Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

Υπόθεση C-368/2010

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 2004/18

«Δημόσιες συμβάσεις προμηθειών — Βιολογικά προϊόντα — Δίκαιες και αλληλέγγυες εμπορικές συναλλαγές — Οικολογική και κοινωνική συμβατότητα προϊόντων — Άσκηση οικονομικής δραστηριότητας σύμφωνα με την αρχή της αειφόρου ανάπτυξης — Σήμα πιστοποιήσεως “Max Havelaar” και “EKO” — Αρχές διέπουσες τη σύναψη δημόσιας συμβάσεως — Τεχνικές προδιαγραφές — Περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά — Καταλληλότητα και επιλογή των διαγωνιζομένων — Τεχνική και επαγγελματική ικανότητα — Κριτήρια αναθέσεως — Πλέον συμφέρουσα από οικονομικής απόψεως προσφορά — Άρθρα 2, 23, 26, 44, 48 και 53 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ»

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

2011/7/ΕΕ

ΟΔΗΓΙΑ 2011/7/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 16ης Φεβρουαρίου 2011 για την καταπολέμηση των καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές (αναδιατύπωση)


ΔΕΚ/C-16/1998

Προκειμένου να κριθεί αν υπάρχει τεχνητή κατάτμηση ενός ενιαίου έργου σε πλείονες συμβάσεις, υπό την έννοια του άρθρου 14, παράγραφος 13, της οδηγίας 93/38, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των τηλεπικοινωνιών, η διάταξη αυτή πρέπει να λαμβάνεται υπόψη σε συνδυασμό με την παράγραφο 10, πρώτο εδάφιο, του άρθρου αυτού. Συναφώς, από τον ορισμό του έργου στο άρθρο 14, παράγραφος 10, πρώτο εδάφιο, δεύτερη περίοδος, της οδηγίας 93/38 προκύπτει ότι η ύπαρξη ενός έργου πρέπει να εκτιμάται βάσει της οικονομικής και τεχνικής λειτουργίας του αποτελέσματος των οικείων εργασιών. Επομένως, προκειμένου περί σειράς συγκεκριμένων εργασιών συντηρήσεως και επεκτάσεως οι οποίες αφορούν τα υφιστάμενα δίκτυα διανομής ηλεκτρισμού και φωτισμού δημοσίων χώρων και των οποίων το αποτέλεσμα, όταν ολοκληρωθούν, θα αποτελέσει αναπόσπαστο τμήμα της λειτουργίας την οποία εκπληρώνουν τα αντίστοιχα δίκτυα, η εκτίμηση περί της υπάρξεως ενός έργου πρέπει να πραγματοποιηθεί βάσει της οικονομικής και τεχνικής λειτουργίας την οποία εκπληρώνουν τα εν λόγω δίκτυα διανομής ηλεκτρισμού και φωτισμού δημοσίων χώρων. Ένα δίκτυο διανομής ηλεκτρισμού έχει ως προορισμό, από τεχνικής απόψεως, να μεταφέρει τον ηλεκτρισμό που παράγει ένας προμηθευτής στον τελικό συγκεκριμένο καταναλωτή• ο καταναλωτής αυτός υποχρεούται, σε οικονομικό επίπεδο, να πληρώνει τον προμηθευτή αναλόγως της καταναλώσεώς του.


ΝΣΚ/87/2017

Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων Διατάκτη - Συμβατότητα σχετικής απόφασης προς τις διατάξεις του ισχύοντα Κώδικα Δημοσίου Λογιστικού.:(...)Οι ρυθμίσεις της υπ' αριθμ. 1000.0/35289/2015 απόφασης του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, με την οποία μεταβιβάσθηκαν αρμοδιότητες Διατάκτη στο Δ/ντή Προϋπολογισμού και Οικονομικής Πληροφόρησης της Γενικής Δ/νσης Οικονομικών Υπηρεσιών (Γ.Δ.Ο.Υ.) του Υπουργείου, δεν είναι συμβατές με τις ισχύουσες διατάξεις του Κώδικα Δημοσίου Λογιστικού (ν. 4270/2014) και ως εκ τούτου χρήζουν τροποποίησης (ομοφ.).


ΔΕΚ/C-27/1986,C-28/1986,C-29/1986

Περίληψη 1 . Τα δικαιολογητικά που επιτρέπουν τον καθορισμό της χρηματοδοτικής και οικονομικής ικανότητας ενός εργολήπτη δεν απαριθμούνται περιοριστικά στο άρθρο 25 της οδηγίας 71/305/ΕΟΚ περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων . Μπορεί να ζητείται από τους υποβάλλοντες προσφορά ως δικαιολογητικό κατά την έννοια του εν λόγω άρθρου 25 η δήλωση του συνολικού ύψους δαπάνης των έργων που τους έχουν ανατεθεί, αλλ' ούτε το άρθρο αυτό ούτε οποιαδήποτε άλλη διάταξη της οδηγίας εμποδίζει τα κράτη μέλη να καθορίζουν το ύψος δαπάνης των έργων που μπορούν να εκτελούνται ταυτόχρονα από την ίδια επιχείρηση . 2 . Τα άρθρα 25, 26 και 28 της οδηγίας 71/305 έχουν την έννοια ότι δεν εμποδίζουν τον αναθέτοντα φορέα να απαιτεί από εγκεκριμένο σε άλλο κράτος μέλος εργολήπτη να αποδεικνύει ότι ικανοποιεί, από άποψη οικονομικής και χρηματοδοτικής του ικανότητας καθώς και των τεχνικών του ικανοτήτων, ορισμένες απαιτήσεις της εθνικής νομοθεσίας, έστω και αν ο εργολήπτης αυτός έχει, κατόπιν εγκρίσεως, καταταγεί, εντός του κράτους μέλους εγκαταστάσεως, σε τάξη αντίστοιχη προς αυτή που απαιτείται από την εν λόγω εθνική νομοθεσία λόγω του μεγέθους των δημοπρατούμενων έργων υπό την προϋπόθεση ότι και στα δύο σχετικά κράτη μέλη η κατάταξη των επιχειρήσεων στηρίζεται σε ισοδύναμα κριτήρια όσον αφορά το επίπεδο των απαιτούμενων ικανοτήτων .


ΕλΣυν/Τμ.7/2/2011

Επιτόκιο υπερημερίας.Το προαναφερόμενο π.διάταγμα 166/2003 εκδόθηκε με σκοπό την προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στις διατάξεις της Οδηγίας 2000/35/ΕΚ, που στόχευε στην καταπολέμηση σε κοινοτικό επίπεδο και με ενιαίο τρόπο των καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές στην εσωτερική αγορά προς διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της, των συνθηκών ανάπτυξης υγιούς ανταγωνισμού και της βιωσιμότητας των επιχειρήσεων. Επομένως, οι διατάξεις του εν λόγω π.δ/τος, που αποτελούν μεταφορά στην εσωτερική έννομη τάξη των διατάξεων της ως άνω Οδηγίας, κατισχύουν κάθε αντίθετης διάταξης της εσωτερικής νομοθεσίας. Ως εκ τούτου, ως προς την επιβολή τόκων υπερημερίας σε βάρος δημοσίων αρχών λόγω των εκ μέρους τους καθυστερήσεων πληρωμών σε εμπορικές συναλλαγές μεταξύ αυτών και των επιχειρήσεων-δανειστών τους, οι διατάξεις του ως άνω π.δ/τος είναι αποκλειστικώς εφαρμοστέες έναντι της διάταξης της παρ. 10 του άρθρου 5 του ν. 1418/1984, που ρυθμίζει το ζήτημα της επιβολής των οφειλόμενων τόκων υπερημερίας σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής οφειλόμενων ποσών εκ λογαριασμών και πιστοποιήσεων προς πληρωμή εκτελεσθεισών εργασιών δημόσιων και περαιτέρω και δημοτικών έργων. Τούτο δε διότι στο πεδίο εφαρμογής του ως άνω π.δ/τος υπάγονται και οι πληρωμές εκ συμβάσεων εκτελέσεως δημοσίων και δημοτικών έργων, αφού και οι εν λόγω εργολαβικές συμβάσεις αποτελούν εμπορικές συναλλαγές κατά τον ορισμό της παρ. 1 του άρθρου 3 του διατάγματος αυτού, δοθέντος ότι εν ευρεία εννοία συνεπάγονται παροχή εκ μέρους του εργολήπτη υπηρεσιών έναντι αμοιβής προς την αναθέτουσα (δημόσια) αρχή, για τον προσδιορισμό της οποίας, όπως προκύπτει από το άρθρο 2 παρ. 1 της οδηγίας (και παρά τη ρητή εξαίρεση με την περίπτ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 3 του π.δ/τος 166/2003), λαμβάνονται υπόψη οι ορισμοί που εμπεριέχονται στις οδηγίες περί δημοσίων συμβάσεων, μεταξύ των οποίων και η οδηγία 93/37/ΕΟΚ (11), που αφορά στα δημόσια έργα. Συνακόλουθα, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά στη σχετική σύμβαση, το ύψος του οφειλόμενου τόκου υπερημερίας σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής από την αναθέτουσα αρχή λογαριασμού εκ της εκτέλεσης δημοτικού έργου υπολογίζεται με βάση το επιτόκιο που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στην πιο πρόσφατη κύρια πράξη αναχρηματοδότησης, η οποία πραγματοποιείται πριν από την πρώτη ημερολογιακή ημέρα του οικείου εξαμήνου, προσαυξημένο κατά επτά εκατοστιαίες μονάδες. Η ως άνω δοθείσα ερμηνεία ενισχύεται και από την ήδη ισχύουσα (από της 18.6.2008) διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 53 του ν. 3669/2008 (ΦΕΚ Α΄, 116/18.6.2008 - βλ. και άρθρο δεύτερο αυτού), με την οποία πλέον ρητά προβλέπεται ο υπολογισμός του τόκου υπερημερίας προκειμένου περί καθυστέρησης πληρωμής λογαριασμού δημοσίου έργου σύμφωνα με το άρθρο 4 του π.δ/τος 166/2003.


ΣτΕ ΕΑ 112/2011

Στε. Αίτηση ασφαλιστικών μέτρων.-Διακήρυξη-Ανάθεση. (...) Ο έλεγχος της καταλληλότητας των υποψηφίων προμηθευτών και η ανάθεση της σύμβασης, έστω και αν δεν διενεργούνται ταυτόχρονα , είναι διαδικασίες αυτοτελείς και διέπονται από διαφορετικούς κανόνες. Ειδικότερα, ενώ ο έλεγχος της καταλληλότητας των υποψηφίων διενεργείται από την αναθέτουσα αρχή, σύμφωνα με τα κριτήρια οικονομικής, χρηματοοικονομικής και τεχνικής ικανότητας, αντιθέτως, κριτήρια για την ανάθεση της σύμβασης είναι , είτε η χαμηλότερη τιμή, είτε η πλέον συμφέρουσα προσφορά από οικονομικής απόψεως . Συνεπώς, τα κριτήρια τα οποία δεν σκοπούν στον καθορισμό της πλέον συμφέρουσας από οικονομικής απόψεως προσφοράς , δεν συνιστούν κριτήρια ανάθεσης, αλλά αφορούν κυρίως την εκτίμηση της καταλληλότητας των συμμετεχόντων στον διαγωνισμό , να εκτελέσουν την οικεία σύμβαση . .. Επίσης, οι όροι της διακήρυξης , πρέπει να είναι αρκούντως ακριβείς και σαφείς, ώστε , αφενός μεν, να επιτρέπεται στους ενδιαφερομένους να κατανοούν αυτούς πλήρως και να τους ερμηνεύουν με τον ίδιο τρόπο, και αφετέρου, να παρέχεται επαρκής εγγύηση, περί της εφαρμογής αυτών από την διοίκηση κατά τρόπο αντικειμενικό και ενιαίο προς όλους τους προσφέροντες. Με την ένδικη αίτηση προβάλλεται, ότι, ενώ η προσβαλλόμενη διακήρυξη επιτρέπει την προσφορά για κάθε είδος χωριστά και προβλέπει την δυνατότητα υποβολής εγγύησης για συγκεκριμένο ποσοστό της αναλογικά προυπολογισθείσας δαπάνης για την ποσότητα του κάθε προσφερόμενου είδους ,εντούτοις δεν περιέχει αναλογικό προυπολογισμό των επιμέρους ειδών , ώστε να είναι τελικά εφικτός ο υπολογισμός της .... Η επιτροπή αναστολών ΣΕ δέχεται εν μέρει την αίτηση..


ΕλΣυν/Τμ.7/2/2011

Ως προς την επιβολή τόκων υπερημερίας σε βάρος δημοσίων αρχών λόγω των εκ μέρους τους καθυστερήσεων πληρωμών σε εμπορικές συναλλαγές μεταξύ αυτών και των επιχειρήσεων-δανειστών τους, οι διατάξεις του ως άνω π.δ/τος είναι αποκλειστικώς εφαρμοστέες έναντι της διάταξης της παρ. 10 του άρθρου 5 του ν. 1418/1984, που ρυθμίζει το ζήτημα της επιβολής των οφειλόμενων τόκων υπερημερίας σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής οφειλόμενων ποσών εκ λογαριασμών και πιστοποιήσεων προς πληρωμή εκτελεσθεισών εργασιών δημόσιων και περαιτέρω και δημοτικών έργων. Τούτο δε διότι στο πεδίο εφαρμογής του ως άνω π.δ/τος υπάγονται και οι πληρωμές εκ συμβάσεων εκτελέσεως δημοσίων και δημοτικών έργων, αφού και οι εν λόγω εργολαβικές συμβάσεις αποτελούν εμπορικές συναλλαγές κατά τον ορισμό της παρ. 1 του άρθρου 3 του διατάγματος αυτού, δοθέντος ότι εν ευρεία εννοία συνεπάγονται παροχή εκ μέρους του εργολήπτη υπηρεσιών έναντι αμοιβής προς την αναθέτουσα (δημόσια) αρχή, για τον προσδιορισμό της οποίας, όπως προκύπτει από το άρθρο 2 παρ. 1 της οδηγίας (και παρά τη ρητή εξαίρεση με την περίπτ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 3 του π.δ/τος 166/2003), λαμβάνονται υπόψη οι ορισμοί που εμπεριέχονται στις οδηγίες περί δημοσίων συμβάσεων, μεταξύ των οποίων και η οδηγία 93/37/ΕΟΚ (11), που αφορά στα δημόσια έργα. Συνακόλουθα, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά στη σχετική σύμβαση, το ύψος του οφειλόμενου τόκου υπερημερίας σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής από την αναθέτουσα αρχή λογαριασμού εκ της εκτέλεσης δημοτικού έργου υπολογίζεται με βάση το επιτόκιο που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στην πιο πρόσφατη κύρια πράξη αναχρηματοδότησης, η οποία πραγματοποιείται πριν από την πρώτη ημερολογιακή ημέρα του οικείου εξαμήνου, προσαυξημένο κατά επτά εκατοστιαίες μονάδες. Η ως άνω δοθείσα ερμηνεία ενισχύεται και από την ήδη ισχύουσα (από της 18.6.2008) διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 53 του ν. 3669/2008 (ΦΕΚ Α΄, 116/18.6.2008 - βλ. και άρθρο δεύτερο αυτού), με την οποία πλέον ρητά προβλέπεται ο υπολογισμός του τόκου υπερημερίας προκειμένου περί καθυστέρησης πληρωμής λογαριασμού δημοσίου έργου σύμφωνα με το άρθρο 4 του π.δ/τος 166/2003.


ΔιοικΕφΘεσ 632/2023

Επειδή, με τα ως άνω νομικά και πραγματικά δεδομένα, το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη: α) ότι η ένδικη αξίωση στηρίζεται σε απευθείας αναθέσεις διεπόμενες από τις διατάξεις του ν. 4412/2016, για την πληρωμή των οποίων δεν ήταν υποχρεωτικός ο προληπτικός έλεγχος δαπανών από το Ελεγκτικό Συνέδριο (άρθρο 31 περ. α΄ υποπερ. αα΄ του ν. 4270/2014, όπως τροποποιήθηκε εν τέλει με το άρθρο 125 του ν. 4611/2019), β) ότι οι συναλλαγές που αφορούν οι απευθείας αναθέσεις συνιστούν εμπορικές συναλλαγές κατά την έννοια της υποπαρ. Ζ3 της παρ. Ζ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013, καθόσον οι εν λόγω προμήθειες συμφωνήθηκε να παρασχεθούν από ιδιωτική επιχείρηση σε δημόσια αρχή έναντι αμοιβής, γ) ότι έγινε η παραλαβή των προϊόντων, όπως βεβαιώνεται επί των εκδοθέντων τιμολογίων, δ) ότι η καθής Περιφέρεια συνομολογεί ότι πραγματοποιήθηκαν οι ανωτέρω προμήθειες από τον αιτούντα και ε) ότι δεν προκύπτει από κάποιο στοιχείο η καταβολή των αιτούμενων ποσών στον αιτούντα, κρίνει ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις εκδόσεως της αιτούμενης διαταγής πληρωμής για το προαναφερθέν συνολικό ποσό των 4.379,06 ευρώ συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α., για την ικανοποίηση των παραπάνω αξιώσεων του αιτούντος. Ωστόσο, το αίτημα περί καταβολής τόκων υπερημερίας πρέπει να απορριφθεί. Και τούτο διότι ο αιτών δεν επικαλείται και δεν προσκομίζει στοιχεία από τα οποία να προκύπτει η υποβολή των προαναφερθέντων τιμολογίων με τα συναπαιτούμενα δικαιολογητικά φορολογικής και ασφαλιστικής ενημερότητας (άρθρα 12 ν. 4174/2013 – Α΄ 170, 39 ν. 2065/1992 – Α΄ 113, ΠΟΛ.1274 – Β΄ 3398/2013, όπως ισχύουν) στην αρμόδια προς πληρωμή Υπηρεσία και, συνεπώς, δεν προκύπτει ο χρόνος, κατά τον οποίο η καθής η αίτηση Περιφέρεια κατέστη υπερήμερη ως προς την πληρωμή τους (πρβλ. ΣτΕ 1505/2015, 1198/2020, 1644/2022).


ΣΤΕ 3797/1996

Επειδή κατ' άρθ. 4 παρ. 4 Π.Δ. 609/1985 η διακήρυξη (η οποία κατά την παρ. 1 του ιδίου άρθρου διέπει την ανάθεση κατασκευής του έργου) περιέχει τα εξής τουλάχιστον στοιχεία ". . . ε. τις εργοληπτικές επιχειρήσεις που γίνονται δεκτές για υποβολή προσφοράς . . . και τα τυχόν πρόσθετα απαιτούμενα προσόντα και προϋποθέσεις . . . ζ. τα τυχόν απαιτούμενα πρόσθετα δικαιολογητικά, όπως δηλώσεις, αναλύσεις, παρατηρήσεις και άλλα". Κατ' άρθρον δε 4 παρ. 4 Π.Δ. 923/1978 (Α 224) "Εκαστον Γραφείον Μελετών δεν δύναται να συμμετέχη εις πλείονας της μιας συμπράξεις κατά την εκδήλωσιν ενδιαφέροντος διά την ανάληψιν της αυτής μελέτης"...Δεδομένης λοιπόν της αλληλεξαρτήσεως των επί μέρους κατηγοριών μελετών από  τεχνικής και οικονομικής απόψεως είναι προφανές ότι η εις το αυτό μελετητικό γραφείο ανάθεση και μόνο μιας κατηγορίας μελέτης (στατικής ως εν προκειμένω) επηρεάζει το απόρρητο και της τεχνικής προσφοράς και της οικονομικής και ως εκ τούτου εμπίπτει εις την απαγόρευση του μνησθέντος όρου, η του οποίου και εν τούτω παράβαση συνεπάγεται του μνησθέντος αποκλεισμόν της διαγωνιζομένης εταιρείας. Συνεπώς είναι απορριπτέα ως αβάσιμα τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα.


ΕλΣυν.Τμ.7(ΚΠΕ)129/2014

ΜΙΣΘΩΣΕΙΣ - ΜΙΣΘΩΜΑΤΑ: Μη νόμιμη η καταβολή ενοικίου από Δήμο για τη στέγαση των διοικητικών, τεχνικών και οικονομικών υπηρεσιών του, καθόσον, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 5 παρ. 4 του π.δ. 270/1981, η Επιτροπή εκτίμησης των προσφορών που έκρινε την καταλληλότητα του μοναδικού προσφερόμενου για μίσθωση ακινήτου κατά την πρώτη φάση της διαγωνιστικής διαδικασίας, άσκησε στη συνέχεια, κατά τη δεύτερη φάση αυτής, και χρέη της αρμόδιας, κατ’άρθρο 1 του ως άνω π.δ.,Επιτροπής Διαγωνισμού, για την αξιολόγηση της οικονομικής προσφοράς, με συνέπεια την ακυρότητα της κατακύρωσης του αποτελέσμτος του διαγωνισμού. Ο νόμος προβλέπει δύο διακριτά στάδια διαγωνισμού, που θα διεξαχθούν από δύο διαφορετικά μεταξύ τους συλλογικά όργανα και απόκλιση από την προβλεπόμενη αρμοδιότητα του κάθε οργάνου δεν επιτρέπεται.