Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

Υπόθεση C-336/2012

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Απόφαση του Δικαστηρίου (δέκατο τμήμα) της 10ης Οκτωβρίου 2013.
Ministeriet for Forskning, Innovation og Videregående Uddannelser κατά Manova A/S.
Αίτηση του Østre Landsret για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
Προδικαστική παραπομπή — Δημόσιες συμβάσεις — Οδηγία 2004/18/ΕΚ — Αρχή της ίσης μεταχειρίσεως — Κλειστή διαδικασία — Προκήρυξη διαγωνισμού — Αίτηση να περιληφθεί στον φάκελο υποψηφιότητας ο τελευταίος δημοσιευμένος ισολογισμός — Έλλειψη του ισολογισμού αυτού στον φάκελο ορισμένων υποψηφίων — Δυνατότητα της αναθέτουσας αρχής να ζητήσει από τους υποψηφίους αυτούς να της κοινοποιήσουν τον εν λόγω ισολογισμό μετά τη λήξη της προθεσμίας που είχε ταχθεί για την κατάθεση των φακέλων υποψηφιότητας.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

Υπόθεση C-42/2013

Απόφαση του Δικαστηρίου (δέκατο τμήμα) της 6ης Νοεμβρίου 2014.
Cartiera dell’Adda SpA κατά CEM Ambiente SpA.
Αίτηση του Tribunale amministrativo regionale per la Lombardia για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
Δημόσιες συμβάσεις — Αρχές της ίσης μεταχειρίσεως και της διαφάνειας — Οδηγία 2004/18/ΕΚ — Λόγοι αποκλεισμού συμμετοχής — Άρθρο 45 — Προσωπική κατάσταση του υποψηφίου ή του προσφέροντος — Υποχρεωτική δήλωση για το πρόσωπο που ορίζεται ως «τεχνικός διευθυντής» — Παράλειψη καταθέσεως της δηλώσεως με την προσφορά — Αποκλεισμός από τον διαγωνισμό χωρίς δυνατότητα συμπληρώσεως της παραλείψεως αυτής.


ΕΣ/Β΄ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/0553/2023

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ.(...)Με τις παραδοχές αυτές, η αναιρεσιβαλλομένη περιέλαβε πλήρεις και σαφείς αιτιολογίες και ορθά κατέληξε ότι η απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης δεν ήταν νόμιμη αφού δεν περιείχε την απαιτούμενη από τον νόμο ειδική και πλήρη αιτιολογία, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη σκέψη 5 της παρούσας. Ο δε περί του αντιθέτου λόγος αναιρέσεως ότι αρκούσε για τη νόμιμη αιτιολογία της επίμαχης απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης η απλή παράθεση στο σώμα αυτής του πραγματικού γεγονότος ότι η επιχείρηση βρέθηκε κλειστή κατά τους τέσσερις απογευματινούς ελέγχους που διενεργήθηκαν στις 29.9.2011, 23.8.2012, 27.9.2012 και 20.11.2012, χωρίς η ιστορική και νομική αιτία του καταλογισμού να συμπληρώνεται από την 262/27.1.2014 έκθεση επιτόπιας διοικητικής επαλήθευσης, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Τούτο δε, ανεξαρτήτως του ότι, κατά την ορθή παραδοχή του Τμήματος, το γεγονός αυτό, ότι δηλαδή κατά τους ελέγχους αυτούς η επιχείρηση βρέθηκε κλειστή, δεν συνεπάγεται άνευ άλλου τινός την υποχρέωση επιστροφής του ποσού της επιχορήγησης ως αχρεωστήτως καταβληθέντος, αφού, κατ’ ορθή αιτιολογία αυτού, το πραγματικό αυτό γεγονός δεν συνδέθηκε στην προκειμένη περίπτωση με την αμφισβήτηση της κανονικής λειτουργίας της επιχείρησης και της αποκλειστικής απασχόλησης της αναιρεσίβλητης σ’ αυτήν, βασικές προϋποθέσεις επιβολής σε βάρος της τελευταίας της επίμαχης δημοσιονομικής διόρθωσης βάσει της 19057/443/3.12.2012 κ.υ.α. περί καταρτίσεως του εν λόγω προγράμματος. Κατ’ ακολουθίαν των προεκτεθέντων και μη υπάρχοντος άλλου λόγου αναίρεσης, η αίτηση πρέπει να απορριφθεί. Για τους λόγους αυτούς.Απορρίπτει την αίτηση του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Οργανισμός Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ)» για την αναίρεση της 387/2018 απόφασης του Ι Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.




ΝΣΚ/34/2023

Ερωτάται: Α) Εάν είναι δυνατή η εφαρμογή της διάταξης της περ. ε΄ της παρ.4 του άρθρου 2 του ν. 4182/2013 που προβλέπει την, κατόπιν έκδοσης υπουργικής απόφασης, υπαγωγή στην εποπτεία του Υπουργού Οικονομικών των κοινωφελών περιουσιών των οποίων η αξία εκτιμάται, μετά την προηγηθείσα εκκαθάριση ως ανώτερη των 10.000.000 ευρώ, στην περίπτωση του ιδρύματος «Χ….», του οποίου η αρμοδιότητα εποπτείας, με την κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 17 παρ. 1 του ν. 2873/2000, εκδοθείσα κ.υ.α. 1080662/1461/Α0006/8-10-2002 (Β΄ 1330) είχε μεταβιβαστεί στον (τότε) Γενικό Γραμματέα Περιφέρειας, εν συνεχεία δυνάμει των διατάξεων του ν. 3852/2010 στον Γενικό Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης, κατόπιν και μετά την κατάργηση της σχετικής διάταξης με την παρ.1 του άρθρου 28 του ν. 4325/2015 και την σύσταση σε κάθε Αποκεντρωμένη Διοίκηση θέσης Προϊσταμένου που έφερε τον τίτλο «Συντονιστής Αποκεντρωμένης Διοίκησης» στον Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης και , ήδη, μετά την προσθήκη δυνάμει του άρθρου 63 του ν. 4954/2022 στο άρθρο 6 του ν. 3852/2010 νέου άρθρου 6Α, που προβλέπει ότι σε κάθε Αποκεντρωμένη Διοίκηση προΐσταται Γραμματέας, στον Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Β) Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης στο προηγούμενο σκέλος του ερωτήματος, με βάση ποιό κριτήριο γίνεται η εκτίμηση της ακίνητης περιουσίας (αντικειμενική αξία ή εμπορική) και Γ) εάν ο πρόσφατος ισολογισμός των κοινωφελών περιουσιών των Ιδρυμάτων αποτελεί ασφαλές κριτήριο για την υπαγωγή τους στην αρμοδιότητα εποπτείας του Υπουργού Οικονομικών.(...)Α) Ο νομοθέτης, στα πλαίσια άσκησης της εξουσίας του και της συνταγματικά επιτρεπτής διακριτικής του ευχέρειας, επαναξιολογώντας τον τρόπο υλοποίησης της συνταγματικής υποχρέωσης για διασφάλιση της βούλησης των δωρητών και διαθετών κοινωφελών περιουσιών, προέκρινε, προκειμένου για τις μεγάλης αξίας κοινωφελείς περιουσίες, την άσκηση της κρατικής εποπτείας δια του Υπουργού Οικονομικών, ως προσφορότερου τρόπου για την εξυπηρέτηση του υπέρτερου δημόσιου συμφέροντος σκοπού. Το γεγονός ότι στο παρελθόν, υπό την ισχύ του παλαιότερου νομοθετικού πλαισίου του α.ν. 2039/1939 και του ν. 2873/2000, υπήρξε, με την από 8.10.2002 κ.υ.α., μερική μεταβίβαση της αρμοδιότητας εποπτείας της κεντρικής διοίκησης (Υπουργού Οικονομικών) προς τις περιφερειακές κρατικές υπηρεσίες (Γεν. Γραμματέα τότε Περιφέρειας) επί συγκεκριμένων και περιοριστικώς σε κατάλογο αναφερομένων κοινωφελών περιουσιών (ιδρυμάτων και κληροδοτημάτων), δεν κωλύει τον νομοθέτη να προβεί σε αναδιοργάνωση του εν γένει συστήματος εποπτείας, επαναφέροντας αρμοδιότητα στην κεντρική διοίκηση, εφόσον αυτό προκρίνει ως επωφελέστερο για τον σκοπό αυτό, ούτε επιβάλλει στον νομοθέτη την εσαεί διατήρηση μερικής εποπτείας των συγκεκριμένων κοινωφελών περιουσιών, μέσω των περιφερειακών κρατικών υπηρεσιών. Ως εκ τούτου, στην περίπτωση του ιδρύματος του ερωτήματος, είναι δυνατή η, μετά από έκδοση σχετικής ειδικής απόφασης του Υπουργού Οικονομικών , υπαγωγή του Ιδρύματος Γ. και Α.Χ. στην εποπτεία του. Ως προς τα ζητήματα που τίθενται με το Β΄ και Γ΄ σκέλος του ερωτήματος, με τις περί μητρώου διατάξεις των άρθρων 12 έως και 14 του νέου Κώδικα (ν. 4182/2013) , που ικανοποιούν την συνταγματική επιταγή της παρ. 3 του άρθρου 109 Σ, για τη σύνταξη κεντρικού και αποκεντρωμένων μητρώων κοινωφελών περιουσιών, ο νομοθέτης έθεσε τις γενικές αρχές και κατευθύνσεις ως προς τον τρόπο τήρησης και λειτουργίας των μητρώων κοινωφελών περιουσιών. Ειδικότερα, ως προς τον υπολογισμό της αξίας των ακινήτων, η παρ. 4 του άρθρου 13 ρητά αναφέρει ότι, κατά τη σχετική καταχώριση στο μητρώο, λαμβάνεται υπόψη η αντικειμενική ή φορολογητέα αξία τους, προκειμένου δε για την επικαιροποίησή της, απαιτείται υποχρεωτικά η αναφορά της φορολογητέας αξίας κάθε ακινήτου στον ετήσιο ισολογισμό. Η Διοίκηση, συνεπώς, για τον υπολογισμό και την επικαιροποίηση της αξίας των ακινήτων των κοινωφελών περιουσιών, υποχρεούται να εφαρμόζει τις, κατά περίπτωση, ισχύουσες διατάξεις του ν.4182/2013 και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθεισών υπουργικών αποφάσεων, σε συνδυασμό με τις εκάστοτε ισχύουσες εγκύκλιες οδηγίες. Η καταλληλότητα ή το πρόσφορον του ισολογισμού, ως μέσου αποδεικτικού της αξίας περιουσιακών στοιχείων κοινωφελών περιουσιών, αποτελεί ζήτημα τεχνικό και αναγόμενο στην ουσιαστική εκτίμηση της Διοίκησης (ομόφωνα).


ΣτΕ/1552/2022

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:«Μελέτη, προμήθεια, εγκατάσταση, δοκιμές και θέση σε λειτουργία με το κλειδί στο χέρι (EPC/turn-key project) Μονάδας Συμπαραγωγής Ηλεκτρισμού και Θερμότητας Υψηλής Απόδοσης (...) με μηχανές εσωτερικής καύσης (ΜΕΚ) φυσικού αερίου, παραγόμενης ωφέλιμης θερμικής ισχύος > 65 Mwth στις εγκαταστάσεις του ΑΗΣ ...».(...)Η ως άνω κρίση της Αρχής παρίσταται νόμιμη και σύμφωνη με την ανωτέρω δοθείσα ερμηνεία των προαναφερθεισών διατάξεων της διακήρυξης και του ν. 4412/2016. Τούτο διότι, εφ’ όσον ούτε από τα ΕΕΕΣ που υπέβαλαν αφ’ ενός η αιτούσα εταιρεία, αφ’ ετέρου η εταιρεία «… SE» ούτε από οποιοδήποτε άλλο στοιχείο του Φακέλου Α προέκυπτε η ανάληψη δέσμευσης από την εν λόγω παρέχουσα στήριξη εταιρεία, ότι θα εκτελέσει η ίδια τις εργασίες μακροχρόνιας συντήρησης ή, έστω, η υποβολή δηλώσεως, από την οποία θα ήταν δυνατόν να συναχθεί η ανάληψη τέτοιας δεσμεύσεως και η οποία θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο διευκρινίσεως, ο αναθέτων φορέας δεν μπορούσε να καλέσει την αιτούσα να υποβάλει το πρώτον σχετική δήλωση, κατ’ επίκληση των προπαρατεθέντων όρων της διακηρύξεως περί συμπληρώσεως – διευκρινίσεως στοιχείων της προσφοράς. Και επικαλείται μεν η αιτούσα το περιεχόμενο της Δηλώσεως Συνεργασίας που υπέβαλε η εταιρεία «....». Ανεξαρτήτως, όμως, του ότι η εν λόγω Δήλωση υπεβλήθη με τον Φάκελο Β της προσφοράς της αιτούσης, ενώ η πλήρωση των προϋποθέσεων συμμετοχής πρέπει, σύμφωνα με τα γενόμενα δεκτά ανωτέρω, να προκύπτει, κατ’ αρχήν, από τα στοιχεία του Φακέλου Α, αποτελεί δε αντικείμενο εξέτασης από την Επιτροπή Αποσφράγισης των Προσφορών κατά το στάδιο ελέγχου των δικαιολογητικών συμμετοχής, σε κάθε περίπτωση, όπως δέχθηκε η Αρχή, ούτε η διατύπωση της Δηλώσεως αυτής παρείχε ένδειξη για την ανάληψη δέσμευσης για την εκτέλεση των επιμάχων εργασιών από την προμνησθείσα παρέχουσα στήριξη εταιρεία, ώστε να τεθεί ζήτημα κλήσεως της αιτούσης για την παροχή σχετικής διευκρινίσεως. Κατ’ ακολουθίαν, ορθώς κρίθηκε με την προσβαλλομένη απόφαση ότι δεν κατελείπετο περιθώριο εφαρμογής των διατάξεων των άρθρων 310 του ν. 4412/2016 και 7.2.2. του Τεύχους 2 της Διακήρυξης, απορριπτομένων όλων των περί του αντιθέτου προβαλλομένων από την αιτούσα. Δια ταύτα Απορρίπτει την υπό κρίση αίτηση.



ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/542/2013

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ (...) καταλογίστηκε ο αναιρεσείων, μόνιμος υπάλληλος του Υπουργείου Πολιτισμού, του Κλάδου ΔΕ22 Φύλαξης – Πληροφόρησης, ως διαχειριστής εισιτηρίων και πωλητέων ειδών στο Ανάκτορο των Ιπποτών Ρόδου, με το ποσό των 172.273,35 ευρώ (€) λόγω ισόποσου ελλείμματος που φέρεται ότι δημιουργήθηκε στη διαχείρισή του κατά τα χρονικά διαστήματα α) από 15.2.2000 μέχρι 14.8.2002, όσον αφορά τη διαχείριση εισιτηρίων, και β) από 2.12.1992 μέχρι 26.9.2002, ως προς τα λοιπά πωλητέα είδη.(...)Ο ισχυρισμός όμως αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, σύμφωνα και με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω (βλ. σκέψη ΙΙΙ), και δεδομένου ότι η από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουσα αιτιολογία συμπληρώνει επιτρεπτά την αιτιολογία της προσβαλλόμενης καταλογιστικής απόφασης, ορθά δέχθηκε ότι από την προσβαλλόμενη καταλογιστική απόφαση προκύπτουν η ιδιότητα του αναιρεσείοντος ως υπολόγου, η ύπαρξη και το ύψος του ελλείμματος, στοιχεία τα οποία είναι αναγκαία για την πληρότητα της αιτιολογίας της, η οποία κατά τα λοιπά νόμιμα συμπληρώνεται από τα στοιχεία του φακέλου, η καταλογιστική δε αυτή απόφαση δεν είναι αόριστη καθόσον, αν και δεν καταγράφονται στις εκθέσεις ελέγχου τα δελτία χρέωσης εισιτηρίων και, επιπλέον, τα πωλητέα είδη, η αξία τους και τα δελτία χρέωσης των ειδών και των ανατιμήσεών τους από τα οποία προκύπτει το έλλειμμα, τα στοιχεία αυτά περιέχονται στο φάκελο της υπόθεσης.(...)Περαιτέρω, η προσκομιζόμενη στην παρούσα δίκη, με το από 4.4.2012 υπόμνημα του αναιρεσείοντα, 176/2009 αμετάκλητη (βλ. σχετ. την από 12.10.2012 υπηρεσιακή βεβαίωση του Εφετείου Δωδεκανήσου) αθωωτική απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου (Κακουργημάτων) που αναφέρεται στην ποινική ευθύνη του για το επίμαχο έλλειμμα, δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη το πρώτον κατ’ αναίρεση, προεχόντως γιατί εξεδόθη μετά την έκδοση της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης και αφορά την ουσία της υπόθεσης, σε κάθε δε περίπτωση, κατά την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, η δημοσιολογιστική ευθύνη του υπολόγου ή συνευθυνομένου για διαπιστωθέν έλλειμμα είναι ανεξάρτητη και στηρίζεται σε διαφορετικές προϋποθέσεις απ’ αυτές που θεμελιώνουν την ποινική του ευθύνη. Για τους λόγους αυτούς Δικάζει κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.Απορρίπτει την αίτηση του … του … για αναίρεση της 350/2008 απόφασης του ΙV Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου. 



ΕΣ/ΜΕΙΖ.ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/3/2023

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ (...) καταλογίστηκε, ως Προϊσταμένη του Τμήματος Εμμέσων και Ειδικών Φόρων της ΔΟΥ ΦΑΕ Θεσσαλονίκης, εις ολόκληρον, ως συνευθυνόμενη με τον …, υπάλληλο του εν λόγω Τμήματος, με το ποσό των 67.272,19 ευρώ, που αντιστοιχεί σε ισόποσο έλλειμμα που φέρεται ότι προκάλεσε στην ως άνω ΔΟΥ κατά το έτος 1994.Κατά τα αναιρετικώς ανέλεγκτα γενόμενα δεκτά από το δικάσαν Τμήμα, το ποσό του ελλείμματος που καταλογίστηκε σε βάρος της ήδη αναιρεσείουσας προέρχεται από την αχρεώστητη πέμπτη επιστροφή ΦΠΑ, κατά το έτος 1994, στην εταιρεία με την επωνυμία «… ΑΕ», ποσού 22.923.000 δραχμών, για αγορές επενδυτικών και εμπορεύσιμων αγαθών, οι οποίες, όπως προέκυψε μεταγενεστέρως, ήταν ανύπαρκτες και εικονικές και για τις οποίες δεν υποβλήθηκε το σύνολο των απαιτούμενων από τον νόμο δικαιολογητικών για την επιστροφή του ΦΠΑ.(...)Με βάση τα ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι το δικάσαν Τμήμα όφειλε στο πλαίσιο της έρευνας των προβαλλόμενων λόγων έφεσης σχετικά με τη νομιμότητα του επιβληθέντος σε βάρος της ήδη αναιρεσείουσας καταλογισμού, να προβεί ειδικώς και σε έλεγχο, με βάση την αρχή της αναλογικότητας, αν ο επιβληθείς καταλογισμός, τελεί σε εύλογη σχέση αναλογίας με τις κατά τα ανωτέρω κρίσιμες για τον προσδιορισμό του ύψους του παραμέτρους και είτε να διαλάβει ειδική κρίση για τον σεβασμό της αρχής αυτής, κατά την επιβολή του επίδικου καταλογισμού, είτε, στην αντίθετη περίπτωση, να προβεί σε επιμέτρηση του καταλογισθέντος ποσού στο αναγκαίο κατά την κρίση του μέτρο, λαμβάνοντας υπόψη πρόσφορα προς τούτο κριτήρια, όπως η βαρύτητα της δημοσιονομικής παράβασης και οι συνέπειές της στη δημόσια διαχείριση, το εύρος της απόκλισης της συμπεριφοράς του υπαιτίου από τη δημοσιονομική νομιμότητα, ο βαθμός υπαιτιότητάς του και η επερχόμενη εξαιτίας του καταλογισμού βλάβη της περιουσίας του καταλογιζόμενου. Επομένως, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, με την οποία κρίθηκε νόμιμος ο σε βάρος της καταλογισμός, χωρίς περαιτέρω έρευνα της τήρησης της δίκαιης ισορροπίας μεταξύ των περιουσιακών δικαιωμάτων της αναιρεσείουσας και της αποκατάστασης του προκληθέντος, μεταξύ άλλων, διά των πλημμελών ενεργειών της, ελλείμματος, πρέπει, κατά παραδοχή του κατ’ εκτίμηση εκτιμώμενου σχετικού λόγου αναιρέσεως, να αναιρεθεί για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας (άρθρο 25 παρ. 1 Συντάγματος).(...)Υπό τις ειδικές περιστάσεις της υπόθεσης το Δικαστήριο κρίνει ότι ο καταλογισμός σε βάρος της εκκαλούσας ποσού που υπερβαίνει το 10% του καταλογισθέντος ποσού ελλείμματος, διαρρηγνύει τη δίκαιη ισορροπία μεταξύ του σκοπού που επιδιώκεται με τον καταλογισμό και των περιουσιακών δικαιωμάτων της καταλογιζομένης. Τούτο δε ύστερα από στάθμιση: (α) της βαρύτητας και των συνθηκών τέλεσης της αποδοθείσας στην εκκαλούσα δημοσιονομικής παράβασης, η οποία δεν προκύπτει ότι παρέλειψε εντελώς τον έλεγχο, αλλά μόνο ότι αρκέστηκε σε τυπικό έλεγχο της υποβληθείσας αίτησης χωρίς να διαγνώσει την ανάγκη μελέτης επέκτασής του και σε άλλα, πλην αυτών, στοιχεία, (β) του τρόπου συμμετοχής της στην παράνομη διαχειριστική διαδικασία και ιδίως του γεγονότος ότι για την παράνομη άσκηση του επίδικου δικαιώματος έκπτωσης το μεν προηγήθηκαν παράνομες και παραπλανητικές πράξεις τρίτων προσώπων που κατέστησαν δυσχερή την ανακάλυψη της απάτης, τα οποία μάλιστα ωφελήθηκαν από τα παρανόμως εκταμιευθέντα ποσά, το δε η ίδια δεν επέδειξε απατηλή συμπεριφορά ούτε πλήρη και κακόπιστη αδιαφορία κατά την άσκηση των καθηκόντων της, ούτε προκύπτει ότι αποκόμισε οποιοδήποτε όφελος από αυτήν, γεγονός που ενισχύεται άλλωστε και από το ότι, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην υπάρχουσα στον φάκελο από 25.1.1995 έκθεση ελέγχου Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων της ΔΟΥ ΦΑΕ Θεσσαλονίκης, μετά την ως άνω κρίσιμη πέμπτη επιστροφή του ΦΠΑ στην εταιρεία … ΑΕ με δικές της ενέργειες κινήθηκε η διενέργεια ελέγχου στα βιβλία και στοιχεία της εν λόγω επιχείρησης κατά τον οποίο διαπιστώθηκε η εικονικότητα των συναλλαγών της και καταλογίστηκαν σε βάρος της επιχείρησης αυτής τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά ΦΠΑ που αφορούσαν μεταξύ άλλων και την επίδικη αίτηση επιστροφής, (γ) του γεγονότος ότι η εκκαλούσα απηλλάγη με το 31/2009 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Θεσσαλονίκης από το αδίκημα της απιστίας, (δ) του γεγονότος ότι, ναι μεν όσα εκτίθενται στις σκέψεις 14, 15 και 18 αποτελούν εγγενείς αρχές κάθε ελέγχου και συνεπώς η όλη ελεγκτική διαδικασία στη ΔΟΥ ΦΑΕ έπρεπε να είχε οργανωθεί βάσει αυτών, όμως, όπως προκύπτει από τη σχετική 5/0014/ΠΟΛ. 1089/18.4.1991 εγκύκλιο που διείπε τις εργασίες της ανωτέρω υπηρεσίας και που παρατίθεται στην αναιρεσιβαλλομένη (σκέψη ΙV. Α. αυτής), οι εν λόγω αρχές δεν αποτυπώνονταν σαφώς και πλήρως σε αυτήν, (ε) του ποσού του καταλογισμού, που ανέρχεται συνολικά σε 67.272,19 ευρώ και επιφέρει ιδιαίτερη βλάβη στην περιουσία της εκκαλούσας, λαμβανομένου υπόψη ότι κατά τα γνωστά στο Δικαστήριο από άλλες ενέργειές του, πέραν του επίμαχου καταλογισμού, η ανωτέρω βαρύνεται επιπλέον και με καταλογισμό συνολικού ποσού 1.214.409,41 ευρώ και (στ) του μεγάλου χρονικού διαστήματος που παρήλθε από τη δημιουργία του ελλείμματος το έτος 1994 μέχρι τον καταλογισμό της, το έτος 2013. Για τους λόγους αυτούς Αναιρεί την 1456/2018 απόφαση του Ι Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Δέχεται εν μέρει την από  29.4.2013 (ΑΒΔ 138/2013) έφεση και τους από 18.9.2015 πρόσθετους λόγους έφεσης (ΑΒΔ 2635/2015). Μεταρρυθμίζει την ΕΜΠ 294/20.3.2013 καταλογιστική απόφαση των Οικονομικών Επιθεωρητών της Οικονομικής Επιθεώρησης Θεσσαλονίκης και Υπολοίπου Κεντρικής Μακεδονίας. Μειώνει το καταλογισθέν σε βάρος της ποσό σε 6.727,21 ευρώ.