Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/ΤΜ.1/1722/2016

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:Επιδιώκει την ακύρωση α) της 59768/Α.Πλ.6240/28.12.2010 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης (...)Τέλος, προβάλλεται ότι η ελεγκτική ομάδα εσφαλμένα έκρινε ότι η εκκαλούσα παραβίασε τη συμβατική της υποχρέωση περί συμβολής στην απασχόληση, αφού η επιχείρηση κατά το χρονικό διάστημα από 5/6/2009 έως 5/6/2010 απασχόλησε τρεις υπαλλήλους (300 ημερομίσθια). Προς επίρρωση δε του λόγου αυτού προσκομίζει α) βεβαίωση του λογιστή ….σε φωτοαντίγραφο, σύμφωνα με την οποία η εκκαλούσα απασχόλησε κατά το ίδιο ως άνω διάστημα τον Ν.Κ. (25 ημερομίσθια), τον Ι.Ζ. (147 ημερομίσθια), τον Κ.Π. (107 ημερομίσθια) και τον Σ.Π. (21 ημερομίσθια), β) Αντίγραφο Αποδεικτικού Παραλαβής ΑΠΔ (αρ. δήλωσης 9942205), ημερομηνία υποβολής 7/1/2010, με το οποίο η εκκαλούσα δήλωσε για τη χρονική περίοδο 10/2009 -12/2009 δύο ασφαλισμένους και σύνολο ημερών ασφάλισης 44, γ) 4 πίνακες προσωπικού (άρθρο 16 ν. 2874/2000), θεωρημένων από την Επιθεώρηση Εργασίας στις 10.11.2008, 26.11.2009, 18.1.2010 και στις 16.4.2010, σύμφωνα με τους οποίους η εκκαλούσα προσέλαβε τον Ν.Κ. στις 26.6.2007, τον Ι.Ζ. στις 9.11.2009, τον Κ.Π. αρχικώς στις 13.1.2010 και ακολούθως την 1.4.2010, και τον Σ.Π. στις 12.4.2010. Όμως, και ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος. Ειδικότερα, πέραν του ότι η επιχειρηματολογία της εκκαλούσης επεκτείνεται σε χρονικό διάστημα μετά τη διενέργεια του ελέγχου (9.4.2010), από τα προσκομισθέντα στοιχεία δεν αναιρείται η διαπίστωση της ελεγκτικής ομάδας, αφού, αφενός η ως άνω βεβαίωση του λογιστή Β.Κ. δεν συνοδεύεται από τις αντίστοιχες Α.Π.Δ., αφετέρου διότι από τους προσκομισθέντες πίνακες προσωπικού δεν προκύπτει ο χρόνος απασχόλησης αλλά η ενημέρωση του Σ.ΕΠ.Ε.-Τμήμα Κοινωνικής Επιθεώρησης ως προς την πρόσληψη των ως άνω εργαζομένων. Περαιτέρω, αλυσιτελώς η εκκαλούσα ζητεί τον περιορισμό της ανάκτησης στο ποσό των 9.668, 20 ευρώ για την συγκεκριμένη παρατυπία, αφού για  την ανάκτηση της καταβληθείσης στην εκκαλούσα δημόσιας επιχορήγησης στο σύνολό της αρκεί αυτοτελώς η κρίση ότι η εκκαλούσα υπέπεσε στις αναφερόμενες στις παραγράφους Β και Γ παρατυπίες.Απορρίπτει την έφεση.

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΝΣΚ/267/2017

Εάν η υπηρεσία μπορεί να προβεί σε επανάληψη της διαδικασίας κρίσεων για τους υπαλλήλους Κ.Π., Ε.Β., Μ.Γ.-Κ., Α.Σ. και Ι.Β. από το αρμόδιο Υπηρεσιακό Συμβούλιο του Ε.Φ.Κ.Α., λόγω μη συνδρομής των αιτουμένων προσόντων στη διαδικασία κρίσεων και επιλογής Προϊσταμένων, καθώς και στην αντίστοιχη τοποθέτησή τους, χωρίς να διασαλευθεί η σύννομη επιλογή και τοποθέτηση άλλων Προϊσταμένων.  Η Διοίκηση του Ε.Φ.Κ.Α. έχει τη διακριτική ευχέρεια να ανακαλέσει απόφασή της περί προαγωγής των Κ.Π., Ε.Β., Μ.Γ.-Κ., Α.Σ. και Ι.Β. υπαλλήλων, και ακολούθως να επαναλάβει τη διαδικασία κρίσης ενώπιον του αρμοδίου Υπηρεσιακού Συμβουλίου του Ε.Φ.Κ.Α. (άρθρο 101 παρ.4 του Ν. 4387/2016), λόγω πλάνης περί τα πράγματα, ως προς τους προαναφερθέντες υπαλλήλους, ώστε να εφαρμοστούν οι κατά τον χρόνο επιλογής ισχύουσες διατάξεις και να κριθούν βάσει των τυπικών προσόντων, που αυτοί διέθεταν και του κλάδου στον οποίο ανήκαν στις 31/10/2011, που αποτελεί την καταληκτική ημερομηνία υποβολής των σχετικών αιτήσεων (ομόφ.).


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/107/2019

Καταβολή αποδοχών:..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στις προηγούμενες σκέψεις, το διάστημα από 23.6.1993 έως 14.3.1995 κατά το οποίο ο προαναφερόμενος υπάλληλος απασχολήθηκε ως σερβιτόρος, δεν μπορεί να αναγνωριστεί για τη μισθολογική του εξέλιξη στην κατηγορία εκπαίδευσης όπου ήδη υπηρετεί, διότι παρασχέθηκε χωρίς τίτλο σπουδών της ΠΕ κατηγορίας. Επιπροσθέτως δε διότι παρασχέθηκε σε αντικείμενο και θέση απασχόλησης που δεν παρουσιάζει οποιαδήποτε συνάφεια ή σχέση με τα καθήκοντα του ίδιου υπαλλήλου που εμπίπτουν σε αρμοδιότητες οικονομικής υπηρεσίας. Ακόμα, το διάστημα από 15.3.1995 έως 9.10.1995 δεν μπορεί να συνυπολογιστεί για τη μισθολογική εξέλιξη του υπαλλήλου, διότι και κατά τον χρόνο αυτό δεν είχε αποκτήσει τίτλο σπουδών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Ο ανωτέρω χρόνος δεν προσμετρήθηκε ούτε ως εμπειρία, σύμφωνα με την  2272/2005 απόφαση ΑΣΕΠ, κατά τη διαδικασία διορισμού του. Εξάλλου, το προαναφερόμενο διάστημα από 15.3.1995 έως 9.10.1995 και έως 17.6.1998 κατά το οποίο συνολικά ο ανωτέρω υπηρέτησε με την ιδιότητα του βοηθού λογιστή σε δημοτική επιχείρηση, δεν μπορεί να προσμετρηθεί για τη μισθολογική του εξέλιξη, διότι οι ειδικότητες βοηθού λογιστή και λογιστή διαφέρουν, τα αντίστοιχα καθήκοντα διαφοροποιούνται, η δε θέση του βοηθού λογιστή είναι κατώτερη του λογιστή και από την άποψη των προβλεπόμενων, στις μνημονευόμενες στην προηγούμενη σκέψη συλλογικές συμβάσεις εργασίας, αμοιβών και από την άποψη της ευθύνης που συνεπάγεται η σχετική απασχόληση. Το γεγονός ότι ο ανωτέρω ήταν πτυχιούχος ΑΕΙ από το έτος 1995 και είχε τον απαιτούμενο για την κατηγορία πανεπιστημιακής εκπαίδευσης τίτλο σπουδών δεν επιδρά εξομοιωτικά, διότι η προσμέτρηση προϋπηρεσίας για τη μισθολογική κατάταξη προϋποθέτει κατά τα εκτιθέμενα στη σκέψη 2 ανωτέρω τη συνδρομή σωρευτικά των προϋποθέσεων να υφίσταται ο απαιτούμενος τίτλος σπουδών και αντιστοιχία μεταξύ των ασκούμενων καθηκόντων, του επιπέδου ευθύνης της θέσης εργασίας και του αντικειμένου εργασίας. Άλλωστε, όπως συνάγεται και από τα αναγραφόμενα στην αναγγελία πρόσληψης, η απασχόληση σε θέση βοηθού λογιστή (ακόμα δε και αυτή του λογιστή στη συνέχεια) δεν συναρτήθηκε, ως προς τα τυπικά προσόντα, με τον τίτλο σπουδών ανώτατης εκπαίδευσης που απέκτησε ο ανωτέρω υπάλληλος, ενώ δεν γίνεται επίκληση οποιουδήποτε εσωτερικού κανονισμού εργασίας από τον οποίο προκύπτουν οι θέσεις που είχαν συσταθεί, μεταξύ των οποίων και θέση «βοηθού λογιστή» και οι αρμοδιότητες και τα καθήκοντα που ασκούσε ο υπηρετών στη συγκεκριμένη θέση στην τότε «Δημοτική Επιχείρηση Πολιτιστικής Ανάπτυξης … (..)» ούτε άλλα στοιχεία από τα οποία προκύπτουν τα καθήκοντα που πράγματι άσκησε ο φερόμενος ως δικαιούχος, τέτοια δε στοιχεία δεν υποβλήθηκαν προς εκτίμηση ούτε ενώπιον του αρμόδιου Υπηρεσιακού Συμβουλίου προκειμένου να αξιολογηθούν ουσιαστικά. Εξάλλου, ούτε το γεγονός ότι ο ανωτέρω είχε την άδεια άσκησης οικονομολογικού επαγγέλματος ασκεί επιρροή, δεδομένου ότι κατά τα εκτιθέμενα στη σκέψη 3, η άδεια αυτή, προβλεπόταν μεν κατά το παρελθόν ως προϋπόθεση άσκησης των οικείων δραστηριοτήτων κατ’ επάγγελμα, ωστόσο δεν προσέδιδε την ιδιότητα του λογιστή σε όσους, παρά ταύτα, όπως ο φερόμενος ως δικαιούχος του χρηματικού εντάλματος, απασχολήθηκαν σε θέση βοηθού λογιστή. Επομένως, ο προβαλλόμενος λόγος διαφωνίας κατά τον οποίο μη νομίμως στο χρόνο προϋπηρεσίας που αναγνωρίστηκε για τη μισθολογική εξέλιξη του ανωτέρω υπαλλήλου συνυπολογίστηκε το διάστημα από 23.6.1993 ως 17.6.1998, είναι βάσιμος, είχε δε ως συνέπεια να επανακαταταχθεί εσφαλμένως στο 12ο μισθολογικό κλιμάκιο της ΠΕ κατηγορίας και η εντελλόμενη δαπάνη για το λόγο αυτό είναι εν μέρει μη νόμιμη, τυγχάνουν δε απορριπτέοι οι αντίθετοι ισχυρισμοί του φερόμενου ως δικαιούχου του χρηματικού εντάλματος υπαλλήλου που προβάλλονται με το από 11.10.2018 έγγραφο υπόμνημά του. Εξάλλου, η διάταξη του άρθρου 44 του ν. 4569/2018 αναφέρεται σε μετατασσόμενους υπαλλήλους, περίπτωση που δεν είναι κρίσιμη εν προκειμένω.


ΕλΣυν.Τμ.1/1724/2016

Με δεδομένα τα ανωτέρω και σε συνδυασμό με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν η προσβαλλόμενη καταλογιστική πράξη παρίσταται νόμιμη διότι η εκκαλούσα υπέπεσε στην ουσιώδη παρατυπία της μη υποβολής φακέλου για τη χορήγηση της 2ης δόσης της ενίσχυσης, συνακόλουθα της μη εκπλήρωσης των συμβατικών υποχρεώσεων που είχε αναλάβει. Αβασίμως δε η εκκαλούσα βάλλει κατά της πληρότητας της αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης, καθόσον αναφέρεται συνοπτικά στο σώμα αυτής το νομικό πλαίσιο στο οποίο ερείδεται καθώς και η αιτία του καταλογισμού.(...)Συνεκτιμώντας τα ανωτέρω κρίνεται ότι η ως άνω επελθούσα ένεκα της αντισυμβατικής συμπεριφοράς της συνέπεια της αναζήτησης του ποσού της ενίσχυσης το οποίο έλαβε, συνιστά πρόσφορο και αναγκαίο μέτρο, το οποίο είναι σύμφωνο προς τον επιδιωκόμενο σκοπό των κοινοτικών ενισχύσεων στον τομέα της γεωργίας και ως εκ τούτου τα όσα προβάλλει η εκκαλούσα περί παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας είναι απορριπτέα..(..)Κατ’ ακολουθία αυτών που προηγουμένως κρίθηκαν, η ένδικη έφεση πρέπει να απορριφθεί..


ΕΣ/ΤΜ.1/1796/2011

Ζητείται η ακύρωση της 3637/20.3.2008 πράξης  Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Δικαστήριο κρίνει ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι πλημμελώς αιτιολογημένη καθόσον δεν προκύπτει ότι λήφθηκαν υπόψη και αξιολογήθηκαν τα όσα η εκκαλούσα ισχυρίστηκε με τις έγγραφες αντιρρήσεις της κατά της έκθεσης ελέγχου. Ειδικότερα, δεν αξιολογήθηκε ο ισχυρισμός της ότι διαμένει περιστασιακά στην πόλη της Κατερίνης λόγω του προβλήματος υγείας που αντιμετωπίζει ο γιός της, ......, καθώς και ότι η αναγραφή στις οικείες φορολογικές δηλώσεις ως διεύθυνσης κατοικίας της οδού Π. ….52 Β στην Κατερίνη οφείλεται στο ότι η εν λόγω διεύθυνση χρησιμοποιείται λόγω της εργασίας του από το σύζυγό της, με τον οποίο υποβάλλει υποχρεωτικά εκ του νόμου κοινή δήλωση εισοδήματος. Επίσης, δεν προκύπτει ότι λήφθηκαν υπόψη τα προσκομισθέντα  6856, 6857 και 6858/2001 μισθωτήρια συμβόλαια αγρών που έχουν περιβληθεί τον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου και συντάχθηκαν το έτος 2001, ήτοι κατά την κρίσιμη χρονική περίοδο ένταξης της εκκαλούσας στο πρόγραμμα πριμοδότησης ως νέας γεωργού, στα οποία αναγράφεται ως τόπος κατοικίας της ο …., σε συνδυασμό και με τη σχετική βεβαίωση του Δημάρχου …. ότι η εκκαλούσα είναι μόνιμη κάτοικος ….. Κατόπιν τούτων, η προσβαλλόμενη πράξη δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένη και συνεπώς η ένδικη έφεση πρέπει να γίνει δεκτή, να ακυρωθεί η ανωτέρω πράξη, να αρθεί  ο επίδικος καταλογισμός και να αποδοθεί στην εκκαλούσα το παράβολο που κατέθεσε για την άσκησή της (άρθρο 56 παρ. 4 του π.δ. 774/1980).Ακυρώνει την 3637/20.3.2008 πράξη του Ειδικού Γραμματέα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και αίρει τον επιβληθέντα με την πράξη αυτή καταλογισμό


ΕΣ/ΑΠΟΦΑΣΗ/ΤΜ.1/7578/2015

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:Αίτηση ακύρωσης της  55186/Α.Πλ. 7843/15.12.2011  απόφασης του Υφυπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας(...) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Τμήμα κρίνει ότι δεν αποδεικνύεται η παραγωγική λειτουργία της επιχείρησης κατά το χρόνο του ελέγχου.  Καταρχήν προκύπτει ότι η επιχείρηση δεν διέθετε εξωτερικά χαρακτηριστικά λειτουργούσας επιχείρησης, συμπέρασμα στο οποίο κατατείνουν τα ακόλουθα στοιχεία, όπως αυτά περιγράφονται από τον έλεγχο: α) Η ακαταλληλότητα του χώρου στον οποίο στεγαζόταν η επιχείρηση (υπόγειο οικίας, χώρος ενιαίος με αποθηκευτικό χώρο όπου αποθηκεύονταν παλαιά μηχανήματα που, κατά τον έλεγχο, δεν συνδέονταν με τη λειτουργία της επιχείρησης), την ακαταλληλότητα δε αυτή η εκκαλούσα αμφισβητεί μεν, πλην χωρίς οποιαδήποτε τεκμηρίωση, β) Η έλλειψη πινακίδας του καταστήματος κατά το χρόνο του ελέγχου, ως προς τούτο δε, στους περί του αντιθέτου ισχυρισμούς της εκκαλούσας δεν προσδιορίζεται ούτε αποδεικνύεται ο χρόνος τοποθέτησης της πινακίδας που φέρεται να έχει έκτοτε τοποθετηθεί, και γ) Η έλλειψη σύνδεσης της επιχείρησης με τα δίκτυα τηλεφωνίας και διαδικτύου, γεγονός που αντίκειται στη συνήθη συναλλακτική πρακτική, αφού καθιστά δυσπρόσιτη την επιχείρηση στις συναλλαγές της, τούτο δε συνομολογεί κατ’ ουσίαν και η ίδια η εκκαλούσα, υποστηρίζοντας αορίστως ότι διακόπτει την σύνδεση κατά τους χειμερινούς μήνες.  Πρωτίστως όμως, η έλλειψη παραγωγικής λειτουργίας προκύπτει από το γεγονός ότι ο εξοπλισμός (φωτοτυπικά μηχανήματα, σελιδοποιητές, οθόνες, κεραίες, ηλεκτρονικοί υπολογιστές) για τον οποίο επιχορηγήθηκε η εκκαλούσα είτε δεν ήταν συνδεδεμένος είτε δεν λειτουργούσε κατά το χρόνο του ελέγχου, οι δε περί του αντιθέτου ισχυρισμοί της εκκαλούσας, με τους οποίους υποστηρίζει ότι η διακοπή της λειτουργίας των μηχανημάτων ήταν προσωρινή ή επιβεβλημένη για λόγους ασφαλείας είναι παντελώς αναπόδεικτοι, ενώ οι ισχυρισμοί της ότι ο προορισμός του εξοπλισμού ήταν η επίδειξή του σε ενδιαφερόμενους αγοραστές και δεν απαιτούσε τη σύνδεσή του ή ότι η σύνδεση του εξοπλισμού θα καθιστούσε αδύνατο τον έλεγχό του από τους ελεγκτές (βλ. κάμερα), αντίκειται ευθέως στο σκοπό της ενίσχυσης και στις υποχρεώσεις που ανέλαβε η εκκαλούσα.  Τα ανωτέρω ισχύουν και ως προς το επιχορηγηθέν λογισμικό γενικής λογιστικής, που κατά τον έλεγχο δεν ήταν εγκατεστημένο σε κανέναν υπολογιστή, κεντρικό ή μη, αφού ο περί του αντιθέτου ισχυρισμός πρέπει ομοίως να απορριφθεί ως αναπόδεικτος.  Ενόψει των ανωτέρω, η εμφάνιση από την επιχείρηση εσόδων κατά το πρώτο εξάμηνο λειτουργίας της, τα οποία έσοδα άλλωστε στηρίζονται σε εξαιρετικά περιορισμένο αριθμό συναλλαγών (βλ. τη δήλωση εισοδήματος του έτους 2009), δεν δύναται να αποδείξει την συνεχή λειτουργία αυτής, πολύ περισσότερο που ήδη κατά το χρόνο του ελέγχου και εφεξής εμφανίζει μηδενικά εισοδήματα.  Συνεπώς, απορριπτομένου ως αβάσιμου του ανωτέρω λόγου έφεσης στο σύνολό του, το Δικαστήριο κρίνει ότι, εφόσον η επιχείρηση της εκκαλούσας δεν λειτουργούσε παραγωγικά για το σκοπό για τον οποίο ενισχύθηκε, αυτή παρέβη τις μακροχρόνιες υποχρεώσεις που ανέλαβε με τη σύμβαση χρηματοδότησής της.  Η κρίση δε αυτή, δεν αναιρείται από το γεγονός ότι η ενισχυθείσα επιχείρηση εμφανίζει παραγωγική λειτουργία σε μεταγενέστερο χρόνο (2013), αφού η δραστηριότητα αυτή δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη αναδρομικά, ως συμμόρφωσή της στις υποχρεώσεις της. Απορρίπτει την έφεση.​


ΝΣΚ/126/2015

Δημόσιοι υπάλληλοι – Απόλυση – Συμμόρφωση της Διοίκησης στην υπ' αριθμ. 137/2014 απόφαση του ΣτΕ.Μετά την εξαφάνιση από το ΣτΕ της απόφασης του Υπηρεσιακού Συμβουλίου και την ακύρωση της υπουργικής απόφασης, με την οποία ο Σ.Π. απολύθηκε από τη θέση που κατείχε, αναβιώνει η υπαλληλική σχέση που συνέδεε τον υπάλληλο με το Δημόσιο. Η Διοίκηση, θα πρέπει να παραπέμψει την υπόθεση στο Υπηρεσιακό Συμβούλιο, το οποίο υποχρεούται να τηρήσει τη νόμιμη διαδικασία, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην υπ’ αριθμ. 137/2014 απόφαση του ΣτΕ. (ομοφ.) ΑΠΟΔΕΚΤΗ


ΣΤΕ/3803/2009

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Ζητείται εμπροθέσμως και εν γένει παραδεκτώς η αναίρεση της 6358/2001 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απερρίφθη προσφυγή της κοινοπραξίας με την επωνυμία «…». Με την προσφυγή αυτή η ανωτέρω κοινοπραξία, ανάδοχος του έργου «Κατασκευή τμημάτων του αυτοκινητοδρόμου Αθηνών-Κορίνθου, Παράκαμψη Διϋλιστηρίων», είχε ζητήσει α) να ακυρωθεί η τεκμαιρομένη απόρριψη από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων ΄Εργων, λόγω απράκτου παρόδου της σχετικής προθεσμίας, της από 7.11.1995 αιτήσεως θεραπείας, την οποία ήσκησε η ανάδοχος κοινοπραξία κατά της Δ1/241/15/11.8.1995 αποφάσεως της Προϊσταμένης Αρχής του έργου [Διεύθυνση Οδικών ΄Εργων (Δ1)], με την οποία ενεκρίθη ο 3ος Συγκριτικός Πίνακας (Σ.Π.) και το 2ο Πρωτόκολλο Κανονισμού Τιμών Μονάδος Νέων Εργασιών (ΠΚΤΜΝΕ) του έργου και απερρίφθη η από 8.6.1995 ένσταση της κοινοπραξίας κατά της παραλείψεως της Διευθυνούσης Υπηρεσίας του έργου (2ης ΔΕΚΕ) να περιλάβει στον ανωτέρω Σ.Π. κονδύλιο νέων τιμών και να καθορίσει νέα τιμή μονάδος για πρόσθετη τιμή γενικών εκσκαφών.(....)Όμως, η κρίση αυτή του δικάσαντος δικαστηρίου, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με σχετικό λόγο αναιρέσεως, δεν είναι νόμιμος, διότι η ένδικος διοικητική σύμβαση συνήφθη στις 25.10.1991, η δε επίμαχη κράτηση, όπως εξετέθη στην έκτη σκέψη, δεν ηδύνατο να επιβληθεί σε λογαριασμούς πληρωμής συμβάσεων συναφθεισών προ τις 24.8.1993, οπότε άρχισε να ισχύει ο ν. 2166/1993.Δέχεται εν μέρει την κρινομένη αίτηση, κατά τα εις το σκεπτικό διαλαμβανόμενα.Αναιρεί εν μέρει την 6358/2001 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, εις το οποίο αναπέμπει την υπόθεση, κατά τα εις το σκεπτικό διαλαμβανόμενα.Απορρίπτει την κρινομένη αίτηση κατά τα λοιπά.


ΕΣ/ΤΜ.1/2212/2008

Δημοσιονομική διόρθωση ποσού...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Τμήμα κρίνει ότι η επίδικη δημοσιονομική διόρθωση παρίσταται νόμιμη και αιτιολογημένη, καθόσον η εκκαλούσα με την ιδιότητα του τελικού δικαιούχου παραβίασε τις προβλεπόμενες από την κείμενη νομοθεσία και τους οικείους όρους της 3839/14.3.2003 απόφασης ένταξης της πράξης στο Ε.Π. υποχρεώσείς της περί έγκαιρης και πλήρους ενημέρωσης της Διαχειριστικής Αρχής επί της πορείας εκτέλεσης του έργου και των προβλημάτων που τυχόν θα ανέκυπταν, δεδομένου ότι μολονότι από τις 21.7.2003 ανέκυψε το πρόβλημα της αδυναμίας υλοποίησης του έργου σύμφωνα με την εκπονηθείσα μελέτη, με τον ανάδοχο να ζητεί εκ του λόγου αυτού τη διακοπή των σχετικών εργασιών και τη διάλυση της σύμβασης, τα ανωτέρω κατέστησαν γνωστά στη Διαχειριστική Αρχή μόλις στις 16.3.2004, ήτοι μετά την παρέλευση μακρού χρονικού διαστήματος και ενώ η εργολαβική σύμβαση είχε ήδη διαλυθεί, με συνέπεια τον κίνδυνο ματαίωσης του ανατεθέντος έργου, ενόψει και του ανελαστικού λόγω τέλεσης των Ολυμπιακών Αγώνων χρόνου ολοκλήρωσής του. Η ως άνω παρατυπία λόγω της σοβαρότητάς της οδήγησε αιτιολογημένα στην ανάκληση της απόφασης ένταξης του έργου στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα (Ε.Π.) και στην υποχρεωτική εκ του λόγου αυτού, δυνάμει και του άρθρου 6 της 907/052/2.7.2003 Κ.Υ.Α. (ΦΕΚ 878 Β΄), αναζήτηση της δοθείσας στην εκκαλούσα συνολικής χρηματοδότησης με την επιβολή εις βάρος αυτής της επίδικης δημοσιονομικής διόρθωσης. 


ΕλΣΥν.Τμ.1/24/2015

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Συνεπώς, με τη συμπεριφορά της η εκκαλούσα α) συνετέλεσε από βαρεία της, τουλάχιστον, αμέλεια στη δημιουργία του επίμαχου ελλείμματος, κατά τέτοιο τρόπο, ώστε χωρίς τη δική της συμμετοχή δεν θα ήταν δυνατή η συγκεκριμένη εκταμίευση και β) κατέστησε τη διαχείριση της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. … ελλειμματική, κατά το ποσό που αντιστοιχεί στη μη νόμιμη εκταμίευση Φ.Π.Α. Εάν, όμως, η εκκαλούσα είχε καταβάλει κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της τη στοιχειώδη επιμέλεια του μέσου συνετού ανθρώπου και ασκούντος χρέη υπαλλήλου-ελεγκτή του Τμήματος Φ.Π.Α., θα μπορούσε να διαπιστώσει τις ανωτέρω ελλείψεις και να αρνηθεί τις επίμαχες επιστροφές. Από τον ουσιαστικό έλεγχο, δε, αυτό θα είχε διαπιστωθεί η εικονικότητα των επίμαχων συναλλαγών (ανύπαρκτος εξοπλισμός) και, συνακόλουθα, θα είχε αποτραπεί η παράνομη επιστροφή Φ.Π.Α.. Ενόψει αυτών, και σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στις προηγούμενες σκέψεις, η εκκαλούσα φέρει την ευθύνη του «αλληλεγγύως μετά του υπολόγου συνευθυνομένου» για την αναπλήρωση του ως άνω προκληθέντος στη διαχείριση της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε…. ελλείμματος, όσα δε αντίθετα προβάλλονται με την υπό κρίση έφεση είναι αβάσιμα και απορριπτέα.Τέλος, προβάλλεται εσφαλμένος υπολογισμός των προσαυξήσεων σε ποσοστό 200%, καθόσον το ισχύον ανώτατο όριο προσαυξήσεων είναι ποσοστό 120%. Και ο λόγος αυτός κρίνεται αβάσιμος, καθόσον με τη διάταξη του άρθρου 13 παρ. 1 του ν. 3193/2003 (Α’, 266) τέθηκε ως ανώτατο όριο προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής ποσοστό 200%.Κατ’ ακολουθία αυτών που προηγουμένως κρίθηκαν και μη προβαλλόμενου άλλου λόγου έφεσης, η προσβαλλόμενη απόφαση παρίσταται νόμιμη.


ΕλΣυν.Τμ.7/309/2018

ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΔΙΑΧΕΡΙΣΗΣ ΣΕ ΝΟΜΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΔΗΜΟΥ:Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Τμήμα κρίνει ότι η εκκαλούσα, ως υπόλογος ταμίας του .., ήταν υπεύθυνη για την τήρηση και τον έλεγχο της διαδικασίας των εισπράξεων που πραγματοποιούνταν από τις υπαλλήλους του Ωδείου. Ειδικότερα, η εκκαλούσα όφειλε, ως εκ της θέσεώς της και με βάση τις διατάξεις που διέπουν τη λειτουργία των δημοτικών ταμείων, αφενός να εισαγάγει τις εισπράξεις του νομικού προσώπου στη διαχείρισή του, αφετέρου, μετά από κάθε είσπραξη να ελέγξει και να επαληθεύσει ότι τα ποσά που εισπράττονταν πράγματι αντιστοιχούσαν στα δελτία που είχαν δοθεί στους πελάτες για τα δίδακτρα που αυτοί κατέβαλαν. Η διασταύρωση αυτή έπρεπε  να γίνεται από την εκκαλούσα ταμία κατά την παραλαβή των εισπράξεων με φυλλομέτρηση των δελτίων, προκειμένου από τη συνεχή αρίθμησή τους να προκύπτουν με σαφήνεια τα ποσά που είχαν εισπραχθεί και όφειλαν να αποδοθούν. Άλλωστε, η εκκαλούσα όφειλε σε κάθε περίπτωση να εκδίδει γραμμάτια είσπραξης, καθώς και να διενεργεί τις σχετικές καταχωρίσεις στα προβλεπόμενα βιβλία του ταμείου, πλην, όπως προεκτέθηκε, δεν εκπλήρωνε τις ανωτέρω υποχρεώσεις της, η τήρηση των οποίων θα διασφάλιζε την εύκολη επαλήθευση της ροής των εισπράξεων και την αποκάλυψη τυχόν σφαλμάτων στην απόδοση αυτών. Οι ανωτέρω περιγραφόμενες παραλείψεις της εκκαλούσας κατά την άσκηση των καθηκόντων της συνιστούν αμέλεια εκ μέρους της ως προς την διαχείριση του αντικειμένου ευθύνης της, δηλαδή απόκλιση από την συμπεριφορά του μέσου υπολόγου ταμία. Εξάλλου, οι υπαίτιες αυτές παραλείψεις της τελούν σε αιτιώδη σύνδεσμο με το δημιουργηθέν έλλειμμα,  με το ποσό του οποίου νομίμως καταλογίστηκε και το ύψος του οποίου δεν αμφισβητεί, δεδομένου ότι εάν η εκκαλούσα ήλεγχε τη συνεχόμενη αρίθμηση των διπλοτύπων είσπραξης των εκάστοτε ποσών που απέδιδε η συγκαταλο-γισθείσα εισπράκτορας, ευχερώς θα διαπίστωνε την έλλειψη ΔΠΥ και, συνακόλουθα, την επί έλαττον διαφορά μεταξύ των πράγματι εισπραχθέντων ποσών διδάκτρων και των αντιστοίχων ποσών που αποδίδονταν σε αυτή για εισαγωγή στη διαχείριση του .. και θα ήταν σε θέση να αντιληφθεί εγκαίρως την παράνομη δράση της υπαλλήλου .. και να αποτρέψει την πρόκληση του καταλογισθέντος ελλείμματος στην ως άνω διαχείριση.