×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

Υπόθεση C-267/2018

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Υπόθεση C-267/18: Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 3ης Οκτωβρίου 2019 [αίτηση του Curtea de Apel București (Ρουμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] – Delta Antrepriză de Construcții și Montaj 93 SA κατά Compania Națională de Administrare a Infrastructurii Rutiere SA (Προδικαστική παραπομπή – Δημόσιες συμβάσεις – Διαδικασία συνάψεως δημοσίας συμβάσεως – Οδηγία 2014/24/ΕΕ – Άρθρο 57, παράγραφος 4 – Λόγοι προαιρετικού αποκλεισμού – Αποκλεισμός οικονομικού φορέα από τη συμμετοχή σε διαδικασία συνάψεως δημοσίας συμβάσεως – Καταγγελία προηγούμενης συμβάσεως λόγω μερικής ανάθεσης της συμβάσεως σε υπεργολάβο – Έννοια της «σοβαρής ή επαναλαμβανόμενης πλημμέλειας» – Περιεχόμενο)


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΔΕK-C-454/2006

Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες συνάψεως δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών – Οδηγία 92/50 – Σύναψη συμβάσεως – Έννοια – Τροποποιήσεις διατάξεων δημοσίας συμβάσεως κατά τη διάρκεια της ισχύος της.Σχετ.ΕλΣυν.289/2008 Kλ.Z


C-461/2020

«Προδικαστική παραπομπή – Οδηγία 2014/24/ΕΕ – Άρθρο 72 – Τροποποίηση δημοσίων συμβάσεων κατά τη διάρκεια της εκτέλεσής τους – Μεταβίβαση συμφωνιών-πλαισίων – Νέος ανάδοχος ο οποίος αναλαμβάνει, κατόπιν της κηρύξεως του αρχικού αναδόχου σε πτώχευση, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που είχε αναλάβει ο τελευταίος δυνάμει συμφωνίας-πλαισίου – Αναγκαιότητα ή μη νέας διαδικασίας συνάψεως δημοσίας συμβάσεως»


ΝΣΚ/190/2010

Σύμβαση αναθέσεως δημοσίας υπηρεσίας για την εξυπηρέτηση θαλασσίων δρομολογιακών γραμμών – Αναπροσαρμογή μισθώματος.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Σε περίπτωση συνάψεως συμβάσεως αναθέσεως δημοσίας υπηρεσίας κατά την παρ.5 του άρθρου ογδόου του Ν 2932/2001, κατόπιν μειοδοτικού διαγωνισμού διενεργηθέντος δυνάμει της υπ’ αριθμ. 3327.1/82/09/22-09-2009 προκηρύξεως, χρονικής διάρκειας 36 μηνών, με πλοίο και μίσθωμα της κατηγορίας 4 και εν συνεχεία αντικαταστάσεως του πλοίου με άλλο, μίας από τις κατηγορίες 1 ή 2, της ίδιας προκηρύξεως για χρονικό διάστημα μέχρι δώδεκα έτη, σύμφωνα με όρο της προκηρύξεως και της συμβάσεως, καταβλητέο μίσθωμα είναι, κατά τα λεπτομερεστέρως εκτιθέμενα στο Παράρτημα IV της παρούσης, αυτό της κατηγορίας 1 ή 2, κατά περίπτωση, αναπροσαρμοσμένο μέχρι και το χρονικό σημείο της αντικαταστάσεως και αναπροσαρμοζόμενο για τον μετέπειτα χρόνο, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο Παράρτημα V της προκηρύξεως, χωρίς την προϋπόθεση ρητής σχετικής δηλώσεως του αναδόχου στην προσφορά του.


ΥΠΟΘΕΣΗ C-190/2013

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 13ης Μαρτίου 2014
«Κοινωνική πολιτική — Οδηγία 1999/70/ΕΚ — Συμφωνία-πλαίσιο για την εργασία ορισμένου χρόνου που συνήφθη από τη CES, την UNICE και το CEEP — Πανεπιστήμια — Συνεργαζόμενοι καθηγητές — Διαδοχικές συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου — Ρήτρα 5, σημείο 1 — Μέτρα για την πρόληψη της καταχρηστικής χρησιμοποιήσεως συμβάσεων ορισμένου χρόνου — Έννοια των “αντικειμενικών λόγων που δικαιολογούν τις συμβάσεις αυτές” — Ρήτρα 3 — Έννοια της “συμβάσεως εργασίας αορίστου χρόνου” — Κυρώσεις — Δικαίωμα αποζημιώσεως — Διαφορετική μεταχείριση μεταξύ εργαζομένων με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου»
Στην υπόθεση C-190/13, με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Juzgado de lo Social no 3 de Barcelona (Ισπανία) με απόφαση της 4ης Απριλίου 2013, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 15 Απριλίου 2013, στο πλαίσιο της δίκης


ΝΣΚ/330/2003

Διαδικασία ανάθεσης δημοσίας συμβάσεως υπηρεσιών με διαπραγμάτευση, καθορισμός και γνωστοποίηση ειδικής βαρύτητας και τρόπου βαθμολόγησης των κριτηρίων ανάθεσης, σειρά ανοίγματος τεχνικών και οικονομικών προσφορών.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Κατά την διαδικασία συνάψεως δημοσίας συμβάσεως υπηρεσιών με διαπραγμάτευση, που κηρύχθηκε κατά τις διατάξεις του άρθρου 9 παρ.2 περ.β’ και γ’ του ΠΔ 346/1998, η αναθέτουσα αρχή δεν είναι υποχρεωμένη, να καθορίσει και να γνωστοποιήσει σειρά βαρύτητας και τρόπο βαθμολόγησης των κριτηρίων ανάθεσης της σύμβασης στην πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά. (πλειοψ.) Τα στοιχεία αυτά δεν μπορεί να τα καθορίσει εκ των υστέρων, εάν η διαδικασία βρίσκεται σε στάδιο, που κατά αντικειμενική κρίση, δημιουργεί αμφιβολίες σχετικά με την τήρηση των αρχών της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των συμμετεχόντων. Κατά την ίδια διαδικασία η αναθέτουσα αρχή δεν υποχρεούται, να καθορίσει ποσοστό εκπτώσεως, η υπέρβαση του οποίου συνιστά λόγο αποκλεισμού από την διαδικασία, ούτε υποχρεούται, να εξετάσει και αξιολογήσει πρώτα τις τεχνικές και στη συνέχεια τις οικονομικές προσφορές. (ομόφωνα)


ΔΕΚ/C-26/2003

1.Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες προσφυγής στον τομέα της συνάψεως συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων – Οδηγία 89/665 – Υποχρέωση των κρατών μελών να προβλέψουν διαδικασία προσφυγής – Αποφάσεις δεκτικές προσφυγής – Έννοια – Αποφάσεις που λαμβάνονται εκτός του πλαισίου μιας τυπικής διαδικασίας συνάψεως δημοσίας συμβάσεως και πριν από την επίσημη προκήρυξη διαγωνισμού – Εμπίπτουν – Πρόσβαση στις διαδικασίες προσφυγής – Προϋποθέσεις – Η διαδικασία πρέπει να έχει προχωρήσει τυπικώς σε συγκεκριμένο στάδιο – Δεν επιτρέπεται (Οδηγίες του Συμβουλίου 89/665, άρθρο 1 § 1, και 92/50) 2. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες συνάψεως δημοσίων συμβάσεων παροχής υπηρεσιών – Οδηγία 92/50 – Πεδίο εφαρμογής – Αναθέτουσα αρχή η οποία κατέχει, μαζί με μία ή περισσότερες ιδιωτικές επιχειρήσεις, συμμετοχή στο κεφάλαιο εταιρίας νομικώς διακεκριμένης από την ίδια – Σύμβαση που συνήψε η αναθέτουσα αρχή με την εν λόγω εταιρία – Εμπίπτει (Οδηγία 92/50 του Συμβουλίου) 1.Το άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/665, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί της εφαρμογής των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της σύναψης συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών, η οποία επίσης τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/52, έχει την έννοια ότι η υποχρέωση των κρατών μελών να διασφαλίζουν τη δυνατότητα ασκήσεως αποτελεσματικών και ταχέων ενδίκων βοηθημάτων κατά των αποφάσεων που λαμβάνουν οι αναθέτουσες αρχές καλύπτει και τις αποφάσεις που λαμβάνονται εκτός του πλαισίου μιας τυπικής διαδικασίας συνάψεως δημοσίας συμβάσεως και πριν από την επίσημη προκήρυξη διαγωνισμού, ιδίως δε την απόφαση που αφορά το αν μια ορισμένη δημόσια σύμβαση εμπίπτει στο προσωπικό ή στο καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 92/50, όπως τροποποιήθηκε. Αυτή η δυνατότητα ασκήσεως προσφυγής παρέχεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο έχει ή είχε συμφέρον να του ανατεθεί συγκεκριμένη σύμβαση και το οποίο υπέστη ή ενδέχεται να υποστεί ζημία από μια εικαζόμενη παράβαση, άπαξ εκδηλωθεί η βούληση της αναθέτουσας αρχής η οποία μπορεί να έχει έννομα αποτελέσματα. Επομένως, τα κράτη μέλη δεν δικαιούνται να εξαρτούν τη δυνατότητα ασκήσεως προσφυγής από το αν η οικεία διαδικασία συνάψεως δημόσιας συμβάσεως έχει προχωρήσει τυπικώς σε συγκεκριμένο στάδιο. (βλ. σκέψη 41, διατακτ. 1) 2.Σε περίπτωση που η αναθέτουσα αρχή σκοπεύει να συνάψει σύμβαση εξ επαχθούς αιτίας αφορώσα την παροχή υπηρεσιών που εμπίπτουν στο καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών, όπως αυτή τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/52, με μια εταιρία νομικώς διακεκριμένη από την ίδια, στο κεφάλαιο της οποίας η εν λόγω αρχή συμμετέχει μαζί με μία ή περισσότερες ιδιωτικές επιχειρήσεις, πρέπει πάντοτε να εφαρμόζονται οι διαδικασίες συνάψεως δημοσίων συμβάσεων που προβλέπει η οδηγία αυτή, ακόμη και αν η εν λόγω συμμετοχή είναι κατά πλειοψηφία. (βλ. σκέψη 52, διατακτ. 2)


Συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-145/2008 και C-149/2008

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα) αποφαίνεται: 1) Μικτή σύμβαση της οποίας το κύριο αντικείμενο συνίσταται στην εκ μέρους επιχειρήσεως απόκτηση του 49 % του κεφαλαίου δημοσίας επιχειρήσεως και της οποίας το —αρρήκτως συνδεδεμένο με το κύριο αυτό αντικείμενο— παρεπόμενο αντικείμενο αφορά την παροχή υπηρεσιών και την εκτέλεση έργων δεν εμπίπτει, στο σύνολό της, στο πεδίο εφαρμογής των οδηγιών περί δημοσίων συμβάσεων.2) Το δίκαιο της Ένωσης, και ειδικότερα το δικαίωμα σε αποτελεσματική δικαστική προστασία, δεν επιτρέπει εθνική ρύθμιση, όπως η επίδικη στην κύρια δίκη, ερμηνευόμενη υπό την έννοια ότι μεμονωμένα μέλη κοινοπραξίας που υπέβαλε προσφορά στο πλαίσιο διαδικασίας συνάψεως δημοσίας συμβάσεως δεν έχουν τη δυνατότητα να ζητήσουν την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστησαν ατομικώς από απόφαση εκδοθείσα όχι από την αναθέτουσα αλλά από διαφορετική αρχή, εμπλεκόμενη στη διαδικασία αυτή σύμφωνα με τους εφαρμοστέους εθνικούς κανόνες, και η οποία απόφαση είναι ικανή να επηρεάσει την εξέλιξη της διαδικασίας αυτής.


ΔΕΚ/C-236/1995

Περίληψη 1. Όσον αφορά τη μεταφορά των οδηγιών στο εσωτερικό δίκαιο, είναι ιδιαίτερα σημαντικό, για την τήρηση της επιταγής της ασφάλειας δικαίου, να είναι η νομική κατάσταση των ιδιωτών σαφής και συγκεκριμένη και να τους επιτρέπει να γνωρίζουν το πλήρες περιεχόμενο των δικαιωμάτων τους και, ενδεχομένως, να τα επικαλούνται ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων. Αυτό δεν συμβαίνει όταν, σε κράτος μέλος, η νομολογία ερμηνεύει την εθνική νομοθεσία κατά τρόπο σύμφωνο προς την οδηγία 89/665, περί των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της συνάψεως δημοσίων συμβάσεων, και θεωρεί ότι η νομοθεσία αυτή συνιστά επαρκές προσωρινό σύστημα δικαστικής προστασίας κατά την έννοια της οδηγίας, ενώ μια τέτοια νομοθεσία δεν μεταφέρει ορθώς στην εσωτερική έννομη τάξη τις ρυθμίσεις που προβλέπει το άρθρο 2 της οδηγίας όσον αφορά την εξουσία των οργάνων που επιλαμβάνονται των προσφυγών στα διάφορα κράτη μέλη να λαμβάνουν, ανεξάρτητα από προηγούμενη κίνηση κύριας δίκης, κάθε προσωρινό μέτρο σχετικό με τη σύναψη των δημοσίων συμβάσεων. 2. Στο μέτρο που μπορούν να ανατεθούν σε ιδιώτες εξουσίες αναθέτουσας αρχής στο πλαίσιο των διαδικασιών συνάψεως δημοσίων συμβάσεων που αφορά η οδηγία 89/665, περί των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της συνάψεως δημοσίων συμβάσεων, η υποχρέωση ειλικρινούς συνεργασίας και συνδρομής, την οποία υπέχουν, δυνάμει του άρθρου 5 της Συνθήκης, τα κράτη μέλη προκειμένου να διευκολύνουν την Επιτροπή στην εκτέλεση της αποστολής της, δεν αρκεί για να εξασφαλίσει την εφαρμογή του άρθρου 3 της οδηγίας, το οποίο οργανώνει τη διαδικασία με την οποία η Επιτροπή παρεμβαίνει στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους και στην αναθέτουσα αρχή σε περίπτωση σαφούς και κατάφωρης παραβάσεως του κοινοτικού δικαίου στο πλαίσιο διαδικασίας συνάψεως δημοσίας συμβάσεως


ΕΣ/ΤΜΗΜΑ ΕΒΔΟΜΟ/529/2025

Ζητείται η ανάκληση της 417/2024 Πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την οποία κρίθηκε ότι κωλύεται η υπογραφή του υποβληθέντος προς έλεγχο σχεδίου σύμβασης μεταξύ του προσφεύγοντος και της παρεμβαίνουσας για την ανάθεση της σύμβασης με τίτλο -Υπηρεσίες Καθαρισμού Κτιρίων-.Με τα δεδομένα αυτά και όσα έγιναν δεκτά στις σκέψεις 4 και 5, το Δικαστήριο λαμβάνει κατ’ αρχήν υπ’ όψιν τα εξής (βλ. και ΕλΣυν Έβδ. Τμ. 1209/2923): α) ότι η αναθέτουσα αρχή διαθέτει εξουσία εκτίμησης ως προς το εάν συντρέχει στο πρόσωπο υποψηφίου ο προβλεπόμενος στο άρθρο 73 παρ. 4 περ. στ΄ του ν. 4412/2016 λόγος αποκλεισμού, η άσκηση της οποίας υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο μόνο ως προς την υπέρβαση των άκρων ορίων της ευχέρειας αυτής, β) ότι μόνη η επιβολή συμβατικών κυρώσεων σε έναν οικονομικό φορέα δεν δύναται να στοιχειοθετήσει τον αυτόματο αποκλεισμό του, κατά την έννοια των άνω διατάξεων, αλλά απαιτείται, η αναθέτουσα αρχή να προβεί σε δική της κρίση όσον αφορά την ακεραιότητα και την αξιοπιστία του οικονομικού φορέα καθώς και σε δική της αξιολόγηση της συμπεριφοράς του, προκειμένου να διαπιστώσει εάν αυτή επιφέρει τον κλονισμό της σχέσης εμπιστοσύνης μεταξύ αυτής και του συγκεκριμένου διαγωνιζόμενου (βλ. αποφ. ΔΕΕ της 19ης Ιουνίου 2019, Meca Srl, C- 41/18 σκ. 30 και 32, της 3ης Οκτωβρίου 2019, Delta Antrepriză de Construcţii şi Montaj 93 SA, C- 267/18 ιδίως σκ. 25-34 και 38, και της 23ης Ιανουαρίου 2023, «HSC Baltic» UAB κλπ., C-682/21 σκ. 47) και γ) ότι η αρχή της αναλογικότητας (άρθρο 18 παρ. 1 του ν. 4412/2016) επιβάλλει συγκεκριμένη και εξατομικευμένη εκτίμηση της συμπεριφοράς του οικείου φορέα, βάσει όλων των στοιχείων που ασκούν επιρροή. Για τους λόγους αυτούς.Δέχεται την προσφυγή ανάκλησης και την υπέρ αυτής ασκηθείσα παρέμβαση.Ανακαλεί την 417/2024 Πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.



ΔΕΚ/C-315/2001

Προσέγγιση των νομοθεσιών - Διαδικασίες συνάψεως συμβάσεων κρατικών προμηθειών - Οδηγία 93/36 - Ανάθεση του αντικειμένου της συμβάσεως - Κριτήρια αναθέσεως - Απαίτηση της αναθέτουσας αρχής να έχει τη δυνατότητα να εξετάζει το προϊόν που αποτελεί αντικείμενο της προσφοράς εντός ορισμένης χιλιομετρικής ακτίνας - Δεν επιτρέπεται.Σχετ.ΣτΕ/100/2009Περίληψη 1. Η οδηγία 89/665, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί της εφαρμογής των διαδικασιών [εκδικάσεως] προσφυγής στον τομέα της σύναψης συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, δεν εμποδίζει όπως - στο πλαίσιο μέσου ένδικης προστασίας που ασκήθηκε από υποβαλόντα προσφορά προκειμένου να διαπιστωθεί, με σκοπό να του καταβληθεί μεταγενέστερα αποζημίωση, η παρανομία της αποφάσεως περί αναθέσεως δημοσίας συμβάσεως - η αρμόδια αρχή της διαδικασίας προσφυγής εγείρει αυτεπαγγέλτως το παράνομο άλλης αποφάσεως της αναθέτουσας αρχής πλην της προσβαλλόμενης από τον υποβαλόντα προσφορά. Αντιθέτως, η οδηγία αυτή εμποδίζει όπως η εν λόγω αρχή απορρίπτει το αίτημά του με το αιτιολογικό ότι, λόγω της εγερθείσας αυτεπαγγέλτως παρανομίας, η διαδικασία διαγωνισμού ήταν οπωσδήποτε παράτυπη και η ενδεχόμενη ζημία του προσφέροντος θα είχε έτσι προκληθεί ακόμα και χωρίς την παρανομία που αυτός προβάλλει. ( βλ. σκέψη 56, διατακτ. 1 ) 2. Η οδηγία 93/36, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων προμηθειών, εμποδίζει όπως, στο πλαίσιο διαδικασίας αναθέσεως δημοσίας συμβάσεως προμηθειών, η αναθέτουσα αρχή λαμβάνει υπόψη τον αριθμό των συστάσεων σχετικά με τα προϊόντα που οι υποψήφιοι προσφέρουν σε άλλους πελάτες όχι ως κριτήριο εξακριβώσεως της ικανότητας αυτών να εκτελέσουν την εν λόγω σύμβαση, αλλά ως κριτήριο αναθέσεως της εν λόγω συμβάσεως. Πράγματι, η υποβολή ενός καταλόγου των κυριοτέρων παραδόσεων που πραγματοποιήθηκαν κατά τα τελευταία τρία έτη, που αναφέρει το ποσό, την ημερομηνία και τον δημόσιο ή ιδιωτικό αποδέκτη, περιλαμβάνεται ρητά μεταξύ των αποδεικτικών αναφορών ή αποδεικτικών στοιχείων που, βάσει του άρθρου 23, παράγραφος 1, στοιχείο α_, της εν λόγω οδηγίας, μπορούν να απαιτούνται για να δικαιολογήσουν την τεχνική ικανότητα των προμηθευτών. Εξάλλου, ένας απλός κατάλογος αναφορών, ο οποίος περιλαμβάνει αποκλειστικά την ταυτότητα και τον αριθμό των προγενέστερων πελατών των υποψηφίων, δεν περιλαμβάνει όμως άλλες διευκρινίσεις σχετικά με τις πραγματοποιηθείσες στους πελάτες αυτούς παραδόσεις, δεν παρέχει καμιά ένδειξη που να επιτρέπει να εξακριβωθεί η πλέον συμφέρουσα οικονομικώς προσφορά, κατά την έννοια του άρθρου 26, παράγραφος 1, στοιχείο β_, της οδηγίας 93/36, και, επομένως, δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να αποτελέσει κριτήριο αναθέσεως κατά την έννοια της διατάξεως αυτής. ( βλ. σκέψεις 65-67, διατακτ. 2 ) 3. Η οδηγία 93/36, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων προμηθειών, εμποδίζει όπως, στο πλαίσιο δημοσίας συμβάσεως προμηθειών, η απαίτηση όπως τα προϊόντα τα οποία αποτελούν αντικείμενο των προσφορών μπορούν να ελεγχθούν από την αναθέτουσα αρχή εντός συγκεκριμένης χιλιομετρικής αποστάσεως από τον τόπο εγκαταστάσεως της τελευταίας χρησιμοποιείται ως κριτήριο αναθέσεως της εν λόγω συμβάσεως. Πράγματι, αφενός, από το άρθρο 23, παράγραφος 1, στοιχείο δ_, της οδηγίας 93/36 προκύπτει ότι, στο πλαίσιο δημοσίας συμβάσεως προμηθειών, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να απαιτήσουν την υποβολή δειγμάτων, περιγραφών και/ή φωτογραφιών των προς προμήθεια προϊόντων ως αποδεικτικών αναφορών ή αποδεικτικών στοιχείων της τεχνικής ικανότητας των προμηθευτών προς εκτέλεση της οικείας συμβάσεως. Αφετέρου, ένα τέτοιο κριτήριο δεν είναι ικανό να επιτρέψει την εξακρίβωση της πλέον συμφέρουσας οικονομικώς προσφοράς, κατά την έννοια του άρθρου 26, παράγραφος 1, στοιχείο β_, της εν λόγω οδηγίας και, επομένως, δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να αποτελέσει κριτήριο αναθέσεως κατά την έννοια της διατάξεως αυτής. ( βλ. σκέψεις 71-72, 74, διατακτ. 3 )