×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΔΕφΠ/226/2005

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3669/2008

Ακόμη από τις τελευταίες αυτές διατάξεις συνάγεται ότι αν και η σύνταξη και έγκριση του συγκριτικού πίνακα και του πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδος νέων εργασιών προηγείται, κανονικά, από την εκτέλεση των νέων εργασιών (πρβλ. ΣτΕ 1859/99, 3484/96), όμως δεν αποκλείεται η εκ των υστέρων νομιμοποίηση, από την αρμόδια αρχή ή από το αρμόδιο διοικητικό εφετείο στην περίπτωση άσκησης προσφυγής, των εργασιών αυτών, όταν αυτές θεωρηθούν αναγκαίες για το έργο (πρβλ ΣτΕ 3807/2001, 3306/97 7μ.). Από αυτά παρέπεται ότι δεν αποκλείεται, κατ` εξαίρεση σε επείγουσες περιπτώσεις, η αναγνώριση αξιώσεων του αναδόχου για εργασίες, που πραγματοποιήθηκαν προτού συνταχθεί ο οικείος συγκριτικός πίνακας (πρβλ. ΣτΕ 1938/1998). Ειδικότερα σε περίπτωση που ο ανάδοχος αδυνατεί να συντάξει και να υποβάλει λογαριασμό για την πληρωμή νέων εργασιών, τις οποίες έχει εκτελέσει προσηκόντως εξαιτίας του ότι η αρμόδια Υπηρεσία, παρόλο που έχει παράλάβει το σχετικό έργο, δεν προβαίνει στη σύνταξη συγκριτικού πίνακα και πρωτοκόλλου κανονισμού νέων τιμών μονάδος και ακολούθως στην έγκριση τους για οποιοδήποτε λόγο διαφωνίας, ο οποίος στη συνέχεια, ύστερα από δικαστική αμφισβήτηση, κρίνεται μη νόμιμος, δεν μπορεί να γίνεται λόγος για μη υποβολή τέτοιου λογαριασμού, αφού αν, παρόλα αυτά, τον συνέτασσε και τον υπέβαλε για έγκριση, είναι απολύτως βέβαιο ότι η Διευθύνουσα Υπηρεσία θα τον επέστρεφε χωρίς να τον εγκρίνει. Η καθυστέρηση πληρωμής του αναδόχου για νέες εργασίες, που έχει εκτελέσει και νομιμοποιήθηκαν εκ των υστέρων και για λόγους που κρίθηκαν μη νόμιμοι, από το αρμόδιο διοικητικό εφετείο στην περίπτωση άσκησης προσφυγής, σχεδόν εξομοιώνεται, ως προς τις έννομες συνέπειες, με την καθυστέρηση πληρωμής εγκεκριμένων λογαριασμών και συγκεκριμένα η αναγνώριση του δικαιώματος του αναδόχου ανατρέχει στο χρόνο εκείνο, κατά τον οποίο η αρμόδια Υπηρεσία θα έπρεπε να προβεί στις οφειλόμενες, από το νόμο, ενέργειες αν δεν είχε μεσολαβήσει η διαφωνία της. Έτσι από το χρόνο εκείνο θεωρείται ότι συντάχτηκε, από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία, και υποβλήθηκε προς έγκριση ο οικείος συγκριτικός πίνακας και το πρωτόκολλο κανονισμού νέων τιμών μονάδος νέων εργασιών, με επακόλουθο μετά τη συμπλήρωση του, κατά τα πιο πάνω, τριμήνου από την υποβολή τους να θεωρείται αφενός μεν ότι εγκρίθηκαν και αφετέρου ότι υποβλήθηκαν, ταυτόχρονα, προς έγκριση οι σχετικοί λογαριασμοί-πιστοποιήσεις, οπότε μετά από την πάροδο διμήνου να γεννιέται η αξίωση του αναδόχου για καταβολή τόκων υπερημερίας, εφόσον βεβαίως αυτός έχει προβεί σε σχετική όχληση, προς την οποία ταυτίζεται η δικαστική επιδίωξη πληρωμής της απαίτησης του.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΣτΕ/3307/2005

Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι ο ανάδοχος δεν δύναται, κατ’ αρχήν, να προβεί σε τροποποιήσεις ως προς την μορφή του έργου, την ποιότητα, το είδος ή την ποσότητα των εργασιών, όπως αυτά ορίζονται στη σύμβαση, χωρίς προηγούμενη έγγραφη εντολή του κυρίου του έργου και προηγούμενη σύνταξη και έγκριση συγκριτικού πίνακα και, εφ’ όσον απαιτείται, πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδος νέων εργασιών, καθώς και ότι ο ανάδοχος δεν δικαιούται αποζημιώσεως για μεταβολές στο έργο, οι οποίες έγιναν χωρίς προηγούμενη έγγραφη εντολή, έστω και αν αυτές βελτιώνουν το έργο. Επομένως, η σύνταξη και έγκριση του συγκριτικού πίνακα και του πρωτοκόλλου κανονισμού τιμής μονάδος νέων εργασιών πρέπει, κανονικώς, να προηγούνται της εκτελέσεως των νέων εργασιών. Από τις ίδιες διατάξεις, όμως, δεν αποκλείεται νέες εργασίες που εκτελέσθηκαν χωρίς έγγραφη διαταγή και χωρίς να συντρέχουν οι προϋποθέσεις του επείγοντος να κριθούν από τα αρμόδια όργανα του κυρίου του έργου ως αναγκαίες, οπότε οι εργασίες αυτές νομιμοποιούνται δια της εκ των υστέρων συντάξεως και εγκρίσεως συγκριτικού πίνακα και πρωτοκόλλου καθορισμού τιμής μονάδος νέων εργασιών (βλ. Σ.τ.Ε. 4162/1997 επταμ., 3306/1997 επταμ.).


ΣτΕ/619/2003

Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι ο χρόνος εγκρίσεως από την προϊσταμένη αρχή του πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδας νέων εργασιών και του οικείου συγκριτικού πίνακα, έχει, κατά το νόμο, ιδιαίτερη σημασία, διότι η άπρακτη πάροδος της προθεσμίας προς πληρωμή του αναδόχου που γίνεται βάσει της πιστοποιήσεως των εργασιών που εκτελέσθηκαν επιφέρει υπέρ του αναδόχου τις συνέπειες του άρθρου 5 παρ. 10 του Ν. 1418/84. Και είναι μεν αληθές ότι από τις προπαρατεθείσες διατάξεις δεν τάσσεται στην προϊσταμένη αρχή προθεσμία προς έγκριση του πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδας νέων εργασιών και του οικείου συγκριτικού πίνακα, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η έγκριση ή η άρνηση εγκρίσεως είναι απρόθεσμη, αλλά αντιθέτως, η έγκριση των πράξεων που προαναφέρθηκαν (ΠΚΤΜΝΕ και ΣΠ) πρέπει να ενεργείται μέσα σε εύλογο χρόνο, τέτοιος δε χρόνος θεωρείται το τρίμηνο από της υποβολής τους στην προϊσταμένη αρχή. Κατά συνέπεια, με την άπρακτη πάροδο τριμήνου από της υποβολής τους, το ΠΚΤΜΝΕ και ο ΣΠ θεωρούνται αυτοδικαίως εγκεκριμένα, τυχόν δε μεταγενέστερη έγκρισή τους είναι τυπική και επιβεβαιώνει απλώς την έγκριση που έγινε με την πάροδο του τριμήνου, δεν μπορεί δε πλέον η προϊσταμένη αρχή να τροποποιήσει τα ήδη αυτοδικαίως με την πάροδο του τριμήνου εγκριθέντα εν λόγω στοιχεία (ΠΚΤΜΝΕ και ΣΠ) (πρβλ. ΣΕ 1674/97, 1921/93, 472/92).


ΣτΕ/767/2011

ΕΓΓΡΑΦΗ ΕΝΤΟΛΗ (...)Εκ των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι σε περίπτωση κατά την οποία ο ανάδοχος εκτελέσει εργασίες μη προβλεπόμενες από τη σύμβαση, κατά ποσότητα ή είδος, η δαπάνη των οποίων υπερβαίνει το 50% του συνολικού συμβατικού ποσού, δεν δικαιούται αμοιβής ή αποζημιώσεως για τις εργασίες αυτές, ούτε αποδόσεως της ωφελείας του λήπτου βάσει των διατάξεων περί αδικαιολογήτου πλουτισμού (άρθρα 904 επ. Α.Κ. – βλ. ΣτΕ 578/2004, 1170/2003, 3218-9/2002, 619/2002). Κατ’ εξαίρεση, όμως, από τον κανόνα αυτό, ο ανάδοχος δικαιούται αμοιβής ή αποζημιώσεως για τις ως άνω εργασίες, στην περίπτωση κατά την οποία προέβη στην εκτέλεσή τους κατόπιν εγγράφου εντολής της Υπηρεσίας ή, σε επείγουσες περιπτώσεις, κατόπιν προφορικής εντολής της Υπηρεσίας, στον τόπο εκτελέσεως του έργου, καταχωρισθείσης στο ημερολόγιο αυτού (βλ. ΣτΕ 2626/2004, 3039/2003, 2029/2003, 1170/2003). (διότι, όπως γίνεται παγίως δεκτό, δεν είναι δυνατή η εφαρμογή των διατάξεων του Αστικού Κώδικος και των γενικών αρχών του δικαίου, εν όψει της ρητής απαγορεύσεως των άρθρων 8 παρ. 1 του ν. 1418/1984 και 34 παρ. 2 του π.δ/τος 609/1985 (βλ. ΣτΕ 86/2005 και πρβλ. ΣτΕ 3219/2002, 2710/2002, 619/2002, 1170/2003)]. Περαιτέρω, γίνεται μεν δεκτό ότι από τον συνδυασμό των άρθρων 34 και 43 του π. δ/τος 609/1985 συνάγεται ότι ο ανάδοχος δεν δύναται κατ’ αρχήν να προβεί σε τροποποιήσεις ως προς την ποιότητα, το είδος ή την ποσότητα των εργασιών, όπως αυτά ορίζονται στη σύμβαση, χωρίς προηγουμένη έγγραφο εντολή του κυρίου του έργου και χωρίς προηγουμένη σύνταξη και έγκριση συγκριτικού πίνακος ή και πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδος νέων εργασιών, όπως επίσης και ότι ο ανάδοχος δεν δικαιούται αποζημιώσεως για μεταβολές στο έργο, οι οποίες έγιναν χωρίς προηγουμένη έγγραφο εντολή (ή σε επείγουσες περιπτώσεις, χωρίς προφορική εντολή της Υπηρεσίας στον τόπο εκτελέσεως του έργου, καταχωρηθείσης στο ημερολόγιο αυτού (βλ. ΣτΕ 2017/2006, 578/2004, 3039/2003, 1170/2003 κ.α.). Καθ’ ερμηνείαν όμως των αυτών ως άνω διατάξεων δεν αποκλείεται εργασίες, οι οποίες παρεκκλίνουν της συμβάσεως και εξετελέσθησαν χωρίς έγγραφο ή προφορική, κατά τα ανωτέρω, εντολή να κριθούν, εν συνεχεία, από τα αρμόδια όργανα του κυρίου του έργου ή, σε περίπτωση διαφωνίας και ασκήσεως εκ μέρους του αναδόχου προσφυγής, από το αρμόδιο διοικητικό εφετείο, ως αναγκαίες, οπότε οι εργασίες αυτές νομιμοποιούνται εκ των υστέρων με τη σύνταξη συγκριτικού πίνακος και πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδος νέων εργασιών (βλ. ΣτΕ 2250/2009, 1930/2009, 1418/2009, 1214/2007, 3237/2006, 595/2005, 4162/1997). Προκειμένου δε οι ζητούμενες τροποποιήσεις να κριθούν ως αναγκαίες και να νομιμοποιηθούν εκ των υστέρων, κατά τα προαναφερθέντα, πρέπει ο ανάδοχος να επικαλεσθεί την ασφάλεια, την αρτιότητα ή τη λειτουργικότητα του έργου. Επομένως, ο ανάδοχος έχει έννομο συμφέρον, αφού τηρήσει την ενδικοφανή διαδικασία, η οποία διαγράφεται στο άρθρο 12 του ν. 1418/1984, και εφ’ όσον αυτή αποβεί άκαρπος, να ασκήσει προσφυγή κατά της αρνήσεως του κυρίου του έργου, προκειμένου να κριθεί από το αρμόδιο διοικητικό εφετείο αν οι προτεινόμενες τροποποιήσεις είναι αναγκαίες για την αρτιότητα και τη λειτουργικότητα του έργου, εάν δε οι προπαρατεθείσες από τον ανάδοχο τροποποιήσεις κριθούν από το δικαστήριο αναγκαίες, τα αρμόδια όργανα του κυρίου του έργου οφείλουν να συντάξουν και να εγκρίνουν συγκριτικό πίνακα και πρωτόκολλο κανονισμού τιμών για τις απαιτούμενες εργασίες. Η διαδικασία δε αυτή πρέπει να ακολουθηθεί και όταν οι εργασίες αυτές έχουν ήδη εκτελεσθεί από τον ανάδοχο, χωρίς έγγραφο εντολή του κυρίου του έργου, διότι και στην περίπτωση αυτή, για τον καθορισμό του ανταλλάγματος για τις εργασίες αυτές, απαιτείται η τήρηση της ως άνω διαδικασίας καταρτίσεως συγκριτικού πίνακος και πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδος νέων εργασιών, ενώ για την πληρωμή απαιτείται η διενέργεια επιμετρήσεως και η έγκριση του σχετικού λογαριασμού, ο οποίος αποτελεί την προς τούτο απαιτουμένη πιστοποίηση, συμφώνως προς τα οριζόμενα στα άρθρα 5 παρ. 7 επ. και 8 του ν. 1418/1984 και 38, 40, 43, 44 του π. δ/τος 609/1985, δεν επιτρέπεται δε στο διοικητικό εφετείο να προβεί αυτό, για πρώτη φορά σε κρίση ως προς το ποσό, το οποίο οφείλεται στον προσφεύγοντα ανάδοχο για τις εκτελεσθείσες εργασίες(...)


ΝΣΚ/945/1987

Δυνατότητα και προυποθέσεις καταβολής εργολαβικού οφέλους και ποσοστού γενικών εδόδων σε δημοτικά έργα των οποίων οι πρόσθετες εργασίες εκτελούνται απολογιστικά.(...) η ειδική εντολή και ο συγκριτικός πίνακας πρέπει αιτιολογημένα και πειστικά να αποδεικνύει την ανάγκη εκτελέσεως των εργασιών αυτών (απολογιστικών ) δια την επίτευξη της αρτιότητας και λειτουργικότητας του έργου (...)Σε περίπτωση εκτελέσεως απολογιστικών εργασιών δημοτικών και κοινοτικών έργων εντός των χρηματικών ορίων που καθορίζονται εκάστοτε, σύμφωνα με το άρθρο 9 παρ.2 του Π.Δ. 171/87, δεν οφείλονται εργολαβικό όφελος και ποσοστό γενικών εξόδων στους αναδόχους εργολάβους. Για απολογιστικές εργασίες πάνω από τα χρηματικά όρια, οφείλεται εργολαβικό όφελος και ποσοστό γενικών εξόδων, βάσει συγκριτικού πίνακα σύμφωνα με τις προυποθέσεις που θέτουν τα άρθρα 11,42 παρ.10 και 43 του Π.Δ.609/85. Εργολαβικό όφελος και ποσοστό γενικών εξόδων δεν πρέπει να καταβάλλεται στους εργολάβους δημοτικών και κοινοτικών έργων, όταν στις συμβάσεις αναφέρεται ότι τα υλικά των έργων θα χορηγούνται από τον εργοδότη, αλλά αυτός δεν χορηγεί τα υλικά αυτά και αναθέτει την προμήθειά τους στους εργολάβους.


ΣτΕ/776/2006

Η κρίση, όμως, της προσβαλλομένης αποφάσεως ότι, τόκοι υπερημερίας οφείλονται μόνον από την υποβολή πιστοποιήσεως, δεν είναι νόμιμη, σύμφωνα με την εκτεθείσα στην προηγούμενη σκέψη γνώμη που επικράτησε στο Τμήμα, και, ως εκ τούτου, η προσβαλλόμενη απόφαση θα έπρεπε να αναιρεθεί, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με την κρινόμενη αίτηση, και η υπόθεση θα έπρεπε να παραπεμφθεί στο δικάσαν Διοικητικό Εφετείο, προκειμένου τούτο να εξετάσει αν και πότε η αναιρεσείουσα εταιρία όχλησε τον κύριο του έργου να προβεί σε σύνταξη και έγκριση του απαιτουμένου για την πληρωμή των προαναφερθεισών υπερσυμβατικών εργασιών συγκριτικού πίνακα. Κατά τη γνώμη, όμως, του Προέδρου του Τμήματος, του Συμβούλου Θ. Παπαευαγγέλου και των δύο Παρέδρων, η κρινόμενη αίτηση θα έπρεπε να απορριφθεί ως αβάσιμη.


ΝΣΚ/82/2002

Εργολαβικό αντάλλαγμα νέων, απαραιτήτων συμπληρωματικών εργασιών μετά μελέτη, χωρίς οικονομική προέγκρισι μετ έκδοσι πληρωμής του λογαριασμού.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Ι. Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 5 παρ.7,8 Ν 1418/1984 και 40 παρ.1,7 ΠΔ 609/1985 συνάγεται ότι, αν εγκριθεί από την Διευθύνουσα Υπηρεσία ο Λογαριασμός τον οποίον υποβάλλει εις αυτήν ο ανάδοχος για την πληρωμή των εργασιών που έχουν εκτελεσθεί και εκδοθεί από την υπηρεσία σχετική εντολή πληρωμής, ο κύριος του έργου υποχρεούται να εξοφλήσει την εντολή πληρωμής εκδίδοντας σχετικό χρηματικό ένταλμα. Η δε διευθύνουσα υπηρεσία δεν δύναται πλέον να τροποποιήσει την, ήδη, αυτοδικαίως, εγκριθείσαν πιστοποίησι. (πρβλ. ΣτΕ 1674/1997, 1434/1999). ΙΙ. Εν όψει των ανωτέρω, εις την υπ όψιν περίπτωσι ανάγκης νέων, απαραίτητων συμπληρωματικών εργασιών, μετά μελέτη, χωρίς οικονομική προέγκρισι, εφόσον, ο εις το ιστορικόν 1ος Λογαριασμός του έργου ενεκρίθη από την Διευθύνουσα Υπηρεσία και η σχετική επ αυτού 1η Εντολή Πληρωμής της ιδίας Διευθυνούσης Υπηρεσίας δεν ανεκλήθη ούτε ηκυρώθη δικαστικώς, συντρέχει νόμιμος περίπτωσις εξοφλήσεως της σχετικής εντολής πληρωμής, κατά τα προεκτεθέντα (ιδία ΣτΕ 4609/97 ΔΔ 98.747) και εις το τιθέμενον ερώτημα προσήκει απάντησις καταφατική.


ΣτΕ/1454/2013

ΕΓΓΡΑΦΗ ΕΝΤΟΛΗ (...) από τις διατάξεις των άρθρων 7 παρ. 1 και 6 και 8 παρ. 1 του ν. 1418/84 (Α’ 23) και 34 παρ. 1, 43 παρ. 1, 2, 3, 5 και 7 του π.δ. 609/1985 (Α’ 223) συνάγεται ότι ο ανάδοχος δεν δύναται, κατ’ αρχήν, να προβεί σε τροποποιήσεις ως προς την μορφή του έργου, την ποιότητα, το είδος ή την ποσότητα των εργασιών, όπως αυτά ορίζονται στη σύμβαση, χωρίς προηγούμενη έγγραφη εντολή του κυρίου του έργου και προηγούμενη σύνταξη και έγκριση συγκριτικού πίνακα και, εφόσον απαιτείται, πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδος νέων εργασιών, καθώς και ότι ο ανάδοχος δεν δικαιούται αποζημιώσεως για μεταβολές στο έργο, οι οποίες έγιναν χωρίς προηγούμενη έγγραφη εντολή, έστω και αν αυτές βελτιώνουν το έργο. Από τις ίδιες διατάξεις, όμως, δεν αποκλείεται στον ανάδοχο να ζητήσει κι αυτός τροποποιήσεις, επικαλούμενος την ασφάλεια, την αρτιότητα ή τη λειτουργικότητα του έργου. Και εάν μεν οι τροποποιήσεις αυτές κριθούν αναγκαίες από τα αρμόδια όργανα του κυρίου του έργου, ακολουθούν η σύνταξη και έγκριση συγκριτικού πίνακα και πρωτοκόλλου και η εκτέλεση των σχετικών εργασιών, στην περίπτωση δε κατά την οποία οι σχετικές εργασίες έχουν ήδη εκτελεσθεί, δια της εκ των υστέρων εγκρίσεώς των από τον κύριο του έργου και της συντάξεως συγκριτικού πίνακα και πρωτοκόλλου, αυτές νομιμοποιούνται (βλ. Σ.τ.Ε. 767/2011, 106/2011, 181/2010), εάν δε οι προταθείσες από τον ανάδοχο τροποποιήσεις κριθούν από το δικαστήριο αναγκαίες, τα αρμόδια όργανα του κυρίου του έργου οφείλουν να συντάξουν και να εγκρίνουν συγκριτικό πίνακα και πρωτόκολλο κανονισμού τιμών για τις απαιτούμενες εργασίες, η διαδικασία δε αυτή πρέπει να ακολουθηθεί και όταν οι εργασίες αυτές έχουν ήδη εκτελεσθεί από τον ανάδοχο, χωρίς έγγραφη εντολή του κυρίου του έργου, διότι και στην περίπτωση αυτή, για τον καθορισμό του ανταλλάγματος για τις εργασίες αυτές, απαιτείται η τήρηση της ως άνω διαδικασίας καταρτίσεως συγκριτικού πίνακα και πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδας νέων εργασιών, ενώ για την πληρωμή απαιτείται η διενέργεια επιμετρήσεως και η έγκριση του σχετικού λογαριασμού, ο οποίος αποτελεί την προς τούτο απαιτούμενη πιστοποίηση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 5 παρ. 7 επ. και 8 του ν. 1418/1984 και 38, 40, 43 και 44 του π.δ/τος 609/1985, δεν επιτρέπεται δε στο διοικητικό εφετείο να προβεί αυτό, για πρώτη φορά, σε κρίση περί του ποσού το οποίο οφείλεται στον προσφεύγοντα ανάδοχο για τις εκτελεσθείσες εργασίες (βλ. Σ.τ.Ε 767/2011, 106/2011, 142/2005, 4162/1977 7μ.).(...) Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, το δικάσαν δικαστήριο έκανε δεκτό ότι στην προκειμένη περίπτωση μόνη η επίκληση της γεωτεχνικής μελέτης, προκειμένου να αιτιολογηθεί η αναγκαιότητα του προταθέντος από την ανάδοχο τρόπου θεμελίωσης του έργου και επιχώσεως του εσωτερικού και εξωτερικού χώρου, δεν αποδεικνύει ότι οι αρμόδιοι μελετητές του ... δεν γνώριζαν και, επομένως, δεν έλαβαν υπόψη τα πορίσματα της μελέτης αυτής σχετικά με την σύσταση του εδάφους θεμελίωσης και του προϊόντος εκσκαφής, ενόψει τούτου δε κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αναιρεσείουσα δεν απέδειξε την αναγκαιότητα για την αρτιότητα και την ασφάλεια του έργου των προταθεισών απ’ αυτή πρόσθετων (πέραν των προκυπτουσών από τα συμβατικά στοιχεία της μελέτης) εργασιών και απέρριψε ως αναπόδεικτο το σχετικό λόγο της προσφυγής...Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση.


ΕΣ/Τ7/183/2009

Ειδικά δε στην περίπτωση, κατά την οποία πρόκειται για μελέτη που ανατίθεται σ’ ένα και τελικό στάδιο, χωρίς τη μεσολάβηση ενδιάμεσου σταδίου (π.χ προμελέτης), ως συμβατική αμοιβή, που αποτελεί τη βάση προϋπολογισμού της τελικώς καταβληθησόμενης αμοιβής του μελετητή, νοείται εκείνη που προκύπτει από τον προϋπολογισμό που υποβάλλεται για πρώτη φορά στην αρμόδια υπηρεσία του εργοδότη και που αφορά τον ακριβή προσδιορισμό του συμβατικού αντικειμένου (βλ. και την ΔΕ6678/1.9.1981 γνωμοδότηση της αρμόδιας Γνωμοδοτικής Επιτροπής Μελετών άρθρ. 5 ν. 716/1977 και Πρακτικά VII Τμ. 1ης Συν./8.1.2008, Πρ. 279/2008). Τέλος, από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι συγκριτικός πίνακας συντάσσεται και για κάθε αναπροσαρμογή της αμοιβής της μελέτης, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 11 παράγραφος 7 του ν. 716/1977 (ΦΕΚ Α΄ 295), στον οποίο εμφανίζονται οι αυξομοιώσεις των ποσοτήτων των εργασιών και προσδιορίζεται η αξία αυτών, χωρίς να απαιτείται να συμπεριληφθούν σε συμπληρωματική σύμβαση. Η υποβολή του εν λόγω συγκριτικού πίνακα στην αρμόδια υπηρεσία του εργοδότη το πρώτον, στα πλαίσια σύμβασης με αντικείμενο την εκπόνηση πολεοδομικής μελέτης σε ένα και τελικό στάδιο, χωρίς την υποβολή προμελέτης, και η έγκρισή του από αυτήν προσδιορίζει τη συμβατική αμοιβή, η οποία δύναται να διαφέρει από την προεκτιμώμενη και επί της οποίας θα υπολογιστεί και η τελικώς καταβληθησόμενη στο μελετητή αμοιβή, κατά τα προαναφερθέντα.


ΣΤΕ/3803/2009

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Ζητείται εμπροθέσμως και εν γένει παραδεκτώς η αναίρεση της 6358/2001 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απερρίφθη προσφυγή της κοινοπραξίας με την επωνυμία «…». Με την προσφυγή αυτή η ανωτέρω κοινοπραξία, ανάδοχος του έργου «Κατασκευή τμημάτων του αυτοκινητοδρόμου Αθηνών-Κορίνθου, Παράκαμψη Διϋλιστηρίων», είχε ζητήσει α) να ακυρωθεί η τεκμαιρομένη απόρριψη από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων ΄Εργων, λόγω απράκτου παρόδου της σχετικής προθεσμίας, της από 7.11.1995 αιτήσεως θεραπείας, την οποία ήσκησε η ανάδοχος κοινοπραξία κατά της Δ1/241/15/11.8.1995 αποφάσεως της Προϊσταμένης Αρχής του έργου [Διεύθυνση Οδικών ΄Εργων (Δ1)], με την οποία ενεκρίθη ο 3ος Συγκριτικός Πίνακας (Σ.Π.) και το 2ο Πρωτόκολλο Κανονισμού Τιμών Μονάδος Νέων Εργασιών (ΠΚΤΜΝΕ) του έργου και απερρίφθη η από 8.6.1995 ένσταση της κοινοπραξίας κατά της παραλείψεως της Διευθυνούσης Υπηρεσίας του έργου (2ης ΔΕΚΕ) να περιλάβει στον ανωτέρω Σ.Π. κονδύλιο νέων τιμών και να καθορίσει νέα τιμή μονάδος για πρόσθετη τιμή γενικών εκσκαφών.(....)Όμως, η κρίση αυτή του δικάσαντος δικαστηρίου, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με σχετικό λόγο αναιρέσεως, δεν είναι νόμιμος, διότι η ένδικος διοικητική σύμβαση συνήφθη στις 25.10.1991, η δε επίμαχη κράτηση, όπως εξετέθη στην έκτη σκέψη, δεν ηδύνατο να επιβληθεί σε λογαριασμούς πληρωμής συμβάσεων συναφθεισών προ τις 24.8.1993, οπότε άρχισε να ισχύει ο ν. 2166/1993.Δέχεται εν μέρει την κρινομένη αίτηση, κατά τα εις το σκεπτικό διαλαμβανόμενα.Αναιρεί εν μέρει την 6358/2001 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, εις το οποίο αναπέμπει την υπόθεση, κατά τα εις το σκεπτικό διαλαμβανόμενα.Απορρίπτει την κρινομένη αίτηση κατά τα λοιπά.


ΕλΣυν/Τμ.7/94/2012

Από τις διατάξεις αυτές ( ν. 3463/2006 ) προκύπτει ότι για την εκτέλεση εργασιών από τους Ο.Τ.Α. απαιτείται η προηγούμενη σύνταξη και θεώρηση μελέτης από την τεχνική υπηρεσία τους και, αν δεν υπάρχει τέτοια υπηρεσία ή αυτή αδυνατεί, από την Τεχνική Υπηρεσία Δήμων και Κοινοτήτων (Τ.Υ.Δ.Κ). Κατ’ εξαίρεση, στην περίπτωση εργασιών, η προϋπολογιζόμενη δαπάνη των οποίων δεν υπερβαίνει το ποσό μέχρι του οποίου επιτρέπεται απευθείας ανάθεση, τα συντασσόμενα τεύχη, με τα οποία προσδιορίζεται από τεχνικής απόψεως το αντικείμενο των εργασιών (τεχνική περιγραφή), περιγράφεται το είδος των εργασιών και καθορίζονται οι τιμές μονάδος τους (τιμολόγιο μελέτης) και, τέλος, καθορίζεται η ποσότητα κάθε είδους εργασιών, προσδιορίζεται η προκύπτουσα για κάθε είδος δαπάνη και εξάγεται το άθροισμα των δαπανών αυτών (προϋπολογισμός μελέτης), εγκρίνονται από τον Δήμαρχο. Η έκδοση της εγκριτικής αυτής απόφασης του Δημάρχου συντελείται με την υπογραφή και τη χρονολόγησή της, χωρίς, περαιτέρω να απαιτείται η πρωτοκόλληση, ή με άλλο τρόπο αρίθμησή της, αφού, κατά τις γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου, για την τελείωση των διοικητικών πράξεων δεν απαιτείται η τήρηση αυτού του τύπου. Εξάλλου, οι τιμές μονάδος των περιλαμβανόμενων στην τεχνική περιγραφή εργασιών, προσδιορίζονται τόσο στο τιμολόγιο, όσο και στον προϋπολογισμό μελέτης, με βάση τις κρατούσες στην αγορά τιμές και την κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας εύλογη αντιστοιχία που πρέπει να υφίσταται μεταξύ του κόστους παραγωγής τους και του παραγόμενου αποτελέσματος, χωρίς να αποκλείεται η παραπομπή ή αναφορά σε νομοθετικά κείμενα που αφορούν στην τιμολόγηση όμοιων ή ομοειδών εργασιών και ενσωματώνουν την κατά τα ανωτέρω αναγκαία ισορροπία κόστους και αποτελέσματος.