ΕΣ/ΟΛΟΜ/32/2000
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Η Διακήρυξη πρέπει οπωσδήποτε να περιλαμβάνει μεταξύ άλλων ως ελάχιστο ουσιώδες στοιχείο αυτής την ακριβή ποσότητα του προς προμήθεια αγαθού και αν το είδος αυτό αναλύεται σε περισσότερες κατηγορίες ή κάθε κατηγορία αναλύεται σε περισσότερες υποκατηγορίες διαφορετικών μεταξύ τους προϊόντων, που αποτελούν όμως το τελικό τιμολογήσιμο προϊόν, πρέπει να προσδιορίζεται η ποσότητα των αγαθών κάθε κατηγορίας ή υποκατηγορίας μέχρι το τελικό τιμολογήσιμο προϊόν.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΣτΕ/396/2011
6. Επειδή, από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι το σύστημα της χαμηλότερης προσφοράς προϋποθέτει, λογικώς, προσφερόμενα είδη τα οποία είναι από άποψη τεχνικών χαρακτηριστικών, ιδιοτήτων και ποιότητας κατ’ αρχήν ισοδύναμα και τα οποία, ως εκ τούτου, διαφοροποιούνται ουσιαστικά μόνον ως προς την προσφερόμενη τιμή. Στην περίπτωση αυτή, η χρησιμοποίηση από τη Διοίκηση ως κριτηρίου επιλογής μόνο της χαμηλότερης τιμής έχει την έννοια της επιλογής του φθηνότερου μεταξύ των προσφερόμενων παρεμφερών προϊόντων, ευνοεί τον ανταγωνισμό, λόγω του ότι επιτρέπει την συμμετοχή περισσότερων προμηθευτών, αποβαίνει δε επωφελής για τη Διοίκηση, εφ’ όσον οδηγεί αναγκαίως σε συμπίεση των τιμών εκ μέρους των υποψήφιων προμηθευτών, αφού κριτήριο κατακυρώσεως είναι η χαμηλότερη τιμή προσφοράς. Αντιθέτως, το σύστημα της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς προσιδιάζει σε διαγωνισμούς όπου τα προσφερόμενα είδη διαφοροποιούνται κατά το μάλλον ή ήττον ουσιωδώς από απόψεως ποιότητας και τιμής, για το λόγο δε αυτόν, προκειμένου να ευρεθεί η πλέον συμφέρουσα προσφορά, δικαιολογείται η στάθμιση κατά την αξιολόγηση των τεχνικών προσφορών και ποιοτικών κριτηρίων (βλ. ΣτΕ 2183/2004 επταμ., ΕΑ 114/2008-βλ. και απόφ. ΔΕΚ της 17.9.2002, C-513/99, Concordia Bus Finland , Συλλογή 2002, σ. I-7213,σκ.59, 61-63). Στην περίπτωση αυτή, οι τεχνικές προδιαγραφές των ιατροτεχνολογικών προϊόντων πρέπει να προσδιορίζουν με σαφήνεια το υπό προμήθεια προϊόν, η δε διοίκηση έχει ευρεία ευχέρεια να επιλέξει είτε προϊόν τεχνικώς αποδεκτό σε χαμηλή τιμή, είτε προϊόν τεχνικώς εξελιγμένο σε λογική τιμή, αφού ο προσφέρων το τελευταίο, για να έχει πιθανότητες να αναδειχθεί προμηθευτής, θα υποχρεωθεί να συμπιέσει την τιμή της προσφοράς. (...)8. Επειδή, οι ανωτέρω όροι της διακηρύξεως, στο βαθμό που προβλέπουν ως κριτήριο κατακυρώσεως τη χαμηλότερη τιμή ανά κατηγορία προϊόντων, η οποία μπορεί να καλύπτει μία ή και περισσότερες υποκατηγορίες, υπό την έννοια ότι αρκεί, για το παραδεκτό της προσφοράς, η πλήρωση έστω και ενός από τα «Τεχνικά Χαρακτηριστικά» που ταυτίζονται με τις εν λόγω υποκατηγορίες, θα προκρίνεται δε, μεταξύ ισοτίμων ανά κατηγορία οικονομικών προσφορών, εκείνη που θα καλύπτει μεγαλύτερο αριθμό υποκατηγοριών, δεν θεσπίζουν κατά τρόπο σαφή και συγκεκριμένο ένα κριτήριο αξιολογήσεως των προσφορών. Και τούτο, διότι, σε περιπτώσεις ταυτιζομένων σε σχέση με την προσφερομένη τιμή οικονομικών προσφορών, οι οποίες καλύπτουν τις αυτές μεν κατηγορίες αλλά διαφορετικές, από άποψη ποιοτική ή και ποσοτική, υποκατηγορίες, όπως επιτρέπεται από τη διακήρυξη, οι ανωτέρω όροι είναι δυνατόν να καταλήγουν, για την ανάδειξη μειοδότη, σε σύγκριση ανόμοιων και, συνακολούθως, εξ ορισμού μη συγκρίσιμων ως προς τα καλυπτόμενα τεχνικά χαρακτηριστικά προσφορών και να καθιστούν, ως εκ τούτου, αδύνατη την επί ίσοις όροις αξιολόγησή τους (πρβλ. ΕΑ 76/2011). Επομένως, ο σχετικός λόγος, με τον οποίο επαναλαμβάνεται αντίστοιχη αιτίαση προβληθείσα με την προδικαστική προσφυγή και μη απαντηθείσα, άλλωστε, από την αναθέτουσα αρχή, πιθανολογείται σοβαρώς ως βάσιμος.
ΝΣΚ/131/2004
Εγγύηση καλής εκτέλεσης του έργου της δωρεάν διανομής φέτας ΠΟΠ στους απόρους της χώρας. Κατάπτωση ποσοστού εγγυήσεως – έννοια δειγματισθείσας παρτίδας.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Με τις διατάξεις του άρθρου 11 Γ της ΚΥΑ 491/278351/12-8-02 «Καθορισμός λεπτομερειών μέτρου δωρεάν διανομής τυριού φέτας στους απόρους της χώρας βάσει προγράμματος Ε.Κ. για το έτος 2002» προβλέπεται, μεταξύ άλλων, ότι σε περίπτωση διαπίστωσης, βάσει των αναλύσεων του Γεν. Χημείου του Κράτους ότι το προϊόν παρεκκλίνει των προβλεπομένων από την εθνική νομοθεσία προδιαγραφών ως προϊόντος ΠΟΠ, καταπίπτει ποσοστό της εγγύησης του αναδόχου ίσο με το τριπλάσιο του ποσοστού που αντιπροσωπεύει η δειγματισθείσα παρτίδα σε σχέση με τη συνολική ποσότητα της προσφοράς του αναδόχου και περαιτέρω ότι για τις ανάγκες εφαρμογής του παρόντος εδαφίου ως «….παρτίδα» θεωρείται η συνολική ποσότητα προϊόντος η οποία, κατά περίπτωση, περιέχεται είτε σε ολόκληρο το ελεγχόμενο τυροκομείο είτε …σε κάθε φορτηγό ψυγείο μεταφοράς. Από την ερμηνεία των ως άνω διατάξεων σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 22 παρ.1 του Καν. 2220/85 κατά το οποίο «η εγγύηση καταπίπτει στο σύνολό της, όσον αφορά την ποσότητα για την οποία έχει τηρηθεί μια από τις πρωτογενείς απαιτήσεις» συνάγεται ότι, στην υπό κρίση περίπτωση κατά την οποία δειγματισθείσα παρτίδα για την οποία διαπιστώθηκε παρέκκλιση από τις προδιαγραφές φέτας ΠΟΠ δεν ήταν η, κατά την έννοια του άρθρου 11 της ΚΥΑ, «παρτίδα» των 17.765 κιλών φέτας που βρισκόταν στο φορτηγό, αλλά μέρος αυτής (5.221 κιλά), η αρμόδια υπηρεσία πρέπει να προβεί στην κατάπτωση ποσοστού εγγυήσεως, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 11 Γ της ως άνω ΚΥΑ, θεωρώντας όμως ως δειγματισθείσα παρτίδα (στην υπό κρίση περίπτωση) την ποσότητα των 5.221 κιλών φέτας.
ΕΣ/ΤΜ.6/3919/2014
Παροχή υπηρεσιών εμποτισμού και επανεμποτισμού ξυλείας... ζητείται η ανάκληση της 201/2014 Πράξεως του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου...Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν προηγουμένως δεκτά, αφού η αιτηθείσα με την διακήρυξη παροχή υπηρεσιών εμποτισμού αφορούσε σε ενδεικτικό κατά είδος και ποσότητα όγκο ξυλείας, οι, δε, υποβληθείσες, σύμφωνα με τους όρους της, οικονομικές προσφορές αφορούσαν στην τιμή μονάδας εμποτισμού για κάθε είδος ξυλείας, η αναγραφόμενη σε αυτήν προϋπολογιζομένη δαπάνη, που δεν συναρτήθηκε με το εκτιμώμενο κόστος εμποτισμού ανά μονάδα κάθε είδους ξυλείας, αλλά με το εκτιμώμενο κατ’ είδος και ποσότητα όγκο ξυλείας είχε, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με την υπό κρίση αίτηση και την υπέρ αυτής ασκηθείσα παρέμβαση, ενδεικτικό χαρακτήρα και, ως εκ τούτου, το αποτέλεσμα του διαγωνισμού νομίμως κατακυρώθηκε με την 130/26.8.2014 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ...., που φέρει επαρκή αιτιολογία, όπως αυτή συμπληρώνεται από την οικεία εισήγηση της Επιτροπής Αξιολόγησης των προσφορών (βλ. το 37/2014 Πρακτικό της) και αναλυτικά παρατίθεται ανωτέρω, καθ΄ υπέρβαση της αρχικώς εκτιμηθείσας αξίας της.Κατά συνέπεια, η κρινόμενη αίτηση και η υπέρ αυτής ασκηθείσα παρέμβαση πρέπει να γίνουν δεκτές, να ανακληθεί η 201/2014 πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου και να υπογραφούν τα σχέδια συμβάσεων μεταξύ α) του .... και της κοινοπραξίας «...» και β) του ... και της εταιρείας «...».
ΕΣ/ΚΛΙΜΑΚΙΟ ΣΤ/196/2025
Η Πράξη 196/2025 του ΣΤ' Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου αφορά στον έλεγχο νομιμότητας της διαδικασίας σύναψης και του σχεδίου της 1ης εκτελεστικής σύμβασης της συμφωνίας-πλαίσιο 129/5.5.2025 μεταξύ της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. και της κοινοπραξίας «..». Η εκτελεστική σύμβαση, συμβατικής αξίας 1.082.250,00 ευρώ (χωρίς ΦΠΑ), αφορά στο Προϊόν/Μέρος 1 του αντικειμένου, δηλαδή την παροχή υπηρεσιών επεξεργασίας και διαχείρισης δεδομένων υδρομετρητών (MDM), συμπεριλαμβανομένης της αρχικής εγκατάστασης και πενταετούς ετήσιας υποστήριξης λειτουργίας πλατφόρμας λογισμικού. Το Κλιμάκιο έκρινε ότι δεν προκύπτουν ουσιώδεις νομικές πλημμέλειες στην ελεγχόμενη διαδικασία ανάθεσης. Κατά συνέπεια, αποφασίστηκε ότι δεν κωλύεται η υπογραφή του υποβληθέντος σχεδίου, υπό τον όρο της προσκόμισης υπεύθυνης δήλωσης περί μη οψιγενών μεταβολών από κάθε μέλος της συμβαλλόμενης κοινοπραξίας.
ΝΣΚ/588/2008
Δικαιώματα προαιρέσεως στο δίκαιο των προμηθειών και προσδιορισμός ποσότητας των υπό προμήθεια ειδών, τόσο στην διακήρυξη του διαγωνισμού προμηθειών, όσο στην κατακυρωτική απόφαση και στην σύμβαση.Α) Το δικαίωμα προαιρέσεως του άρθρου 21 του Π.Δ/τος 118/2007, το οποίο, προκειμένου να ασκηθεί, πρέπει να προβλέπεται στην διακήρυξη του διαγωνισμού διαφοροποιείται από τα υπόλοιπα δικαιώματα προαιρέσεως, κατά τον χρόνο ασκήσεώς του, καθόσον τούτο δύναται να ασκηθεί μόνο κατά την κατακύρωση των αποτελεσμάτων του διαγωνισμού και όχι μεταγενεστέρως, ενώ τα υπόλοιπα δικαιώματα προαιρέσεως τα οποία πρέπει να προβλέπονται τόσο στη διακήρυξη, όσο στην κατακυρωτική απόφαση και την σύμβαση που ακολουθεί, δύνανται να ασκηθούν κατά την διάρκεια ή μετά την λήξη της συμβάσεως προμηθείας, αναλόγως της συμφωνίας (σύμφωνο προαιρέσεως) και εντός συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος. Β) Σύμφωνα με τις διατάξεις των Π.Δ/των 60/2007 και 118/2007, αλλά και κατά τα γενόμενα, παγίως, δεκτά από την νομολογία του Σ.τ.Ε. και του Ε.Σ., οι αναθέτουσες αρχές οφείλουν να προσδιορίζουν, επακριβώς, τόσο στην διακήρυξη του διαγωνισμού προμηθείας, όσο στην κατακυρωτική απόφαση και την σύμβαση, τις ποσότητες των υπό προμήθεια ειδών, στις περιπτώσεις δε που τα ανωτέρω είδη υποδιαιρούνται σε διάφορες υποκατηγορίες, τότε θα πρέπει να προσδιορίζουν τις ποσότητες κάθε υποκατηγορίας, τουλάχιστον, κατά προσέγγιση. Γ) Εάν προβλεφθεί στην διακήρυξη δικαίωμα προαιρέσεως, το οποίο θα ασκηθεί μετά την κατακύρωση, δηλαδή είτε κατά την διάρκεια εκτελέσεως της συμβάσεως είτε μετά την λήξη αυτής, τούτο είναι μεν κατά νόμο επιτρεπτό, κατά τις προαναφερθείσες διατάξεις και την νομολογία του Σ.τ.Ε. και του Ε.Σ., πλην όμως, δεν δύναται να υπερβεί ως προς την επαύξηση της ποσότητας των υπό προμήθεια ειδών, τα προβλεπόμενα ανώτερα ποσοστά του άρθρου 21 του Π.Δ/τος 118/2007. Δ) Η ανωτέρω υποχρέωση των αναθετουσών αρχών να προσδιορίζουν, επακριβώς, τις ποσότητες των υπό προμήθεια ειδών στην διακήρυξη του διαγωνισμού, την κατακυρωτική απόφαση και την σύμβαση, δεν αναιρείται
ΕΣ/ΤΜ.6/2987/2015
Προμήθεια αντιδραστηρίων...Νομίμως κατακυρώνονται στην εταιρεία …. τα είδη 40 του Κεφαλαίου Β-Ι και 27 του Κεφαλαίου Γ-ΙV καθώς και στην εταιρεία ….. το είδος 153 του Κεφαλαίου Α, καθόσον δε συντρέχει υπέρβαση του 15% της προκηρυχθείσας ποσότητας, δεδομένου ότι δεν πρόκειται περί κατακύρωσης του αυτού είδους, όπως η προσβαλλόμενη υπολαμβάνει, αλλά περί κατακύρωσης τόσο μεμονωμένων αντιδραστηρίων όσο και συστημάτων αυτών, τα οποία παραλλάσσουν μεταξύ τους ουσιωδώς ως προς τις ιδιότητες, τη χρήση και την αναγκαιότητά τους για το αιτούν, με αποτέλεσμα να συνιστούν έτερα είδη, οι κατακυρούμενες ποσότητες των οποίων δε δύνανται, ως εκ του λόγου αυτού, να προσμετρηθούν μαζί και να θεωρηθούν ως ενιαία ποσότητα. Ενόψει των ανωτέρω (βλ. VI. Γ, Δ) παραδοχών του Τμήματος περί της εν προκειμένω αναδειχθείσας από το αιτούν ιδιαιτερότητας των αντιδραστηρίων ως υπό προμήθεια ειδών, τα οποία δύνανται να προκηρύσσονται και να κατακυρώνονται τόσο μεμονωμένα, όσο και ομαδοποιημένα μεταξύ τους, αφού το ζητούμενο σε κάθε περίπτωση είναι, πέραν της προμήθειας, και η λειτουργικότητα αυτών, ο ισχυρισμός αυτός πρέπει να γίνει ομοίως δεκτός και για τα ανωτέρω κατακυρούμενα είδη.
ΕλΣυν.Κλ.Τμ.7/40/2018
ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ:Με τα δεδομένα αυτά και ειδικότερα την επισκόπηση των συμβατικών κειμένων και τις τεχνικές μελέτες των ανατεθεισών υπηρεσιών, δεν προκύπτει επικάλυψη εργασιών και ως εκ τούτου καταβολή διπλής αμοιβής στην ανάδοχο εταιρεία. Τούτο δε διότι η κάθε μία εκ των συμβάσεων κατατείνει σε διαφορετικό αποτέλεσμα και συγκεκριμένα η μεν πρώτη στη συντήρηση ειδικών μηχανογραφημένων εφαρμογών, σε εξειδικευμένες μηχανογραφικές υπηρεσίες και στην εκπαίδευση των χρηστών σε σχέση με τον χειρισμό των εφαρμογών, η δε δεύτερη στη λογιστική υποστήριξη της …. και συγκεκριμένα στην τήρηση του Κλαδικού Λογιστικού Σχεδίου. Εξάλλου, η μία αποτελεί προϋπόθεση της άλλης, δεδομένου ότι για να πραγματοποιηθεί η λογιστική υποστήριξη απαιτείται να υπάρχει η απαιτούμενη από τη νομοθεσία μηχανογραφική εφαρμογή. Περαιτέρω, αβασίμως προβάλλεται ότι στο συμβατικό κείμενο της 746/15.9.2017 σύμβασης για τις υπηρεσίες συντήρησης-υποστήριξης μηχανογραφημένων εφαρμογών λογισμικού δεν προσδιορίζεται με ακρίβεια το είδος και η ποσότητα των προς εκτέλεση εργασιών και δεν αναλύεται ο τρόπος υπολογισμού του τιμήματος, διότι στην 628/2017 μελέτη, που αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της σύμβασης, όπως και στην 145/21.8.2017 οικονομική προσφορά της αναδόχου, περιλαμβάνεται προϋπολογισμός όπου προσδιορίζονται και αναλύονται οι ποσότητες των παρεχόμενων υπηρεσιών, η τιμή μονάδος ανά ώρα εργασίας και το κόστος των αδειών χρήσης, ώστε να τεκμηριώνεται τόσο ο αρχικός προϋπολογισμός όσο και το συμφωνηθέν τίμημα. (..)Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, οι εντελλόμενες δαπάνες είναι νόμιμες και τα επίμαχα χρηματικά εντάλματα θα μπορούσαν να πληρωθούν αν δεν είχε λήξει το οικονομικό έτος τις πιστώσεις του οποίου βαρύνουν.
ΕΣ/Τμ.6/23/2012
Ανάληψη υποχρέωσης.Το άρθρο 3 του π.δ.113/2010 ορίζει στο εδάφιο γ΄ ότι: «η απόφαση ανάληψης υποχρέωσης πρέπει να περιλαμβάνει τη συνολική επιβάρυνση του προϋπολογισμού, καθώς και την κατανομή αυτής κατ’ έτος σε περίπτωση τμηματικής πραγματοποίησης που εκτείνεται σε περισσότερα του ενός οικονομικά έτη». Από την ανωτέρω διάταξη συνάγεται ότι στην απόφαση ανάληψης υποχρέωσης αναγράφεται το συνολικό ποσό με το οποίο επιβαρύνεται ο προϋπολογισμός, στην περίπτωση, όμως, που η επιβάρυνση αυτή εκτείνεται σε περισσότερα του ενός οικονομικά έτη η αναγραφόμενη στην απόφαση ανάληψης υποχρέωσης συνολική δαπάνη πρέπει επιπλέον να κατανέμεται κατ’ έτος και να αναφέρονται τα επιμέρους ποσά που θα βαρύνουν τους προϋπολογισμούς των περισσοτέρων οικονομικών ετών, στον προϋπολογισμό δε κάθε έτους αποτυπώνεται μόνο το ποσό της επιβάρυνσης που αφορά το συγκεκριμένο έτος, με εγγραφή ισόποσης πίστωσης στον οικείο κωδικό αριθμό εξόδου (ΚΑΕ) του προϋπολογισμού. Εργασίες συντήρησης.O κατ΄ αποκοπή επιμερισμός του συνόλου των εργασιών της ελεγχόμενης υπηρεσίας σε τεμάχια χρονικής διάρκειας συντήρησης, χωρίς οι εργασίες αυτές να ομαδοποιούνται με βάση το αντικείμενό τους και χωρίς να καθορίζεται ούτε η ποσότητα, έστω κατά προσέγγιση, ούτε η συνολική δαπάνη ή η τιμή μονάδας κάθε επιμέρους ομάδας εργασιών στη σχετική διακήρυξη (163/2011), στην κατακυρωτική απόφαση και στο σχέδιο συμβάσεως, συνιστά ουσιώδη πλημμέλεια της ελεγχόμενης διαδικασίας και του σχεδίου συμβάσεως. Και τούτο διότι ο μη προσδιορισμός των προαναφερόμενων ουσιωδών στοιχείων στη διακήρυξη, στην κατακυρωτική απόφαση και στη σύμβαση καθιστά αυτές ασαφείς και ως εκ τούτου μη νόμιμες, ενώ περαιτέρω η οφειλόμενη στους ως άνω λόγους ασάφεια της διακήρυξης καθιστά επιπλέον αδύνατο τον έλεγχο του υπολογισμού της προϋπολογιζόμενης δαπάνης. Ενόψει δε της δυνατότητας μη απορρόφησης της συνολικής ποσότητας των εργασιών (άρθρο 3 του σχεδίου συμβάσεως), η ομαδοποίηση των εργασιών με βάση το αντικείμενό τους και ο καθορισμός της ποσότητας, έστω κατά προσέγγιση, καθώς και της συνολικής δαπάνης ή της τιμής μονάδας των εργασιών κάθε επιμέρους κατηγορίας και υποκατηγορίας κρίνονται απαραίτητα επιπροσθέτως προκειμένου να καταστεί δυνατός ο υπολογισμός του ακριβούς ύψους της αμοιβής του αναδόχου για τις εκτελεσθείσες από αυτόν εργασίες και κατ’ επέκταση και ο έλεγχος της νομιμότητας της διάθεσης του δημόσιου χρήματος, ο οποίος καθίσταται αδύνατος με τη ακολουθηθείσα πρακτική του κατ΄ αποκοπή επιμερισμού του συνόλου των εργασιών της ελεγχόμενης υπηρεσίας σε τεμάχια μηνιαίας ή ετήσιας συντήρησης.
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/5/2012
Από 1.1.2007, ημερομηνία έναρξης ισχύος του νέου Δ.Κ.Κ. (βλ. άρθρο τέταρτο του ν. 3463/2006), όλες οι προμήθειες των Ο.Τ.Α α΄ βαθμού -ακόμη κι αν πρόκειται για προμήθειες υλικών που ενσωματώνονται σε έργα των Ο.Τ.Α.- διεδιακήρυξηνεργούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του Ε.Κ.Π.Ο.Τ.Α, όπως ισχύει (βλ. αιτιολογική έκθεση του άρθρου 209 του νέου Δ.Κ.Κ), με την επιφύλαξη (από 16.3.2007) των ειδικών ρυθμίσεων του π.δ/τος 60/2007. Από τις διατάξεις του ανωτέρω Κανονισμού συνάγεται, πλην άλλων, ότι η διακήρυξη ανοικτού διαγωνισμού για την προμήθεια αγαθών από τους Ο.Τ.Α. πρέπει οπωσδήποτε να περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, ως ελάχιστο ουσιώδες στοιχείο, τα επιμέρους είδη καθώς και τις ακριβείς ποσότητες των προς προμήθεια προϊόντων. Η παράλειψη αναφοράς των στοιχείων αυτών, τα οποία πρέπει να αναγράφονται και στη σύμβαση που θα υπογραφεί στη συνέχεια με τον υπέρ ου η κατακύρωση του διαγωνισμού προμηθευτή, καθιστά ασαφή τη διακήρυξη και συνεπώς, μη νόμιμη (βλ. απόφαση VI Τμήματος 2263/2011, 373/2010, 22, 46/2009, πρβλ. Πρακτικά Ολομ. Ελ.Συν. της 27ης Γεν.Συν. της 29.11.2000 και της 32ης Γεν. Συν. της 20.12.¬2000, Δ.Ε.Κ. C- 241/2006 Lammertzahl, παρ. 39-44). (…)Περαιτέρω, όμως, ούτε στην οικεία διακήρυξη ούτε σε κάποιο άλλο από τα συμβατικά τεύχη – τα οποία αποτελούν στοιχεία της από 17.6.2010 μελέτης της Διεύθυνσης Πρασίνου - προσδιορίζονται οι ποσότητες των ανωτέρω εργασιών ούτε, άλλωστε και αυτές των ζητούμενων υλικών της 1ης και 2ης ομάδας, κατά παράβαση των διατάξεων Ε.Κ.Π.Ο.Τ.Α., όπως βάσιμα υποστηρίζει και η Επίτροπος με τον πρώτο λόγο της υπό κρίση διαφωνίας. Τέλος, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη III, μη νομίμως ανατέθηκαν στην ανάδοχο εταιρεία οι επίμαχες εργασίες, καθόσον αυτές εμπίπτουν στο πλαίσιο των καθηκόντων και των αρμοδιοτήτων του κατά κλάδο αρμόδιου προσωπικού του Δήμου (Τμήμα Παρκοτεχνίας της Διεύθυνσης Πρασίνου), όπως καθορίζονται από τον ισχύοντα Ο.Ε.Υ. αυτού και συνεπώς, οι υπάρχουσες ανάγκες έπρεπε να αντιμετωπισθούν μέσω του υπηρετούντος προσωπικού.
ΕλΣυν/Τμ.7/369/2010
Με τη διάταξη αυτή εισήχθησαν τρεις παρεκκλίσεις από το ισχύον γενικό νομικό πλαίσιο περί ανάθεσης μελετών: 1) H δυνατότητα απευθείας ανάθεσης της εκπόνησης μελέτης, 2) η επιλογή μελετητή χωρίς δεσμεύσεις από τις τάξεις των πτυχίων και 3) η αποδέσμευση από την εφαρμογή του κώδικα αμοιβών μηχανικών (π.δ/γμα 696/1974), δεδομένου ότι η προεκτιμηθείσα είναι και η οριστική αμοιβή του μελετητή, η οποία δεν εξαρτάται από τις ποσότητες εργασιών που προκύπτουν από τον προϋπολογισμό του έργου. Σκοπός της ως άνω διάταξης είναι η διευκόλυνση των περιοριστικά αναφερόμενων σε αυτή φορέων, μεταξύ των οποίων και οι δήμοι, στην ανάθεση και εκπόνηση μελετών με πολύ μικρό οικονομικό αντικείμενο, λαμβανομένης υπόψη της ιδιαίτερης φύσης των μελετών των εν λόγω φορέων και της αδυναμίας των τεχνικών τους υπηρεσιών να εφαρμόσουν τις πολύπλοκες και χρονοβόρες γενικές διατάξεις, οι οποίες ρυθμίζουν τις σχετικές διαδικασίες. Περαιτέρω, στις περιπτώσεις ενιαίας μελέτης ενός έργου που συντίθεται από πλείονες αυτοτελείς μελέτες, οι οποίες ανήκουν σε περισσότερες της μιας κατηγορίες μελετών, ο υπολογισμός του ποσοστού του 30% της προεκτιμώμενης αμοιβής θα πρέπει να γίνεται επί των ορίων κάθε επιμέρους κατηγορίας μελέτης και όχι αθροιστικά επί του συνόλου της αμοιβής της σύνθετης μελέτης, καθώς η τελευταία λύση θα καταστρατηγούσε την εκ του π.δ. 798/1978 διαφοροποίηση των ορίων αμοιβής κατά τάξη πτυχίου σε κάθε προβλεπόμενη κατηγορία μελέτης.