×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/Τ4/0025/2008

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3528/2007

H ανάληψη της επιμόρφωσης των δημοσίων υπαλλήλων από ιδιωτικό οργανισμό επιτρέπεται μόνον όταν οι σχετικές υπηρεσιακές ανάγκες δεν είναι δυνατόν, για λόγους αντικειμενικούς (έλλειψη προγραμμάτων με το ζητούμενο αντικείμενο ή επείγων χαρακτήρας της επιμόρφωσης), να καλυφθούν στο πλαίσιο των εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων είτε του Ινστιτούτου Επιμόρφωσης, είτε του οικείου Υπουργείου.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕλΣυν/Τμ.4/94/2008

Εκπαίδευση υπαλλήλων(...) στο πλαίσιο της υποχρέωσης της Διοίκησης να μεριμνά για την επιμόρφωση των υπαλλήλων, δεν αποκλείεται η ανάθεση της εκτέλεσης του έργου αυτού και σε ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς φορείς, τούτο, όμως, μόνον υπό την προϋπόθεση ότι οι σχετικές ανάγκες δεν μπορούν να καλυφθούν από τα αντίστοιχα προγράμματα του Ινστιτούτου ή του αρμόδιου Υπουργείου είτε εξ αιτίας του γεγονότος ότι τέτοιο πρόγραμμα δεν υφίσταται είτε λόγω του τυχόν επείγοντος χαρακτήρα της επιμόρφωσης, προκειμένου με αυτή, στη συνέχεια, να εξυπηρετηθούν πιεστικές υπηρεσιακές ανάγκες (βλ. την 176/2006 Πράξη IV Τμ. Ελ. Συν.).(...)Με βάση τα ανωτέρω δεδομένα, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη. Τούτο διότι, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, η ανάληψη της επιμόρφωσης των υπαλλήλων από ιδιωτικό οργανισμό επιτρέπεται μόνον όταν οι σχετικές υπηρεσιακές ανάγκες δεν είναι δυνατόν, για λόγους αντικειμενικούς (έλλειψη προγραμμάτων με το ζητούμενο αντικείμενο ή επείγων χαρακτήρας της επιμόρφωσης), να καλυφθούν στο πλαίσιο των εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων είτε του Ινστιτούτου Επιμόρφωσης (ΙΝ.ΕΠ.), είτε του οικείου δημόσιου φορέα (εν προκειμένω του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης). Η συνδρομή τέτοιων εξαιρετικών περιστάσεων, αν και συντρέχει στη συγκεκριμένη περίπτωση, καθ' όσον η εφαρμογή του π.δ/τος 118/2007, για το καθεστώς του οποίου ενημερώθηκαν οι υπάλληλοι του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. στο σεμινάριο της ιδιωτικής σχολής, ξεκινούσε από την 1.1.2008 (άρθρο 42 αυτού), δεν ασκεί, όμως, επιρροή εν προκειμένω, διότι, όπως προκύπτει από το Φ075/478/14.5.2008 έγγραφο του Τμήματος Επιμόρφωσης του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ., κατά το χρονικό διάστημα από 5.12.2007 έως 7.12.2007 διενεργήθηκε από το ΙΝ.ΕΠ. σεμινάριο με το ίδιο ακριβώς θέμα, το οποίο και θα έπρεπε να παρακολουθήσουν οι εν λόγω υπάλληλοι.


ΕλΣυν/Τμ.7/256/2010

Εκπαίδευση υπαλλήλων (...) Από τις ίδιες δε διατάξεις, ερμηνευόμενες σε συνδυασμό και με τα αναφερόμενα στη δεύτερη σκέψη της παρούσας, καθώς και με την αρχή της αποτελεσματικότητας της διοίκησης, που επιβάλλει την ευελιξία προσαρμογής της στις εκάστοτε ανάγκες, δεν αποκλείουν την ανάθεση προγράμματος επιμόρφωσης σε ιδιωτικό φορέα, εφόσον οι απαιτήσεις της υπηρεσίας δεν μπορούν να καλυφθούν από τα εκπαιδευτικά σεμινάρια του ως άνω Ινστιτούτου, όπως αυτά προγραμματίζονται και ανακοινώνονται, είτε εξαιτίας του γεγονότος ότι δεν υφίσταται κάποιο αντίστοιχο πρόγραμμα είτε λόγω του επείγοντος χαρακτήρα της επιμόρφωσης, προκειμένου αυτή στη συνέχεια να καλύψει πιεστικές υπηρεσιακές ανάγκες (βλ. Πράξεις IV Τμ. Ελ.Συν. 94/2008, 176/2006, 48/2006).(....)Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Τμήμα κρίνει ότι η εντελλόμενη με το άνω χρηματικό ένταλμα δαπάνη δεν είναι νόμιμη, καθόσον από τα στοιχεία του φακέλου δεν αποδεικνύεται η συνδρομή υπηρεσιακών αναγκών επιμόρφωσης των υπαλλήλων του άνω Δήμου, που για λόγους αντικειμενικούς δεν μπορούσαν να καλυφθούν στο πλαίσιο των εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων είτε του Ινστιτούτου Επιμόρφωσης, είτε του οικείου δημόσιου φορέα. Εξάλλου, η δαπάνη αυτή επιμόρφωσης υπαλλήλων δεν μπορεί να κριθεί ως προς την «λειτουργικότητά» της, αφού προβλέπεται από διάταξη νόμου, όπου τίθενται και οι προϋποθέσεις για τη νομιμότητά της. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, το επίμαχο χρηματικό ένταλμα δεν πρέπει να θεωρηθεί.


ΕλΣυν/Τμ.4/176/2006

Εκπαίδευση υπαλλήλων (...)Κατά την έννοια των παρατεθεισών διατάξεων, τα προγράμματα επιμόρφωσης των δημοσίων υπαλλήλων καταρτίζονται, οργανώνονται και εκτελούνται από το ΙΝ.ΕΠ., καθώς και από τα Υπουργεία ή τις αυτοτελείς δημόσιες υπηρεσίες, στην περίπτωση προγραμμάτων ειδικού ενδιαφέροντος για τους υπαλλήλους τόσο των ιδίων, όσο και των ν.π.δ.δ. που τελούν υπό την εποπτεία τους. Από τις ίδιες διατάξεις, ερμηνευόμενες σε συνδυασμό και με την προμνησθείσα γενική αρχή, συνάγεται, περαιτέρω, ότι ναι μεν, στο πλαίσιο της υποχρέωσης της Διοίκησης να μεριμνά για την επιμόρφωση των υπαλλήλων, δεν αποκλείεται η ανάθεση της εκτέλεσης του έργου αυτού και σε ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς φορείς, τούτο, όμως, μόνον υπό την προϋπόθεση ότι οι σχετικές ανάγκες δεν μπορούν να καλυφθούν από τα αντίστοιχα προγράμματα του Ινστιτούτου ή του αρμόδιου Υπουργείου, είτε εξαιτίας του γεγονότος ότι τέτοιο πρόγραμμα δεν υφίσταται, είτε λόγω του τυχόν επείγοντος χαρακτήρα της επιμόρφωσης, προκειμένου με αυτή, στη συνέχεια, να εξυπηρετηθούν πιεστικές υπηρεσιακές ανάγκες (βλ. την 48/2006 Πράξη IV Τμ. Ελ. Συν.).


ΝΣΚ/214/2017

Αναγνώριση προϋπηρεσίας στον ιδιωτικό τομέα γεωτεχνικών υπαλλήλων, στην περίπτωση που αυτοί δεν ήταν εγγεγραμμένοι στο Γεωτεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος (ΓΕΩΤ.Ε.Ε.). H παρασχεθείσα εργασία από γεωτεχνικούς υπαλλήλους στον ιδιωτικό τομέα, πριν από το έτος 2000, μπορεί να υπολογισθεί, νομίμως, βάσει του άρθρου 6 του π.δ. 69/2016, και να προσμετρηθεί στο χρόνο υπηρεσίας των υπαλλήλων, στην περίπτωση που αυτοί δεν ήταν εγγεγραμμένοι ως μέλη στο Γεωτεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος (ΓΕΩΤ.Ε.Ε.), τηρουμένων των λοιπών νομίμων προϋποθέσεων (ομόφ.).Κατάσταση : Αποδεκτή


ΕΣ/Κλ.Τμ.7/138/2017

Καταβολή αμοιβής ποσού  για υπηρεσίες που παρασχέθηκαν σε εκτέλεση συναφθείσας προγραμματικής σύμβασης με σκοπό την επιμόρφωση υπαλλήλων του Δήμου.(...)Με τα δεδομένα αυτά, από το προπαρατεθέν περιεχόμενο της ελεγχόμενης σύμβασης προκύπτει ότι αυτή δεν φέρει τα χαρακτηριστικά της προγραμματικής συμφωνίας του άρθρου 100 του ν. 3852/2010, αλλά συνιστά κατ’ ουσία απευθείας ανάθεση δημόσιας σύμβασης υπηρεσιών από το Δήμο ... στο Κέντρο Ερευνών Πανεπιστημίου Πειραιώς. Και τούτο διότι τα συμβαλλόμενα μέρη δεν συμπράττουν ισόρροπα, εκκινώντας από κοινή αφετηρία, με σκοπό την εκτέλεση κοινά εξυπηρετούμενου δημόσιου σκοπού, αλλά επιδιώκουν την ικανοποίηση όλως διακριτών και αντιθέτων συμφερόντων, καθόσον ο Δήμος ..., λειτουργώντας ως Αναθέτουσα Αρχή η οποία ασκεί εποπτεία κατά την εκτέλεση των υπηρεσιών, αποσκοπεί στην επιμόρφωση των υπαλλήλων του, το δε Κέντρο Ερευνών Πανεπιστημίου Πειραιώς επέχει θέση κοινού αντισυμβαλλομένου, που ελέγχεται ως προς την προσήκουσα εκπλήρωση της σύμβασης και αποβλέπει στη λήψη του καθορισμένου συμβατικού ανταλλάγματος (πρβλ. Ε.Σ. Πράξ. Κ.Π.Ε.Δ στο VII Τμ. 12/2016).(...)Σημειώνεται δε ότι η ως άνω απευθείας ανάθεση της ελεγχόμενης σύμβασης αντιβαίνει στο άρθρο 118 του ν. 4412/2016, αφού η δαπάνη της υπερβαίνει το ανώτατο όριο των 20.000 ευρώ, μέχρι του οποίου είναι επιτρεπτή, βάσει του άρθρου αυτού, η απευθείας ανάθεση από τους δήμους των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών, περαιτέρω, δεν αποδεικνύεται, από τον έχοντα το σχετικό βάρος απόδειξης Δήμο, ότι συντρέχουν, οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 32 του ν. 4412/2016 για την προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία της ανάθεσης με διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση σχετικής προκήρυξης.(...)Τέλος, βάσιμος καθίσταται και ο τρίτος λόγος διαφωνίας της Επιτρόπου, καθόσον από τα στοιχεία του φακέλου δεν αποδεικνύεται η συνδρομή υπηρεσιακών αναγκών επιμόρφωσης των υπαλλήλων του ανωτέρω Δήμου, που για λόγους αντικειμενικούς δεν μπορούσαν να καλυφθούν στο πλαίσιο των εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων είτε του Ινστιτούτου Επιμόρφωσης του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης, είτε του οικείου δημόσιου φορέα (βλ. Πρ. VII Τμ. 256/2010).


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/99/2018

Παράταση συμβάσεων μίσθωσης έργου, κατ’ επίκληση των διατάξεων του άρθρου ένατου του ν. 4506/2017.Β. Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στις προηγούμενες νομικές σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει τα ακόλουθα:1. Οι αρχικώς συναφθείσες, κατ’ επίκληση των διατάξεων του άρθρου 49 του ν. 4325/2015, συμβάσεις, διάρκειας από 7.7.2015 και από 1.10.2015  έως 31.12.2015, αν και συνήφθησαν ως συμβάσεις «μίσθωσης έργου», στην πραγματικότητα συνιστούσαν συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου, οι οποίες αποσκοπούσαν στην κάλυψη πάγιων και διαρκών αναγκών του Τ.Ε.Ι. ... στον τομέα της καθαριότητας. (..) Εξάλλου, οι υπηρεσιακές ανάγκες, που επρόκειτο να καλυφθούν με τις προαναφερθείσες συμβάσεις, δεν είναι ποσοτικά και χρονικά περιορισμένες, αλλά ανάγονται στη συνήθη λειτουργική δραστηριότητα του Ιδρύματος, συνδέονται άρρηκτα με την εκπλήρωση των σκοπών του και ανακύπτουν σε μόνιμη βάση, ως εκ τούτου δε, επρόκειτο για πάγιες και διαρκείς ανάγκες του εν λόγω νομικού προσώπου (πρβλ. Ε.Σ. Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο IV Τμ. 25/2017).2. Περαιτέρω, έρεισμα της εντελλόμενης δαπάνης αποτελούν συμβάσεις εργασίας προσωπικού ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου που έχουν συναφθεί διαδοχικά, μετά από παράταση προηγούμενων όμοιων, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 5 παρ. 1 του π.δ/τος 164/2004, χωρίς η διαδοχή αυτή να δικαιολογείται από αντικειμενικούς λόγους. Συνυπολογιζομένης δε της διάρκειας των εν λόγω συμβάσεων, το συνολικό χρονικό διάστημα απασχόλησης (από 7.7.2015  και από 1.10.2015 έως 15.5.2018) των φερόμενων ως δικαιούχων υπαλλήλων με διαδοχικές συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου στον ίδιο φορέα και με την ίδια ειδικότητα, υπερβαίνει την 24μηνη μέγιστη επιτρεπόμενη συνολική διάρκεια απασχόλησης, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 6 παρ. 1 του ίδιου ως άνω π.δ/τος. Επομένως, η εντελλόμενη δαπάνη είναι μη νόμιμη, διότι στηρίζεται σε μη νόμιμη, αυτοδικαίως άκυρη σύμβαση3. Το Κλιμάκιο, ωστόσο, κατά πλειοψηφία, κρίνει ότι το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πρέπει να θεωρηθεί, κατ’ εφαρμογή όσων ορίζονται στο εδάφιο α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 7 του π.δ/τος 164/2004, το οποίο επιτάσσει, μεταξύ άλλων, την άμεση καταβολή στον εργαζόμενο των οφειλόμενων βάσει άκυρης σύμβασης χρηματικών ποσών. Ωσαύτως, με την ίδια νομική βάση πρέπει να θεωρηθούν και όσα χρηματικά εντάλματα εκδοθούν για την καταβολή στους δικαιούχους του χρηματικού εντάλματος των δεδουλευμένων αποδοχών τους, μέχρι την κοινοποίηση της παρούσας πράξης.


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/242/2013

ΑΝΤΙΜΙΣΘΙΑ:(...)Δεδομένου δε, ότι ο φερόμενος ως δικαιούχος κατά το διάστημα απουσίας του από την υπηρεσία εκ των πραγμάτων δεν συμμετείχε στο πρόγραμμα νυχτερινής υπηρεσίας και εργασίας πέραν του πενθημέρου του Αστυνομικού Τμήματος στο οποίο υπηρετεί, δεν είναι δυνατός ο συνυπολογισμός στις πάσης φύσεως αποδοχές των ως άνω παροχών που προϋποθέτουν πραγματική παροχή υπηρεσίας. Άλλωστε,  δεν παρίσταται συμβατή  με το σύστημα των διατάξεων των άρθρων 92 παρ. 5, 93 παρ. 3 και 4 του ν. 3852/2010 και της ΚΥΑ 19165/15.4.2011, η εκτίμηση του ύψους των παροχών αυτών, με βάση τον μέσο όρο των ωρών νυχτερινής και πρόσθετης εργασίας που πραγματοποιήθηκε κατά το προ της λήψεως της αδείας διάστημα, ως έγινε εν προκειμένω, αφού, κατά τα ανωτέρω, το χρονικό πεδίο συγκρίσεως της αντιμισθίας και των πάσης φύσεως αποδοχών της κυρίας θέσεως εκτείνεται κατά την διάρκεια της θητείας του αιρετού, διάστημα κατά το οποίο πρέπει να εκτιμώνται τα υπηρεσιακά και μισθολογικά δεδομένα αυτού και οι τυχόν μεταβολές τους και όχι κατά το προηγούμενο αυτής διάστημα. Περαιτέρω, αβασίμως προβάλλεται με το συνημμένο στο έγγραφο επανυποβολής του οικείου τίτλου πληρωμής, 17995/21.10.2012 υπόμνημα του φερομένου ως δικαιούχου και κατ’ εκτίμηση του περιεχομένου του, ότι οι επίμαχες παροχές φέρουν πάγιο και τακτικό χαρακτήρα για τους αστυνομικούς και ότι, ως εκ τούτου, πρέπει να συνυπολογισθούν στις «πάσης φύσεως αποδοχές» της κυρίας θέσεώς του και να προσαυξηθεί κατά το μέτρο αυτών η αντιμισθία τους. Και τούτο, διότι, κατά τα ανωτέρω, η συμπερίληψη των παροχών αυτών στις τακτικώς καταβαλλόμενες αποδοχές των αστυνομικών προϋποθέτει είτε την ενεργό άσκηση νυχτερινής ή πλέον του πενθημέρου εργασίας, είτε την εκ της Υπηρεσίας παράνομη παρεμπόδισή της, όροι που δεν συντρέχουν όταν ο μισθωτός απουσιάζει από την εργασία του, τελών στο καθεστώς της κατ’ άρθρο 93 παρ.1 του ν. 3852/2010 αδείας. Επίσης, αβασίμως προβάλλεται από τον φερόμενο ως δικαιούχο ότι με την μη καταβολή της επίμαχης προσωπικής διαφοράς συντελείται απώλεια του εισοδήματός του, κατά παρέκκλιση των οριζομένων στο άρθρο 92 παρ. 5 του ν. 3852/2010 και αντίθετη προς την εύλογη προσδοκία του ιδίου κατά την ανάληψη των σχετικών αιρετών καθηκόντων (βλ. σχετικώς και τα διαλαμβανόμενα στην 10707/22.6.2012 αίτησή του για την απόληψη της προσαυξήσεως). Τούτο δε, διότι, ως εξετέθη σε προηγούμενη νομική σκέψη, με την ως άνω διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 92 του ν. 3852/2010 εσκοπήθη η διατήρηση του βασικού μισθολογικού και ασφαλιστικού πυρήνα των μισθωτών που ανεδείχθησαν σε τοπικά αιρετά αξιώματα, μέσω της ανταποκρινόμενης στο είδος και την έκταση των σχετικών καθηκόντων αντιμισθίας η οποία, στον βαθμό που υπολείπεται των πάσης φύσεως αποδοχών  της κυρίας θέσεως δύναται να προσαυξάνεται κατά το ποσό της διαφοράς, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι εξακολουθούν  να καταβάλλονται ειδικές παροχές που προϋποθέτουν πραγματική συμμετοχή του μισθωτού στον τρέχοντα προγραμματισμό της υπηρεσίας και εκτέλεση καθηκόντων ιδιάζουσας ποιοτικής ή χρονικής φύσεως, που εξαρτάται από τις εκάστοτε υπηρεσιακές ανάγκες. Δεδομένου δε, ότι υφίσταται ευρεία ευχέρεια του νομοθέτη να διαμορφώνει το επίπεδο των αποδοχών κατά τρόπο ανάλογο των καθηκόντων, ότι δεν κατοχυρώνεται δικαίωμα σε αποδοχές ορισμένου ύψους και δη όταν μεταβάλλεται η φύση των καθηκόντων, ότι δεν υφίστανται περαιτέρω δυσμενείς συνέπειες συνταξιοδοτικού χαρακτήρα καθώς  και ότι οι σχετικές διατάξεις ίσχυαν ήδη προ των εκλογών, με την μη καταβολή της επίμαχης προσαυξήσεως δεν προσβάλλονται τα περιουσιακά δικαιώματα και οι νόμιμες προσδοκίες ή η δικαιολογημένη εμπιστοσύνη του φερομένου ως δικαιούχου. Σε κάθε δε περίπτωση, λόγω πρόδηλης ετερότητος των εργασιακών συνθηκών, δεν υφίσταται αδικαιολόγητη διάκριση σε σχέση με αιρετούς ανήκοντες σε άλλες επαγγελματικές κατηγορίες ή σε σχέση με τους εκτελούντες ενεργό υπηρεσία αστυνομικούς.


ΕΣ/ΚΛ.Ζ/417/2023

Εκσυγχρονισμός του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και Αναβάθμιση Ψηφιακών Υπηρεσιών αυτού: Περαιτέρω, όμως, από τον έλεγχο της ανωτέρω διαγωνιστικής διαδικασίας το Κλιμάκιο κρίνει με βάση τις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν ότι μη νομίμως απορρίφθηκε η προσφορά της ένωσης εταιρειών «…..». Ειδικότερα, στα υποβληθέντα από τις εν λόγω δύο εταιρείες ΕΕΕΣ περιλαμβάνεται, κατ’ αρχάς, δήλωση περί των ποσοστών συμμετοχής καθεμίας στην ένωση, ήτοι διαλαμβάνεται ότι το ποσοστό της …… είναι 95% και της ….. S.A. είναι 5%. Από τη διατύπωση αυτή, ελλείψει ειδικότερου προσδιορισμού, δεν προκύπτει πράγματι με σαφήνεια εάν τα ως άνω ποσοστά ανταποκρίνονται και στην κατανομή της αμοιβής και των εργασιών του φυσικού αντικειμένου της σύμβασης μεταξύ των μελών της ένωσης. Και τούτο διότι, όπως δέχεται και η Αναθέτουσα Αρχή, κατανομή αμοιβής και έκταση συμμετοχής είναι δυνατό να μην συμπίπτουν, δεν αποκλείεται όμως, όπως είναι το συνήθως συμβαίνον, να ταυτίζονται. Ωστόσο, υπό το καθεστώς ισχύος της νέας ρύθμισης του άρθρου 102 του ν. 4412/2016, όπως αυτή έχει αποτυπωθεί στην παράγραφο 3.1.2 της οικείας διακήρυξης, οι αναθέτουσες αρχές ζητούν από τους οικονομικούς φορείς, όταν οι πληροφορίες ή η τεκμηρίωση που πρέπει να υποβάλλονται είναι ή εμφανίζονται ελλιπείς ή λανθασμένες, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων στο ΕΕΕΣ, να υποβάλουν, συμπληρώνουν, αποσαφηνίζουν ή να ολοκληρώνουν τις σχετικές πληροφορίες ή τεκμηρίωση, υπό την προϋπόθεση ότι μέσω της παροχής της δυνατότητας αυτής δεν τροποποιείται η προσφορά τους. Κατόπιν των ανωτέρω, δεδομένου ότι στην προκειμένη περίπτωση στο σχετικό πεδίο του ΕΕΕΣ που υπέβαλε καθένα από τα μέλη της προαναφερόμενης ένωσης εταιρειών περιέχεται μια αρχική, έστω και γενική δήλωση σχετικά με το ποσοστό συμμετοχής εκάστου στην ένωση, από την οποία, όπως προαναφέρθηκε, καταλείπεται ασάφεια σχετικά με το εάν το εν λόγω ποσοστό αφορά και στην κατανομή των κρίσιμων μεγεθών (έκταση συμμετοχής σε σχέση με το αντικείμενο της σύμβασης και κατανομής της αμοιβής μεταξύ των μελών της ένωσης), η Αναθέτουσα Αρχή όφειλε, κατά την κρίση του Κλιμακίου, αφού μάλιστα έκρινε ότι κατά το στάδιο της εξέτασης των δικαιολογητικών συμμετοχής δεν μπορεί να αξιολογηθεί άλλο έγγραφο που τυχόν έχει προσκομισθεί, να ζητήσει από την αποκλεισθείσα ένωση να διασαφηνίσει τις ανωτέρω δηλώσεις των μελών της. Η πρόσκληση δε αυτή θα αποσκοπούσε στο να συμπληρωθεί μία τυπική έλλειψη και να λειτουργήσει διευκρινιστικά ως προς τις ήδη παρασχεθείσες πληροφορίες και όχι στην υποκατάσταση ελλείπουσας εξ υπαρχής δήλωσης. Επομένως, δεν θα είχε ως αποτέλεσμα την υποβολή νέας προσφοράς, η οποία, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη 7 της παρούσας, τίθεται ως όριο στις προβλέψεις του νόμου, αλλά θα παρείχε τη δυνατότητα στην ως άνω ένωση να συμπληρώσει πληροφορίες που παρίστανται ελλιπείς προς αποφυγή του αποκλεισμού της για αυστηρά τυπικούς λόγους. Εξάλλου, με δεδομένο ότι, εν προκειμένω, στον φάκελο των δικαιολογητικών συμμετοχής συνυποβλήθηκε και το από 15.3.2022 Ιδιωτικό Συμφωνητικό Σύστασης Ένωσης Προσώπων, του οποίου ο προγενέστερος χαρακτήρας σε σχέση με την καταληκτική ημερομηνία υποβολής προσφορών είναι αντικειμενικά εξακριβώσιμος, η Αναθέτουσα Αρχή, αφού όφειλε κατά μείζονα λόγο να ζητήσει σχετικές διευκρινίσεις, θα μπορούσε ακόμη και να το λάβει απευθείας υπόψη, προκειμένου να κρίνει, κατόπιν συνεκτίμησής του, εάν καλύπτονται οι διαπιστωθείσες ελλείψεις. Από την επισκόπηση του ανωτέρω ιδιωτικού συμφωνητικού, το περιεχόμενο του οποίου παρατίθεται στη σκέψη 19.2 της παρούσας, προκύπτει ότι σε αυτό αφενός μεν δηλώνονται τα ποσοστά συμμετοχής εκάστου μέλους στην ένωση ως προς το φυσικό και οικονομικό αντικείμενο της σύμβασης, αφετέρου δε συμπεριλαμβάνεται πίνακας, στον οποίο αποτυπώνονται όλες οι υπηρεσίες (και η προμήθεια) που απαρτίζουν το φυσικό της αντικείμενο, ενώ με τη χρήση σχετικού συμβόλου δηλώνεται ποιο μέλος θα εκτελέσει καθεμία από αυτές. Επιπροσθέτως, στην αμέσως επόμενη παράγραφό του (2.7) συμφωνείται ότι κάθε συμβαλλόμενο μέλος θα είναι υπεύθυνο για την παροχή των υπηρεσιών που το αφορούν με βάση την ανωτέρω κατανομή των ποσοστών και αντικειμένων του Έργου. Το γεγονός δε ότι ο πίνακας της κατανομής των εργασιών μεταξύ των μελών της ένωσης συνοδεύεται από τη φράση «ενδεικτικά και όχι περιοριστικά», δεν καθιστά το περιεχόμενο της δήλωσης ασαφές, καθώς σε αυτόν περιλαμβάνεται το σύνολο των εργασιών που απαρτίζουν το φυσικό αντικείμενο της σύμβασης. Ούτε από το γεγονός ότι η μία από της εταιρείες θα αναλάβει κατά μόνας την Προμήθεια, Εγκατάσταση και Παραμετροποίηση Εξοπλισμού ΤΠΕ (σαρωτές, υπολογιστές κ.λπ.) και έτοιμων πακέτων λογισμικού, ενώ η άλλη θα παρέχει μόνη της τις Συμβουλευτικές – Μελετητικές Υπηρεσίες, δημιουργείται οποιαδήποτε ασάφεια, καθώς προκύπτει ότι οι λοιπές υπηρεσίες θα παρασχεθούν και από τους δύο οικονομικούς φορείς, σε αναλογία με το ποσοστό που έχουν δηλώσει ως συμμετοχή στην ένωση. Συνεπώς, από το όλο περιεχόμενο του εν λόγω ιδιωτικού συμφωνητικού συνάγεται με σαφήνεια τόσο η έκταση συμμετοχής εκάστης των εταιρειών στην ένωση σε σχέση με το φυσικό αντικείμενο της σύμβασης, όσο και η κατανομή της αμοιβής μεταξύ τους (συμμετοχή στο οικονομικό αντικείμενο), ανερχόμενων στα δηλωθέντα ποσοστά (95%-5%), ώστε αυτό (συμφωνητικό) να δύναται να συμπληρώσει και να διευκρινίσει την ασάφεια των περιλαμβανόμενων στα ΕΕΕΣ δηλώσεων είτε λαμβανόμενο απευθείας υπόψη είτε κατόπιν προσκόμισής του ύστερα από σχετική πρόσκληση. ΑΝΑΚΛΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/1291/2023