Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/Τ7/0048/2007

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 30/1996

Η καταβολή της εταιρικής εισφοράς αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρίας για αόριστο χρονικό διάστημα δεν αποτελεί εισφορά για σχηματισμό αρχικού κεφαλαίου και οδηγεί σε καταστρατήγηση των διατάξεων που απαγορεύουν επιχορήγηση εταιρείας με οποιοδήποτε σκοπό ,εκτός εαν πρόκειται για αντιμετώπιση προβλημάτων απο χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/ΤΜ.7/22/2005

Επιχορήγηση εταιρείας μη κερδοσκοικού χαρακτήρα..Με τα δεδομένα αυτά, το Τμήμα κρίνει ότι η εντελλόμενη με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δαπάνη είναι μη νόμιμη διότι η χρηματική συνδρομή του Δήμου στη φερόμενη ως δικαιούχο αστική εταιρεία μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, για την κάλυψη της διαφοράς μεταξύ εσόδων - εξόδων μηνός Μαΐου 2005, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας (συνδρομής) αφορά στην πληρωμή των αποδοχών και των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων στην εταιρεία, αποτελεί ανεπίτρεπτη, κατά τις διατάξεις του άρθρου 277 παρ.8 του π.δ.410/1995, επιχορήγηση, εφόσον οι διατάξεις αυτές δεν επιτρέπουν καταρχήν την επιχορήγηση από το Δήμο εταιρείας στην οποία μετέχει για οποιονδήποτε σκοπό (εκτός κι αν πρόκειται για εταιρεία της οποίας ο σκοπός είναι η αντιμετώπιση προβλημάτων από τη χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών). Εξάλλου, ο ισχυρισμός του Δήμου ότι η συνδρομή του για την κάλυψη της διαφοράς εσόδων - εξόδων αποτελεί υποχρέωσή του, απορρέουσα από το καταστατικό της εν λόγω εταιρείας (άρθρ.7), δεν καθιστά τη δαπάνη νόμιμη, καθόσον το καταστατικό και οι προβλεπόμενες από αυτό υποχρεώσεις του Δήμου ως εταίρου, πρέπει να είναι σύμφωνες ή να συνάδουν προς τις διατάξεις που διέπουν την ίδρυση και λειτουργία των αστικών εταιρειών μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, τις οποίες ιδρύουν ή στις οποίες συμμετέχουν οι φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης (ήτοι τις διατάξεις των άρθρων 277επ. ΔΚΚ) κι επομένως δεν μπορεί ο Δήμος, επικαλούμενος υποχρέωσή του απορρέουσα από το καταστατικό της εταιρείας στην οποία μετέχει, να επιχορηγήσει την εταιρεία αυτή, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 277 παρ.8 του ΔΚΚ (π.δ.410/1995).Κατ' ακολουθία των ανωτέρω, η εντελλόμενη με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα δαπάνη δεν είναι νόμιμη κι επομένως αυτό δεν πρέπει να θεωρηθεί.


ΕλΣυν.Κλ.Ζ'/15/2018

Εκπόνηση μελετών:Εκ τούτων καθίσταται προφανές ότι με την ελεγχόμενη συμφωνία – πλαίσιο ανατίθεται, κατά παράβαση της διάταξης του άρθρου 39 παρ. 10 του ν.4412/2016, η εκπόνηση ανόμοιων μελετών. Δοθέντος δε ότι κατά τη διακήρυξη δεν ήταν δυνατή η υποβολή προσφορών κατά τμήματα, δηλαδή προσφορά για μία ή περισσότερες κατηγορίες μελετών,  η κατά τα ανωτέρω ανάθεση ανόμοιων μελετών οδηγεί σε καταστρατήγηση των οικείων διατάξεων και σε παραβίαση των αρχών του ανταγωνισμού και της διαφάνειας, καθόσον περιορίζεται υπέρμετρα ο ανταγωνισμός και δημιουργούνται μονοπωλιακές δομές. Τούτο δε διότι, δοθέντος ότι οι μελετητές εξειδικεύονται σε συγκεκριμένες κατηγορίες μελετών βάσει του τίτλου σπουδών τους, η ανάθεση με συμφωνία-πλαίσιο πολλών ανόμοιων μελετών, μικρού οικονομικού αντικειμένου, ειδικά από μικρούς περιφερειακούς δήμους, όπου δεν εδρεύουν πολλοί μελετητές, σε συνδυασμό με την υποχρεωτική υποβολή προσφοράς για το σύνολο των μελετών αυτών, καθιστά ανέφικτη τη συμμετοχή μεμονωμένων μελετητών, ενώ, περαιτέρω, καθιστά υποχρεωτική τη σύμπραξη μελετητών οι οποίοι, βάσει του τίτλου σπουδών τους, είναι εγγεγραμμένοι στις αντίστοιχες κατηγορίες.Τούτο άλλωστε αποδείχθηκε και από το γεγονός ότι στον επίμαχο διαγωνισμό υπέβαλε προσφορά μία μόνο σύμπραξη μελετητών. Επιπρόσθετα, το Κλιμάκιο επισημαίνει ότι η συμφωνία-πλαίσιο ενδείκνυται, όπως άλλωστε αναφέρεται και στη διάταξη του άρθρου 39 παρ. 10 του ν.4412/2016, για την ανάθεση κυρίως υποστηρικτικών μελετών (βλ. σκ. V) και όχι κύριων μελετών τεχνικών έργων, αφού οι τελευταίες συνήθως συνοδεύονται από περισσότερες διαφορετικών κατηγοριών υποστηρικτικές μελέτες. Ως εκ τούτου, τα αναφερόμενα στην ως άνω μελέτη περί αναγκαιότητας συνεργασίας – συνδυασμού των μελετών οδοποιίας, των λιμενικών μελετών καθώς και των υδραυλικών μελετών με τις λοιπές κατηγορίες μελετών που προκηρύσσονται με την οικεία διακήρυξη, για την αντιμετώπιση του συνόλου των προβλημάτων των έργων, καθώς και την πλήρη και επιστημονική κάλυψη των αναγκών του Δήμου στα σχετικά έργα, στα οποία αφορούν οι μελέτες, δεν είναι ικανά να άρουν την ως άνω διαπιστωθείσα παρανομία. Τέλος, ανεξαρτήτως των ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι μη νομίμως στο άρθρο 5 του σχεδίου σύμβασης αναγράφεται ως αμοιβή του αναδόχου το συνολικό ποσό της προεκτιμώμενης αξίας της συμφωνίας-πλαίσιο, δηλαδή το ποσό των 502.796,77 ευρώ, χωρίς Φ.Π.Α., αφού, σύμφωνα με τα άρθρα 12 παρ. 1 και 2 της διακήρυξης και 4 της Σ.Υ., η αμοιβή του αναδόχου θα ανέλθει στο άθροισμα των επιμέρους συμβάσεων, οι οποίες δεν δύνανται να υπερβούν τις δέκα συνολικά για το σύνολο των ζητούμενων κατηγοριών μελετών, λαμβανομένης υπόψη της προσφερθείσας από αυτόν έκπτωσης.  Τέλος, ο όρος του άρθρου 4.2.3 της Σ.Υ. περί δυνατότητας του εργοδότη να προβεί σε αύξηση του συμβατικού αντικειμένου οποιασδήποτε επιμέρους σύμβασης παρίσταται αόριστος και συνεπώς μη νόμιμος, σε κάθε δε περίπτωση, ενόψει της  σύναψης της συμφωνίας-πλαίσιο με έναν μόνο οικονομικό φορέα, συνιστά ουσιώδη τροποποίηση των επιμέρους ποσών της προεκτιμώμενης αμοιβής.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, διαπιστώνονται ουσιώδεις νομικές πλημμέλειες που κωλύουν την υπογραφή του υποβληθέντος προς έλεγχο,..σχεδίου συμφωνίας-πλαίσιο, με αντικείμενο την «Εκπόνηση μελετών για τον σχεδιασμό και υλοποίηση βασικών τεχνικών έργων υποδομής του Δήμου ..»


ΕΣ/ΤΜ.6/2651/2012

Επιχορήγηση αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας...Με τα δεδομένα αυτά, είναι πρόδηλο ότι η επίμαχη σύμβαση συνιστά έμμεση και μη προβλεπόμενη εκ του νόμου χρηματοδότηση της ... από το Δήμο .... μέσω της Π.Ε.Δ. .... για την πρόσληψη προσωπικού, παρά το γεγονός ότι πλέον ο νομοθέτης, ιδίως με τις διατάξεις του άρθρου 267 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων και 111 του Καλλικράτη, περιορίζει την ευχέρεια των δήμων να συστήνουν ή να συμμετέχουν, πέραν από τις ρητώς αναφερόμενες περιπτώσεις, σε εταιρείες ή επιχειρήσεις (μία κοινωφελή, μία υδρεύσεως, μία επιχειρηματική κ.λπ.), ενώ η όποια συμμετοχή τους σε ήδη υφιστάμενες περιορίζεται στην ήδη προβλεπόμενη στο καταστατικό τους ετήσια εισφορά, απαγορευομένης κάθε περαιτέρω επιχορήγησης ή χρηματοδότησης. Επιπλέον, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι η πρόσληψη του προσωπικού αυτού θα γίνει με αδιαφανείς διαδικασίες, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 267 του Κ.Δ.Κ., οι οποίες, όπως ορθά επισημαίνει το Κλιμάκιο, ορίζουν ότι στις αστικές μη κερδοσκοπικές εταιρείες των Ο.Τ.Α., στην έννοια των οποίων ανήκει και η Π.Ε.Δ. Νοτίου Αιγαίου, εφαρμόζονται οι διατάξεις περί δημοτικών κοινωφελών επιχειρήσεων. Συνεπώς, η όλη σύμβαση κατ' ουσίαν συνιστά έναν ευρηματικό, πλην μη νόμιμο, τρόπο για την καταστρατήγηση του συνόλου των διατάξεων, οι οποίες αφενός μεν θέτουν περιορισμούς στις προσλήψεις προσωπικού, αφετέρου δε θεσπίζουν όρους και προϋποθέσεις για την τήρηση της διαφάνειας και αμεροληψίας κατά την εν λόγω πρόσληψη. Σε κάθε δε περίπτωση, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η ... συνιστά αναντίρρητα εταιρεία Ο.Τ.Α., καθώς, όπως προκύπτει από το άρθρο 8 του καταστατικού της, υπάγεται στο διοικητικό έλεγχο της Π.Ε.Δ. Νοτίου Αιγαίου, η οποία διορίζει την πλειοψηφία των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας, υποδεικνύει δε τον Πρόεδρο, τον Αντιπρόεδρο και το Γραμματέα αυτού. Κατά συνέπεια, για την πρόσληψη προσωπικού πρέπει να τηρούνται οι προϋποθέσεις και η διαδικασία των παρ. 2−17 του άρθρου 21 του ν. 2190/1994, καθώς επίσης και οι προϋποθέσεις των διατάξεων του άρθρου 6 παρ. 1 του π.δ. 164/2004. Πέραν όμως των ανωτέρω λόγων, για τους οποίους η επίμαχη σύμβαση κρίνεται μη νόμιμη, επισημαίνεται, - δεδομένου ότι οι δήμοι, ως νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, υπόκεινται στη συνταγματική αρχή της δημοσιονομικής νομιμότητας -, ότι η επίμαχη σύμβαση δεν περιέχει σαφή και αναλυτική πρόβλεψη τόσο για το αντικείμενο της χρηματοδότησης όσο και για τον τρόπο διάθεσης των χρημάτων που παρέχει ο Δήμος, καθώς δεν αρκεί η αναφορά στη σύμβαση ότι ο Δήμος χρηματοδοτεί την ΠΕΔ Νοτίου Αιγαίου μέχρι του ποσού των 1.300.000 και ότι η καταβολή του ποσού θα γίνει σε ποσοστό 10% με την υπογραφή της σύμβασης και στη συνέχεια σε μηνιαίες δόσεις σύμφωνα με το πρακτικό πιστοποίησης εργασιών. Τούτο δε διότι, με τον τρόπο αυτό δεν διασφαλίζεται η διαφανής διαχείριση του χρήματος που παρέχεται από το Δήμο και η συγκεκριμένη σύμβαση καθίσταται όχημα παροχής ανεξέλεγκτης χρηματοδότησης από το Δήμο σε τρίτους, χωρίς να εξειδικεύεται ο τρόπος περαιτέρω διάθεσης των χορηγούμενων πιστώσεων, να θεσπίζεται ενδελεχής τρόπος διαχείρισης του δημοτικού χρήματος και να τίθενται συγκεκριμένοι κανόνες που να καθορίζουν τον τρόπο εξέτασης της προόδου της δράσης από την προβλεπόμενη στη σύμβαση Επιτροπή Παρακολούθησης. Συγκεκριμένα, όπως ορθώς έκρινε το Κλιμάκιο, κατά παράβαση των αρχών της διαφάνειας και της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, δεν προσδιορίζεται ποιό από τα συμβαλλόμενα μέρη αναλαμβάνει την ευθύνη για τη διάθεση των χρημάτων που θα καταβληθούν από το Δήμο .... για την κάλυψη δαπανών που αφορούν στην πληρωμή του προσωπικού, σε καύσιμα-ανταλλακτικά-λιπαντικά-συντήρηση οχημάτων, τέλη κυκλοφορίας-ασφάλιση αυτοκινήτων, τηλεπικοινωνίες-χρήση συχνοτήτων ασυρμάτων, αγορά εξοπλισμού-ρουχισμού προσωπικού, αναλώσιμα γραφείου-συντήρηση εξοπλισμού γραφείων, αγορές προγραμμάτων Η/Υ, καθώς επίσης και την ευθύνη για το συντονισμό των σχετικών ενεργειών. Επίσης, ορθώς κρίθηκε από το Κλιμάκιο ότι ο όρος του ελεγχόμενου σχεδίου συμβάσεως, σύμφωνα με τον οποίο τα συμβαλλόμενα μέρη δύνανται να τροποποιήσουν, παρατείνουν ή ανανεώσουν τη σύμβαση με έγγραφη συμφωνία (βλ. άρθρα 4 και 8 του σχεδίου συμβάσεως), έχει τεθεί κατά παράβαση των αρχών της διαφάνειας και της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης. Τούτο δε διότι, με τον όρο αυτό καταλείπεται πλήρης ευχέρεια στα μέρη να τροποποιήσουν ή να επεκτείνουν χρονικώς την εν λόγω σύμβαση, χωρίς να έχει προσδιορισθεί εκ των προτέρων το περιεχόμενο των τροποποιήσεων, ο χρονικός ορίζοντας των παρατάσεων ή ανανεώσεων, καθώς επίσης και το ακριβές κόστος αυτών (πρβλ. Ελ. Συν. VI Τμ. 258/2007, VII Tμ. 117/2010).