ΔΑΠΔΕΠ/Φ.5/84/οικ.1857/2025
Τύπος: Εγκύκλιοι
Τροποποίηση διατάξεων ΜΕΡΟΥΣ Β΄ - ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΣΤΟΧΟΘΕΣΙΑ ΣΤΟΝ ΔΗΜΟΣΙΟ ΤΟΜΕΑ, Ν. 4940/2022, και συμπλήρωση διατάξεων με τις διατάξεις των άρθρων 40 επ. του Νόμου 5149/2024 (Α’ 169). ΑΔΑ:ΡΟ5Ι46ΜΤΛ6-ΒΞΠ
ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΡΕΧΟΝΤΟΣ ΕΓΓΡΑΦΟΥ : 1Η ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
391810/2023
Υπολογισμός χρόνου υπηρεσίας προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων και Σωμάτων Ασφαλείας στο διπλάσιο, κατ΄εφαρμογήν των διατάξεων του άρθρου 23 Ν.4997/2022, με το οποίο αντικαταστάθηκαν τα άρθρα 40 παρ.5 π.δ 169/2007 και 22 παρ.3 Ν.3865/2010. Αναγνώριση του χρόνου υπηρεσίας που λογίζεται αυξημένος στο διπλάσιο, ως χρόνου πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 15 παρ. 9 και 12, 40 και 41 του ΠΔ 169/2007, 8 του Ν. 2084/1992 και 22 παρ.3 Ν.3865/2010» ΑΔΑ:9ΙΒΠ46ΜΑΠΣ-ΟΝΙ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 43/2023
ΝΣΚ/82/2002
Εργολαβικό αντάλλαγμα νέων, απαραιτήτων συμπληρωματικών εργασιών μετά μελέτη, χωρίς οικονομική προέγκρισι μετ έκδοσι πληρωμής του λογαριασμού.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Ι. Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 5 παρ.7,8 Ν 1418/1984 και 40 παρ.1,7 ΠΔ 609/1985 συνάγεται ότι, αν εγκριθεί από την Διευθύνουσα Υπηρεσία ο Λογαριασμός τον οποίον υποβάλλει εις αυτήν ο ανάδοχος για την πληρωμή των εργασιών που έχουν εκτελεσθεί και εκδοθεί από την υπηρεσία σχετική εντολή πληρωμής, ο κύριος του έργου υποχρεούται να εξοφλήσει την εντολή πληρωμής εκδίδοντας σχετικό χρηματικό ένταλμα. Η δε διευθύνουσα υπηρεσία δεν δύναται πλέον να τροποποιήσει την, ήδη, αυτοδικαίως, εγκριθείσαν πιστοποίησι. (πρβλ. ΣτΕ 1674/1997, 1434/1999). ΙΙ. Εν όψει των ανωτέρω, εις την υπ όψιν περίπτωσι ανάγκης νέων, απαραίτητων συμπληρωματικών εργασιών, μετά μελέτη, χωρίς οικονομική προέγκρισι, εφόσον, ο εις το ιστορικόν 1ος Λογαριασμός του έργου ενεκρίθη από την Διευθύνουσα Υπηρεσία και η σχετική επ αυτού 1η Εντολή Πληρωμής της ιδίας Διευθυνούσης Υπηρεσίας δεν ανεκλήθη ούτε ηκυρώθη δικαστικώς, συντρέχει νόμιμος περίπτωσις εξοφλήσεως της σχετικής εντολής πληρωμής, κατά τα προεκτεθέντα (ιδία ΣτΕ 4609/97 ΔΔ 98.747) και εις το τιθέμενον ερώτημα προσήκει απάντησις καταφατική.
ΝΣΚ/102/2022
α) Στην περίπτωση του Ζ.Κ., δεν τυγχάνουν εφαρμογής για την αναγνώριση των πλασματικών χρόνων τέκνων και κενών διαστημάτων οι διατάξεις των άρθρων 10 του ν. 3863/2010 και 39 και 40 του ν. 3996/2011, ούτε αμέσως, ούτε και εμμέσως, βάσει άρθρου 22 παρ. 1 εδάφιο ε΄ ή άλλων διατάξεων του Καταστατικού του Τ.Ε.Α.Π.Ε.Τ.Ε., το δε τ. Ε.Τ.Α.Τ. μη νόμιμα, με τις με αριθμό 809/247ηςΣυν./07.09.2011, 845/249ηςΣυν./01.11.2011 και 1012/261Συν/04.04.2012 αποφάσεις του, προέβη στην αναγνώριση τέτοιων πλασματικών χρόνων και στη χορήγηση στον ανωτέρω συνταξιούχο προσυνταξιοδοτικής παροχής, πριν τη συμπλήρωση του 55ου έτους της ηλικίας του (ομόφωνα). β) Το τ. Ε.Τ.Α.Τ. (νυν e-Ε.Φ.Κ.Α.) δεν οφείλει να καταβάλει επίδομα τέκνων στον εν λόγω συνταξιούχο, δεδομένου ότι αυτός είναι μεν άγαμος γονέας που είχε αναγνωρίσει με δικαστική απόφαση δύο τέκνα, όμως δεν έχει την επιμέλειά τους (ομόφωνα). γ) Για την επιστροφή των εισφορών αναγνώρισης, με τις οποίες εξαγοράσθηκαν από τον Ζ.Κ. τα προαναφερθέντα πλασματικά έτη ασφάλισης, χωρίς να προβλέπεται από την κείμενη κοινωνικοασφαλιστική νομοθεσία, προϋποτίθεται η ανάκληση, ως παράνομων, των ως άνω αποφάσεων του τ. Ε.Τ.Α.Τ. περί αναγνώρισης σ’ αυτόν πλασματικού χρόνου ασφάλισης και χορήγησης προσυνταξιοδοτικής παροχής πριν τη συμπλήρωση του 50ου έτους της ηλικίας του. Η ανάκληση αυτή είναι υποχρεωτική και συνεπάγεται, καταρχήν, τον καταλογισμό σε βάρος του Ζ.Κ. των παροχών οι οποίες του καταβλήθηκαν βάσει των ανακλητέων πράξεων και στη συνέχεια, επειδή αντίστοιχα οι εισφορές αναγνώρισης τις οποίες αυτός κατέβαλε θα έχουν καταστεί επιγενομένως αχρεώστητες και, ως εκ τούτου, επιστρεπτέες, πρέπει αυτές να συμψηφιστούν με τις καταλογισθείσες παροχές (ομόφωνα). δ) Όσον αφορά ειδικά την αναζήτηση από τον e-Ε.Φ.Κ.Α. των καταβληθεισών στον Ζ.Κ., αχρεωστήτως, παροχών οι οποίες τυχόν απομένουν, μετά τον συμψηφισμό με τις αχρεωστήτως καταβληθείσες εκ μέρους του εισφορές αναγνώρισης, αυτή είναι υποχρεωτική, ανεξάρτητα από το χρόνο της καταβολής τους και της υπαιτιότητάς του ή μη, βάσει των αντικειμενικών και μόνο στοιχείων της αχρεώστητης καταβολής (κατά πλειοψηφία). ε) Οι αχρεωστήτως καταβληθείσες από τον Ζ.Κ. εισφορές για εξαγορά πλασματικών ετών δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για προσαύξηση του χρόνου αυτού επί της χορηγούμενης προσυνταξιοδοτικής παροχής (ομόφωνα). Παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του ΝΣΚ, κατόπιν της υπ’ αριθμ. 48/2022 γνωμοδότησης του Στ΄ Τμήματος.(...)α) Στην περίπτωση του Ζ.Κ., δεν τυγχάνουν εφαρμογής για την αναγνώριση των πλασματικών χρόνων τέκνων και κενών διαστημάτων οι διατάξεις των άρθρων 10 του ν. 3863/2010 και 39 και 40 του ν. 3996/2011, ούτε αμέσως, ούτε και εμμέσως, βάσει άρθρου 22 παρ. 1 εδάφιο ε΄ ή άλλων διατάξεων του Καταστατικού του Τ.Ε.Α.Π.Ε.Τ.Ε., το δε τ. Ε.Τ.Α.Τ. μη νόμιμα, με τις με αριθμό 809/247ηςΣυν./07.09.2011, 845/249ηςΣυν./01.11.2011 και 1012/261Συν/04.04.2012 αποφάσεις του, προέβη στην αναγνώριση τέτοιων πλασματικών χρόνων και στη χορήγηση στον ανωτέρω συνταξιούχο προσυνταξιοδοτικής παροχής, πριν τη συμπλήρωση του 55ου έτους της ηλικίας του (ομόφωνα). β) Το τ. Ε.Τ.Α.Τ. (νυν e-Ε.Φ.Κ.Α.) δεν οφείλει να καταβάλει επίδομα τέκνων στον εν λόγω συνταξιούχο, δεδομένου ότι αυτός είναι μεν άγαμος γονέας που είχε αναγνωρίσει με δικαστική απόφαση δύο τέκνα, όμως δεν έχει την επιμέλειά τους (ομόφωνα). γ) Για την επιστροφή των εισφορών αναγνώρισης, με τις οποίες εξαγοράσθηκαν από τον Ζ.Κ. τα προαναφερθέντα πλασματικά έτη ασφάλισης, χωρίς να προβλέπεται από την κείμενη κοινωνικοασφαλιστική νομοθεσία, προϋποτίθεται η ανάκληση, ως παράνομων, των ως άνω αποφάσεων του τ. Ε.Τ.Α.Τ. περί αναγνώρισης σ’ αυτόν πλασματικού χρόνου ασφάλισης και χορήγησης προσυνταξιοδοτικής παροχής πριν τη συμπλήρωση του 50ου έτους της ηλικίας του. Η ανάκληση αυτή είναι υποχρεωτική και συνεπάγεται, καταρχήν, τον καταλογισμό σε βάρος του Ζ.Κ. των παροχών οι οποίες του καταβλήθηκαν βάσει των ανακλητέων πράξεων και στη συνέχεια, επειδή αντίστοιχα οι εισφορές αναγνώρισης τις οποίες αυτός κατέβαλε θα έχουν καταστεί επιγενομένως αχρεώστητες και, ως εκ τούτου, επιστρεπτέες, πρέπει αυτές να συμψηφιστούν με τις καταλογισθείσες παροχές (ομόφωνα). δ) Όσον αφορά ειδικά την αναζήτηση από τον e-Ε.Φ.Κ.Α. των καταβληθεισών στον Ζ.Κ., αχρεωστήτως, παροχών οι οποίες τυχόν απομένουν, μετά τον συμψηφισμό με τις αχρεωστήτως καταβληθείσες εκ μέρους του εισφορές αναγνώρισης, αυτή είναι υποχρεωτική, ανεξάρτητα από το χρόνο της καταβολής τους και της υπαιτιότητάς του ή μη, βάσει των αντικειμενικών και μόνο στοιχείων της αχρεώστητης καταβολής (κατά πλειοψηφία). ε) Οι αχρεωστήτως καταβληθείσες από τον Ζ.Κ. εισφορές για εξαγορά πλασματικών ετών δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για προσαύξηση του χρόνου αυτού επί της χορηγούμενης προσυνταξιοδοτικής παροχής (ομόφωνα). Παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του ΝΣΚ, κατόπιν της υπ’ αριθμ. 48/2022 γνωμοδότησης του Στ΄ Τμήματος.
ΣτΕ/767/2011
ΕΓΓΡΑΦΗ ΕΝΤΟΛΗ (...)Εκ των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι σε περίπτωση κατά την οποία ο ανάδοχος εκτελέσει εργασίες μη προβλεπόμενες από τη σύμβαση, κατά ποσότητα ή είδος, η δαπάνη των οποίων υπερβαίνει το 50% του συνολικού συμβατικού ποσού, δεν δικαιούται αμοιβής ή αποζημιώσεως για τις εργασίες αυτές, ούτε αποδόσεως της ωφελείας του λήπτου βάσει των διατάξεων περί αδικαιολογήτου πλουτισμού (άρθρα 904 επ. Α.Κ. – βλ. ΣτΕ 578/2004, 1170/2003, 3218-9/2002, 619/2002). Κατ’ εξαίρεση, όμως, από τον κανόνα αυτό, ο ανάδοχος δικαιούται αμοιβής ή αποζημιώσεως για τις ως άνω εργασίες, στην περίπτωση κατά την οποία προέβη στην εκτέλεσή τους κατόπιν εγγράφου εντολής της Υπηρεσίας ή, σε επείγουσες περιπτώσεις, κατόπιν προφορικής εντολής της Υπηρεσίας, στον τόπο εκτελέσεως του έργου, καταχωρισθείσης στο ημερολόγιο αυτού (βλ. ΣτΕ 2626/2004, 3039/2003, 2029/2003, 1170/2003). (διότι, όπως γίνεται παγίως δεκτό, δεν είναι δυνατή η εφαρμογή των διατάξεων του Αστικού Κώδικος και των γενικών αρχών του δικαίου, εν όψει της ρητής απαγορεύσεως των άρθρων 8 παρ. 1 του ν. 1418/1984 και 34 παρ. 2 του π.δ/τος 609/1985 (βλ. ΣτΕ 86/2005 και πρβλ. ΣτΕ 3219/2002, 2710/2002, 619/2002, 1170/2003)]. Περαιτέρω, γίνεται μεν δεκτό ότι από τον συνδυασμό των άρθρων 34 και 43 του π. δ/τος 609/1985 συνάγεται ότι ο ανάδοχος δεν δύναται κατ’ αρχήν να προβεί σε τροποποιήσεις ως προς την ποιότητα, το είδος ή την ποσότητα των εργασιών, όπως αυτά ορίζονται στη σύμβαση, χωρίς προηγουμένη έγγραφο εντολή του κυρίου του έργου και χωρίς προηγουμένη σύνταξη και έγκριση συγκριτικού πίνακος ή και πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδος νέων εργασιών, όπως επίσης και ότι ο ανάδοχος δεν δικαιούται αποζημιώσεως για μεταβολές στο έργο, οι οποίες έγιναν χωρίς προηγουμένη έγγραφο εντολή (ή σε επείγουσες περιπτώσεις, χωρίς προφορική εντολή της Υπηρεσίας στον τόπο εκτελέσεως του έργου, καταχωρηθείσης στο ημερολόγιο αυτού (βλ. ΣτΕ 2017/2006, 578/2004, 3039/2003, 1170/2003 κ.α.). Καθ’ ερμηνείαν όμως των αυτών ως άνω διατάξεων δεν αποκλείεται εργασίες, οι οποίες παρεκκλίνουν της συμβάσεως και εξετελέσθησαν χωρίς έγγραφο ή προφορική, κατά τα ανωτέρω, εντολή να κριθούν, εν συνεχεία, από τα αρμόδια όργανα του κυρίου του έργου ή, σε περίπτωση διαφωνίας και ασκήσεως εκ μέρους του αναδόχου προσφυγής, από το αρμόδιο διοικητικό εφετείο, ως αναγκαίες, οπότε οι εργασίες αυτές νομιμοποιούνται εκ των υστέρων με τη σύνταξη συγκριτικού πίνακος και πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδος νέων εργασιών (βλ. ΣτΕ 2250/2009, 1930/2009, 1418/2009, 1214/2007, 3237/2006, 595/2005, 4162/1997). Προκειμένου δε οι ζητούμενες τροποποιήσεις να κριθούν ως αναγκαίες και να νομιμοποιηθούν εκ των υστέρων, κατά τα προαναφερθέντα, πρέπει ο ανάδοχος να επικαλεσθεί την ασφάλεια, την αρτιότητα ή τη λειτουργικότητα του έργου. Επομένως, ο ανάδοχος έχει έννομο συμφέρον, αφού τηρήσει την ενδικοφανή διαδικασία, η οποία διαγράφεται στο άρθρο 12 του ν. 1418/1984, και εφ’ όσον αυτή αποβεί άκαρπος, να ασκήσει προσφυγή κατά της αρνήσεως του κυρίου του έργου, προκειμένου να κριθεί από το αρμόδιο διοικητικό εφετείο αν οι προτεινόμενες τροποποιήσεις είναι αναγκαίες για την αρτιότητα και τη λειτουργικότητα του έργου, εάν δε οι προπαρατεθείσες από τον ανάδοχο τροποποιήσεις κριθούν από το δικαστήριο αναγκαίες, τα αρμόδια όργανα του κυρίου του έργου οφείλουν να συντάξουν και να εγκρίνουν συγκριτικό πίνακα και πρωτόκολλο κανονισμού τιμών για τις απαιτούμενες εργασίες. Η διαδικασία δε αυτή πρέπει να ακολουθηθεί και όταν οι εργασίες αυτές έχουν ήδη εκτελεσθεί από τον ανάδοχο, χωρίς έγγραφο εντολή του κυρίου του έργου, διότι και στην περίπτωση αυτή, για τον καθορισμό του ανταλλάγματος για τις εργασίες αυτές, απαιτείται η τήρηση της ως άνω διαδικασίας καταρτίσεως συγκριτικού πίνακος και πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδος νέων εργασιών, ενώ για την πληρωμή απαιτείται η διενέργεια επιμετρήσεως και η έγκριση του σχετικού λογαριασμού, ο οποίος αποτελεί την προς τούτο απαιτουμένη πιστοποίηση, συμφώνως προς τα οριζόμενα στα άρθρα 5 παρ. 7 επ. και 8 του ν. 1418/1984 και 38, 40, 43, 44 του π. δ/τος 609/1985, δεν επιτρέπεται δε στο διοικητικό εφετείο να προβεί αυτό, για πρώτη φορά σε κρίση ως προς το ποσό, το οποίο οφείλεται στον προσφεύγοντα ανάδοχο για τις εκτελεσθείσες εργασίες(...)
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.4/106/2018
Προμήθειας πετρελαίου κίνησης και πετρελαίου θέρμανσης:Με τα ανωτέρω πραγματικά δεδομένα, και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω στη σκέψη ΙΙ, η προμήθεια πετρελαίου κίνησης και θέρμανσης για το Γενικό Νοσοκομείο .... και τις λοιπές δομές του κατατμήθηκε τεχνητώς, κατά παράβαση του άρθρων 116 και 117 του ν. 4412/2016 περί επιλογής των διαδικασιών δημοπράτησης, και κατά συνέπεια, αναγόμενη σε δωδεκάμηνη βάση πρέπει να θεωρηθεί ως ενιαία προμήθεια, η οποία έπρεπε να ανατεθεί κατόπιν απόφασης του Δ.Σ. του Νοσοκομείου περί έγκρισης διενέργειας συνοπτικού διαγωνισμού. Ως εκ τούτου, η εντελλόμενη δαπάνη καθίσταται στο σύνολό της μη νόμιμη. Ανεξαρτήτως δε αυτού είναι και μη κανονική καθόσον, κατά τον βασίμως προβαλλόμενο λόγο διαφωνίας του αναπληρωτή Επιτρόπου, οι εκ νέου σχετικές δεσμεύσεις των πιστώσεων του προϋπολογισμού οικονομικού έτους 2017 για την πραγματοποίηση της επίμαχης προμήθειας αναρτήθηκαν στο Πρόγραμμα «Διαύγεια» στις 9.8.2017 με ΑΔΑ:7ΥΓΨ4690Β3-8ΩΡ και στις 9.1.2018 με ΑΔΑ: 66ΔΖ4690Β3-3ΚΟ αντίστοιχα, ισχύουν δε σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 3861/2010, όπως αυτές τροποποιήθηκαν με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 23 του ν. 4210/2013 από την ανάρτησή τους. Επιπροσθέτως, δεν προκύπτει από τα συνημμένα δικαιολογητικά ότι αυτές ανετράπησαν στο τέλος του έτους 2017, κατά τα προβλεπόμενα στις διατάξεις των παρ.2 και 3 του άρθρου 4 του π.δ/τος 80/2016. Λαμβανομένων όμως υπόψη α) των διαθέσιμων για καύσιμα κονδυλίων στον κωδικό 1611 των προϋπολογισμών εξόδων του Νοσοκομείου κατά τη διάρκεια των ετών 2016 και 2017, β) της προκύπτουσας μείωσης του συνολικού προϋπολογισμού του Νοσοκομείου κατά τα ίδια έτη κατά 40%, και γ) της απολύτως απαραίτητης προμήθειας καυσίμων για την κάλυψη των πάγιων αναγκών του Νοσοκομείου, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η επιλογή της μη νόμιμης απ΄ευθείας ανάθεσης της επίμαχης προμήθειας δεν έγινε με σκοπό να αποφευχθεί η επ΄αυτής εφαρμογή του νόμιμου συνοπτικού διαγωνισμού, οι νόμιμες ανατροπές των πιστώσεων και η έγκαιρη ανάρτηση των σχετικών δεσμεύσεων πίστωσης στο πρόγραμμα «Διαύγεια». Ως εκ τούτων, κρίνεται ότι τα όργανα του Γενικού Νοσοκομείου .... ενήργησαν χωρίς πρόθεση καταστρατήγησης των σχετικών διατάξεων και ότι συντρέχει, στην προκειμένη περίπτωση, λόγος θεώρησης του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος λόγω συγγνωστής πλάνης.
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/304/2017
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ:Με δεδομένα όσα εκτέθηκαν πρέπει να γίνουν δεκτά τα ακόλουθα: Από το περιεχόμενο της ελεγχόμενης σύμβασης προκύπτει ότι, κατ’ ορθό νομικό χαρακτηρισμό, αυτή αν και φέρεται ως προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν. 3852/2010 συνιστά απευθείας ανάθεση από τον Δήμο ..... στην εταιρεία «…..» εκπόνησης μελετών και παροχής συναφών υπηρεσιών, η οποία διενεργήθηκε κατά παράβαση των διατάξεων του ν. 4412/2016. Συγκεκριμένα, από το αντικείμενο της ελεγχόμενης σύμβασης και κυρίως από τη διαμόρφωση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλόμενων μερών, προκύπτει ότι δεν πρόκειται για περίπτωση συνεργασίας φορέων που εκκινούν από την ίδια αφετηρία συμφερόντων με σκοπό, με την αλληλοσυμπλήρωση αρμοδιοτήτων ή οικονομικοτεχνικών μέσων, την από κοινού εκτέλεση δημόσιας αποστολής τους. Το γεγονός δε ότι η συμμετοχή της συγκεκριμένης αναπτυξιακής εταιρείας γίνεται σε εκπλήρωση του κατά-στατικού της σκοπού, ο οποίος συνίσταται και στην επιστημονική και τεχνική στήριξη των Ο.Τ.Α., δεν αρκεί για την παραδοχή ότι τα συμβαλλόμενα μέρη εκκινούν από κοινή αφετηρία (Ε.Σ. VII Τμ. Πράξη 29/2016). Αντίθετα, προκύπτει ότι ο Δήμος ..... λειτουργεί ως αναθέτουσα αρχή που επιδιώκει, έναντι καταβολής ανταλλάγματος (55.000,00 ευρώ συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α.), τη σύνταξη εκ μέρους της αντισυμβαλλόμενης εταιρείας που επέχει απλώς θέση παρόχου υπηρεσιών, ελεγχόμενου ως προς την προσήκουσα υλοποίηση του συμβατικού αντικειμένου από τη Διεύθυνση Περιβάλλοντος, Υπηρεσίας Δόμησης και Τεχνικών Υπηρεσιών του Δήμου, της κύριας μελέτης (αρχιτεκτονικής, στατικής, ηλεκτρομηχανολογικής) και των υποστηρικτικών μελετών (τοπογραφικής, γεωλογικής, γεωτεχνικής) καθώς επίσης την παροχή συναφών τεχνικών υπηρεσιών (σύνταξη τευχών δημοπράτησης και Σ.Α.Υ.-Φ.Α.Υ.) για το έργο «Ανέγερση Κλειστού Κολυμβητηρίου …». Η ουσιαστική συμβολή, μάλιστα, του Δήμου εξαντλείται στη χρηματοδότηση της σύμβασης, καθώς η εκτέλεση των απαιτούμενων ενεργειών για την εξασφάλιση των αδειοδοτήσεων και εγκρίσεων από τους αρμόδιους φορείς, που αναγράφεται μεταξύ των υποχρεώσεών του, συνιστά όλως τυπική συνεισφορά (υποβολή αιτήσεων προς τους αρμόδιους φορείς), δεδομένου ότι από το συμβατικό κείμενο συνάγεται ότι σε περίπτωση που απαιτηθούν περαιτέρω ενέργειες για τη λήψη αυτών, αυτές θα διεκπεραιωθούν από την αντισυμβαλλόμενη αναπτυξιακή εταιρεία, η οποία αναλαμβάνει να τον συνδράμει και σε αυτό το σκέλος. Ομοίως, η συγκέντρωση των απαραίτητων στοιχείων και πληροφοριών, που επίσης συμπεριλαμβάνεται στις υποχρεώσεις του Δήμου, ανάγεται σε προαπαιτούμενη ενέργεια για την εκπόνηση οιασδήποτε μελέτης (κάθε εργοδότης παραδίδει στον ανάδοχο τα ήδη υπάρχοντα στοιχεία που σχετίζονται με την εκπονούμενη μελέτη) και δεν αποτελεί ισόρροπη, αλλά όλως συμπληρωματική συμβολή στην εκτέλεση του συμβατικού αντικειμένου. Στην ερμηνευτική εκδοχή περί του αληθούς χαρακτήρα της επίμαχης σύμβασης συνηγορούν, άλλωστε, αφενός μεν η επιβάρυνση του ποσού του προϋπολογισμού αυτής με Φ.Π.Α., ο οποίος επιβάλλεται στις δημόσιες συμβάσεις παροχής υπηρεσιών, όχι όμως και στις προγραμματικές συμβάσεις, αφετέρου δε το γεγονός ότι η υλοποίηση του συμβατικού αντικειμένου δεν προϋποθέτει την περαιτέρω σύναψη εκτελεστικών συμβάσεων, αλλά εξαντλείται στην εκτέλεση αυτής (Ε.Σ. VII Τμ. Πράξη 29/2015, ΚΠΕΔ VII Τμ. 17/2017, 248, 12/2016, 350/2015). Αποκλειομένης, εξάλλου, της νομικής φύσης αυτής ως σύμβασης συνεργασίας υπό την έννοια του άρθρου 12 παρ. 4 του ν. 4412/2016, καθόσον η έννοια της συνεργασίας στο άρθρο αυτό συνίσταται, ομοίως, στη διασφάλιση εκπλήρωσης ορισμένης αποστολής δημόσιας υπηρεσίας κοινής στους μετέχοντες φορείς, αλλά και λόγω της, έστω, μειοψηφικής συμμετοχής ιδιωτικών φορέων στη μετοχική σύνθεση της αντισυμβαλλόμενης αναπτυξιακής εταιρείας, ήτοι των με α/α 17 έως 40 μετεχόντων συλλόγων και αγροτικών συνεταιρισμών (για τη νομική μορφή των αγροτικών συνεταιρισμών ως ν.π.ι.δ. με εμπορική ιδιότητα προέβλεπε αρχικά ο ν. 2810/2000 - Α΄108 και ήδη ο ν. 4384/2016-Α΄78, οι δε μετέχοντες σύλλογοι αποτελούν ν.π.ι.δ. που διέπονται από τις διατάξεις του ΑΚ περί σωματείων) χωρίς τούτο να επιβάλλεται από νομοθετική διάταξη, καθώς επίσης της συναγόμενης από τις διατάξεις του καταστατικού της ευρείας αυτονομίας δράσης αυτής, η έμμεση, μόνο, επιρροή στην οποία από τους μετέχοντες στο κεφάλαιο αυτής δήμους, όπως προεκτέθηκε, δεν καθιστά τον επ’ αυτής έλεγχο ανάλογο εκείνου που ασκούν στις δικές τους υπηρεσίες, η συγκεκριμένη σύμβαση δεν εμπίπτει σε κανέναν από τους αναφερόμενους στο άρθρο 12 του ν. 4412/2016 συμβατικούς τύπους, τους οποίους ο νόμος αυτός εξαιρεί από το πεδίο εφαρμογής του. Παρά την αναφορά, συνεπώς, στο συμβατικό κείμενο ότι η σύμβαση συνήφθη υπό τους όρους των άρθρων 11 και 12 του ν. 4412/2016, κατά περιγραφή, μόνο, των εν λόγω διατάξεων αυτή εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής τους. Η ελεγχόμενη σύμβαση λοιπόν, φέρει τα χαρακτηριστικά της, κατά τον ορισμό του άρθρου 2 παρ. 1 περ. 9α΄ του ν. 4412/2016, δημόσιας σύμβασης εκπόνησης μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών, δεδομένου ότι αφορά στο αποτέλεσμα αναλυτικής επιστημονικής έρευνας σε συγκεκριμένο γνωστικό αντικείμενο με σκοπό την παραγωγή έργου (την ανέγερση της συγκεκριμένης αθλητικής εγκατάστασης), καθώς επίσης στην παροχή γνώσεων και ικανοτήτων με τη διάθεση συγκεκριμένου επιστημονικού προσωπικού και άλλων μέσων επί ορισμένου χρόνου με αντικείμενο τη σύνταξη των απαραίτητων εντύπων (τεύχη δημοπράτησης, φάκελος και σχέδιο ασφάλειας και υγείας) στο πλαίσιο της -συνακόλουθης- διαδικασίας εκτέλεσης του έργου. Το συγκεκριμένο αντικείμενο είναι ανοιχτό στον ανταγωνισμό και παρέχεται ελεύθερα στον ιδιωτικό τομέα από οποιονδήποτε δραστηριοποιούμενο στο σχετικό τομέα μελετητή και πάροχο που κατέχει τα απαιτούμενα προσόντα. Προς τον σκοπό αυτό, άλλωστε, έχει πλέον καταργηθεί (από την έναρξη ισχύος του ν. 4412/2016) η προβλεπόμενη στο άρθρο 268 παρ. 1 και 2 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων δυνατότητα απευθείας ανάθεσης παροχής υπηρεσίας, ο προϋπολογισμός της οποίας δεν υπερέβαινε το ποσό των 45.000,00 ευρώ και σε ετήσια βάση το ποσό των 150.000,00 ευρώ, σε κοινωφελείς δημοτικές επιχειρήσεις και σε αναπτυξιακές εταιρείες Ο.Τ.Α.. Στο πλαίσιο αυτό, για την ανάθεση της ελεγχόμενης σύμβασης, ως σύμβασης εκπόνησης μελετών και παροχής συναφών τεχνικών υπηρεσιών συμβατικής αξίας (χωρίς Φ.Π.Α.) 44.354,84 ευρώ, ο Δήμος όφειλε να διενεργήσει τουλάχιστον συνοπτικό διαγωνισμό (άρθρα 116 και 117 ν.4412/2016). Αντιθέτως, ο Δήμος προέβη στην απευθείας ανάθεσή της με τη μορφή της προγραμματικής σύμβασης του άρθρου 100 του ν. 3852/2010, δεν μπορεί δε να θεωρηθεί, με βάση το πραγματικό της υπόθεσης, ότι συνέτρεξαν οι προϋποθέσεις, ώστε να δικαιολογείται η ανάθεση χωρίς διαγωνιστική διαδικασία.
Δεν ανακλήθηκε με την ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.7/13/2018