Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΣΤΕ/39/2018

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 1882/1990

Επειδή, όσον αφορά τις δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις που καταλογίσθηκαν εις βάρος του, ο αναιρεσείων προβάλλει ακόμη ότι με πλημμελή αιτιολογία απορρίφθηκε ως αόριστος ο λόγος της εφέσεώς του, με τον οποίο είχε αμφισβητήσει το ύψος αυτών. Το παράπονο που αυτός είχε προβάλει πρωτοδίκως ήταν ότι «τα ποσά που αναφέρονται στις χρεώσεις δασμών είναι εσφαλμένα και πεπλανημένα γιατί από 1.1.1993 οι δασμοί που αναλογούν για τα αυτοκίνητα αυτά ανέρχονται στο 40% ή 60% της τιμής χρέωσης και όχι στο 240%, όπως εσφαλμένα υπολογίζει η ΕΥΤΕ». Το Διοικητικό Πρωτοδικείο, αν και επεσήμανε ότι ο ισχυρισμός δεν είναι ειδικός, τον απέρριψε πάντως ως αλυσιτελή, δεχθέν ότι κρίσιμος χρόνος υπολογισμού των διαφυγόντων δασμών είναι ο χρόνος κατά τον οποίο επήλθε στο Δημόσιο η σχετική, λόγω της τελωνειακής παραβάσεως, ζημία, ήτοι εν προκειμένω προ του έτους 1993 και τις αλλαγές που επικαλέσθηκε ο αναιρεσείων. Με την έφεσή του αυτός επανέλαβε την αυτή αιτίαση κατά της πράξεως χρεώσεως χωρίς να πλήξει την ως άνω απορριπτική κρίση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου υπό την εσφαλμένη αντίληψη ότι η πρωτόδικη απόφαση αντιπαρήλθε σιγή τον ως άνω ισχυρισμό του. Με τα δεδομένα αυτά νομίμως απορρίφθηκε ο σχετικός λόγος εφέσεως, ανεξαρτήτως ειδικότερης αιτιολογίας, και τα περί πλημμελούς αιτιολογίας της προσβαλλομένης αποφάσεως είναι απορριπτέα.Επειδή, κατόπιν τούτων, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλομένη απόφαση του Διοικητικού Εφετείου ..., κατά το μέρος της που αφορά στον καταλογισμό εις βάρος του αναιρεσείοντος των επιδίκων πολλαπλών τελών λαθρεμπορίας. Δεδομένου, δε, ότι η υπόθεση δεν χρήζει διευκρινίσεως κατά το οικείο πραγματικό της, το Δικαστήριο την διακρατεί, κατά το αναιρούμενο μέρος της, δικάζει και, για τον ίδιο ως άνω λόγο, δέχεται εν μέρει την έφεση του αναιρεσείοντος κατά της υπ’ αριθμ. 2047/1998 αποφάσεως του Διοικητικού Πρωτοδικείου ..., εξαφανίζει την εν λόγω πρωτόδικη απόφαση, κατά το σκέλος της με το οποίο απορρίφθηκε η προσφυγή του αναιρεσείοντος κατά της επιβολής εις βάρος του πολλαπλών τελών, περαιτέρω δε, δικάζει και δέχεται εν μέρει την προσφυγή αυτή, για τον ίδιο ως άνω λόγο, και ακυρώνει την υπ’ αριθμ. 264/91/1996 πράξη του Διευθυντού της Ε.Ι.Τ.Ε., κατά το μέρος της με το οποίο επιβλήθηκαν στον αναιρεσείοντα πολλαπλά τέλη, για λαθραία εισαγωγή αυτοκινήτων στη χώρα. 


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΣΤΕ/730/2019

Λαθρεμπορία. Προϋποθέσεις για την επιβολή πολλαπλών τελών. Από της τελωνειακής ενώσεως, οι δασμοί και οι λοιπές εισαγωγικές επιβαρύνσεις εισπράττονται από τα κράτη μέλη. Ο τόπος γένεσης της τελωνειακής οφειλής προσδιορίζει το αρμόδιο για την είσπραξη των τελωνειακών δασμών κράτος μέλος. Σε περίπτωση μεταφοράς βάσει δελτίων ΤΙR, αρμόδιο για την είσπραξη των δασμών είναι το κράτος μέλος στο οποίο διεπράχθη η πρώτη παράβαση ή παρατυπία που δύναται να χαρακτηρισθεί ως διαφυγή των εμπορευμάτων από την τελωνειακή επιτήρηση. Πότε ανατρέπεται το τεκμήριο αρμοδιότητας υπέρ του κράτους στο έδαφος του οποίου διαπιστώθηκε η παράβαση ή παρατυπία. Πότε οι ελληνικές αρχές είναι αρμόδιες προς είσπραξη του ειδικού φόρου κατανάλωσης. Παράνομες διακινήσεις καπνικών προϊόντων εντός της ΕΕ, τα οποία μεταφέρθηκαν με το Carnet TIR, που εκδόθηκε από την ... Η αρμοδιότητα καταλογισμού πολλαπλών τελών και των συναφών κυρώσεων προϋποθέτει αρμοδιότητα του ελληνικού κράτους προς είσπραξη των δασμών και λοιπών φορολογικών επιβαρύνσεων, όπως είναι ο ειδικός φόρος καταναλώσεως, τέτοια δε αρμοδιότητα δεν προέκυπτε εν προκειμένω. Μη νόμιμα ο αναιρεσείων είχε χαρακτηριστεί συνυπαίτιος λαθρεμπορίας και είχαν επιβληθεί εις βάρος του πολλαπλά τέλη, χρηματική ποινή και πρόστιμο. Δεκτές η αναίρεση, η έφεση και η προσφυγή (αναιρεί την αριθμ. 774/2007 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης).


ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/2032/2022

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Με την αίτηση αυτή επιδιώκεται η αναίρεση της 1790/2017 απόφασης του VIΙ Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.(...)Με τη 1790/2017 απόφαση του VIΙ Τμήματος έγινε εν μέρει δεκτή έφεση του αναιρεσείοντος, Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου και οικονομικού διαχειριστή του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «…», κατά της 1/2015 Πράξης του Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στον δήμο …. Με την Πράξη αυτή καταλογίστηκε εις βάρος του αναιρεσείοντος το ποσό των 68.712,19 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί σε ισόποσο έλλειμμα στη διαχείριση του ως άνω νομικού προσώπου κατά το έτος 2012(...)Τέλος, ορθώς απορρίφθηκε ως αλυσιτελής ο προβληθείς με την έφεση λόγος περί πλημμελούς αιτιολογίας της προσβαλλομένης με την ειδικότερη αιτίαση ότι αυτή δεν διέλαβε ειδική κρίση περί της ουσιαστικής νομιμότητας των καταλογιζόμενων δαπανών και της ζημίας που επήλθε στο υπέρ ου ο καταλογισμός νομικό πρόσωπο, καθόσον, όπως έγινε δεκτό ανωτέρω (σκ. 23), η επέλευση ζημίας δεν συναρτάται αναγκαίως με το έλλειμμα, ενώ, με βάση το ισχύον κατά τον χρόνο του καταλογισμού νομοθετικό καθεστώς  το ελεγκτικό όργανο ήταν υποχρεωμένο να καταλογίσει το διαπιστωθέν έλλειμμα ανεξαρτήτως της επέλευσης πραγματικής ζημίας για τον υπέρ ου ο καταλογισμός. Επισημαίνεται πάντως ότι η φύση του ελλείμματος και η βαρύτητα της δημοσιονομικής παράβασης ελήφθη υπόψη από το Τμήμα κατά τον περιορισμό του  ποσού του καταλογισμού.Δέχεται εν μέρει την αίτηση αναίρεσης.


ΕΣ/ΕΛΑΣ.ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1580/2023

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ (...) ζητείται η αναίρεση της 2093/2020 απόφασης του VΙI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατά το μέρος αυτής με το οποίο απορρίφθηκε η από 6.6.2017 έφεση του ήδη αναιρεσείοντος κατά της 3/20.2.2017 καταλογιστικής πράξης της Επιτρόπου της Υπηρεσίας Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στον Δήμο Αθηναίων. Με την πράξη αυτή, καταλογίσθηκε εις βάρος του αναιρεσείοντος και υπέρ του Δήμου Αθηναίων, το ποσό των 124.311,56 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στο σύνολο των αποδοχών και πρόσθετων αμοιβών που φέρεται ότι του καταβλήθηκαν αχρεωστήτως κατά το χρονικό διάστημα από 26.5.2005 έως 31.8.2013, λόγω ανάκλησης της πράξης διορισμού του σε κενή οργανική θέση του κλάδου ΔΕ Δημοτικής Αστυνομίας, καθόσον διαπιστώθηκε ότι ο τίτλος σπουδών που είχε υποβάλει ως τυπικό προσόν διορισμού, ήταν πλαστός.(...)Από την επισκόπηση της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης προκύπτει ότι το δικάσαν Τμήμα εξέτασε ειδικώς εάν με την επίδικη πράξη καταλογισμού τηρήθηκαν οι απαιτήσεις αναλογικότητας και δίκαιης ισορροπίας (όπως αυτές εκτίθενται ανωτέρω στη σκέψη 11 της παρούσας), καθώς και αυτές που απορρέουν από την αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου και εν συνεχεία προέβη σε μείωση του καταλογισθέντος ποσού αφού έλαβε υπόψη του πρόσφορα προς τούτο κριτήρια, όπως είναι (α) το ύψος του καταλογισθέντος ποσού ως αχρεωστήτως καταβληθέντος, το οποίο συνεπάγεται αντίστοιχη μείωση της περιουσίας του καταλογισθέντος, (β) τον χρόνο που διανύθηκε από τον αναιρεσείοντα στην υπηρεσία, (γ) το συντρέχον πταίσμα της διοίκησης η οποία ήλεγξε τα προσκομισθέντα των τυπικών προσόντων δικαιολογητικά μετά την παρέλευση μεγάλου χρονικού διαστήματος (8 ετών), (δ) την επάρκεια κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του αναιρεσείοντος με αποτέλεσμα ο αναιρεσίβλητος Δήμος να επωφελήθηκε καθ’ όλο το ανωτέρω χρονικό διάστημα των υπηρεσιών του, (ε) την προσωπική, οικονομική κατάσταση του αναιρεσείοντος καθώς και την κατάσταση της υγείας του και τέλος (στ) την ύπαρξη αθωωτικής ποινικής απόφασης (όχι αμετάκλητης) για το αδίκημα της απάτης κατ’ εξακολούθηση. Εξάλλου, δεν αμφισβητείται με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ότι ο αναιρεσείων καθ’ όλο το διάστημα εκτελούσε τα καθήκοντά του με συνέπεια και επάρκεια, σύμφωνα με τις οικείες εκθέσεις αξιολόγησης (κριτήριο το οποίο ελήφθη υπόψη) παρά τα όσα αντίθετα αναφέρονται στην κρινόμενη αίτηση, ωστόσο το γεγονός αυτό ουδόλως αποδεικνύει ότι πληρούσε τις απαιτήσεις της αξιοκρατικής επιλογής, δεδομένου ότι η έλλειψη του απολυτηρίου Γενικού Λυκείου που αποτελούσε τυπικό προσόν διορισμού πλήττει την αρχή της αξιοκρατίας. Περαιτέρω, ο ισχυρισμός του αναιρεσείοντος ότι δεν εκτόπισε έτερο υποψήφιο είναι αλυσιτελής και δεν αποτελεί πρόσφορο κριτήριο δυνάμενο να οδηγήσει σε διαφορετική εκτίμηση και να ανατρέψει τη στάθμιση στην οποία κατέληξε το δικάσαν Τμήμα στο πλαίσιο εφαρμογής της αρχής της αναλογικότητας, δεδομένου ότι ο αναιρεσείων δεν κατείχε τυπικό προσόν διορισμού. Σε κάθε περίπτωση, σε κανένα σημείο της αναιρεσιβαλλόμενης δεν διαλαμβάνεται ότι ο αναιρεσείων κατέλαβε τη θέση κάποιου άλλου συνυποψηφίου του. Συνεπώς, ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος στο σύνολό του, καθώς δεν προκύπτει πρόσφορο κριτήριο που δεν ελήφθη υπόψη από το δικάσαν Τμήμα, κατά την εξέταση της τήρησης της αρχής της αναλογικότητας. Για τους λόγους αυτούς Απορρίπτει την αίτηση 


ΕΛ.Συν.Κλ.Τμ.1/293/2016

Αποζημίωση λόγω συνταξιοδότησης:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην υπό στοιχ. ΙΙ. νομική σκέψη, το Κλιμάκιο κρίνει ότι μη νομίμως, συνυπολογίστηκε για τον καθορισμό του ποσού της αποζημίωσης λόγω συνταξιοδότησης, ως χρόνος υπηρεσίας της ως άνω υπαλλήλου και ο χρόνος κατά τον οποίο αυτή παρέμεινε εκτός υπηρεσίας, χωρίς η κρίση αυτή να διαφοροποιείται εκ του γεγονότος ότι ο χρόνος αυτός αναγνωρίστηκε για την υπηρεσιακή της εξέλιξη ή ως συντάξιμος, κατόπιν καταβολής εισφορών. Και τούτο, διότι οι προβλεπόμενες στις ειδικές ρυθμίσεις των παραγράφων 6 και 7 του άρθρου 25 του ν. 2190/1994 δυνατότητες αναγνώρισης του χρόνου αυτού αποκλειστικά για τον υπολογισμό της προϋπηρεσίας του υπαλλήλου ή ως συνταξίμου δεν μπορεί να εκληφθούν ως εισάγουσες κανόνα εμπεριέχοντα και τη δυνατότητα υπολογισμού χρόνου εκτός υπηρεσίας για την καταβολή του εν λόγω, προνοιακού χαρακτήρα, βοηθήματος, σε κάθε δε περίπτωση, ο χρόνος αυτός δεν συνιστά πράγματι παρασχεθείσα υπηρεσία, κατά την πρόβλεψη του ν. 3518/2006, για τον υπολογισμό του ύψους του εν λόγω βοηθήματος


ΝΣΚ/16/2024

Ερωτάται εάν μπορούν να ανακληθούν χρηματικές παρακαταθήκες που συστήθηκαν με τον όρο απόδοσης στον δικαιούχο που θα αναγνωριστεί με δικαστική απόφαση, για μερικές από τις οποίες υπάρχει πρωτόδικη κρίση ότι η παρακατάθεση δεν είναι νόμιμη.(..)Είναι κατά νόμο δυνατή η ανάκληση χρηματικών παρακαταθηκών που συστήθηκαν με τον όρο απόδοσης στον δικαιούχο που θα αναγνωριστεί με δικαστική απόφαση εφόσον δεν υπάρχει κώλυμα απόδοσης, για όσες, όμως, από αυτές υπάρχει πρωτόδικη κρίση ότι η παρακατάθεση δεν είναι νόμιμη δύνανται να ανακληθούν μόνο μετά την τελεσιδικία της κρίσης αυτής (κατά πλειοψηφία).



ΣΤΕ/3037/2000

ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ-ΚΩΛΥΜΑΤΑ ΕΚΛΟΓΙΜΟΤΗΤΑΣ:προέκυψε κατά την ανέλεγκτη ουσιαστική εκτίμηση του δικαστηρίου ότι ο αναιρεσείων είχε αναλάβει την εκτέλεση μέσα σε προθεσμία δύο μηνών του έργου της διαμόρφωσης του γηπέδου καλαθοσφαίρισης της εν λόγω κοινότητας αντί εργολαβικού ανταλλάγματος 1.570.000 δραχμών και η οποία σύμβαση, ασχέτως αν αφορούσε την εκτέλεση νέων υπερσυμβατικών εργασιών, ήταν ακόμα εκκρεμής κατά την ημέρα ανακήρυξης των υποψηφίων για τις δημοτικές εκλογές της 11.10.1998, απορρίφθηκε δε ως αναπόδεικτος ο ισχυρισμός του αναιρεσείοντος ότι και οι νέες αυτές εργασίες είχαν ήδη ολοκληρωθεί πριν από την κατάρτιση της επίμαχης σύμβασης. Με τα δεδομένα αυτά το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο έκρινε ότι υφίστατο πράγματι κώλυμα εκλογιμότητας του εκκαλούντος (ήδη αναιρεσείοντος) σύμφωνα με το προαναφερθέν άρθρο 47 παρ. 2 του ΔΚΚ και με τις σκέψεις αυτές απέρριψε ως αβάσιμο σχετικό λόγο εφέσεώς του κατά της πρωτόδικης αποφάσεως, η οποία είχε δεχθεί κατά το αντίστοιχο μέρος την ένσταση του ήδη αναιρεσιβλήτου και είχε ακυρώσει την εκλογή του αναιρεσείοντος ως δημάρχου …. Η κρίση αυτή της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, στην οποία το δικαστήριο της ουσίας κατέληξε μετά από ανέλεγκτη κατ' αναίρεση εκτίμηση των στοιχείων του φακέλου, μεταξύ των οποίων, όπως ρητά βεβαιώνεται, και το υπ' αριθμ. 22193/5.11.1998 έγγραφο του Τμήματος ΤΥΔΚ της Διεύθυνσης Αυτοδιοίκησης και Αποκέντρωσης της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας ως προς τον υπερσυμβατικό χαρακτήρα του εκτελεσθέντος έργου, είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη, τα περί του αντιθέτου δε προβαλλόμενα με την υπό κρίση αίτηση είναι απορριπτέα ως αβάσιμα, καθ' ό μέρος δε πλήττεται δι 'αυτών η ανέλεγκτη ουσιαστική εκτίμηση του δικαστηρίου της ουσίας είναι απορριπτέα ως απαράδεκτα.(...)Απορρίπτει την υπό κρίση αίτηση.


ΣτΕ/352/2016

Πρόστιμο για παράβαση του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων. ζητείται η αναίρεση της 5167/2003 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία, αφού έγινε δεκτή έφεση του ήδη αναιρεσιβλήτου, εξαφανίσθηκε η 3711/2001 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, δικάσθηκε προσφυγή του ιδίου και ακυρώθηκε η 125/1999 πράξη του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΙΒ΄ Αθηνών. Με την τελευταία αυτή πράξη επιβλήθηκε στον αναιρεσίβλητο πρόστιμο 2.016.751.880 δρχ., για παράβαση του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (..) Κατά την έννοια των διατάξεων που προπαρατέθηκαν, όταν αποδίδεται σε ορισμένο επιτηδευματία η παράβαση της έκδοσης τιμολογίου εικονικού, υπό την έννοια είτε ότι δεν έχει πραγματοποιηθεί η συναλλαγή, στην οποία αυτό αναφέρεται, είτε ότι έχει μεν πραγματοποιηθεί η συναλλαγή, όχι όμως, όπως εμφανίζεται, με τον φερόμενο ως εκδότη του τιμολογίου, η φορολογική αρχή βαρύνεται, κατ’ αρχήν, με την απόδειξη της εν λόγω εικονικότητας. Περαιτέρω, σε περίπτωση που τιμολόγια παροχής υπηρεσιών χαρακτηρίζονται από την φορολογική αρχή ως εικονικά επί τη βάσει ορισμένων στοιχείων, το διοικητικό δικαστήριο της ουσίας ενώπιον του οποίου αμφισβητείται ο χαρακτηρισμός υποχρεούται, κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 144επ. του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999 (Α’ 97) Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας που διέπουν τα ζητήματα της απόδειξης κατά την εκδίκαση των διοικητικών διαφορών ουσίας από τα τακτικά διοικητικά δικαστήρια, προκειμένου να εκφέρει την κρίση του, να σχηματίσει πλήρη και βέβαιη δικανική πεποίθηση, κάνοντας χρήση των επιτρεπόμενων από τον εν λόγω Κώδικα αποδεικτικών μέσων, μεταξύ των οποίων και τα δικαστικά τεκμήρια περί της συνδρομής των κρίσιμων πραγματικών περιστατικών, αφού εκτιμήσει συνολικά τα υφιστάμενα στον φάκελο της υπόθεσης στοιχεία, και όχι μεμονωμένα το καθένα από αυτά (..)Επειδή, οι ανωτέρω κρίσεις του διοικητικού εφετείου είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένες..Και τούτο διότι το δικάσαν δικαστήριο, αφού συνεκτίμησε, στο σύνολό τους, τόσο τα στοιχεία που προέκυψαν από τον φορολογικό έλεγχο όσο και τα στοιχεία που, ήδη πρωτοδίκως, είχε επικαλεσθεί και προσκομίσει ο αναιρεσίβλητος, κατέληξε στην κρίση ότι η φορολογική αρχή, η οποία έφερε το σχετικό βάρος, δεν απέδειξε, όπως όφειλε, το εν προκειμένω κρίσιμο για τον καταλογισμό του ένδικου προστίμου σε βάρος του αναιρεσιβλήτου, ότι δηλαδή πραγματικός φορέας άσκησης της επίμαχης επιχειρηματικής δραστηριότητας ήταν ο τελευταίος ...Απορρίπτει την αίτηση αναιρέσεως.


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/87/2017

Υπερωριακή απασχόληση αποσπασμενου σε γραφείο πολιτικού κόμματος.(..) Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει ότι μη νομίμως, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με το λόγο διαφωνίας, η ελεγχόμενη δαπάνη ανελήφθη σε βάρος των πιστώσεων του προϋπολογισμού του Δήμου .... Τούτο διότι, δοθέντος ότι η μισθοδοσία του υπαλλήλου, λόγω της απόσπασής του και της, εν συνεχεία, διάθεσής του σε γραφείο πολιτικού κόμματος, δεν βαρύνει τον προϋπολογισμό του φορέα προέλευσης, αλλά τον κρατικό προϋπολογισμό, συνακόλουθα και η αποζημίωση υπερωριακής απασχόλησης έπρεπε να βαρύνει τις πιστώσεις του κρατικού προϋπολογισμού. Ο ισχυρισμός του Δήμου, κατ’ επίκληση των εκτιθέμενων σε εγκύκλιο (2/86827/ΔΕΠ/20.12.2016) του Τμήματος Εφαρμογής Ενιαίου Μισθολογίου της Διεύθυνσης Εισοδηματικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών, ότι η αποζημίωση για την υπερωριακή απασχόληση του υπαλλήλου βαρύνει τον προϋπολογισμό της υπηρεσίας στην οποία αυτός ανήκει οργανικά, ακόμα και στην περίπτωση κατά την οποία η δαπάνη της μισθοδοσίας του υπαλλήλου βαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό, είναι απορριπτέος, διότι στηρίζεται σε εσφαλμένη ερμηνεία των μνημονευομένων ανωτέρω κρίσιμων διατάξεων του άρθρου 20 του ν. 4354/2015, σύμφωνα με τις οποίες, κριτήριο για τη διάκριση του βαρυνόμενου με την αποζημίωση πρόσθετης κατά χρόνο απασχόλησης φορέα είναι αν με τη μισθοδοσία του αποσπασμένου υπαλλήλου βαρύνεται ο κρατικός προϋπολογισμός και όχι αν η οργανική θέση ανήκει σε φορέα από την απασχόληση στον οποίο καταβάλλονται αποδοχές σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού.(Μη ανακλητέα με την ΕλΣυν.Τμ.1/2/2018 )


ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/2033/2022

ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ:Με την αναιρεσιβαλλόμενη 4382/2014 απόφαση του ΙΙ Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, έφεση του ήδη αναιρεσείοντος, πρώην τακτικού υπαλλήλου του Ταμείου Ασφαλίσεως Επαγγελματιών και Βιοτεχνών της Ελλάδος και ήδη συνταξιούχου κατά το καθεστώς των κοινών ασφαλισμένων του Ι.Κ.Α. (ν. 1846/1951), απορρίφθηκε ως αβάσιμη καθ’ ο μέρος στρεφόταν κατά του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. και της ... πράξης της Διευθύντριας της Διεύθυνσης Συντάξεων Προσωπικού ΝΠΔΔ του Ι.Κ.Α., (απορριπτικής αιτήσεώς του για εκ νέου κανονισμό της σύνταξής του με βάση το ειδικό καθεστώς του ν. 3163/1955 «Περί συνταξιοδοτήσεως του προσωπικού του Ιδρύματος των Κοινωνικών Ασφαλίσεων»)(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν ανωτέρω δεκτά, η κρινόμενη αίτηση συνιστά δεύτερη αίτηση αναίρεσης κατά της αυτής 4382/2014 απόφασης του ΙΙ Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η οποία πρέπει να απορριφθεί ως εκπροθέσμως ασκηθείσα, διότι, παρά το γεγονός ότι η πρώτη αίτηση απορρίφθηκε για τυπικό λόγο, κατά τον χρόνο άσκησης της υπό κρίση δεύτερης αίτησης αναίρεσης, στις 4.3.2019, είχε εκπνεύσει η νόμιμη προθεσμία για την άσκηση αίτησης αναίρεσης κατά της 4382/2014 απόφασης και, ειδικότερα, τόσο η εξηκονθήμερη προθεσμία από τότε που ο αναιρεσείων έλαβε πλήρη γνώση της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, η οποία συντρέχει, σε κάθε περίπτωση, κατά τον χρόνο άσκησης της από 26 Μαρτίου 2015 αίτησης αναίρεσης, όσο και η τριετής προθεσμία από τη δημοσίευση αυτής στις 20 Ιουνίου 2014.Απορρίπτει την αίτηση αναίρεσης. 


ΕΣ/Α΄ ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/135/2024

Με την ένδικη αίτηση, όπως αναπτύσσεται με το νομίμως κατατεθέν από 13.10.2021 υπόμνημα του αναιρεσείοντος, ζητείται η αναίρεση της 1616/2019 απόφασης του IV Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την οποία, κατά μερική παραδοχή της από 9.5.2018 (Α.Β.Δ. 1209/10.5.2018) έφεσης του αναιρεσείοντος, μεταρρυθμίστηκε η 616Α/2016 απόφαση της Ρ.Α.Ε. και το ποσό που, δυνάμει της τελευταίας αυτής απόφασης, υποχρεώθηκε ο αναιρεσείων να επιστρέψει στην Αρχή, για τον λόγο ότι αντιστοιχούσε σε αποδοχές που του είχαν καταβληθεί αχρεωστήτως κατά το χρονικό διάστημα από 4.11.2013 έως 31.10.2016, περιορίστηκε από 21.285,34 ευρώ σε 15.000,00 ευρώ. Η ως άνω αίτηση έχει ασκηθεί εμπροθέσμως και εν γένει παραδεκτώς, πρέπει, επομένως, να εξετασθεί κατ’ ουσίαν.