ΝΣΚ/163/2007
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Παραχώρηση χρήσεως κινητών πραγμάτων χωρίς αντάλλαγμα από τα Περιφερειακά Ταμεία Ανάπτυξης στις Περιφέρειες.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Παρά τη στενή σύνδεση των Π.Τ.Α. προς την Περιφέρεια στα όρια της οποίας δρουν, υπάρχει πλήρης δημοσιονομική αυτοτέλεια μεταξύ τους, ενώ δεν προβλέπεται από το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο δυνατότητα παραχώρησης περιουσιακών στοιχείων τους προς την Περιφέρεια και μάλιστα ανεξαρτήτως προς τις ανάγκες συγκεκριμένου προγράμματος δράσης που εκπονείται ή υποστηρίζεται για λογαριασμό της Περιφέρειας από το Π.Τ.Α.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/85/2000
Φορολογία εισοδήματος. Περιφερειακά Ταμεία Ανάπτυξης.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Επειδή τα Περιφερειακά Ταμεία Ανάπτυξης αποτελούν, εν αντιθέσει προς τον νομοθετικό ορισμό τους, πράγματι ν.π.δ.δ., που εξυπηρετούν αποκλειστικώς τον κρατικό σκοπό της περιφερειακής ανάπτυξης της χώρας και τη χρηματοδότηση αυτού, λειτουργούν δε και ως ειδικά ταμεία, αποτελούν, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 103 παρ.1 περ.α του ν.2238/94, "αποκεντρωμένες δημόσιες υπηρεσίες" δικαιούμενα της ολικής απαλλαγής από τη φορολογία εισοδήματος.
ΝΣΚ/119/2013
Παραχώρηση περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου σε Δήμους ή Κοινότητες – Έννοια και περιεχόμενο των σχετικών διατάξεων.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Η παραχώρηση περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου σε Δήμους ή Κοινότητες διέπεται αποκλειστικά από τις ειδικές διατάξεις του άρθρου 200 του ν. 3463/2006, οι οποίες ρυθμίζουν την παραχώρηση ή εν γένει διάθεση δικαιωμάτων του Δημοσίου επί των ως άνω πραγμάτων με ή χωρίς αντάλλαγμα. Η κατά χρήση παραχώρηση ακινήτων του Δημοσίου, τα οποία διαχειρίζεται η Ε.Τ.Α.Δ. Α.Ε., γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 973/1979. (ομοφ.)
ΝΣΚ/26/2006
Περιφερειακά Ταμεία Ανάπτυξης. Δυνατότητα απόληψης τόκων, προς κάλυψη λειτουργικών δαπανών τους, από πιστώσεις που διαχειρίζονται για την εκτέλεση Περιφερειακών Επιχειρησιακών Προγραμμάτων (Π.Ε.Π.).(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Οι διατάξεις του άρθρου 29 παρ.5 του Ν 2738/1999, καθώς και της υπ’ αριθμ. 45744/24-1-2000 Κ.Υ.Α., που παρέχουν τη δυνατότητα στα Περιφερειακά Ταμεία Ανάπτυξης διάθεσης των τόκων, οι οποίοι προέρχονται από την έντοκη κατάθεση πιστώσεων που τους μεταβιβάζονται προς διαχείριση, για την κάλυψη λειτουργικών τους αναγκών, μπορεί να εφαρμοστούν και για τα Περιφερειακά Επιχειρησιακά Προγράμματα (Π.Ε.Π.) που χρηματοδοτούνται από εθνικούς πόρους και για τα οποία οι σχετικές πληρωμές αποδίδονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση στην Ελλάδα, στο πλαίσιο υλοποίησης του Γ΄ Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης. Τούτο είναι δυνατόν να συμβεί, εφόσον αναφέρονται σε ήδη πιστοποιημένες και πληρωμένες δαπάνες από εθνικούς, επίσης, πόρους, με το πρόσθετο δεδομένο ότι δεν πρόκειται περί χρημάτων τα οποία έχουν δοθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση με αντίστοιχη κατάθεση σε ειδικό τραπεζικό λογαριασμό, πριν από την περάτωση εκτέλεσης των έργων. (πλειοψ.)
ΝΣΚ/211/2008
Φορολογική μεταχείριση των οδοιπορικών εξόδων που καταβάλλονται σε μέλη Δ.Σ. και άλλα στελέχη αθλητικών ομοσπονδιών.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
α) Οι παρεχόμενες από αθλητικές ομοσπονδίες, οι οποίες συνιστούν ενώσεις των αθλητικών σωματείων, προς τους ερασιτέχνες αθλητές αποζημιώσεις οδοιπορικών εξόδων, μέχρι του ποσού των 1.200.000 δραχμών, ετησίως, δεν θεωρούνται εισόδημα κατά την ρητή διάταξη του άρθρου 4 παρ.4 , περ.ε’ του Ν 2238/1994. β) Οι καταβαλλόμενες από αθλητικές ομοσπονδίες προς μέλη του διοικητικού συμβουλίου, ως και άλλα στελέχη των εν λόγω ομοσπονδιών, αποζημιώσεις οδοιπορικών εξόδων, του αυτού περίπου ως άνω ποσού ετησίως, δεν παρέχονται ως αντάλλαγμα της προσωπικής εργασίας των ως άνω προσώπων, αλλά μόνον για την αντιμετώπιση των εξόδων κινήσεως, διαμονής και διατροφής αυτών, όταν μετακινούνται σε διάφορους τόπους, ως συνοδοί αθλητικών αποστολών και εκπρόσωποι των ομοσπονδιών, κατά τα κοινώς γνωστά, ούτε αποτελούν καρπούς των περιουσιακών τους στοιχείων, μη θεωρούμενες εισόδημα και μη δυνάμενες, επομένως, να φορολογηθούν κατά την Ζ’ πηγή του άρθρου 4 παρ.2 του Ν 2238/1994.
ΕΣ/ΤΜ.6/1878/2017
Υπηρεσίες μεταφοράς παιδιών και ατόμων με ειδικές ανάγκες...Με τα δεδομένα αυτά, το Τμήμα κρίνει ότι η ελεγχόμενη σύμβαση δεν συνιστά γνήσια προγραμματική σύμβαση του άρθρου 17 του ν. 3329/2005, αλλά υπό το μανδύα αυτής υποκρύπτεται μία αυτοτελής, εξ επαχθούς αιτία σύμβαση μεταξύ της Περιφέρειας .... και της «...». Τούτο δε καθόσον τα μέρη που φέρονται συμβαλλόμενα δεν εκκινούν από κοινή αφετηρία για την επίτευξη δημόσιου σκοπού, αλλά επιδιώκουν η μεν Περιφέρεια την εκτέλεση της υπηρεσίας μετακίνησης των δικαιούμενων προσώπων, για λόγους κοινωνικής προστασίας και αλληλεγγύης, ενώ το ...., το αντάλλαγμα για την εκτέλεση των υπηρεσιών που αποτελεί αντικείμενο των αναλαμβανομένων από αυτό δράσεων. Προς τούτο προβλέπεται μονομερής χρηματοδότηση της δράσης από τις πιστώσεις τις Περιφέρειας, που κατ’ ορθό νομικό χαρακτηρισμό αποτελεί το αντάλλαγμα για την εκτέλεση της ανατιθέμενης εργασίας μεταφοράς, η οποία επιπλέον επιβαρύνεται με το ποσό του Φ.Π.Α., που προβλέπεται μόνον στις εξ επαχθούς αιτίας συμβάσεις παροχής υπηρεσιών. Τούτο δε, δεν αναιρείται από το γεγονός ότι, εν προκειμένω, το αντάλλαγμα δεν αποφέρει το σύνηθες κέρδος στην συμμετέχουσα επιχείρηση (η οποία υποστηρίζει ότι υφίσταται ζημία από τη σύμβαση αυτή, αφού προσφέρει έκπτωση 7% επί της δαπάνης και παρέχει χωρίς επιβάρυνση εξειδικευμένο συνοδό), απορριπτομένων ως αβάσιμων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών της αιτούσας και της παρεμβαίνουσας (βλ. και Ε.Σ. Τμ, Μειζ. Επτ. Συνθ. 1747/2016). Ενδεικτικό δε του ότι δεν πρόκειται για προγραμματική σύμβαση, αλλά για απευθείας ανάθεση, είναι και το γεγονός ότι ο επιδιωκόμενος από τα συμβαλλόμενα μέρη σκοπός ολοκληρώνεται και εξαντλείται με τη σύναψη της ελεγχόμενης σύμβασης, χωρίς να απαιτείται περαιτέρω η υπογραφή εκτελεστικής τοιαύτης. Ενόψει των ανωτέρω, η πλημμέλεια που αναδείχθηκε με την προσβαλλόμενη Πράξη είναι βάσιμη.
ΕλΣυν/ΟΛΟΜ/8η/2013
(...) Σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις για όλες τις πράξεις ανάληψης πολυετών υποχρεώσεων που εκδίδονται από τους διατάκτες και αφορούν σε δαπάνες των φορέων της Κεντρικής Διοίκησης και των Ο.Τ.Α., οι οποίες υπερβαίνουν ετησίως ορισμένο ποσό, απαιτείται η προηγούμενη έγκριση του Υπουργού Οικονομικών ή ειδικά για τις δαπάνες των Ο.Τ.Α. του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Δοθέντος δε ότι ως έγκριση νοείται η διοικητική πράξη δια της οποίας προσδίδεται εκτελεστός χαρακτήρας (εκτελεστότητα) στην εγκρινόμενη πράξη ενός άλλου οργάνου, η οποία χωρίς την εγκριτική πράξη (έγκριση) δεν επάγεται έννομα αποτελέσματα, καθίσταται πρόδηλο ότι η εξάρτηση της διαθέσεως των σχετικών πιστώσεων των προϋπολογισμών των Ο.Τ.Α. από την προηγούμενη έγκριση οργάνου της Κεντρικής Διοίκησης (άρθρο 1 Β παρ. 4 ν.2362/1995), που αποτελεί και ο Γενικός Γραμματέας Αποκεντρωμένης Διοίκησης και η κατά τούτο ενιαία αντιμετώπιση των Ο.Τ.Α. με τους λοιπούς φορείς της Κεντρικής Διοίκησης, που εντάσσονται στο κράτος εν στενή εννοία, θίγει τις θεσμικές εγγυήσεις, που τάσσονται υπέρ της τοπικής αυτοδιοίκησης με το άρθρο 102 του Συντάγματος. Και τούτο διότι με την ανωτέρω ρύθμιση η αποφασιστική αρμοδιότητα για τη διάθεση των πιστώσεων των προϋπολογισμών των Ο.Τ.Α. και συνακόλουθα η εξουσία διαχείρισης των προϋπολογισμών τους, που ανήκει στα θεσμικά τους όργανα (διατάκτες), ουσιαστικά εκχωρείται σε όργανο της Κεντρικής Διοικήσεως ήτοι σε όργανο του κράτους εν στενή εννοία, αφού χωρίς τη χορήγηση σχετικής εγκρίσεως δεν μπορεί να συντελεστεί η δημοσιονομική δέσμευση. Έτσι όμως πλήττεται η διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια των Ο.Τ.Α., που κατοχυρώνεται στο άρθρο 102 παρ. 2 του Συντάγματος. Πέραν τούτου η ως άνω προηγούμενη έγκριση δεν μπορεί να νοηθεί ότι απαιτείται στο πλαίσιο της επιτρεπόμενης από το Σύνταγμα κρατικής εποπτείας, αφού εν προκειμένω δεν θεσπίζεται έλεγχος νομιμότητας το περιεχόμενο του οποίου προσδιορίζεται ως ανωτέρω αναφέρεται στη σκέψη Α2, αλλά συνταγματικά ανεπίτρεπτος έλεγχος σκοπιμότητας της γενεσιουργού της δαπάνης διοικητικής πράξης, δεδομένου ότι αντικείμενο ελέγχου για τη χορήγηση της εν λόγω έγκρισης αποτελούν ουσιαστικά οι αξιολογήσεις, επιλογές και προτεραιότητες που θέτει ο Ο.Τ.Α. για την εξυπηρέτηση των τοπικών του υποθέσεων, ως προς τις οποίες το Σύνταγμα επιφυλάσσει υπέρ αυτού το τεκμήριο αρμοδιότητας, αποκλείοντας την παρέμβαση της κεντρικής κρατικής εξουσίας.(…) Η Ολομέλεια, ύστερα από συζήτηση των μελών της, κατά πλειοψηφία, που αποτελέστηκε από δεκαεννέα (19) μέλη, ήτοι τους :…………., αποδέχθηκε την ανωτέρω εισήγηση της Συμβούλου Ασημίνας Σαντοριναίου.
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.4/121/2019
Παροχή υπηρεσιών φύλαξης:..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει ότι είναι δυνατόν να προβλεφθεί στο καταστατικό Ε.Π.Ε. ότι η παρεπόμενη παροχή εταίρου μπορεί να συνίσταται στην εκ μέρους του αμισθί προσφορά εργασίας προς την εταιρεία. Περαιτέρω, η μειοδότρια Ε.Π.Ε. προϋπολόγισε στην προσφορά της ως μηνιαίο κέρδος από την εκτέλεση της σύμβασης το ποσό των 1,75 ευρώ και συνολικά για όλη τη σύμβαση το ποσό των 21,00 ευρώ, το οποίο –κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας- είναι από μόνο του ιδιαίτερα μικρό, ώστε να απαιτείται η κλήση της μειοδότριας προς παροχή εξηγήσεων, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην 5η σκέψη. Περαιτέρω, τούτο συνεπάγεται ότι, μετά την κατ’ αναλογία αφαίρεση ποσού για τους αναλογούντες φόρους και το τακτικό αποθεματικό της Ε.Π.Ε., τα διανεμόμενα κέρδη (από τη συγκεκριμένη σύμβαση) στον μοναδικό εταίρο και διαχειριστή είναι ακόμα μικρότερα, παρότι μάλιστα ο τελευταίος θα καλύψει εξ ολοκλήρου και χωρίς αμοιβή την εργασία που θα παρείχε ένας αντικαταστάτης υπαλλήλου φύλαξης κατά την απουσία του τελευταίου με άδεια, ως εκ μέρους του παρεχόμενη προσφορά προς την εταιρεία. Το γεγονός αυτό όμως αντίκειται στην κοινή λογική και πείρα, καθώς, ναι μεν υπάρχει αυτοτέλεια το νομικού προσώπου της εταιρείας έναντι των μετόχων της, όμως, στην προκειμένη περίπτωση, ενόψει του ότι η μειοδότρια είναι μονοπρόσωπη και η σχέση του μοναδικού εταίρου και διαχειριστή της με αυτήν είναι εξ αντικειμένου ιδιαίτερα στενή, δεν είναι αναμενόμενο ο μοναδικός αυτός εταίρος να παρέχει προσωπική εργασία χωρίς οποιαδήποτε απολαβή (μισθό ή μέρισμα), με αποτέλεσμα να υπάρχει εύλογη αμφιβολία ως προς τη δυνατότητα εκτέλεσης της σύμβασης ή τη δυνατότητα τήρησης της εργατικής νομοθεσίας και των κανόνων του υγιούς ανταγωνισμού. Εξάλλου, η εξυπηρετούσα την αρχή της οικονομικότητας προσπάθεια επιτεύξεως της χαμηλότερης δυνατής προσφοράς, δεν μπορεί πάντως να οδηγεί στο να γίνονται δεκτές προσφορές που είναι εξωπραγματικές και οι οποίες δεν αντιστοιχούν στην πραγματική βούληση των διαγωνιζομένων, εφόσον τούτο δεν προάγει τον υγιή ανταγωνισμό (πρβλ. ΣτΕ 213/2006, βλ. ΔΕΦ .. 33/2019)
ΝΣΚ/200/2012
Ερώτημα ως προς τον ενδεδειγμένο τρόπο συνολικού χειρισμού της υπόθεσης της Ιεράς Μονής Βατοπεδίου (Ι.Μ.Β.), ώστε να επιτευχθεί η ταχύτερη και αποτελεσματικότερη προάσπιση των συμφερόντων του Ελλ. Δημοσίου.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Μία ρύθμιση, που θα ορίζει την δια της νομοθετικής οδού ακυρότητα των δικαιοπραξιών, με τις οποίες η Ι.Μ.Β. μεταβίβασε στο Ελλ. Δημόσιο την λιμνοθάλασσα Βιστωνίδα και τις παραλίμνιες εκτάσεις της και έλαβε, ως αντάλλαγμα, ακίνητα του Δημοσίου σε διάφορες περιοχές της χώρας, και την απόδοση των ακινήτων, από τους κατέχοντες μη νόμιμα αυτά, στο Ελλ. Δημόσιο, ενέχει τον κίνδυνο να κριθεί από τα δικαστήρια, επειδή αφορά σε επέμβαση, με αναδρομική ισχύ, επί επικαλουμένων από τρίτους ιδιοκτησιακών και εν γένει περιουσιακών δικαιωμάτων, για τα οποία υφίστανται εκκρεμείς δίκες, η έκβαση των οποίων επηρεάζεται από τη ρύθμιση αυτή υπέρ του Δημοσίου, ότι αντιβαίνει στους προστατευτικούς των δικαιωμάτων αυτών, υπερνομοθετικής ισχύος, κανόνες του Συντάγματος και της ΕΣΔΑ. Νομοθετική ρύθμιση, που θα μεταβάλλει την αρμοδιότητα των δικαστηρίων που έχουν επιληφθεί των δικαστικών διενέξεων αναφορικά με τις επίμαχες ανταλλαγές, με σκοπό την επιτάχυνση των οικείων διαδικασιών, θα είναι σύμφωνη με το Σύνταγμα, εφόσον αφορά σε ευρύτερη κατηγορία υποθέσεων και στηρίζεται σε γενικά και αντικειμενικά κριτήρια. Ο ως άνω κίνδυνος αίρεται σε περίπτωση που τα αντιμαχόμενα μέρη ρυθμίσουν τα σχετικά ζητήματα με κοινή συμφωνία, η οποία πρέπει να κυρωθεί με νόμο. (ομοφ.)
ΕΣ/Κλ.Τμ.7/119/2017
Χρηματικό ένταλμα πληρωμής του Δήμου ...., που αφορούσε σε δαπάνη αποζημίωσης επικειμένων.(...) Με δεδομένα αυτά και λαμβανομένου περαιτέρω υπόψη, όπως ήδη αναφέρθηκε και στη μείζονα σκέψη της παρούσας, ότι ο πίνακας επικειμένων συνοδεύει την πράξη εφαρμογής, είναι όμως αυτοτελής ως προς αυτήν, καθόσον μπορεί να συντάσσεται και να κυρώνεται και ξεχωριστά, το Κλιμάκιο κρίνει ότι για την σύνταξη νέου - συμπληρωματικού πίνακα επικειμένων δεν απαιτείται η τήρηση της διαδικασίας για την ανάκληση της πράξης εφαρμογής, θα πρέπει, όμως, να ακολουθείται η διαδικασία έκδοσής του, που περιλαμβάνει την σύνταξη και την κύρωσή του από τα αρμόδια προς τούτο όργανα. Ως εκ τούτου, η εντελλόμενη με το υπό κρίση ένταλμα δαπάνη, που αφορά σε καταβολή αποζημίωσης, η οποία υπολογίστηκε με τις τιμές μονάδας που ήδη έχουν καθοριστεί με την 3410/2012/5.7.2012 απόφαση της επιτροπής του π.δ/τος 5/1986, βάσει νέου συνταχθέτος από την τεχνική υπηρεσία του Δήμου .... πίνακα επικειμένων, δεν είναι νόμιμη, διότι ο πίνακας αυτός δεν έχει κυρωθεί από το αρμόδιο όργανο, ήτοι την αρμόδια Περιφέρεια, αλλά έχει εγκριθεί μόνον από την Υπηρεσίας Δόμησης του Δήμου .... και το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου αυτού, που ενέκρινε την καταβολή της αποζημίωσης.Εντούτοις, ενόψει και του προσκομιζόμενου από 20.3.2015 εγγράφου του Τμήματος Πολεοδομικών Θεμάτων της Περιφέρειας Αττικής, που απευθύνεται προς τον Δήμο .... ύστερα από σχετική ερώτηση του τελευταίου αναφορικά με τη συμπλήρωση του Πίνακα Επικειμένων σε κυρωμένη Πράξη Εφαρμογής και στο οποίο η ως άνω Υπηρεσία της Περιφέρειας, θέλοντας να αναδείξει ότι δεν απαιτείται η τήρηση της διαδικασίας διόρθωσης της Πράξης Εφαρμογής, χωρίς, όμως, να επισημαίνει περαιτέρω ότι θα πρέπει να τηρηθεί η διαδικασία κύρωσης του Πίνακα αυτού από την αρμόδια Περιφέρεια, αναφέρει ότι «η τυχόν απαιτούμενη συμπλήρωση του κυρωμένου πίνακα επικειμένων της Πράξης Εφαρμογής δύναται να γίνεται ... με Πράξη Διαπίστωσης του προϊσταμένου της Διεύθυνσης του οικείου Δήμου, που είναι αρμόδιος για τη σύνταξη της Πράξης Εφαρμογής, όπως ορίζεται με το ν. 3852/2010», το Κλιμάκιο κρίνει ότι τα αρμόδια όργανα του Δήμου προέβησαν στις σχετικές ενέργειες όχι με πρόθεση καταστρατήγησης των ως άνω διατάξεων, αλλά με την πεποίθηση ότι για τη σύνταξη του νέου, συμπληρωμένου πίνακα επικειμένων, αρκούσε η έγκρισή του από τα αρμόδια όργανα του Δήμου, όπως τούτο υποστηρίζεται και με το έγγραφο επανυποβολής.
ΕΣ/ΤΜ.6/2918/2013
ΠΡΟΜΗΘΕΙΑ ΚΑΥΣΙΜΩΝ ΚΑΙ ΛΙΠΑΝΤΙΚΩΝ:..Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν ανωτέρω ερμηνευτικώς δεκτά: α) μη νομίμως δεν περιελήφθησαν στην δημοσιευθείσα στην Ε.Ε.Ε.Ε. περίληψη της διακήρυξης οι ποσότητες των προκηρυχθέντων ειδών και β) μη νομίμως στη δημοσιευθείσα στον ημεδαπό τύπο περίληψη δεν αναφέρονται τα προς προμήθεια είδη και οι ποσότητες αυτών. Όμως οι ως άνω πλημμέλειες δεν συνιστούν, στη συγκεκριμένη περίπτωση, ουσιώδεις πλημμέλειες του άγονου διαγωνισμού που προηγήθηκε της διαδικασίας απευθείας ανάθεσης. Τούτο, διότι ενόψει των ειδικών συνθηκών αγοράς που επικρατούν στο χώρο των υγρών καυσίμων και ιδιαίτερα ενόψει της φύσης αυτών που επιβάλλει την δραστηριοποίηση του προμηθευτή τους στη χωρική περιφέρεια του προμηθευόμενου και την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη τοπική εγγύτητά τους καθώς και του τρόπου διαμόρφωσης των τιμών τους, οι οποίες εμφανίζουν μεγάλες αποκλίσεις σε τοπικό επίπεδο λαμβανομένου μάλιστα υπόψη ότι αυτές συναρτώνται και με τα έξοδα μεταφοράς τους, γεγονός που λειτουργεί αποτρεπτικά ως προς τη συμμετοχή προμηθευτών, οι οποίοι δεν βρίσκονται σε εγγύτητα με τον αποδέκτη του προμηθευόμενου είδους, η δυνατότητα συμμετοχής στο διαγωνισμό περιορίζεται εκ των πραγμάτων σε ιδιοκτήτες υφιστάμενων πρατηρίων πλησίον της έδρας της αναθέτουσας αρχής, ανεξαρτήτως βέβαια της νομικής μορφής και της εθνικότητάς τους. (...)Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή και ν΄ ανακληθεί η 4/2013 πράξη της Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο Ν. ... Συνακόλουθα τα ελεγχόμενα σχέδια σύμβασης μεταξύ του αιτούντος και των αναδόχων …. και «….» μπορούν να υπογραφούν υπό τον όρο ότι από το κείμενό τους θα απαλειφθεί ο όρος περί δυνατότητας παράτασης του χρόνου ισχύος της σύμβασης για 3 μήνες (1/4 του αρχικού ετήσιου χρόνου).