ΕΣ/Τμ7(ΚΠΕ)290/2014
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ: Νόμιμη η καταβολή στη φερόμενη ως δικαιούχο αυτού, ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «……………………..», του συμφωνηθέντος ανταλλάγματος για την εκ μέρους της εκτέλεση της συμβάσεως «………………………..». Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας Πράξεως, το Κλιμάκιο άγεται στην κρίση ότι η σύμβαση «Συμπληρωματικές εργασίες στα δημοτικά Ιατρεία Σαρανταπόρου 4», η οποία αποτελεί τη γενεσιουργό αιτία εκδόσεως του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος, δεν συνιστά, παρά τον εσφαλμένο χαρακτηρισμό της, συμπληρωματική σύμβαση, δοθέντος ότι : α) δεν αφορά στην κατασκευή «έργου», δηλαδή στην εκτέλεση εργασιών που συνδέονται σταθερά και μόνιμα με το έδαφος ή το αρχικό έργο, ώστε να αποτελεί συστατικό αυτών, β) δεν συνδέεται με καμία άλλη σύμβαση καθόσον η φερόμενη ως αρχική σύμβαση «Ανακατασκευή κτιρίου κέντρου υγείας αστικού τύπου επί της οδού Σαρανταπόρου 4 στο 5ο Δημοτικό Διαμέρισμα» περαιώθηκε στις 11.3.2014, δηλαδή σε χρόνο προγενέστερο της αναθέσεως της ελεγχόμενης (8.5.2014), γ) δεν έχει συνταχθεί Α.Π.Ε., Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε., δεν υπάρχει γνωμοδότηση του αρμόδιου Τεχνικού Συμβουλίου ούτε αιτιολογική έκθεση και δ) δεν περιλαμβάνεται στον προϋπολογισμό μελέτης και στο οικείο συμβατικό κείμενο πρόβλεψη για εργολαβικό όφελος, απρόβλεπτα και αναθεώρηση. Η σύμβαση αυτή, κατ’ ορθό νομικό χαρακτηρισμό έχει μικτό χαρακτήρα (προμήθειας αγαθών και παροχής υπηρεσιών εγκατάστασης αυτών στο κτίριο που αποτέλεσε αντικείμενο της πρώτης εργολαβίας) κατατείνει δε στη λειτουργική αξιοποίηση του χώρου, καλύπτοντας ανάγκες εξοπλισμού και επίπλωσης ενώ σύμφωνα με τα δεδομένα της κοινής πείρας (και επειδή στον προϋπολογισμό μελέτης δεν υπάρχους διακριτές τιμές για τα αγαθά και τις υπηρεσίες) η προμήθεια έχει υπέρτερη αξία και χαρακτηρίζει το σύνολο της συμβάσεως.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕλΣυν/τ4/342/2001
Προυπολογισμός-πιστώσεις.Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι δεν είναι νόμιμη η έναρξη της διαδικασίας, πολλώ δε μάλλον η σύναψη συμβάσεως για τη διενέργεια προμήθειας από δήμο ή κοινότητα, χωρίς να υπάρχει ήδη εγγεγραμμένη στον προϋπολογισμό πίστωση. Περαιτέρω, ο πρόεδρος κοινότητας δύναται να συνάψει σύμβαση προμήθειας με απευθείας ανάθεση χωρίς προηγούμενη απόφαση του κοινοτικού συμβουλίου, μόνον εάν έχει εγγραφεί στον προϋπολογισμό ειδικευμένη πίστωση προορισμένη για προμήθεια, η οποία ρητά κατονομάζεται στον προϋπολογισμό. Αν δεν συντρέχουν οι όροι αυτοί, η σύμβαση δεν είναι νόμιμη και δε δεσμεύει την κοινότητα, αλλά καθιστά τον πρόεδρο υπεύθυνο έναντι του αναδόχου. Η δε παρανομία αυτής δεν δύναται να θεραπευθεί με την επιγενόμενη αναμόρφωση του προϋπολογισμού και την εκ των υστέρων έγκριση της δαπάνης από το κοινοτικό συμβούλιο.
ΕΣ/ΤΜ.6/603/2012
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Αίτηση ανάκλησης της 610/2011 Πράξεως του Ε΄ Κλιμακίου, με την οποία κρίθηκε ότι δεν κωλύεται η υπογραφή του σχεδίου της 1ης συμπληρωματικής συμβάσεως του έργου «Μελέτη, Κατασκευή και Θέση σε λειτουργία του Μετρό….», Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας αποφάσεως, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι : Α) η συμπληρωματική σύμβαση παρουσιάζει αυτοτέλεια έναντι της αρχικής τοιαύτης και διέπεται όχι από τους όρους αυτής, αλλά από το ειδικό νομοθετικό καθεστώς που διέπει κάθε συμπληρωματική σύμβαση. Επίσης, οι αρχαιολογικές εργασίες, οι οποίες περιλαμβάνονται στην κρινόμενη συμπληρωματική σύμβαση, το χαρακτήρα της οποίας δεν αμφισβητεί η αιτούσα, είναι εργασίες που κρίθηκαν αναγκαίες για την ολοκλήρωση της αρχικής σύμβασης και προέκυψαν από απρόβλεπτες περιστάσεις (το εύρος των αρχαιολογικών ευρημάτων κατά τις εκσκαφές που πραγματοποιήθηκαν για την κατασκευή του Μετρό ......). Ως εκ τούτου η δαπάνη για την εκτέλεσή τους δεν μπορεί να διέπεται από το αυτό με το κονδύλιο των απολογιστικών εργασιών, το οποίο, στο πλαίσιο της αρχικής συμβάσεως, δεν είχε υπολογισθεί για την εξεύρεση του ύψους της εγγυητικής επιστολής, νομοθετικό πλαίσιο παρόλο που αφορούν στην ίδια κατηγορία εργασιών, δηλαδή αρχαιολογικές εργασίες καθόσον για τις επίμαχες αρχαιολογικές εργασίες ως συμπληρωματικές εργασίες, αναγκαίες για την ολοκλήρωση του αρχικού έργου, οφείλεται εκ του νόμου η κατάθεση, κατά την υπογραφή του συμβατικού κειμένου, εγγυητικής επιστολής καλής εκτελέσεως. Β) Η προσφορά της αναδόχου κοινοπραξίας πράγματι βασίσθηκε στους όρους της διακηρύξεως, οι οποίοι δεν υπέστησαν καμία μεταβολή διότι στην καταρτισθείσα αρχική σύμβαση η δαπάνη για την εκτέλεση αρχαιολογικών εργασιών είχε ενταχθεί στο κονδύλιο των απολογιστικών εργασιών και με τη διαδικασία αυτή, δηλαδή απολογιστικά καταβλήθηκε. Όμως, τόσο στη διακήρυξη όσο και στην αρχική σύμβαση δεν προβλεπόταν (ούτε θα μπορούσε άλλωστε να προβλεφθεί) όρος, σύμφωνα με τον οποίο, οι τυχόν πρόσθετες δαπάνες για την εκτέλεση αρχαιολογικών εργασιών, πέραν του κονδυλίου των απολογιστικών εργασιών, κατόπιν καταρτίσεως συμπληρωματικής συμβάσεως θα καταβάλλονταν απολογιστικά όπως οι περιλαμβανόμενες στο κονδύλι των απολογιστικών εργασιών της αρχικής συμβάσεως αρχαιολογικές εργασίες, χωρίς να απαιτείται και για αυτές η καταβολή εγγυητικής επιστολής καλής εκτελέσεως, καθόσον τούτο θα αντέβαινε στη ρητή νομοθετική πρόβλεψη περί καταβολής εγγυητικής επιστολής σε κάθε περίπτωση καταρτίσεως συμπληρωματικής συμβάσεως. Άλλωστε το αρχικό σχετικό συμβατικό κείμενο ποιεί γενική αναφορά στις ρητές προβλέψεις του Ν. 1418/1984 (και ήδη του Ν. 3669/2008) και ως εκ τούτου ρητώς παραπέμπει στην οικεία διάταξη, η οποία ορίζει ότι σε κάθε περίπτωση καταρτίσεως συμπληρωματικής συμβάσεως υπάρχει υποχρέωση του αναδόχου να καταθέσει κατά την υπογραφή της, εγγυητική επιστολή καλής εκτελέσεως. Κατά συνέπεια δεν υφίσταται μεταβολή στους όρους της αρχικής συμβάσεως όπως λανθασμένα υπολαμβάνει η αιτούσα, ενώ περαιτέρω δεν μεταβλήθηκαν τα στοιχεία στα οποία στήριξε την προσφορά της, διότι η άδηλη κατά την υπογραφή της αρχικής συμβάσεως ανάγκη περί συνάψεως συμπληρωματικής συμβάσεως, εφόσον προέκυπτε, θα μπορούσε να λειτουργήσει μόνον σύμφωνα με τις οικείες νομοθετικές προβλέψεις, στις οποίες ρητώς παρέπεμπε τόσο η διακήρυξη όσο και η οικεία αρχική σύμβαση. Γ) Ο ισχυρισμός ότι η προσβαλλόμενη πράξη θίγει, με την αποδοχή ως νόμιμου του επίμαχου όρου στο σχέδιο της ελεγχόμενης συμπληρωματικής συμβάσεως, την ισότιμη μεταχείριση των οικονομικών φορέων που συμμετείχαν στον αρχικό διαγωνισμό και υπέβαλαν προσφορά σύμφωνα με τους υφιστάμενους όρους της διακηρύξεως, ερείδεται επί της εσφαλμένης προϋποθέσεως ότι με την κρινόμενη σύμβαση τροποποιούνται οι όροι της αρχικής τοιαύτης, ενώ, ως έγινε δεκτό ανωτέρω, η συμπληρωματική σύμβαση παρουσιάζει αυτοτέλεια και διέπεται από τις οικείες νομοθετικές προβλέψεις που ισχύουν για κάθε συμπληρωματική σύμβαση και Δ) Η διάταξη του άρθρου 35 παρ.6 του Ν. 3669/2008 δεν διακρίνει μεταξύ περισσότερων της μιας κατηγοριών συμπληρωματικών συμβάσεων, αλλά αντιθέτως προβλέπει ότι σε κάθε περίπτωση καταρτίσεως τοιαύτης συμβάσεως πρέπει, κατά την υπογραφή της, να κατατίθεται από τον ανάδοχο, εγγυητική επιστολή καλής εκτελέσεως, ορίζοντας περαιτέρω το ποσοστό επί της αξίας του αντικειμένου της. Ως εκ τούτου, ως ήδη αναφέρθηκε, οι αρχαιολογικές εργασίες που περιλαμβάνονται στην κρινόμενη συμπληρωματική σύμβαση, δεν προσδίδουν σ’ αυτήν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και κατά συνέπεια ιδιαίτερη νομική μεταχείριση επειδή στην αρχική σύμβαση είχε προβλεφθεί ότι δαπάνη για την εκτέλεση αντίστοιχων εργασιών περιλαμβανόταν σ’ αυτή ως κονδύλιο απολογιστικών εργασιών, εφόσον τέτοια διάκριση δεν προβλέπεται. Τέλος, λόγος περί συγγνωστής πλάνης της αναθέτουσας αρχής κατά την αναγραφή στο οικείο σχέδιο του όρου αυτού, απαραδέκτως προβάλλεται από την αιτούσα, διότι δεν αφορά την ίδια την αιτούσα αλλά ανάγεται στη βούληση της αναθέτουσας αρχής και από την οποία μπορεί και να προβληθεί ενώ περαιτέρω, κατ’ ουσίαν, τυγχάνει απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι ο όρος ευρίσκει έρεισμα στις νομοθετικές διατάξεις που προαναφέρθηκαν και ορθώς κρίθηκε από το Κλιμάκιο, έστω και χωρίς ρητή μνεία, ως νόμιμος.(...)Απορρίπτει την αίτηση ανακλήσεως
ΕλΣυν.Kλ.Ε/149/2017
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ- Ασφαλτοστρώσεις δρόμων:. Με τα δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο κρίνει ότι από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει ότι συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις για τη σύναψη της επίμαχης συμπληρωματικής συμβάσεως, όπως οι προϋποθέσεις αυτές παρατίθενται αναλυτικώς στην σκέψη V της παρούσας. Ειδικότερα, όπως προκύπτει από την αιτιολογική έκθεση που συνοδεύει τον 1οΑ.Π.Ε. της υποβληθείσας προς έλεγχο συμπληρωματικής συμβάσεως, η αναθέτουσα αρχή περιορίζεται στην συμπερασματική διαπίστωση ότι εν προκειμένω συντρέχουν οι προϋποθέσεις συνάψεως συμπληρωματικής συμβάσεως, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 57 του ν. 3669/2008, χωρίς ωστόσο να αναφέρει ποιες είναι οι εργασίες που θα εκτελεσθούν στο πλαίσιο της εν λόγω συμβάσεως, εάν οι εργασίες αυτές περιλαμβάνονται κατ’ είδος στην αρχική σύμβαση, εάν παρουσιάζουν συνάφεια με το αντικείμενο αυτής, καθώς επίσης και για ποιους λόγους κατέστησαν αναγκαίες για την εκτέλεση του αντικειμένου της αρχικής συμβάσεως. Συναφώς προς τα ανωτέρω, ουδεμία αναφορά γίνεται, με ειδικούς και συγκεκριμένους ισχυρισμούς, στις απρόβλεπτες περιστάσεις που καθιστούν απολύτως αναγκαία την εκτέλεση των εργασιών της επίμαχης συμπληρωματικής συμβάσεως, ούτε επίσης προκύπτει ότι η μη πρόβλεψη των εργασιών αυτών κατά τη σύναψη της αρχικής συμβάσεως δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα της αναθέτουσας αρχής, ούτε σε σφάλματα και αστοχίες της μελέτης του έργου. Περαιτέρω, ουδόλως αποδεικνύεται η συνδρομή και των λοιπών προϋποθέσεων για τη σύναψη συμπληρωματικής συμβάσεως, ήτοι ότι οι επίμαχες συμπληρωματικές εργασίες είτε δεν μπορούν τεχνικά ή οικονομικά να διαχωριστούν από την αρχική σύμβαση χωρίς να δημιουργήσουν μείζονα προβλήματα στην αναθέτουσα αρχή είτε, παρά τη δυνατότητα διαχωρισμού τους, είναι απόλυτα αναγκαίες για την τελειοποίησή της..(..)το Κλιμάκιο κρίνει ότι κωλύεται η υπογραφή του σχεδίου της 1ης συμπληρωματικής συμβάσεως του έργου «Ασφαλτοστρώσεις δρόμων Δήμου ...».
ΕλΣυνΤμ.6/1203/2014
Εκτέλεση έργου:ΚΑΤΑΤΜΗΣΗ.Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας αποφάσεως, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι : Α) Η ελεγχόμενη σύμβαση δεν αποτελεί μεικτή σύμβαση αλλά συνένωση δύο διακριτών μεταξύ τους συμβάσεων (αυτής της κατασκευής των ηχοπετασμάτων και αυτή της εκπονήσεως της μελέτης ηχοπροστασίας), εκάστη των οποίων είναι πλήρης, αυτοτελής και κατατείνει στην επίτευξη διαφορετικών στόχων και συγκεκριμένα η μεν μία στην αποπεράτωση του φυσικού αντικειμένου της κατασκευής των ηχοπετασμάτων που άρχισαν να κατασκευάζονται με παλαιότερες εργολαβίες, η δε άλλη στη μελέτη του θορύβου σε περιοχές (θέσεις) διάφορες της κατασκευής του έργου, οι οποίες άλλωστε προσδιορίσθηκαν με την 107640/29.1.2010 εγκριθείσα μελέτη. Τούτο αναφέρεται ρητώς στο οικ.13693/2.12.2013 έγγραφο του αναπληρωτή Διευθυντή της Διεύθυνσης Τεχνικών Έργων της Περιφέρειας .., όπου, ως εκτέθηκε ήδη ανωτέρω, ρητώς αναγράφεται ότι «… αποφασίσθηκε η εκπόνηση μελέτης σε νέες θέσεις που δεν περιλαμβάνονται στην ελεγχόμενη εργολαβία … Η μελέτη … αφορά σε λήψη μέτρων ηχοπροστασίας σε περιοχές της Λεωφόρου … και Λεωφόρου … οι οποίες δεν περιλαμβάνονται στην ελεγχόμενη εργολαβία … Η μελέτη … θα εγκριθεί αρμοδίως με σκοπό την αντιμετώπιση του θορύβου μέσω μελλοντικών εργολαβιών …», ενώ και στην ασκηθείσα παρέμβαση δεν γίνεται οιαδήποτε μνεία σχετικά με την πιθανή χρησιμοποίηση της μελέτης που πρόκειται να εκπονηθεί, στην κατασκευή των ηχοπετασμάτων που αποτελούν αντικείμενο της συμβάσεως έργου. Ο διακριτός χαρακτήρας των δύο συμβάσεων και το γεγονός ότι κατατείνουν σε διαφορετικό οικονομικό και λειτουργικό αποτέλεσμα αποτρέπει την ενιαία αντιμετώπιση αυτών (με βάση τον κανόνα του κύριου και παρεπόμενου αντικειμένου της ίδιας συμβάσεως) και επιτάσσει την εφαρμογή σε κάθε ιδιαίτερη σύμβαση των κανόνων δικαίου που ρυθμίζουν το αντικείμενό της. Ομοίως, δεν είναι δυνατόν η κριθείσα σύμβαση να αντιμετωπισθεί βάσει των διατάξεων του άρθρου 19 του Ν. 3316/2005 και του άρθρου 8 του Κώδικα Κατασκευής Δημοσίων Έργων, ως σύμβαση μελέτης – κατασκευής αφενός διότι το ρυθμιστικό πλαίσιο και οι προϋποθέσεις που απαιτούνται για την επιλογή του εξαιρετικού αυτού συστήματος είναι τελείως διαφορετικές από αυτές που υπάρχουν εν προκειμένω, αφετέρου δε διότι και στο σύστημα αυτό, η ζητούμενη μελέτη κατατείνει στην έντεχνη και άρτια εκτέλεση του προκηρυχθέντος έργου και δεν αφορά σε διαφορετικό, έστω και παρεμφερές αντικείμενο.(...)η κρινόμενη αίτηση ανακλήσεως και η υπέρ αυτής ασκηθείσα πρόσθετη παρέμβαση πρέπει να απορριφθούν στο σύνολό τους καθόσον η μελέτη είναι διακριτή και αυτοτελής σε σχέση με τη σύμβαση έργου και ανατέθηκε χωρίς την τήρηση των διατάξεων του Ν. 3316/2005, (έλεγχο καταλληλότητας, υποβολή και αξιολόγηση τεχνικής και οικονομικής προσφοράς).
ΕΣ/ΤΜ.6/3002/2014
Εκτέλεση έργου...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας αποφάσεως, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι η επίμαχη προγραμματική σύμβαση, με την οποία μεταβιβάζεται στην Περιφέρεια .... η αρμοδιότητα διενέργειας της διαδικασίας αναθέσεως του έργου σε εργολήπτη και την καθιστά υπόχρεη στη χρηματοδότησή του μέχρι του ποσού των 440.000,00 ευρώ, δεν έχει αμιγώς οικονομικό αντικείμενο, καθόσον οι όποιες οικονομικές επιπτώσεις προκύπτουν στο στάδιο εκτελέσεως αυτής, δηλαδή κατά το στάδιο συνάψεως της υπαχθείσας σε προσυμβατικό έλεγχο εκτελεστικής αυτής συμβάσεως, περί επιλογής αναδόχου. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να επαχθεί ως κύρωση της μη υποβολής αυτής στον προσυμβατικό έλεγχο η αυτοδίκαιη ακυρότητά της, αλλά στο πλαίσιο του προσυμβατικού ελέγχου νομιμότητας της εκτελεστικής αυτής συμβάσεως, δύναται να ελεγχθεί και η ίδια, προκειμένου να κριθεί η νομιμότητα του περιεχομένου και των κατ’ ιδίαν όρων αυτής, σε σχέση πάντοτε με την υποβληθείσα προς έλεγχο εκτελεστική.Ενόψει των ανωτέρω, η αίτηση ανάκλησης της Π.Ε. .... πρέπει, κατά παραδοχή ως βάσιμου του σχετικού πρώτου λόγου αυτής, να γίνει δεκτή και να ανακληθεί η 14/2014 Πράξη της Επιτρόπου στην Υπηρεσία Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο Νομό .... Ακολούθως, πρέπει να αναπεμφθεί σε αυτήν η υπόθεση, προκειμένου να κρίνει τη νομιμότητα της προγραμματικής και της εκτελεστικής συμβάσεως, συσχετίζοντας την τελευταία με το γενικό πλαίσιο, που αποτελεί περιεχόμενο της από 24.1.2014 συναφθείσας προγραμματικής συμβάσεως.
ΔΕΚ/Τ-195/2005
Περίληψη της αποφάσεως 1. Προϋπολογισμός των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων — Δημοσιονομικός κανονισμός — Διατάξεις που εφαρμόζονται στις διαδικασίες προσκλήσεως υποβολής προσφορών (Κανονισμός 1605/2002 του Συμβουλίου, άρθρο 94) 2. Προϋπολογισμός των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων — Δημοσιονομικός κανονισμός — Διατάξεις που εφαρμόζονται στις διαδικασίες προσκλήσεως υποβολής προσφορών (Κανονισμός 2342/2002 της Επιτροπής, άρθρο 146 § 3, εδ. 2) 1. Το άρθρο 94 του κανονισμού 1605/2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, έχει εφαρμογή, όπως προκύπτει από το γράμμα της διατάξεως αυτής, σε όλες τις δημόσιες συμβάσεις που χρηματοδοτούνται εξ ολοκλήρου ή εν μέρει από τον προϋπολογισμό των Κοινοτήτων. Επομένως, δεν γίνεται διάκριση ανάλογα με το αν η διαδικασία συνάψεως αφορά σύμβαση-πλαίσιο ή άλλο είδος συμβάσεως. Πάντως, η διάταξη αυτή επιτρέπει τον αποκλεισμό προσφέροντος από τη διαδικασία συνάψεως μόνον εφόσον η σύγκρουση συμφερόντων, στην οποία αναφέρεται το εν λόγω άρθρο, είναι πραγματική και όχι υποθετική. Τούτο δεν σημαίνει ότι ο κίνδυνος συγκρούσεως συμφερόντων δεν αρκεί για τον αποκλεισμό μιας προσφοράς. Πράγματι, η σύγκρουση συμφερόντων συγκεκριμενοποιείται, κατ’ αρχήν, κατά το στάδιο της εκτελέσεως της συμβάσεως. Πριν από τη σύναψη της συμβάσεως, η σύγκρουση συμφερόντων είναι, κατ’ ανάγκην, δυνητική και, επομένως, το άρθρο 94 του δημοσιονομικού κανονισμού απαιτεί εκτίμηση της υπάρξεως κινδύνου. Δυνατότητα αποκλεισμού του προσφέροντος υφίσταται μόνον αν αυτός ο κίνδυνος είναι πράγματι διαπιστωμένος, κατόπιν συγκεκριμένης αξιολογήσεως της προσφοράς του και της καταστάσεώς του. Το ενδεχόμενο και μόνον της συγκρούσεως συμφερόντων δεν αρκεί συναφώς. Επομένως, στο πλαίσιο διαδικασίας συνάψεως συμβάσεως-πλαισίου, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι η σύναψη ειδικών επί μέρους συμβάσεων, καθόσον συνεπάγεται τη διενέργεια ελέγχου προκειμένου να διαπιστωθεί ότι δεν συντρέχει κίνδυνος συγκρούσεως συμφερόντων, θα πρέπει, κατ’ αρχήν, να πραγματοποιείται πριν ανατεθεί στον ανάδοχο της συμβάσεως-πλαισίου η εκτέλεση συγκεκριμένων καθηκόντων. Έτσι, σε μια τέτοια περίπτωση, πρέπει να θεωρείται ότι υπάρχει κίνδυνος επελεύσεως καταστάσεως σύγκρουσης συμφερόντων μόνον εφόσον συντρέχουν αποφασιστικής σημασίας περιστάσεις υπό τις οποίες ο προσφέρων δεν είναι δυνατό να αποφύγει τον κίνδυνο μεροληπτικής συμπεριφοράς κατά την εκτέλεση της πλειονότητας των καθηκόντων που ανατίθενται με τη σύμβαση-πλαίσιο. (βλ. σκέψεις 66-68) 2. Το άρθρο 146, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 2342/2002, για τη θέσπιση των κανόνων εφαρμογής του δημοσιονομικού κανονισμού, παρέχει στην επιτροπή αξιολογήσεως την ευχέρεια να ζητεί από τους προσφέροντες συμπληρωματικά στοιχεία σχετικά με τα δικαιολογητικά που έχουν υποβάλει σε σχέση με τα κριτήρια αποκλεισμού και επιλογής. Επομένως, η διάταξη αυτή δεν μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι επιβάλλει στην επιτροπή αξιολογήσεως την υποχρέωση να ζητεί από τους προσφέροντες τέτοιες διευκρινίσεις (βλ. σκέψη 102)
ΕΣ/ΚΛΙΜ.Ε/199/2017
Ελέγχος νομιμότητας σχεδιου συμβάσεως.(..)Με τα δεδομένα αυτά, και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη II.Β., το Κλιμάκιο κρίνει ότι, εφόσον η αρχική, από 1.12.2014, σύμβαση για την εκτέλεση του ανωτέρω έργου δεν υπήχθη, νομίμως, στον προσυμβατικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων των άρθρων 35 και 36 του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο, λόγω του ότι υπολειπόταν του προβλεπομένου κατά τον κρίσιμο χρόνο ορίου υπαγωγής στον έλεγχο, δεν δύναται να ελεγχθεί ούτε και η σύμβαση που συνάπτεται, κατόπιν διαλύσεως της αρχικής εργολαβίας, με την δεύτερη κατά σειρά μειοδοσίας Κ/ξία, για την ανάθεση των εργασιών ολοκληρώσεως του ίδιου έργου. (..)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, το Κλιμάκιο πρέπει να απόσχει από τον έλεγχο του υποβληθέντος σχεδίου συμβάσεως.
ΝΣΚ/363/2002
Δημόσια έργα. Τεύχη δημοπράτησης αρχιτεκτονικής μελέτης κτιριακού έργου. Αμοιβή σύνταξης τευχών δημοπράτησης. Μειώσεις αμοιβής.α) Η αμοιβή για τη σύνταξη των τευχών δημοπράτησης της αρχιτεκτονικής μελέτης κτιριακού έργου υπολογίζεται σύμφωνα με τον προϋπολογισμό της αρχιτεκτονικής μελέτης και μόνον αυτόν. β) Οι προβλεπόμενες μειώσεις της αμοιβής, για τα χρηματοδοτούμενα από τις δημόσιες επενδύσεις έργα του Δημοσίου και των ΝΠΔΔ, εφαρμόζονται επί του αθροίσματος των αμοιβών της (κυρίως) αρχιτεκτονικής μελέτης και των οικείων τευχών δημοπράτησης.
ΕλΣυν/Κλιμ.7/173/2015
Παραλαβή μελέτης.(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη της παρούσας, μη νομίμως καταβάλλεται στη φερόμενη ως δικαιούχο το 70% της συμβατικής αμοιβής της. Τούτο δε, διότι σύμφωνα με την από 11.2.2014 σύμβαση μεταξύ του Δήμου ...... και της αναδόχου, προϋπόθεση για την καταβολή της αμοιβής στην τελευταία αποτελούσε αφενός, η έγκριση της μελέτης από την αρμόδια υπηρεσία του Δήμου, με την έκδοση βεβαίωσης περί συμμόρφωσης στις συμβατικές της υποχρεώσεις και αφετέρου, η παραλαβή του αντικειμένου της μελέτης, με σχετική απόφαση της Προϊσταμένης Αρχής, τα οποία, όπως προκύπτει, δεν έλαβαν χώρα στην προκειμένη περίπτωση. Δοθέντος δε, ότι αντικείμενο της ως άνω σύμβασης ήταν η εκπόνηση μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων, για την οποία οι διατάξεις του ν. 4014/2011 απαιτούν την έγκρισή της, κατόπιν ελέγχου τυπικής πληρότητας, από την αρμόδια περιβαλλοντική αρχή, καθώς και τη διατύπωση γνώμης εκ μέρους άλλων δημοσίων φορέων, ούτε εγκριτική απόφαση της Προϊσταμένης Αρχής μπορούσε να έχει εκδοθεί ούτε παραλαβή της μελέτης μπορούσε να είχε γίνει, αφού τελούσε σε εκκρεμότητα η ανωτέρω διαδικασία.
ΕΣ/ΤΜ.6/1878/2017
Υπηρεσίες μεταφοράς παιδιών και ατόμων με ειδικές ανάγκες...Με τα δεδομένα αυτά, το Τμήμα κρίνει ότι η ελεγχόμενη σύμβαση δεν συνιστά γνήσια προγραμματική σύμβαση του άρθρου 17 του ν. 3329/2005, αλλά υπό το μανδύα αυτής υποκρύπτεται μία αυτοτελής, εξ επαχθούς αιτία σύμβαση μεταξύ της Περιφέρειας .... και της «...». Τούτο δε καθόσον τα μέρη που φέρονται συμβαλλόμενα δεν εκκινούν από κοινή αφετηρία για την επίτευξη δημόσιου σκοπού, αλλά επιδιώκουν η μεν Περιφέρεια την εκτέλεση της υπηρεσίας μετακίνησης των δικαιούμενων προσώπων, για λόγους κοινωνικής προστασίας και αλληλεγγύης, ενώ το ...., το αντάλλαγμα για την εκτέλεση των υπηρεσιών που αποτελεί αντικείμενο των αναλαμβανομένων από αυτό δράσεων. Προς τούτο προβλέπεται μονομερής χρηματοδότηση της δράσης από τις πιστώσεις τις Περιφέρειας, που κατ’ ορθό νομικό χαρακτηρισμό αποτελεί το αντάλλαγμα για την εκτέλεση της ανατιθέμενης εργασίας μεταφοράς, η οποία επιπλέον επιβαρύνεται με το ποσό του Φ.Π.Α., που προβλέπεται μόνον στις εξ επαχθούς αιτίας συμβάσεις παροχής υπηρεσιών. Τούτο δε, δεν αναιρείται από το γεγονός ότι, εν προκειμένω, το αντάλλαγμα δεν αποφέρει το σύνηθες κέρδος στην συμμετέχουσα επιχείρηση (η οποία υποστηρίζει ότι υφίσταται ζημία από τη σύμβαση αυτή, αφού προσφέρει έκπτωση 7% επί της δαπάνης και παρέχει χωρίς επιβάρυνση εξειδικευμένο συνοδό), απορριπτομένων ως αβάσιμων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών της αιτούσας και της παρεμβαίνουσας (βλ. και Ε.Σ. Τμ, Μειζ. Επτ. Συνθ. 1747/2016). Ενδεικτικό δε του ότι δεν πρόκειται για προγραμματική σύμβαση, αλλά για απευθείας ανάθεση, είναι και το γεγονός ότι ο επιδιωκόμενος από τα συμβαλλόμενα μέρη σκοπός ολοκληρώνεται και εξαντλείται με τη σύναψη της ελεγχόμενης σύμβασης, χωρίς να απαιτείται περαιτέρω η υπογραφή εκτελεστικής τοιαύτης. Ενόψει των ανωτέρω, η πλημμέλεια που αναδείχθηκε με την προσβαλλόμενη Πράξη είναι βάσιμη.