Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/ΤΜ.ΔΕΥΤΕΡΟ/243/2021

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 1225/1981, 1188/1981, 3205/2003, 2685/1999

Αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά - μισθοδοσία και έξοδα κίνησης...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, η υπαλληλική σχέση του αρχικώς εκκαλούντος λύθηκε αυτοδικαίως στις 23.9.2004, με την άπρακτη πάροδο τριμήνου από την επομένη της υποβολής της παραίτησής του, είχε δε δικαίωμα να του καταβληθούν τρίμηνες αποδοχές μέχρι και τις 24.12.2004. Συνεπώς, δεν είναι νόμιμος ο σε βάρος του καταλογισμός των αποδοχών που του καταβλήθηκαν κατά το χρονικό διάστημα από 22.6.2004 μέχρι και 24.12.2004. Ειδικά όσον αφορά στα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα και αδείας, ως χρονικό διάστημα κατά το οποίο μισθοδοτήθηκε δεν έπρεπε να ληφθεί το χρονικό διάστημα μέχρι και τις 22.6.2004, αλλά το χρονικό διάστημα μέχρι και τις 24.12.2004. Τέλος, όσον αφορά στα έξοδα κίνησης, ορθά καταλογίστηκε σε βάρος του το ποσό που του καταβλήθηκε από τις 22.6.2004 και έπειτα, δηλαδή κατά το χρονικό διάστημα που απουσίαζε από την υπηρεσία του.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να αναβληθεί η έκδοση οριστικής απόφασης επί της έφεσης και να παραπεμφθεί με επιμέλεια της Γραμματείας του Δικαστηρίου ο φάκελος της υπόθεσης στην αρμόδια υπηρεσία του Δήμου ..., προκειμένου εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης στην υπηρεσία αυτή να επανυπολογιστεί το ποσό των καταλογιστέων σε βάρος του αρχικώς εκκαλούντος αποδοχών, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην αμέσως προηγούμενη σκέψη και να επιστραφεί ο φάκελος στη Γραμματεία του Δικαστηρίου.

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/ΤΜ.1/153/2012

Καταβολή υπερωριακής απασχόλησης σε υπαλλήλους Δήμου:..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι η υπερωριακή απασχόληση των φερομένων ως δικαιούχων, κατά το χρονικό διάστημα για το οποίο εντέλλεται η αμοιβή τους με τα επίμαχα χρηματικά εντάλματα, δεν είναι νόμιμη, καθόσον από το περιεχόμενο των 3/3.1.2011 και 3α/3.1.2011 αποφάσεων του Δημάρχου ... δεν προκύπτει ότι η έγκριση για την καθιέρωση της υπερωριακής εργασίας αυτών αποσκοπεί στην κάλυψη έκτακτων εποχικών ή απρόβλεπτων υπηρεσιακών αναγκών. Ειδικότερα, όσον αφορά στο προσωπικό που απασχολήθηκε στην υπηρεσία ύδρευσης, αορίστως γίνεται επίκληση, με την 3α/3.1.2011 απόφαση του Δημάρχου ..., στην παλαιότητα του δικτύου ύδρευσης και στην ανάγκη αποκατάστασης των βλαβών ανεξαρτήτως ημέρας και ώρας, δεδομένου ότι οι βλάβες και εν γένει τα προβλήματα που ανακύπτουν εξαιτίας του πεπαλαιωμένου δικτύου είναι συνήθη και για το λόγο αυτό δεν μπορούν να χαρακτηρισθούν ως υπηρεσιακές ανάγκες, που ανακύπτουν απροβλέπτως (πρβλ. πράξεις Ι Τμήμ. 261, 111/2011). Περαιτέρω, ανεξαρτήτως της αοριστίας της ανωτέρω απόφασης, ούτε στην 196/2011 βεβαίωση του Δημάρχου ..., αλλά ούτε και σε κανένα στοιχείο του φακέλου γίνεται αναφορά συγκεκριμένων βλαβών, που προέκυψαν αιφνιδίως, και τις οποίες κλήθηκαν να αποκαταστήσουν οι φερόμενοι ως δικαιούχοι. (..)Κατ’ ακολουθία αυτών, οι εντελλόμενες, με τα επίμαχα χρηματικά εντάλματα πληρωμής, δαπάνες είναι μη νόμιμες και, συνεπώς, τα εντάλματα αυτά δεν πρέπει να θεωρηθούν.


Ελ.Συν.Ολομ/114/2017

Οικογενειακή παροχή λόγω γάμου:Στην υπό κρίση υπόθεση, με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση του ΙΙ Τμήματος έγινε εν μέρει δεκτή η από 30.12.2002 ..αγωγή της ήδη αναιρεσίβλητης, πολιτικής συνταξιούχου του Δημοσίου, που παραπέμφθηκε προς εκδίκαση στο Ελεγκτικό Συνέδριο λόγω δικαιοδοσίας με την 4463/2006 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου .., με την οποία ζήτησε να της καταβληθεί νομιμοτόκως το ποσό των 2.825,64 ευρώ, ως οικογενειακή παροχή συζύγου για το χρονικό διάστημα από 1.1.1997 έως 30.6.2002. Ειδικότερα, με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση υποχρεώθηκε το αναιρεσείον Δημόσιο να καταβάλει στην αναιρεσίβλητη, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής κατά το άρθρο 21 του κ.δ/τος της 26.6./10.7.1944 «Περί κώδικος των νόμων περί δικών του Δημοσίου», το ποσό των 1.761,00 ευρώ, που αντιστοιχεί σε μη καταβληθείσα σε αυτή οικογενειακή παροχή λόγω γάμου κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.1997 έως 28.2.2001, καθόσον κρίθηκε ότι η επίδικη αξίωση για το εν λόγω χρονικό διάστημα, ενόψει του χρόνου κατάθεσης της αγωγής (31.12.2002) στο Διοικητικό Πρωτοδικείο …, δεν είχε υποπέσει στην πενταετή παραγραφή της εφαρμοσθείσας διάταξης της παρ. 1 του άρθρου 90 του ν. 2362/1995, ενώ για το μεταγενέστερο της 28.2.2001 χρονικό διάστημα είχε ήδη ικανοποιηθεί.(..)Δεδομένου δε του χρόνου κατάθεσης της αγωγής στο Διοικητικό Πρωτοδικείο … (31.12.2002), η αξίωση της ήδη αναιρεσίβλητης για καταβολή της οικογενειακής παροχής λόγω γάμου για το χρονικό διάστημα από 1.1.1997 έως 31.12.1999 έχει υποπέσει στη διετή παραγραφή της διάταξης της παρ. 5 του άρθρου 90 του ν. 2362/1995 και, συνεπώς, αυτή δικαιούται την εν λόγω παροχή μόνο για το από 1.1.2000 έως 28.2.2001 χρονικό διάστημα. Κατόπιν τούτων, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η ένδικη αγωγή και να υποχρεωθεί το Ελληνικό Δημόσιο να καταβάλει στην αναιρεσίβλητη ως οικογενειακή παροχή λόγω γάμου για το από 1.1.2000 έως 28.2.2001 χρονικό διάστημα το ποσό των 493,03 ευρώ (14 μήνες Χ 12.000 δρχ.), νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, με βάση το επιτόκιο (6%) που προβλέπεται στο άρθρο 21 του κ.δ/τος 26.6./10.7.1944 «Περί κώδικος των νόμων περί δικών του Δημοσίου».


ΕΣ/ΟΛΟΜ.1272/2019

Έλλειμμα διαχείρισης ταμείου...Σύμφωνα δε με όσα έγιναν ανωτέρω δεκτά και όπως προκύπτει από τα αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά, ο μεταποβιώσας εκκαλών, με την παρατύπως ασκηθείσα διαχείρισή του, δεν παραβίασε συγκεκριμένες και ρητώς προβλεπόμενες, από το νόμο ή τους κανονισμούς, υποχρεώσεις του, ούτε διέθεσε τα ακαταχώρητα χρηματικά διαθέσιμα για σκοπό διαφορετικό από τον κατά νόμο προβλεπόμενο, με αποτέλεσμα η διαχειριστική του συμπεριφορά να μην συνιστά ιδιαιτέρως σοβαρή εκτροπή από το νόμο και τους κανόνες των συναλλαγών και να μην στοιχειοθετείται, ως εκ τούτου, η συνδρομή βαριάς αμέλειας στο πρόσωπό του κατά την άσκηση των διαχειριστικών καθηκόντων του, που συνιστά την αναγκαία προϋπόθεση για την νόμιμη επιβολή σε βάρος του των επίδικων προσαυξήσεων. Κατά συνέπεια η από 8.12.2014 έφεση του μεταποβιώσαντος εκκαλούντος κατά της ....2014 καταλογιστικής απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΠΔΥ, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή, να απαλλαγεί αυτός από το καταλογισθέν σε βάρος του ποσό των 131.142,85 ευρώ που αντιστοιχεί σε προσαυξήσεις, να μεταρρυθμιστεί η ....2014 καταλογιστική απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΠΔΥ και να περιοριστεί το καταλογισθέν σε βάρος του ποσό σε 30.044,80 ευρώ.


ΕΣ/ΤΜ.6/1483/2019

Καταλογισμός...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην σκέψη ΙΙΙ, κατά την πλειοψηφήσασα στο Τμήμα γνώμη, η άρνηση του Γενικού Επιθεωρητή του Σώματος Επιθεωρητών Υγείας, που εκδηλώθηκε με την προσβαλλόμενη πράξη να εξετάσει κατ’ ουσίαν το αίτημα του εκκαλούντος για επανεξέταση του γενομένου σε βάρος του καταλογισμού, κατόπιν λήψης υπ’ όψιν της 4961/2009 αθωωτικής απόφασης του Β΄ Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη, παραδεκτώς προσβαλλόμενη με έφεση ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Τούτο δε, διότι το τεκμήριο αθωότητας που κατοχυρώνεται με τις προδιαληφθείσες διατάξεις του άρθρου 6 παράγραφος 2 της Ε.Σ.Δ.Α. και το οποίο εκτείνεται και στις διαδικασίες ενώπιον των διοικητικών αρχών, που έπονται της αθώωσης του κατηγορουμένου, επέτασσε την επανεξέταση της υπόθεσης του εκκαλούντος, ο δε Γενικός Επιθεωρητής όφειλε, κατόπιν συνεκτίμησης της εν λόγω αθωωτικής απόφασης, να εκφέρει αιτιολογημένη κρίση σχετικώς με το εάν συνέτρεχε ή όχι λόγος ανάκλησης της .../.../12.9.2002 καταλογιστικής απόφασης των Επιθεωρητών της Διεύθυνσης Επιθεώρησης του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας. Εξάλλου, σύμφωνα με τα γενόμενα δεκτά στην σκέψη ΙΙ της παρούσας, η κατ’ ουσίαν εξέταση από τη Διοίκηση του αιτήματος του εκκαλούντος για ανάκληση του σε βάρος του καταλογισμού δεν κωλυόταν από την ύπαρξη δεδικασμένου από σχετική απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Τούτο διότι, με την 1862/2009 απόφαση του IV Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η από 29.12.2002 έφεση του εκκαλούντος απερρίφθη ως απαράδεκτη για τυπικό λόγο και συγκεκριμένα ελλείψει του απαιτουμένου για την εξέτασή της παραβόλου, με συνέπεια το εκ της απόφασης αυτής απορρέον δεδικασμένο να καλύπτει μόνο το κριθέν δικονομικό ζήτημα και όχι την ουσία της υπόθεσης. Πρέπει, συνεπώς, για τον λόγο αυτόν που προβάλλεται βασίμως, να γίνει δεκτή η έφεση, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη και να αναπεμφθεί η υπόθεση στη Διοίκηση, προκειμένου αυτή, ασκώντας τη διακριτική της ευχέρεια, υπό το φως των αναφερομένων στη σκέψη ΙΙΙ της παρούσας, να συνεκτιμήσει την ανωτέρω αθωωτική απόφαση και να προβεί με νόμιμη αιτιολογία είτε στην ανάκληση της .../.../12.9.2002 καταλογιστικής απόφασης των Επιθεωρητών της Διεύθυνσης Επιθεώρησης του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας, είτε στην απόρριψη του σχετικού αιτήματος. Περαιτέρω, γενομένης δεκτής της έφεσης του εκκαλούντος πρέπει να απορριφθεί το επικουρικώς προβαλλόμενο αίτημά του να εκτιμηθεί το ασκηθέν από αυτόν ένδικο βοήθημα ως αίτηση για αναθεώρηση της 1862/2009 απόφασης του IV Τμήματος. Εξάλλου, και υπό την εκδοχή ότι το κρινόμενο ένδικο βοήθημα ερμηνευόταν, ως εκ του περιεχομένου του οικείου δικογράφου, ως αίτηση για αναθεώρηση της ανωτέρω απόφασης του Τμήματος, η αίτηση αυτή, σύμφωνα με τα γενόμενα δεκτά στη σκέψη ΙΙ, θα ήταν, σε κάθε περίπτωση, απορριπτέα ως απαράδεκτη, καθώς με την 1862/2009 απόφαση του Τμήματος απερρίφθη η από 29.12.2002 έφεση του εκκαλούντος ως απαράδεκτη για τυπικό λόγο (λόγω μη καταβολής παραβόλου), με συνέπεια οι προβαλλόμενοι με το εξεταζόμενο δικόγραφο λόγοι, με τους οποίους πλήττεται η νομιμότητα του γενόμενου καταλογισμού, να είναι απορριπτέοι ως απαράδεκτοι.


ΕΣ/ΤΜ.1/27/2008

Καταβολή αποζημίωσης λόγω μη χορήγησης κανονικής άδειας...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στη σκέψη που προηγήθηκε, αυτός δεν δικαιούται αποζημίωσης λόγω μη χορήγησης κανονικής άδειας κατά το έτος 2005, αφού η καταβολή της δεν προβλέπεται από τις ειδικές διατάξεις που, κατά τρόπο αποκλειστικό, ρυθμίζουν τις αποδοχές των Γενικών Γραμματέων των Δήμων. Άλλωστε η καταβολή τέτοιας αποζημίωσης δεν προβλέπεται ούτε για τους τακτικούς δημοσίους υπαλλήλους (αρ.49 του ν.2683/1999, Α΄19 και ν.3528/2007, Α΄26). Η επικαλούμενη στις αποφάσεις της δημαρχιακής Επιτροπής διάταξη του άρθρου 20 του π.δ.410/1988, σύμφωνα με την οποία ο μισθωτός δικαιούται αποζημίωση, αν δεν του χορηγηθεί για οποιοδήποτε λόγο η κανονική άδεια, αφορά στο προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου του Δημοσίου, των Ο.Τ.Α. και των λοιπών Ν.Π.Δ.Δ. και δεν μπορεί να εφαρμοστεί αναλογικά σε μια ειδική κατηγορία, όπως είναι οι γενικοί γραμματείς των δήμων οι οποίοι απασχολούνται με διαφορετικό εργασιακό και μισθολογικό καθεστώς. Ομοίως σε άλλη κατηγορία υπαλλήλων (γενικών διευθυντών και προϊσταμένων υπηρετούντων σε πολιτικά γραφεία) αναφέρεται και η 782/1992 γνωμοδότηση του Ν.Σ.Κ, την οποία επίσης επικαλείται ο Δήμος. Ενόψει των ανωτέρω, είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί ο ισχυρισμός του Δημάρχου … ότι τα αρμόδια όργανά του υπέλαβαν πεπλανημένως ότι ο ανωτέρω υπάλληλος δικαιούται την επίμαχη αποζημίωση αφού η πλάνη τους αυτή και αληθής υποτιθέμενη δεν είναι συγγνωστή. Εξάλλου, με το 2/31341/0022/18.6.2005 έγγραφό της η Διευθύντρια της 22ης Διεύθυνσης του Γ.Λ.Κ., απαντώντας σε σχετικό ερώτημα του εν λόγω Δήμου είχε ενημερώσει ότι «δεν υπάρχει διάταξη νόμου που να αποζημιώνει δημόσιους υπαλλήλους (στην έννοια των οποίων περιλαμβάνονται και οι μετακλητοί Γενικοί Γραμματείς Δήμων) στους οποίους δεν χορηγήθηκε η κανονική άδεια εντός του έτους που τη δικαιούνται». Τέλος, όπως ορθώς προβάλλεται από την Επίτροπο, το επίμαχο χρηματικό ένταλμα και τα δικαιολογητικά αυτού δεν υπογράφονται από τον Προϊστάμενο της Λογιστικής Υπηρεσίας του Δήμου, κατά παράβαση των οικείων διατάξεων του Λογιστικού των Δήμων και Κοινοτήτων. Κατά συνέπεια η εντελλόμενη με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δαπάνη, δεν είναι νόμιμη και το ένταλμα αυτό δεν πρέπει να θεωρηθεί.


ΕλΣυν.Τμ.1/23/2016

Αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Τμήμα άγεται, κατ’ αρχάς, στην κρίση ότι νομίμως καταλογίστηκε, διά της προσβαλλομένης πράξης, σε βάρος του εκκαλούντος το ποσό των 26.341,66 ευρώ, το οποίο εισέπραξε κατά το επίδικο χρονικό διάστημα αχρεωστήτως ως σύνταξη. Τούτο, καθόσον, η επιγενόμενη της ήδη συντελεσθείσας μονιμοποίησής του ακύρωση του διορισμού του, με την 2114/2009 απόφαση του ΣτΕ, στέρησε από αυτήν το νόμιμο έρεισμά της και για το λόγο αυτό, η μονιμοποίησή του κατά την κρίσιμη χρονική περίοδο παρίστατο ανίσχυρη, μη παράγουσα έννομες συνέπειες και ιδίως δικαιώματα υπέρ του εκκαλούντος, όπως αυτό της μισθοδοσίας, απορριπτομένων ως αβασίμων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών αυτού.(..)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή η ένδικη έφεση και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη καταλογιστική πράξη, ενώ, περαιτέρω, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων, πρέπει να απαλλαγεί το Ελληνικό Δημόσιο από τα δικαστικά έξοδα του εκκαλούντος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 275 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.


ΕΣ/ΤΜ.1/816/2018

Αχρεωστήτως καταβληθείσες αποδοχές...Ενόψει των ισχυρισμών αυτών, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η .... δεν ανταποκρίθηκε στο αίτημα αποστολής του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης (σχετ. το …./23.7.2014 έγγραφο της Γραμματείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου), το Τμήμα κρίνει αναγκαία την αναβολή έκδοσης οριστικής απόφασης, προκειμένου να προσκομισθούν τα ακόλουθα στοιχεία: 1) η …..2013 απόφαση του Διοικητή της ...., με την οποία λύθηκε αυτοδικαίως η υπαλληλική σχέση του εκκαλούντος, 2) οι από 17.9.2013 και 9.10.2013 αιτήσεις παραίτησης αυτού από την Υπηρεσία, 3) οι αιτήσεις με τις οποίες ο εκκαλών ζήτησε τη χορήγηση αδειών υπηρεσιακής εκπαίδευσης με αποδοχές (από 19.9.2005 η πρώτη και από 6.8.2007 η δεύτερη), καθώς και οι σχετικές αποφάσεις της .... περί χορήγησης των αδειών αυτών, 4) οι αιτήσεις με τις οποίες ο εκκαλών ζήτησε τη χορήγηση αδειών άνευ αποδοχών (από 11.2.2011 η πρώτη και από 15.9.2011 η δεύτερη), καθώς και οι σχετικές αποφάσεις περί χορήγησης των αδειών αυτών, 5) τα ….2005 έγγραφα της ...., 6) το ….2014 έγγραφο της ..., με το οποίο φέρεται ότι ζητήθηκε από τον εκκαλούντα το αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό των αποδοχών, όπως υπολογίστηκε από τον εκκαθαριστή της μισθοδοσίας, 7) τα λοιπά έγγραφα και στοιχεία της ..., με τα οποία τεκμηριώνεται αναλυτικά το ύψος του καταλογισθέντος σε βάρος του εκκαλούντος ποσού και 8) η ….2012 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβούλου της ....


ΕλΣυν.Τμ.1/291/2007

ΕΦΑΠΑΞ ΧΡΗΜΑΤΙΚΟ ΒΟΗΘΗΜΑ-ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, η αξίωση της φερόμενης ως δικαιούχου για λήψη της άνω διαφοράς του εφάπαξ βοηθήματος του ν. 103/1975 έχει παραγραφεί, αφού από το τέλος του οικονομικού έτους 1993, κατά το οποίο, λόγω της αποχώρησής της από την υπηρεσία, η αξίωση αυτή γεννήθηκε και ήταν δικαστικά επιδιώξιμη, παρήλθε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της πενταετίας. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω , η εντελλόμενη με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα δαπάνη δεν είναι νόμιμη και, ως εκ τούτου, αυτό δεν πρέπει να θεωρηθεί


Δ.ΕΦ/1103/2020

Καταβολή αποδοχών - επίσχεση εργασίας...Επειδή, υπό τα ανωτέρω δεδομένα, μετά την έκδοση της ως άνω 4753/2018 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών, με την οποία κρίθηκε με δύναμη δεδικασμένου νόμιμη η επίσχεση εργασίας του αιτούντος για το διάστημα από 8.8.2011 έως 30.4.2012 και του καταβλήθηκε το σύνολο των διαφορών αποδοχών του, η αιτιολογική στήριξη της προσβαλλόμενης πράξης στο σύνολό της κλονίζεται σοβαρώς. Και τούτο διότι η απόφαση αυτή, αν και επιγενόμενη της προσβαλλόμενης πράξης –και ανεξαρτήτως του αν αφορά διαφορετικό χρονικό διάστημα–είναι συνεκτιμητέα από το Πειθαρχικό Συμβούλιο, καθόσον αφορά αυτή ταύτη την νομιμότητα του δικαιώματος της επίσχεσης εργασίας του αιτούντος, τόσο ως προς την αιτία όσο και ως προς την αφετηρία της, στοιχεία που αποτελούν μέρος του συνολικού ερείσματος της αιτιολογίας της προσβαλλόμενης πράξης περί διαπιστώσεως της αδικαιολόγητης αποχής του αιτούντος από την εργασία του. Το γεγονός, εξάλλου, ότι η ως άνω κρίση δεν καλύπτει την ενδεχόμενη καταχρηστικότητα της επίσχεσης εργασίας του αιτούντος για το μετά τον Απρίλιο του 2012 χρονικό διάστημα λόγω του ότι ανάγεται σε διαφορετικό χρονικό διάστημα, δεν δύναται να άρει τον, κατά τ’ ανωτέρω κλονισμό της αιτιολογικής στήριξης της προσβαλλόμενης πράξης, που καθιστά αυτή πλημμελή. Για το λόγο δε αυτό, που βασίμως προβάλλεται, η προσβαλλόμενη πράξη πρέπει να ακυρωθεί και να αναπεμφθεί η υπόθεση στο Πειθαρχικό Συμβούλιο, το οποίο δεσμευόμενο από το κατά τα προαναφερόμενα δεδικασμένο, θα αποφανθεί επί της νομιμότητας της επίσχεσης εργασίας του αιτούντος για το μετά τις 23.7.2012 χρονικό διάστημα.


ΕΣ/ ΤΜ.1/162/2012

ΕΞΟΔΑ ΚΙΝΗΣΗΣ:Στην υπό κρίση υπόθεση, με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα πληρωμής εντέλλεται η καταβολή ποσού 28.185,30 ευρώ, που αφορά στην καταβολή εξόδων κίνησης σε 99 υπαλλήλους του…..., βάσει της 2/5529/0022/3.3.2003 απόφασης των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης, για το χρονικό διάστημα από 1.10.2011 μέχρι 31.12.2011. Ενόψει αυτών, και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη νομική σκέψη, η εντελλόμενη δαπάνη, η οποία δεν συναρτάται με μετακίνηση των φερομένων ως δικαιούχων υπαλλήλων για εκτέλεση υπηρεσίας, είναι μη νόμιμη κατά το μέρος που αφορά στο χρονικό διάστημα μετά την κατάργηση της ανωτέρω υπουργικής απόφασης, ήτοι από 27.10.2011 μέχρι 31.12.2011. Με το ΔΥ/1537/12.3.2012 έγγραφο του …. προβάλλεται ότι η επίμαχη δαπάνη δεν καταργήθηκε με το άρθρο 30 παρ. 1 του ν. 4024/2011 καθόσον αυτή καταβάλλεται στους υπαλλήλους του προκειμένου αυτοί να καλύπτουν τα έξοδα μετακίνησης από τον τόπο κατοικίας τους προς τον τόπο εργασίας τους, ο οποίος βρίσκεται στο 46,7 χιλιόμετρο της Λεωφόρου Αθηνών - Σουνίου στην Ανάβυσσο Αττικής και είναι για το λόγο αυτό αναγκασμένοι να χρησιμοποιούν Ι.Χ. όχημα ή λεωφορείο του Κ.Τ.Ε.Λ. Αττικής, με ημερήσιο κόστος 10 ευρώ περίπου, αφού δεν υπάρχει αστική συγκοινωνία προς την περιοχή αυτή. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως νόμω αβάσιμος, καθόσον στα διατηρούμενα με το ν. 4024/2001 έξοδα κίνησης, όπως προαναφέρθηκε, δεν εμπίπτουν αυτά που συναρτώνται με την παρουσία του υπαλλήλου στην υπηρεσία του, όπως είναι και τα έξοδα στα οποία υποβάλλεται για να μεταβεί από την κατοικία του στο χώρο εργασίας του και αντιστρόφως. Άλλωστε τέτοια δαπάνη δεν αναγνωρίζεται ούτε με τις γενικές διατάξεις του ν. 2685/1999 «Κάλυψη δαπανών μετακινουμένων υπαλλήλων εντός και εκτός Επικράτειας και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 35 Α΄), στις διατάξεις του οποίου υπάγονται και οι υπάλληλοι των Ν.Π.Δ.Δ., στο άρθρο 5 παρ. 4 του οποίου ορίζεται ότι : « Για τη μετάβαση του υπαλλήλου από την κατοικία του στην υπηρεσία του και αντίστροφα, δεν αναγνωρίζονται έξοδα μετακίνησης, ανεξάρτητα αν η κατοικία του υπαλλήλου είναι εκτός ή εντός της έδρας της υπηρεσίας του». Κατ` ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη είναι εν μέρει μη νόμιμη και το επίμαχο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δεν πρέπει να θεωρηθεί.