Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/Τ7/83/2006

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3669/2008

Εργα που αποτελούν μερικότερα τμήματα ενός ενιαίου έργου που, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 17 παρ.4 του Ν. 2539/1997, κατατμήθηκε στα αναφερόμενα στα χρηματικά αυτά εντάλματα ομοειδή, επιμέρους, έργα, προϋπολογιζόμενης δαπάνης μικρότερης των 12.120,32 ευρώ έκαστο, με συνέπεια την απευθείας ανάθεση τους στους ανωτέρω εργολάβους και τη μη τήρηση της διαδικασίας του δημόσιου μειοδοτικού διαγωνισμού.

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/Τ7/70/2005

Κατασκευή έργων που αποτελούν μερικότερα τμήματα ενιαίου έργου που κατατμήθηκε σε ομοειδή επιμέρους έργα.Μη νόμιμο.


Ελσυν/Τμ 7/45/2009

Δεν είναι νόμιμες οι δαπάνες που αφορούν στην πληρωμή εργολάβου για την εκτέλεση τριών δημοτικών έργων, καθόσον αποτελούν κατ' ουσίαν ένα ενιαίο δημοτικό έργο, του οποίου η κατάτμηση έγινε προς αποφυγή της διαδικασίας ανοικτού διαγωνισμού, καθώς ο προϋπολογισμός της συνολικής του δαπάνης υπερβαίνει το όριο της απευθείας ανάθεσης δημοτικών έργων, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 17 παρ.4 του ν.2539/1997. Όμοιες οι πράξεις 264, 276/2009 του ιδίου Τμήματος


Ελσυν/Τμ 7/238/2009

Εξόφληση του 1ου Λογαριασμού του έργου «Εξόρυξη ορυκτού». Δαπάνη μη νόμιμη, για το λόγο ότι αυτή αφορά σε εκτέλεση εργασιών και όχι δημοσίου έργου, που ανατέθηκαν απευθείας και όχι κατόπιν διενέργειας δημόσιου διαγωνισμού, παρά το γεγονός ότι το ποσό της προϋπολογισθείσας δαπάνης για την εκτέλεσή του υπερέβαινε το επιτρεπόμενο όριο για την απευθείας ανάθεση εργασιών των 8.804,11 ευρώ, που τίθεται από τις διατάξεις των άρθρων 17 παρ. 2 του ν. 2539/1997 (ΦΕΚ Α΄ 244).


Ελσυν/Τμ 7/392/2009

Νόμιμη η εξόφληση λογαριασμού συνεχιζόμενου έργου, καθόσον τα συνεχιζόμενα από προηγούμενα έτη έργα διατηρούν την από οικονομική και τεχνική άποψη αυτοτέλειά τους και δεν δύνανται να αποτελέσουν ενιαίο έργο, με τα νέα εκείνα, η εκτέλεση των οποίων προβλέφθηκε το πρώτον σε βάρος των πιστώσεων του προϋπολογισμού του τρέχοντος εκάστοτε οικονομικού έτους, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1418/1984, του π.δ. 171/1987, του ν.2539/1997. Όμοιες οι 393,394/2009 πράξεις του ιδίου Τμήματος


ΣΤΕ/1454/2008

ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ-ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ ΨΗΦΟΔΕΛΤΙΩΝ:Με τα δεδομένα αυτά, το δικάσαν Διοικητικό Πρωτοδικείο, εφαρμόζοντας την διάταξη του άρθρου 5 παράγραφος 9 του Ν. 2539/1997 που θεώρησε ότι εξακολουθεί να ισχύει μετά τον Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων που κυρώθηκε με τον Ν. 3463/2006, έκρινε ότι δεν απεκαλύπτετο με το ψηφοδέλτιο αυτό η ταυτότητα του εκλογέα και ως εκ τούτου δεν παρεβιάζετο η μυστικότητα της ψηφοφορίας και ότι το ψηφοδέλτιο αυτό ήταν έγκυρο και έπρεπε να προσμετρηθεί υπέρ του συνδυασμού του ήδη αναιρεσίβλητου και των υποψηφίων δημοτικών συμβούλων για τους οποίους είχε τεθεί σταυρός προτιμήσεως, χωρίς να λαμβάνεται υπ’ όψιν ο σταυρός για υποψήφιο μέλος του τοπικού συμβουλίου, δεδομένου ότι δεν προεβάλλετο άλλος λόγος ακυρότητας του ψηφοδελτίου αυτού. Με την κρινομένη αίτηση αναιρέσεως προβάλλεται ότι η πιο πάνω κρίση του Διοικητικού Πρωτοδικείου είναι εσφαλμένη, διότι η μεταβατικού χαρακτήρα διάταξη του άρθρου 5 παράγραφος 9 του Ν. 2539/1997, δεν εξακολουθεί να ισχύει μετά τον Ν. 3463/2006 και το άρθρο δεύτερο του τελευταίου νόμου, και συνεπώς το ψηφοδέλτιο αυτό νομίμως κρίθηκε άκυρο από την εφορευτική επιτροπή, αφού αφορούσε διαφορετικό τοπικό συμβούλιο. Σύμφωνα όμως με τα προεκτεθέντα ορθώς κρίθηκε από την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση ότι το προαναφερθέν ψηφοδέλτιο είναι έγκυρο, εν όψει της διατάξεως της παραγράφου παραγράφου 9 του άρθρου 5 του Ν. 2539/1997, δεδομένου ότι δεν συνέτρεχε άλλος λόγος ακυρότητάς του που προβλέπεται από τις διατάξεις των άρθρων 44-46 του νέου Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων.(...)Δέχεται εν μέρει την κρινομένη αίτηση αναιρέσεως. Αναιρεί, εν μέρει, την 239/2006 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Καλαμάτας, κατά το σκεπτικό. Παραπέμπει την υπόθεση στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Καλαμάτας κατά τα αναιρούμενα τμήματα για νέα νόμιμη κρίση, κατά το σκεπτικό.


ΕΣ/ΚΛ.ΤΜ.7/272/2018

Προμήθειες  α) σωλήνων ύδρευσης και σύνδεσης αφαλάτωσης, β) αντλητικών συστημάτων  και γ) αντλιών για τις μονάδες αφαλάτωσης :Με δεδομένα αυτά, οι προμήθειες των προαναφερόμενων ειδών μη νομίμως ανατέθηκαν στη φερόμενη ως δικαιούχο απευθείας και όχι κατόπιν διενέργειας πρόχειρου διαγωνισμού, δεδομένου ότι, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας και τις συναλλακτικές αντιλήψεις, τα αγαθά αυτά λογίζονται ομοειδή, υπό την έννοια ότι εντάσσονται στην ευρύτερη κατηγορία των αντλιών – αντλητικών συστημάτων και λοιπού υδραυλικού και άλλου εξοπλισμού για την πραγματοποίηση γεωτρήσεων και τη λειτουργία των μονάδων αφαλάτωσης (πρβλ. ΚΠΕΔ στο VIIΤμ. 38/2017). Η κατηγοριοποίηση δε των εν λόγω ειδών σε διαφορετικούς κωδικούς cpv δεν ασκεί επιρροή, αφού αποτελούν μερικότερα είδη ενιαίας κατηγορίας αγαθών. Ως εκ τούτου, οι επίμαχες προμήθειες αποτελούν τμήματα ενός ενιαίου μείζονος αντικειμένου, η συνολική προϋπολογισθείσα δαπάνη του οποίου ανέρχεται στο ποσό των 34.572,00 (15.960,00 + 6.530,00 + 12.082,00 = 34.572,00) ευρώ πλέον Φ.Π.Α και υπερβαίνει το όριο των 20.000,00 ευρώ, μέχρι του οποίου είναι επιτρεπτή κατά νόμο η προσφυγή στη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης.


ΕΣ/ΤΜ.6/6172/2015

Αποκατάσταση οδικού δκτύου:..Εν όψει των ανωτέρω εκτεθέντων, το Τμήμα κρίνει ότι ο προβαλλόμενος λόγος ανακλήσεως πρέπει να γίνει δεκτός ως κατ’ ουσίαν βάσιμος, καθόσον η επικαλούμενη με την κρινόμενη αίτηση ανάγκη άμεσης εν προκειμένω αντιμετώπισης της επικινδυνότητας των βραχοπτώσεων στα τμήματα από Χ.Θ. 28+658 έως τη Χ.Θ. 28+795 και από τη Χ.Θ. 29+070 έως τη Χ.Θ. 29+480, η οποία απαιτείται για την αποκατάσταση της ασφάλειας του οδικού δικτύου στα συγκεκριμένα σημεία της επαρχιακής οδού ... και δεν αντιμετωπίζεται από την πρώτη εργολαβία αλλά ούτε και από την δεύτερη εργολαβία που έχει εγκατασταθεί για την εκτέλεση του αρχικού έργου αντιμετώπισης των καταπτώσεων από τους σεισμούς, συνιστούν, ενόψει και του υφιστάμενου αποκλεισμού των οικισμών που εξυπηρετούνται από τα ανωτέρω τμήματα της οδού, τα οποία μετά τους σεισμούς και μέχρι σήμερα παραμένουν κλειστά, λόγους ανωτέρας βίας που δικαιολογούν, κατά το άρθρο 2 παρ. 2 εδ. γ΄ περ. δδ του ν 4013/2011 όπως ισχύει, τη λήψη απόφασης για ανάθεση της επίμαχης συμπληρωματικής σύμβασης χωρίς προηγούμενη γνώμη της Ενιαίας Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων.Κατ’ ακολουθία των προεκτεθέντων πρέπει η κρινόμενη αίτηση να γίνει δεκτή και να ανακληθεί η προσβαλλόμενη πράξη, με την οποία κρίθηκε ότι κωλύεται η υπογραφή του σχεδίου της 1ης συμπληρωματικής σύμβασης εργασιών του έργου «Αντιμετώπιση βλαβών στο οδικό δίκτυο νήσου ... με αποκατάσταση καταπτώσεων κατά θέσεις (Α΄Φάση)».


ΕλΣυν.Κλ.Στ/1/2017

ΠΡΟΜΗΘΕΙΑ ΚΑΥΣΙΜΩΝ ΚΑΙ ΛΙΠΑΝΤΙΚΩΝ: Με τα δεδομένα αυτά δεν διαπιστώνονται ουσιώδεις νομικές πλημμέλειες στη διαδικασία ανάδειξης αναδόχων για την προμήθεια καυσίμων και λιπαντικών για τις ανάγκες του Δήμου … και των νομικών του προσώπων και συνεπώς δεν κωλύεται η υπογραφή των υποβληθέντων προς έλεγχο σχεδίων συμβάσεων, υπό τον όρο ότι στα σχέδια συμβάσεων για την προμήθεια των καυσίμων, (ήτοι μεταξύ αφενός του ... και αφετέρου του Δημάρχου … και του Προέδρου των Δημοτικών Παιδικών Σταθμών) θα συμπληρωθεί ότι η τιμή των καυσίμων θα υπολογίζεται στη διαμορφούμενη, για έκαστο είδος, μέση τιμή της περιοχής του Παρατηρητηρίου Τιμών Υγρών Καυσίμων του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας (αρ.63 του ν.4257/2014, ΦΕΚ Α΄ 93)..Δεν κωλύεται η υπογραφή των υποβαλλόμενων για έλεγχο νομιμότητας σχεδίων συμβάσεων, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο σκεπτικό.


ΕλΣυν/Τμ/7/19/2010

Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων,(N.3669/2008, πρώτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 17 του ν. 2539/1997 ,όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 22 του ν. 3274/2004 (ΦΕΚ Α΄ 195), αναδιατυπώθηκε με το άρθρο 24 παρ. 8 του ν. 3613/2007 (ΦΕΚ Α΄ 263/21.11.2007) και συμπληρώθηκε με το άρθρο 18 παρ. 14 του ν. 3731/2008 (ΦΕΚ Α΄ 263/23.12.2008) η διαδικασία που πρέπει να τηρηθεί για την ανάδειξη αναδόχου εργοληπτικής εταιρείας για την κατασκευή ενός δημοτικού έργου τελεί κάθε φορά σε συνάρτηση με την σπουδαιότητα και την εξειδικευμένη φύση του ανατιθέμενου έργου, καθώς και με το ύψος της συνολικής δαπάνης που απαιτείται για την κατασκευή του. Ειδικότερα, η επιλογή αναδόχου με τη διενέργεια τακτικού διαγωνισμού αποβλέπει στην προσέλευση μεγάλου ή έστω ικανού αριθμού υποψηφίων, με αντικειμενικό σκοπό την ανάπτυξη επαρκούς ανταγωνισμού και την διασφάλιση των οικονομικών κυρίως συμφερόντων του οικείου Δήμου, με την επιλογή της πλέον συμφέρουσας για αυτόν, από οικονομικής και τεχνικής άποψης, προσφοράς. Για το λόγο αυτό απαγορεύεται ο επιμερισμός της κατασκευής ενός «ενιαίου» έργου σε μερικότερα μη αυτοτελή έργα - έργα δηλαδή που από τεχνική και ουσιαστική άποψη όχι μόνο δεν μπορούν, αλλά και επιβάλλεται για το οικονομικοτεχνικώς άρτιο και το συμφέρον του ευρύτερου έργου να αποτελέσουν αντικείμενο ενιαίας δημοπρασίας - και στη συνέχεια η απευθείας ανάθεση αυτών χωριστά ή η ανάθεση κατόπιν πρόχειρου διαγωνισμού με βάση το ύψος της δαπάνης που προκύπτει από την κατάτμηση της συνολικής δαπάνης που απαιτείται για την κατασκευή του «ενιαίου» έργου, καθόσον με τον τρόπο αυτό επιχειρείται, κατά περιγραφή των οικείων διατάξεων, η μη τήρηση της οριζόμενης από τις διατάξεις αυτές διαδικασία διενέργειας τακτικού διαγωνισμού (βλ. Πράξεις VII Τμ. 45/2009, 79/2008 47, 134, 139, 142/2008, 4, 267/2007, 83, 145, 164, 259, 280/2006, 70/2005, IV Τμ. 136, 137/2004, 193, 37/2003, 88/97, 93/1999 κ.ά.). Το ενιαίο, δε, του έργου κρίνεται κατά περίπτωση με βάση λειτουργικά κριτήρια και ειδικότερα την οικονομικοτεχνική λειτουργία των ανατιθέμενων μερικότερων έργων, το είδος των απαιτούμενων για την κατασκευή καθενός από τα έργα αυτά εργασιών, την ύπαρξη μιας αναδόχου εργοληπτικής εταιρείας ή περισσοτέρων ασχολούμενων με το αυτό αντικείμενο, την ταυτόχρονη ανάθεση της κατασκευής των μερικότερων έργων, την ομοιότητα των μελετών, τη δυνατότητα πραγματοποίησης του συνόλου των εργασιών από μία και μόνο επιχείρηση, τη χρονική διάρκεια κατασκευής τους, την ενότητα του γεωγραφικού πλαισίου, εντός του οποίου θα εκτελεστούν τα ανατιθέμενα έργα. Κατά συνέπεια, ο επιμερισμός της κατασκευής ενός ενιαίου δημοτικού έργου, η εκτέλεση του οποίου λαμβάνει χώρα εντός του γεωγραφικού πλαισίου του Δήμου, σε περισσότερα ομοειδή έργα, για τα οποία έχουν αναγραφεί ιδιαίτερες πιστώσεις στον οικείο προϋπολογισμό, προς αποφυγή της διαδικασίας επιλογής αναδόχου με δημόσιο ανοικτό διαγωνισμό δεν είναι νόμιμος και επομένως, δεν είναι νόμιμη και η δαπάνη που προκαλείται από την εκτέλεση των έργων αυτών (βλ. Πράξεις VIΙ Τμ. 83, 164, 259/2006, 4, 210, 267/2007, 45/2009 κ.ά.)……Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Τμήμα κρίνει ότι τα ανωτέρω έργα, που εκτελέστηκαν στο Δήμο ..., δεν είναι χωριστά και αυτοτελή έργα, αλλά αποτελούν ένα ενιαίο δημοτικό έργο, διότι περιλαμβάνουν τις ίδιες ή παρεμφερείς εργασίες για την κατασκευή τους -ήτοι τσιμεντοστρώσεις και ασφαλτοστρώσεις- οι οποίες εκτελούνται στον ίδιο γεωγραφικό χώρο (Δ.Δ. …), κατά την ίδια χρονική περίοδο, επιπλέον δε ανατέθηκαν ταυτόχρονα τα τρία στην ίδια εταιρεία και λίγο μεταγενέστερα το τέταρτο. Κατά συνέπεια, δεν είναι νόμιμη η κατάτμηση του ενιαίου αυτού έργου σε τέσσερα επιμέρους έργα με το χαρακτηρισμό αυτών ως αυτοτελών «μικρών έργων», με σκοπό την αποφυγή διενέργειας δημόσιου ανοικτού διαγωνισμού και την προσφυγή αφενός στην εξαιρετική διαδικασία της απευθείας ανάθεσης (για τα τρία εξ αυτών) και αφετέρου στην εξαιρετική διαδικασία του πρόχειρου διαγωνισμού (για το τέταρτο έργο), δεδομένου ότι ναι μεν ούτε ο προϋπολογισμός καθενός από τα τρία πρώτα έργα ούτε και ο προϋπολογισμός του τέταρτου εξ αυτών υπερβαίνουν τα ποσά που τίθενται από τις προαναφερόμενες διατάξεις ως όρια για την απευθείας ανάθεση έργου σε εργοληπτική επιχείρηση ή για την προσφυγή στη διαδικασία του πρόχειρου διαγωνισμού (10.271,46 ευρώ χωρίς Φ.Π.Α. και 45.000,00 ευρώ με Φ.Π.Α., αντίστοιχα), πλην όμως ο προϋπολογισμός της συνολικής τους δαπάνης ανέρχεται στο ποσό των 52.781,48 ευρώ (44.354,42 ευρώ χωρίς Φ.Π.Α.), που υπερβαίνει τόσο το προαναφερόμενο όριο της απευθείας ανάθεσης δημοτικών έργων όσο και αυτό για τη διενέργεια πρόχειρου διαγωνισμού.


ΕλΣυν/Τμ.6/264/2011

Από τις ως άνω διατάξεις (Π.Δ. 59/2007- άρθρο 2 παρ.2 περ.β) , άρθρο 16 , άρθρο 17 ) συνάγεται ότι όταν ένα έργο, η ύπαρξη του οποίου εκτιμάται με βάση την οικονομική και τεχνική λειτουργία του αποτελέσματος των οικείων εργασιών, μπορεί να διαιρεθεί σε περισσότερα τμήματα και το άθροισμα της προϋπολογισθείσας αξίας των επιμέρους τμημάτων εγγίζει ή υπερβαίνει το όριο των 4.845.000 ευρώ που είναι το κατώτατο, ισχύον όριο εφαρμογής του Π.Δ/τος 59/2007, οι διατάξεις αυτού εφαρμόζονται σε όλα τα τμήματα (υποέργα). Προκειμένου δε να διαπιστωθεί εάν ένα ή περισσότερα υποέργα συνέχονται σε ένα ενιαίο, ολοκληρωμένο από κάθε άποψη και έτοιμο να χρησιμοποιηθεί για το σκοπό που είχε προβλεφθεί από την αναθέτουσα αρχή, χρησιμοποιούνται λειτουργικά κριτήρια και δή : η χωροθέτηση του έργου, η ενότητα του γεωγραφικού πλαισίου, το είδος των απαιτουμένων για την κατασκευή καθενός από τα έργα αυτά, εργασιών, η ταυτόχρονη ανάθεση της κατασκευής των μερικότερων έργων, η ταυτόχρονη έναρξη της διαδικασίας των περισσοτέρων συμβάσεων, η ομοιότητα των μελετών και η χρονική διάρκεια της κατασκευής τους. Η διαπίστωση της τεχνητής, μη επιτρεπτής κατατμήσεως ενός ενιαίου έργου σε τμήματα, παρά τη συνδρομή των ως άνω κριτηρίων, παραβιάζει τους κανόνες του κοινοτικού δικαίου που επιβάλλουν τη διενέργεια διαγωνισμού για την ανάθεση αυτού και τη δημοσίευση της οικείας προκηρύξεως στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Ακολούθως, η μη εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου ως προς το σύνολο των υποέργων του ενιαίου έργου, ιδία με την αποστολή της προκηρύξεως αυτών προς δημοσίευση, συνιστά πλημμέλεια, η οποία καθιστά μη νόμιμη την περαιτέρω διαδικασία του διαγωνισμού διότι η παράλειψη των διατυπώσεων δημοσιότητας οδηγεί σε αποκλεισμό των δραστηριοποιουμένων στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, εργοληπτικών επιχειρήσεων και ως εκ τούτου πλήττονται οι αρχές του ελεύθερου ανταγωνισμού, της προσβάσεως στις διαδικασίες αναθέσεως δημοσίων συμβάσεων και της διαφάνειας (Απόφαση ΔΕΚ της 5.10.2000 στη C-16/1998, Επιτροπή κατά Γαλλίας, σελ. Ι-8315, Αποφάσεις VI Τμήματος 3741/2009, 3740/2009, 3730/2009, Πράξεις VI Τμήματος 49/2006, 33/2006, Πράξεις Ε΄ Κλιμακίου 565/2009, 562/2009, 555/2009, 148/2006, 42/2004, 41/2004, 4/2004, 365/2003, 363/2003, 359/2003). Τέλος, σε επίπεδο εθνικής νομοθεσίας, η κατάτμηση ενός ενιαίου έργου σε επιμέρους τμήματα οδηγεί σε καταστρατήγηση των διατάξεων του άρθρου 102 του Ν. 3669/2008 αναφορικά με τις καλούμενες τάξεις πτυχίων εργοληπτικών επιχειρήσεων διότι η δημοπράτηση του ενιαίου έργου συνεπάγεται την κλήση εργοληπτικών επιχειρήσεων διαφορετικής (μεγαλύτερης) τάξεως σε σχέση με αυτές που καλούνται όταν δημοπρατούνται χωριστά τμήματα του έργου, καθόσον ο προϋπολογισμός των τμημάτων είναι προδήλως μικρότερος αυτού του ενιαίου έργου. Κατά τη γνώμη όμως ενός μέλους του Τμήματος με συμβουλευτική ψήφο, της Παρέδρου, Ευαγγελίας Σεραφή, το κοινοτικό δίκαιο δεν απαγορεύει (εφόσον υπάρχει δυνατότητα συνάψεως χωριστών συμβάσεων) τον επιμερισμό του ενιαίου έργου σε περισσότερα τμήματα, αρκεί σε κάθε ένα από αυτά να εφαρμόζονται οι κανόνες του κοινοτικού δικαίου, ιδία δε η δημοσίευση των διακηρύξεων των υποέργων στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Περαιτέρω, από καμία διάταξη του εθνικού δικαίου δεν απαγορεύεται η κατάτμηση των ενιαίων έργων σε περισσότερα, μικρότερα έργα, στα οποία η καλούμενη τάξη εργοληπτικών πτυχίων προσδιορίζεται από τον προϋπολογισμό τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 102 του Ν. 3669/2008. Η μη νομιμότητα της κατατμήσεως στη διαδικασία δημοπρατήσεως έργων έχει την έννοια της απαγορεύσεως καταστρατηγήσεως των κοινοτικών διατάξεων που οδηγούν στον αποκλεισμό των εργοληπτικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε κάποιο από τα κράτη μέλη ή των εθνικών διατάξεων που ρυθμίζουν τη διαδικασία αναθέσεως δημοσίων έργων (π.χ. κατάτμηση για την αποφυγή διενέργειας ανοικτού διαγωνισμού ή για την αποφυγή υποβολής των συμβάσεων στον προληπτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου). Υπό την προϋπόθεση της τηρήσεως των διατάξεων του κοινοτικού και του εθνικού δικαίου, δεν γεννάται ζήτημα καταστρατηγήσεως των διατάξεων που ρυθμίζουν τις καλούμενες τάξεις πτυχίων των εργοληπτών (άρθρο 102 του Ν. 3669/2008), καθόσον δι’ αυτών απλώς ορίζεται αυτοτελώς το δικαίωμα συμμετοχής, το οποίο εξαρτάται από τον προϋπολογισμό κάθε υποέργου.