×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕλΣυν/Τμ.7/223/2010

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3316/2005

Με δεδομένα αυτά και αφού, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, για την απευθείας ανάθεση της σύμβασης αυτής, είχε προηγηθεί σχετική θετική γνωμοδότηση του αρμοδίου τεχνικού συμβουλίου, ενώ πριν την υπογραφή της σχετικής σύμβασης είχε προηγηθεί σχετική αναγγελία στην ιστοσελίδα του Τ.Ε.Ε., το Τμήμα κρίνει, μη προβαλλομένου άλλου λόγου μη νομιμότητας των εντελλομένων δαπανών, ότι οι εντελλόμενες με τα επίμαχα χρηματικά εντάλματα δαπάνες είναι νόμιμες και πρέπει αυτά να θεωρηθούν.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)243/2014

ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ : Μη νόμιμη καταβολή χρηματικού εντάλματος σε εταιρεία ως αμοιβή της για την εκτέλεση των εργασιών με τίτλο «Υποστηρικτικές εργασίες ενεργειακής μελέτης του έργου «…».. Με τα δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εκτέλεση των ανατεθεισών εργασιών, όπως αυτές περιγράφονται στην οικεία τεχνική έκθεση, σκοπό είχε την υποστήριξη της Τεχνικής Υπηρεσίας του Δήμου για την υποβολή πλήρους ενεργειακής μελέτης του έργου «…….», στο πλαίσιο των εργασιών σύνταξης πλήρους φακέλου, προκειμένου το έργο να ενταχθεί και να χρηματοδοτηθεί από το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα “Περιβάλλον και Αειφόρος Ανάπτυξη 2007 - 2013”.Με την δε από 9.5.2012 σύμβαση, οι συμβαλλόμενοι απέβλεψαν στην παροχή συγκεκριμένων υπηρεσιών από πρόσωπο με εξειδικευμένες γνώσεις, τις οποίες δεν διέθετε το προσωπικό της Τεχνικής Υπηρεσίας του Δήμου. Με βάση τα παραπάνω, οι ανωτέρω υπηρεσίες εντάσσονται εννοιολογικά στις συμβάσεις παροχής υπηρεσιών του άρθρου 1 παρ. 2β΄ του ν. 3316/2005 και όχι στις λοιπές υπηρεσίες που διενεργούνται κατ’ ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων περί προμηθειών. Ως εκ τούτου, για την ανάθεση των ανωτέρω υπηρεσιών έπρεπε να εφαρμοσθούν οι διατάξεις του ν. 3316/2005, οι οποίες, ως ειδικές, κατισχύουν, κατά ρητή πρόβλεψη του νόμου αυτού (άρθρο 46 παρ. 2 περ. ε΄ του ν.3316/2005) των γενικών διατάξεων του άρθρου 83 του ν. 2362/1995, ενώ θέτουν, όπως ήδη εκτέθηκε, αυστηρές προϋποθέσεις και όρους για την απευθείας ανάθεση υπηρεσιών (άρθρο 10 του ν. 3316/2005), οι οποίες δεν προκύπτει ότι συντρέχουν στην προκειμένη περίπτωση. Σύμφωνα, επομένως, με όσα έγιναν δεκτά στη σκ. III, της παρούσας πράξης μη νομίμως, ο Δήμος … προέβη στην ανάθεση των επίμαχων υπηρεσιών με τη διαδικασία της διαπραγμάτευσης (απευθείας ανάθεσης), το γεγονός δε ότι η αξία τους ήταν κατώτερη των 15.000,00 ευρώ δεν νομιμοποιεί την απευθείας ανάθεσή τους, δεδομένου ότι, ακόμα και στην περίπτωση αυτή, απαιτείται η συνδρομή λόγων κατεπείγοντος για την προσφυγή στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης, που εν προκειμένω ούτε επικαλέστηκε ο Δήμος ούτε προκύπτει ότι συνέτρεχαν, αλλά και η τήρηση των λοιπών όρων που θέτουν οι διατάξεις του άρθρου 10 παρ. 2 περ. στ΄, 4 και 5 του ν. 3316/2005 (υποβολή προσφορών εκ μέρους τριών τουλάχιστον υποψηφίων αναδόχων, προηγούμενη γνωμοδότηση του αρμοδίου Τεχνικού Συμβουλίου, αναγγελία στην ιστοσελίδα του Τ.Ε.Ε.). Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δαπάνη, δεν είναι νόμιμη


ΕλΣυν.Κλ.7/212/2015

ΜΕΛΕΤΕΣ:Μη νόμιμη η καταβολή αμοιβής από Δήμο σε τοπογράφο μηχανικό για την παροχή της υπηρεσίας «Εργασίες υπαίθρου για τον καθορισμό συντεταγμένων σε δημοτικά ακίνητα, κοινόχρηστους χώρους και πρανή ρεμάτων», καθόσον: α) η ως άνω σύμβαση δεν συνιστά σύμβαση παροχής υπηρεσιών, αλλά εκπόνηση μελέτης και για την οποία απαιτείτο η εκτέλεση τοπογραφικών εργασιών, όπως αυτές περιγράφονται και στις διατάξεις των άρθρων 108 επ. του π.δ. 696/1974, β) δεν ακολουθήθηκε η προβλεπόμενη από τις διατάξεις του ν. 3316/2005, εφαρμοστέα διαδικασία της διενέργειας ανοικτού ή κλειστού διαγωνισμού για την ανάθεση της μελέτης, ενώ περαιτέρω δεν μπορούν να τύχουν εφαρμογής οι ρυθμίσεις του άρθρου 209 παρ. 2 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα και του π.δ. 28/1980, διότι δεν πρόκειται για ανάθεση απλών υπηρεσιών και γ) παρόλο που η προεκτιμώμενη αμοιβή για την ως άνω μελέτη, υπολείπεται του ποσού των 30.000 ευρώ, δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 10 παρ. 2 περ. στ' του ν. 3316/2005, που προβλέπει την απευθείας ανάθεση λόγω ποσού και επειγουσών συνθηκών, διότι, αφενός δεν υπάρχει απόφαση του αρμόδιου Τεχνικού Συμβουλίου που να πιστοποιεί τη συνδρομή του επείγοντος, αφετέρου η διαδικασία της απευθείας ανάθεσης που εφαρμόσθηκε, αποκλίνει από την προβλεπόμενη διαδικασία διαπραγμάτευσης, δεδομένου ότι δεν διεξήχθη μεταξύ τριών τουλάχιστον υποψηφίων με τα νόμιμα προσόντα, ούτε αποδεικνύεται ότι ο ως άνω ανάδοχος ήταν ο μοναδικός που συγκέντρωνε τα απαιτούμενα προσόντα, ώστε να φέρει εις πέρας τη μελέτη, ενώ δεν απεστάλη για δημοσίευση στην ιστοσελίδα του Τ.Ε.Ε., δέκα τουλάχιστον ημέρες πριν από την υπογραφή της σύμβασης, αναγγελία με τα κρίσιμα στοιχεία της.


ΣΤΕ/345/2014

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Ζητείται η αναίρεση της υπ’αριθ.1340/2007 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε έφεση της ήδη αναιρεσείουσας εταιρείας κατά της υπ’αριθ. 6969/2005 αποφάσεως του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Με την τελευταία αυτή απόφαση είχε απορριφθεί ανακοπή της ιδίας εταιρείας κατά της υπ’αριθ. ... αποφάσεως των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας, με την οποία, μεταξύ άλλων, είχε διαταχθεί η επιστροφή στο Δημόσιο τμήματος της καταβληθείσας στην αναιρεσείουσα επιχορήγησης κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του ν.1262/1982 και του ν.1682/1987 και τμήματος του ποσού που αντιστοιχούσε στην επιδότηση του επιτοκίου συναφθέντος τραπεζικού δανείου, συνολικού ύψους 103.421.000 δραχμών.(....)Ο δε ισχυρισμός της αναιρεσείουσας ότι υπήρξε ολιγωρία των οργάνων να προβούν σε αυτοψία και έλεγχο για την τήρηση των όρων που είχαν τεθεί από την εγκριτική της επένδυσης απόφαση κρίθηκε από το δικάσαν δικαστήριο ότι δεν αποδεικνυόταν από κάποιο στοιχείο, αντιθέτως, μάλιστα, στην από 18.12.1990 έκθεση του Κεντρικού Οργάνου Ελέγχου που είχε προηγηθεί, κατά τα προαναφερόμενα, της αίτησης της ανωτέρω για την οριστικοποίηση της επένδυσης, αναφερόταν ότι πριν τον έλεγχο αυτό είχε προηγηθεί και προγενέστερος όμοιος, με τον οποίο δεν είχε γίνει δεκτό ότι ο σχετικός μηχανολογικός εξοπλισμός της επίμαχης μονάδας ήταν καινούργιος, όπως απαιτείτο (αφού η επένδυση περιελάμβανε και καινούργιο μηχανολογικό εξοπλισμό), και κατά του οποίου είχε ασκηθεί σχετική ένσταση της ανωτέρω, γεγονός από το οποίο συναγόταν ότι υπήρξαν προβλήματα σχετικά με την πιστοποίηση τήρησης όλων των απαιτούμενων όρων που έπρεπε να διερευνηθούν, προκειμένου να εκδοθεί η σχετική απόφαση περί ολοκλήρωσης της επένδυσης.Απορρίπτει την υπό κρίση αίτηση.


ΕλΣυν.Τμ.7(ΚΠΕ)144/2014

ΜΕΛΕΤΕΣ:Μη νόμιμη η καταβολή αμοιβής από Δήμο σε ιδιώτη μελετητή, κατόπιν απευθείας ανάθεσης, για την εκπόνηση μελέτης με τίτλο "Γεωτεχνική έρευνα στην περιοχή του …..", καθόσον πρόκειται για σύμβαση παροχής υπηρεσιών συναφών με μελέτη (άρθρο 1 παρ. 2β του ν. 3316/2005,ΦΕΚ Α΄ 42/2005) και όχι σύμβαση εκπόνησης μελέτης. Ως εκ τούτου η ανάθεσή της,  διέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 10 παρ. 2 περ. στ΄ του ν. 3316/2005, (και κατόπιν δημοσίευσης διακήρυξης διαγωνισμού) και όχι από τις διατάξεις του άρθρου 209 παρ.3 του Κ.Δ.Κ., οι οποίες αφενός δεν έχουν τηρηθεί,  αφετέρου δεν συνέτρεξαν οι προϋποθέσεις για την τήρησή τους, αφού δεν βεβαιώνεται από το αρμόδιο Τεχνικό Συμβούλιο ότι συντρέχει, περίπτωση επείγουσας περίπτωσης που να δικαιολογεί την προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης, ενώ δεν απεστάλη προς δημοσίευση στην ιστοσελίδα του ΤΕΕ, δέκα τουλάχιστον ημέρες πριν την υπογραφή της σύμβασης, αναγγελία με τα κρίσιμα στοιχεία της.


ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)224/2014

ΜΕΛΕΤΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ: Μη νόμιμη δαπάνη που αφορούσε καταβολή συνολικού ποσού 24.990 ευρώ στο φερόμενο ως δικαιούχο ……, και αφορά τον 1ο λογαριασμό της μελέτης(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει ότι :  Α) Κατ’ αποδοχή του πρώτου λόγου διαφωνίας, στην από 31.8.2010 βεβαίωση της Διευθύντριας Τεχνικών Υπηρεσιών του Δήμου ….. δεν αιτιολογείται, ειδικώς, η αδυναμία σύνταξης της μελέτης από την Τεχνική Υπηρεσία του Δήμου, καθόσον αφενός μεν, με το δεδομένο ότι για τα σχολικά κτίρια υπάρχουν οι προδιαγραφές του Οργανισμού Σχολικών Κτιρίων και οι αντίστοιχες τυποποιημένες μελέτες του Ο.Σ.Κ.  είναι απορριπτέος ο ισχυρισμός του Δήμου ότι για την εκπόνηση της εν λόγω μελέτης απαιτούνταν εξειδικευμένες γνώσεις, τις οποίες δεν διέθεταν οι υπάλληλοι της τεχνικής του υπηρεσίας, αφετέρου η επικαλούμενη έλλειψη των κατάλληλων μέσων (τοπογραφικών οργάνων), πέραν του ότι προβάλλεται αορίστως, δεν αιτιολογεί γιατί ο Δήμος δεν είχε μεριμνήσει για την προμήθεια του εξοπλισμού και του λογισμικού σχεδιασμού που απαιτείται για την αποτελεσματική άσκηση  των αρμοδιοτήτων του. Τέλος, ως προς τον ισχυρισμό του Δήμου ότι από τον Απρίλιο του έτους 2010 ήταν απαραίτητη η σύνταξη μελέτης ενεργειακής απόδοσης, σύμφωνα με τον Κανονισμό Ενεργειακής Απόδοσης Κτιρίων (Κ.ΕΝ.Α.Κ.), κατά το χρόνο δε ανάθεσης της μελέτης (Οκτώβριος 2010) η τεχνική υπηρεσία δε διέθετε την τεχνική κατάρτιση για την εκπόνηση της μελέτης ενεργειακής απόδοσης, αφενός μεν ο ειδικότερος αυτός λόγος δεν περιέχεται στην αιτιολογία της, από 31.8.2010 βεβαίωσης, περί αδυναμίας σύνταξης της μελέτης της Τεχνικής Υπηρεσίας του Δήμου, αλλά προβάλλεται οψίμως  με το έγγραφο επανυποβολής του χρηματικού εντάλματος, αφετέρου ήδη πριν την έκδοση του ΚΕΝΑΚ ίσχυε ο ν. 3661/2008 (ΦΕΚ Α 89/19.5.2008), με τις διατάξεις του οποίου εναρμονίστηκε η ελληνική νομοθεσία με την Οδηγία 2002/91/ΕΚ       «Για την ενεργειακή απόδοση των κτι­ρίων» και ο οποίος προέβλεπε τη λήψη μέτρων για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων με την έκδοση κανονισμού ενεργειακής απόδοσης κτιρίων εντός σύντομης προθεσμίας έξι μηνών, καθιστούσε δε σαφείς τις υποχρεώσεις που έπρεπε να τηρούνται αναφορικά      με τις νέες προδιαγραφές της ενεργειακής αποδόσεως των κτιρίων που θα κατασκευάζονταν. Β) Η αιτιολογία που περιέχεται στο εισηγητικό προς το Περιφερειακό Συμβούλιο Δημοσίων Έργων έγγραφο του Δημάρχου …… και στην 697/6.10.2010 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου δεν μπορεί να στοιχειοθετήσει την κατά το νόμο έννοια του επείγοντος που δικαιολογεί την απευθείας ανάθεση της μελέτης, δηλαδή της άμεσης ανάγκης αντιμετωπίσεως μίας αιφνίδιας καταστάσεως, η δημιουργία της οποίας, μάλιστα, δεν ανάγεται στην σφαίρα επιρροής της αναθέτουσας αρχής καθόσον, στην προκειμένη περίπτωση, η μη επάρκεια των υφιστάμενων σχολικών υποδομών στο ανατολικό τμήμα της πόλης, δεν συνιστά αιφνίδιο γεγονός, αλλά αντιθέτως αποτελεί χρόνια κατάσταση, η αντιμετώπιση των συνεπειών της οποίας έπρεπε να λάβει χώρα εγκαίρως, στο πλαίσιο της ορθής και αποτελεσματικής λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης. Γ) Ο λόγος διαφωνίας του Επιτρόπου ότι δεν προηγήθηκε δέκα τουλάχιστον ημέρες πριν την υπογραφή της σύμβασης αναγγελία για δημοσίευση με τα κρίσιμα στοιχεία της στην ιστοσελίδα του Τ.Ε.Ε. είναι αβάσιμος, καθόσον η σχετική αναγγελία δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα του Τ.Ε.Ε. στις 12.12.2010. Δ) Βάσιμος είναι ο λόγος διαφωνίας του Επιτρόπου, σύμφωνα με τον οποίο δεν προκύπτει ότι το συνολικό ύψος των συμβάσεων που ανατέθηκαν με τη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης δεν υπερβαίνει το 10% των συνολικών ετήσιων πιστώσεων για την εκπόνηση μελετών και υπηρεσιών και τούτο διότι τόσο στο 62865/31.8.2010 έγγραφο του Δημάρχου προς το Περιφερειακό Συμβούλιο Δημοσίων Έργων όσο και στην 697/6.10.2010 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου αναφέρεται μεν ότι το συνολικό ύψος των συμβάσεων που ανατέθηκαν με τη διαδικασία αυτή δεν υπερβαίνει το 10% των συνολικών ετήσιων πιστώσεων για την εκπόνηση μελετών, χωρίς, όμως, συγχρόνως να αναγράφεται, σύμφωνα με τη διατύπωση του νόμου, ότι δεν υπερβαίνει και το 10% των συνολικών ετήσιων πιστώσεων για την εκπόνηση υπηρεσιών, ενώ ούτε από κάποιο άλλο στοιχείο του φακέλου προκύπτει ότι συντρέχει η προϋπόθεση αυτή, ότι δηλαδή δεν υπάρχει υπέρβαση του 10% των συνολικών ετήσιων πιστώσεων για την εκπόνηση όχι μόνο μελετών, αλλά και υπηρεσιών. Ε) Και ο λόγος διαφωνίας ότι δεν κλήθηκαν για διαπραγμάτευση τρεις τουλάχιστον υποψήφιοι μελετητές, εφόσον υπάρχει επαρκής αριθμός υποψηφίων με τα νόμιμα προσόντα, παρίσταται βάσιμος, καθόσον στα κατά τον κρίσιμο χρόνο ανάθεσης της μελέτης έγγραφα δεν αναφέρεται ότι τηρήθηκε η προϋπόθεση αυτή του νόμου, ενώ δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη και δεν ασκούν επιρροή, καθόσον συντάχθηκαν τέσσερα έτη μετά τον κρίσιμο χρόνο της ανάθεσης, οι από 16.5.2014 υπεύθυνες δηλώσεις των αρχιτεκτόνων μηχανικών, μελετητών Δημοσίων Έργων, ….και……, σύμφωνα με τις οποίες προσκλήθηκαν στις 27.5.2010 από τον τότε Δήμαρχο με σκοπό τη διαπραγμάτευση για την ανάθεση της εν λόγω μελέτης, έλαβαν γνώση των όρων και του αντικειμένου της σύμβασης και δήλωσαν           ότι δεν ενδιαφέρονται να εκπονήσουν τη συγκεκριμένη μελέτη. ΣΤ) Ο λόγος διαφωνίας ότι το τιμολόγιο παροχής των σχετικών υπηρεσιών φέρει ημερομηνία μεταγενέστερη της διαχειριστικής περιόδου που ολοκληρώθηκε      η μελέτη δεν ασκεί επιρροή στην κανονικότητα της ελεγχόμενης δαπάνης και τούτο διότι η έκδοση του τιμολογίου σε χρόνο μεταγενέστερο της οικείας διαχειριστικής περιόδου δύναται μεν να επισύρει την επιβολή φορολογικών κυρώσεων από μέρους των οργάνων της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., πλην όμως δεν συνεπάγεται δημοσιονομικές συνέπειες και ως εκ τούτου δεν θίγεται το κύρος του συγκεκριμένου δικαιολογητικού (βλ. σχετ. Πράξεις IV Τμήματος 50/1999, 153/2006, 23/2008, VII Τμ. 74, 103, 104/2011, Κλ.VII Tμ. 36/2012, 287/2013). Ζ) Ως προς το λόγο διαφωνίας του Επιτρόπου ότι δεν υπάρχει απόφαση ανάληψης υποχρέωσης εντός του οικονομικού έτους 2013 που εγκρίθηκε η παράταση της προθεσμίας της μελέτης, ούτε και απόφαση ανατροπής αυτής, το Κλιμάκιο κρίνει ότι ήδη από το χρόνο (6.10.2010) έγκρισης ανάθεσης της μελέτης (πρώτη ενέργεια για την εκτέλεση της δαπάνης) έπρεπε να εκδοθεί απόφαση ανάληψης υποχρέωσης σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 11 και 13 του β.δ. 17.5/15.6.1959, σχετική δε απόφαση ανάληψης υποχρέωσης και απόφαση ανατροπής αυτής έπρεπε να εκδοθεί και στα επόμενα οικονομικά έτη, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο π.δ.113/2010.


ΕΣ/ΤΜ.7/117/2006

ΕΡΓΑ. Με βάση τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν ήδη δεκτά στην προηγούμενη σκέψη οι εντελλόμενες με τα επίμαχα χρηματικά εντάλματα δαπάνες δεν είναι νόμιμες, καθόσον το ελεγχόμενο δημοτικό έργο δεν είχε ενταχθεί στο Τεχνικό Πρόγραμμα του δήμου για το έτος 2005, κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 218 παρ. 7 και 265 παρ. 1 και 4 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα. Κατά το χρόνο δημοπράτησης του έργου υπήρχε εξασφαλισμένη πίστωση, δεδομένου ότι το έργο αυτό είχε ενταχθεί τουλάχιστον από 17.6.2005 στο Πρόγραμμα … του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων. Το Τμήμα όμως, κρίνει ότι τα αρμόδια όργανα του Δήμου συγγνωστώς υπέλαβαν ότι αρκούσε για την έναρξη της διαδικασίας δημοπράτησής του η ένταξη του έργου στο Πρόγραμμα …, χωρίς να απαιτείται και η ένταξή του στο Τεχνικό Πρόγραμμα για το 2005 μετά από σχετική αναμόρφωσή του. Κατόπιν αυτών, τα επίμαχα χρηματικά εντάλματα πρέπει να θεωρηθούν λόγω συγγνωστής πλάνης.


ΔΠρΑθ/6969/2005

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Ζητείται να ακυρωθεί η με αρ. ... απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Ανάπτυξης. Με την απόφαση αυτή, μεταξύ άλλων, υποχρεώθηκε η ανακόπτουσα ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «…» και ήδη μετά την άσκηση της ανακοπής «..» να επιστρέψει στο Ελληνικό Δημόσιο τμήμα της καταβληθείσας σ’ αυτήν, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του ν.1262/1982 και ν.1682/1987, επιχορήγησης και της επιδότησης του επιτοκίου του συναφθέντος από αυτήν τραπεζικού δανείου ύψους 103.421.000 δραχμών.(....)Ο ισχυρισμός δε της ανακόπτουσας ότι υπήρξε ολιγωρία των οργάνων να προβούν σε αυτοψία και έλεγχο για την τήρηση των όρων που τέθηκαν από την εγκριτική της επένδυσης απόφαση δεν αποδεικνύεται από κάποιο στοιχείο, αντιθέτως, μάλιστα, στην από 18.12.1990 έκθεση του Κεντρικού Οργάνου Ελέγχου που προηγήθηκε, κατά τα προαναφερόμενα, της αίτησης της ανωτέρω για την οριστικοποίηση της επένδυσης, αναφέρεται ότι πριν τον έλεγχο αυτό είχε προηγηθεί και προγενέστερος όμοιος, με τον οποίο δεν είχε γίνει δεκτό ότι ο σχετικός μηχανολογικός εξοπλισμός της επίμαχης μονάδας ήταν καινούργιος, όπως απαιτείτο (αφού η επένδυση περιελάμβανε και καινούργιο μηχανολογικό εξοπλισμό), και κατά του οποίου είχε ασκηθεί σχετική ένσταση (βλ. σχετ. σελ 5 έκθεσης) της ανωτέρω, γεγονός από το οποίο συνάγεται ότι υπήρξαν προβλήματα σχετικά με την πιστοποίηση τήρησης όλων των απαιτούμενων όρων που έπρεπε να διερευνηθούν, προκειμένου να εκδοθεί η σχετική απόφαση περί ολοκλήρωσης της επένδυσης. Απορρίπτει την ανακοπή.


ΔΕΔ/Αθ/644/2025

Η απόφαση 644/2025 της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών (ΔΕΔ) αφορά τη μερική αποδοχή ενδικοφανούς προσφυγής κατά Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού Φ.Π.Α. για την περίοδο 01/01/2018 έως 31/12/2018. Η πράξη είχε εκδοθεί επ' ονόματι λυθείσας εταιρείας, της οποίας ο διαχειριστής είχε αποβιώσει, και η προσφεύγουσα αναφερόταν ως αλληλεγγύως υπεύθυνο πρόσωπο ως κληρονόμος του θανόντος. Η προσφεύγουσα ισχυρίστηκε ότι αγνοούσε την επαγωγή της κληρονομιάς και προέβη σε δήλωση αποποίησης εμπρόθεσμα, μόλις έλαβε θετική γνώση (στις 05/09/2024). Η ΔΕΔ, βασιζόμενη στη σχετική νομολογία και την εγκύκλιο Ε.2059/2024, έκρινε ότι η τετράμηνη προθεσμία για αποποίηση αρχίζει μόνο από τη θετική γνώση του κληρονόμου τόσο του θανάτου όσο και του λόγου της επαγωγής (συμπεριλαμβανομένων των προηγούμενων αποποιήσεων). Επειδή ο έλεγχος δεν θεμελίωσε τη θετική γνώση της προσφεύγουσας, ο ισχυρισμός της έγινε δεκτός. Κατά συνέπεια, αποφασίστηκε η τροποποίηση της πράξης ώστε η προσφεύγουσα να μη φέρεται πλέον ως αλληλεγγύως υπεύθυνο πρόσωπο.


ΕΣ/Τ7/139/2009

Οι συμπληρωματικές εργασίες εκπόνησης της μελέτης αναθεώρησης του ρυμοτομικού σχεδίου....., των οποίων η πληρωμή εντέλλεται με το σχετικό χρηματικό ένταλμα, μη νομίμως εκτελέστηκαν, καθόσον δεν είχε προηγηθεί γνώμη του αρμοδίου Συμβουλίου και ειδικότερα του Νομαρχιακού Συμβουλίου Δημοσίων Έργων της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης (άρθρ. 4 π.δ. 186/1996, ΦΕΚ Α΄ 145 – βλ. και Πράξη VII Tμ. 61/2006), κατά παράβαση των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 29 του ν. 3316/2005.Μη ανάκληση της 238/2008 πράξης του 7ου Τμ.


ΕλΣυν/Κλιμ.7/85/2015

Μελέτες.(...) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη II της παρούσας, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη δαπάνη νομίμως χρηματοδοτείται από τον προϋπολογισμό δημοσίων επενδύσεων (Σ.Α.Τ.Α.), καθόσον αφορά στην εκπόνηση τοπογραφικής μελέτης, που συνδέεται με «επενδυτικές δραστηριότητες» του Δήμου, όπως είναι η σύνταξη λοιπών μελετών και η διενέργεια τεχνικών επεμβάσεων, που πρόκειται να γίνουν στην περιοχή όπου αυτή αφορά, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο ΔΥ/17.7.2014 έγγραφο της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών, χωρίς να ασκεί επιρροή το γεγονός ότι η σύνταξη των επίμαχων τοπογραφικών αποτυπώσεων δεν συνδέεται ακόμη με την υλοποίηση συγκεκριμένων, σαφώς προσδιορισμένων, έργων υποδομής που έχει προγραμματίσει να εκτελέσει ο Δήμος. Περαιτέρω, η ως άνω μελέτη αφορά μεν, σε αντικείμενο που εμπίπτει στα καθήκοντα και στις αρμοδιότητες του υπηρετούντος στο Δήμο προσωπικού,  πλην όμως από τα στοιχεία του φακέλου και, ειδικότερα, από την από 9.7.2012 βεβαίωση της Διευθύντριας Τεχνικών Υπηρεσιών, προκύπτει ότι υπήρχε αδυναμία της υπηρεσίας αυτής (Τμήμα Συγκοινωνιακών – Κτιριακών Έργων και Υπαίθριων Χώρων) να προβεί στην εκπόνησή της, λόγω ανεπαρκούς στελέχωσής της και έλλειψης κατάλληλου τεχνολογικού εξοπλισμού. Ως εκ τούτου, νομίμως, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη σκ.III, ο Δήμος ανέθεσε την εκπόνηση της εν λόγω μελέτης σε ιδιώτη μελετητή. Εξάλλου, μετά την, κατά τα ανωτέρω, βεβαίωση περί αδυναμίας της Τεχνικής Υπηρεσίας του Δήμου να εκπονήσει τη μελέτη, η οποία απαιτείται από τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 209 του Κ.Δ.Κ. (και όχι βάσει των διατάξεων του π.δ. 28/1980, όπως αβασίμως υποστηρίζει η Επίτροπος), ο Δήμος ....... νομίμως ανέθεσε την επίμαχη μελέτη, κατ΄ εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 3 του άρθρου 209 του ίδιου ως άνω Κώδικα, δοθέντος ότι η προεκτιμώμενη αμοιβή αυτής ανερχόταν στο ποσό των 11.788,62 (χωρίς Φ.Π.Α.) και, συνεπώς, δεν υπερέβαινε το 30% του ανώτατου ορίου αμοιβής πτυχίου Α΄ τάξης για τις τοπογραφικές μελέτες, ήτοι το ποσό των 12.581 ευρώ. Από τις διατάξεις δε αυτές δεν προκύπτει πρόσθετη υποχρέωση του Δήμου να τηρήσει άλλες διατυπώσεις (γνωμοδότηση του αρμόδιου Τεχνικού Συμβουλίου και σχετική αναγγελία στο Τ.Ε.Ε.), οι οποίες προβλέπονται στις επιμέρους διατάξεις του ν. 3316/2005, σε απευθείας αναθέσεις μελετών που ερείδονται στο καθεστώς αυτό, συνεπώς, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω (σκ. IV), είναι αβάσιμος ο σχετικός λόγος διαφωνίας.