Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)184/2013

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 4129/2013, 3669/2008
Kαταβολή αμοιβής για την εκτέλεση «εργασιών πλήρωσης κενού χώρου μεταξύ τοιχίου-πρανούς στη θέση Μάτι του Δήμου ......». Περαιτέρω, στο άρθρο 21 του β.δ/τος της 17.5/15.6.1959 «Περί οικονομικής διοικήσεως και λογιστικού των Δήμων και Κοινοτήτων» (ΦΕΚ Α΄ 114, διόρθ. ΦΕΚ Α΄ 145 και 197), ορίζεται ότι: «1. Η εκκαθάρισις ενεργείται παρά της λογιστικής υπηρεσίας κατά τας κειμένας περί εκάστης δαπάνης διατάξεις, είτε αυτεπαγγέλτως οσάκις υπάρχουν παρά τη υπηρεσία ταύτη πλήρη τ΄ αποδεικνύοντα τα δικαιώματα των δικαιούχων στοιχεία, είτε επί τη υποβολή αυτή των δικαιολογητικών στοιχείων, μετά προέλεγχον τούτων εκ μέρους των αρμοδίων υπηρεσιών του Δήμου (…) 3. Τα δικαιολογητικά έγγραφα εκάστης δαπάνης (…) προσαρτώνται εις τα σχετικά χρηματικά εντάλματα (…)», στο άρθρο 23 παρ. 1 ότι: «Μετά την εκκαθάρισιν εκάστης δαπάνης το αρμόδιον τμήμα ή γραφείον της λογιστικής υπηρεσίας του Δήμου προκαλεί την πληρωμήν της εκκαθαρισθείσας δαπάνης συντάσσον χρηματικόν ένταλμα», στο άρθρο 25 αυτού ότι: «Εις παν χρηματικόν ένταλμα δέον να επισυνάπτεται υπ’ ευθύνη των επιτετραμμένων την εκκαθάρισιν και εντολήν της δαπάνης οργάνων του δήμου παν δικαιολογητικόν έγγραφον εξ ου να προκύπτη σαφώς το δικαίωμα του πιστωτού του δήμου κατά βάσιν και ποσόν». Από τις ως άνω διατάξεις, οι οποίες ρυθμίζουν τη διαδικασία της ανάληψης, εκκαθάρισης και εντολής πληρωμής δαπανών συνάγεται, πλην άλλων, ότι οι δαπάνες των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) εξοφλούνται κατά κανόνα με την έκδοση τακτικού χρηματικού εντάλματος. Προκειμένου δε να εκδοθεί τακτικό χρηματικό ένταλμα, πρέπει οι απαιτήσεις των πιστωτών των Ο.Τ.Α., καθώς και οι αντίστοιχες υποχρεώσεις των τελευταίων να αποδεικνύονται κατά την υπόσταση και την έκτασή τους από πλήρη και νόμιμα δικαιολογητικά, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και τα προβλεπόμενα από τον Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων για κάθε είδος συναλλαγής φορολογικά στοιχεία. Η μη έκδοση ή η μη νόμιμη έκδοση των ως άνω δικαιολογητικών καθιστά την εντελλόμενη δαπάνη μη κανονική (βλ. σχετ. Πρ. VII Τμ. 13/2008, 11, 373/2009, Κλ. Πρ. Ελ. Στο VII Τμ. 47/2013). Πλην, όμως, η έκδοση απόδειξης δαπάνης αντί τιμολογίου παροχής υπηρεσιών κατά την περίπτωση παροχής των τελευταίων σε ο.τ.α, δεν ασκεί επιρροή στη νομιμότητα και κανονικότητα της δαπάνης, διότι δύναται μεν να επισύρει την επιβολή των προβλεπόμενων κυρώσεων εκ μέρους των αρμοδίων φορολογικών αρχών, δεν άγει όμως σε ακυρότητα της απόδειξης, και κατά συνέπεια δεν καθιστά μη νόμιμη ή ανύπαρκτη την αξίωση του δικαιούχου επιτηδευματία, αφού το τιμολόγιο εξακολουθεί να αποτελεί δικαιολογητικό εκκαθάρισης και ενταλματοποίησης της σχετικής δαπάνης (πρβλ. Πράξεις VII Τμ. 74, 103, 104/2011, Κλ. Πρ. Ελ. Στο VII Τμ. 36/2013).

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/Τ7/366/2009

Δημόσια έργα.Χρόνος έκδοσης τιμολογίου.Στο άρθρο 21 του β.δ/τος της 17.5/15.6.1959 «Περί οικονομικής διοικήσεως και λογιστικού των Δήμων και Κοινοτήτων» (ΦΕΚ Α΄, 114, 145 και 197) ορίζεται ότι: «1. Η εκκαθάρισις ενεργείται παρά της λογιστικής υπηρεσίας κατά τας κειμένας περί εκάστης δαπάνης διατάξεις, είτε αυτεπαγγέλτως οσάκις υπάρχουν παρά τη υπηρεσία ταύτη πλήρη τα αποδεικνύοντα τα δικαιώματα των δικαιούχων στοιχεία, είτε επί τη υποβολή αυτή των δικαιολογητικών στοιχείων, μετά προέλεγχον τούτων εκ μέρους των αρμοδίων υπηρεσιών του Δήμου, (…) 3. Τα δικαιολογητικά έγγραφα εκάστης δαπάνης (…) προσαρτώνται εις τα σχετικά χρηματικά εντάλματα (…)» και στο άρθρο 25 αυτού ότι: «Εις παν χρηματικόν ένταλμα δέον να επισυνάπεται υπ’ ευθύνη των επιτετραμμένων την εκκαθάρισιν και εντολήν της δαπάνης οργάνων του δήμου παν δικαιολογητικόν έγγραφον εξ ου να προκύπτη σαφώς το δικαίωμα του πιστωτού του δήμου κατά βάσιν και ποσόν». Από τις τελευταίες αυτές διατάξεις προκύπτει ότι τα έξοδα των Ο.Τ.Α. αναγνωρίζονται και εκκαθαρίζονται από τα αρμόδια όργανα βάσει των προβλεπομένων από τις κείμενες διατάξεις για κάθε είδος δαπάνης δικαιολογητικών, που αποδεικνύουν την κατ’ αυτών απαίτηση και πληρώνονται με χρηματικά εντάλματα που εκδίδονται στο όνομα των αναγνωριζομένων ως πιστωτών τους. Η μη έκδοση ή η μη νόμιμη έκδοση των ως άνω δικαιολογητικών καθιστά την εντελλόμενη δαπάνη μη κανονική (σχετ. Πράξεις VII Τμ. 13/2008, 11/2009).


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/300/2019

Καταβολή αποζημίωσης λόγω ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης: Με δεδομένα αυτά, η υποχρέωση του Δήμου να αποζημιώσει τις ιδιοκτήτριες από την επιβληθείσα ρυμοτομική απαλλοτρίωση εξαντλήθηκε με την ανταλλαγή των οικοπέδων ώστε οι διατάξεις περί απαλλοτρίωσης να μην μπορούν να αποτε-λέσουν νόμιμο έρεισμα της εντελλόμενης δαπάνης. Εξάλλου, υπό την εκδοχή ότι η επίμαχη δαπάνη ερείδεται στις διατάξεις των άρθρων 105 και 106 του Εισ.ΝΑΚ περί αποζημιωτικής ευθύνης του δήμου έναντι τρίτων για τις ζημίες που τους προκάλεσαν τα όργανά του κατά την εκτέλεση ή από την παράλειψη εκτέλεσης των ανατεθειμένων σ’ αυτά καθηκόντων, δεν υπάρχει τελεσίδικη δικαστική απόφαση    ή πρακτικά δικαστικού (Ελ. Συν. Πρ. Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο Ι Τμ. 271/2013)        ή εξώδικου (Ελ. Συν. Πρ. Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο VII Τμ. 340/2013, 236/2014, 7/2016) συμβιβασμού που να καταφάσκουν αυτήν την ευθύνη. Περαιτέρω, δεν προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ότι η ζημία των ιδιοκτητριών του απαλλοτριω-θέντος οικοπέδου από την έκδοση οικοδομικής άδειας που κατέστη αδύνατον να υλοποιηθεί, συνδέεται αιτιωδώς με πράξεις και παραλείψεις των οργάνων του Δήμου. Ειδικότερα, δεν αξιολογούνται τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά, ιδίως    η ενδεχόμενη συνυπαιτιότητα των ιδιοκτητριών που γνώριζαν ότι η οικοδομική άδεια αφορούσε ακάλυπτο οικόπεδο ούτε γίνεται εμπεριστατωμένη υπαγωγή αυτών των πραγματικών περιστατικών σε ειδικό κανόνα δικαίου που να περιγράφει κατά τρόπο σαφή τις αρμοδιότητες των δημοτικών οργάνων αναφορικά με τις αποδιδόμενες  σ’ αυτά πράξεις ή παραλείψεις (πρβλ. Ελ. Συν. Πρ. Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο VII Τμ. 7/2016).


ΕλΣυν/Κλ.Τμ.7/55/2017

Καταβολή της αμοιβής της για την εκτέλεση του έργου «Ανάθεση Υπηρεσιών Εξειδικευμένης Υποστήριξης του Δήμου ..από Εξωτερικό Σύμβουλο(...) Αντίθετα, βασίμως προβάλλει η Επίτροπος παραβίαση της αρχής της οικονομικότητας, καθόσον από κανένα έγγραφο του Δήμου …δεν προκύπτει ο τρόπος προσδιορισμού της προϋπολογιζόμενης δαπάνης των υπό ανάθεση υπηρεσιών στο ποσό των 20.000 ευρώ χωρίς Φ.Π.Α.. Συγκεκριμένα, ενώ στις σχετικές τεχνικές προδιαγραφές υπάρχει πλήρης ανάλυση των υπηρεσιών που πρόκειται να ανατεθούν και η διάρκεια εκτέλεσης αυτών, ο ενδεικτικός προϋπολογισμός δεν έχει το απαιτούμενο περιεχόμενο, καθώς περιορίζεται απλώς στην αναφορά της συνολικής προϋπολογιζόμενης δαπάνης, ποσού 24.600,00 ευρώ (συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α.), χωρίς να παραθέτει κανένα στοιχείο τεκμηρίωσης του προϋπολογισμού, όπως ποσοτικό προσδιορισμό των εργασιών, έστω και κατά προσέγγιση, σε συνάρτηση με ορισμένη τιμή μονάδας - ανθρωποώρα ή συγκριτικά οικονομικά στοιχεία (βλ. Ελ.Συν. Πρ. VII Tμ. 363/2006 και Πρ. Κ.Π.Ε.Δ. στο VII Τμ. 261/2016, 388, και 119/2015).ΔΕΝ ΑΝΑΚΛΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ  ΕΣ/ΤΜ.7/20/2017.


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.7/214/2019

Ασφαλτοστρώσεις Δήμων:..Με δεδομένα αυτά, η επίμαχη σύμβαση έργου του Δήμου … έπρεπε, ως εκ του ύψους της προϋπολογιζόμενης δαπάνης της, που υπερέβαινε τις 200.000 ευρώ χωρίς Φ.Π.Α., να υποβληθεί σε προληπτικό έλεγχο νομιμότητας από τον αρμόδιο Επίτροπο του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Από τον έλεγχο όμως της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης αυτής, όπως ανωτέρω εκτέθηκε, δεν διαπιστώνεται ουσιώδης πλημμέλεια που θα μπορούσε να δημιουργήσει κώλυμα για την υπογραφή της. Εν όψει αυτών, τα αρμόδια όργανα παρέλειψαν να υποβάλουν την εν λόγω σύμβαση στον προληπτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου χωρίς πρόθεση καταστρατήγησης των σχετικών διατάξεων, αλλά από πλάνη η οποία, ενόψει και της νομιμότητας της διαδικασίας που προηγήθηκε της σύναψης της σύμβασης, κρίνεται συγγνωστή (Ε.Σ. Πρ. Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο VII Τμ. 294, 212, 198/2017).Κατόπιν αυτών το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πρέπει να θεωρηθεί λόγω πλάνης.


ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)183/2013

α)Αμοιβή για τη συντήρηση και επισκευή μεταφορικών μέσων και μηχανημάτων του Δήμου,β)καταβολή  αμοιβής  για την προμήθεια ανταλλακτικών για τη συντήρηση-επισκευή μεταφορικών μέσων και μηχανημάτων του Δήμου,γ)καταβολή της αμοιβής της για τη συντήρηση και επισκευή μεταφορικών μέσων και μηχανημάτων του Δήμου δ)καταβολή της αμοιβής του για τη συντήρηση και επισκευή μεταφορικών μέσων και μηχανημάτων του Δήμου ε)καταβολή της αμοιβής του για τη συντήρηση και επισκευή μεταφορικών μέσων και μηχανημάτων του Δήμου στ)καταβολή της αμοιβής της για τη συντήρηση και επισκευή λοιπών μηχανημάτων(...)Στο άρθρο 21 του β.δ/τος της 17.5/15.6.1959 «Περί οικονομικής διοικήσεως και λογιστικού των Δήμων και Κοινοτήτων» (ΦΕΚ Α΄ 114, διόρθ. ΦΕΚ Α΄ 145 και 197), ορίζεται ότι: «1. Η εκκαθάρισις ενεργείται παρά της λογιστικής υπηρεσίας κατά τας κειμένας περί εκάστης δαπάνης διατάξεις, είτε αυτεπαγγέλτως οσάκις υπάρχουν παρά τη υπηρεσία ταύτη πλήρη τ΄ αποδεικνύοντα τα δικαιώματα των δικαιούχων στοιχεία, είτε επί τη υποβολή αυτή των δικαιολογητικών στοιχείων, μετά προέλεγχον τούτων εκ μέρους των αρμοδίων υπηρεσιών του Δήμου (…) 3. Τα δικαιολογητικά έγγραφα εκάστης δαπάνης (…) προσαρτώνται εις τα σχετικά χρηματικά εντάλματα (…)», στο άρθρο 23 παρ. 1 ότι: «Μετά την εκκαθάρισιν εκάστης δαπάνης το αρμόδιον τμήμα ή γραφείον της λογιστικής υπηρεσίας του Δήμου προκαλεί την πληρωμήν της εκκαθαρισθείσας δαπάνης συντάσσον χρηματικόν ένταλμα»,  στο άρθρο 25 αυτού ότι: «Εις παν χρηματικόν ένταλμα δέον να επισυνάπτεται υπ’ ευθύνη των επιτετραμμένων την εκκαθάρισιν και εντολήν της δαπάνης οργάνων του δήμου παν δικαιολογητικόν έγγραφον εξ ου να προκύπτη σαφώς το δικαίωμα του πιστωτού του δήμου κατά βάσιν και ποσόν». Από τις ως άνω διατάξεις, οι οποίες ρυθμίζουν τη διαδικασία της ανάληψης, εκκαθάρισης και εντολής πληρωμής δαπανών συνάγεται, πλην άλλων, ότι οι δαπάνες των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) εξοφλούνται κατά κανόνα με την έκδοση τακτικού χρηματικού εντάλματος. Προκειμένου δε να εκδοθεί τακτικό χρηματικό ένταλμα, πρέπει οι απαιτήσεις των πιστωτών των Ο.Τ.Α., καθώς και οι αντίστοιχες υποχρεώσεις των τελευταίων να αποδεικνύονται κατά την υπόσταση και την έκτασή τους από πλήρη και νόμιμα δικαιολογητικά. Η μη έκδοση ή η μη νόμιμη έκδοση των ως άνω δικαιολογητικών καθιστά την εντελλόμενη δαπάνη μη κανονική (βλ. σχετικές πράξεις VII  Τμ. 13/2008, 11, 373/2009, Κλ. Πρ. Ελ. Στο VII Τμ. 47/2013)
Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 παρ.2, 3 και 20 του ν.4013/2011 (ΦΕΚ Α΄ 204), όπως ισχύουν, της κατ' εξουσιοδότηση του ως άνω νόμου (άρθρα 3 και 4) εκδοθείσας 3396/5.3.2012 απόφασης του Υπουργού Ανάπτυξης Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας περί διορισμού των μελών της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων (ΦΕΚ τ.Υ.Ο.Δ.Δ. 94/6.3.2012) και των διατάξεων του άρθρου 20 του ν.2690/1999 «Κύρωση του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α΄ 45), συνάγεται ότι, μετά τη συγκρότηση της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων (με το ν.4013/2011), η λειτουργία της οποίας άρχισε στις 6.6.2012, ήτοι μετά την παρέλευση τριμήνου από την έκδοση της προαναφερόμενης υπουργικής απόφασης διορισμού των μελών της, για τη σύναψη σύμβασης με τη διαδικασία των διαπραγματεύσεων χωρίς δημοσίευση διακήρυξης, σύμφωνα με το άρθρο 25 του π.δ.60/2007, στο πεδίο εφαρμογής του οποίου εμπίπτουν και οι συμβάσεις τις οποίες συνάπτουν με απευθείας ανάθεση οι ο.τ.α. κατόπιν άγονης ανοικτής διαγωνιστικής διαδικασίας, απαιτείται ως ουσιώδης τύπος της διαδικασίας πριν την έκδοση της απόφασης έγκρισης σύναψης, η διατύπωση προηγούμενης σύμφωνης γνώμης από αυτήν. Κατά συνέπεια, από 6.6.2012 (και ήδη από 1.1.2013, μετά τη θέση σε ισχύ του άρθρου 61 παρ.1 του ν.4146/2013, ΦΕΚ Α' 90/18.4.2013), σε περίπτωση κατά την οποία μία αναθέτουσα αρχή κρίνει αναγκαία τη σύναψη σύμβασης οφείλει, πριν τη λήψη της σχετικής απόφασης, να υποβάλει το φάκελο με όλα τα αναγκαία στοιχεία ενώπιον της ανωτέρω Αρχής, προκειμένου αυτή να ασκήσει τη γνωμοδοτική της αρμοδιότητα. Αν η Αρχή γνωμοδοτήσει αρνητικά η σύμβαση δεν μπορεί να συναφθεί, αφού ο νόμος ορίζει ότι η γνώμη που διατυπώνει είναι σύμφωνη και κατά συνέπεια το όργανο που ασκεί την αποφασιστική αρμοδιότητα υποχρεούται να ενεργήσει κατά τον τρόπο που του υποδεικνύει το γνωμοδοτούν όργανο, ενώ αν ο αναθέτων φορέας δεν υποβάλλει το φάκελο της διαδικασίας ενώπιον της Αρχής, τυχόν απόφαση του αρμόδιου οργάνου περί σύναψης της σύμβασης είναι παράνομη ως εκδοθείσα κατά παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας έκδοσής της (πρβλ. σχετ. Ε΄ Κλιμ. πράξεις 181, 154, 125, 192/2013).

Ακολούθως, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 2, 21 και 23 του ν. 3871/2010 (ΦΕΚ Α΄ 141) «Δημοσιονομική Διαχείριση και Ευθύνη» καθώς και των άρθρων 2-4 του π.δ/τος 113/2010 «Ανάληψη υποχρεώσεων από τους Διατάκτες» (ΦΕΚ Α΄ 209/10.12.2010), συνάγεται ότι για την πραγματοποίηση οποιασδήποτε δαπάνης Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού απαιτείται προηγουμένως η έγκριση  διάθεσης της σχετικής πίστωσης. Κατά το στάδιο  αυτό της δημοσιονομικής ανάληψης της δαπάνης, ο αρμόδιος  διατάκτης, 

ΕλΣυν/Τμ.7(ΚΠΕ)117/2012

(...)ο χρόνος παραγραφής των απαιτήσεων κατά των Ο.Τ.Α., οι οποίες μπορεί να συνίστανται σε κάθε είδους χρηματική αξίωση, πλην εκείνων για αποδοχές ή κάθε άλλης φύσεως απολαβές που καταβάλλονται ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης από το μισθωτό εργασίας ή για αποζημιώσεις που οφείλονται από παράνομες πράξεις των οργάνων των Ο.Τ.Α ή από τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, υπόκειται σε πενταετή παραγραφή, εάν από άλλη γενική ή ειδική διάταξη δεν ορίζεται βραχύτερος χρόνος παραγραφής, η οποία αρχίζει από το τέλος του οικονομικού έτους κατά το οποίο γεννήθηκε η αξίωση και ήταν δυνατή η δικαστική της επιδίωξη (βλ. πβλ. πρ. VII Τμ. 87/2012, 1/2006). Διακοπή δε της παραγραφής επέρχεται, μεταξύ άλλων, με την υποβολή αίτησης για πληρωμή στην αρμόδια δημόσια αρχή καθώς και με την έκδοση τίτλου πληρωμής. Στις περιπτώσεις αυτές από την απάντηση της αρχής, ή από την παρέλευση εξαμήνου από την υποβολή αίτησης (σε περίπτωση μη απάντησης της αρχής) καθώς και από την έκδοση τίτλου πληρωμής, αρχίζει νέα παραγραφή, ομοειδής, η νέα δε παραγραφή δύναται να διακοπεί με τους ίδιους τρόπους όπως με την έκδοση της αρχικής και συνεπώς με την εκ νέου έκδοση τίτλου πληρωμής (πρ. IV Τμημ 19/2001).


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.7/317/2019

Πληρωμή τιμήματος αγοράς ακινήτου..:Με δεδομένα αυτά, το σχέδιο σύμβασης αγοραπωλησίας του οικοπέδου έπρεπε, ως εξ επαχθούς αιτίας προμήθεια ακινήτου πράγματος από δήμο, να υποβληθεί σε προληπτικό έλεγχο νομιμότητας από το Ελεγκτικό Συνέδριο. Σε κάθε περίπτωση, το Κλιμάκιο ελέγχοντας, έστω και εκ των υστέρων, τη διαδικασία που προηγήθηκε της αγοράς του ακινήτου (πρβλ. Ε.Σ. Πρ. Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο VII Τμ. 6/2018, 294, 212, 198/2017) κρίνει ότι η έκδοση της απόφασης ανάληψης υποχρέωσης μετά την υπογραφή του συμβολαίου μεταβίβασης του ακινήτου καθιστά την εντελλόμενη δαπάνη μη κανονική και τα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα μη θεωρητέα.Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη ούτε κανονική και τα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα δεν πρέπει να θεωρηθούν.


ΕλΣυν.Κλ.Τμ.1/50/2018

Κάλυψη εξόδων μετάβασης και διαμονής-διατροφής συνοδού ασφαλισμένου:..Με τα δεδομένα αυτά, μη νομίμως ο Ε.Ο.Π.Υ.Υ προέβη στην έκδοση τακτικού χρηματικού εντάλματος πληρωμής για την προκαταβολή της εντελλόμενης δαπάνης, καθόσον, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, η έκδοση τακτικού χρηματικού εντάλματος πληρωμής προϋποθέτει απαίτηση εκκαθαρισμένη, ήτοι απαίτηση αποδεικνυόμενη, ως προς την ύπαρξη και την έκτασή της, από πλήρη και νόμιμα παραστατικά στοιχεία. Εν προκειμένω, κατά το χρόνο έκδοσης του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος, η σχετική απαίτηση του φερόμενου ως δικαιούχου δεν ήταν εκκαθαρισμένη, κατά την προεκτεθείσα έννοια, και, επομένως, δεν υπήρχε εκ του νόμου δυνατότητα να εκδοθεί τακτικό χρηματικό ένταλμα πληρωμής, θα μπορούσε δε ο προαναφερθείς Οργανισμός, επιτρεπτώς, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 18 του ν.δ/τος 496/1974, να προβεί στην προκαταβολή της επίμαχης δαπάνης, με την έκδοση χρηματικού εντάλματος προπληρωμής, στο όνομα του ως άνω φερόμενου ως δικαιούχου-ασφαλισμένου του (πρβλ. Ε.Σ. Ι Τμ. πρ. 98/2010, VII Τμ. πρ. 98/2010, 27, 373/2009).Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη, με το ελεγχόμενο τακτικό χρηματικό ένταλμα πληρωμής -ήτοι βάσει μη νόμιμου τίτλου πληρωμής- δαπάνη, είναι μη νόμιμη και, ως εκ τούτου, αυτό δεν πρέπει να θεωρηθεί.


ΕλΣυν/Τμ7/70/2010

Tο αντικείμενο της σύμβασης, όπως περιγράφεται ανωτέρω και περιλαμβάνει πέραν των εργασιών χρωματισμού επιφανειών που πιστοποιήθηκαν με τον 1ο λογαριασμό και εξοφλούνται με το επίμαχο ένταλμα, και χωματουργικές εργασίες (εκσκαφές) καθώς και χρήση οπλισμένου ή ελαφρά οπλισμένου σκυροδέματος, σε συνδυασμό με άλλες εργασίες όπως επιστρώσεις με πλακίδια και επενδύσεις των επιφανειών, μόνωση ταρατσών και στεγών, αντικαταστάσεις υδρορροών, επιχρίσματα, τοποθέτηση μεταλλικών θυρών, επιστεγάσεις καθώς και εκτέλεση ηλεκτρομηχανολογικών εργασιών σε διάφορα σχολικά κτίρια του ως άνω Δήμου, αφορά σε εκτέλεση έργου, καθόσον οι εργασίες αυτές αποτελούν εργασίες επισκευής και συντήρησης κτιρίων κατά την έννοια του άρθρου 1 παρ. 3 του ν. 3669/2008, το αποτέλεσμα των οποίων συνδέεται άμεσα με το έδαφος ή υπέδαφος κατά τρόπο διαρκή και σταθερό, ώστε να μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί συστατικό του, επιπλέον δε για την εκτέλεσή τους απαιτούνται ειδικές τεχνικές γνώσεις και μέθοδοι καθώς και εξειδικευμένο τεχνικό προσωπικό (βλ. Πρ. VII Τμ. 331, 374/2009). Εξάλλου, οι εν λόγω εργασίες πρέπει να εκτιμηθούν ως ενιαίο σύνολο, ανεξάρτητα δηλαδή από το είδος της εργασίας που πρόκειται να εκτελεστεί σε κάθε κτίριο, καθόσον ένας τέτοιος διαχωρισμός δεν προκύπτει από τη μελέτη του έργου, ενώ σε κάθε περίπτωση, ο χαρακτηρισμός των εργασιών ως «δημόσιο έργο» δεν μπορεί να εξαρτηθεί από τις περιλαμβανόμενες σε κάθε λογαριασμό εργασίες, αλλά από τη συνολική μελέτη του έργου.(…..) Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι η πληρωμή συγκεκριμένης δαπάνης πρέπει να γίνεται σε βάρος ειδικά προβλεφθείσας για το σκοπό αυτό πίστωσης και, επομένως, πριν από την έναρξη της οποιασδήποτε διαδικασίας για την ανάθεση δημοτικού έργου πρέπει να έχει εξασφαλιστεί και να υπάρχει εγγεγραμμένη σχετική πίστωση στον προϋπολογισμό του αναθέτοντος Δήμου για το τμήμα τουλάχιστον του έργου που πρόκειται να εκτελεστεί μέχρι το τέλος τους έτους, η έλλειψη δε πίστωσης ελέγχεται κατά την άσκηση του προληπτικού ελέγχου του οικείου χρηματικού εντάλματος από το Ελεγκτικό Συνέδριο (άρθρα 17 παρ. 1β΄ και 21 παρ. 1 του π.δ. 774/1980, πρβλ. και Πράξεις VII Τμ. 145/2006, 173, 257/2007). Περαιτέρω, η ανάληψη συγκεκριμένης δαπάνης έχει την έννοια της έγκρισης αυτής από τα κατά νόμο αρμόδια όργανα, μετά από έλεγχο αφενός της νομιμότητας αυτής και αφετέρου της ύπαρξης στον προϋπολογισμό της υπηρεσίας επαρκούς για την κάλυψη της δαπάνης πίστωσης. Υπό τη λογιστική έννοια η ανάληψη δαπάνης σημαίνει την εγγραφή του ποσού της δαπάνης στο οικείο Βιβλίο Ανειλημμένων Υποχρεώσεων και πιστοποιεί την ύπαρξη και δέσμευση των οικείων πιστώσεων, σε βάρος των οποίων πρόκειται να πραγματοποιηθεί η δαπάνη, έτσι ώστε με την παρακολούθηση του εκάστοτε υπολοίπου να καθίσταται δυνατός ο προγραμματισμός των αναλαμβανόμενων από το Δήμο υποχρεώσεων αλλά και να διασφαλίζεται η εκπλήρωση των ανειλημμένων υποχρεώσεών του. Παρέπεται ότι, εφόσον από τη σχετική σύμβαση προκύπτει ότι ο χρόνος, μέσα στον οποίο πρέπει να ολοκληρωθεί το έργο, δεν εκτείνεται πέραν της λήξης του οικείου οικονομικού έτους, η νομιμότητα της εν λόγω δαπάνης προϋποθέτει τη σύνταξη έκθεσης ανάληψης για τη συνολική δαπάνη αυτού. Εξάλλου, για τις δαπάνες που δεν πραγματοποιούνται εντός του οικονομικού έτους, στο οποίο ανάγονται, ο νόμος καθιερώνει ειδική διαδικασία ακύρωσης των ήδη εκδοθέντων ενταλμάτων και διαγραφής των οικείων πιστώσεων από το Βιβλίο Ανειλημμένων Υποχρεώσεων, οπότε οι σχετικές δαπάνες αναλαμβάνονται εκ νέου σε βάρος ειδικής πλέον πίστωσης του προϋπολογισμού του νέου οικονομικού έτους που αφορά σε έξοδα παρελθόντων οικονομικών ετών. Συνεπώς, η ανάληψη δαπάνης για πρώτη φορά σε βάρος πίστωσης επόμενου οικονομικού έτους λόγω ανεπάρκειας των πιστώσεων του οικονομικού έτους, στο οποίο η σχετική υποχρέωση ανάγεται, καθιστούν τη δαπάνη μη νόμιμη, καθόσον η διαδικασία αυτή καταλήγει στην περιγραφή των ως άνω διατάξεων (βλ. Πρ. VII Τμ. 288/2008).


ΕλΣυν/Κλ.Τμ.7/185/2013

Δημόσια έργα-Τεχνικό πρόγραμμα (...) Aπαραίτητη προϋπόθεση για την έναρξη της διαδικασίας εκτέλεσης ενός δημοτικού έργου είναι, μεταξύ άλλων, η ένταξή του στο τεχνικό πρόγραμμα του οικείου Δήμου (Ε.Σ. πρακτικά Ολομ. 5ης Γ.Σ./9.2.2011 και πράξεις VII Τμ. 210/2010, 5/2008, 144, 140/2007, 117/2006, Κλ. Πρ.Ελ. στο VII Τμ. 73/2012). Εξάλλου, με την έγκριση του τεχνικού προγράμματος υλοποιείται ένας προγραμματισμός για τα έργα που πρόκειται να εκτελεστούν το επόμενο οικονομικό έτος, ο οποίος είναι ευέλικτος και προσαρμόσιμος τόσο στα δημοσιονομικά δεδομένα του οικείου Δήμου, όπως αυτά διαμορφώνονται κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους, όσο και στις ανακύπτουσες,  κατά το χρόνο εκτέλεσής του, ανάγκες για την ολοκλήρωση και αρτιότητά του, καθόσον δύναται να τροποποιηθεί, κατά τη διάρκεια του έτους (Ελ.Συν. πράξεις VII Τμ. 107/2012, 53/2011, 210/2010). Απαραίτητη δε προϋπόθεση για τη, σύμφωνα με τα ανωτέρω, τροποποίηση του τεχνικού προγράμματος του Δήμου αποτελεί η έκδοση αιτιολογημένης απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου. Κατά συνέπεια, δεν είναι νόμιμη η έναρξη της διαδικασίας για την εκτέλεση ενός δημοτικού έργου, εφόσον αυτό δεν έχει ενταχθεί στο τεχνικό πρόγραμμα του οικείου Δήμου, ούτε έχει συμπεριληφθεί σε κάποια τροποποίηση αυτού, ύστερα από σχετική απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, η οποία πρέπει να είναι ειδικά αιτιολογημένη.(...) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Κλιμάκιο κρίνει ότι κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 208 του ν.3463/2006 δεν προηγήθηκε της έναρξης της διαγωνιστικής διαδικασίας για την ανάθεση του επίμαχου έργου η εγγραφή του στο τεχνικό πρόγραμμα του Δήμου έτους 2011, περαιτέρω, δε και η εγγραφή του στο τεχνικό πρόγραμμα έτους 2012 έπρεπε να προηγηθεί της ανάθεσης και έναρξης εκτέλεσης αυτού