεύθυνες δηλώσεις διαγωνιζομένου φέρουν ημερομηνία μεταγενέστερη της ημερομηνίας υποβολής της προσφοράς του σε διαγωνισμό, περίπτωση που ανακύπτει ιδίως όταν η ημερομηνία που φέρουν οι υπεύθυνες δηλώσεις διαγωνιζομένου είναι όχι απλώς μεταγενέστερη της ημερομηνίας υποβολής της προσφοράς του αλλά μεταγενέστερη και της καταληκτικής ημερομηνίας υποβολής των προσφορών για το συγκεκριμένο διαγωνισμό και μάλιστα όταν αυτή συμπίπτει με την ημερομηνία διεξαγωγής του διαγωνισμού, η πλημμέλεια αυτή των υπεύθυνων δηλώσεων δεν μπορεί να έχει ως συνέπεια τον αποκλεισμό του από τον διαγωνισμό (Πρβλ. και Σ.τ.Ε. 2017/2010). Τούτο, διότι στην περίπτωση αυτή μπορεί ευλόγως να θεωρηθεί ότι ο διαγωνιζόμενος, που, άλλωστε, δεν παραβιάζει κατ’ ουσίαν τον σχετικό όρο της διακηρύξεως, υπέπεσε στην παραδρομή συγχέοντας την ημερομηνία υποβολής της προσφοράς του με την καταληκτική ημερομηνία υποβολής των προσφορών ή με την ημερομηνία διεξαγωγής του διαγωνισμού. Με τα δεδομένα αυτά, η κρινόμενη αίτηση ασφαλιστικών μέτρων θα έπρεπε να γίνει δεκτή και να διαταχθούν ως κατάλληλα ασφαλιστικά μέτρα η αναστολή της εκτέλεσης του 205/2.11.2010 πρακτικού του Ειδικού Επταμελούς Οργάνου της Επιτροπής Ερευνών του καθ’ου Πανεπιστημίου, η αξιολόγηση της τεχνικής προσφοράς της αιτούσας και η περαιτέρω συνέχιση του διαγωνισμού με τη συμμετοχή της. Ενόψει όμως αντίθετης νομολογίας επί του θέματος αυτού (Ε.Α. 43/2010), η Επιτροπή κρίνει ότι η υπόθεση πρέπει να παραπεμφθεί στην Επιτροπή υπό πενταμελή σύνθεση κατ’ άρθρο 10 του ν. 3900/2010 (Α΄213).