ΕλΣυν/Τμ.4/80/2011
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Με βάση τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην 3η σκέψη της παρούσης, το παρόν Τμήμα με την υπό ανάκληση Πράξη του, κατά εσφαλμένη ερμηνεία του διέποντος την κρίσιμη έννομη σχέση (μίσθωση) νόμου (πλάνη περί το δίκαιο), δέχθηκε ότι δεν εφαρμόζεται στην επίμαχη μίσθωση το π.δ/γμα 34/1995, παρόλο που πρόκειται για στέγαση Κέντρου Υπερήχων, δηλαδή ιατρείων του Ι.Κ.Α.. Συνεπώς εφαρμόζονται εν προκειμένω οι περί δωδεκαετίας διατάξεις του άρθρου 5 του π.δ/τος 34/1995 όπως ισχύει, βάσει των οποίων η εν λόγω μίσθωση ίσχυε, κατ΄ αρχήν, έως 30.4.2010, και εν συνεχεία, δεδομένου ότι ο εκμισθωτής δεν εζήτησε, στο επόμενο από την ημεροχρονολογία αυτή εννεάμηνο, την απόδοση του μισθίου, για ακόμη 4 έτη, έως δηλαδή 30.4.2014. Συνεπώς είναι βάσιμος ο λόγος ανάκλησης, με τον οποίο προβάλλεται εσφαλμένη εφαρμογή του διέποντος τη μίσθωση νόμου.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/Τ7/228/2007
Σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 5 παρ.1 του π.δ/τος 34/1995, από την οποία προκύπτει, όπως προεκτέθηκε, ότι οι συμβάσεις μίσθωσης ακινήτων που συνάπτουν οι δήμοι ισχύουν για δώδεκα έτη, ακόμα κι αν έχουν συναφθεί για μικρότερο χρονικό διάστημα και συνεπώς κατά το μήνα Ιανουάριο 2007 η από 28.12.2001 μίσθωση ήταν σε ισχύ, εφόσον δεν αποδεικνύεται από τα στοιχεία του φακέλου της υπό κρίση υπόθεσης ότι είχε λυθεί με νεώτερη συμφωνία των ενδιαφερομένων μερών.
ΕΣ/Τ7/114/2007
Μισθωτική σχέση που έχει υπερβεί σε διάρκεια το ανώτατο επιτρεπτό όριο (δωδεκαετία) που προβλέπουν οι διατάξεις των π.δ / των 34/1995 και 715/1979.Σιωπηρή παράταση. Νόμιμη
ΕΣ/Τ7/256/2008
Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων (π.δ.34/1995), το μίσθωμα καθορίζεται από τους συμβαλλόμενους και αναπροσαρμόζεται κατά τα χρονικά διαστήματα και το ύψος που ορίζεται στη σύμβαση της μίσθωσης. Σε περίπτωση όμως που δεν υπάρχει συμφωνία των μερών για τη σταδιακή αναπροσαρμογή ή αυτή έχει εξαρτηθεί από άκυρη ρήτρα, η αναπροσαρμογή του μισθώματος στις ρυθμιζόμενες με το π.δ.34/1995 μισθώσεις, στις οποίες υπάγεται και η μίσθωση που συνάπτεται για την εγκατάσταση δημοτικών υπηρεσιών, συντελείται αυτοδικαίως μετά πάροδο διετίας από την έναρξη της μίσθωσης και, στη συνέχεια, με τη συμπλήρωση κάθε έτους από την προηγούμενη αναπροσαρμογή, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε όχληση του εκμισθωτή, η οποία απαιτείται μόνο για να καταστεί το κατά τ’ ανωτέρω αναπροσαρμοζόμενο μίσθωμα απαιτητό. Αν δεν ασκηθεί όχληση ή βραδύνει, δεν εμποδίζεται η αυτόνομη επέλευση των περαιτέρω αναπροσαρμογών, αλλά απλώς επέρχεται απώλεια σε βάρος του εκμισθωτή, ο οποίος δεν δικαιούται για το διάστημα που παρήλθε να απαιτήσει την καταβολή του αυτομάτως αναπροσαρμοσθέντος μισθώματος, το δε ποσοστό 75% της ετήσιας αύξησης θα υπολογισθεί επί του αυτομάτως αναπροσαρμοσθέντος ποσού, έστω και αν αυτό δεν είναι απαιτητό (βλ. ΑΠ 106/1996, 280/1999, 1082/2001, 905/2006, 1256/2007, Εφ. Αθ. 2242/1998, 2904/2005).
ΝΣΚ/139/2021
Αν η μονομερής, εκ μέρους του e-ΕΦΚΑ, λύση της μίσθωσης ακινήτου για τη στέγαση των Υπηρεσιών του Τμήματος Ηλιούπολης του τ. Οργανισμού Ασφάλισης Ελεύθερων Επαγγελματιών (ΟΑΕΕ) θα πραγματοποιηθεί βάσει των διατάξεων του άρθρου 36 παρ. 3 του π.δ. 715/1979, όπως ισχύει, ή βάσει των διατάξεων του άρθρου 43 του π.δ. 34/1995, όπως ισχύει, και 2) ποιες από τις ανωτέρω διατάξεις θα επικαλείται στο εξής ο e-ΕΦΚΑ για τη μονομερή λύση σύμβασης μίσθωσης ακινήτου.(...)Η πρόωρη λύση από τον e-ΕΦΚΑ, ως μισθωτή, της μίσθωσης ακινήτου για τη στέγαση των Υπηρεσιών του Τμήματος Ηλιούπολης του τ. Οργανισμού Ασφάλισης Ελεύθερων Επαγγελματιών (ΟΑΕΕ) θα πραγματοποιηθεί βάσει του άρθρου 36 παρ. 4 του π.δ. 715/1979.
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.7/196/2019
Καταβολή μισθωμάτων κτιρίου στέγασης υπηρεσιών του Δήμου:..Με τα δεδομένα αυτά, η υπό κρίση δαπάνη δεν είναι νόμιμη, καθόσον η διαδικασία επιλογής του προς μίσθωση ακινήτου είναι πλημμελής. Συγκεκριμένα, παρίσταται εφαρμοστέα στη σύμβαση μίσθωσης μεταξύ του Δήμου ... και της προαναφερθείσας εταιρείας η παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 3130/2003, σύμφωνα με την οποία δικαίωμα υποβολής προσφοράς σε δημοπρασία για τη μίσθωση ακινήτου έχουν αποκλειστικά και μόνον οι κύριοι ακινήτων και οι κάτοχοι αυτών δυνάμει σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης (leasing). Δεν ασκεί, άλλωστε, επιρροή η παράλειψη αναφοράς των διατάξεων του ν. 3130/2003 ως εφαρμοστέων στο άρθρο 18 της διακήρυξης, δεδομένου ότι, υπό διαφορετική εκδοχή, η διακήρυξη θα καθίστατο κατά τούτο νομικώς πλημμελής, αφού θα είχε ως συνέπεια τη μη εν προκειμένω εφαρμογή του διέποντος τη σύμβαση νομοθετικού καθεστώτος.(...)Τέλος, τυχόν πλάνη των αρμόδιων οργάνων της αναθέτουσας αρχής ως προς την έννοια των εφαρμοσθεισών διατάξεων, για την οποία υφίσταται πάγια νομολογία του Ελεγκτικού Συνεδρίου, δεν μπορεί να θεωρηθεί συγγνωστή (Ελ.Συν. VII Τμ. Πράξ. 56/2016). Πλην όμως, ο υπό στ. β΄ λόγος μη θεώρησης του εντάλματος είναι απορριπτέος, δεδομένου ότι με τις 115 και 116/2019 αποφάσεις του Διοικητικού Εφετείου ... ακυρώθηκαν οι 23 και 24/16.4.2018 εκθέσεις αυτοψίας - αποφάσεις της Υπηρεσίας Δόμησης του Δήμου ..., κρίθηκε δε κατά τρόπο δεσμευτικό ότι η χρήση Κ.Ε.Π., την οποία ο Δήμος ... έχει εγκαταστήσει στο μισθωμένο ακίνητο, αποτελεί χρήση συμβατή με τη χρήση αμιγούς κατοικίας, που προβλέπεται για το σημείο όπου βρίσκεται το εν λόγω ακίνητο. Κατόπιν αυτών, η δαπάνη προς πληρωμή της οποίας εκδόθηκε το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δεν είναι νόμιμη και, ως εκ τούτου, αυτό δεν πρέπει να θεωρηθεί.
ΕΣ/Τ7/185/2009
Μελέτες.Απευθείας ανάθεση.Από το συνδυασμό των ως άνω διατάξεων ( άρθρο 209 παρ. 3 του ν. 3463/2006 (Δ.Κ.Κ ΦΕΚ Α΄, 114) )προκύπτουν τα ακόλουθα: Η θεσπιζόμενη με την ως άνω ειδική διάταξη ρύθμιση του άρθρου 209 παρ. 3 του Δ.Κ.Κ. εισάγει μόνιμη και διαχρονική παρέκκλιση από τις ισχύουσες αλλά και τις μελλοντικές διατάξεις, οι οποίες ρυθμίζουν γενικά τις διαδικασίες ανάθεσης μελετών, υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις: 1) Ο αναθέτων φορέας έχει συγκεκριμένη ιδιότητα, πρόκειται δηλαδή περί δήμου ή κάποιου άλλου από τα περιοριστικά αναφερόμενα στη διάταξη αυτή νομικά πρόσωπα και 2) η προεκτιμώμενη και τελική αμοιβή του μελετητή δεν υπερβαίνει ένα συγκεκριμένο χρηματικό όριο (βλ. Πράξη VII Τμήματος 134/2007, όπου κρίθηκε ότι η προηγούμενη ομοίου περιεχομένου διάταξη του άρθρου 269 του 410/1995 δεν καταργήθηκε μετά την ισχύ του ν. 3316/2005 και εισήγαγε επίσης παρέκκλιση από τις διατάξεις της εκάστοτε ισχύουσας νομοθεσίας για τις αναθέσεις μελετών). Με τη διάταξη αυτή εισήχθησαν τρεις παρεκκλίσεις από το ισχύον γενικό νομικό πλαίσιο περί ανάθεσης μελετών: 1) H δυνατότητα απευθείας ανάθεσης της εκπόνησης μελέτης, 2) η επιλογή μελετητή χωρίς δεσμεύσεις από τις τάξεις των πτυχίων και 3) η αποδέσμευση από την εφαρμογή του κώδικα αμοιβών μηχανικών (π.δ/γμα 696/1974), δεδομένου ότι η προεκτιμηθείσα είναι και η οριστική αμοιβή του μελετητή, η οποία δεν εξαρτάται από τις ποσότητες εργασιών που προκύπτουν από τον προϋπολογισμό του έργου.
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/1835/2022
ΠΡΟΜΗΘΕΙΕΣ: ζητείται εμπροθέσμως και εν γένει παραδεκτώς η ανάκληση της 380/2022 Πράξης του ΣΤ΄ Συνεκτιμώντας τα στοιχεία που προκύπτουν εναργώς τόσο από το από 29.09.2022 αναλυτικό καθολικό ειδών όσο και από την από 09.08.2022 κατάσταση συμβάσεων ανά είδος που προσκομίζονται με την προσφυγή, και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω στη σκέψη 5, το Δικαστήριο διαπιστώνει τη συνδρομή ουσιώδους πλάνης του Κλιμακίου ως προς το υπαρκτό εν προκειμένω των πραγματικών προϋποθέσεων της συνδυαστικής εφαρμογής του 32 του ν. 4412/2016 και του άρθρου 34 της από 30.3.2020 Π.Ν.Π.. Τούτο διότι ένεκα πλάνης, δέχθηκε ότι ο αριθμός της συνολικής ποσότητα των αντιδραστηρίων που είχε στη διάθεσή του το Ε.ΚΕ.Α. στις 9.8.2022 ανερχόταν σε 356.160, πλέον του αριθμού αντιδραστηρίων, που το Κλιμάκιο θεωρούσε ότι το Ε.ΚΕ.Α. είχε τη δυνατότητα να προμηθευτεί, έως τη λήξη ισχύος της προηγηθείσας 2ης τροποποιητικής σύμβασης στις 8.9.2022. Συνακόλουθα, ένεκα πλάνης δέχθηκε με την προσβαλλόμενη ότι στις 9.9.2022, ημεροχρονολογία έναρξης ισχύος της ελεγχόμενης σύμβασης, τα αποθέματα του Ε.ΚΕ.Α. σε αντιδραστήρια, ανέρχονταν σε 221.160 (356.160 - 135.000). Εφόσον δε το ορθό αριθμητικό μέγεθος της συνολικής υπολειπόμενης ποσότητα αντιδραστηρίων στις 9.8.2022 ήταν 356.160 αντιδραστήρια, δεν υφίστατο διαθέσιμη ποσότητα αντιδραστηρίων που αρκούσε να καλύψει τους τρεισήμισι από τους τέσσερις μήνες διάρκειας ισχύος της ελεγχόμενης σύμβασης όπως πεπλανημένως και ανακριβώς θεωρήθηκε από το Κλιμάκιο. Κατά συνέπεια, νομίμως με την 4079/19.7.2022 πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος, εκκίνησε η ελεγχόμενη διαδικασία διαπραγμάτευσης για την ανάθεση νέας προμήθειας 250.000 αντιδραστηρίων μοριακού ελέγχου covid-19, υπαγορευόμενη από την επείγουσα ανάγκη έγκαιρης διασφάλισης της επάρκειας των αντιδραστηρίων για το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα των τεσσάρων μηνών διάρκειας της σύμβασης και από την αβέβαιη εξέλιξη της πανδημίας, επί τη βάσει των συνδυαστικώς εφαρμοζομένων και στενώς ερμηνευτέων διατάξεων του άρθρου 32 του ν. 4412/2016 και του άρθρου 34 της από 30.3.2020 Π.Ν.Π.. Κατά τον χρόνο, δε, εκδίκασης της προσφυγής προκύπτει ότι η ισχύς του εν λόγω άρθρου της Π.Ν.Π. έχει ήδη παραταθεί έως τις 31.12.2022 με το άρθρο 57 παρ. 2 του ν. 4975/2022, με αποτέλεσμα να μην ανταποκρίνεται προς τα γεγονότα η μη νομιμότητα της αίρεσης της παράτασής του, την οποία επικαλείται το Κλιμάκιο. Ανακαλεί την προσβαλλόμενη με αυτή 380/2022 Πράξη του ΣΤ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
ΕΣ/Τμ.7/1/2012
Μίσθωση επιβατικών αυτοκινήτων(..) Από το συνδυασμό των διατάξεων του άρθρου 199 παρ. 2 και 3 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα (ν. 3463/2006), της 5100/1600/10.4.1984 απόφασης του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης «Καθορισμός διαδικασίας μίσθωσης ιδιωτικών αυτοκινήτων από Δημόσιες Υπηρεσίες και τις υπηρεσίες που αναφέρονται ή εμπίπτουν στις διατάξεις του άρθρου 1 του Ν.Δ.2396/1953» (ΦΕΚ Β΄, 387), του άρθρου 1 παρ. 1 περ. 10 και 14 του ν. 2647/1998 «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στις Περιφέρειες και την Αυτοδιοίκηση και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α΄ 237) καθώς και των άρθρων 3 παρ. 3 και 5 παρ. 4 του π.δ. 270/1981 «Όργανα, διαδικασίες, όροι δημοπρασίας εκποίησης – εκμίσθωσης Ο.Τ.Α.» (ΦΕΚ Α΄, 77) το οποίο εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 194 του ν.1065/1980, συνάγεται ότι, καταρχήν, για την εκ μέρους των Δήμων μίσθωση κινητού πράγματος διεξάγεται μειοδοτική δημοπρασία, στην οποία κριτήριο κατακύρωσης είναι αυτό της χαμηλότερης τιμής (βλ. Πράξεις VII Τμ. 47/2007, 293/2007, 321/2010). Επιτρέπεται, εξαιρετικώς, η με απευθείας συμφωνία -χωρίς δηλαδή να τηρηθεί η ως άνω διαδικασία- μίσθωση κινητού πράγματος, αφενός μεν στην περίπτωση που η δημοπρασία δεν είχε αποτέλεσμα, οπότε απαιτείται αιτιολογημένη απόφαση του οικείου δημοτικού συμβουλίου, αφετέρου δε, με απόφαση του δημάρχου, στην περίπτωση που πρόκειται για μίσθωση διάρκειας τριών (3) το πολύ μηνών (βλ. πράξη VII Τμ. 321/2010, 155/2008, 174/2007). Στην τελευταία αυτή περίπτωση, εάν η μίσθωση αφορά στο ίδιο αντικείμενο δεν δύναται αυτή να επαναληφθεί μέσα στο ίδιο έτος, διότι άλλως θα καταστρατηγούνταν με τον τρόπο αυτό οι διατάξεις που επιβάλλουν τις τακτικές διαγωνιστικές διαδικασίες. Τέλος, προηγούμενη έγκριση από το Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας απαιτείται μόνο στην περίπτωση μίσθωσης αυτοκινήτων δημόσιας χρήσης για τη μεταφορά προσώπων, υλικών κ.λπ., όχι δε και στην περίπτωση μίσθωσης αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης για τις ανάγκες των υπηρεσιών τους.(...) Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Τμήμα κρίνει, κατά παραδοχή του δεύτερου λόγου διαφωνίας της Επιτρόπου, ότι ο Δήμος Αθηναίων μη νομίμως προέβη, χωρίς την προηγούμενη διενέργεια δημοπρασίας, στην με απευθείας συμφωνία μίσθωση των ως άνω αυτοκινήτων. Τούτο δε διότι οι επίμαχες μισθώσεις συνιστούν απλές μισθώσεις κινητών πραγμάτων, που διέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 199 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα, σύμφωνα με τις οποίες, κατά τα προεκτεθέντα, η απευθείας μίσθωση κινητών επιτρέπεται είτε με απόφαση του δημάρχου για χρονικό διάστημα μέχρι τριών μηνών είτε με αιτιολογημένη απόφαση του δημοτικού συμβουλίου, εφόσον όμως απέβη άκαρπη η διενεργηθείσα δημοπρασία. Εξάλλου, οι ως άνω συμβάσεις δεν συνιστούν συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης για τις οποίες, κατά το άρθρο 193 του ιδίου Κώδικα, εφαρμόζονται οι περί προμηθειών διατάξεις, δοθέντος ότι στο περιεχόμενο αυτών δεν διαλαμβάνεται όρος για ελάχιστη τριετή χρονική διάρκεια ούτε για το δικαίωμα του μισθωτή περί αγοράς του μισθωθέντος πράγματος ή ανανέωσης της σύμβασης και οι οποίες δεν προκύπτει ότι υποβλήθηκαν στις διατυπώσεις δημοσιότητας του ν.1665/1986. Αντιθέτως, ως αβάσιμος κρίνεται ο πρώτος λόγος διαφωνίας της Επιτρόπου, δεδομένου ότι η έγκριση της μίσθωσης αυτοκινήτων από το Γ.Γ. Περιφέρειας προβλέπεται, κατά τα ανωτέρω, σε περιπτώσεις μίσθωσης Δ.Χ. και όχι Ι.Χ., ως εν προκειμένω, αυτοκινήτων. Ωστόσο, το Τμήμα κρίνει ότι τα αρμόδια όργανα του Δήμου Αθηναίων δεν ενήργησαν με πρόθεση καταστρατήγησης των κείμενων διατάξεων, αλλά συγγνωστώς υπέλαβαν ότι, ενόψει της μη έγκαιρης ολοκληρώσεως των διαδικασιών του διαγωνισμού χωρίς υπαιτιότητα του Δήμου, μπορούσαν νομίμως να προβούν στις ως άνω απευθείας αναθέσεις και συνακόλουθα στη διενέργεια των ελεγχόμενων δαπανών. Επομένως, τα υπό κρίση χρηματικά εντάλματα θα μπορούσαν να θεωρηθούν λόγω συγγνωστής πλάνης εάν δεν είχε λήξει το οικονομικό έτος 2011, σε βάρος των πιστώσεων του προϋπολογισμού του οποίου εκδόθηκαν.
ΣτΕ/3039/2003
ΣτΕ/3039/2003.Από τις διατάξεις αυτές(άρθρο 8 παρ. 1 του Ν. 1418/84 , άρθρο 34 παρ. 2 του Π.Δ. 609/85 ) συνάγεται ότι , σε περίπτωση που ο ανάδοχος εκτελέσει εργασίες μη προβλεπόμενες από τη σύμβαση , κατά ποσότητα ή είδος , η δαπάνη των οποίων υπερβαίνει το 50% του συνολικού συμβατικού ποσού , δεν δικαιούται αμοιβής ή αποζημιώσεως για τις εργασίες αυτές (ΣΕ 619/02). Εξαίρεση , όμως , από τον κανόμα αυτό αποτελεί η περίπτωση που ανάδοχος εκτέλεσε τις ως άνω εργασίες κατόπιν έγγραφης εντολής της Υπηρεσίας ή , σε επείγουσες περιπτώσεις , κατόπιν προφορικής εντολής της Υπηρεσίας , στον τόπο εκτέλεσης του έργου , καταχωρηθείσης στο ημερολόγιο αυτού (ΣΕ 1170/03 , 3219/02) . Εν όψει δε των βεβαιουμένων στην προσβαλλόμενη απόφαση και ότι οι ένδικες εργασίες συντηρήσεως του πρασίνου έγιναν κατά τη διάρκεια της θερινής περιόδου (δηλαδή μετά την υποβολή της τελικήε επιμέτρησης) ο λόγος αναιρέσεως περί αναιτιολογήτου της κρίσεως του δικαστηρίου της ουσίας ως προς το οψιγενές των ένδικων εργασιών , είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.
ΕλΣυν.Κλ.4/120/2014
ΕΠΙΧΟΡΗΓΗΣΕΙΣ:Ενόψει της εν λόγω εκ του νόμου προβλεπόμενης συμμετοχής των άνω νομικών προσώπων στην υλοποίηση του προαναφερόμενου προγράμματος κοινωνικής προστασίας, με τις διατάξεις των άρθρων 11 παρ. 3 του ν. 2072/1992 και 4 παρ. 4 του ν. 2345/1995, παρασχέθηκε σ’ αυτά η δυνατότητα σύστασης εταιρείας μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα διεπόμενης από τις οικείες διατάξεις του αστικού κώδικα. Εφόσον λοιπόν ο νόμος επιτρέπει το μείζον, δηλαδή τη σύσταση από τα άνω νομικά πρόσωπα δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου αστικής εταιρείας, για την οποία είναι απαραίτητη η εισφορά κεφαλαίου, τούτο σημαίνει ότι επιτρέπει και το έλασσον, που είναι η αύξηση του εταιρικού κεφαλαίου της, όταν αυτό κρίνεται απαραίτητο για την υλοποίηση του σκοπού της...Συνεπώς, η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δαπάνη, είναι νόμιμη αφού είναι κατά το νόμο επιτρεπτή η αύξηση του εταιρικού κεφαλαίου της άνω αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας δια της αύξησης των εισφορών των εταίρων της.