ΝΣΚ/1/2003
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Δικαίωμα λήψεως, από λιμενοφύλακες, προφορικής αδείας απουσίας.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Οι λιμενοφύλακες που έχουν κάνει χρήση της βραχείας αδείας απουσίας με την συμπλήρωση ενός έτους πραγματικής υπηρεσίας στο Λιμενικό Σώμα, δικαιούνται να λάβουν και την προβλεπομένη από την παρ.1 του άρθρου 4 του ΠΔ 138/2001 προφορική άδεια απουσίας, για το ίδιο ημερολογιακό έτος.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/241/2007
Άδειες γυναικών – στελεχών Λιμενικού Σώματος (κανονική, κυήσεως – λοχείας – μητρότητας).(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Οι γυναίκες – στελέχη του Λιμενικού Σώματος που έχουν λάβει την προβλεπόμενη στο άρθρο 12 παρ.1Α του ΠΔ 138/2001 άδεια κυήσεως – λοχείας – μητρότητας, η οποία καλύπτει χρονικώς ολόκληρο ημερολογιακό έτος, δεν δικαιούνται να λάβουν την προβλεπόμενη στο άρθρο 3 του ίδιου Π. Δ/τος κανονική άδεια απουσίας του έτους αυτού σε επόμενο έτος. Αντιθέτως, η χορήγηση αδείας κυήσεως – λοχείας – μητρότητας της περιπτώσεως της παρ.1Β του άρθρου 12, όπως άλλωστε και η χορήγηση αδείας των άλλων περιπτώσεων του άρθρου 12 του πιο πάνω Π. Δ/τος, δεν συνεπάγονται στέρηση του δικαιώματος των γυναικών – στελεχών του Λ.Σ. να λάβουν την κανονική τους άδεια απουσίας κάθε ημερολογιακό έτος.
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/242/2013
ΑΝΤΙΜΙΣΘΙΑ:(...)Δεδομένου δε, ότι ο φερόμενος ως δικαιούχος κατά το διάστημα απουσίας του από την υπηρεσία εκ των πραγμάτων δεν συμμετείχε στο πρόγραμμα νυχτερινής υπηρεσίας και εργασίας πέραν του πενθημέρου του Αστυνομικού Τμήματος στο οποίο υπηρετεί, δεν είναι δυνατός ο συνυπολογισμός στις πάσης φύσεως αποδοχές των ως άνω παροχών που προϋποθέτουν πραγματική παροχή υπηρεσίας. Άλλωστε, δεν παρίσταται συμβατή με το σύστημα των διατάξεων των άρθρων 92 παρ. 5, 93 παρ. 3 και 4 του ν. 3852/2010 και της ΚΥΑ 19165/15.4.2011, η εκτίμηση του ύψους των παροχών αυτών, με βάση τον μέσο όρο των ωρών νυχτερινής και πρόσθετης εργασίας που πραγματοποιήθηκε κατά το προ της λήψεως της αδείας διάστημα, ως έγινε εν προκειμένω, αφού, κατά τα ανωτέρω, το χρονικό πεδίο συγκρίσεως της αντιμισθίας και των πάσης φύσεως αποδοχών της κυρίας θέσεως εκτείνεται κατά την διάρκεια της θητείας του αιρετού, διάστημα κατά το οποίο πρέπει να εκτιμώνται τα υπηρεσιακά και μισθολογικά δεδομένα αυτού και οι τυχόν μεταβολές τους και όχι κατά το προηγούμενο αυτής διάστημα. Περαιτέρω, αβασίμως προβάλλεται με το συνημμένο στο έγγραφο επανυποβολής του οικείου τίτλου πληρωμής, 17995/21.10.2012 υπόμνημα του φερομένου ως δικαιούχου και κατ’ εκτίμηση του περιεχομένου του, ότι οι επίμαχες παροχές φέρουν πάγιο και τακτικό χαρακτήρα για τους αστυνομικούς και ότι, ως εκ τούτου, πρέπει να συνυπολογισθούν στις «πάσης φύσεως αποδοχές» της κυρίας θέσεώς του και να προσαυξηθεί κατά το μέτρο αυτών η αντιμισθία τους. Και τούτο, διότι, κατά τα ανωτέρω, η συμπερίληψη των παροχών αυτών στις τακτικώς καταβαλλόμενες αποδοχές των αστυνομικών προϋποθέτει είτε την ενεργό άσκηση νυχτερινής ή πλέον του πενθημέρου εργασίας, είτε την εκ της Υπηρεσίας παράνομη παρεμπόδισή της, όροι που δεν συντρέχουν όταν ο μισθωτός απουσιάζει από την εργασία του, τελών στο καθεστώς της κατ’ άρθρο 93 παρ.1 του ν. 3852/2010 αδείας. Επίσης, αβασίμως προβάλλεται από τον φερόμενο ως δικαιούχο ότι με την μη καταβολή της επίμαχης προσωπικής διαφοράς συντελείται απώλεια του εισοδήματός του, κατά παρέκκλιση των οριζομένων στο άρθρο 92 παρ. 5 του ν. 3852/2010 και αντίθετη προς την εύλογη προσδοκία του ιδίου κατά την ανάληψη των σχετικών αιρετών καθηκόντων (βλ. σχετικώς και τα διαλαμβανόμενα στην 10707/22.6.2012 αίτησή του για την απόληψη της προσαυξήσεως). Τούτο δε, διότι, ως εξετέθη σε προηγούμενη νομική σκέψη, με την ως άνω διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 92 του ν. 3852/2010 εσκοπήθη η διατήρηση του βασικού μισθολογικού και ασφαλιστικού πυρήνα των μισθωτών που ανεδείχθησαν σε τοπικά αιρετά αξιώματα, μέσω της ανταποκρινόμενης στο είδος και την έκταση των σχετικών καθηκόντων αντιμισθίας η οποία, στον βαθμό που υπολείπεται των πάσης φύσεως αποδοχών της κυρίας θέσεως δύναται να προσαυξάνεται κατά το ποσό της διαφοράς, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι εξακολουθούν να καταβάλλονται ειδικές παροχές που προϋποθέτουν πραγματική συμμετοχή του μισθωτού στον τρέχοντα προγραμματισμό της υπηρεσίας και εκτέλεση καθηκόντων ιδιάζουσας ποιοτικής ή χρονικής φύσεως, που εξαρτάται από τις εκάστοτε υπηρεσιακές ανάγκες. Δεδομένου δε, ότι υφίσταται ευρεία ευχέρεια του νομοθέτη να διαμορφώνει το επίπεδο των αποδοχών κατά τρόπο ανάλογο των καθηκόντων, ότι δεν κατοχυρώνεται δικαίωμα σε αποδοχές ορισμένου ύψους και δη όταν μεταβάλλεται η φύση των καθηκόντων, ότι δεν υφίστανται περαιτέρω δυσμενείς συνέπειες συνταξιοδοτικού χαρακτήρα καθώς και ότι οι σχετικές διατάξεις ίσχυαν ήδη προ των εκλογών, με την μη καταβολή της επίμαχης προσαυξήσεως δεν προσβάλλονται τα περιουσιακά δικαιώματα και οι νόμιμες προσδοκίες ή η δικαιολογημένη εμπιστοσύνη του φερομένου ως δικαιούχου. Σε κάθε δε περίπτωση, λόγω πρόδηλης ετερότητος των εργασιακών συνθηκών, δεν υφίσταται αδικαιολόγητη διάκριση σε σχέση με αιρετούς ανήκοντες σε άλλες επαγγελματικές κατηγορίες ή σε σχέση με τους εκτελούντες ενεργό υπηρεσία αστυνομικούς.