×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕλΣυν/Τμ6/2444/2014

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3669/2008

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ-Προσυμβατικός ελεγχος: Αιτηση ανάκλησης της 13/2012 πράξης του Επιτρόπου στην 1η Υπηρεσία του Ελεγκτικού Συνεδρίου Νομού… (...) Με τα δεδομένα αυτά, το Τμήμα κρίνει ότι ο πρώτος λόγος ανάκλησης είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, δεδομένου ότι η απόφαση με την οποία κατακυρώθηκε το επίμαχο έργο, προϋπολογιζόμενης δαπάνης 195.121,84 ευρώ πλέον ΦΠΑ, ελήφθη από την Οικονομική Επιτροπή στις 14.3.2011, πριν από τη θέση σε ισχύ της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του Ν. 4071/2012, συνεπώς αρμοδίως εκδόθηκε η προσβαλλόμενη ενόσω εξακολουθούσε να εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 278 του Ν. 3852/2010 που επέβαλε τον προσυμβατικό έλεγχο νομιμότητας σχεδίων συμβάσεων έργων των Ο.Τ.Α. η προϋπολογιζόμενη δαπάνη των οποίων υπερβαίνει το ποσό των 100.000 ευρώ πλέον ΦΠΑ εφόσον η σχετική κατακυρωτική απόφαση κατ’ ακολουθία της διαγωνιστικής διαδικασίας ανάθεσή τους εκδόθηκε κατά τη διάρκεια της ισχύος της. Περαιτέρω, το Τμήμα κρίνει ότι ο δεύτερος λόγος ανάκλησης πρέπει να γίνει δεκτός, διότι η, ορθώς κατ’ αρχήν σύμφωνα με τα εκτιθέμενα ανωτέρω στη σκέψη ΙΙΙ, διαπιστούμενη με την προσβαλλόμενη πράξη πλημμέλεια της διαδικασίας ανάθεσης του επίμαχου έργου ως προς το χρόνο έκδοσης της απόφασης με την οποία εγκρίθηκαν οι οικείοι περιβαλλοντικοί όροι, δεν είναι ουσιώδης στην προκειμένη περίπτωση, δεδομένου ότι με την απόφαση αυτή, όπως βεβαιώνεται με το 5536/25.6.2012 έγγραφο της Διεύθυνσης Τεχνικών Έργων της Περιφερειακής Ενότητας ....., δεν επέρχεται οποιαδήποτε τροποποίηση στη μελέτη του έργου, και επιπροσθέτως, διότι, ενόψει της μεταβολής του ισχύοντος και διέποντος το συγκεκριμένο έργο νομοθετικού καθεστώτος του Ν. 1650/1986, με τις τεθείσες σε ισχύ, μετά τη σύνταξη της μελέτης και την κατάρτιση των όρων της διακήρυξης του διαγωνισμού του εν λόγω έργου, διατάξεις του Ν. 4014/2011, οι περιβαλλοντικοί όροι που τελικώς εγκρίθηκαν για την πραγματοποίησή του ανταποκρίνονται πλήρως στις νεώτερες αυτές ρυθμίσεις, οι οποίες βελτιστοποιούν τις συνθήκες περιβαλλοντικής προστασίας, όπως άλλωστε προεκτέθηκε, κατά την εκτέλεση έργων σε σχέση με το προϊσχύσαν νομοθετικό πλαίσιο. Τέλος, ως προς τον τρίτο λόγο ανάκλησης, το Τμήμα κρίνει ομοίως ότι πρέπει να γίνει δεκτός ως βάσιμος, καθώς, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη σκέψη ΙV, αρμοδίως η Οικονομική Επιτροπή με την 469/21.12.2011 απόφασή της ενέκρινε τη διακήρυξη του διαγωνισμού, όπως οι αναλυτικοί όροι και τα επιμέρους τεύχη της σε σχέδιο είχαν συνταχθεί και θεωρηθεί από τα αρμόδια καθ’ ύλη υπηρεσιακά όργανα της τεχνικής υπηρεσίας, ήδη από τον Ιούλιο του έτους 2011, χωρίς σ’ αυτό να ασκεί επιρροή το γεγονός ότι η διακήρυξη υπεγράφη και από την Αντιπεριφερειάρχη μεταγενεστέρως, ενόψει της εκτελέσεως της ανωτέρω αποφάσεως της Οικονομικής Επιτροπής με τη δημοσίευση της διακήρυξης και της περίληψής της. Εξάλλου, ο ορισμός της Διεύθυνσης Τεχνικών Έργων της Περιφερειακής Ενότητας ..... ως προϊσταμένης αρχής στη διακήρυξη του διαγωνισμού δεν συνεπάγεται τροποποίηση των νομοθετικών διατάξεων με τις οποίες καθορίζονται οι αρμοδιότητες της Οικονομικής Επιτροπής ως αποφασίζοντος οργάνου, η οποία, άλλωστε, ως τέτοιο έλαβε το σύνολο των αποφάσεων και στην προκειμένη διαγωνιστική διαδικασία, αντίθετα, κατά τη σαφή διατύπωσή του, ετέθη ώστε να προλαμβάνει αμφιβολίες των διαγωνιζομένων ως προς το υπηρεσιακό όργανο στο οποίο μπορούσαν να απευθύνονται κατά την εξέλιξη του διαγωνισμού.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕλΣυν/Τμ.6/2835/2010

Από τις ως άνω διατάξεις συνάγεται ότι για την πραγματοποίηση νέων έργων που έχουν επιπτώσεις στο περιβάλλον και έχουν καταταγεί σε μία από τις κατηγορίες που προβλέπονται στο Νόμο, απαιτείται προηγούμενη, δηλαδή προ της ενάρξεως πραγματοποιήσεως του έργου, έγκριση περιβαλλοντικών όρων. Ως έναρξη πραγματοποιήσεως του έργου θεωρείται όχι μόνον η υλική ενέργεια αυτού, αλλά και η έκδοση οποιασδήποτε διοικητικής πράξεως, η οποία αποτελεί προϋπόθεση της ενάρξεως κατασκευής του, ως η προκήρυξη (πρβλ. ΣτΕ 149/2000) ή η οικεία κατακυρωτική απόφαση. Κατά συνέπεια η παράλειψη εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων προ της εγκρίσεως του αποτελέσματος της δημοπρασίας συνιστά ουσιώδη νομική πλημμέλεια, καθισταμένης ούτως μη νόμιμης της αποφάσεως αναθέσεως εκτελέσεως του έργου (Πράξη VI Τμήματος 33/2007, Απόφαση VI Τμήματος 2515/2009 και Ολ. ΣτΕ 526/2003, ΣτΕ 2472/2009, ΣτΕ 149/2000). Τούτο δε καθόσον τα αρμόδια διοικητικά όργανα εκτιμώντας τις συνέπειες που μπορεί να έχει ένα νέο έργο στο περιβάλλον δεν πρέπει να επηρεάζονται από τα τεχνικά δεδομένα του υπό εκτέλεση έργου, αλλ’ αντιθέτως οι όροι του διαγωνισμού οφείλουν να προσαρμόζονται σε προϋφιστάμενους (και ήδη εγκριθέντες) περιβαλλοντικούς όρους. Περαιτέρω η απόφαση εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων δύναται να έχει ορισμένη χρονική διάρκεια, μετά το πέρας της οποίας δύναται να αναθεωρηθεί χωρίς ουσιώδεις τροποποιήσεις, εκτεινομένης ούτω της διάρκειας των αρχικών όρων σε μεταγενέστερο χρονικό διάστημα του αρχικώς προσδιορισθέντος. Απλή αναθεώρηση της εγκρίσεως των περιβαλλοντικών όρων είναι επιτρεπτή πριν από τη λήξη ισχύος αυτών ή εντός ευλόγου χρόνου από τη λήξη τους. Αν παρέλθει ικανό χρονικό διάστημα (πέραν του ευλόγου) από τη λήξη ισχύος της αρχικής αδειοδοτήσεως απαιτείται να τηρηθεί εξαρχής η διαδικασία εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων (Απόφαση VI Τμήματος 2013/2010, ΣτΕ 297/2009, 3428/2004). Εκ τούτων παρέπεται ότι εάν κατά την έναρξη της διαγωνιστικής διαδικασίας υπάρχουν εγκεκριμένοι περιβαλλοντικοί όροι, η ισχύς των οποίων παύει κατά το ενδιάμεσο χρονικό διάστημα και πριν από την έκδοση της κατακυρωτικής αποφάσεως, η απλή αναθεώρηση αυτών, μετά την κατακύρωση του αποτελέσματος, αίρει (θεραπεύει) την πλημμέλεια της μη υπάρξεως αυτών κατά το χρόνο της κατακυρώσεως υπό την προϋπόθεση ότι η απόφαση αναθεωρήσεως εξεδόθη εντός ευλόγου χρόνου από της λήξεως των αρχικώς εγκριθέντων περιβαλλοντικών όρων και δεν επέρχονται ουσιώδεις μεταβολές στους αρχικών εγκριθέντες όρους σε σχέση με τις επιπτώσεις του έργου στο περιβάλλον. Τούτο δε καθόσον η ανάγκη της προϋπάρξεως (πριν την έναρξη της διαδικασίας του διαγωνισμού) περιβαλλοντικών όρων, προκειμένου τα αρμόδια διοικητικά όργανα να εκτιμούν τις επιπτώσεις κάθε έργου στο περιβάλλον, χωρίς να έχει δημιουργηθεί οποιαδήποτε νομική ή πραγματική κατάσταση (Ολ. ΣτΕ 526/2003, ΣτΕ 2472/2009), δεν θίγεται διότι οι περιβαλλοντικοί όροι έχουν εγκριθεί πριν από τη δημοπράτηση του έργου και η εντός ευλόγου χρόνου ανανέωση αυτών, ισοδυναμεί με απλή παράταση της ισχύος τους, η οποία, ως εκ της φύσεώς της, αναδράμει στο χρόνο λήξεως των αρχικών όρων και καλύπτει το χρονικό διάστημα από την εκπνοή τους έως το χρονικό σημείο που προβλέπεται στην ανανέωση. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα είχε ως αποτέλεσμα την υποχρέωση της Διοίκησης να ανακαλέσει την κατακυρωτική απόφαση και να εκδώσει (εφόσον δεν υφίστανται πλημμέλειες στη διαδικασία του διαγωνισμού) νέα, ομοίου περιεχομένου, η οποία απλώς θα έπεται του χρόνου αναθεωρήσεως της εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων, με μόνη κατ’ ουσίαν συνέπεια την καθυστέρηση της διαδικασίας ολοκληρώσεως του διαγωνισμού (πρβλ. ΣτΕ 149/2000). Τέλος, το εύλογο του μεσολαβούντος, μεταξύ της παύσης ισχύος των αρχικώς εγκριθέντων περιβαλλοντικών όρων και της αναθεωρήσεως αυτών, χρονικού διαστήματος, κρίνεται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση με βάση τα πραγματικά δεδομένα κάθε διαγωνισμού.


ΕΣ/ΤΜ.6/2796/2012

Βελτίωση και Συντήρηση Οριζόντιας και Κατακόρυφης Σήμανσης του Ε.Ο.Δ.(...) Με την κρινόμενη αίτηση ζητείται η ανάκληση της 15/2012 πράξης του Αναπληρωτή Επιτρόπου στην 1η Υπηρεσία του Ελεγκτικού Συνεδρίου Νομού ....., με την οποία κρίθηκε ότι κωλύεται η υπογραφή του σχεδίου συμβάσεως μεταξύ της Περιφέρειας ..... και της εργοληπτικής επιχείρησης  «.........»  με αντικείμενο το έργο «Βελτίωση και Συντήρηση του Ε.Ο.Δ. ...."Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι με τον ειδικό, ιδρυτικό και οργανωτικό του θεσμού της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως νόμο 2218/1994, η Νομαρχιακή Επιτροπή κατέστη αποκλειστικώς αρμόδια για τη διεξαγωγή κάθε είδους διαγωνισμών για την εκτέλεση δημοσίων έργων στη χωρική αρμοδιότητα της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, ασκώντας τις αρμοδιότητες της Προϊσταμένης Αρχής, στις οποίες περιλαμβανόταν ο καθορισμός των όρων των σχετικών διαγωνισμών, η κατάρτιση των διακηρύξεων, η έγκριση των τευχών δημοπράτησης, η συγκρότηση των επιτροπών διενέργειας, η κρίση επί των υποβαλλομένων ενστάσεων και η κατακύρωση των αποτελεσμάτων των δημοπρασιών (βλ. VI Τμ. ΕΣ απ. 2492, 2444/2012, 3204/2011). Εξάλλου, μετά την έναρξη της ισχύος του ν. 3852/2010 και την ανάθεση της άσκησης  των σχετικών με την εκτέλεση δημοσίων έργων αρμοδιοτήτων στις Περιφέρειες (1.7.2011), οι εν λόγω αρμοδιότητες περιήλθαν στην Οικονομική Επιτροπή της οικείας Περιφέρειας. Περαιτέρω, οι αρμοδιότητες των τεχνικών υπηρεσιών, των πρώην Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων και ήδη Περιφερειών, στο πλαίσιο των διαδικασιών ανάθεσης δημοσίων έργων, προσδιορίζονται ειδικότερα με τις προαναφερόμενες διατάξεις του π.δ. 186/1996,  χωρίς να άπτονται των αποφασιστικών αρμοδιοτήτων της Νομαρχιακής Επιτροπής των πρώην Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων, ήδη της Οικονομικής Επιτροπής των Περιφερειών. Κατά συνέπεια στα επιμέρους υπηρεσιακά τεχνικά όργανα των φορέων αυτών της Περιφέρειας καταλείπονται αρμοδιότητες μόνο προπαρασκευαστικές των αποφασιστικών οι οποίες είναι αναγκαίες κατά τις διαγωνιστικές διαδικασίες, όπως αντίστοιχα κατά το στάδιο της κατασκευής των έργων, η από τεχνικής απόψεως εποπτεία τους. (...)Με τα δεδομένα αυτά, το Τμήμα κρίνει ότι ο πρώτος λόγος ανάκλησης πρέπει να γίνει δεκτός αφού στην προκειμένη περίπτωση η οριζόντια και κάθετη σήμανση του οδικού δικτύου συνδέεται απόλυτα με το κύριο «πράγμα», που είναι το οδικό δίκτυο, καθώς εξασφαλίζει την επίτευξη του προορισμού του, που είναι η ασφαλής κυκλοφορία, χωρίς την ύπαρξη της οποίας αλλοιώνεται και αυτός ο ίδιος ο προορισμός του.Περαιτέρω, ο δεύτερος λόγος ανάκλησης πρέπει να γίνει ομοίως δεκτός ως βάσιμος, καθώς, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη σκέψη ΙV, αρμοδίως η Οικονομική Επιτροπή με την 80/14.3.2012 απόφασή της ενέκρινε τη διακήρυξη του διαγωνισμού, όπως οι αναλυτικοί όροι και τα επιμέρους τεύχη της σε σχέδιο είχαν συνταχθεί και θεωρηθεί από τα αρμόδια καθ' ύλη υπηρεσιακά όργανα της Διεύθυνσης Τεχνικών Έργων, ήδη από τον Φεβρουάριο του έτους 2012. Δεν ασκεί, δε, έννομη επιρροή το γεγονός ότι ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Τεχνικών Έργων της Περιφέρειας, στο πλαίσιο εκτέλεσης της ανωτέρω απόφασης της Οικονομικής Επιτροπής, υπέγραψε, με την 30919/13130/2.4.2012 πράξη του, εκ νέου τη διακήρυξη και τα συνοδεύοντα αυτή τεύχη δημοπράτησης. Εξάλλου, ο ορισμός της Διεύθυνσης Τεχνικών Έργων της Περιφέρειας ..... ως προϊσταμένης αρχής στη διακήρυξη του διαγωνισμού δεν συνεπάγεται τροποποίηση των νομοθετικών διατάξεων με τις οποίες καθορίζονται οι αρμοδιότητες της Οικονομικής Επιτροπής ως αποφασίζοντος οργάνου (η οποία, άλλωστε, έλαβε το σύνολο των αποφάσεων στην προκειμένη διαγωνιστική διαδικασία), αντίθετα, κατά τη σαφή διατύπωσή του, ετέθη ώστε να προλαμβάνει αμφιβολίες των διαγωνιζομένων ως προς το υπηρεσιακό όργανο στο οποίο μπορούσαν να απευθύνονται κατά την εξέλιξη του διαγωνισμού. Τέλος, ως προς τον τρίτο λόγο ανάκλησης το Τμήμα κρίνει ότι ορθά ο Επίτροπος ερμήνευσε τις σχετικές διατάξεις, όπως εκτέθηκε ανωτέρω στη σκέψη IV. Πλην, σύμφωνα με το παρόν σύστημα διενέργειας των διαγωνισμών δημοσίων έργων, όταν ως κριτήριο για την ανάθεση της σύμβασης επιλέγεται η χαμηλότερη τιμή, η Επιτροπή Διαγωνισμού απλώς ελέγχει την πληρότητα των τυπικών δικαιολογητικών συμμετοχής των υποψηφίων αναδόχων και καταγράφει τις προσφερόμενες τιμές, χωρίς να προβαίνει σε υποκειμενικές εκτιμήσεις. Περαιτέρω, στην προκειμένη περίπτωση, τα μέλη της Επιτροπής Διαγωνισμού ορίστηκαν έπειτα από δημόσια κλήρωση, δεν ασκήθηκαν ενστάσεις επί της διαγωνιστικής διαδικασίας, το δε αποτέλεσμα του διαγωνισμού εγκρίθηκε από την αρμόδια προϊσταμένη αρχή. Εν όψει όλων αυτών, η ανωτέρω διαπιστωθείσα πλημμέλεια στη σύνθεση της Επιτροπής Διαγωνισμού, δεν συνιστά από μόνη της ουσιώδη νομική πλημμέλεια διακωλυτική της υπογραφής του οικείου σχεδίου σύμβασης (Αποφ. VI Tμ. 1258/2011, 1131, Τμ. Μειζ. Συνθ. 894, 896/2012). Για τους λόγους αυτούς Δέχεται την από 25.7.2012 αίτηση της Περιφέρειας ...... Ανακαλεί την 15/2012 πράξη του Επιτρόπου στην 1η Υπηρεσία του Ελεγκτικού Συνεδρίου Νομού ......


ΕλΣυν/Τμ.6/2013/2010

Κατά συνέπεια, η υποχρέωση της Διοίκησης να εκδώσει εκτελεστή διοικητική πράξη, πλήρως αιτιολογημένη, κατά την οποία να βεβαιώνει ότι δεν επέρχονται ουσιαστικές διαφοροποιήσεις σε σχέση με τις επιπτώσεις που έχει το έργο στο περιβάλλον δεν καλύπτεται από το εν λόγω έγγραφο, το οποίο δεν αποτελεί την κατά τα ανωτέρω εκτελεστή διοικητική πράξη. Τα ανωτέρω ισχύουν ανεξαρτήτως του ότι η 138047/2.6.2009 ΚΥΑ, που αφορά την παράταση ισχύος της 91099/15.5.1997 ΚΥΑ έγκρισης περιβαλλοντικών όρων για το ως άνω έργο, εκδόθηκε μετά την δεκαοκτάμηνη εκπνοή ισχύος της αρχικής ΚΥΑ, ενώ το έγγραφο της αίτησης για την παράταση είχε υποβληθεί στις 27.3.2009 (αριθμ. πρωτ. 3008), δηλαδή δεκαπέντε περίπου μήνες μετά τη λήξη ισχύος της πρώτης ΚΥΑ. Παρά ταύτα, ενόψει του γεγονότος ότι τα αρμόδια όργανα της αναθέτουσας αρχής απευθύνθηκαν σε όλες τις αρμόδιες υπηρεσίες προκειμένου να λάβουν τις σχετικές εγκρίσεις τόσο για το αρχικό έργο όσο και για την τροποποίησή του, εκδόθηκε δε το 138999/16.1.2004 έγγραφο της Ειδικής Υπηρεσίας Περιβάλλοντος της Γενικής Διεύθυνσης Περιβάλλοντος του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., κατά το χρόνο ισχύος της αρχικής 91099/15.5.1997 κοινής απόφασης των Υπουργών ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε και Εμπορικής Ναυτιλίας έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, η 138047/2.6.2009 κοινή απόφαση των Υπουργών ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε και Εμπορικής Ναυτιλίας, με την οποία παρατάθηκε η ισχύς της πρώτης Κ.Υ.Α έγκρισης περιβαλλοντικών όρων μέχρι 31.12.2009, στην οποία αναφέρεται το ως άνω έγγραφο της Ειδικής Υπηρεσίας Περιβάλλοντος του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., καθώς και η ΑΠ οικ.48051/2342/Φ.ΛΙΜ/32/3.6.2009 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας περί έγκρισης εκτέλεσης του έργου «Λιμάνι Μαντουδίου (1η τροποποίηση)», στην οποία αναφέρεται, επίσης, το ως άνω έγγραφο της Ειδικής Υπηρεσίας Περιβάλλοντος του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., το Τμήμα άγεται στην κρίση, κατά παραδοχή σχετικού λόγου ανάκλησης, ότι συγγνωστώς και χωρίς πρόθεση καταστρατήγησης των κρίσιμων διατάξεων τα αρμόδια όργανα της αναθέτουσας αρχής υπέλαβαν ότι δεν απαιτείται για τη νομιμότητα της ανάθεσης του έργου, η έκδοση από τη Διοίκηση εκτελεστής διοικητικής πράξης που να βεβαιώνει ότι δεν επέρχονται ουσιαστικές διαφοροποιήσεις σε σχέση με τις επιπτώσεις που έχει το έργο στο περιβάλλον προκειμένου να εφαρμοσθούν και στη σχεδιαζόμενη επέκταση του έργου οι περιβαλλοντικοί όροι που έχουν αρχικώς εγκριθεί, εξαιτίας της έκδοσης των προαναφερθέντων εγγράφων.


ΕλΣυν/Ε Κλιμ/173/2010

Μη νόμιμη η διαδικασία ανάθεσης δημοσίου έργου, καθόσον: α) η Διοίκηση δεν έχει εκδώσει εκτελεστή διοικητική πράξη που να βεβαιώνει ότι από το ελεγχόμενο δημόσιο έργο, που αφορά σε επέκταση λιμένα, δεν επέρχονται ουσιαστικές διαφοροποιήσεις σε σχέση με τις επιπτώσεις που το αρχικό έργο έχει στο περιβάλλον, με αποτέλεσμα οι περιβαλλοντικοί όροι που εγκρίθηκαν για το αρχικό έργο να διέπουν και την επέκταση αυτού, β) δεν έχει εκδοθεί η απαιτούμενη από το άρθρο 21 του ν.2971/2001 απόφαση του φορέα διοίκησης και εκμετάλλευσης του συγκεκριμένου λιμένα περί καθορισμού ορίων χερσαίας και θαλάσσιας ζώνης αυτού και γ) η πρώτη μειοδότρια εταιρεία δεν προσκόμισε όλα τα απαιτούμενα από τη διακήρυξη δικαιολογητικά συμμετοχής της στο διαγωνισμό και ειδικότερα ασφαλιστική ενημερότητα ΤΣΜΕΔΕ για τα στελέχη του πτυχίου της, αφού η ασφαλιστική ενημερότητα αυτών είχε λήξει κατά την ημερομηνία διενέργειας του διαγωνισμού.Το VI Τμήμα με την 2013/2010 απόφασή του ανακάλεσε την προμνησθείσα Πράξη ως προς την πρώτη νομική πλημμέλεια αναγνωρίζοντας συγγνωστή πλάνη στα όργανα της αναθέτουσας αρχής, ως προς τη δεύτερη νομική πλημμέλεια έκρινε ότι από κανένα στοιχείο του φακέλου δεν υπήρξε η αναγκαιότητα καθορισμού των ορίων της θαλάσσιας ζώνης λιμένα, που είναι αυτά που καθορίζονται με βάση τις διατάξεις των άρθρων 20 και 21 του ν.2971/2001, ούτε προκύπτει ότι υπήρξε αναγκαιότητα ανακαθορισμού ορίων για τις ζώνες λιμένα, αφού ο καθορισμός είχε γίνει με βάση τις διατάξεις του α.ν. 2344/1940. Τέλος, ως προς την τρίτη νομική πλημμέλεια το Τμήμα έκρινε από τα στοιχεία που προσκομίστηκαν ενώπιόν του ότι η ασφαλιστική ενημερότητα ΕΤΑΑ των προσώπων που στελεχώνουν το πτυχίο της πρώτης μειοδότριας εργοληπτικής επιχείρησης ίσχυε μέχρι 30.6.2010 και κάλυπτε το διαγωνισμό, ο οποίος διενεργήθηκε στις 9.2.2010.


ΕλΣυν.Τμ.Μείζ-Επταμελούς Σύνθεσης/2229/2016

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ-Συμπλρωματικές συμβάσεις(...)Με τα δεδομένα αυτά συντρέχουν στην προκειμένη περίπτωση οι προϋποθέσεις σύναψης της επίμαχης συμπληρωματικής σύμβασης. Ειδικότερα, η ανάγκη εκτέλεσης των εργασιών της σύμβασης αυτής ανέκυψε από το απρόβλεπτο γεγονός της απαγόρευσης κοπής ή εκρίζωσης ελαιοδέντρων, η οποία προβλέφθηκε για πρώτη φορά στην ΥΠΠΟΤ/ΓΔΑΠΚ/ΑΡΧ/Α1/Φ43/35829/1801/2.5.2012 «Έγκριση ανακαθορισμού των ορίων των Ζωνών Α΄ και Β΄ Προστασίας του Αρχαιολογικού Χώρου των Δελφών και του ευρύτερου Δελφικού Τοπίου» απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού, που εκδόθηκε μετά από τη διενέργεια του αρχικού διαγωνισμού και την υπογραφή της αρχικής σύμβασης. Η απαγόρευση αυτή δεν μπορούσε να συναχθεί α) από τους όρους που τέθηκαν κατά την έγκριση της σχετικής Προμελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, με την προμνησθείσα ΥΠΠΟ/ΓΔΑΠΚ/ΑΡΧ/Α1/Φ10/99220/4869π.ε./21.11.2008 απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού, στην οποία αναφερόταν γενικώς ότι δεν θα διανοιχθούν νέοι αγροτικοί δρόμοι που θα προκαλέσουν αλλοίωση ή μεταβολή Ζωνών Προστασίας και δεν θα γίνουν διαπλατύνσεις των υφιστάμενων αγροτικών δρόμων, ώστε να μην επιφέρουν αισθητική όχληση στις Ζώνες Προστασίας του Δελφικού Τοπίου, καθώς οι ανωτέρω όροι δεν προέβλεπαν την απαγόρευση κοπής ελαιόδεντρων, αλλά ούτε β) από την 144775/23.9.2009 κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και Πολιτισμού, με την οποία εγκρίθηκαν οι περιβαλλοντικοί όροι του αρχικού έργου και στην οποία δεν προβλεπόταν η απαγόρευση κοπής δένδρων΄ για το λόγο αυτό, άλλωστε, η επίμαχη απαγόρευση χρειάστηκε να προβλεφθεί ρητά με τη μεταγενέστερη ΥΠΠΟΤ/ΓΔΑΠΚ/ΑΡΧ/Α1/Φ43/35829/1801/2.5.2012 απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού. Τούτο, εξάλλου, γίνεται δεκτό και i) στο Φ.11/13/21/7.1.2013 έγγραφο της Ι’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, στο οποίο αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι στην ΥΠΠΟ/ΓΔΑΠΚ/ΑΡΧ/Α1/Φ10/99220/4869π.ε./21.11.2008 απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού δεν προβλεπόταν η απαγόρευση κοπής ελαιοδέντρων και ii) στο ΥΠΠΟΑ/ΓΔΑΠΚ/ΕΦΑ …/189548/113891/2771/9.6.2016 έγγραφο της Εφορείας Αρχαιοτήτων Φωκίδος, στο οποίο αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι στις εγκρίσεις για την υλοποίηση του αρχικού έργου δεν τέθηκε όρος για απαγόρευση κοπής ελαιόδεντρων, η οποία τέθηκε το 2012 στην ΥΠΠΟΤ/ΓΔΑΠΚ/ΑΡΧ/Α1/Φ43/35829/1801/2.5.2012 απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού. Ενόψει αυτών, το VI Τμήμα που με την προσβαλλόμενη απόφασή του έκρινε ότι δεν συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις για τη σύναψη της επίμαχης συμπληρωματικής σύμβασης, πλημμελώς εφάρμοσε τις οικείες διατάξεις και ως εκ τούτου η απόφαση αυτή πρέπει να αναθεωρηθεί, ενώ παρέλκει ως αλυσιτελής η εξέταση των λοιπών λόγων αναθεώρησης.


ΕΣ/ΤΜ.ΜΕΙΖ.ΕΠΤΑΜ.ΣΥΝΘ/276/2019

Έργο- Συμπληρωματική σύμβαση:..επιδιώκεται η αναθεώρηση της 1883/2018 απόφασης του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Με τα ανωτέρω δεδομένα, το Τμήμα κρίνει ότι νομίμως ανατίθενται οι ως άνω εργασίες με συμπληρωματική σύμβαση στον ανάδοχο της κύριας σύμβασης, διότι α) αν και δεν περιλαμβάνονται στην αρχικώς συναφθείσα σύμβαση, το αντικείμενό τους συνάπτεται αναγκαίως με το αντικείμενο αυτής, αφού αφορούν στο σύνολό τους την κατασκευή της λιμενοδεξαμενής και των συνοδών έργων, β) κατέστησαν αναγκαίες κατά την τεχνική εκτέλεση του έργου αφενός λόγω της διαδοχικής τροποποίησης επί το δυσμενέστερο των περιβαλλοντικών όρων, αφετέρου λόγω της ακυρωτικής απόφασης του ΣτΕ. Οι περιστάσεις αυτές δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν κατά την εκπόνηση της αρχικής μελέτης του έργου, βάσει εγκεκριμένης τότε Μ.Π.Ε. και αρμοδίως καθορισμένων περιβαλλοντικών όρων, οι οποίοι αργότερα τροποποιήθηκαν, άνευ υπαιτιότητας της αναθέτουσας αρχής, δημιουργώντας μάλιστα σε αυτήν υποχρέωση συμμόρφωσης μέσω της εκτέλεσης των επίμαχων συμπληρωματικών εργασιών. Ούτε άλλωστε ήταν δυνατόν να προβλεφθεί η εκφερθείσα με την απόφαση του ΣτΕ κρίση και οι τροποποιήσεις που αυτή με τη σειρά της επέφερε στην εκτέλεση του έργου. γ) Οι επίμαχες συμπληρωματικές εργασίες είναι απαραίτητες για την ολοκλήρωση του έργου, καθόσον δεν είναι δυνατή η κατασκευή του χωρίς να τηρηθούν οι δεσμευτικοί περιβαλλοντικοί όροι, δ) ο προϋπολογισμός της συμπληρωματικής σύμβασης (1.860.438,32 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ) δεν υπερβαίνει το 50% του ποσού της αρχικής σύμβασης (3.725.110,87 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ).Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, δεν συντρέχει νόμιμος λόγος που να κωλύει την υπογραφή της 1ης συμπληρωματικής σύμβασης κατασκευής του έργου «Λιμενοδεξαμενή ... και δίκτυα άρδευσης». Περαιτέρω, πρέπει να επιστραφεί το καταβληθέν για την αίτηση αναθεώρησης παράβολο στην αιτούσα εταιρεία με την επωνυμία «...».Δια ταύτα Δέχεται τις αιτήσεις αναθεώρησης. Αναθεωρεί την 1883/2018 απόφαση του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου. 


ΕΣ/ΤΜ.6/3371/2011

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Αίτηση ανάκλησης της 26/2011 πράξης της Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου(...)Οι λοιπές ανωτέρω ενδεικτικές εργασίες που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο της διαγράμμισης δεν παρέχουν επαρκές έρεισμα για την υποστήριξη της έννοιας του εξειδικευμένου ως προς το τεχνικό προσωπικό και τα μέσα στην προκειμένη περίπτωση. Και τούτο διότι σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, η έννοια της τεχνικής γνώσης έχει εξελιχθεί αντίστοιχα προς τη ραγδαία διεύρυνση των διατιθέμενων στην αγορά τεχνικών μέσων, με συνέπεια να απλοποιείται και να μην είναι εξειδικευμένο είδος ένα μεγάλο μέρος εργασιών που κατά το παρελθόν χωρίς τη χρήση τεχνολογικών μέσων είτε απαιτούσαν για την εκτέλεσή τους τεχνικές γνώσεις και ως εκ τούτου αντιμετωπίζονταν ως εξειδικευμένες είτε εκτελούνταν χειρωνακτικά από έμπειρους και εξειδικευμένους τεχνίτες. Έτσι, η χρήση διαγραμμιστικού μηχανήματος έχει διαδοθεί σε αντικατάσταση της χειρωνακτικής χάραξης προς διευκόλυνση των εργαζομένων και ταχύτερη διενέργεια των άνω εργασιών. Περαιτέρω, δεν προκύπτει ότι για τον έλεγχο της ποιότητας του υλικού διαγραμμίσεως απαιτούνται γνώσεις πέραν όσων οποιοσδήποτε ενδιαφερόμενος έχει τη δυνατότητα να αποκτήσει εμπειρικά σε συνδυασμό με τις πληροφορίες που αντλούνται από την αγορά και με αυτές που προκύπτουν από τις αντίστοιχες τεχνικές προδιαγραφές που ορίζουν οι αρμόδιες υπηρεσίες, καθώς τα υλικά διαγράμμισης διατίθενται έτοιμα προς χρήση, και ο χρήστης τους, δηλαδή το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που τα εφαρμόζει επί της οδού, δεν είναι παρασκευαστής τους, απλώς επιλέγει από τα διατιθέμενα στην αγορά προϊόντα το καταλληλότερο για τη ζητούμενη χρήση και επιβεβαιώνει ότι τα χαρακτηριστικά του ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της αναθέτουσας αρχής. Επιπροσθέτως για την ανάκληση της προσβαλλομένης πράξεως προβάλλεται ότι, μέχρι σήμερα στις εργολαβίες οδοποιΐας περιλαμβάνονται και εργασίες διαγράμμισης, Και αυτός ο ισχυρισμός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθώς το γεγονός ότι οι εργασίες διαγράμμισης εντάσσονται σε έργο οδοποιΐας, σημαίνει ότι όταν ως επιμέρους εργασίες ενσωματώνονται σε έργο οδοποιΐας, δηλαδή σε τεχνικό έργο, το παρακολουθούν ως τέτοιο, όχι ότι αυτοτελώς συνιστούν την έννοια του τεχνικού έργου, όπως αυτή προσδιορίζεται στο νόμο. Περαιτέρω, προβάλλεται ότι οι εργασίες διαγράμμισης περιλαμβάνονται στο επίσημο τιμολόγιο του ΥΠΕΧΩΔΕ για τα έργα οδοποιΐας. Και αυτός ο ισχυρισμός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος καθώς το εν λόγω τιμολόγιο έχει εκδοθεί με σκοπό την αναλυτική τιμολόγηση των έργων οδοποιΐας, ως εκ τούτου επιβάλλεται να περιέχει αναφορά στις επιμέρους αυτών εργασίες διαγράμμισης, ούτε το γεγονός αυτό, ωστόσο, συνεπάγεται το χαρακτηρισμό της διαγράμμισης καθεαυτής ως τεχνικού έργου. Επιπροσθέτως, με το υπόμνημά της η αιτούσα επικαλείται ότι από το περιεχόμενο της Δ14ε/6483/1995 «Έγκριση τιμολογίου εργαστηριακών και επι τόπου δοκιμών του Κ.Ε.Δ.Ε.» κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων ΄Εργων (Β΄ 124) και των ΔΜΕΟ/στ/οικ/0334/Φ.221/2004 «Συγκρότηση επιτροπής για τη σύνταξη τεχνικών οδηγιών που αφορούν τις διαγραμμίσεις οδοστρωμάτων» (Β΄ 222) και Δ9/13178/2004 «σύσταση επιτροπής εξακρίβωσης αιτιών αστοχίας σε διαγραμμίσεις» (Β΄ 1590) αποφάσεων του Υπουργού Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων συνάγεται η ανάγκη εξειδικευμένων τεχνικών γνώσεων και ειδικών προδιαγραφών για την εργασία της διαγράμμισης. Ωστόσο, και ο ισχυρισμός αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθώς, αν και από τις ρυθμίσεις αυτές συνάγεται ότι για την πραγματοποίηση διαγραμμίσεως οδού απαιτείται η εφαρμογή τεχνικών προδιαγραφών ως προς τα χρησιμοποιούμενα υλικά, αυτό δεν σημαίνει άνευ ετέρου ότι οι τεχνικές προδιαγραφές είναι εξειδικευμένες, ως εκ τούτου δεν επιτρέπουν να τις προσεγγίσει επαγγελματίας που διαθέτει τα κατάλληλα μηχανικά μέσα ελέγχου  των υλικών και εμπειρία στην εκτέλεση συναφών εργασιών. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, το Τμήμα κρίνει ότι οι εργασίες διαγράμμισης δεν στοιχειοθετούν την έννοια του δημοσίου έργου του άρθρου 1 παρ. 3 του Κώδικα της νομοθεσίας των δημοσίων έργων, καθώς για την εκτέλεσή τους δεν απαιτείται η εφαρμογή ειδικών τεχνικών γνώσεων και μεθόδων και η χρησιμοποίηση εξειδικευμένου επιστημονικού ή τεχνικού προσωπικού και ανάλογων τεχνικών μέσων και εγκαταστάσεων. Συνεπώς ορθώς, αν και με εν μέρει διαφορετική αιτιολογία, με την προσβαλλόμενη διαπιστώθηκε πλημμέλεια στη διαδικασία ανάδειξης αναδόχου για τη σύναψη της οικείας σύμβασης λόγω της εφαρμογής των σχετικών με την ανάθεση δημοσίων έργων διατάξεων, ενώ επιβαλλόταν η εφαρμογή της διαδικασίας για την ανάθεση δημοσίων υπηρεσιών και ότι ως εκ τούτου κωλύεται η σύναψη του υποβληθέντος προς έλεγχο σχεδίου σύμβασης. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η αίτηση ανάκλησης πρέπει να απορριφθεί.Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση ανάκλησης.


ΕλΣυν.Τμ.6/1543/2013

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:..ζητείται η ανάκληση της 545/2012 πράξης του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.Με τα δεδομένα αυτά το Τμήμα κρίνει, κατ’ αποδοχή του σχετικού λόγου ανάκλησης, ότι ο Κανονισμός Ανάθεσης και Εκτέλεσης Έργων (Κ.Α.Ε.Ε.) της αιτούσας δεν καταλείπει κενό ως προς το ζήτημα της συγκρότησης των Επιτροπών Διαγωνισμού, ώστε να εφαρμόζεται συμπληρωματικά η νομοθεσία δημοσίων έργων, καθώς σύμφωνα με τη ρύθμιση του άρθρου 16 του Κ.Α.Ε.Ε. τόσο ο αριθμός όσο και τα πρόσωπα των επιτροπών ορίζονται κατά απόλυτη διακριτική ευχέρεια από την εταιρεία, πρακτική που τηρείται άλλωστε πάγια, χωρίς ποτέ στο παρελθόν να έχει ανακύψει πρόβλημα στο διενεργούμενο από το Ελεγκτικό Συνέδριο προσυμβατικό έλεγχο ..Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, εφόσον υφίσταται έστω και ένας βάσιμος λόγος μη νομιμότητας της ελεγχόμενης διαγωνιστικής διαδικασίας ανάθεσης του επίμαχου έργου, η προσβαλλόμενη πράξη δεν πρέπει να ανακληθεί και η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί. Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η κατάπτωση του κατατεθέντος για την άσκησή της παραβόλου.


ΕΣ/Τ6/55/2007

Σύμφωνα όμως με όσα εκτέθηκαν στην προηγούμενη σκέψη (ΙΙΙ) και ενόψει του ότι, όπως προκύπτει από την υπό κρίση αίτηση ανάκλησης και τα υποβληθέντα με αυτή στοιχεία, ειδικότερα δε το Π 637/2007/26.1.2007 πιστοποιητικό της Γραμματέως του Ε΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, κατά της ως άνω 136945/5.12.2003 κοινής απόφασης των Υπουργών ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Υγείας και Πρόνοιας, Γεωργίας και Πολιτισμού, με την οποία είχαν εγκριθεί οι περιβαλλοντικοί όροι που διέπουν τo επίμαχο έργο, έχει ασκηθεί ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας από κατοίκους της Κοινότητας Γραμματικού και άλλων Δήμων της Αττικής, την Κοινότητα Βαρνάβα και το σωματείο με την επωνυμία «Κέντρο Βιωσιμότητας και Περιβαλλοντικής Προστασίας Β.Α. Αττικής», η από 5.2.2004 αίτηση ακυρώσεως, η οποία έχει ήδη συζητηθεί στις 7.12.2005, χωρίς όμως να έχει εκδοθεί ακόμη σχετική απόφαση, το Τμήμα τούτο άγεται στην κρίση ότι πρέπει να αναβληθεί η έκδοση οριστικής Πράξης του, μέχρι να προσκομισθεί η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, αρμόδιου για την εκδίκαση αιτήσεων ακυρώσεως σύμφωνα με το άρθρο 95 παρ. 1 περ. α του Συντάγματος (Πράξη VI Τμ.Ε.Σ. 37/2005), επί της ανωτέρω ήδη συζητηθείσας στις 7.12.2005 αίτησης ακυρώσεως.


ΕΣ/ΤΜ.6/3328/2015

ΕΡΓΑ.(..)ζητείται η ανάκληση της 24/2015 πράξης του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την οποία κρίθηκε ότι κωλύεται η υπογραφή του υποβληθέντος για έλεγχο σχεδίου σύμβασης του έργου «Συντήρηση επαρχιακού οδικού δικτύου.. .Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν στις προηγούμενες σκέψεις το Τμήμα κρίνει ότι η κρίση του Κλιμακίου είναι ορθή. Και τούτο διότι, η ως άνω συμπεριφορά της εταιρείας «....» - ήτοι η προσκόμιση κατ’ επανάληψη εγγυητικών επιστολών καλής εκτέλεσης από φερόμενα ως πιστωτικά ιδρύματα της αλλοδαπής, τα οποία, όμως, δεν ήταν πιστωτικά ιδρύματα, αλλά εταιρείες άλλης δραστηριότητας (όπως η βρετανική εταιρεία ... και η εταιρεία «....»), ή ήταν μεν πιστωτικά ιδρύματα, αλλά δεν είχαν καμία σχέση με την εν λόγω εταιρεία και δεν είχαν εκδώσει υπέρ αυτής εγγυητικές επιστολές (όπως η ουκρανική τράπεζα ««...», η «...» και η τράπεζα «...» - η οποία (συμπεριφορά) οδήγησε στην κήρυξη αυτής ως έκπτωτης από την εκτέλεση των προαναφερθέντων δημοσίων έργων, συνιστά σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα, συναρτώμενο προς την άσκηση της επαγγελματικής της δραστηριότητας (πρβλ. ΣτΕ ΕΑ 428/2008)....Απορρίπτει την αίτηση ανάκλησης της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «....»...Δέχεται την παρέμβαση....Δεν ανακαλεί την 24/2015 πράξη του Ε’ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.