ΕλΣυν.Τμ.1/1223/2014
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
ΕΠΙΧΟΡΗΓΗΣΕΙΣ:Με τα δεδομένα αυτά, η επίμαχη δημοσιονομική διόρθωση παρίσταται νόμιμη, χωρίς, ως εκ της επιβαλλόμενης, κατά τις οικείες διατάξεις, αφαίρεσης από τις επιλέξιμες δαπάνες των εσόδων εν γένει, που προκύπτουν στο πλαίσιο και λόγω της συγχρηματοδοτούμενης πράξης, να ασκεί επιρροή ο χαρακτηρισμός των εν προκειμένω εισπραχθέντων από την εκκαλούσα διδάκτρων ως εσόδων από «τέλη εγγραφής» ή από «υπηρεσίες» (τη φύλαξη των βρεφών και νηπίων), σύμφωνα με την –ενδεικτική άλλωστε– απαρίθμηση του Κανονισμού (ΕΚ) 1685/2000. Παρά δε τα περί του αντιθέτου υποστηριζόμενα με την ένδικη έφεση, η συνοπτικώς παρατιθέμενη στο σώμα της προσβαλλόμενης απόφασης αιτιολογία δεν πάσχει και νομίμως συμπληρώνεται από την έκθεση ελέγχου, στην οποία η απόφαση αυτή παραπέμπει, χωρίς να απαιτείται και περαιτέρω, υπό το σχήμα, μάλιστα, του δικανικού συλλογισμού, ανάπτυξη της αιτίας επιστροφής του ποσού της δημοσιονομικής διόρθωσης...
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.4/175/2018
Στην προκειμένη περίπτωση με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής εντέλλεται η απόδοση στην 7η Υγειονομική Περιφέρεια Κρήτης ποσοστού 1% επί των εισπραχθέντων εσόδων του Γ.Ν. ...... & Γ.Ν. - Κ.Υ. ...... «......» (Οργανική Μονάδα Σητείας) κατά το διάστημα από τον Μάιο έως τον Δεκέμβριο 2017. Σχετικώς εκδόθηκε η 9/1.1.2018 απόφαση (ορθή επανάληψη) ανάληψης υποχρέωσης συνολικού ύψους 27.000 ευρώ (15.000 ευρώ σε βάρος του ΚΑΕ 02192242492499 και 12.000 ευρώ σε βάρος του ΚΑΕ 0219224249249902). Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη νομική σκέψη που προηγήθηκε το Κλιμάκιο κρίνει ότι, λόγω της φύσης της εντελλόμενης δαπάνης που αφορά σε απόδοση στην Υγειονομική ποσοστού επί εισπραχθέντων εσόδων του Γ.Ν. ...... & Γ.Ν. - Κ.Υ. ...... «......» (Οργανική Μονάδα Σητείας), κατά το διάστημα από τον Μάιο έως τον Δεκέμβριο 2017, νομίμως η ανάληψη της σχετικής δαπάνης διενεργήθηκε μετά την γνωστοποίηση του ύψους του ποσού που έπρεπε να αποδοθεί και όχι στην αρχή του οικονομικού έτους 2017
ΕλΣυν.Κλ.Τμ.4/230/2015
ΕΠΙΧΟΡΗΓΗΣΗ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις σκέψεις ΙΙ και ΙΙΙ της παρούσας, το Κλιμάκιο κρίνει ότι, όπως βασίμως προβάλλει η Επίτροπος, μη νομίμως αποφάσισε το διοικητικό συμβούλιο του ... την καταβολή στον ..., του προαναφερόμενου ποσού των 490.810,21 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στο 0,15% επί των εισπραχθέντων από το ... υπέρ ... ετήσιων εσόδων, χωρίς ο Οργανισμός να έχει λάβει τα έσοδα αυτά από το ... Και τούτο προεχόντως διότι αφενός τέτοια υποχρέωση του ... για καταβολή – απόδοση των εν λόγω εσόδων στον ... χωρίς να τα έχει εισπράξει, δεν είχε γεννηθεί, σε κάθε περίπτωση τέτοια δυνατότητα απόδοσης των εν λόγω ποσών στον ..., ανεξαρτήτως προγενέστερης σε αυτό καταβολής από το .. δεν προβλέπεται στο νόμο, αντίθετα σύμφωνα με την περιγραφόμενη στο νόμο ειδική διαδικασία το ... υπέχει υποχρέωση απόδοσης των εισπραττομένων από αυτό υπέρ ... (πλέον) εισφορών σε τακτική βάση (15η και 30η εκάστου μήνα). Συνεπώς, η άποψη που διατυπώνεται στο προσκομιζόμενο υπ΄αριθμ. 32612/1376/29.7.2015 έγγραφο της Διεύθυνσης Οικονομικής Εποπτείας και Επιθεώρησης Νομικών Προσώπων του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης ότι “Εφόσον η εν λόγω εισφορά εισπράττεται από το .... οι δαπάνες οι οποίες καλύπτονται από τον εν λόγω πόρο, θα πρέπει να υπολογίζονται επί των εσόδων που εισπράχτηκαν από το .. και όχι επί των εσόδων που αποδόθηκαν στον ...” είναι κατά την κρίση του Κλιμακίου εσφαλμένος, καθώς το γεγονός ότι την είσπραξη των εν λόγω εισφορών πραγματοποιεί από ετών το ..., ναι μεν αυτονοήτως συνεπάγεται ότι οι δαπάνες που καλύπτονται από τον πόρο αυτό υπολογίζονται επί των εισπραχθέντων από το .. εσόδων, όμως σε καμμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι μπορούν και να πραγματοποιηθούν χωρίς να έχουν αποδοθεί τα σχετικά έσοδα.(..)Κατόπιν των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη για τον πρώτο βασίμως προβαλλόμενο λόγο διαφωνίας και το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δεν πρέπει να θεωρηθεί.
ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1034/2011
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ (...) καταλογίστηκε ο αναιρεσείων, πρώην υπάλληλος του Τμήματος Φ.Π.Α. της Α΄ Δ.Ο.Υ. Θεσσαλονίκης, ως συνευθυνόμενος, αλληλεγγύως και εις ολόκληρον με τον Προϊστάμενο του ως άνω Τμήματος της ίδιας Δ.Ο.Υ., με το συνολικό ποσό των 24.103,89 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί α) σε έλλειμμα ύψους 8.034,63 ευρώ, που προκλήθηκε στη διαχείριση της ανωτέρω Δ.Ο.Υ. και οφείλεται σε παράνομη επιστροφή Φ.Π.Α. στην επιχείρηση «... ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΕΠΕ» και β) σε προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής του ως άνω ελλείμματος ύψους 16.069,26 ευρώ.(...) Επίσης με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση γίνεται δεκτό ότι παρατίθενται τα πραγματικά εκείνα περιστατικά που θεμελιώνουν την αξίωση του Δημοσίου κατά του αναιρεσείοντος, δηλαδή τα στοιχεία εκείνα που δικαιολογούν την ιδιότητά του ως συνευθυνομένου για το δημιουργηθέν σε βάρος του Δημοσίου έλλειμμα, καθώς και τα στοιχεία που θεμελιώνουν την ύπαρξη και το ύψος του ελλείμματος, χωρίς περαιτέρω να απαιτείται και ειδική, υπό το σχήμα μάλιστα του δικανικού συλλογισμού, ανάπτυξη της νομικής αιτίας του καταλογισμού καθώς και ότι η πράξη αυτή είναι αιτιολογητέα από το νόμο και ως εκ τούτου, η συνοπτικώς περιεχόμενη στο σώμα της αιτιολογία συμπληρώνεται από τα στοιχεία του φακέλου και συγκεκριμένα από την, συνημμένη σ’ αυτή, ΕΜΠ 8/105/6.4.2004, πορισματική έκθεση, από την οποία προκύπτει με σαφήνεια ο τρόπος εξαγωγής του συνολικού ποσού του καταλογισμού και παρέχεται η δυνατότητα ελέγχου και διακριβώσεως της ορθότητάς του. Συνεπώς με βάση τα ανωτέρω και σύμφωνα με όσα έχουν προεκτεθεί (ΙΙΙ σκέψη), κατ’ ορθή εφαρμογή των σχετικών διατάξεων και με πλήρη αιτιολογία η αναιρεσιβαλλόμενη δέχθηκε ότι η καταλογιστική απόφαση είναι αιτιολογημένη και ως εκ τούτου είναι απορριπτέος ως αβάσιμος ο σχετικός λόγος αναιρέσεως με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα.(...)Το προσκομιζόμενο δε από τον αναιρεσείοντα στην παρούσα δίκη απόσπασμα της 1996/2009 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης που αναφέρεται στην ποινική ευθύνη του για το επίμαχο έλλειμμα δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη το πρώτον κατ’ αναίρεσιν προεχόντως γιατί εξεδόθη μετά την έκδοση της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης και αφορά την ουσία της υπόθεσης, σε κάθε δε περίπτωση κατά την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου η δημοσιολογιστική ευθύνη του υπολόγου ή συνευθυνομένου για διαπιστωθέν έλλειμμα είναι ανεξάρτητη και στηρίζεται σε διαφορετικές προϋποθέσεις απ’ αυτές που θεμελιώνουν την ποινική του ευθύνη. Για τους λόγους αυτούς Δικάζει κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων. Απορρίπτει την αίτηση του … του … για αναίρεση της 2082/2007 απόφασης του Ι Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
ΣΤΕ/1447/2020
ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ-ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ ΨΗΦΟΔΕΛΤΙΩΝ:Από τα ανωτέρω, ωστόσο, προκύπτει οι ως άνω αποφάσεις του Γ΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας επέλυσαν διαφορετικά σε σχέση με την επίδικη υπόθεση νομικά ζητήματα και δεν τέθηκε σε αυτές το κρίσιμο εν προκειμένω ζήτημα της επιρροής που τυχόν ασκεί στο κύρος των ψηφοδελτίων το γεγονός ότι αυτά δεν φέρουν τις χαρακτηριστικές πτυχώσεις που προκαλούνται από τη δίπλωση και τοποθέτησή τους στον εκλογικό φάκελο, εάν, δηλαδή, τα χαρακτηριστικά αυτά, από τα οποία συνάγεται ότι δεν εξήχθησαν από εκλογικό φάκελο, καθιστούν τα ψηφοδέλτια άκυρα. Κατά συνέπεια, δεν υφίσταται αντίθεση της αναιρεσιβαλλομένης προς τις αποφάσεις αυτές, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού του αναιρεσείοντος, και, επομένως, ο ανωτέρω λόγος αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος.(...)Επειδή προβάλλεται, περαιτέρω, ότι το δικάσαν δικαστήριο, ενώ δέχθηκε στη μείζονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού ότι τα αυτοδικαίως άκυρα ψηφοδέλτια αναφέρονται περιοριστικά στις διατάξεις του άρθρου 28 του ν. 3852/2010, στη συνέχεια επεξέτεινε, αντιφατικά και αναιτιολόγητα, την αυτοδίκαιη ακυρότητα και στα επίδικα ψηφοδέλτια, τα οποία δεν περιλαμβάνονται σε αυτά που απαριθμούνται στις εν λόγω διατάξεις. Οι αντιφατικές δε αυτές παραδοχές καθιστούν, κατά τον αναιρεσείοντα, ανέφικτο τον έλεγχο της ορθής εφαρμογής των ανωτέρω διατάξεων, με συνέπεια να πάσχει η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση από έλλειψη νόμιμης βάσης. Και ο λόγος, όμως, αυτός είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, διότι δεν συνοδεύεται από ισχυρισμό περί αντιθέσεως στη νομολογία ανώτατου δικαστηρίου ή περί ελλείψεως νομολογίας επί κρίσιμου νομικού ζητήματος που κρίθηκε από το δικάσαν δικαστήριο(...)Απορρίπτει την αίτηση.
ΣΤΕ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/3409/2013
Έκτακτη εισφορά..Επειδή, όπως προελέχθη, (σκέψη 12), σύμφωνα με το άρθρο 18 παρ. 1 περ. β και γ του ν. 3758/2009, αντικείμενο της επίδικης εισφοράς αποτελεί το «συνολικό καθαρό εισόδημα» των δηλώσεων οικονομικού έτους 2008, «φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο», εξαιρέσει των εισοδημάτων της παραγράφου 1 του άρθρου 14 και της περίπτωσης γ της παραγράφου 4 του άρθρου 45 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος. (Πρόκειται, αντιστοίχως, για την αυτοτελή φορολόγηση αποζημιώσεων στο πλαίσιο μισθωτών υπηρεσιών και την απαλλαγή ορισμένων εφάπαξ ασφαλιστικών παροχών). Όπως συνάγεται από τις διατάξεις αυτές, στην επίδικη εισφορά, πλην των συγκεκριμένων ως άνω εξαιρέσεων, υπόκειται κάθε έσοδο που εμπίπτει, κατ’ αρχήν, στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, άρα και οι «αυτοτελώς φορολογούμενες ειδικές περιπτώσεις» των άρθρων 11 κ.επ. αυτού. Συνεπώς, ισχυρισμός που είχε προβληθεί εν προκειμένω ενώπιον των δικαστηρίων της ουσίας ότι δεν έπρεπε να υπαχθεί στην επίδικη εισφορά ορισμένο κονδύλιο «που αφορά αυτοτελώς φορολ. ποσά», χωρίς να διευκρινίζεται ειδικότερα η φύση των εν λόγω ποσών, δεν ήταν ουσιώδης και ορθώς κατ’ αποτέλεσμα δεν ελήφθη υπ’ όψη από το διοικητικό εφετείο, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την κρινόμενη αίτηση είναι απορριπτέα. (Βλ. την ως άνω επί της αιτήσεως του κυρίως διαδίκου ΣτΕ, Ολομ., 1685/2013). Ομοίως, παράπονα της κρινόμενης αίτησης σχετικά με τον ενιαίο τρόπο εμφανίσεως στις οικείες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, αφ’ ενός μεν των αυτοτελώς φορολογουμένων εσόδων των υπαγομένων στην εισφορά, αφ’ ετέρου δε των κατά τ’ ανωτέρω εξαιρουμένων από αυτήν, έτσι ώστε τα τελευταία να μη διακρίνονται και να υπόκεινται, ως μη έδει, σε εισφορά, προβάλλονται άνευ εννόμου συμφέροντος, καθώς το αναιρεσείον δεν ισχυρίζεται ούτε προκύπτει ότι στα ένδικα εισοδήματα περιλαμβάνονται και τέτοια εξαιρούμενα της εισφοράς έσοδα. Εξ άλλου, το ότι τα υποκείμενα στην εισφορά ως άνω αυτοτελώς φορολογούμενα έσοδα δηλώνονταν, όπως ισχυρίζεται το αιτούν σωματείο, προαιρετικώς στις αντίστοιχες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, δεν άγει, από πλευράς επιβολής της επίδικης εισφοράς, σε άνιση ευνοϊκή μεταχείριση όσων δεν προέβησαν σε σχετική δήλωση, αφού και στους τελευταίους, πάντως, «βεβαιώνεται οίκοθεν» η εισφορά κατόπιν ελέγχου (παρ. 3 περ. α, β και δ ανωτ. άρθρου 18 ν. 3758). Συνεπώς, και οι περί του αντιθέτου λόγοι αναιρέσεως είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι. (Βλ. την ως άνω ΣτΕ, Ολομ., 1685/2013).
ΕΣ/ΤΜ.ΔΕΥΤΕΡΟ/242/2021
Αχρεωστήτως ληφθείσες αποδοχές...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη II.A της παρούσας, το προσβαλλόμενο ... έγγραφο του Αντιδημάρχου .... (Διεύθυνση Οικονομικών - Τμήμα Εσόδων), ενόψει του περιεχομένου του, δεν συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη, δυνάμενη να προσβληθεί παραδεκτώς με έφεση ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καθόσον δεν επιβάλλει επαχθές μέτρο διοικητικού εξαναγκασμού του εκκαλούντος-ανακόπτοντος για την επιστροφή των αχρεωστήτως εισπραχθέντων ποσών, αλλά πληροφορεί απλώς τον εκκαλούντα-ανακόπτοντα για την οικονομική εκκρεμότητα που δημιουργήθηκε σε βάρος του μετά την ανάκληση της μετάταξής του, καλώντας τον να επιστρέψει οικειοθελώς το ανωτέρω ποσό και ως εκ τούτου η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη. Ωστόσο, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙ.Β. της παρούσας, δεδομένου ότι από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει εν προκειμένω η έκδοση και η κοινοποίηση στον εκκαλούντα-ανακόπτοντα σχετικής καταλογιστικής απόφασης του αρμοδίου προς τούτο οργάνου πριν από την ταμειακή βεβαίωση της οφειλής του, η έλλειψη νόμιμου τίτλου καθιστά μη νόμιμη την προσβαλλόμενη με τη σωρευόμενη στο δικόγραφο ανακοπή πράξη ταμειακής βεβαίωσης, η οποία πρέπει, για το λόγο αυτό, που εξετάζεται αυτεπαγγέλτως, να ακυρωθεί.
ΕλΣυν.Τμ.7/309/2018
ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΔΙΑΧΕΡΙΣΗΣ ΣΕ ΝΟΜΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΔΗΜΟΥ:Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Τμήμα κρίνει ότι η εκκαλούσα, ως υπόλογος ταμίας του .., ήταν υπεύθυνη για την τήρηση και τον έλεγχο της διαδικασίας των εισπράξεων που πραγματοποιούνταν από τις υπαλλήλους του Ωδείου. Ειδικότερα, η εκκαλούσα όφειλε, ως εκ της θέσεώς της και με βάση τις διατάξεις που διέπουν τη λειτουργία των δημοτικών ταμείων, αφενός να εισαγάγει τις εισπράξεις του νομικού προσώπου στη διαχείρισή του, αφετέρου, μετά από κάθε είσπραξη να ελέγξει και να επαληθεύσει ότι τα ποσά που εισπράττονταν πράγματι αντιστοιχούσαν στα δελτία που είχαν δοθεί στους πελάτες για τα δίδακτρα που αυτοί κατέβαλαν. Η διασταύρωση αυτή έπρεπε να γίνεται από την εκκαλούσα ταμία κατά την παραλαβή των εισπράξεων με φυλλομέτρηση των δελτίων, προκειμένου από τη συνεχή αρίθμησή τους να προκύπτουν με σαφήνεια τα ποσά που είχαν εισπραχθεί και όφειλαν να αποδοθούν. Άλλωστε, η εκκαλούσα όφειλε σε κάθε περίπτωση να εκδίδει γραμμάτια είσπραξης, καθώς και να διενεργεί τις σχετικές καταχωρίσεις στα προβλεπόμενα βιβλία του ταμείου, πλην, όπως προεκτέθηκε, δεν εκπλήρωνε τις ανωτέρω υποχρεώσεις της, η τήρηση των οποίων θα διασφάλιζε την εύκολη επαλήθευση της ροής των εισπράξεων και την αποκάλυψη τυχόν σφαλμάτων στην απόδοση αυτών. Οι ανωτέρω περιγραφόμενες παραλείψεις της εκκαλούσας κατά την άσκηση των καθηκόντων της συνιστούν αμέλεια εκ μέρους της ως προς την διαχείριση του αντικειμένου ευθύνης της, δηλαδή απόκλιση από την συμπεριφορά του μέσου υπολόγου ταμία. Εξάλλου, οι υπαίτιες αυτές παραλείψεις της τελούν σε αιτιώδη σύνδεσμο με το δημιουργηθέν έλλειμμα, με το ποσό του οποίου νομίμως καταλογίστηκε και το ύψος του οποίου δεν αμφισβητεί, δεδομένου ότι εάν η εκκαλούσα ήλεγχε τη συνεχόμενη αρίθμηση των διπλοτύπων είσπραξης των εκάστοτε ποσών που απέδιδε η συγκαταλο-γισθείσα εισπράκτορας, ευχερώς θα διαπίστωνε την έλλειψη ΔΠΥ και, συνακόλουθα, την επί έλαττον διαφορά μεταξύ των πράγματι εισπραχθέντων ποσών διδάκτρων και των αντιστοίχων ποσών που αποδίδονταν σε αυτή για εισαγωγή στη διαχείριση του .. και θα ήταν σε θέση να αντιληφθεί εγκαίρως την παράνομη δράση της υπαλλήλου .. και να αποτρέψει την πρόκληση του καταλογισθέντος ελλείμματος στην ως άνω διαχείριση.
ΕΣ/Γ΄ ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1501/2024
Με την πληττόμενη 537/2022 απόφαση του Δευτέρου Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου έγινε εν μέρει δεκτή η έφεση του πρώτου αναιρεσίβλητου Νικολάου Μπίρη κατά της 12/19.2.2019 απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Α.Ε.Δ., με την οποία αυτός καταλογίστηκε με το ποσό των 548.245,92 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στις αποδοχές που έλαβε αχρεωστήτως κατά το χρονικό διάστημα από 21.9.1994 έως 30.4.2018 που εργαζόταν στον ως άνω Οργανισμό, λόγω ανάκλησης της πράξης διορισμού του, καθόσον διαπιστώθηκε ότι η βεβαίωση του Διεπιστημονικού Κέντρου Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών Αλλοδαπής (ΔΙ.Κ.Α.Τ.Σ.Α.) περί αναγνώρισης της ισοτιμίας του τίτλου σπουδών του που είχε προσκομιστεί κατά τον διορισμό του ήταν πλαστή και περιορίστηκε κατ’ εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας το σε βάρος του ποσό του καταλογισμού σε 3.000,00 ευρώ. (...)Συνεπώς, με βάση τα ανωτέρω, ο ως άνω πρώτος λόγος αναίρεσης κρίνεται βάσιμος, παρά τα όσα αντίθετα ισχυρίζεται ο πρώτος αναιρεσίβλητος, και πρέπει να γίνει δεκτός, τούτο διότι η πληττόμενη απόφαση στερείται νόμιμης βάσης, καθώς περιέχει ελλιπείς και ανεπαρκείς αιτιολογίες στον χαρακτηρισμό των περιστατικών που δέχθηκε για την εφαρμογή της συνταγματικής αρχής της αναλογικότητας, τα οποία έχουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης. Το Τμήμα, κατά την εξέταση αν με τον επίδικο καταλογισμό τηρήθηκαν οι απαιτήσεις αναλογικότητας και δίκαιης ισορροπίας μεταξύ του επιδιωχθέντος με αυτόν θεμιτού σκοπού και των θεμελιωδών δικαιωμάτων του καταλογισθέντος που εθίγησαν από αυτόν, δεν στάθμισε όλα τα δεδομένα που τέθηκαν ως κρίσιμα στην μείζονα πρόταση του δικανικού του συλλογισμού, παραλείποντας ορισμένα εξ αυτών, όπως βάσιμα προβάλλει το αναιρεσείον. Μετά δε την αποδοχή του ως άνω λόγου, παρέλκει η εξέταση του δεύτερου λόγου αναίρεσης ως αλυσιτελούς, δοθέντος ότι αυτός αφορά στη στάθμιση των δεδομένων που το Τμήμα έλαβε εν τέλει υπόψη του.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω πρέπει η ένδικη αίτηση να γίνει δεκτή και να αναιρεθεί η 537/2022 απόφαση του Δευτέρου Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου κατά το μέρος αυτής με το οποίο αποφάνθηκε επί του λόγου περί παράβασης της αρχής της αναλογικότητας, της δίκαιης ισορροπίας και του κοινωνικού κράτους δικαίου. Ακολούθως, πρέπει, κατά την κρατήσασα γνώμη, να αναπεμφθεί η υπόθεση στο ως άνω Τμήμα, προκειμένου αυτό, υπό διαφορετική σύνθεση, να την εξετάσει εκ νέου, κατά το σκέλος που αναιρέθηκε η πληττόμενη απόφαση. Τούτο διότι η υπόθεση χρήζει διερεύνησης ως προς το πραγματικό της μέρος και περαιτέρω προκειμένου να ληφθούν υπόψη επίκαιρα στοιχεία της οικονομικής κατάστασης του εκκαλούντος.
ΕΣ/ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑΣ/1340/2010
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Αίτηση για αναίρεση της 1373/2006 οριστικής απόφασης του VIΙ Τμήματος του Ελεγκτικού.Στην υπό κρίση υπόθεση, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, όπως στο ακροτελεύτιο στίχο αυτής διαλαμβάνει, δημοσιεύθηκε την 27.6.2006, δηλαδή μετά την έναρξη ισχύος των προαναφερόμενων διατάξεων. Εξάλλου, η προσβαλλόμενη απόφαση, με βάση τα αναφερόμενα στη σκέψη με στοιχείο 6, ανέλεγκτα κατ’ αναίρεση πραγματικά περιστατικά, αφού δέχθηκε ότι οι αποδοχές των ειδικών συμβούλων και συνεργατών και ιδιαιτέρων γραμματέων των δήμων κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα καθορίζονται από τις διατάξεις της εκδοθείσας, κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 67 παρ. 12 του ν. 1416/1984, 99751/8911/1984 κοινής απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών, οι οποίες, ως ειδικότερες, κατισχύουν εκείνες της 2302/24.2.1983 κοινής απόφασης των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Οικονομικών έκρινε ότι η εκκαθάριση και η καταβολή των αποδοχών των δύο ειδικών συμβούλων και του ειδικού συνεργάτη του Δήμου ......., καθώς και της ιδιαιτέρας γραμματέως του Δημάρχου ....... από 1.1.2000 έως 31.12.2001 που έγινε σύμφωνα με τις διατάξεις της 2302/24.2.1983 κοινής υπουργικής απόφασης δεν είναι νόμιμη με συνέπεια από τη μη νόμιμη καταβολή διαφοράς αποδοχών ποσού 10.481.776 δραχμές ή 30.760,90 ευρώ να δημιουργηθεί ισόποσο έλλειμμα στη διαχείριση του Δήμου ....... για τα οικονομικά έτη 2000 και 2001 και, λαμβάνοντας υπόψη ότι ο αναιρεσείων, με την ιδιότητα Αντιδημάρχου του Δήμου ......., αρμόδιου για την υπογραφή όλων των χρηματικών ενταλμάτων μισθοδοσίας, έδωσε εντολή, παρά τις αντιρρήσεις του οικείου Ταμία, να πληρωθεί η κατά τα ανωτέρω προκύψασα μη νόμιμη διαφορά αποδοχών με συνέπεια να δημιουργηθεί ισόποσο έλλειμμα στη διαχείριση του Δήμου αυτού κατέληξε στο συμπέρασμα ότι νόμιμα καταλογίσθηκε σε βάρος του ισόποσο με το δημιουργηθέν έλλειμμα χρηματικό ποσό. Κατά την κατάστρωση, όμως, του δικανικού του συλλογισμού, το δικάσαν Δικαστήριο παρέλειψε να ερευνήσει και να αιτιολογήσει εάν συντρέχει περίπτωση εφαρμογής των προαναφερομένων διατάξεων των άρθρων 26 του ν. 3274/2004 και 29 παρ. 8 του ν. 3448/2006 στην υπό κρίση υπόθεση και εάν με βάση τις διατάξεις αυτές που ίσχυαν κατά την δημοσίευση την προσβαλλόμενης απόφασης, οι επίμαχες δαπάνες που είχαν κριθεί μη νόμιμες θεωρούνται κατά πλάσμα του νόμου νόμιμες. Κατόπιν αυτών, πρέπει η κρινόμενη αίτηση να γίνει εν μέρει δεκτή κατά παραδοχή του πρώτου λόγου αυτής που προβάλλεται βάσιμα, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση μόνο για το λόγο αυτό και να αναπεμφθεί η παρούσα υπόθεση στο Τμήμα που την εξέδωσε, γιατί χρειάζεται διευκρίνιση στο πραγματικό αυτής, όπως ορίζεται στο διατακτικό, να διαταχθεί η επιστροφή στον αναιρεσείοντα του καταβληθέντος παραβόλου αναιρέσεως που κατατέθηκε (άρθρα 59 του π.δ. 774/1980 και 61 παρ. 3 και 117 του π.δ. 1225/1981) και να απαλλαγούν εν όλω, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων, οι αντίδικοι από την καταβολή δικαστικών εξόδων (άρθρ. 275 παρ. 1 του Κ.Δ.Δ. σε συνδυασμό με το άρθρο 123 του π.δ. 1225/1981, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του ν. 3472/2006 – Α΄ 135).(..)Αναιρεί την 1373/2006 οριστική απόφαση του VΙΙ Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου μόνο για το λόγο που αναφέρεται στο σκεπτικό.
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/19/2017
ΜΕΛΈΤΕΣ:Καταβολή αμοιβής του έναντι εκτέλεσης της σύμβασης «Τεχνικο - Οικονομική Ανάλυση της Υφιστάμενης Κατάστασης» της Δ.Ε.Υ.Α.Ν. (...) Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας, ως προς την τηρητέα διαδικασία δημοσιονομικής ανάληψης της υποχρέωσης της Δ.Ε.Α.Υ.Ν. εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις του β.δ. 17.5./15.6.1959, αφού δεν προκύπτει ότι υφίστανται ειδικές διατάξεις στον Ο.Ε.Υ. αυτής, σχετικά με τη διαδικασία πραγματοποίησης των δαπανών της. Επομένως πριν την έκδοση των 73 και 74/23.9.2015 αποφάσεων ανάθεσης του Δ.Σ. της Δ.Ε.Υ.Α.Ν., οι οποίες συνιστούν τις γενεσιουργούς αιτίες των επίμαχων δαπανών, έπρεπε να έχουν προηγηθεί οι δεσμεύσεις των αναγκαίων πιστώσεων από τις εγγεγραμμένες στον προϋπολογισμό, οικονομικού έτους 2015, πιστώσεις των οικείων - αλλά και ορθών κατά τίτλο και περιεχόμενο - Κ.Α.Ε. αυτής με τις δημοσιονομικές αναλήψεις των υποχρεώσεων, κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του β.δ. 17.5/15.6.1959, καθώς και η ανάρτηση των πράξεων αυτών στο διαδίκτυο στο Πρόγραμμα «ΔΙΑΥΓΕΙΑ». Εφόσον, μάλιστα, οι ως άνω δημοσιονομικές δεσμεύσεις δεν εκτελέστηκαν εντός του έτους 2015, έπρεπε να ανατραπούν με σχετικές ανακλητικές αποφάσεις του αρμόδιου διατάκτη, πριν εκδοθούν οι νέες αποφάσεις δέσμευσης στο επόμενο οικονομικό έτος (2016), διαδικασία η οποία επίσης δεν ακολουθήθηκε. Η παράλειψη τήρησης των ανωτέρω διαδικασιών για την ανάληψη των οικείων υποχρεώσεων, η παράβαση της αρχής της ειδικότητας των πιστώσεων, αναφορικά με την υπ’ αριθ. 73/23.9.2015 απόφαση του Δ.Σ., καθώς και η καθυστερημένη ανάρτηση των εν λόγω αποφάσεων ανάληψης στο διαδίκτυο καθιστά τις ελεγχόμενες δαπάνες μη νόμιμες και μη κανονικές, όπως βασίμως προβάλλεται από τη διαφωνούσα Επίτροπο. Επιπλέον, οι ανατεθείσες υπηρεσίες, οι οποίες περιλαμβάνουν: α) την απεικόνιση των υφιστάμενων υποδομών και συστημάτων ύδρευσης και αποχέτευσης, την καταγραφή και αξιολόγηση της γενικής τους κατάστασης, καθώς και την υποβολή προτάσεων σχετικά με το σχεδιασμών και την υλοποίηση βασικών έργων και μελετών της Δ.Ε.Υ.Α.Ν. σχετικών με την υδροδότηση και αποχέτευση των δημοτικών ενοτήτων της περιοχής παρέμβασης και β) την τεχνικο - οικονομική ανάλυση της υφιστάμενης κατάστασης της επιχείρησης, με καταγραφή και ανάλυση όλων των κοστολογικών παραμέτρων, εκτίμηση των εσόδων και λειτουργικών εξόδων, καθώς και των αποτελεσμάτων χρήσης της, εμπίπτουν στις σχετικώς προβλεπόμενες στον Ο.Ε.Υ. αρμοδιότητες των Τεχνικών και Οικονομικών Υπηρεσιών της Δ.Ε.Υ.Α.Ν. και των αντίστοιχων Γραφείων, ήτοι στα καθήκοντα του υπηρετούντος σε αυτά προσωπικού, δεδομένου ότι συνιστούν την αναγκαία βάση για την κατάστρωση της τιμολογιακής πολιτικής της επιχείρησης, τη διενέργεια προμηθειών και την εκτέλεση έργων λειτουργίας και συντήρησης των δικτύων και εγκαταστάσεών της και, γενικότερα, για την ορθή διοίκηση, διαχείριση των οικονομικών, αλλά και καθημερινή λειτουργία της Δ.Ε.Υ.Α., χωρίς να αποδεικνύεται η επικαλούμενη από την επιχείρηση ελλιπής στελέχωση ή, ακόμη, αδυναμία του υπάρχοντος προσωπικού και των αρμοδίων Προϊσταμένων να επιμεληθούν των εργασιών, λόγω φόρτου, δοθέντος ότι από την προσκομισθείσα, στις 30.1.2017, μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου κατάσταση εργαζομένων της τελευταίας δεν προκύπτει η ανά κλάδο και ειδικότητα των σαράντα τριών (43) εργαζομένων στη Δ.Ε.Υ.Α.Ν. απασχόληση σε αυτήν. Υπό αυτήν την έννοια, πάντως, οι ανατεθείσες, με τις 73 και 74/23.9.2015 αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου της Δ.Ε.Υ.Α.Ν. υπηρεσίες δεν χαρακτηρίζονται ως εκ του περιεχομένου τους ομοειδείς, δεδομένου ότι η μεν «καταγραφή - απεικόνιση της υφιστάμενης κατάστασης» της επιχείρησης έχει ως αντικείμενο την περιγραφή και καταγραφή της υφιστάμενης κατάστασης των υποδομών ύδρευσης και αποχέτευσης σε κάθε περιοχή εξυπηρέτησης με βάση τα υπάρχοντα δεδομένα, ήτοι το σύστημα ύδρευσης και τις συνδέσεις λειτουργίας όσον αφορά τόσο το εξωτερικό υδραγωγείο όσο και τις γραμμές τροφοδοσίας ανά δημοτική ενότητα, τις εγκαταστάσεις και τα υπάρχοντα δίκτυα, με απαρίθμηση των προβλημάτων και υποβολή προτάσεων για την αντιμετώπιση αυτών, ενώ η τεχνικο - οικονομική ανάλυση της υφιστάμενης κατάστασης περιλαμβάνει ανάλυση της υφιστάμενης τιμολογιακής πολιτικής, των προϋπολογισμών των δύο τελευταίων ετών, των αποτελεσμάτων χρήσης, ή/και τους ισολογισμούς των τριών τελευταίων ετών, καθώς της οργανωτικής διάρθρωσης της επιχείρησης, προκειμένου να εξαχθούν συμπεράσματα αναφορικά με το κατά πόσο αξίζει η δραστηριότητα της Δ.Ε.Υ.Α.Ν., δηλαδή εάν συντηρεί επί του παρόντος το δίκτυο, εάν μπορεί να το λειτουργεί κ.λπ., καθώς και εάν έχει την απαιτούμενη οργανωτική διάρθρωση για την ουσιαστική είσπραξη των εσόδων. Εντούτοις, αμφότερες οι αναθέσεις εξυπηρετούν τον ίδιο λειτουργικό σκοπό, καθώς εντάσσονται στο ευρύτερο πλαίσιο της αποτύπωσης της συνολικής κατάστασης της Δ.Ε.Υ.Α.Ν., της αναγνώρισης δυσλειτουργιών και ελλείψεων κατά την οργάνωση και ανάπτυξη των δραστηριοτήτων της, καθώς και της υποβολής προτάσεων, με στόχο τόσο τον εξορθολογισμό των δομών της όσο και τη βελτίωση των παρεχόμενων στους πελάτες της υπηρεσιών. Τούτο μάλιστα γίνεται δεκτό, ενόψει του ότι και στις δύο ως άνω περιπτώσεις, τις εργασίες ανέλαβαν εξωτερικοί συνεργάτες παρόμοιων ειδικοτήτων, αφού ο μεν Αναστάσιος Ηλίας είναι πολιτικός μηχανικός, κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος (MSc) με αντικείμενο την «Επιστήμη και τεχνολογία υδάτινων πόρων», η δε Καλλιρόη Πάσσιου είναι πολιτικός μηχανικός και μηχανικός περιβάλλοντος, επίσης κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος (MSc). Ως εκ τούτου, μη νομίμως ανατέθηκαν στους φερόμενους ως δικαιούχους οι επίμαχες υπηρεσίες απευθείας και όχι κατόπιν διενέργειας πρόχειρου διαγωνισμού, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από την Επίτροπο. Των ως άνω κρίσεων, πάντως, προϋποτίθεται η παραδοχή ότι οι ανατεθείσες εργασίες, οι οποίες δεν συναρτώνται με οιαδήποτε διαδικασία παραγωγής τεχνικού έργου και, συνεπώς, δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της διάταξης των εδ. α΄ και β΄ της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 3316/2005, παρά τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από την Επίτροπο, αποτελούν υπηρεσίες, οι οποίες ήταν, κατ’ αρχήν, δυνατό να ανατεθούν απευθείας, βάσει της προϋπολογισθείσας δαπάνης τους (20.000,00 ευρώ συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α.), κατ’ άρθρο 209 παρ. 9 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων σε συνδυασμό με την ως άνω 35130/739/9.8.2010 υπουργική απόφαση, καίτοι, βέβαια, από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει ότι των συγκεκριμένων αναθέσεων προηγήθηκαν μελέτες της υπηρεσίας με αναφορά και στοιχειώδη, έστω, εκτίμηση του προϋπολογισθέντος κόστους για καθεμία εκ των επιμέρους κατηγοριών των προς εκτέλεση εργασιών. Τέλος, κατά παράβαση των σχετικών με τη λειτουργία της Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ. διατάξεων, κατά την εκκαθά