Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/Τ1/8η/2006

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: εσ/τ1/8/2006

Οι 395/2005 και 346/2005 αποφάσεις του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κεφαλληνίας,είναι ανίσχυρες αφού αυτό στερείται όπως προεκτέθηκε της αρμοδιότητας να κρίνει επί των προϋποθέσεων μετατροπής των συμβάσεων ορισμένου χρόνου και των ανανεώσεων αυτών σε συμβάσεις αορίστου χρόνου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 του π.δ. 164/2004, συνεπώς αυτές (οι αποφάσεις) δεν παράγουν καμία έννομη συνέπεια


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/Τμ.1(ΚΠΕ)271/2014

Νόμιμη η καταβολή μισθοδοσίας από ν.π.δ.δ. σε εργαζόμενους, οι οποίοι με  πράξη του Δ.Σ. του νομικού προσώπου κατατάχθηκαν σε συσταθείσες προσωρινές θέσεις, με σχέση εργασίας ι.δ.α.χ., σε εκτέλεση αποφάσεων  Εφετείου, καθόσον η απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου, με την οποία απορρίφθηκε ως μη νόμιμη η αγωγή των εργαζομένων για την αναγνώριση της εργασιακής τους σχέσης ως αορίστου χρόνου, δεν έχει καταστεί τελεσίδικη, υπόκειται όμως σε έφεση, η προθεσμία για την άσκηση της οποίας, εφόσον η απόφαση δεν επιδόθηκε, είναι τριετής και λήγει στις 17.12.2016. Συνεπώς, από την απόφαση αυτή δεν παράγεται δεδικασμένο, αφού μόνο οι  αποφάσεις του Εφετείου Αθηνών έχουν καταστεί τελεσίδικες και αποτελούν δεδικασμένο.

ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/142/2018

Συγχώνευση Δ.Ε.Υ.Α.-Μη νόμιμη κατάταξη υπαλλήλων σε θέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου κατ’ επίκληση του άρθρου 13 του ν. 4483/2017.Με δεδομένα αυτά, οι εντελλόμενες δαπάνες είναι μη νόμιμες, δεδομένου ότι κατά το χρόνο έκδοσης της κρίσιμης απόφασης για τη συγχώνευση των υφιστάμενων Δ.Ε.Υ.Α. .., .. και...στην ενιαία Δ.Ε.Υ.Α.... οι φερόμενοι ως δικαιούχοι δεν είχαν ενεργές σχέσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου με τις συγχωνευθείσες Δ.Ε.Υ.Α., οι οποίες να έχουν διαγνωσθεί ως τέτοιου είδους σχέσεις εργασίας είτε με ρητή διοικητική πράξη, το κύρος της οποίας να μην έχει προσβληθεί κατά την προβλεπόμενη διοικητική διαδικασία, ή, σε περίπτωση αμφισβήτησης του χαρακτήρα τους, να έχουν αναγνωριστεί ως σχέσεις εργασίας αορίστου χρόνου με δικαστικές αποφάσεις που να παράγουν δεδικασμένο. (..)Συνεπώς, αφού οι εν λόγω υπάλληλοι δεν συνδέονταν πράγματι κατά τον κρίσιμο χρόνο με τις συγχωνευθείσες, συνεπώς και την απορροφώσα Δ.Ε.Υ.Α. ..., με ενεργές σχέσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου κατά την έννοια του άρθρου 13 του ν. 4483/2017, δεν μπορούσαν να καταταχθούν νομίμως σε θέσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου στην τελευταία αυτή επιχείρηση κατ’ επίκληση του εν λόγω άρθρου. (..) Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, οι εντελλόμενες με τα υπό κρίση χρηματικά εντάλματα πληρωμής δαπάνες είναι μη νόμιμες και αυτά δεν πρέπει να θεωρηθούν.


ΝΣΚ/83/2017

Κατάταξη υπαλλήλων ΟΤΑ κατόπιν ανακλητικής απόφασης του ΑΣΕΠ.Μετά από την έκδοση της με αριθ. 590/2014 απόφασης με την οποία το ΑΣΕΠ ανακάλεσε τις με αριθ. 536/2-6-2005, 966/18-4-2006, 967/18-4-2006 και 126/7-9-2010 προηγούμενες αποφάσεις του, η Διοίκηση υποχρεούται να προβεί σε όλες τις απαιτούμενες ενέργειες για την κατάργηση από τα αρμόδια όργανα των θέσεων ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, που κάλυψαν οι εργαζόμενοι για τους οποίους είχε κριθεί, με τις ανακληθείσες αποφάσεις του ΑΣΕΠ, ότι πληρούσαν τις προϋποθέσεις του άρθρου 11 του π.δ/τος 164/2004 και για την ανάκληση των πράξεων κατάταξης των ως άνω εργαζομένων, εφόσον οι θέσεις αυτές προϋπήρχαν. Η υποχρέωση αυτή απορρέει από τις διατάξεις του άρθρου 11 του π.δ/τος 164/2004, όπως συμπληρώθηκαν με αυτές του άρθρου 1 του ν. 3320/2005 (A΄48), σύμφωνα με τις οποίες η ανάκληση των ανωτέρω αποφάσεων του ΑΣΕΠ αποστέρησε τις αποφάσεις σύστασης των θέσεων και κατάταξης των υπαλλήλων σε αυτές από το νόμιμο έρεισμά τους, με αποτέλεσμα οι τελευταίες να πρέπει αρμοδίως να ανακληθούν υποχρεωτικά (ομόφ.).


ΝΣΚ/260/2019

Τρόπος συμμόρφωσης της Διοίκησης σε αμετάκλητη δικαστική απόφαση, που αναγνωρίζει συμβάσεις ορισμένου χρόνου ωρομισθίων υπαλλήλων μερικής απασχόλησης ως αορίστου χρόνου, και μισθολογική μεταχείριση αυτών.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Η Υπηρεσία υποχρεούται, σε συμμόρφωση με την αμετάκλητη δικαστική απόφαση, η οποία δεσμεύει τη Διοίκηση ισοτίμως, όπως και οι αποφάσεις του Α.Σ.Ε.Π., να τοποθετήσει τους εν λόγω υπαλλήλους, κατ’ αναλογική εφαρμογή των διατάξεων του π.δ. 164/2004, όπως αυτές συμπληρώθηκαν με το ν. 3320/2005, σε προσωποπαγείς οργανικές θέσεις μερικής απασχόλησης, που θα συστήσει, αντίστοιχες με την ειδικότητα και τον, κατά την πρώτη σύμβαση, χρόνο απασχόλησης ενός εκάστου, μη εφαρμοζομένων των διατάξεων του ν. 3801/2009, ενώ για τη μισθολογική τους ένταξη θα τύχουν εφαρμογής οι διατάξεις του ν. 4354/2015 (ομόφ.).


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.7/292/2019

Καταβολή αποδοχών σε προσωπικό ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου...:Με δεδομένα αυτά οι φερόμενοι ως δικαιούχοι των ενταλμάτων έξι υπάλληλοι δεν συνδέονταν κατά τον κρίσιμο χρόνο της συγχώνευσης των προπαρατεθεισών Δ.Ε.Υ.Α. με ενεργή σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου, κατά την έννοια του άρθρου 108 του ν. 4583/2018, με αυτές, με συνέπεια να μην μπορούν να καταταχθούν νομίμως σε θέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου στη ..., κατ’ επίκληση του εν λόγω άρθρου. Ο ισχυρισμός δε της ... ότι η εργασιακή σχέση των ανωτέρω είχε, κατά το χρονικό σημείο της συγχώνευσης, χαρακτήρα σχέσης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, με το επιχείρημα ότι εξυπηρετούσαν πάγιες και διαρκείς ανάγκες, όπως βεβαιώνεται από το Δ.Σ. της Επιχείρησης (κατά τα προβλεπόμενα στην αιτιολογική έκθεση του ν. 4483/2017), πρέπει να απορριφθεί, καθόσον η σχέση εργασίας τους κατά τον χρόνο της συγχώνευσης της Επιχείρησης δεν αναγνωρίστηκε ως αορίστου χρόνου από τις προεκτεθείεσες δικαστικές αποφάσεις 615/2010, 613/2010, 601/2010, 602/ 2010, 600/2010 και 616/2010 του Μονομελούς Πρωτοδικείου ... και την 486/2012 απόφαση του Ειρηνοδικείου ... Αντιθέτως, αυτή εδραζόταν στις συμβάσεις ορισμένου χρόνου που είχαν συναφθεί μέσω προγράμματος του ΟΑΕΔ και είχαν λήξει με την παρέλευση διετίας από τη σύναψή τους, ανεξαρτήτως του ότι η ... υποχρεούτο να αποδέχεται τις υπηρεσίες τους με δικαστικές προσωρινές διαταγές ως τις 16.12.2011, τα άρθρα δε 13 του ν. 4483/2017 και 108 του ν. 4583/2018 προϋποθέτουν ενεργή σχέση εργασίας αορίστου χρόνου. Απορριπτέος τυγχάνει και ο ισχυρισμός της ... ότι είναι δυνατή, κατ’ ορθό νομικό χαρακτηρισμό, η αναγνώριση του πραγματικού χαρακτήρα της σχέσης εργασίας των φερόμενων ως δικαιούχων ως αόριστης χρονικής διάρκειας από το Δ.Σ. της ..., με την αιτιολογία ότι κάλυπταν πάγιες και διαρκείς ανάγκες, δοθέντος ότι αφενός μεν κατά τις παρατεθείσες στη νομική σκέψη συνταγματικές διατάξεις δεν καταλείπεται πεδίο εκτίμησης των εν λόγω συμβάσεων ως αορίστου χρόνου, αφετέρου δε δεν επιτρέπεται η μετατροπή τους σε αορίστου χρόνου, όπως επιβεβαίωσαν οι ως άνω δικαστικές αποφάσεις, και, συνακόλουθα, η εκ πλαγίου πρόσληψη προσωπικού χωρίς διαφανή διαδικασία αξιολόγησης με προκαθορισμένα και αντικειμενικά κριτήρια υπό τον έλεγχο του ΑΣΕΠ. Επομένως, οι εντελλόμενες δαπάνες είναι μη νόμιμες και τα επίμαχα χρηματικά εντάλματα πληρωμής δεν πρέπει να θεωρηθούν.Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, τα υπό κρίση χρηματικά εντάλματα πληρωμής δεν πρέπει να θεωρηθούν.


ΣτΕ/326/2008

Επειδή, σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές της ισότητος των διαγωνιζομένων και της διαφάνειας, οι οποίες διέπουν το δίκαιο των δημοσίων συμβάσεων και κατοχυρώνονται ήδη ρητώς στο άρθρο 2 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ, όταν η αναθέτουσα αρχή επιλέγει ως κριτήριο αναθέσεως δημοσίας συμβάσεως το προβλεπόμενο στο άρθρο 53 της αυτής οδηγίας κριτήριο της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς, οφείλει, προκειμένου να διασφαλισθούν συνθήκες πραγματικού ανταγωνισμού, να οργανώσει κατά τέτοιο τρόπο τη διαγωνιστική διαδικασία, ώστε να καταστεί απολύτως αδύνατος ο επηρεασμός της αξιολογήσεως των τεχνικών προσφορών από το ύψος των οικονομικών προσφορών (πρβλ. ΣτΕ 2283/2006, 1452/2000, 2478/1997, καθώς και Ε.Α. 1234/2007, 599/2007, 374/2007, 21/2006, 44/2005, 51/2002 κ.ά.). Κατά συνέπεια, διατάξεις Διακηρύξεως, οι οποίες δεν διασφαλίζουν πλήρως ότι η αξιολόγηση των τεχνικών προσφορών διενεργείται και περατώνεται σε χρόνο κατά τον οποίον δεν έχουν ακόμη αποσφραγισθεί οι οικονομικές προσφορές ή διατάξεις Διακηρύξεως, οι οποίες επιτρέπουν έστω και τον έμμεσο ή κατά προσέγγιση προσδιορισμό του ύψους των οικονομικών προσφορών προ της αποσφραγίσεώς τους, είναι ανίσχυρες ως αντικείμενες στις ανωτέρω θεμελιώδεις αρχές. Και ναι μεν θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι η ως άνω ερμηνεία της οδηγίας 2004/18/ΕΚ δεν είναι απηλλαγμένη από κάθε εύλογη αμφιβολία και ότι, ως εκ τούτου, τίθεται ζήτημα υποβολής σχετικού προδικαστικού ερωτήματος στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (βλ. σχετικώς Δ.Ε.Κ. απόφαση της 6.10.1982, 283/1981, CILFIT, Συλλογή 1982, σελ. 3415), τούτο, όμως, δεν υποχρεώνει την Επιτροπή Αναστολών στην υποβολή προδικαστικού ερωτήματος στο Δ.Ε.Κ. κατ’ εφαρμογή του άρθρου 234 παράγραφος 3 της Συνθήκης περί Ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητος, δοθέντος ότι η υπό κρίση αίτηση αφορά, πάντως, στην παροχή προσωρινής δικαστικής προστασίας, ενώ το τιθέμενο ζήτημα ερμηνείας της οδηγίας 2004/18/ΕΚ και, επομένως, το ενδεχόμενο να παραπεμφθεί επί του ζητήματος τούτου προδικαστικό ερώτημα στο Δ.Ε.Κ., θα εξετασθεί εκ νέου στο πλαίσιο της ακυρωτικής δίκης, η οποία θα ανοιγεί εάν η αιτούσα ασκήσει συναφή αίτηση ακυρώσεως (βλ. Δ.Ε.Κ. αποφάσεις της 24.5.1977, 107/76, Hoffmann – La Roche, Rec. 1977, p. 957, σκέψεις 4-6 και της 27.10.1982, 35-6/82, Morson και Jhanjan, Συλλογή 1982, σελ. 3723, σκέψεις 8 – 10, καθώς και Ε.Α 400/2005, 80-3/2005, 240/2004, 81/2004, 684/2003, 73/1999 κ.ά).


ΕλΣυν.Τμ.1(ΚΠΕ)/55/2017

ΑΝΑΔΡΟΜΙΚΕΣ ΑΠΟΔΟΧΕΣΜε δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις σκέψεις ΙΙ και ΙΙΙ της παρούσας, το Κλιμάκιο κρίνει ότι, κατ’ αρχήν, η επίμαχη μετάταξη της φερόμενης δικαιούχου του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος είναι νόμιμη απορριπτομένου ως αβασίμου του σχετικού λόγου διαφωνίας.  Και τούτο, υπό την διττή αιτιολογία ότι α)  νομίμως κατά τον υπολογισμό της απαιτούμενης για την μετάταξη της υπαλλήλου σε κλάδο ανώτερης κατηγορίας, κατά το άρθρο 76 παρ. 2 του Ν. 3584/2007 οκταετίας, από την κατάταξή της με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, προσμετρήθηκε, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 11 παρ.1 του ν. 3491/2006, και το χρονικό διάστημα που αυτή διήνυσε ως εργαζόμενη στο Δήμο με συμβάσεις που μετετράπησαν σε σύμβαση αορίστου χρόνου και ενώ κατείχε τίτλο σπουδών ανώτερης βαθμίδας, και β) διότι η κατάταξή της από τις 16.9.2015 - σε συμμόρφωση προς την προεκτεθείσα 2844/2013 αμετάκλητη απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών- σε προσωποπαγή θέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, δεν συνιστά νέα πρόσληψη αυτής, αντιθέτως δε, η ανωτέρω συνδεόταν εξαρχής, ήτοι από το έτος 2005, με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου με το Δήμο ...., όπως για το ζήτημα αυτό έκρινε το Δικαστήριο στο αιτιολογικό της απόφασής του (πρβλ. ΣτΕ 201/2014) σχετικά με την αληθή φύση της σχέσης που την συνέδεε με τον Δήμο, με συνέπεια τη νόμιμη προσμέτρηση του συνολικού αυτού χρονικού διαστήματος για τη συμπλήρωση της  προαπαιτούμενης της μετάταξής της οκταετίας.  Ωστόσο, οι μισθολογικές συνέπειες της ως άνω μετάταξης αναστέλλονται έως 31.12.2017, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 26 του Ν.4354/2015, κατά τα προεκτεθέντα στη σκέψη ΙΙΙ της παρούσας, το οποίο εφαρμόζεται αυτεπαγγέλτως κατά τον έλεγχο νομιμότητας του επίμαχου εντάλματος, καθώς άπτεται του ζητήματος της νομιμότητας της επέλευσης των εννόμων συνεπειών της επίμαχης μετάταξης, στην οποία ερείδεται ο προβαλλόμενος λόγος διαφωνίας, και, συνεπώς, η εντελλόμενη με αυτό δαπάνη είναι μη νόμιμη.

ΑΝΑΚΛΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕλΣυν.Τμ.1(ΚΠΕ)/25/2017


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/328/2018

Αναδρομικές αποδοχές: Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δαπάνη είναι μη νόμιμη. Και τούτο διότι από το παραγόμενο από την 395/2014 αμετάκλητη απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών δεδικασμένο ανέκυψε υποχρέωση του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου «Οργανισμός Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας του Δήμου ........» (Ο.Π.Α.Ν.Δ.Α.) να συστήσει προσωποπαγείς θέσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, προκειμένου να καλυφθούν, μεταξύ άλλων, από τους φερόμενους ως δικαιούχους υπαλλήλους, υπέρ των οποίων εκδόθηκε η προαναφερόμενη δικαστική απόφαση, και συνακόλουθα, υποχρέωση του αρμόδιου οργάνου να εκδώσει την οικεία πράξη κατάταξής τους στις θέσεις αυτές. Ειδικότερα το Δικαστήριο, αφού αναγνώρισε ότι οι ανωτέρω εργαζόμενοι συνδέονται με τον Ο.Π.Α.Ν.Δ.Α. με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου, υποχρέωσε το εν λόγω νομικό πρόσωπο να τους απασχολεί με συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου «με τις ειδικότητες και στη θέση που απασχολούνταν πριν την απόλυσή τους» χωρίς, όμως, να προσδιορίσει την κατηγορία στην οποία αυτοί υπάγονται. Λαμβάνοντας δε υπόψη ότι σε συμμόρφωση προς την απόφαση αυτή εκδόθηκε η 4479/24.3.2015 απόφαση του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Π.Α.Ν.Δ.Α., με την οποία οι εν λόγω υπάλληλοι κατετάγησαν σε μισθολογικά κλιμάκια της κατηγορίας ΥΕ, με ειδικότητα ΥΕ βοηθοί τεχνίτες, ολοκληρώθηκε η κατάταξη των συγκεκριμένων υπαλλήλων στις θέσεις και στην κατηγορία που εκείνοι υπάγονταν πριν από την έκδοση της ανωτέρω δικαστικής απόφασης. Περαιτέρω, από την έναρξη ισχύος του άρθρου 52 παρ. 2 του ν. 4456/2017, ήτοι από τη 1.3.2017, η ανωτέρω κατάταξη δύναται να ολοκληρωθεί ακόμα και εάν οι εν λόγω υπάλληλοι δεν διαθέτουν τα απαιτούμενα για τις θέσεις αυτές τυπικά προσόντα. Ωστόσο, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να νοηθεί ότι με την εν λόγω πράξη κατάταξης των υπαλλήλων αυτών λαμβάνει χώρα και μετάταξή τους σε ανώτερη κατηγορία, καθόσον, πέραν του ότι οι υπάλληλοι αυτοί -εκτός από τον ...ο οποίος απέκτησε απολυτήριο λυκείου το 2016-δεν διαθέτουν το τυπικό προσόν για τη μετάταξη τους στην κατηγορία ΔΕ (τίτλο μέσης εκπαίδευσης) ούτε προηγήθηκε η προβλεπόμενη διαδικασία για τη μετάταξή τους (αίτηση των υπαλλήλων και γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου), με τις προαναφερόμενες διατάξεις του ν. 4456/2017 επιχειρείται να διασφαλιστεί η κατάταξη των υπαλλήλων στις θέσεις που απασχολούνταν πριν από την απόλυσή τους, η οποία (κατάταξη) στην προκειμένη περίπτωση πραγματοποιήθηκε, και όχι η υπηρεσιακή τους εξέλιξη σε ανώτερη κατηγορία.


ΝΣΚ/306/2014

Συμβασιούχοι – Συμμόρφωση Δημοσίου προς δικαστική απόφαση – Διαδικασίες κατάταξης.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
α) Δεν συντρέχει νόμιμη περίπτωση για την τήρηση των διαδικασιών που προβλέπονται στις διατάξεις των άρθρων 1 του Ν. 3320/2005 και 11 του Π.Δ. 164/2004. Το Δημόσιο, όμως, προκειμένου να ανταποκριθεί στην υποχρέωση συμμόρφωσης που υπέχει προς την αμετάκλητη δικαστική απόφαση, η οποία εκδόθηκε στην εξεταζόμενη υπόθεση, δεσμευόμενο σχετικώς και από το εξ αυτής δεδικασμένο, οφείλει να εφαρμόσει, δια των αρμοδίων οργάνων του και για την υπηρεσιακή ένταξη της Α.Τ., τις διατάξεις που σχετικώς ισχύουν για τους συμβασιούχους του εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, όπως επί εξαρχής προσλήψεως και τοποθετήσεως συμβασιούχου με αυτή την ιδιότητα. β) Η ισχύς της πράξης τοποθέτησης και υπηρεσιακής ένταξης της Α.Τ., που θα εκδοθεί θα ανατρέξει έως και την 1-9-2000, την ημεροχρονολογία δηλ. κατά την οποία έγινε αμετακλήτως δικαστικώς δεκτό, ότι συνήφθη μεταξύ της Α.Τ. και του Δημοσίου, ενιαία σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου. γ) Τέλος, το δικαίωμα απασχόλησης και εν γένει τα εργασιακά δικαιώματα της Α.Τ. προσδιορίζονται από τις σχετικές δικαστικές αποφάσεις και την κατά τα ως άνω εκδοθησόμενη πράξη υπηρεσιακής ένταξης, και όχι από την εκδοθείσα σε δίκη ασφαλιστικών μέτρων από 13-3-2012 προσωρινή διαταγή, η ισχύς της οποίας εξάλλου έχει περατωθεί (ομόφ.). Εκδόθηκαν οι υπ' αριθ. 318/2015 Ε΄ Τμήματος, 36/2016 Β΄Τακτικής Ολομέλειας και 129/2016 Πλήρους Ολομέλειας ΝΣΚ.


ΔΕΚ/C-91/2008

1) Όταν τροποποιήσεις διατάξεων συμβάσεως για την παραχώρηση υπηρεσιών φέρουν ουσιωδώς διαφορετικά χαρακτηριστικά από εκείνα που δικαιολόγησαν την αρχική ανάθεση της συμβάσεως παραχωρήσεως και υποδηλώνουν, κατά συνέπεια, τη βούληση των συμβαλλομένων να αναδιαπραγματευθούν τους ουσιώδεις όρους της συμβάσεως αυτής, θα πρέπει να λαμβάνεται, σύμφωνα με την εσωτερική έννομη τάξη του οικείου κράτους μέλους, κάθε αναγκαίο μέτρο προκειμένου να αποκατασταθεί η διαφάνεια στη διαδικασία, συμπεριλαμβανομένης μιας νέας διαδικασίας αναθέσεως. Η νέα διαδικασία αναθέσεως θα πρέπει, ενδεχομένως, να οργανωθεί κατά τρόπο προσαρμοσμένο στις ιδιαιτερότητες της κρίσιμης παραχωρήσεως υπηρεσιών και να επιτρέπει σε επιχειρήσεις εγκατεστημένες σε άλλα κράτη μέλη να έχουν πρόσβαση σε κατάλληλες πληροφορίες σχετικά με τη συγκεκριμένη παραχώρηση, πριν αυτή ανατεθεί. 2) Όταν παραχωρησιούχος επιχείρηση συνάπτει σύμβαση σχετικά με υπηρεσίες εμπίπτουσες στο πεδίο παραχωρήσεως που της ανατέθηκε από οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης, δεν εφαρμόζονται η απορρέουσα από τα άρθρα 43 ΕΚ και 49 ΕΚ υποχρέωση διαφάνειας καθώς και οι αρχές ίσης μεταχειρίσεως και απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ιθαγένειας, εφόσον η επιχείρηση αυτή: – ιδρύθηκε από τον οργανισμό αυτό τοπικής αυτοδιοίκησης με σκοπό τη διάθεση αποβλήτων και τον καθαρισμό των οδών, δραστηριοποιείται όμως επίσης στην ελεύθερη αγορά, – ανήκει κατά ποσοστό 51 % στον εν λόγω οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης, οι σχετικές όμως με τη διαχείριση αποφάσεις μπορούν να λαμβάνονται μόνον με πλειοψηφία τριών τετάρτων της γενικής συνελεύσεως της επιχειρήσεως αυτής, – έχει μόνον το ένα τέταρτο των μελών του εποπτικού συμβουλίου, συμπεριλαμβανομένου του προέδρου αυτού, που διορίζονται από τον ίδιο ως άνω οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης, και – πραγματοποιεί πλέον του ημίσεος του κύκλου εργασιών της από αμφοτεροβαρείς συμβάσεις με αντικείμενο τη διάθεση αποβλήτων και τον καθαρισμό των οδών εντός των διοικητικών ορίων του εν λόγω οργανισμού τοπικής αυτοδιοικήσεως, οι δε εργασίες χρηματοδοτούνται από τον οργανισμό αυτό με πόρους προερχόμενους από τα δημοτικά τέλη που καταβάλλουν οι πολίτες του. 3) Οι κατοχυρωμένες στα άρθρα 43 ΕΚ και 49 ΕΚ αρχές της ίσης μεταχειρίσεως και απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ιθαγένειας, καθώς και η εξ αυτών απορρέουσα υποχρέωση διαφάνειας δεν επιβάλλουν στις δημόσιες αρχές να καταγγέλλουν σύμβαση, ούτε στα εθνικά δικαστήρια να λαμβάνουν μέτρα σε κάθε περίπτωση προβαλλόμενης αθετήσεως της υποχρεώσεως αυτής κατά τη διαδικασία παραχωρήσεως υπηρεσιών. Εναπόκειται στην εσωτερική έννομη τάξη να ρυθμίσει τα μέσα έννομης προστασίας προς προάσπιση των δικαιωμάτων που συνεπάγεται για τους πολίτες η εν λόγω υποχρέωση, κατά τέτοιο τρόπο ώστε τα μέσα αυτά να μην είναι λιγότερο ευνοϊκά από παρόμοιες διαδικασίες εσωτερικής έννομης τάξεως, ούτε να καθιστούν πρακτικώς αδύνατη ή υπερβολικά δυσχερή την άσκηση των δικαιωμάτων αυτών. Η υποχρέωση διαφάνειας απορρέει άμεσα από τα άρθρα 43 ΕΚ και 49 ΕΚ, τα οποία παράγουν άμεσα αποτελέσματα στις εσωτερικές έννομες τάξεις των κρατών μελών και υπερέχουν κάθε αντίθετης διατάξεως του εθνικού δικαίου.