ΕΣ/Τ1/124/2001
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Το Ε.Σ. δεν κωλύεται από το δεδικασμένο που απορρέει από την ανωτέρω απόφαση να αποφασίσει ότι η νόμιμη υπόσταση του οργάνου αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την χορήγηση σε Προϊσταμένους Γραμματείας Α.Ε.Ι. του σχετικού επιδόματος θέσεως ευθύνης και δεν αρκεί η απλή ανάθεση και άσκηση των οικείων καθηκόντων χωρίς, νόμιμο διορισμό.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/Τ1/124/2001
Το Ε.Σ.δεν κωλύεται από το δεδικασμένο που απορρέει από την ανωτέρω απόφαση να αποφασίσει ότι η νόμιμη υπόσταση του οργάνου αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την χορήγηση σε Προϊσταμένους Γραμματείας Α.Ε.Ι. του σχετικού επιδόματος θέσεως ευθύνης και δεν αρκεί η απλή ανάθεση και άσκηση των οικείων καθηκόντων χωρίς, νόμιμο διορισμό.
ΕλΣυν/Κλ.1/243/2015
Οδοιπορικά μηχανικών:Η ειδική και εξαιρετική αυτή μεταχείριση δικαιολογείται από το γεγονός ότι οι μηχανικοί ασκούν, λόγω της ιδιότητάς τους, ιδιαίτερα υπηρεσιακά καθήκοντα (αυτοψίες, επιτόπιοι έλεγχοι, επίβλεψη εκτέλεσης τεχνικών έργων κ.λπ.), στο πλαίσιο εκτέλεσης των οποίων καθίσταται αναγκαία η συχνή εκτός έδρας μετακίνησή τους, γεγονός που συνεπάγεται αυξημένα έξοδα για αυτούς, τα οποία δεν καλύπτονται από τις γενικώς προβλεπόμενες στο ν. 2685/1999 δαπάνες μετακίνησης. Κατά συνέπεια, για την καταβολή αυξημένης δαπάνης ημερήσιας αποζημίωσης δεν αρκεί η απλή ιδιότητα του μετακινούμενου ως μηχανικού, ήτοι απόφοιτου του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου ή άλλης ισότιμης με αυτό πολυτεχνικής σχολής, αλλά απαιτείται να κατέχει οργανική θέση μηχανικού και αθροιστικώς να μετακινείται για την άσκηση υπηρεσιακών καθηκόντων, που συνδέονται αποκλειστικά με την ιδιότητά του αυτή (βλ. Ε.Σ. Πρ. Κλιμ. Πρ. Ελ. Δαπ. στο Ι Τμ. 63, 91, 102, 144, 185, 203, 205/2015, 25, 196, 215/2014, 56, 155, 270/2013, Ε.Σ. Πρ. Ι Τμ. 238/2010, 96/2009, 232/2008).
ΕΣ/Τ7/61/2007
Tο Ελεγκτικό Συνέδριο έχει τη δυνατότητα να διενεργεί παρεμπίπτοντα έλεγχο ζητημάτων που άπτονται της νομιμότητας και κανονικότητας της ελεγχόμενης δαπάνης, δεσμευόμενο μόνο από το δεδικασμένο που απορρέει από δικαστικές αποφάσεις που εκδόθηκαν σχετικώς στο πλαίσιο διαγνωστικής δίκης (Πρ VII Τμ. 418/2006). Το Ελεγκτικό Συνέδριο διενεργώντας παρεμπίπτοντα έλεγχο νομιμότητας των ατομικών διοικητικών πράξεων, οι οποίες αποτελούν έρεισμα της ελεγχόμενης δαπάνης, ακόμα και στην περίπτωση που αυτές δεν έχουν ανακληθεί ή ακυρωθεί και επομένως καλύπτονται από το τεκμήριο νομιμότητας, δεν προβαίνει στην ακύρωση των πράξεων αυτών, αλλά στην αποδυνάμωση τους από τις δημοσιονομικές συνέπειες που αυτές μπορούν να επιφέρουν. Η απόφαση του αρμοδίου οργάνου για τη διενέργεια κλειστού διαγωνισμού με πρόσκληση περιορισμένου αριθμού εργοληπτικών επιχειρήσεων, ως διοικητική πράξη αιτιολογητέα από τη φύση της, αφού εκδίδεται κατ' εφαρμογή εξαιρετικών διατάξεων, πρέπει, σύμφωνα με γενική αρχή του διοικητικού δικαίου να είναι επαρκώς αιτιολογημένη, υπό την έννοια ότι οι ειδικές εκείνες περιστάσεις που δικαιολογούν την εφαρμογή της εξαιρετικής αυτής διαδικασίας επιλογής αναδόχου, αρκεί να προκύπτουν από τα στοιχεία του φακέλου, ώστε να καθίσταται εφικτός ο έλεγχος νομιμότητας της από το Δικαστήριο (βλ Πρ VII Τμ 264, 196/2006, V Τμ 4/2004, IV Τμ. 54/2002,33,64/1997).
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/60/2017
Πληρωμή αποζημιωσης ακαδημαϊκής υποτροφου. (..)Με τα δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο κρίνει ότι νομίμως προκηρύχθηκε με την 31/13.10.2016 πράξη της Συνέλευσης του Α.Ε.Ι. ...η επίμαχη θέση ακαδημαϊκού υποτρόφου,...Επίσης, η από 5.10.2016 εισήγηση του Τομέα Πλεκτικής – Ετοίμου Ενδύματος, είναι υποστατή και έγκυρη, παρότι το σχετικό πρακτικό δεν φέρει τις υπογραφές όλων των μελών που παρευρέθησαν στη σχετική συνεδρίαση, καθόσον το πρακτικό αυτό είναι υπογεγραμμένο από τον Πρόεδρο του Τομέα, η υπογραφή του οποίου αρκεί για τη νόμιμη υπόσταση κάθε πράξης του συλλογικού αυτού οργάνου....Ως εκ τούτου, με τον συνυπολογισμό των ωρών διδασκαλίας (30 ώρες/εβδομάδα) που ανατέθηκαν στη φερόμενη ως δικαιούχο ακαδημαϊκή υπότροφο, δεν επέρχεται υπέρβαση του ορίου των 517,50 ωρών (450 + 15%), που τίθεται με την προαναφερόμενη απόφαση κατανομής θέσεων ακαδημαϊκών υποτρόφων.....Τέλος, η 12/24.10.2016 πράξη (θέμα 2ο παρ. 2) της Συνέλευσης του Τμήματος Κλωστοϋφαντουργών Μηχανικών Τ.Ε., με την οποία προσλήφθηκε η φερόμενη ως δικαιούχος ακαδημαϊκή υπότροφος, είναι μη νόμιμη, καθόσον, κατά παράβαση της οριζόμενης στον Οργανισμό του Ιδρύματος διαδικασίας, η σχετική απόφαση ελήφθη χωρίς να έχει προηγουμένως υποβληθεί η γραπτή εισηγητική έκθεση της αρμόδιας για την αξιολόγηση των υποψήφιων τριμελούς εισηγητικής επιτροπής. Πλην όμως, το Κλιμάκιο κρίνει ότι τα αρμόδια όργανα δεν ενήργησαν με πρόθεση καταστρατήγησης των κειμένων διατάξεων, αλλά επειδή θεώρησαν, συγγνωστώς, ενόψει και της επείγουσας ανάγκης για την πλήρωση της εν λόγω θέσης ακαδημαϊκής υποτρόφου, ότι η συνέλευση του Τμήματος μπορούσε να προβεί η ίδια σε αξιολόγηση των τυπικών και ουσιαστικών προσόντων της μοναδικής υποψήφιας για τη θέση αυτή, χωρίς να είναι απαραίτητη η αξιολόγησή της από την προβλεπόμενη στον Οργανισμό του Ιδρύματος τριμελή εισηγητική επιτροπή....Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, οι εντελλόμενες με τα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα δαπάνες είναι μη νόμιμες, όμως αυτά θα μπορούσαν να θεωρηθούν λόγω συγγνωστής πλάνης
ΕλΣυν/Τμ6/896/2012
Προμήθεια αντιδραστηρίων αιμοδοσίας με συνοδό εξοπλισμό (..)Η υποχρέωση κατάθεσης των απαιτούμενων από το νόμο δικαιολογητικών ονομαστικοποίησης ( 3310/2005 άρθρο 8, άρθρο 1 του π.δ/τος 82/1996) για την ανώνυμη εταιρία που συμμετέχει σε διαγωνισμό ανάθεσης δημόσιας σύμβασης προμηθειών, απορρέει ευθέως από τις προεκτεθείσες διατάξεις και, ως εκ τούτου, δεν ασκεί καμία έννομη επιρροή το γεγονός ότι τυχόν υποβολή των δικαιολογητικών αυτών δεν προβλέπεται ρητά στη διακήρυξη του οικείου διαγωνισμού, ούτε, άλλωστε, είναι δυνατή η μεταγενέστερη προσκομιδή αυτών, αφού η υποχρέωση υποβολής τους συνιστά ουσιώδη τυπική προϋπόθεση του παραδεκτού συμμετοχής της υποψήφιας εταιρείας, η παράλειψη της οποίας καθιστά την υποβληθείσα προσφορά απαράδεκτη (Ε.Σ. Ολομ. Πρακτ. της 27ης Γεν. Συν. της 29.11.2000, της 9ης Γεν. Συν. της 28.3.2001 και της 10ης Γεν.Συν. της 6.6.2007, VI Τμ. αποφάσεις 2200, 465/2011, πράξεις 16/2006, 11, 110, 137/2007). (…)Από τις ανωτέρω διατάξεις (π.δ. 118/2007 άρθρο 15) για τη συγκρότηση των συλλογικών γνωμοδοτικών οργάνων διενέργειας διαγωνισμών για την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων προμηθειών, ήτοι της επιτροπής διαγωνισμού και της επιτροπής ενστάσεων, συνάγεται, μεταξύ άλλων, ότι αρμόδια να γνωμοδοτήσει επί ένστασης κατά πράξης ή παράλειψης της αναθέτουσας αρχής είναι η αρμόδια επιτροπή ενστάσεων και όχι η επιτροπή διαγωνισμού, που είναι αρμόδια να γνωμοδοτεί μόνο για τις λοιπές πράξεις της διαδικασίας του διαγωνισμού (πρβλ. Ε.Σ. VI Τμ. απόφαση 2430/2011, ΙV Τμ. πράξεις 224/2010, 161/2009, 34/2007). (…)Κατά συνέπεια, είναι μη νόμιμη η σύνθεση της οικείας επιτροπής, όταν συνεδριάζει χωρίς την παρουσία όλων των μελών της, χωρίς ν’ αποδεικνύεται, κατά τρόπο αναμφίβολο και από προγενέστερα της συνεδρίασης σχετικά στοιχεία, ότι τα απόντα τακτικά μέλη κλήθηκαν με έναν από τους ως άνω τρόπους να παραστούν ή ότι συνέτρεχε κάποιος από τους ως άνω λόγους, για τους οποίους δεν ήταν απαραίτητη η πρόσκλησή τους (πρβλ. ΣτΕ 3831/2009, 811/2008) και στη συνέχεια προσκλήθηκαν νόμιμα και τ’ αναπληρωματικά μέλη αυτών. Εξάλλου, για τις συνεδριάσεις των ως άνω επιτροπών συντάσσεται πρακτικό, το οποίο πρέπει ν’ αναφέρει μεταξύ άλλων, τα ονόματα και την ιδιότητα των παρισταμένων μελών, τον τόπο και το χρόνο της συνεδρίασης, ενώ αν για τη λήψη της σχετικής απόφασης πραγματοποιήθηκαν περισσότερες συνεδριάσεις, πρέπει να μνημονεύεται ιδίως η ημερομηνία της τελευταίας συνεδρίασης, κατά την οποία λήφθηκε η σχετική απόφαση, καθώς και τα μέλη που μετέχουν κατά τη συνεδρίαση αυτή. Ειδικότερα, η αναγραφή της ημερομηνίας συνεδρίασης στο οικείο πρακτικό της επιτροπής αποτελεί απαραίτητο στοιχείο για τη νόμιμη υπόσταση της πράξης που δεν μπορεί ν’ αναπληρωθεί από τα λοιπά στοιχεία του φακέλου (πρβλ. ΔΕφΑθ 601/2009), με συνέπεια η έλλειψη της ημερομηνίας συνεδρίασης στο οικείο πρακτικό να καθιστά ανέφικτο τον έλεγχο ως προς τη νομιμότητα της σύνθεσης της οικείας επιτροπής όταν στη συγκεκριμένη συνεδρίαση απουσιάζουν μέλη, καθώς και όταν, λόγω της αβέβαιης ημερομηνίας κατά την οποία η συνεδρίαση έλαβε χώρα, δεν μπορεί να διακριβωθεί αν τηρήθηκαν οι ανωτέρω διατυπώσεις ως προς τις προσκλήσεις των μελών της (τακτικών και αναπληρωματικών). (…)Με τις ανωτέρω διατάξεις (π.δ. 118/2007 άρθρο 21 ) παρέχεται στην αναθέτουσα αρχή δημόσιας σύμβασης προμηθειών η δυνατότητα για κατακύρωση στον προμηθευτή, που αναδεικνύεται μειοδότης ποσότητας μεγαλύτερης ή μικρότερης από εκείνη που προκηρύχθηκε, μέχρι ποσοστού 15% ή 50%, αντίστοιχα (για διαγωνισμούς προϋπολογισθείσης αξίας από 100.001 ευρώ και άνω με Φ.Π.Α.). Το δικαίωμα, όμως, αυτό της αναθέτουσας αρχής για αύξηση ή μείωση της προκηρυχθείσας ποσότητας των προς προμήθεια ειδών, μπορεί, κατά την έννοια των ίδιων διατάξεων, να ασκηθεί, με την ενεργοποίηση της σχετικής δυνατότητας, μόνο κατά το χρόνο κατακύρωσης των αποτελεσμάτων του σχετικού διαγωνισμού, με αιτιολογημένη απόφαση του αρμοδίου για την έγκριση των αποτελεσμάτων του διαγωνισμού οργάνου, ύστερα από σχετική εισήγηση της επιτροπής του διαγωνισμού (βλ. Ε.Σ. VI Tμ. 1646/2011). Εξάλλου, το ποσοστό της κατακυρούμενης ποσότητας δύναται να μειωθεί περαιτέρω, σε ποσοστό μεγαλύτερο του 50%, υπό την προϋπόθεση της προηγούμενης αποδοχής του από τον ανάδοχο προμηθευτή. Επομένως, μη νομίμως κατακυρώνεται είδος σε ποσότητα που υπολείπεται του 50% της ζητούμενης από την οικεία διακήρυξη ποσότητας, χωρίς την προηγούμενη προς τούτο ρητή συναίνεση του οικείου αναδόχου (βλ. Ε.Σ. VI Τμ. 2385, 1645/2011). (…)Από τις ανωτέρω διατάξεις (π.δ. 118/2007 άρθρο 2, ν. 2955/2001 (ΦΕΚ 256 Α΄) άρθρο 4) συνάγεται, μεταξύ άλλων, ότι στην περίπτωση που από τη διακήρυξη διαγωνισμού για την ανάθεση δημόσιας σύμβασης προμηθειών, και ειδικότερα σύμβασης προμηθειών Νοσοκομείου του Ε.Σ.Υ., προβλέπεται η δυνατότητα υποβολής προσφοράς για μέρος των προκηρυχθέντων ειδών, απαιτείται να καθορίζεται με αυτήν η προϋπολογιζόμενη δαπάνη για κάθε επί μέρους είδος, ώστε αφενός να δύναται ο υποψήφιος να διαμορφώσει την προσφορά του υπό όρους διαφάνειας και ίσης μεταχείρισης, αφετέρου να
ΕλΣυν/Τμ.6/746/2013
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Αιτηση ανάκλησης της 580/2012 πράξης του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.(...)Σύμφωνα όμως με όσα αναφέρθηκαν στην σκέψη V της παρούσας και δεδομένου ότι, όπως προεκτέθηκε, η αιτούσα κοινοπραξία «.....…..» είχε αποκλειστεί από την περαιτέρω διαγωνιστική διαδικασία κατά το πρώτο στάδιο αξιολόγησης των τεχνικών προσφορών, λόγω ελλείψεων της προσφοράς της, συνάγεται ότι δεν θεμελιώνει σπουδαίο έννομο συμφέρον για την ανάκληση της προσβαλλόμενης πράξης, όπως βασίμως προβάλλεται από τους ως άνω παρεμβαίνοντες υπέρ του κύρους της προσβαλλόμενης πράξης, καθόσον από την ευδοκίμηση της αίτησης αυτής δεν αποκομίζει καμιά ωφέλεια. Τούτο δε, διότι η, κατά παραδοχή των ανωτέρω λόγων της κρινόμενης αίτησης, ανάκληση της προσβαλλόμενης πράξης θα οδηγούσε στη ματαίωση του διαγωνισμού, δεδομένου ότι έχουν αποσφραγισθεί οι οικονομικές προσφορές, χωρίς να έχει αξιολογηθεί η τεχνική προσφορά της ανωτέρω αιτούσας κοινοπραξίας. Συνεπώς, η μόνη ωφέλεια που μπορεί να αποκομίσει η αιτούσα από την ευδοκίμηση της αίτησής της συνίσταται στο ενδεχόμενο, υπό την προϋπόθεση της επαναπροκήρυξης του διαγωνισμού και συμμετοχής της στη σχετική διαδικασία, να ανακηρυχθεί ανάδοχος. Η μελλοντική, όμως, και αβέβαιη αυτή προσδοκία δεν αρκεί προς θεμελίωση εννόμου συμφέροντος αυτής προσωπικού, άμεσου και ενεστώτος για την ανάκληση της προσβαλλόμενης πράξης. Σε κάθε περίπτωση,, οι λόγοι της υπό κρίση αίτησης, με τους οποίους αυτή αμφισβητεί τη νομιμότητα της μίας από τις επάλληλες αιτιολογίες της 1319/2.12.2011 απόφασης της Οικονομικής Επιτροπής της Περιφέρειας ..... περί αποκλεισμού της (μη τήρηση της ελάχιστης απόστασης θωράκισης του υποθαλάσσιου αγωγού μεταφοράς από την στάθμη του πυθμένα της θαλάσσης), έχουν ήδη κριθεί και απορριφθεί με την 258/2012 απόφαση της Επιτροπής Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείας, από την οποία απορρέει προσωρινό δεδικασμένο ως προς τα ζητήματα που κρίθηκαν από αυτή, το οποίο δεσμεύει τόσο την αναθέτουσα αρχή όσο και το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά την άσκηση προσυμβατικού ελέγχου (βλ. Πρακτικά Ολομ. Ελ.Συν. της 16ης Γ.Σ. της 19.9.2012 – Θέματα Γ΄ και Δ΄), ενώ, εξάλλου, η εξέταση των λόγων, με τους οποίους αμφισβητείται η νομιμότητα των λοιπών επάλληλων αιτιολογικών ερεισμάτων της ως άνω απόφασης περί αποκλεισμού της, παρέλκει ως αλυσιτελής. Τέλος, η άσκηση από την αιτούσα αίτησης ακύρωσης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας κατά της ως άνω απόφασης αποκλεισμού της δεν μπορεί να οδηγήσει σε αντίθετη κρίση, όσον αφορά αφενός στο έννομο συμφέρον αυτής για την άσκηση της υπό κρίση αίτησης, και αφετέρου στη δέσμευση του παρόντος Τμήματος από το απορρέον από την ως άνω απόφαση της Ε.Α. του Συμβουλίου της Επικρατείας προσωρινό δεδικασμένο ως προς τη νομιμότητα του αποκλεισμού της. Επιπλέον, πρέπει να απορριφθούν ως ασκούμενες χωρίς έννομο συμφέρον οι παρεμβάσεις των κοινοπραξιών «….», καθώς και των εταιρειών-μελών της τελευταίας, υπέρ της αίτησης της ως άνω αιτούσας κοινοπραξίας, τόσο για τους προεκτεθέντες λόγους, δεδομένου ότι και αυτές αποκλείστηκαν από την περαιτέρω διαγωνιστική διαδικασία κατά το πρώτο στάδιο αξιολόγησης των τεχνικών προσφορών, όσο και για τον πρόσθετο λόγο ότι δε νοείται η άσκηση παρέμβασης συμμετέχοντος σε διαγωνισμό υπέρ αίτησης ανάκλησης άλλου συμμετέχοντος, λόγω σύγκρουσης των εννόμων συμφερόντων τους, δεδομένου ότι το έννομο συμφέρον για την άσκηση αίτησης ανάκλησης ή παρέμβασης μπορεί να συνίσταται μόνο στην επιδίωξη της ανάθεσης της εκτέλεσης της σύμβασης στον ίδιο τον αιτούντα ή παρεμβαίνοντα. (...) VII. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, οι υπό κρίση αιτήσεις ανάκλησης και οι κατά του κύρους της προσβαλλόμενης πράξης ασκηθείσες παρεμβάσεις πρέπει να απορριφθούν και να γίνουν δεκτές οι υπέρ του κύρους αυτής ασκηθείσες παρεμβάσεις.
ΔΕΝ ΑΝΑΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΜΕΙΖ.ΕΠΤΑΜΕΛΟΥΣ/1793/2013
ΕΣ/ΤΜ.6/300/2014 (Α΄ ΔΙΑΚΟΠΩΝ)
Ζητείται η ανάκληση της 245/2014 πράξης του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου:Με δεδομένα τα πραγματικά αυτά περιστατικά, απαραδέκτως ζητείται η ανάκληση της ως άνω πράξης του Κλιμακίου, καθόσον με αυτήν κρίθηκε ότι δεν κωλύεται η υπογραφή της ελεγχόμενης σύμβασης. Άλλωστε, οι ισχυρισμοί της αιτούσας ότι η διάταξη του άρθρου 35 παρ. 5 εδ. α΄ του ν. 4129/2013, όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 73 παρ. 2 του ν. 4146/2013, αντίκειται στα άρθρα 20 παρ. 1 και 4 παρ. 1 του Συντάγματος, σε συνδυασμό με το άρθρο 98 παρ. 1 β΄ αυτού, είναι, με βάση τα γενόμενα δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, αβάσιμοι. Ειδικότερα, η προαναφερόμενη διάταξη δεν αντιβαίνει στην αρχή της ίσης δικονομικής μεταχείρισης των διαγωνιζομένων (άρθρο 4 του Συντάγματος), καθόσον η ανάδοχος (.........) και η αιτούσα Κοινοπραξία, η οποία κατετάγη εν προκειμένω δεύτερη κατά σειρά μειοδοσίας, δεν τελούν υπό όμοιες συνθήκες, αφού η μεν αιτούσα συνιστά τρίτο πρόσωπο που δεν σχετίζεται πλέον με την υπόθεση της ανάθεσης του εν λόγω δημοσίου έργου, η δε ανάδοχος εταιρεία απέκτησε, δια της οριστικής κατακυρώσεως των αποτελεσμάτων του διαγωνισμού, την ιδιότητα του συμβαλλόμενου προσώπου, το οποίο και μόνο συνιστά (μαζί με την αντισυμβαλλόμενη αναθέτουσα αρχή), ενόψει του σκοπού της διάταξης και της φύσης του διενεργούμενου προσυμβατικού ελέγχου, υποκείμενο των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που απορρέουν από την ελεγχόμενη σύμβαση και έχει αποκλειστικά τη δυνατότητα άσκησης αίτησης ανάκλησης (απόφ. Τμ. Μείζ. Επτ. Σύνθ. Ε.Σ. 3658/2013). Άλλωστε, η χορήγηση, με την ίδια διάταξη (άρθρο 35 παρ. 5 εδ. α΄ του ν. 4129/2013, όπως αντικαταστάθηκε με τη διάταξη του άρθρου 73 παρ. 2 του ν. 4146/2013), της δυνατότητας άσκησης αίτησης ανάκλησης κατά πράξης Κλιμακίου μόνο στην περίπτωση, κατά την οποία κρίνεται ότι κωλύεται η υπογραφή του ελεγχόμενου σχεδίου σύμβασης, λόγω μη νομιμότητας της προηγηθείσας διαγωνιστικής διαδικασίας και του οικείου σχεδίου, εισάγει θεμιτό περιορισμό στη συνταγματικώς κατοχυρωμένη αρμοδιότητα του Ελεγκτικού Συνεδρίου για τον έλεγχο συμβάσεων του Δημοσίου μεγάλης οικονομικής αξίας (άρθρο 98 παρ. 1 β΄ του Συντάγματος). Τούτο, διότι σκοπός της ανωτέρω διάταξης είναι η προστασία του δημοσίου συμφέροντος και η ταχεία ολοκλήρωση του ελέγχου, προκειμένου να επιτευχθεί η απρόσκοπτη λειτουργία της διοίκησης και η ανάπτυξη της συναλλακτικής της δράσης για την έγκαιρη ικανοποίηση των υφισταμένων δημοσίων αναγκών, μέσω της αποτροπής υποβολής παρελκυστικών αιτήσεων ανάκλησης επί διαγωνισμού, το αποτέλεσμα του οποίου έχει κατακυρωθεί αμετακλήτως (απόφ. Τμ. Μείζ. Επταμ. Σύνθ. Ε.Σ. 3657/2013). Ο Πρόεδρος του Τμήματος, Αντιπρόεδρος Νικόλαος Αγγελάρας, έχει τη γνώμη ότι κρίσεις σε ισχυρισμούς ή αιτιάσεις που δεν έχουν συμπεριληφθεί στην απόφαση των ασφαλιστικών μέτρων δεν καλύπτονται από το προσωρινό δεδικασμένο που από την απόφαση αυτή απορρέει. Στην προκειμένη περίπτωση από την προσβαλλόμενη πράξη, η οποία είναι παντελώς αόριστη, δεν προκύπτουν, ενόψει και των τιθέμενων αιτιάσεων, αιτιολογίες με βάση τις οποίες το Κλιμάκιο κατέληξε στην κρίση του ότι δεν κωλύεται η υπογραφή της επίμαχης σύμβασης. Ως εκ τούτου, κατά παραδοχή της αίτησης, θα έπρεπε να αναπεμφθεί ο φάκελος της σύμβασης στο Ε΄ Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, προκειμένου αυτό να ασκήσει την ελεγκτική του αρμοδιότητα κατά τρόπο σύμφωνο με το άρθρο 98 παρ. 1 β΄ του Συντάγματος, διαλαμβάνοντας τις επιβαλλόμενες από τη φύση του ελέγχου, που σε κάθε περίπτωση ενεργείται με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον, αιτιολογίες.(...)Απορρίπτει την αίτηση.
ΕΣ/ΚΛ.ΣΤ/84/2024
Προμήθεια με τίτλο «Δήμος ...- Ολοκληρωμένες Δράσεις Ηλεκτροκίνησης Υποέργο 1» (...)Ειδικότερα, η αναθέτουσα Αρχή οφείλει να αιτιολογεί, έστω και συνοπτικά, την δοθείσα στους διαγωνιζομένους βαθμολογία στα επί μέρους τεθέντα κριτήρια τεχνικής αξιολόγησης της διακήρυξης, εξειδικεύοντάς την με αναφορά σε συγκεκριμένα στοιχεία και κατ’ ιδίαν χαρακτηριστικά των τεχνικών τους προσφορών, και αναδεικνύοντας, συνακόλουθα, τα σημεία συγκριτικής υπεροχής ή υστέρησης εκάστης προσφοράς τόσο σε σχέση με τις αντίστοιχες τεχνικές προδιαγραφές της διακήρυξης όσο και σε σχέση με τις προσφορές των άλλων διαγωνιζόμενων οικονομικών φορέων, τα οποία ανταποκρίνονται στα αντίστοιχα ως άνω κριτήρια και έχουν ληφθεί υπ’ όψιν κατά τη βαθμολόγηση. Η απλή αριθμητική παράθεση μόνο βαθμών στα ανωτέρω κριτήρια δεν συνιστά ειδική κρίση ούτε αρκεί για την αιτιολόγηση της αξιολόγησης των τεχνικών προσφορών, καθόσον χωρίς αναλυτική λεκτική αποτύπωση αυτής, έστω και συνοπτικά, δυσχεραίνεται ο κατά τα ανωτέρω έλεγχος του αιτιολογημένου της σχετικής κρίσης. Του νόμου δε μη διακρίνοντος, η ως άνω βαθμολόγηση, συνοδευόμενη με έστω συνοπτική αιτιολόγηση, είναι απαραίτητη τόσο στην περίπτωση υποβολής μιας και μόνο (μοναδικής) παραδεκτής τεχνικής προσφοράς όσο και στην περίπτωση κατά την οποία η οικεία τεχνική προσφορά βαθμολογείται ως προς επί μέρους κριτήριο ή υποκριτήριο με τον ελάχιστο προβλεπόμενο στη διακήρυξη βαθμό (συνήθως 100), που υποδηλώνει ότι αυτή καλύπτει ακριβώς τους/τις αντίστοιχους/ες όρους και τεχνικές προδιαγραφές της διακήρυξης. Τούτο δε, διότι και σε αυτή την περίπτωση πρέπει να καθίσταται επαληθεύσιμο το ότι το κάθε επί μέρους κριτήριο ή υποκριτήριο συγκεντρώνει την ελάχιστη βαθμολογία, καλύπτοντας, κατ’ αυτόν τον τρόπο, τις αντίστοιχες απαιτήσεις της διακήρυξης, χωρίς να παρουσιάζονται αποκλίσεις από τα σχετικώς προβλεφθέντα σ’ αυτήν. Άλλωστε, η βαθμολόγηση των τεχνικών προσφορών έχει ως σκοπό προεχόντως τη σύγκρισή τους με τις σχετικές απαιτήσεις της οικείας αναθέτουσας Αρχής.(...)Σύμφωνα με το ανωτέρω κριτήριο ποιοτικής επιλογής για αμφότερα τα Τμήματα, μη νομίμως απαιτείται η προαναφερόμενη εμπειρία να προέρχεται αποκλειστικώς από συμβάσεις που έχουν συναφθεί μόνο με δημόσιους φορείς, αποκλείοντας αδικαιολόγητα τη συμμετοχή προσφερόντων που έχουν εκτελέσει αξιόπιστα σχετικές συμβάσεις ανατεθείσες από ιδιωτικούς φορείς.(...)Ομοίως, μη νομίμως απαιτείται η προαναφερόμενη εμπειρία να προέρχεται αποκλειστικώς από συμβάσεις που έχουν συναφθεί μόνο με δημόσιους φορείς, αποκλείοντας αδικαιολόγητα τη συμμετοχή προσφερόντων που έχουν εκτελέσει αξιόπιστα σχετικές συμβάσεις ανατεθείσες από οικονομικούς φορείς προερχόμενους από άλλα κράτη - μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στα οποία ενδεχομένως δεν ισχύει ο ίδιος διαχωρισμός μεταξύ δημοσίων και ιδιωτικών φορέων που ισχύει στην Ελλάδα, δοθέντος ότι το ενωσιακό δίκαιο σκοπεί, μεταξύ άλλων, στην ενίσχυση της οικονομικής συνοχής και του ανταγωνισμού και στον συντονισμό, ως προς τη διάκριση μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου, των διάφορων εθνικών νομικών συστημάτων. Για τους λόγους αυτούς Αποφαίνεται ότι κωλύεται η υπογραφή των δύο (2) σχεδίων συμβάσεων
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/59/2018
Ημερήσια αποζημίωση: Με δεδομένα αυτά το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη δαπάνη κατά το μέρος αυτής που αντιστοιχεί στην αυξημένη ημερήσια αποζημίωση και δαπάνη διανυκτέρευσης για το φερόμενο ως δικαιούχο του χρηματικού εντάλματος πληρωμής είναι μη νόμιμη, καθόσον αυτός, ως Πρόεδρος της Διοικούσας Επιτροπής του Τμήματος Ανατολικής ..... του Τ.Ε.Ε., μολονότι έχει αναγκαίως και εκ του νόμου την ιδιότητα του διπλωματούχου Μηχανικού, η οποία αποτελεί προϋπόθεση για την εγγραφή του ως τακτικού μέλους του Τ.Ε.Ε. και κατά συνέπεια για την εκλογή του στα όργανα διοίκησης αυτού, δεν δικαιούται των αυξημένων εξόδων μετακίνησης του άρθρου 9 παρ. 3.α του ν. 2685/1999. Τούτο δε διότι, κατά τα παγίως κριθέντα από το παρόν Κλιμάκιο, για την καταβολή των αυξημένων δαπανών μετακίνησης δεν αρκεί οι μετακινούμενοι απλώς να φέρουν την ιδιότητα του Μηχανικού αλλά, επιπροσθέτως, πρέπει να συντρέχουν οι περιστάσεις εκείνες που δικαιολογούν την εξαιρετική μεταχείρισή τους, δηλαδή η άσκηση ιδιαίτερων υπηρεσιακών καθηκόντων (αυτοψίες, επιτόπιοι έλεγχοι, επίβλεψη εκτέλεσης τεχνικών έργων κλπ.) που συνδέονται αποκλειστικά με την ιδιότητα του Μηχανικού και στο πλαίσιο εκτέλεσης των οποίων καθίσταται αναγκαία η συχνή εκτός έδρας μετακίνησή τους, η οποία συνεπάγεται αυξημένα έξοδα γι’ αυτούς. Οι περιστάσεις αυτές δεν συντρέχουν όταν Μηχανικοί, μέλη των συλλογικών διοικητικών οργάνων του Τ.Ε.Ε., μετακινούνται προκειμένου να συμμετάσχουν σε συνεδριάσεις των οργάνων αυτών ή να ασκήσουν διοικητικά καθήκοντα ή εργασίες, εκτελεστικής ή συντονιστικής φύσεως, που απορρέουν από αυτή τους την ιδιότητα, χωρίς να ασκεί επιρροή το γεγονός ότι για την απόκτησή της πρέπει να είναι διπλωματούχοι Μηχανικοί. Τούτο, διότι προέχων σκοπός της μετακίνησής τους είναι η άσκηση των προαναφερθέντων καθηκόντων σχετικών με τη λειτουργία των οργάνων στα οποία μετέχουν και όχι η άσκηση καθηκόντων Μηχανικού (πρβλ. Ε.Σ. Ι Τμ. Πράξεις 96/2009, 238/2010, Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ.. στο Ι Τμ. 104/2012, 155, 270/2013, 25, 215/2014, 91, 102, 205/2015, 74, 155/2016). Επιπλέον, η ειδική ως άνω ευνοϊκή διάταξη, την οποία επικαλείται το Τ.Ε.Ε., δεν τυγχάνει, εν προκειμένω, εφαρμοστέα για τον πρόσθετο λόγο ότι για την καταβολή αυξημένων εξόδων κίνησης σε διπλωματούχο Μηχανικό θέτει ως προϋπόθεση το διορισμό αυτού σε οργανική θέση δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου στο Δημόσιο ή σε ν.π.δ.δ. ή Ο.Τ.Α., η οποία, όμως, δεν πληρείται στην υπό κρίση περίπτωση, καθόσον ο φερόμενος ως δικαιούχος μετακινήθηκε με την ιδιότητα του Προέδρου της Διοικούσας Επιτροπής του Τμήματος Ανατολικής ..... του Τ.Ε.Ε., ήτοι βάσει θέσης που κατέχει επί θητεία, στην οποία δεν είναι διορισμένος.
ΕΣ/ΚΛ.ΤΜ.1/69/2017
Καταβολή της Α΄ δόσης αμοιβής στους συμβασιούχους παροχής διδακτικού ή εκπαιδευτικού έργου σχετικού με το αντικείμενο της ειδικότητάς τους καλλιτέχνες.(....)Κατ' ακολουθίαν αυτών, συμβάσεις έργου που συνάπτονται από δημοτικά ν.π.δ.δ. με καλλιτέχνες, για την εκ μέρους τους παροχή διδακτικού ή εκπαιδευτικού έργου σχετικού με το αντικείμενο της ειδικότητάς τους, το οποίο αμείβεται αμιγώς από την καταβολή αντιτίμου από τους οικείους διδασκόμενους ή εκπαιδευόμενους, κατ' εφαρμογή του άρθρου 6 του ν. 2527/1997 και της παρ. 14 του άρθρου 12 του ν. 4071/2012, όπως αυτή ισχύει, οι οποίες (συμβάσεις) καλύπτουν πάγιες και διαρκείς τους ανάγκες, όπως αυτές προσδιορίζονται από τις συστατικές τους διατάξεις ή αυτές του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας τους και ανεξαρτήτως του αν στις διατάξεις αυτές έχουν προβλεφθεί οργανικές θέσεις αντίστοιχης ειδικότητας, είναι αυτοδικαίως άκυρες, με συνέπεια να μην γεννάται αξίωση των συμβληθέντων καλλιτεχνών προς απόληψη σχετικής αμοιβής (πρβλ. Ε.Σ. Ι Τμ. πράξεις 4/2016, 110, 109/2012, Πρακτ. 36ης Συν./21.12.2006 και Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο Ι Τμ. 294/2015, 321/2014, 266/2013).(...)Με τα δεδομένα αυτά, ο πρώτος λόγος διαφωνίας είναι βάσιμος, καθώς στην προαναφερόμενη απόφαση της Γενικής Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης ......., με την οποία εγκρίθηκε η σύναψη των επίμαχων συμβάσεων, δεν καθορίζονται, κατά παράβαση ουσιώδους τύπου της σχετικής διαδικασίας, σύμφωνα με όσα έγιναν σχετικώς δεκτά στη σκέψη ΙΙ, α) το συγκεκριμένο έργο που πρόκειται να εκτελεστεί στο πλαίσιο εκάστης σύμβασης, χωρίς να αρκεί προς τούτο η απλή μνεία των ειδικοτήτων των αντίστοιχων συμβασιούχων, β) το ύψος της αμοιβής καθενός εξ αυτών, παρά μόνο η αναφορά ότι η σχετική συνολική δαπάνη θα καλυφθεί από έσοδα προερχόμενα από την καταβολή αντιτίμου από τους οικείους ωφελούμενους, γ) το ακριβές χρονικό διάστημα, με τον προσδιορισμό συγκεκριμένων χρονικών σημείων έναρξης και λήξης, που απαιτείται για την ολική ή/και τμηματική προγραμματισμένη ολοκλήρωση και παράδοση του αντίστοιχου για κάθε σύμβαση έργου, παρά μόνο η ανώτατη χρονική διάρκεια κάθε σύμβασης (1 έτος), και δ) οι λόγοι για τους οποίους το αντίστοιχο για κάθε σύμβαση έργο δεν μπορεί να εκτελεστεί από το προσωπικό του ... Βάσιμος είναι, δε, και ο τρίτος λόγος διαφωνίας, καθώς, κατά παράβαση όσων έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙΙ, ούτε στην εγκριτική των επίμαχων συμβάσεων απόφαση της Γενικής Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης ....... ούτε στις αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου του ......., με τις οποίες καθορίστηκε η ετήσια αμοιβή των αντίστοιχων συμβασιούχων, αιτιολογήθηκαν και τεκμηριώθηκαν προσηκόντως τα κριτήρια που λήφθηκαν υπόψη για τον προσδιορισμό του ύψους κάθε αντίστοιχης αμοιβής και την τήρηση του σχετικού ευλόγου μέτρου, ενώ καμία τέτοιου είδους αιτιολόγηση ή τεκμηρίωση δεν παρασχέθηκε στο πλαίσιο του παρόντος προληπτικού ελέγχου δαπάνης, παρά μόνο η αόριστη περιλαμβανόμενη στο προαναφερόμενο έγγραφο του Προέδρου του ....... αναφορά ότι για τον καθορισμό των επίμαχων ετήσιων αμοιβών λήφθηκαν υπόψη οικονομικά στοιχεία από παλαιότερες συμβάσεις μίσθωσης έργου του ....... με ιδιώτες δασκάλους για την εκτέλεση αντίστοιχων προγραμμάτων.(…)Συγνωστή πλάνη