×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΝΣΚ/125/2016

Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Ζητήματα που αφορούν στις αποφάσεις εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων (ΑΕΠΟ) και των πρότυπων περιβαλλοντικών δεσμεύσεων (ΠΠΔ).(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Οι παλαιές αυτοτελείς και εκτελεστές πράξεις εγκρίσεως επεμβάσεως σε δασική έκταση παύουν να ισχύουν μόνο κατά το μέρος που το περιεχόμενό τους ρυθμίζεται διαφορετικά από τη νέα ΑΕΠΟ (τροποποιητική ή ανανεωτική). Σε περίπτωση τροποποιήσεως ή ανανεώσεως ΑΕΠΟ ή υπαγωγής σε ΠΠΔ, η υποβαλλόμενη κατά το στάδιο αυτό αιτιολογημένη γνωμοδότηση της αρμόδιας δασικής αρχής ενσωματώνεται στη νεότερη πράξη, επέχουσα και θέση εγκρίσεως επεμβάσεως σύμφωνα με το ισχύον καθεστώς. Αποφάσεις Ε.Π.Ο. και υπαγωγής σε ΠΠΔ που εκδόθηκαν με το καθεστώς του Ν. 4014/2011 χωρίς γνωμοδότηση της αρμόδιας δασικής αρχής, επιβάλλεται να ανακαλούνται για λόγους νομιμότητας και δημοσίου συμφέροντος (ομοφώνως). ΑΠΟΔΕΚΤΗ


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΥΠΕΝ/ΔΠΔ/52818/3144/2023

«Παροχή διευκρινίσεων εφαρμογής της παραγράφου 4 του άρθρου 45 ν. 998/1979 ως ισχύει, στο πλαίσιο διαδικασίας εκδόσεως Αποφάσεων Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (ΑΕΠΟ), και Πρότυπων Περιβαλλοντικών Δεσμεύσεων (ΠΠΔ)» ΟΡΘΗ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ- ΑΔΑ:9ΞΛΘ4653Π8-ΘΘΠ


ΝΣΚ/131/2016

Εφαρμοστέες διατάξεις για την έγκριση περιβαλλοντικών όρων Επιχειρηματικού Πάρκου - Αρμόδια υπηρεσία για τη διαβίβαση της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων στο αρμόδιο Περιφερειακό Συμβούλιο - Φορείς με γνωμοδοτική αρμοδιότητα – Εφαρμοστέο δίκαιο σε περίπτωση μεταβολής της εκτάσεως σε ποσοστό μικρότερο του 15%. Η έγκριση περιβαλλοντικών όρων Επιχειρηματικού Πάρκου (Ε.Π) διενεργείται σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 47 του Ν 3982/2011. Η Δ/νση Αδειοδότησης Επιχειρήσεων και Επιχειρηματικών Πάρκων της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας, κατ' άρθρο 47 του Ν 3982/2011, διαβιβάζει τον φάκελο με την αίτηση εγκρίσεως ανάπτυξης Ε.Π και τη Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) στο αρμόδιο Περιφερειακό Συμβούλιο. Αναφορικά με τη ΜΠΕ του Επιχειρηματικού Σχεδίου, πρέπει να γνωμοδοτούν οι φορείς που αναφέρονται στις διατάξεις των άρθρων 2 (παρ. 4 και 5) και 3 (παρ. 3) του Ν 4014/2011 και της υπ' αριθμ. ΚΥΑ 1649/45/14.1.2014. Επί μεταβολής της εκτάσεως του Ε.Π σε ποσοστό μικρότερο του 15%, απαιτείται η υποβολή φακέλου «τροποποίησης Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών όρων ΑΕΠΟ» και η τήρηση της διαδικασίας που προβλέπεται στην υπ’ αριθμ. ΥΑ 167563/ΕΥΠΕ/15.4.2013 (πλειοψ). 


ΝΣΚ/336/2009

Τα ανταλλάξιμα ακίνητα της μορφής του εδαφίου 4 της παρ. 1 του άρθρου 1 του Ν 3208/2003, που τροποποίησε την παρ. 3 του άρθρου 3 του Ν 998/1979, μετά την ισχύ του ανωτέρω (3208/2003) νόμου, δεν υπάγονται στην διοίκηση και διαχείριση του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, ως εκ της μορφής των, αλλά εξακολουθούν να ανήκουν στην διοίκηση και διαχείριση του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, επί όλων των ζητημάτων που αφορούν στη διαχείριση και προστασία αυτών, όπως αυτή ασκείται από τον ιδιοκτήτη τους Ελληνικό Δημόσιο, μέσω των κεντρικών και περιφερειακών υπηρεσιών του ανωτέρω Υπουργείου λόγω της υπαγωγής αυτών των ακινήτων στην ανταλλάξιμη περιουσία και στο αντίστοιχο ειδικό νομικό καθεστώς που τη διέπει, υπαγόμενα, ταυτοχρόνως, και στις προστατευτικές διατάξεις της δασικής νομοθεσίας και, επομένως, εξακολουθούν να τελούν υπό την εποπτεία και προστασία των κατά τόπους αρμοδίων δασικών υπηρεσιών του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (ομοφ.).


ΣΤΕ/2627/2016

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Επειδή, ο ανωτέρω λόγος, κατά το μέρος που αφορά το ζήτημα του ανεπικαίρου της εγκριθείσας με την προσβαλλόμενη απόφαση μ.π.ε είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι πράγματι η έγκριση περιβαλλοντικών όρων πρέπει να ερείδεται σε επίκαιρη μ.π.ε., δηλαδή πρόσφατη μελέτη η οποία λαμβάνει υπ’ όψη την υπάρχουσα πραγματική κατάσταση (πρβλ. ΣτΕ 2675/2003 σκ. 12), το επίκαιρο όμως της μ.π.ε. κρίνεται σε σχέση με χρόνο που μεσολαβεί μέχρι την έκδοση της απόφασης περί έγκρισης περιβαλλοντικών όρων. Άλλωστε, ενόψει των αρχών της ασφάλειας δικαίου και δεδομένου ότι βάσει της περιβαλλοντικής αδειοδότησης δημιουργούνται νομικές και πραγματικές καταστάσεις που χρήζουν προστασίας, δεν δικαιολογείται ακύρωση της έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων λόγω μεταβολής των απόψεων της Διοικήσεως, επί ζητημάτων, επί των οποίων διατυπώθηκε η γνώμη των αρμοδίων υπηρεσιών κατά την αρχική έγκριση περιβαλλοντικών όρων, στηριζομένη σε διαφορετική αξιολόγηση των στοιχείων που είχαν ήδη ληφθεί υπόψη κατά την έγκριση, εκτός αν συνέτρεξε πλάνη περί τα πράγματα ή μεταβλήθηκαν πραγματικά δεδομένα, οπότε και στην περίπτωση αυτή τίθεται ζήτημα άρνησης της ανανέωσης των περιβαλλοντικών όρων σε μεταγενέστερο στάδιο της διαδικασίας, κατόπιν ειδικής αιτιολογημένης γνώμης της αρμόδιας υπηρεσίας (πρβλ. ΣτΕ 4357/2011 σκ. 8). Τα περαιτέρω προβαλλόμενα από τους αιτούντες περί πλάνης περί τα πράγματα σε σχέση με τη δυσχέρανση των κυκλοφοριακών συνθηκών, ανεξαρτήτως της αοριστίας τους, έχουν εξετασθεί και ανωτέρω. Εξάλλου ο λόγος ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλεται, καθ’ ερμηνεία των ανωτέρω, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι μη νόμιμη διότι τελικώς δεν πραγματοποιήθηκε η υπογειοποίηση των γραμμών του ΗΣΑΠ, η οποία ήταν κατά τους ισχυρισμούς των αιτούντων αρρήκτως συνδεδεμένη με τη χάραξη της ζώνης διέλευσης του τραμ, είναι απορριπτέος ως απαραδέκτως προβαλλόμενος, δοθέντος ότι με αυτόν δεν προβάλλεται πλημμέλεια της προσβαλλομένης πράξεως, αλλά άλλης διαδικασίας, που δεν εντάσσεται στη διαδικασία της εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων ούτε αποτελεί προϋπόθεση ή έρεισμα της προσβαλλομένης (πρβλ. ΣτΕ 258/2004 σκ. 39), ενώ άλλωστε ούτε από την προσβαλλόμενη απόφαση τέθηκε ως προϋπόθεση για την πραγματοποίηση του επίμαχου έργου η προηγούμενη υπογειοποίηση των γραμμών του ΗΣΑΠ. Ούτε άλλωστε μπορούσε να θεωρηθεί ως παραδεκτώς συμπροσβαλλόμενη, ως μη συναφής, η μεταγενεστέρως εκδοθείσα 203342/23.11.2012 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής περί έγκρισης περιβαλλοντικών όρων για την υπογειοποίηση της γραμμής του ΗΣΑΠ από το σταθμό ........ έως το σταθμό Φαλήρου και την υλοποίηση νέου σταθμού στη θέση ........», ως αφορώσα άλλο έργο, ανεξάρτητο από το επίμαχο έργο της κατασκευής του τραμ.


ΕΣ/ΚΛ.ΣΤ/563/2022

ΠΡΟΜΗΘΕΙΕΣ:Τούτων δοθέντων, το Κλιμάκιο διαπιστώνει ότι η αρμοδίως εγκριθείσα και υποβληθείσα για έλεγχο τροποποίηση της από 8.1.2020 σύμβασης το μεν αφορά στην ενεργοποίηση ρητού και σαφούς όρου αυτής (δικαιώματος προαίρεσης), κατά τα λοιπά, δε, εξαντλείται αποκλειστικώς στην παράταση του συμβατικού χρόνου παράδοσης του υπό προμήθεια υλικού (αντιπαγετικού αλατιού), κατόπιν συμφωνίας Αναθέτουσας Αρχής και αναδόχου εταιρείας, πριν από τη λήξη του αρχικού χρόνου παράδοσης και μετά από την θετική γνωμοδότηση της αρμόδιας Επιτροπής Παρακολούθησης και Παραλαβής της αναθέτουσας Αρχής, χωρίς να επιφέρει, αυτή καθεαυτή (η παράταση), μεταβολή στο οικονομικό αντικείμενο της σύμβασης. Συνακόλουθα και δοθέντος ότι η εν λόγω τροποποίηση ανάγεται σε ζητήματα εκτέλεσης της αρχικής σύμβασης που ρυθμίζονται από την τελευταία (δικαίωμα προαίρεσης) και από τις διατάξεις του ν. 4412/2016 (παράταση) και δεν μεταβάλλει ουσιώδεις όρους αυτής, το Κλιμάκιο κρίνει ότι, κατά τα γενόμενα δεκτά στη σκέψη 1 της παρούσας, η υποβληθείσα τροποποιητική σύμβαση δεν πληροί της προϋποθέσεις υπαγωγής στον προσυμβατικό έλεγχο, σύμφωνα με το άρθρο 324 παρ. 5 του ν. 4700/2020 (βλ. ΕλΣυν ΣΤ΄ Κλιμ. 450, 134/2022, πρβλ. ΣΤ΄ Κλιμ. 314/2022).


ΣΤΕ/1973/2017

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Επειδή, εν όψει των διαλαμβανομένων στις προηγούμενες σκέψεις, κρίνεται ότι οι επιπτώσεις από την εγκατάσταση και λειτουργία του αιολικού πάρκου στην χλωρίδα της προστατευόμενης περιοχής θα είναι μικρής κλίμακας και αντιμετωπίζονται αιτιολογημένα από τη σχετική Μ.Π.Ε., στην οποία γίνεται εκτενής αναφορά στα ιδιαίτερα περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά της περιοχής εγκαταστάσεως του έργου. Επίσης, η μελέτη περιέχει εκτενείς αναφορές στους πληθυσμούς των άγριων πτηνών της περιοχής και τους τόπους διαχειμάσεως και διελεύσεώς τους, στοιχεία τα οποία ελήφθησαν υπόψη για την επιλογή της θέσης εγκαταστάσεως της επίμαχης μονάδας. Ειδικά μέτρα, εξάλλου, προτείνονται για την αντιμετώπισή των επιπτώσεων του έργου τόσο στην χλωρίδα όσο και στην πανίδα και δη στην ορνιθοπανίδα, κατά τρόπο αποτελεσματικό, ώστε να μην επέρχεται υποβάθμιση της περιοχής. Επομένως, η προσβαλλόμενη πράξη εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων, ερειδόμενη στη σχετική μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων, είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη ως προς τα ζητήματα που τίθενται με την κρινόμενη αίτηση, περαιτέρω δε έλεγχος των σχετικών ουσιαστικών εκτιμήσεων της διοικήσεως εξέρχεται των ορίων δικαστικού ελέγχου κατά την προκειμένη ακυρωτική δίκη (βλ. ΣτΕ 2741/2014, 4891/2013, κ.ά.). Εν όψει τούτων, απορριπτέοι τυγχάνουν και οι ειδικότεροι ισχυρισμοί περί μη αξιολογήσεως της δυσανάλογης κατά τις αιτούσες επιδεινώσεως του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος εν όψει και των χαρακτηριστικών του συγκεκριμένου έργου από πλευράς όγκου και διαστάσεων ήτοι σημαντική οπτική και ακουστική όχληση, δέσμευση ασυνήθιστα μεγάλης εκτάσεως και μάλιστα δασικής, μόνιμη αλλαγή εδαφοκαλύψεως, αδυναμία απομακρύνσεως όλων των εγκαταστάσεων και απαγόρευση επί μακρόν της βοσκήσεως μετά το πέρας της επίμαχης εκμεταλλεύσεως. Ομοίως, εξ άλλου, απορριπτέος είναι και ο ισχυρισμός των αιτουσών ότι με την ένδικη Μ.Π.Ε. δεν έχει αξιολογηθεί η διατάραξη της αρμονίας φυσικού τοπίου του όρους Παντοκράτορα, το οποίο είχε προταθεί να υπαχθεί σε καθεστώς προστασίας από τη μελέτη του χωροταξικού σχεδίου της Περιφέρειας Ιονίων Νήσων του Φεβρουαρίου 2003 και έχει ενταχθεί στο πρόγραμμα LEADER και ΟΠΑΑΧ (ΠΕΠ) και η αισθητική αλλοίωση του φυσικού παραδοσιακού και τουριστικού περιβάλλοντος και ειδικότερα το γεγονός ότι οι ανεμογεννήτριες θα είναι ορατές αφενός από τη νότια πλευρά της πόλης της Κέρκυρας, η οποία έχει χαρακτηρισθεί ως αρχιτεκτονικό παράδειγμα παγκόσμιας εμβέλειας και από την οποία απέχουν 12 χιλιόμετρα (και όχι 17,5 όπως αναφέρεται στη Μ.Π.Ε.) και αφετέρου από τον παραδοσιακό οικισμό Σπαρτίλα, από τον οποίο απέχουν 655 μέτρα καθώς και από τον τουριστικό οικισμό Μπαρμπάτι, από τον οποίο απέχουν 1.100 μέτρα. Τούτο δε, διότι από τα εκτεθέντα ανωτέρω προκύπτει ότι στην οικεία Μ.Π.Ε. γίνεται εφαρμογή των κριτηρίων εντάξεως του επίδικου έργου στο τοπίο, ενώ όλοι οι γειτονικοί οικισμοί απέχουν περισσότερο από 500 μ. από το έργο και η ηχητική επιβάρυνση σε αυτούς αναμένεται κάτω των 35 dB , ενώ, εξ άλλου, σε ακτίνα 1.500 μ. από το έργο, δεν υπάρχει οικισμός που να έχει χαρακτηρισθεί ως παραδοσιακός. Ομοίως, απορριπτέος ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος, είναι και ο ισχυρισμός ότι εσφαλμένως αναφέρεται στη Μ.Π.Ε. (σελ. 28 αυτής) ότι «η χωροθέτηση έγινε βάσει της συναίνεσης των κατοίκων», παρά την ύπαρξη των αρνητικών γνωμοδοτήσεων του Δήμου Φαιάκων και του Νομαρχιακού Συμβουλίου Κέρκυρας, δεδομένου, άλλωστε, ότι στο προοίμιο της προσβαλλομένης μνημονεύεται (με αριθ. 23), το με αριθ. 597/21.9.2010 έγγραφο της Ν.Α. Κέρκυρας, με το οποίο διαβιβάσθηκε η γνωμοδότηση του οικείου Νομαρχιακού Συμβουλίου για το επίδικο έργο.


ΕλΣυν/Τμ.6/1722/2009

Από τον συνδυασμό των προαναφερόμενων διατάξεων προκύπτει ότι Προϊσταμένη Αρχή, δηλαδή το όργανο στο οποίο ανήκει η αρμοδιότητα εγκρίσεως της διακηρύξεως για τη διενέργεια ορισμένου διαγωνισμού (βλ. άρθρο 4 παρ. 1 του π.δ/τος 609/1985) και η αρμοδιότητα εγκρίσεως ή μη του αποτελέσματος του διαγωνισμού (βλ. άρθρο 2 του ν. 3263/2004, πρβλ. ΣτΕ 1031/2004), στην περίπτωση δημοπράτησης έργων του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών (Ε.Β.Ε.Α.), οι οργανωτικές διατάξεις του οποίου δεν προβλέπουν αποφαινόμενα όργανα ειδικώς για την εκτέλεση έργων (βλ. π.δ/γμα 265/2002 και 2823/15.3.2006 απόφαση, ΦΕΚ Β΄ 309), είναι η Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης (και δη των Αθηνών στην χωρική αρμοδιότητα της οποίας θα εκτελεστεί το ελεγχόμενο έργο). Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τις παρατεθείσες στη σκέψη ΙΙ της παρούσας διατάξεις που αποτελούν το ισχύον κατά την ημερομηνία δημοσίευσης της διακήρυξης του ελεγχόμενου έργου νομοθετικό καθεστώς το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι η Διοικητική Επιτροπή του Ε.Β.Ε.Α. δεν είχε την σχετική αρμοδιότητα να υποκαταστήσει την αρμόδια κατά νόμο και οριζόμενη ρητά στο άρθρο 1 της οικείας διακήρυξης Προϊσταμένη Αρχή (Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών της Νομαρχίας Αθηνών) και περαιτέρω να προβεί αυτοτελώς στην διαδικασία του άρθρου 4 παρ. 2γ του ν. 1418/1984, καθισταμένης ούτως πλημμελούς της σχετικής διαδικασίας, όπως ορθά έκρινε και το Ε΄ Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου με την προσβαλλόμενη Πράξη του. Όσα δε αντίθετα υποστηρίζονται με την κρινόμενη αίτηση είναι αβάσιμα και απορριπτέα. Ειδικότερα, το αιτούν προβάλλει ότι με το άρθρο 180 του ν.3669/2008 καταργήθηκε σιωπηρά η διάταξη του άρθρου 27 παρ. 4 του ν.1418/1984. Ο ισχυρισμός, όμως, αυτός είναι αβάσιμος καθόσον το κανονιστικό πλαίσιο που διέπει κάθε διαγωνιστική διαδικασία καθορίζεται από το χρονικό σημείο δημοσίευσης της οικείας διακήρυξης, οπότε και παγιώνεται το νομοθετικό καθεστώς της διαδικασίας ανάθεσης και επομένως, σε κάθε περίπτωση, η προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 180 του ν.3669/2008 δεν καταλαμβάνει την κρινόμενη υπόθεση, αφού η ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου αυτού (18.6.2008) έπεται της ημερομηνίας δημοσίευσης της περίληψης της οικείας διακήρυξης. Τέλος, το αιτούν προβάλλει ότι ενήργησε κατά συγγνωστή πλάνη, καθόσον λόγω του δυσερμηνεύτου των οικείων διατάξεων δικαιολογημένα υπέλαβε ότι αρμόδιο όργανο για την έγκριση της διακήρυξης και του αποτελέσματος του διαγωνισμού ήταν η Διοικητική Επιτροπή του. Όμως, τέτοια πλάνη των οργάνων του αιτούντος δεν δικαιολογείται στην προκειμένη περίπτωση, καθόσον πέραν του ότι είχε προηγηθεί η 333/2005 γνωμοδότηση του Ν.Σ.Κ. επί σχετικού ερωτήματος του Υπουργείου Ανάπτυξης, σύμφωνα με την οποία Προϊσταμένη Αρχή του συγκεκριμένου έργου είναι η Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών της Νομαρχίας Αθηνών, με το άρθρο 1 της οικείας διακήρυξης ορίζεται ρητά ως Προϊσταμένη Αρχή η ως άνω Διεύθυνση.


ΕλΣυν/Τμ.6/262/2011

Δημοπράτηση τεχνικού έργου με το σύστημα μελέτη-κατασκευή. Η γνωμοδότηση της Τεχνικής Υπηρεσίας του αιτούντος Δήμου, βάσει της οποίας εκδόθηκε η γνωμοδότηση του οικείου Νομαρχιακού Συμβουλίου για την επιλογή του συστήματος υποβολής προσφορών μελέτη και κατασκευή δεν είναι νόμιμη, καθόσον δεν αναλύει με πληρότητα και σαφήνεια τους συγκεκριμένους λόγους που δικαιολογούν την επιλογή του και δεν αποδεικνύει ότι η εν λόγω επιλογή αποτελούσε πράγματι την προσφορότερη λύση για την αναθέτουσα αρχή, όπως ρητώς απαιτείται σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην τρίτη σκέψη της παρούσας από τις οικείες ως άνω διατάξεις, η δε τεχνική περιγραφή του έργου, όπως αναφέρεται στα συνοδεύοντα την οικεία διακήρυξη τεύχη, δεν μπορεί να αναπληρώσει την ελλείπουσα, αξιούμενη από το Νόμο, αιτιολογία στις σχετικές γνωμοδοτήσεις και αποφάσεις των οργάνων της αναθέτουσας αρχής, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την κρινόμενη αίτηση είναι αβάσιμα και πρέπει να απορριφθούν. Επιπροσθέτως, οι αποφάσεις του Δημοτικού Συμβουλίου του αιτούντος Δήμου περί εγκρίσεως των όρων δημοπράτησης του ελεγχόμενου έργου και συγκροτήσεως των Επιτροπών Διαγωνισμού και Εισήγησης για Ανάθεση παρίστανται μη νόμιμες, καθόσον δεν αιτιολογείται η κρίση του περί της ανάγκης άσκησης της εν λόγω αρμοδιότητας από αυτό, αντί της αρμόδιας προς τούτο Δημαρχιακής Επιτροπής, το δε γεγονός ότι το Δημοτικό Συμβούλιο επέχει θέση προϊσταμένης της Δημαρχιακής Επιτροπής αρχής δεν το απαλλάσσει από την κατά νόμο υποχρέωσή του προς αιτιολόγηση της σχετικής κρίσης του. Τέλος, είναι μη νόμιμη η αξιολόγηση και η βαθμολόγηση των υποβληθεισών τεχνικών προσφορών από την αρμόδια Επιτροπή Εισήγησης για Ανάθεση, καθόσον η απλή συμμόρφωση της Διοίκησης με τους όρους της διακήρυξης, εφαρμογή των προβλεπομένων σε αυτήν κριτηρίων και, εν συνεχεία, η αριθμητική παράθεση μόνο των βαθμών των υποψηφίων στα τελευταία, χωρίς ειδική αιτιολογία της ως άνω βαθμολόγησης ανά κριτήριο και στο σύνολο, δεν αρκεί, όπως αβασίμως υποστηρίζεται με την κρινόμενη αίτηση, για την αξιολόγηση των προσφορών τους. Περαιτέρω, είναι δε αβάσιμος ο προβαλλόμενος με την αίτηση ισχυρισμός ότι η ως άνω αξιολόγηση αφορά σε τεχνικά ζητήματα που εκφεύγουν του διενεργούμενου από το Ελεγκτικό Συνέδριο ελέγχου, διότι ναι μεν το Δικαστήριο δεν υπεισέρχεται στην εξέταση της ορθότητας των τεχνικών κρίσεων της Διοίκησης, ελέγχει, ωστόσο, κατά τη διενέργεια του προσυμβατικού ελέγχου νομιμότητας, την αιτιολογία των σχετικών διοικητικών πράξεων και αποφασίζει περί της υπερβάσεως ή μη των άκρων ορίων της διακριτικής ευχέρειας των διοικητικών οργάνων. Εξάλλου, το γεγονός ότι κατά των Πρακτικών αξιολόγησης και βαθμολόγησης των κατατεθεισών τεχνικών προσφορών δεν ασκήθηκαν ενστάσεις, προσφυγές ή αιτήσεις ασφαλιστικών μέτρων από τους διαγωνιζομένους, ουδεμία επίδραση ασκεί, αφού η εξέταση της νομιμότητας διεξαχθείσας διαγωνιστικής διαδικασίας από το Ελεγκτικό Συνέδριο δε συναρτάται με την υποβολή ή μη ενστάσεων εκ μέρους των συμμετασχόντων σε αυτήν επιχειρήσεων, ενώ δεν μπορεί να θεωρηθεί, όπως αβασίμως υποστηρίζεται, ότι η έκδοση των οικείων εγκριτικών των πρώτων αποφάσεων, χωρίς να εκδηλωθεί σχετική διαφωνία από τους συμμετέχοντες υποψηφίους, θεράπευσε τυχόν παραβάσεις, εκ μέρους των οργάνων της αναθέτουσας αρχής, γενικών αρχών και κανόνων που διέπουν το διαγωνισμό. Τέλος, και ο γενικώς προβαλλόμενος με την κρινόμενη αίτηση ισχυρισμός περί συνδρομής συγγνωστής πλάνης στο πρόσωπο του αναθέτοντος φορέα, τόσο κατά το στάδιο επιλογής του συστήματος μελέτη – κατασκευή όσο και κατά την αξιολόγηση και βαθμολόγηση των τεχνικών προσφορών από τα αρμόδια όργανα του Δήμου ..., είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθόσον, η πλάνη, ενόψει του γεγονότος ότι οι σχετικές διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας είναι σαφείς, ακόμη κι αν ήθελε θεωρηθεί ότι υπάρχει, δεν είναι συγγνωστή. Κατά συνέπεια, σύμφωνα με όσα κρίθηκαν προηγουμένως, η υπό κρίση αίτηση ανάκλησης πρέπει να απορριφθεί.


ΣΤΕ/3969/2010

Νομιμότητα διοικητικής πράξης:..Επειδή, κατά γενική αρχή του διοικητικού δικαίου, η νομιμότητα κάθε διοικητικής πράξης, εφόσον δεν ορίζεται στο νόμο διαφορετικά, κρίνεται σύμφωνα με το καθεστώς που ισχύει κατά το χρόνο έκδοσης της πράξης (ΣτΕ 532/2008, βλ. και ΣτΕ 2502/2004, 3573/2002 κά). Εν προκειμένω, κατά τον κρίσιμο χρόνο έκδοσης της προσβαλλόμενης πράξης (5.10.2005), ίσχυε το άρθρο 82 παρ.3 του ν. 2071/1992, όπως το άρθρο αυτό είχε πριν αντικατασταθεί με το άρθρο 41 του ν. 3418/2005, και σύμφωνα με το οποίο η αλλαγή ειδικότητας για λόγους υγείας επιτρέπεται με ειδικώς αιτιολογημένη απόφαση του Υπουργού Υγείας, κατόπιν γνωμοδοτήσεως της αρμόδιας υγειονομικής επιτροπής περί της συνδρομής λόγων υγείας. Ενόψει τούτου και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην τέταρτη σκέψη, η αιτιολογία απόρριψης του ένδικου αιτήματος του αιτούντος δεν είναι νόμιμη. Και τούτο, διότι το αποφασίζον όργανο στηρίχθηκε στην εσφαλμένη αντίληψη ότι και οι ιατροί που εμπίπτουν στο άρθρο 82 παρ. 3 του ν. 2071/1992 (εκ προφανούς παραδρομής αναφέρεται στο πρακτικό της επιτροπής του ΚΕ.Σ.Υ. το άρθρο 23 παρ. 5 του νόμου αυτού, το οποίο αφορά την απαλλαγή, για λόγους υγείας, από την υπηρεσία υπαίθρου, περίπτωση που δεν ενδιαφέρει εν προκειμένω), δύνανται να συνεχίσουν την ειδίκευσή τους σε άλλη ειδικότητα, εφόσον πάσχουν από ασθένεια από τις περιοριστικά αναφερόμενες στο άρθρο 9 του ν. 2194/1994, όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 20 παρ. 11 του ν. 2519/1997, το οποίο, όμως, αφορά, κατά τα ήδη λεχθέντα, στην έναρξη ειδικεύσεως για λόγους υγείας και όχι τη συνέχιση της εκπαιδεύσεως σε άλλη ειδικότητα. Δεδομένου δε του ότι, όπως προεκτέθηκε, κατά το χρόνο εκδόσεως της προσβαλλόμενης πράξης, δεν ίσχυε ο ν. 3418/2005, ο οποίος ρητώς πλέον, ορίζει ότι οι ίδιες ασθένειες που συνιστούν λόγους έναρξης ειδίκευσης του ιατρού σε ειδικότητα της επιλογής του δικαιολογούν και την αλλαγή της ειδικότητας, το αποφασίζον όργανο ώφειλε, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 82 παρ. 3 του ν.2071/1992, λαμβάνοντας υπόψη τη σχετική γνωμοδότηση της αρμόδιας γνωμοδοτικής επιτροπής σχετικά με τη διαπίστωση λόγων υγείας, να διαλάβει ειδική αιτιολογία για το αν οι λόγοι αυτοί εμπόδιζαν τον ενδιαφερόμενο να συνεχίσει την ειδίκευσή του στην αρχικώς επιλεγείσα ειδικότητα. Εξάλλου, ως τέτοια ειδική αιτιολογία δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη από το Δικαστήριο τα διαλαμβανόμενα στο μεταγενέστερο της ήδη προσβαλλόμενης πράξης εσωτερικό Υ10δ/οικ.147123/1.12.2006 έγγραφο, το οποίο ο Συντονιστής της Επιτροπής του ΚΕ.Σ.Υ απηύθυνε προς τη Διεύθυνση Προσωπικού και στο οποίο αναφέρει ότι, κατά την κρίση της Επιτροπής, η αναπηρία την οποία επικαλείται ο αιτών, δυσχεραίνει πολύ περισσότερο την άσκηση της Οφθαλμολογίας από την άσκηση της Γενικής Ιατρικής, διότι η Οφθαλμολογία, ως χειρουργική ειδικότητα απαιτεί άψογη δεξιότητα και κινητικότητα των οστών και αρθρώσεων των άνω άκρων. Ενόψει των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη Υ10δ/93063/5.10.2005 πράξη του Υφυπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του αιτούντος για αλλαγή ειδικότητας για λόγους υγείας και να επιδικασθεί στο Δημόσιο η δικαστική δαπάνη του αιτούντος. Περαιτέρω δε, η υπόθεση πρέπει να αναπεμφθεί στη διοίκηση για νέα, νομίμως αιτιολογημένη κρίση, σύμφωνα με το ισχύον κατά το χρόνο έκδοσης της προσβαλλόμενης πράξης άρθρο 82 παρ. 3 του ν. 2071/1992.


ΕλΣυνΤμ.6/5992/2015

Παροχή  υπηρεσιών καθαριότητας:Με τα δεδομένα αυτά και ενόψει όσων προβάλλονται με την εξεταζόμενη αίτηση επάγονται τα ακόλουθα:α. Με την υπό κρίση αίτηση προσκομίζεται ενώπιον του Τμήματος απόσπασμα πρακτικών της Συγκλήτου της συνεδρίας της στις 27.11.2014, από το οποίο προκύπτει ότι στον προϋπολογισμό οικονομικού έτους 2015 υφίσταται έλλειμμα 4.048.700,00 ευρώ. Συνεπώς, η από 6.2.2015 απόφαση της Συγκλήτου για τη διερεύνηση δυνατότητας υποβολής βελτιωμένης προσφοράς από την ήδη ανάδοχο εταιρεία παρίσταται επαρκώς αιτιολογημένη. β.1 Η από 7.11.2014 βελτιωμένη προσφορά της «….», στο πλαίσιο της από 15.10.2014 διενεργηθείσας διαπραγμάτευσης, βάσει της οποίας κατακυρώθηκαν στην εταιρεία αυτή, με την από 27.11.2014 απόφαση της Συγκλήτου, οι υπηρεσίες καθαριότητας των κτηρίων του ... για τρεις (3) μήνες, έναντι τιμήματος 542.100,00 ευρώ (χωρίς Φ.Π.Α.), όπως προεκτέθηκε, κρίθηκε και αξιολογήθηκε από την Επιτροπή Αξιολόγησης Ενστάσεων και δη ως προς το παραδεκτό του εργατικού κόστους αυτής, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 68 του ν. 3863/2010 .Ακολούθως, η Επίτροπος του Ελεγκτικού Συνεδρίου με την 2/2015 πράξη της, δέχτηκε, κρίση, η οποία, σύμφωνα με το ισχύον νομοθετικό καθεστώς, δεν μπορεί να ανατραπεί, ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις προσφυγής στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης ότι νομίμως ανατέθηκε η παροχή των εν λόγω υπηρεσιών καθαριότητας στην ανωτέρω εταιρεία και ότι δεν κωλύεται η υπογραφή της συμβάσεως κατόπιν της ως άνω διαδικασίας διαπραγμάτευσης. Πλην όμως, ενόψει του ότι, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, η από 6.2.2015 νέα βελτιωμένη προσφορά της «….» για την παροχή των επίμαχων υπηρεσιών καθαριότητας έναντι τιμήματος ύψους 416.711,70 ευρώ (με Φ.Π.Α.), η οποία υποβλήθηκε κατόπιν σχετικού αιτήματος της Συγκλήτου του Πανεπιστημίου, ταυτίζεται, κατά τη ρητή δήλωση της εταιρείας (βλ. το 1415009759/6.2.2015 έγγραφό της), με την προσφορά που υπέβαλε στο πλαίσιο του διενεργηθέντος ανοιχτού δημόσιου διαγωνισμού (υπ’ αρ.1/2014 διακήρυξη), η οποία αξιολογήθηκε και εν τέλει απορρίφθηκε ως απαράδεκτη, και λόγω πλημμελειών αναφορικά με το ελάχιστο ετήσιο εργατικό κόστος, όπως αυτό προσδιορίζεται από τη διακήρυξη και τις σχετικές διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας (βλ. σχετικά το από 29.1.2015 πρακτικό της Επιτροπής Αξιολόγησης ενστάσεων), το Τμήμα κρίνει, κατά πλειοψηφία, ότι πρέπει να αναβληθεί η οριστική του κρίση προκειμένου να προσκομισθεί από το ... απόφαση της Συγκλήτου αυτού, από την οποία να προκύπτει ο δικαιολογητικός λόγος της αποδοχής της υποβληθείσας κατά την διαπραγμάτευση από την ανάδοχο από 6.2.2015 προσφοράς της (βλ. την από 11.2.2015 απόφασή της) έναντι της απόρριψης της υποβληθείσας κατά την διενέργεια του ανοικτού διαγωνισμού από 21.7.2014 προσφοράς της ίδιας εταιρείας (βλ. την από 6.2.2015 όμοια), καθόσον είναι ταυτόσημες ως προς τον υπολογισμό του ελάχιστου ετήσιου εργατικού κόστους, η τήρηση του εύλογου ποσοστού του οποίου διασφαλίζει ότι η σύναψη της επίμαχης σύμβασης εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, ενώ παρέπεται ότι και για την πρώτη ως άνω προσφορά απαιτείται η εκ νέου αξιολόγησή της από την αρμόδια προς τούτο Επιτροπή Διαπραγμάτευσης, η οποία, όμως, δεν περιλαμβάνεται μεταξύ των υποβληθέντων στοιχείων της ελεγχόμενης διαγωνιστικής διαδικασίας και πρέπει αυτή να προσκομιστεί προκειμένου το Τμήμα να διαμορφώσει ασφαλή δικανική κρίση.(...)Κατ΄ ακολουθία των ανωτέρω, το Τμήμα κρίνει, κατά πλειοψηφία, ότι πρέπει να αναβληθεί η οριστική κρίση του, προκειμένου να υποβληθούν από το αιτούν Πανεπιστήμιο ... στη Γραμματεία του Τμήματος εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών από την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης η προαναφερόμενη στη σκέψη V (β) απόφαση της Συγκλήτου καθώς και η σχετική γνωμοδότηση της αρμόδιας προς τούτο Επιτροπής Διαπραγμάτευσης και, τέλος, με επιμέλεια της Γραμματέως, αφού ορισθεί νέα δικάσιμος για τη συζήτηση της υπόθεσης, να εγγραφεί αυτή στο σχετικό πινάκιο και να γίνει νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση όλων των διαδίκων.