ΕΣ/Τμ7(ΚΠΕ)290/2014
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ: Νόμιμη η καταβολή στη φερόμενη ως δικαιούχο αυτού, ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «……………………..», του συμφωνηθέντος ανταλλάγματος για την εκ μέρους της εκτέλεση της συμβάσεως «………………………..». Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας Πράξεως, το Κλιμάκιο άγεται στην κρίση ότι η σύμβαση «Συμπληρωματικές εργασίες στα δημοτικά Ιατρεία Σαρανταπόρου 4», η οποία αποτελεί τη γενεσιουργό αιτία εκδόσεως του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος, δεν συνιστά, παρά τον εσφαλμένο χαρακτηρισμό της, συμπληρωματική σύμβαση, δοθέντος ότι : α) δεν αφορά στην κατασκευή «έργου», δηλαδή στην εκτέλεση εργασιών που συνδέονται σταθερά και μόνιμα με το έδαφος ή το αρχικό έργο, ώστε να αποτελεί συστατικό αυτών, β) δεν συνδέεται με καμία άλλη σύμβαση καθόσον η φερόμενη ως αρχική σύμβαση «Ανακατασκευή κτιρίου κέντρου υγείας αστικού τύπου επί της οδού Σαρανταπόρου 4 στο 5ο Δημοτικό Διαμέρισμα» περαιώθηκε στις 11.3.2014, δηλαδή σε χρόνο προγενέστερο της αναθέσεως της ελεγχόμενης (8.5.2014), γ) δεν έχει συνταχθεί Α.Π.Ε., Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε., δεν υπάρχει γνωμοδότηση του αρμόδιου Τεχνικού Συμβουλίου ούτε αιτιολογική έκθεση και δ) δεν περιλαμβάνεται στον προϋπολογισμό μελέτης και στο οικείο συμβατικό κείμενο πρόβλεψη για εργολαβικό όφελος, απρόβλεπτα και αναθεώρηση. Η σύμβαση αυτή, κατ’ ορθό νομικό χαρακτηρισμό έχει μικτό χαρακτήρα (προμήθειας αγαθών και παροχής υπηρεσιών εγκατάστασης αυτών στο κτίριο που αποτέλεσε αντικείμενο της πρώτης εργολαβίας) κατατείνει δε στη λειτουργική αξιοποίηση του χώρου, καλύπτοντας ανάγκες εξοπλισμού και επίπλωσης ενώ σύμφωνα με τα δεδομένα της κοινής πείρας (και επειδή στον προϋπολογισμό μελέτης δεν υπάρχους διακριτές τιμές για τα αγαθά και τις υπηρεσίες) η προμήθεια έχει υπέρτερη αξία και χαρακτηρίζει το σύνολο της συμβάσεως.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/ΤΜ.6/3002/2014
Εκτέλεση έργου...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας αποφάσεως, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι η επίμαχη προγραμματική σύμβαση, με την οποία μεταβιβάζεται στην Περιφέρεια .... η αρμοδιότητα διενέργειας της διαδικασίας αναθέσεως του έργου σε εργολήπτη και την καθιστά υπόχρεη στη χρηματοδότησή του μέχρι του ποσού των 440.000,00 ευρώ, δεν έχει αμιγώς οικονομικό αντικείμενο, καθόσον οι όποιες οικονομικές επιπτώσεις προκύπτουν στο στάδιο εκτελέσεως αυτής, δηλαδή κατά το στάδιο συνάψεως της υπαχθείσας σε προσυμβατικό έλεγχο εκτελεστικής αυτής συμβάσεως, περί επιλογής αναδόχου. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να επαχθεί ως κύρωση της μη υποβολής αυτής στον προσυμβατικό έλεγχο η αυτοδίκαιη ακυρότητά της, αλλά στο πλαίσιο του προσυμβατικού ελέγχου νομιμότητας της εκτελεστικής αυτής συμβάσεως, δύναται να ελεγχθεί και η ίδια, προκειμένου να κριθεί η νομιμότητα του περιεχομένου και των κατ’ ιδίαν όρων αυτής, σε σχέση πάντοτε με την υποβληθείσα προς έλεγχο εκτελεστική.Ενόψει των ανωτέρω, η αίτηση ανάκλησης της Π.Ε. .... πρέπει, κατά παραδοχή ως βάσιμου του σχετικού πρώτου λόγου αυτής, να γίνει δεκτή και να ανακληθεί η 14/2014 Πράξη της Επιτρόπου στην Υπηρεσία Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο Νομό .... Ακολούθως, πρέπει να αναπεμφθεί σε αυτήν η υπόθεση, προκειμένου να κρίνει τη νομιμότητα της προγραμματικής και της εκτελεστικής συμβάσεως, συσχετίζοντας την τελευταία με το γενικό πλαίσιο, που αποτελεί περιεχόμενο της από 24.1.2014 συναφθείσας προγραμματικής συμβάσεως.
ΕΣ/ΤΜ.6/603/2012
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Αίτηση ανάκλησης της 610/2011 Πράξεως του Ε΄ Κλιμακίου, με την οποία κρίθηκε ότι δεν κωλύεται η υπογραφή του σχεδίου της 1ης συμπληρωματικής συμβάσεως του έργου «Μελέτη, Κατασκευή και Θέση σε λειτουργία του Μετρό….», Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας αποφάσεως, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι : Α) η συμπληρωματική σύμβαση παρουσιάζει αυτοτέλεια έναντι της αρχικής τοιαύτης και διέπεται όχι από τους όρους αυτής, αλλά από το ειδικό νομοθετικό καθεστώς που διέπει κάθε συμπληρωματική σύμβαση. Επίσης, οι αρχαιολογικές εργασίες, οι οποίες περιλαμβάνονται στην κρινόμενη συμπληρωματική σύμβαση, το χαρακτήρα της οποίας δεν αμφισβητεί η αιτούσα, είναι εργασίες που κρίθηκαν αναγκαίες για την ολοκλήρωση της αρχικής σύμβασης και προέκυψαν από απρόβλεπτες περιστάσεις (το εύρος των αρχαιολογικών ευρημάτων κατά τις εκσκαφές που πραγματοποιήθηκαν για την κατασκευή του Μετρό ......). Ως εκ τούτου η δαπάνη για την εκτέλεσή τους δεν μπορεί να διέπεται από το αυτό με το κονδύλιο των απολογιστικών εργασιών, το οποίο, στο πλαίσιο της αρχικής συμβάσεως, δεν είχε υπολογισθεί για την εξεύρεση του ύψους της εγγυητικής επιστολής, νομοθετικό πλαίσιο παρόλο που αφορούν στην ίδια κατηγορία εργασιών, δηλαδή αρχαιολογικές εργασίες καθόσον για τις επίμαχες αρχαιολογικές εργασίες ως συμπληρωματικές εργασίες, αναγκαίες για την ολοκλήρωση του αρχικού έργου, οφείλεται εκ του νόμου η κατάθεση, κατά την υπογραφή του συμβατικού κειμένου, εγγυητικής επιστολής καλής εκτελέσεως. Β) Η προσφορά της αναδόχου κοινοπραξίας πράγματι βασίσθηκε στους όρους της διακηρύξεως, οι οποίοι δεν υπέστησαν καμία μεταβολή διότι στην καταρτισθείσα αρχική σύμβαση η δαπάνη για την εκτέλεση αρχαιολογικών εργασιών είχε ενταχθεί στο κονδύλιο των απολογιστικών εργασιών και με τη διαδικασία αυτή, δηλαδή απολογιστικά καταβλήθηκε. Όμως, τόσο στη διακήρυξη όσο και στην αρχική σύμβαση δεν προβλεπόταν (ούτε θα μπορούσε άλλωστε να προβλεφθεί) όρος, σύμφωνα με τον οποίο, οι τυχόν πρόσθετες δαπάνες για την εκτέλεση αρχαιολογικών εργασιών, πέραν του κονδυλίου των απολογιστικών εργασιών, κατόπιν καταρτίσεως συμπληρωματικής συμβάσεως θα καταβάλλονταν απολογιστικά όπως οι περιλαμβανόμενες στο κονδύλι των απολογιστικών εργασιών της αρχικής συμβάσεως αρχαιολογικές εργασίες, χωρίς να απαιτείται και για αυτές η καταβολή εγγυητικής επιστολής καλής εκτελέσεως, καθόσον τούτο θα αντέβαινε στη ρητή νομοθετική πρόβλεψη περί καταβολής εγγυητικής επιστολής σε κάθε περίπτωση καταρτίσεως συμπληρωματικής συμβάσεως. Άλλωστε το αρχικό σχετικό συμβατικό κείμενο ποιεί γενική αναφορά στις ρητές προβλέψεις του Ν. 1418/1984 (και ήδη του Ν. 3669/2008) και ως εκ τούτου ρητώς παραπέμπει στην οικεία διάταξη, η οποία ορίζει ότι σε κάθε περίπτωση καταρτίσεως συμπληρωματικής συμβάσεως υπάρχει υποχρέωση του αναδόχου να καταθέσει κατά την υπογραφή της, εγγυητική επιστολή καλής εκτελέσεως. Κατά συνέπεια δεν υφίσταται μεταβολή στους όρους της αρχικής συμβάσεως όπως λανθασμένα υπολαμβάνει η αιτούσα, ενώ περαιτέρω δεν μεταβλήθηκαν τα στοιχεία στα οποία στήριξε την προσφορά της, διότι η άδηλη κατά την υπογραφή της αρχικής συμβάσεως ανάγκη περί συνάψεως συμπληρωματικής συμβάσεως, εφόσον προέκυπτε, θα μπορούσε να λειτουργήσει μόνον σύμφωνα με τις οικείες νομοθετικές προβλέψεις, στις οποίες ρητώς παρέπεμπε τόσο η διακήρυξη όσο και η οικεία αρχική σύμβαση. Γ) Ο ισχυρισμός ότι η προσβαλλόμενη πράξη θίγει, με την αποδοχή ως νόμιμου του επίμαχου όρου στο σχέδιο της ελεγχόμενης συμπληρωματικής συμβάσεως, την ισότιμη μεταχείριση των οικονομικών φορέων που συμμετείχαν στον αρχικό διαγωνισμό και υπέβαλαν προσφορά σύμφωνα με τους υφιστάμενους όρους της διακηρύξεως, ερείδεται επί της εσφαλμένης προϋποθέσεως ότι με την κρινόμενη σύμβαση τροποποιούνται οι όροι της αρχικής τοιαύτης, ενώ, ως έγινε δεκτό ανωτέρω, η συμπληρωματική σύμβαση παρουσιάζει αυτοτέλεια και διέπεται από τις οικείες νομοθετικές προβλέψεις που ισχύουν για κάθε συμπληρωματική σύμβαση και Δ) Η διάταξη του άρθρου 35 παρ.6 του Ν. 3669/2008 δεν διακρίνει μεταξύ περισσότερων της μιας κατηγοριών συμπληρωματικών συμβάσεων, αλλά αντιθέτως προβλέπει ότι σε κάθε περίπτωση καταρτίσεως τοιαύτης συμβάσεως πρέπει, κατά την υπογραφή της, να κατατίθεται από τον ανάδοχο, εγγυητική επιστολή καλής εκτελέσεως, ορίζοντας περαιτέρω το ποσοστό επί της αξίας του αντικειμένου της. Ως εκ τούτου, ως ήδη αναφέρθηκε, οι αρχαιολογικές εργασίες που περιλαμβάνονται στην κρινόμενη συμπληρωματική σύμβαση, δεν προσδίδουν σ’ αυτήν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και κατά συνέπεια ιδιαίτερη νομική μεταχείριση επειδή στην αρχική σύμβαση είχε προβλεφθεί ότι δαπάνη για την εκτέλεση αντίστοιχων εργασιών περιλαμβανόταν σ’ αυτή ως κονδύλιο απολογιστικών εργασιών, εφόσον τέτοια διάκριση δεν προβλέπεται. Τέλος, λόγος περί συγγνωστής πλάνης της αναθέτουσας αρχής κατά την αναγραφή στο οικείο σχέδιο του όρου αυτού, απαραδέκτως προβάλλεται από την αιτούσα, διότι δεν αφορά την ίδια την αιτούσα αλλά ανάγεται στη βούληση της αναθέτουσας αρχής και από την οποία μπορεί και να προβληθεί ενώ περαιτέρω, κατ’ ουσίαν, τυγχάνει απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι ο όρος ευρίσκει έρεισμα στις νομοθετικές διατάξεις που προαναφέρθηκαν και ορθώς κρίθηκε από το Κλιμάκιο, έστω και χωρίς ρητή μνεία, ως νόμιμος.(...)Απορρίπτει την αίτηση ανακλήσεως
ΕλΣυν/τ4/342/2001
Προυπολογισμός-πιστώσεις.Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι δεν είναι νόμιμη η έναρξη της διαδικασίας, πολλώ δε μάλλον η σύναψη συμβάσεως για τη διενέργεια προμήθειας από δήμο ή κοινότητα, χωρίς να υπάρχει ήδη εγγεγραμμένη στον προϋπολογισμό πίστωση. Περαιτέρω, ο πρόεδρος κοινότητας δύναται να συνάψει σύμβαση προμήθειας με απευθείας ανάθεση χωρίς προηγούμενη απόφαση του κοινοτικού συμβουλίου, μόνον εάν έχει εγγραφεί στον προϋπολογισμό ειδικευμένη πίστωση προορισμένη για προμήθεια, η οποία ρητά κατονομάζεται στον προϋπολογισμό. Αν δεν συντρέχουν οι όροι αυτοί, η σύμβαση δεν είναι νόμιμη και δε δεσμεύει την κοινότητα, αλλά καθιστά τον πρόεδρο υπεύθυνο έναντι του αναδόχου. Η δε παρανομία αυτής δεν δύναται να θεραπευθεί με την επιγενόμενη αναμόρφωση του προϋπολογισμού και την εκ των υστέρων έγκριση της δαπάνης από το κοινοτικό συμβούλιο.
ΔΕΚ/Τ-195/2005
Περίληψη της αποφάσεως 1. Προϋπολογισμός των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων — Δημοσιονομικός κανονισμός — Διατάξεις που εφαρμόζονται στις διαδικασίες προσκλήσεως υποβολής προσφορών (Κανονισμός 1605/2002 του Συμβουλίου, άρθρο 94) 2. Προϋπολογισμός των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων — Δημοσιονομικός κανονισμός — Διατάξεις που εφαρμόζονται στις διαδικασίες προσκλήσεως υποβολής προσφορών (Κανονισμός 2342/2002 της Επιτροπής, άρθρο 146 § 3, εδ. 2) 1. Το άρθρο 94 του κανονισμού 1605/2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, έχει εφαρμογή, όπως προκύπτει από το γράμμα της διατάξεως αυτής, σε όλες τις δημόσιες συμβάσεις που χρηματοδοτούνται εξ ολοκλήρου ή εν μέρει από τον προϋπολογισμό των Κοινοτήτων. Επομένως, δεν γίνεται διάκριση ανάλογα με το αν η διαδικασία συνάψεως αφορά σύμβαση-πλαίσιο ή άλλο είδος συμβάσεως. Πάντως, η διάταξη αυτή επιτρέπει τον αποκλεισμό προσφέροντος από τη διαδικασία συνάψεως μόνον εφόσον η σύγκρουση συμφερόντων, στην οποία αναφέρεται το εν λόγω άρθρο, είναι πραγματική και όχι υποθετική. Τούτο δεν σημαίνει ότι ο κίνδυνος συγκρούσεως συμφερόντων δεν αρκεί για τον αποκλεισμό μιας προσφοράς. Πράγματι, η σύγκρουση συμφερόντων συγκεκριμενοποιείται, κατ’ αρχήν, κατά το στάδιο της εκτελέσεως της συμβάσεως. Πριν από τη σύναψη της συμβάσεως, η σύγκρουση συμφερόντων είναι, κατ’ ανάγκην, δυνητική και, επομένως, το άρθρο 94 του δημοσιονομικού κανονισμού απαιτεί εκτίμηση της υπάρξεως κινδύνου. Δυνατότητα αποκλεισμού του προσφέροντος υφίσταται μόνον αν αυτός ο κίνδυνος είναι πράγματι διαπιστωμένος, κατόπιν συγκεκριμένης αξιολογήσεως της προσφοράς του και της καταστάσεώς του. Το ενδεχόμενο και μόνον της συγκρούσεως συμφερόντων δεν αρκεί συναφώς. Επομένως, στο πλαίσιο διαδικασίας συνάψεως συμβάσεως-πλαισίου, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι η σύναψη ειδικών επί μέρους συμβάσεων, καθόσον συνεπάγεται τη διενέργεια ελέγχου προκειμένου να διαπιστωθεί ότι δεν συντρέχει κίνδυνος συγκρούσεως συμφερόντων, θα πρέπει, κατ’ αρχήν, να πραγματοποιείται πριν ανατεθεί στον ανάδοχο της συμβάσεως-πλαισίου η εκτέλεση συγκεκριμένων καθηκόντων. Έτσι, σε μια τέτοια περίπτωση, πρέπει να θεωρείται ότι υπάρχει κίνδυνος επελεύσεως καταστάσεως σύγκρουσης συμφερόντων μόνον εφόσον συντρέχουν αποφασιστικής σημασίας περιστάσεις υπό τις οποίες ο προσφέρων δεν είναι δυνατό να αποφύγει τον κίνδυνο μεροληπτικής συμπεριφοράς κατά την εκτέλεση της πλειονότητας των καθηκόντων που ανατίθενται με τη σύμβαση-πλαίσιο. (βλ. σκέψεις 66-68) 2. Το άρθρο 146, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 2342/2002, για τη θέσπιση των κανόνων εφαρμογής του δημοσιονομικού κανονισμού, παρέχει στην επιτροπή αξιολογήσεως την ευχέρεια να ζητεί από τους προσφέροντες συμπληρωματικά στοιχεία σχετικά με τα δικαιολογητικά που έχουν υποβάλει σε σχέση με τα κριτήρια αποκλεισμού και επιλογής. Επομένως, η διάταξη αυτή δεν μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι επιβάλλει στην επιτροπή αξιολογήσεως την υποχρέωση να ζητεί από τους προσφέροντες τέτοιες διευκρινίσεις (βλ. σκέψη 102)
ΕΣ/ΚΛΙΜ.Ε/199/2017
Ελέγχος νομιμότητας σχεδιου συμβάσεως.(..)Με τα δεδομένα αυτά, και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη II.Β., το Κλιμάκιο κρίνει ότι, εφόσον η αρχική, από 1.12.2014, σύμβαση για την εκτέλεση του ανωτέρω έργου δεν υπήχθη, νομίμως, στον προσυμβατικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων των άρθρων 35 και 36 του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο, λόγω του ότι υπολειπόταν του προβλεπομένου κατά τον κρίσιμο χρόνο ορίου υπαγωγής στον έλεγχο, δεν δύναται να ελεγχθεί ούτε και η σύμβαση που συνάπτεται, κατόπιν διαλύσεως της αρχικής εργολαβίας, με την δεύτερη κατά σειρά μειοδοσίας Κ/ξία, για την ανάθεση των εργασιών ολοκληρώσεως του ίδιου έργου. (..)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, το Κλιμάκιο πρέπει να απόσχει από τον έλεγχο του υποβληθέντος σχεδίου συμβάσεως.
ΝΣΚ/315/2016
Δυνατότητα αντικατάστασης μέλους κοινοπραξίας από άλλη εταιρεία, πριν την ανάδειξη της κοινοπραξίας ως οριστικού μειοδότη σε διαγωνισμό.(...) Η προβλεπόμενη στο άρθρο 65 του ν. 3669/2008 (Κώδικα Δημοσίων Έργων - ΚΔΕ) υποκατάσταση μέλους κοινοπραξίας από άλλη εταιρεία προβλέπεται μόνον κατά το στάδιο της εκτελέσεως/κατασκευής του έργου, δηλαδή το στάδιο που ακολουθεί την υπογραφή της συμβάσεως μεταξύ αναδόχου και κυρίου του έργου, στην προκείμενη δε περίπτωση από το ιστορικό προκύπτει ότι δεν υφίσταται σύναψη, ούτε και υπογραφή της συμβάσεως και επομένως δεν θα ήταν νόμιμη η υποκατάσταση μέλους της κοινοπραξίας που ανακηρύχθηκε μειοδότης στον επίμαχο διαγωνισμό (ομόφ.)
Ελ.Συν.Τμ.7(ΚΠΕ)78/2015
ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΕΡΓΑ:Με τα δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο κρίνει ότι ο προβαλλόμενος λόγος διαφωνίας, ότι δηλαδή το επίμαχο έργο ενόψει του προϋπολογισμού μπορούσε να ανατεθεί νομίμως αποκλειστικά σε επιχειρήσεις των τάξεων Α1, Α2 καθώς και της πρώτης τάξης του Μ.Ε.ΕΠ. και ότι, συνεπώς, είναι μη νόμιμη η ανάθεση στη φερόμενη ως δικαιούχο επιχείρηση, η οποία είναι εγγεγραμμένη στο Μ.Ε.ΕΠ., μεταξύ άλλων, στη 2η τάξη των οικοδομικών έργων, με συνέπεια να δικαιούται να αναλαμβάνει έργα προϋπολογισμού με ανώτατο όριο τα 1.500.000 ευρώ και κατώτατο τις 175.000 ευρώ, είναι νόμω αβάσιμος (..)Επομένως, το εν λόγω μικρό δημοτικό έργο νομίμως, ανατέθηκε στη φερόμενη ως δικαιούχο εργοληπτική επιχείρηση, η οποία είναι εγγεγραμμένη στο Μ.Ε.ΕΠ. στην κατηγορία των οικοδομικών έργων και, ως εκ τούτου, έχει την τεχνική επάρκεια για την κατασκευή του έργου αυτού.
ΕλΣυν.Kλ.Ε/149/2017
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ- Ασφαλτοστρώσεις δρόμων:. Με τα δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο κρίνει ότι από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει ότι συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις για τη σύναψη της επίμαχης συμπληρωματικής συμβάσεως, όπως οι προϋποθέσεις αυτές παρατίθενται αναλυτικώς στην σκέψη V της παρούσας. Ειδικότερα, όπως προκύπτει από την αιτιολογική έκθεση που συνοδεύει τον 1οΑ.Π.Ε. της υποβληθείσας προς έλεγχο συμπληρωματικής συμβάσεως, η αναθέτουσα αρχή περιορίζεται στην συμπερασματική διαπίστωση ότι εν προκειμένω συντρέχουν οι προϋποθέσεις συνάψεως συμπληρωματικής συμβάσεως, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 57 του ν. 3669/2008, χωρίς ωστόσο να αναφέρει ποιες είναι οι εργασίες που θα εκτελεσθούν στο πλαίσιο της εν λόγω συμβάσεως, εάν οι εργασίες αυτές περιλαμβάνονται κατ’ είδος στην αρχική σύμβαση, εάν παρουσιάζουν συνάφεια με το αντικείμενο αυτής, καθώς επίσης και για ποιους λόγους κατέστησαν αναγκαίες για την εκτέλεση του αντικειμένου της αρχικής συμβάσεως. Συναφώς προς τα ανωτέρω, ουδεμία αναφορά γίνεται, με ειδικούς και συγκεκριμένους ισχυρισμούς, στις απρόβλεπτες περιστάσεις που καθιστούν απολύτως αναγκαία την εκτέλεση των εργασιών της επίμαχης συμπληρωματικής συμβάσεως, ούτε επίσης προκύπτει ότι η μη πρόβλεψη των εργασιών αυτών κατά τη σύναψη της αρχικής συμβάσεως δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα της αναθέτουσας αρχής, ούτε σε σφάλματα και αστοχίες της μελέτης του έργου. Περαιτέρω, ουδόλως αποδεικνύεται η συνδρομή και των λοιπών προϋποθέσεων για τη σύναψη συμπληρωματικής συμβάσεως, ήτοι ότι οι επίμαχες συμπληρωματικές εργασίες είτε δεν μπορούν τεχνικά ή οικονομικά να διαχωριστούν από την αρχική σύμβαση χωρίς να δημιουργήσουν μείζονα προβλήματα στην αναθέτουσα αρχή είτε, παρά τη δυνατότητα διαχωρισμού τους, είναι απόλυτα αναγκαίες για την τελειοποίησή της..(..)το Κλιμάκιο κρίνει ότι κωλύεται η υπογραφή του σχεδίου της 1ης συμπληρωματικής συμβάσεως του έργου «Ασφαλτοστρώσεις δρόμων Δήμου ...».
ΕΣ/ΤΜ.6/1878/2017
Υπηρεσίες μεταφοράς παιδιών και ατόμων με ειδικές ανάγκες...Με τα δεδομένα αυτά, το Τμήμα κρίνει ότι η ελεγχόμενη σύμβαση δεν συνιστά γνήσια προγραμματική σύμβαση του άρθρου 17 του ν. 3329/2005, αλλά υπό το μανδύα αυτής υποκρύπτεται μία αυτοτελής, εξ επαχθούς αιτία σύμβαση μεταξύ της Περιφέρειας .... και της «...». Τούτο δε καθόσον τα μέρη που φέρονται συμβαλλόμενα δεν εκκινούν από κοινή αφετηρία για την επίτευξη δημόσιου σκοπού, αλλά επιδιώκουν η μεν Περιφέρεια την εκτέλεση της υπηρεσίας μετακίνησης των δικαιούμενων προσώπων, για λόγους κοινωνικής προστασίας και αλληλεγγύης, ενώ το ...., το αντάλλαγμα για την εκτέλεση των υπηρεσιών που αποτελεί αντικείμενο των αναλαμβανομένων από αυτό δράσεων. Προς τούτο προβλέπεται μονομερής χρηματοδότηση της δράσης από τις πιστώσεις τις Περιφέρειας, που κατ’ ορθό νομικό χαρακτηρισμό αποτελεί το αντάλλαγμα για την εκτέλεση της ανατιθέμενης εργασίας μεταφοράς, η οποία επιπλέον επιβαρύνεται με το ποσό του Φ.Π.Α., που προβλέπεται μόνον στις εξ επαχθούς αιτίας συμβάσεις παροχής υπηρεσιών. Τούτο δε, δεν αναιρείται από το γεγονός ότι, εν προκειμένω, το αντάλλαγμα δεν αποφέρει το σύνηθες κέρδος στην συμμετέχουσα επιχείρηση (η οποία υποστηρίζει ότι υφίσταται ζημία από τη σύμβαση αυτή, αφού προσφέρει έκπτωση 7% επί της δαπάνης και παρέχει χωρίς επιβάρυνση εξειδικευμένο συνοδό), απορριπτομένων ως αβάσιμων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών της αιτούσας και της παρεμβαίνουσας (βλ. και Ε.Σ. Τμ, Μειζ. Επτ. Συνθ. 1747/2016). Ενδεικτικό δε του ότι δεν πρόκειται για προγραμματική σύμβαση, αλλά για απευθείας ανάθεση, είναι και το γεγονός ότι ο επιδιωκόμενος από τα συμβαλλόμενα μέρη σκοπός ολοκληρώνεται και εξαντλείται με τη σύναψη της ελεγχόμενης σύμβασης, χωρίς να απαιτείται περαιτέρω η υπογραφή εκτελεστικής τοιαύτης. Ενόψει των ανωτέρω, η πλημμέλεια που αναδείχθηκε με την προσβαλλόμενη Πράξη είναι βάσιμη.
ΕλΣυν.Κλ.Τμ.7/260/2017
Προμήθεια ειδών επεξεργασίας ύδατος:..Με τα δεδομένα αυτά, παρά το γεγονός ότι τηρήθηκαν τα τυπικά -εξωτερικά στοιχεία του εξώδικου συμβιβασμού, η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη διότι δεν προέκυψε κατά τρόπο αναμφισβήτητο ότι συντρέχουν τα ουσιαστικά στοιχεία για τη σύναψή του. Ειδικότερα, για το σύνολο της προμήθειας δεν αποδείχθηκε η προσήκουσα παραλαβή των υλικών διότι δεν έχουν συνταχθεί πρωτόκολλα παραλαβής από νομίμως συγκροτηθείσα επιτροπή, η έλλειψη δε αυτή δεν μπορεί να αναπληρωθεί από τη βεβαίωση της Αντιδημάρχου που συντάχθηκε σχεδόν δύο (2) έτη μετά την έκδοση των οικείων τιμολογίων - δελτίων αποστολής. Περαιτέρω, δεν προκύπτει ανακοίνωση των αποφάσεων κατακύρωσης ή απευθείας ανάθεσης των προμηθειών, όπου αυτές υπάρχουν, ώστε να θεωρηθεί ότι ο έγγραφος τύπος των συμβάσεων έχει αποδεικτικό χαρακτήρα. Ειδικότερα, για το τμήμα της δαπάνης που αντιστοιχεί στην ανωτέρω 1η κατηγορία τιμολογίων, ναι μεν η 4768/28.3.2014 προσφορά της εταιρίας επέχει θέση γραπτής πρότασης, πλην όμως δεν αποδεικνύεται η εκπλήρωση της παροχής εκ μέρους της αφού δεν υπάρχει πρωτόκολλο οριστικής παραλαβής και, συνεπώς, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι, παρά την έλλειψη γραπτής αποδοχής εκ μέρους του Δήμου, η σύμβαση έχει εγκύρως καταρτιστεί. Επίσης, δεν επισυνάπτεται απόφαση ανάθεσης της προμήθειας. Για το τμήμα της δαπάνης που αντιστοιχεί στη 2η κατηγορία τιμολογίων, δεν επισυνάπτεται απόφαση ανάθεσης της προμήθειας. Για το τμήμα της δαπάνης που αντιστοιχεί στην 3η κατηγορία τιμολογίων, τόσο στη σύμβαση όσο και στην απόφαση ανάθεσης δεν υπάρχει αναλυτική περιγραφή του αντικειμένου των ειδών, της ποσότητας και της αξίας τους, ενώ για το ποσό των 1.646,10 ευρώ [(4.010,78 + 1.645,12) – 4.009,80 ευρώ)] δεν υπάρχει έγκυρη σύμβαση. Για το τμήμα της δαπάνης που αντιστοιχεί στην 4η κατηγορία τιμολογίου, ως εκ του ύψους της ανατεθείσας προμήθειας δεν απαιτείτο ο έγγραφος τύπος, πλην όμως στην απόφαση ανάθεσης δεν περιγράφεται το αντικείμενο των ειδών, η ποσότητα και η αξίας τους. Συνεπώς, η έλλειψη των ανωτέρω στοιχείων καθιστά μη νόμιμη την απαίτηση της φερόμενης ως δικαιούχου εταιρίας για καταβολή της αξίας της προμήθειας, που συνιστά την υποκείμενη αιτία του εξώδικου συμβιβασμού, πλήττοντας το κύρος του τελευταίου και καθιστώντας μη νόμιμη τη δαπάνη που αυτός ενσωματώνει.Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη και το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δεν πρέπει να θεωρηθεί